Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Παρίσι 1169

Παρίσι Ιούλιος 1169

Μια μεγάλη γιορτή γινόταν με πολύ κόσμο μαζεμένο στο κέντρο της πόλης. Όλος ο κόσμος χαιρετούσε έναν άντρα με καλοσύνη. Όχι γιατί ήταν πλούσιος αλλά γιατί τον αγαπούσε ο λαός. Ήταν ένας ψηλός λεπτός όμορφος άντρας με καστανόξανθα κοντά μαλλιά που είχαν μπούκλες στην άκρη τους γαλάζια μάτια και ελάχιστο μούσι. Ήταν ο Liam. Βοηθούσε πάντοτε όσους τον είχαν ανάγκη γι αυτό και ο κόσμος του Παρισιού τον αγαπούσε. "Καλησπέρα Liam." τον χαιρέτησε μια κυρία μεγάλης ηλικίας που δυσκολευόταν να περπατήσει. Εκείνος σταμάτησε να μιλάει με τους φίλους του και ετρεξε αμέσως κοντά της. "Στηριχθείτε πάνω μου κυρία." είπε πρόθυμα. "Είσαι ένας εξαιρετικός άνθρωπος Liam. Μακάρι να ήταν όλοι σαν και εσένα." απάντησε με ευγνωμοσύνη η κυρία. Ο Liam την συνόδεψε στο καταφύγιο της και επέστρεψε στο μικρό σπίτι του. Μόλις άνοιξε την πόρτα τα παιδιά του πήδηξαν στην αγκαλιά του με ενθουσιασμό. Ήταν δύο αγόρια και ένα κορίτσι μικρής ηλικίας. "Μπαμπά! Γύρισες!" φώναξαν με χαρά. "Πως ήταν η γιορτή;" ρώτησε ένα όμορφο κοριτσάκι με καστανά μακριά μαλλιά και πράσινα μάτια. "Παιδιά! Ηρεμίστε! Ο πατέρας σας είναι κουρασμένος." είπε μια όμορφη νεαρή γυναίκα με μαύρα μαλλιά πιασμένα σε μια μακριά πλεξούδα. Φορούσε ένα γαλάζιο φόρεμα που ταίριαζε με τα πράσινα μάτια της. "Το νερό έχει ζεσταθεί. Πηγαίνετε γρήγορα για μπάνιο!" τους πρόσταξε. "Καλά μαμά." απάντησαν και έφυγαν τρέχοντας προς το σπίτι. Η γυναίκα τύλιξε τα χέρια της γύρω από τον λαιμό του Liam και τον φίλησε. "Πως ήταν η γιορτή;" ρώτησε. "Όμορφη αλλά λυπητερή. Έπρεπε να είχες έρθει." είπε ήρεμα. "Αφού το ξέρεις. Δεν μου αρέσουν αυτά." απάντησε σοβαρά. Εκείνος χαΐδεψε απαλά το πρόσωπο της. "Εντάξει αγάπη μου. Σέβομαι πάντα τις επιλογές σου." άντησε ήρεμα. Εκείνη του χαμογέλασε γλυκά και μπήκαν μέσα στο σπιτάκι.
Καθε μέρα περνούσε ευχάριστα γι αυτήν την φτωχή οικογένεια. Ο Liam με την αισιοδοξία του και το χαμόγελο του έκανε κάθε μέρα ξεχωριστή με αποτέλεσμα να μην υπάρξουν ποτέ δυσάρεστες.

Ένα βράδυ ακούστηκε ένας παράξενος ήχος πίσω από τους θάμνους. Ο Liam βγήκε απότομα έξω από το σπίτι μαζί μα την γυναίκα του. Εβαλε το χέρι του μπροστά της προστατεύοντας την. Μια κοπέλα ξεπρόβαλε από τους θάμνους. Ηταν σε άθλια κατάσταση! Τα μαλλιά της ήταν μπλεγμένα μεταξύ τους και είχαν φύλλα δέντρων πάνω τους. Το καφέ φόρεμα της ήταν σκισμένο σε αρκετά σημεία και τα χέρια και το πρόσωπο της ήταν λερωμένα με σκόνη και ελάχιστο χώμα. Ήταν η Liana. Περπατούσε ξυπόλυτη και τους πλησίασε δειλά. "Ωχ θεέ μου!" είπε έντρομη η γυναίκα του Liam. Εκείνος της έκανε νόημα να σταματήσει και πλησίασε αργά την Liana. Όταν έφτασε κοντά της την κοίταξε στα μάτια. Είδε τρόμο μέσα στο κουρασμένο βλέμμα της. Έτρεμε ολόκληρη. Πήγε να πιάσει το χέρι της αλλά αποτραβήχτηκε απότομα φοβισμένη. "Μην φοβάσαι. Κανένας δεν θα σε πειράξει εδώ." είπε με μια ήρεμη και σίγουρη φωνή. Τον κοίταξε με τρόμο χωρίς να μιλήσει. "Μπορώ να σε βοηθήσω αν με αφήσεις." είπε με προθυμία. Κατάλαβε πως δεν αποτελούσε κύνδινο για εκείνη. Το παγωμένο χέρι της ακούμπησε στο δικό του. Εκείνος της χαμογέλασε φιλικά. "Πως σε λένε;" ρώτησε. "Δεν έχω κάποιο όνομα..." είπε ανάμεσα στο τρέμουλο του φόβου της. "Μμμ...τι λες για το Liana; Σημαίνει όμορφη σαν το λιβάδι με τα ανθισμένα λουλούδια." είπε με ένα ήρεμο φιλικό χαμόγελο χαιδεύοντας τα κόκκινα μαλλιά της. "Είναι όμορφο όνομα. Ευχαριστώ." απάντησε. Ο Liam της χαμογέλασε φιλικά. Εκείνη ένιωσα το σώμα της να καταρρέει από την κούραση της. Ο Liam την πήρε στα χέρια του και μπήκε μέσα στο σπιτάκι.

   Την επόμενη μέρα η Liana ξύπνησε σε ένα κρεβάτι. Φορούσε ένα άσπρο μακρύ φόρεμα. Το πορσελάνινο δέρμα της έλαμπε στο φως του ήλιου και τα κόκκινα μαλλιά της ήταν χτενισμένα σε μια πλεξούδα. Ανασηκώθηκε και κοίταξε το σπίτι. Απέναντι της υπήρχε ένα τραπέζι με εφτά ξύλινες καρέκλες. Πιο δίπλα υπήρχε μια φωτιά αναμένη σε ένα αυτοσχέδιο τζάκι που ζέσταινε το σπίτι. Άνοιξε η ξύλινη πόρτα και μπήκε μέσα ο Liam. Την πλησίασε. Εκείνη κουλουριάστηκε τρομαγμένη. Έσκυψε κοντά της και την κοίταξε με ένα ήρεμο και γεμάτο καλοσύνη βλέμμα. "Πως νιώθεις;" την ρώτησε με ένοια στο βλέμμα του. Ξεροκατάπιε. Ακόμη τον φοβόταν γιατί δεν τον ήξερε. "Μια χαρά....ευχαριστώ." απάντησε με μια φοβισμένη φωνή. Τα μάτια της ήταν βουρκωμένα. Κάτι της είχε συμβεί ή κάτι είχε κάνει. Ο Liam έπιασε απαλά το δεξί της χέρι και την κοίταξε με ένα καθυσηχαστικό βλέμμα. Είχε καταλάβει την άσχημη συναισθηματική της κατάσταση. "Θέλεις να μου μιλήσεις;" ρώτησε ήρεμα. Εκείνη κούνησε το κεφάλι της δηλώνοντας πως δεν ήθελε να πει τίποτα. "Θέλεις να πάμε μια βόλτα στην πόλη;" ρώτησε. Έγνεψε καταφατικά. Ένα φιλικό χαμόγελο ήρθε στα χείλη του Liam. Άπλωσε το χέρι του. Η Liana το έπιασε και σηκώθηκε όρθια. Βγήκαν από το σπίτι. "Γιατί είσαι τόσο καλός μαζί μου; Τι θέλεις από εμένα;!" ρώτησε τρομαγμένη. "Τίποτα απολύτος. Απλώς μου αρέσει να προσφέρω την βοήθεια μου σε όσους την έχουν ανάγκη." απάντησε εύθυμα. "Και δεν σε κουράζει αυτό; Θέλω να πω δεν σου είμαι βάρος;" ρώτησε. "Μην το ξαναπείς αυτό! Θέλω να σε βοηθήσω και δεν θα σταματήσω μέχρι να σταθείς στις δικές σου δυνάμεις." απάντησε με μια φιλική ηρεμία και πήγαν προς το κέντρο της πόλης.

              Σήμερα

"Ναι;" ρώτησε ο Damon έχοντας το τηλέφωνο κοντά στο αριστερό αυτί του. "Damon έλα από εδώ σε παρακαλώ!" ακούστηκε η τρομοκρατημένη φωνή της Spencer. "Γιατί τι έγινε;" ρώτησε παραξενευμένος. "Ελα και θα καταλάβεις!" απάντησε έντρομη. Ο Damon έκλεισε το τηλέφωνο και πήγε στο ξενοδοχείο. Η Spencer στεκόταν ακίνητη πάνω από την καρδιά του Toby. Ο ψυχαναγκασμός που της είχε κάνει είχε σπάσει και οι αναμνήσεις της επέστρεψαν σιγά σιγά. Πηρε τηλέφωνο την Hanna. Χτυπούσε ο ήχος που δήλωνε πως την καλούσε αλλά η Hanna δεν απάντησε. "Γειά! Εδώ Hanna! Αφήστε μίνημα." ακούστηκε ο τηλεφωνοτής της. "Hanna μόλις το ακούσεις πάρε με...είναι επείγον!" είπε βουρκωμένα.
Όταν έφτασε ο Damon χτύπησε την πόρτα. Η Spencer άνοιξε και τον κοίταξε με τρόμο αλλά και με ανακούφιση. "Τι συμβαίνει;" ρώτησε ο Damon μπαίνοντας μέσα. Η Spencer τον οδήγησε στην ντουλάπα. Το βλέμμα του Damon ξαφνιάστηκε βλέποντας το πτώμα του Toby. "Ποιός το έκανε αυτό;" ρώτησε. "Ειλικρινά δεν έχω ιδέα. Ηθελα να κρεμάσω το φόρεμα μου και μόλις άνοιξα την ντουλάπα τον είδα κρεμασμένο!" είπε σοκαρισμένη. Ο Damon παρατήρησε το πτώμα πολύ προσεκτικά. Ύστερα πρόσεξε την καρδιά του που ήταν πεσμένη στο πάτωμα. Παρατήρησε κάτι παράξενο πάνω της. Την πήρε στα χέρια του ώστε να την εξετάσει καλύτερα. "Τι συμβαίνει;" ρώτησε η Spencer. "Υπάρχει κάτι περίεργο πάνω της....." είπε παρατηρώντας την καρδιά. "Ένας αριθμός. XII." απάντησε. Πράγματι πάνω στην καρδιά ήταν χαραγμένος αυτός ο λατινικός αριθμός. "Ο αριθμός 12;! Γιατί να θέλει ο δολοφόνος να αφήσει αυτό το στοιχείο;" ρώτησε παραξενευμένη και έντρομη η Spencer. τ
Tο πτώμα του Toby άρχισε να τυλίγεται στις φλογιες. Ο Damon τον έβγαλε γρήγορα από την ντουλάπα πριν την κάψει. Τα ακούμπησε στο πάτωμα. Πηρε τον πυροσβεστήρα και έσβησε την φωτιά πιυ έκαιγε το σώμα του. Η Spencer έβγαλε μια φωτογραφία την καρδιά του με το κινητό της. "Τι κάνεις;" ρώτησε ο Damon. "Θέλω να το δείξω και στις φίλες μου. Ίσως μαζί καταλάβουμε τι σημαίνει αυτός ο αριθμός." απάντησε. "Απο πότε τέσσερις δεκαεξάχρονος μπορούν να εξιχνιάσουν έναν τέτοιο φόνο;" ρώτησε ειρωνικά. Η Spencer έκανε έναν μομφασμό. "Έχουμε εμπειρία σε αυτά τα θέματα λόγο των 'Α'. Ηταν δύο κοπέλες που μας απειλούσαν και άφηναν στοιχεία με έξυπνο τρόπο οπότε πιστεύω πως εγώ και οι φίλες μου μπορούμε να εξιχνιάσουμε αυτόν τον φόνο καλύτερα από τον καθέναν." απάντησε με έναν αυθόρμητο δυναμισμό. "Αφού έτσι πίστευες." απάντησε με έναν ενθουσιασμό από την δυναμική απάντηση της Spencer.

Η επόμενη μέρα ξεκίνησε. Ο ήλιος είχε ανατείλει μερικές ώρες πίσω από τα ψηλά καταπράσινα βουνά της μικρής πόλης. Ένα χέρι χτύπησε την πόρτα του σπιτιού της γιαγιάς της Aria. Εκείνη άνοιξε την πόρτα. Τα μάτια της ήταν πρησμένα από τα δάκρυα. Μπροστά της στεκόταν ο Elijah φορώντας κοστούμι όπως πάντα. Μερικά δάκρυα κύλισαν από τα πράσινα μάτια της καθώς τον κοιτούσε. "Μπορώ να περάσω μέσα;" ρώτησε ευγενικά. Εκείνη έγνεψε καταφατικά. Μπήκαν μέσα στο σπίτι και η Aria έκλεισε την εξώπορτα. Πανω στο τραπεζάκι του σαλονιού ήταν σκορπισμένα πολλά βιβλία μαγείας. Η Aria τα μάζεψε βιαστικά. "Συγγνώμη για την ακαταστασία...δούλευα πάνω σε ένα ξόρκι." είπε συγκρατημένα. Ο Elijah την σταμάτησε πιάνοντας απαλά το χέρι της. "Γιατί δεν είσαι ειλικρινής; Έχεις κάθε δικαίωμα να θρηνήσεις αυτόν ή αυτή που αγαπάς." είπε ήρεμα. Τα πράσινα μάτια της γέμισαν με δάκρυα έτοιμα να ξεχυθούν στα μάγουλα της. Αγκάλιασε τον Elijah και ξέσπασε σε λογμούς. "Πέθανε άδικα! Το ξόρκι δεν σταμάτησε την Liana!" είπε ανάμεσα στο κλάμα της. Ο Elijah χαΐδεψε απαλά το κεφάλι της. "Ακουσε με Aria. Είναι νεκρή και αυτό ξέρω πως σε πληγώνει όμως μέσα σου ζει ακόμη και αυτό το συναίσθημα θα σε βοηθήσει να γιατρέψεις την θλίψη σου. Φυσικά αυτό θα πάρει χρόνο αλλά να ξέρεις πως δεν χρειάζεται να το κάνεις μόνη σου. Είμαι εδώ για σένα όποτε με χρειαστείς." απάντησε με ένα φιλικό βλέμμα. "Ευχαριστώ Elijah." απάντησε. Εκείνος έβγαλε ένα πανάκι από την τσέπη που είχε το μαύρο σακάκι τιυ και σκούπισε τα δάκρυα της. "Οταν χρειαστείς κάποιον να ξέρεις πως μπορείς πάντα να καλέσεις εμένα." απάντησε με έναν φιλικό τόνο. Η Aria είχε ηρεμίσει πλέον. Ένα γαλήνιο χαμόγελο ήρθε στα χείλη της. Την βοήθησαν τα λόγια του. "Ευχαριστώ πολύ Elijah....που με βοηθάς." είπε με ευγνωμοσύνη.

  Την ίδια στιγμή ο Klaus τσακωνόταν με την Jacqueline για την σχέση της με τον James. Οι φωνές τους ακουγόντουσαν σε όλο το σπίτι! "Πόσες φορές θα σου πω πως δεν είχα ιδέα τι ήταν;!" ρώτησε εκενρυσμένη. "Αυτό είναι το πρόβλημα σου Jacqueline! Ερωτεύεσαι πολύ εύκολα τον λάθος κόσμο! Πάντα το έκανες!" απάντησε με τον ίδιο εκενρυσμό ο Klaus. Τον πλησίασε. "Και εσύ πάντα με μαχαίχωνες γι αυτό! Ήσουν και είσαι σκληρός μαζί μου! Μου στερείς το δικαίωμα να αγαπώ!" φώναξε. "Το έκανα για να σε προστατέψω από τις αθλιότητες του καθενός!" φώναξε ακόμη πιο δυνατά ο Klaus. "Ίσως να μην χρειαζόμουν προστασία!" είπε έντονα. Μπήκα ανάμεσα τους. "Αρκετά! Σταματήστε να τσακώνεστε!" είπα έντονα. Δεν άντεχα άλλο τις φωνές τους! Κοίταξα τον Klaus. Είχε πολύ θυμό και ακόμη περισσότερη ανησυχία στο βλέμμα του. "Η Jacqueline δεν ήξερε τι ήταν ο James Klaus!" είπα έντονα. "Αυτό δεν την δικαιολογεί! Πάντα ερωτευόταν τα λάθος άτομα!" απάντησε με οργή. Με κοίταξε. "Και εσύ μην μιλάς μετά από αυτό που έκανες! Μου είπες για αυτά που σου έκανε και μου έσβησες την μνήμη!" είπε με θυμό. "Συγγνώμη! Δεν ήξερα τι άλλο να κάνω!" απάντησα έντονα. "Να μην μου μιλούσες εξαρχής τότε!" φώναξε και έφυγε σπρώχνοντας απότομα τον ώμο μου με τον ώμο του. Κοίταξα το πάτωμα με ένα στενάχωρο βλέμμα. Η Jacqueline με πλησίασε. Ακούμπησε απαλά τον ώμο μου. "Είσαι καλά;" ρώτησε. Την κοίταξα. "Εχει δίκιο...." απάντησα με μια σιγανή στενάχωρη φωνή. "Ησουν τρομοκρατημένη. Δεν ήξερες τι να κάνεις." είπε ήρεμα. "Ναι....σωστά. Τουλάχιστον είναι νεκρός." απάντησα. Η Jacqueline με κοίταξε. "Πριν πόσο καιρό σου συνέβη;" ρώτησε. "Πριν έναν χρόνο. Ήμουν σε ένα δάσος και μου επιτέθηκε. Δεν ήξερα πως είχα μαγεία τότε οπότε...." απάντησα. "Ο Nik είναι θυμωμένος τώρα όμως θα συνέλθει. Αλλά να ξέρεις πως αν θες να μιλήσεις εγώ είμαι εδώ." είπε φιλικά. Την κοίταξα ξαφνιασμένη. "Ευχαριστώ..." απάντησα μπερδεμένη. Δεν περίμενα πως θα προσφερόταν για κάτι τέτοιο. "Τι; Νόμιζες πως δεν θα σε στηρίξω σε κάτι τόσο σοβαρό;" είπε. "Ας πούμε ναι αλλά και πάλι ευχαριστώ...." απάντησα ήρεμα και βγήκα από το σπίτι.

   Προχωρούσα στον δρόμο. Ήθελα να ηρεμίσω και να καθαρίσω το μυαλό μου από τις αρνητικές σκέψεις. Ξαφνικά είδα τον Edward να περπατάει δίπλα μου. Το βλέμμα του ήταν παγερό και αδιάφορο. "Δεν έχεις δουλειά να κάνεις;" ρώτησα θέλοντας να τον αποφύγω. "Ξέρεις ποιά είναι η δουλειά μου." απάντησε ψυχρά. Αυτή η ένεση τον ανάγκασε να αποδεχτεί την φύση του με αποτέλεσμα να μεταμορφωθεί σε αυτό το ψυχρό άτομο. Πήρα μια βαθιά ανάσα ξέροντας πως αυτός στον οποίο μιλούσα ήταν ένας ξένος. "Τι θέλεις Edward;" ρώτησα με μια κουρασμένη φωνή. Στάθηκε μπροστά μου. "Εσένα." απάντησε με ένα πονηρό βλέμμα. Τον κοίταξα. Τα χρυσοκόκκινα μάτια του είχαν ένα παράξενο σκοτάδι μέσα τους. "Ο Liam θέλει να σου μιλήσει." συνέχισε. "Θέλεις να πεις να με σκοτώσει!" απάντησα δύσπιστα. "Μπα! Δεν νομίζω! Αυτό το έχει αφήσει σε εμένα. Θα έρθεις λοιπόν ή θα σε πάρω με το ζόρι;" ρώτησε απαιτητικά. "Παράτα με Edward! Δεν έχω όρεξη να πάω πουθενά!" είπα ενοχλημένη και προχώρησα. Έπιασε απότομα το αριστερό μου χέρι και με έφερε κοντά του. Ακόμη ένιωθα αυτό το έντονο συναίσθημα ανάμεσα μας παρόλο που ήταν σαν ξένος για μένα τώρα. "Ελα μαζί μου πριν σε αναγκάσω και σταμάτα με το ενοχλητικό σου δράμα!" απάντησε έντονα. Τον κοίταξα εκενρυσμένη. Σήκωσα λίγο το αριστερό μου χέρι και το έστρειψα απότομα δεξιά κάνοντας ένα ξόρκι που του έσπασε τον λαιμό. Έπεσε κάτω αναίσθητος. "Σου είπα. Δεν έχω όρεξη." είπα απότομα και προχώρησα μπροστά του.

Παρίσι Ιούλιος 1169

    Λίγες μέρες αργότερα η Liana και ο Liam προχωρούσαν στην πόλη. Ο Liam είχε γίνει μέντορας της πλέον. Της μάθαινε γραφή, ανάγνωση, την ένοια του καλού και του κακού και πολλά άλλα. Εκείνη είχε εντυπωσιαστεί τόσο πολύ μαζί του που κάθε φορά άκουγε με απόλυτη προσήλωση όλα όσα της έλεγε και της δίδασκε. Ένιωθε όμορφα που επειτέλους κάποιος την φρόντιζε πραγματικά. Ένιωθε επειτελους χαρά και γαλήνη μέσα της. Τότε έμφαμηστηκε ένας ψηλός γεροδεμένος πλούσιος άντρας μπροστά τους. Ήταν καθισμένος πάνω σε μια ξύλινη άμαξα που την έσυραν δύο άλογα. Κοίταξε με ένα ηγετικό και συγχρόνος κοροϊδευτικό βλέμμα τον Liam. "Γειά σου Liam." είπε με μια πονηρή φωνή. Ο Liam πήρε μια βαθιά ανάσα. Η Liana κατάλαβε πως δεν τον συμπαθούσε. "Τι θέλεις Joshua;" ρώτησε. "Κύριε Joshua για σένα!" τον διόρθωσε. "Πότε θα πληρώσεις τους φόρους σου;" ρώτησε απαιτητικά. "Θα το κάνω σύντομα. Δεν έχω καταφέρει να μαζέψω ακόμη τα λεφτά." είπε σοβαρά. "Μμ...μάλλον θα πρέπει να κάνω μια επίσκεψη στην οικογένεια σου τότε!" είπε με ένα πονηρό βλέμμα. "Θα σου δώσω τα λεφτά αύριο!" απάντησε πιεσμένος ο Liam. O Joshua παρατήρησε την Liana. "Μπα! Μάζεψες κι άλλη φτωχή από τον δρόμο;" ρώτησε κοροϊδευτικά. Όμως το βλέμμα του έδειχνε ένα ενδιαφέρον για την δεκαπεντάχρονη κοπέλα. Ύστερα κοίταξε τον Liam. Κατέβηκε από την άμαξα. "Κράτα τα λεφτά σου. Θα πάρω αυτήν." είπε με κακία τραβώντας από το χέρι την Liana. "Όχι! Άφησε με!" φώναξε φοβισμένη. Ο Liam την τράβηξε απότομα κοντά του. "Σου είπα θα σου δώσω τα λεφτά! Αλλά αν την αγγίξεις ξανά, θα σε σκοτώσω!" είπε με έναν οργισμένο τόνο στην φωνή του. Ο Joshua τον κοίταξε με ένα δήθεν ανώτερο βλέμμα, ανέβηκε στην άμαξα του, μαστιήγωσε τα άλογα και έφυγε. O Liam αγκάλιασε την Liana. "Είσαι καλά;" ρώτησε ανήσυχος. "Γιατί είναι τόσο κακός;" ρώτησε απορημένη. "Δεν είναι κακός. Θέλει να του δώσω τους φόρους." απάντησε ήρεμα χαιδεύοντας απαλά το κεφάλι της. "Μα δεν ξέρει πως δεν έχεις την δυνατότητα να το κάνεις αυτό σύντομα;" ρώτησε. Πήρε μια βαθιά ανάσα. "Ναι το ξέρεις απλώς δεν τον ενδιαφέρει. Όμως δεν είναι κακός. Πιεσμένος είναι από τον άρχοντα του." απάντησε ήρεμα. Τον κοίταξε στα μάτια. "Δεν το καταλαβαίνω αυτό! Γιατί δεν εξηγεί στον άρχοντα του πως κάποιοι άνθρωποι δεν έχουν τα απαραίτητα λεφτά για τους φόρους;" ρώτησε παραξενευμένη. Ο Liam της χαΐδεψε απαλά τα μαλλιά. "Μερικοί άνθρωποι απλώς δεν ενδιαφέρονται για κάποιους άλλους. Και να του εξηγήσει δεν θα καταλάβει ή θα τον επιπλήξει γιατί δεν έκανε σωστά την δουλειά του." απάντησε ήρεμα. "Τότε θα πρέπει να πάρει ένα μάθημα." είπε ελαφρώς εκνευρισμένη. "Liana σου έχω πει πως η βία και ο θυμός δεν είναι ποτέ ο σωστός δρόμος. Εσύ πάντα θα ακολουθείς τον δρόμο της ήρεμης σκέψης. Μόνο τότε θα μπορέσεις να λύσεις πραγματικά τα προβλήματα σου." είπε συμβουλευτικά. "Μα αν δεν υπάρχει άλλος τρόπος; Αν κάποιος δεν καταλαβαίνει με τον διάλογο;" ρώτησε. "Πάντα υπάρχει άλλος τρόπος. Αν δεν υπήρχε άλλη λύση ο κόσμος θα είχε καταστραφεί." απάντησε συμβουλευτικά. Η Liana χαμογέλασε καταλαβαίνοντας το νόημα από τα λόγια του. Όμως η σκέψη της εκδίκησης τριβέλιζε ακόμη στο μυαλό της.

              Σήμερα

Η Liana καθόταν στον καναπέ του σπιτιού της και θυμόταν τις όμορφες στιγμές που είχε περάσει με τον Liam. Θυμόταν πόσο καλά της είχε φερθεί και όλα όσα της είχε προσφέρει. Όμως το βλέμμα της δεν ήταν χαρούμενο από αυτές τις μνήμες. Ήταν φοβισμένο και τα μάτια της έτρεμαν. Τον φοβόταν πολύ και καλά έκανε. Το κακό που του είχε προξενήσει ήταν τεράστιο και ήξερε πως θα έκανε τα πάντα για την εκδικηθεί. Η Amelia κάθισε κοντά της και έπιασε απαλά το χέρι της. "Liana δεν χρειάζεται να φοβάσαι. Θα καταστρέψουμε τον Liam μαζί." είπε καθυσηχαστικά. Την κοίταξε. Το βλέμμα στα σμαραγδί μάτια της ήταν ένα άγχος! Πρώτη φορά ήταν έτσι! "Πρέπει να φύγουμε από εδώ." είπε έντρομη. "Δεν υπάρχει περίπτωση!" ακούστηκε η γεμάτη σιγουριά φωνή της Kayla που στεκόταν λίγο πιο πίσω. Τις πλησίασε. "Ο Liam μπορεί να είναι εδώ αλλά δεν έχει την λεπίδα για να μας σκοτώσει! Οι δυνάμεις του είναι άχρηστες πάνω μας." είπε σοβαρά. "Θα βρει άλλους τρόπους να μας εξοντώσει!" απάντησε η Liana. "Liana;! Εσύ δεν είσαι έτσι! Πάντα έκανες ότι μπορούσες για να καταστρέψεις τον Liam και τώρα θα φύγεις χωρίς να κάνεις τίποτα;" ρώτησε ειρωνικά η Adeline. "Ίσως υπάρχει ένας τρόπος για να τον νικήσουμε μια και καλή." συμπλήρωσε η Enola. Η Liana την κοίταξε. "Ελα τώρα Liana! Ξέρουμε πολύ καλά πως ο Liam ήθελε και τους Mikaelson νεκρούς κάποια στιγμή. Το μόνο που πρέπει να κάνουμε είναι να αναγεννήσουμε αυτήν την φλόγα για εκδίκηση μέσα του και τότε θα στραφεί εναντίον τους και εμείς θα είμαστε ήσυχες." είπε πονηρά η Enola. "Δεν νομίζω πως θα πετύχει. Ο Liam έχει ψύχωση μαζί μου και δεν θα ηρεμίσει μέχρι να με σκοτώσει." απάντησε η Liana. "Τότε γιατί να μην βάλουμε τον Liam να σκοτώσει ένα σημαντικό μέλος της οικογένειας των Mikaelson;" ρώτησε η Kayla. Όλες οι κοπέλες την κοίταξαν με ένα πονηρό βλέμμα καταλαβαίνοντας ακριβώς τι εννοούσε. Το σχέδιο της ήταν έξυπνο. Αυτό που δεν ήξεραν όμως ήταν πως δεν θα είχε καλή κατάληξη γι αυτές.

   Λίγα λεπτά αργότερα όλες στεκόντουσαν γύρω από ένα φέρετρο. H Liana έριξε αλάτι γύρο του σχηματίζοντας έναν κύκλο. Υστερα πήγε κοντά στο φέρετρο και το άνοιξε. Όλες στάθηκαν μέσα από τον κύκλο με το αλάτι. Ένωσαν τις δυνάμεις τους και ξεκίνησαν να λένε έντονα ένα ξόρκι ξανά και ξανά. Κάποια κεριά που βρισκόντουσαν δίπλα τους άναψαν. Τα μάτια και των πέντε άλλαξαν χρώμα όσο συνέχιζαν να λένε με περισσότερη ένταση το ξόρκι. Φύσηξε δυνατός αέρας που παρέσυρε τα μαλλιά της κάθεμιας. Το άτομο που βρισκόταν μέσα στο φέρετρο σημαδεύτηκε με μια γραμμή στον καρπό του αριστερού του χεριού. Όμως το ξόρκι είχε μόλις αρχίσει και ήταν κάτι απρόβλεπτο για όλους μας.

   Οι δείκτες των ρολογιών σε όλη την πόλη έδειξαν τον αριθμό τρία. Κάποιοι χόνευαν το μεσημεριανό φαγητό, άλλοι έκαναν τις καθημερινές δουλειές τους και άλλοι έκαναν βόλτες στην πόλη. Εγώ ήμουν στο μπαρ του Horrland καθισμένη στο μαύρο σκαμπό. Ήμουν εκεί από το πρωί και δεν ήθελα να φύγω. Είχα πιει εφτά ποτήρια ουίσκι δυο τεκίλες τρεις μαργαρίτες, τρεις βότκες και....ένα ποτήρι κρασί μάλλον. Είχα χάσει τον υπολογισμό μετά από την δεύτερη μαργαρίτα ή την τρίτη βότκα δεν ήμουν σίγουρη. Το κεφάλι μου έλεγε να σταματήσω όμως είχα ανάγκη να πιω κι άλλο μέχρι να ξεχάσω τα πάντα! Είδα μια κοπέλα που στεκόταν πίσω από την μπάρα να με κοιτάζει. Ήταν μια ψηλή, λεπτή, ξανθιά με κοντά μαλλιά που έφταναν μέχρι τους ώμους, ελάχιστα στρογγυλό πρόσωπο με ελάχιστα τριγωνικό πιγούνι και μικρές γωνίες, γαλάζια μάτια και λεπτά καστανά φρύδια. Φορούσε ένα γκρι ψηλομεσο παντελόν, μια μαύρη μπλούζα με ελάχιστο ντεκολτέ. Στον λαιμό της φορούσε ένα μαύρο κολιέ με ένα μαύρο μισοφέγγαρο.
"Είσαι καλά;" ρώτησε παραξενευμένη. "Θα γίνω εάν μου φέρεις άλλο ένα ποτήρι ουίσκι." είπα κρατώντας ένα άδειο ποτήρι στο αριστερό μου χέρι. "Είσαι σίγουρη πως θες ουίσκι γιατί αυτό που κρατάς είναι ποτήρι κρασιού." είπε. Κοίταξα καλύτερα το ποτήρι και γέλασα λίγο. "Α ναι σωστά! Δεν το είχα προσέξει." είπα με μια εύθυμη διάθεση. Αλλά στην πραγματικότητα δεν ήμουν καθόλου χαρούμενη. Απλώς ήμουν υπό την επήρεια μεγάλης ποσότητας αλκοόλ. Η κοπέλα με κοίταξε ανήσυχη. "Γιατί πίνεις τόσο πολύ; Τι σου συνέβη;" ρώτησε. "Α τίποτα παράξενο! Απλώς πριν ένα χρόνο έπεσα θύμα βιασμού, το είπα τώρα σε ένα από τα λίγα άτομα που μπορούσα να εμπιστευτώ αλλά το μετάνιωσα και του έσβησα την μνήμη και τώρα έχει θυμώσει πολύ μαζί μου. O βιαστής αποφάσισε να με σκοτώσει μετά από ότι μου έκανε και ας μην ξεχάσω πως έχω ερωτευτεί δύο άντρες όπου ο ένας από τους δύο είναι κυνηγός των αιρετικών μαγισσών και κάποιος άλλος τον ανάγκασε να αποδεχτεί την φύση του, αλλά το θέμα είναι πως δεν ξέρω ποιόν να διαλέξω!....Όπως βλέπεις δεν συμβαίνει τίποτα παράξενο!" απάντησα με μια μικρή ειρωνεία και ήπια λίγο ουίσκι. Ένιωσα ένα βάρος να φεύγει από πάνω μου όσο τα έλεγα όλα αυτά αλλά ήξερα πως έπρεπε να σβήσω την μνήμη της πριν καλέσει την αστυνομία από τον φόβο της. Αλλά το βλέμμα της δεν είχε ίχνος φόβου μέσα του. Ήταν παράξενο! Ήταν ήρεμη! Με κοίταξε στα μάτια. "Τι απέγινε ο βιαστής;" ρώτησε. "Είναι νεκρός! Τον σκότωσα χθες βράδυ σε έναν χορό." απάντησα πίνοντας κι άλλο ουίσκι. Η κοπέλα κατέβασε το ποτό από τα χέρια μου και με κοίταξε με ένα συμβουλευτικό βλέμμα. "Αφού είναι νεκρός μην ασχοληθείς άλλο μαζί του. Συζήτησε με ειλικρίνεια με το άτομο του οποίου έσβησες την μνήμη και ξεκαθάρισε την κατάσταση με τους δυο άντρες μέσα σου." είπε ήρεμα. Ακούστηκε τόσο εύκολο έτσι όπως το έλεγε! Όμως ήξερα πως δεν θα ήταν καθόλου εύκολο. "Φαίνεται τόσο εύκολο έτσι όπως το λες αλλά δεν είναι στην πραγματικότητα." απάντησα απογοητευμένη. "Κάνε μια προσπάθεια. Θα νιώσεις καλύτερα από τώρα που κάθεσαι εδώ, πίνεις και δεν κάνεις τίποτα." είπε με ένα συμβουλευτικό φιλικό βλέμμα. Είχε πράγματι απόλυτο δίκιο! Θα ήταν δύσκολο αλλά έπρεπε να κάνω κάτι. Την κοίταξα. "Ευχαριστώ." είπα με ένα χαμόγελο. Μου ανταπόδωσε το χαμόγελο.
Γύρισα προς την έξοδο αλλά πήγα ξανά κοντά της. "Ξέχασες κάτι;" ρώτησε. "Ναι. Ξέχνα ότι σου είπα. Δεν με έχεις δει ποτέ στην ζωή σου." την ψυχανάγκασα. Εκείνη ανοιγόκλεισε τα βλέφαρα των ματιών της και γύρισε προς την κάβα με τα ποτά. Ξαφνικά ένιωσε έναν πόνο στο αριστερό της χέρι. Έριξε το χέρι της σε μπουνιά. "Είσαι καλά;" ρώτησα. Εκείνη κοιτούσε παραξενευμένη την παλάμη της. "Ναι μια χαρά είμαι" απάντησε και γύρισε προς την κάβα ξανά. Όμως στο χέρι της είχε σχηματιστεί κάτι που δεν είχα δει. Μια μαύρη γραμμή. Εφυγα από το μπαρ.

   Καθώς προχωρούσα στον δρόμο χτύπησε το κινητό μου. Το έβγαλα από την τσέπη της τσάντας μου και πάτησα το κουμπί 'απάντηση'. "Ναι;" ρώτησα. "Να και κάποιος που αποφάσισε να μου απαντήσει! Που ήσουν από το πρωί; Σε έχω πάρει είκοσι φορές!" ακούστηκε η επιπληκτοκή φωνή της Spencer. Δεν είχα ακούσει ποτέ το τηλέφωνο μου να δονειίται ολο το πρωί. "Συγγνώμη. Είχα βάλει το κινητό μου στο αθόρυβο. Τι συμβαίνει;" είπα. "Πρέπει να έρθεις στο ξενοδοχείο τώρα! Ο Toby είναι νεκρός." είπε σοβαρά. Ξαφνιάστηκα! 'Ποιός θα μπορούσε να τον σκοτώσει;' αναρωτήθηκα. "Εντάξει. Έρχομαι." απάντησα, έκλεισα το τηλέφωνο και πήρα τον δρόμο του ξενοδοχείου.

Η Hanna και ο Stefan ήταν στο σπίτι του Stefan και του Damon ξαπλωμένοι στο κρεβάτι του Stefan. Είχαν μόλις ξυπνήσει μετά από μια φλογερή νύχτα πάθους και έρωτα. Ήταν και οι δύο σκεπασμένοι με το σεντόνι. Η Hanna είχε ακουμπήσει το κεφάλι της στο στήθος του Stefan και χαμογελούσε ευτυχισμένη. Ο Stefan πρώτη φορά την έβλεπε τόσο χαρούμενη και του άρεσε πολύ. "Τι;" ρώτησε εκείνη με ένα χαμόγελο. "Τίποτα. Απλώς μου αρέσει να σε χαζεύω. Πρώτη φορά σε βλέπω να χαμογελάς έτσι." είπε με μια εύθυμη διάθεση. "Είμαι χαρούμενη. Εσύ με κάνεις χαρούμενη." απάντησε με ένα ευτυχισμένο βλέμμα. Ο Stefan χαΐδεψε απαλά το κεφάλι της και της χαμογέλασε γλυκά. Ακούστηκε η δόνηση του κινητού της. "Όχι πάλι! Είκοσι φορές έχει χτυπήσει από χθες το βράδυ!" είπε ενοχλημένη. Ανασηκώθηκε από το κρεβάτι και έπιασε το κινητό της που ήταν στο κομοδίνο δίπλα από το κρεβάτι. Το άνοιξε. "Παράξενο! Έχω είκοσι κλίσεις και πέντε μινήματα από την Spencer και μια από την μαμά μου." είπε περίεργη. Η Hanna έβαλε στο αυτί της ώστε να ακούσει τα μινήματα της Spencer. Το βλέμμα της αμέσως μεταμορφώθηκε σε ένα βλέμμα άγχους και ανησυχίας. "Τι συμβαίνει;" ρώτησε ο Stefan. Τα γαλάζια της μάτια τον κοίταξαν. "Πρέπει να πάω στο ξενοδοχείο που είναι η Spencer. Ο Toby είναι νεκρός." απάντησε με ένα ανήσυχο βλέμμα. Πήρε το τζιν παντελόνι και την μακριμάνικη μπλούζα της σε χρώμα βισινί και τα φόρεσε. "Περίμενε! Θα έρθω και εγώ μαζί σου." είπε ο Stefan και φόρεσε το μπλε τζιν παντελόνι του,την μαύρη μπλούζα του και το μαύρο δερμάτινο μπουφάν του. Αφού ετοιμάστηκαν έφυγαν γρήγορα για το ξενοδοχείο.

Παρίσι Ιούλιος 1169

   Το βράδυ της επόμενης μέρας είχε σκεπάσει την όμορφη πόλη. Οι περισσότεροι άνθρωποι κυκλοφορούσαν στην πόλη παρόλο το σκοτάδι της νύχτας. Ο Joshua μαζί με τους υπηρέτες του έκανε περιπολίες στην πόλη ψάχνοντας για τους κατοίκους που δεν είχαν παραδώσει τα λεφτά των φόρων. Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν φτωχοί και όταν ο Joshua τους έβρισκε, τους χτυπούσε μέχρι να αναγκαστούν να δώσουν και τα τελευταία λεφτά που είχαν. Η Liana τον παρακολουθούσε εκείνη την νύχτα. Ήταν ντυμένη στα μαύρα ώστε να μην γίνει εύκολος στόχος. Ήθελε να τιμωρήσει τον Joshua για τον απαίσιο τρόπο που φερόταν στους ανθρώπους ειδικά στον Liam και είχε την δύναμη να το κάνει. Το βλέμμα της είχε τόσο θυμό μέσα του που δεν μπορούσε να ελέγξει τον ευατό της! Όταν εκείνος μπήκε σε ένα σκοτεινό στενό σοκάκι ακούστηκε ένας θόρυβος. Κοίταξε πίσω του παραξενευμένος. Όλοι οι υπηρέτες του ήταν μαχαιρωμένοι και πεσμένοι στο πάτωμα. Μόνο ένας ήταν όρθιος μέχρι που ένα χέρι χάραξε τον λαιμό του με ένα κοφτερό κομμάτι ατσάλι. Ο άνθρωπος έπεσε κάτω νεκρός και εμφανίστηκε το θυμωμένο σατανικό πρόσωπο της Liana. Ο Joshua την κοιτούσε με ένα ξαφνιασμένο αλλά και τρομαγμένο βλέμμα. "Εσύ δεν είσαι το φτωχαδάκι που μάζεψε ο Liam;" ρώτησε με τρόμο. Η Liana τον πλησίασε λίγο. "Ναι εγώ είμαι. Και εσύ.....δεν έχει σημασία. Έτσι κι αλλιώς σε λίγο θα είσαι απλώς μια ανάμνηση." είπε με μια σκοτεινή οργισμένη αλλά και ήρεμη φωνή. Ο Joshua έκανε ένα βήμα οπισθοχώρησης τρομαγμένος. "Μην φοβάσαι! Δεν θα πονέσει πολύ." είπε η Liana. Τα μάτια της γυάλιζαν από τον θυμό της! Ήθελε τόσο πολύ να τον τιμωρήσει όμως δεν καταλάβαινε την βαρύτητα του εγκλήματος που επρόκειτο να διαπράξει. Δεν την ένοιαζε να το καταλάβει! Ήθελε απλώς να τον σκοτώσει για να τον τιμωρήσει για την ανάρμοστη συμπεριφορά του απέναντι στους φτωχούς και κυριότερα στον Liam. Ο Joshua πέταξε ένα μαχαίρι προς το μέρος της αλλά το σταμάτησε με τις δυνάμεις της και το πέταξε κάτω. Με μια κίνηση του αριστερού χεριού της τον ακινητοποίησε. "Είσαι μάγισσα!" είπε τρομοκρατημένος πια. "Μου θυμίζεις την υποτιθέμενη οικογένεια μου. Βασικά έχεις τον ίδιο απαίσιο χαρακτήρα με αυτούς. Με χτυπούσαν όταν δεν τους ικανοποιούσαν οι πράξεις μου και με έβριζαν συνεχώς σαν να ήμουν σκουπίδι! Θες να μάθεις τι απέγιναν;" ρώτησε με ένα θυμωμένο βλέμμα. Εκείνος κούνησε ελάχιστα καταφατικά το κεφάλι του με τρόμο. "Τους σκότωσα! Έκαψα την ανυπόφορη κόρη τους με την μαγεία μου, κρέμασα τους γονείς της και κάθισα κοντά τους μέχρι να πάρουν την τελευταία τους ανάσα!"
είπε με ένα σατανικό και τρελό χαμόγελο. Τα μάτια της γυάλιζαν ακόμη περισσότερο. "Είσαι τρελή!" ψελλισε με τρόμο. H Liana χαΐδεψε απαλά το πρόσωπο του με το κοφτερό κομμάτι ατσάλι και γελασε. "Δεν είμαι τρελή! Είμαι πληγωμένη! Επειδή η μητέρα μου με παράτησε σε αυτήν την άθλια οικογένεια πλούσιων χωρίς να ενδιαφερθεί για μένα! Ούτε αυτοί ενδιαφέρθηκαν για μένα! Ο μόνος άνθρωπος που νοιάζεται πραγματικά είναι ο Liam και εσύ θέλεις να τον πάρεις από κοντά μου με τους ανόητους φόρους που θέλεις να πληρώσει γνωρίζοντας πως δεν μπορεί!" φώναξε με ένα θυμωμένο τρελό βλέμμα. Αμέσως ένας κύκλος φωτιάς τους περικύκλωσε. Ήταν η δύναμη της Liana. Τον κοίταξε με αυτό το τρελό βλέμμα της που δήλωνε πως ήταν εκτός ελέγχου. Ο Joshua είχε καλυφθεί από απόλυτο τρόμο. "Αλλά δεν θα σε αφήσω! Δεν θα αφήσω κανέναν να μου πάρει αυτό που αγαπώ!" είπε αποφασιστηκά και οι φλόγες που τους περικύκλωναν φούντωσαν. "Σε παρακαλώ!" την ικέτευσε με ένα βλέμμα ελεημοσύνης. Η Liana βγήκε από τον κύκλο χωρίς να καεί και τον κοίταξε με ένα σατανικό τρελό βλέμμα. Τα μάτια της πήραν ένα έντονο σκούρο μπλε χρώμα καθώς τον κοιτούσε. "Να παρακαλάς να τελειώσει γρήγορα αυτό." είπε με κακία. Τέντωσε τα χέρια της και η φωτιά κάλυψε τον Joshua. Ακούστηκε το ουρλιαχτό του. Ένας τρομαχτικά τσιριχτός ήχος που κάλυψε το σοκάκι. Όσοι το άκουσαν τρόμαξαν. Όμως η Liana κοιτούσε τις φλόγιες με λύτρωση και χαρά. Ένιωθε πως έτσι θα προστάτευε τον Liam. Ένα χέρι την άρπαξε απότομα και την πήγε σε ένα μικρότερο σοκάκι. Ήταν ο Liam. "Τι έκανες;!" ρώτησε ξαφνιασμένος. Τα μάτια της είχαν πάρει ξανά το σμαραγδί χρώμα τους. "Θα σου έκανε κακό! Δεν μπορούσα να τον αφήσω!" είπε με ένα ανήσυχο αλλά και τρελό βλέμμα. "Είσαι μάγισσα!" αναφώνησε ξαφνιασμένος. Εκείνη χαΐδεψε απαλά το πρόσωπο του. "Ναι και μπορώ να προστατέψω εσένα και την οικογένειά σου! Αλλά σε παρακαλώ! Μην με αποκαλύψεις σε κανέναν!" είπε με ένα βουρκωμένο τρελό βλέμμα. Ο Liam κατάλαβε πως δεν θα του έκανε κακό. Απλώς χρειαζόταν απεγνωσμένα την βοήθεια του για να βρει την λογική της. Την αγκάλιασε σφιχτά. "Δεν θα το κάνω. Θα σε βοηθήσω." είπε ήρεμα. Εκείνη έκλαψε στην αγκαλιά του μέχρι που ηρέμισε εντελώς.

  Οι μέρες περνούσαν γρήγορα και ο Liam είχε πλέον συνηθίσει την ιδιεταιρότητα της Liana. Ποτέ δεν είχε πρόθεση να την χρησιμοποιήσει. Ήθελε μάλιστα να την βοηθήσει να εξελίξει την δύναμη της παρόλο που δεν είχε καμία γνώση πάνω σε αυτό το θέμα. Όμως έψαχνε μάγισσες και βιβλία μαγείας για να της δώσει. Εκείνη ήταν ευγνώμον για την κατανόηση και την βοήθεια που της έδινε. Τον θεωρούσε φίλο της πλέον. Μια μέρα ο Liam γύρισε στο σπίτι μαζί με πολλά βιβλία μαγείας. "Τι είναι όλα αυτά;" ρώτησε η γυναίκα του. "Βιβλία για την Liana." απάντησε. Ξεφύσηξε ενοχλημένη. "Τι συμβαίνει καλή μου;" ρώτησε παραξενευμένος. "Συνέχεια παίρνεις βιβλία και πράγματα για εκείνη! Πηγαίνεις βόλτες μαζί της, της διδάσκεις πράγματα!
Μερικές φορές νιώθω πως την αγαπάς περισσότερο από εμάς." είπε με ένα παραπονεμένο βλέμμα. Ο Liam χαΐδεψε απαλά το δεξί μάγουλο της. "Αγάπη μου σε παρακαλώ μην το ξαναπείς αυτό! Θέλω να βοηθήσω την Liana να σταθεί στις δικές της δυνάμεις. Όμως ποτέ δεν θα την αγαπήσω πιο πολύ από την ίδια την οικογένεια μου. Είστε τα πάντα για μένα." είπε ήρεμα και την αγκάλιασε. "Σίγουρα;" ρώτησε εκείνη. Την κοίταξε στα μάτια. "Είστε το παν για μένα και αυτό δεν θα αλλάξει ποτέ!" είπε με ένα χαμόγελο. Εκείνη την στιγμή ήρθε η Liana. Ηταν χαρούμενη για κάποιο λόγο. "Γειά." είπε ήρεμα. "Τι συμβαίνει; Σε βλέπω πολύ χαρούμενη." είπε με μια εύθυμη περιέργεια ο Liam. "Βρήκα δουλειά! Σε ένα όμορφο μέρος που πηγαίνει πολύς κόσμος και πίνει κρασί και διασκεδάζει." είπε χαρούμενη. Το πρόσωπο του Liam φώτιστηκε από χαρά. "Αυτά είναι υπέροχα νέα!" είπε χαρούμενος. "Ναι πράγματι!" συμπλήρωσε η γυναίκα του. "Έχω και εγώ να σας πω κάτι." είπε. "Τι;" ρώτησε ο Liam. "Η οικογένεια μας θα μεγαλώσει σύντομα." είπε με ένα χαρούμενο τόνο στην φωνή της. Ο Liam αμέσως κατάλαβε τι εννοούσε. Την σήκωσε στην αγκαλιά του και την φίλησε ευτυχισμένος. "Είσαι έγκυος!" είπε με ενθουσιασμό. '"Ναι!" είπε εκείνη. "Συγχαρητήρια." είπε με χαρά η Liana. Όμως δεν χαιρόταν και τόσο. Της άρεσε που o Liam ασχολούταν συνέχεια μαζί της και τώρα που η γυναίκα του ήταν έγκυος ήξερε πως δεν θα έχει την αποκλειστικότητα
στην ζωή του. Αλλά δεν έδειξε αυτήν την απογοήτευση στο βλέμμα της.
Η μέρα συνεχίστηκε φυσιολογικά. Ο Liam και η Liana πήγαν στην δουλειά που είχε βρει η Liana για να δει εάν ήταν ασφαλές γι αυτήν. Το αφεντικό της ήταν ένας φίλος του Liam και ήταν καλός άνθρωπος. Έτσι ο Liam περίμενε ήσυχος.

              Σήμερα

Η Hanna και ο Stefan έφτασαν στο ξενοδοχείο. Μολις μπήκαν στο δωμάτιο είδαν εμένα την Spencer και τον Damon να κοιτάζουμε το πτώμα του Toby. Το βλέμμα της Hanna ξαφνιάστηκε όταν είδε το καμένο πτώμα. "Ωχ θεέ μου! Πως έγινε αυτό;!" ρώτησε ξαφνιασμένη. "Δεν ξέρω! Τον είδα κρεμασμένο στην ντουλάπα χθες το βράδυ." απάντησε η Spencer. Παρατήρησα πως υπήρχε κάτι χαραγμένο πάνω στην καρδιά του. Ένας αριθμός. XII. "Τι είναι αυτό;" ρώτησα. "Είναι ο αριθμός δώδεκα στα λατινικά. Στην αρχή δεν ήξερα ούτε εγώ τι ήταν αλλά το έψαξα. Το θέμα είναι γιατί κάποιος να αφήσει αυτό το στοιχείο;" είπε παραξενευμένη. "Ίσως να είναι το σημάδι του δολοφόνου." είπε ο Stefan. "Ή ίσως να σημαίνει κάτι." συμπλήρωσε o Damon. "Ή ίσως να προσπαθεί να μας πει κάτι." είπα. Με κοίταξαν όλοι. "Μπορεί να κάνω λάθος αλλά ίσως να σημαίνει κάτι." είπα παρατηρώντας την καρδιά. "Οχι ίσως να έχεις δίκιο. Ίσως ο Toby να είναι η αρχή της φράσης που θέλει να μας πει." είπε σκεπτική η Spencer. Κανείς μας δεν ήξερε τι να υποθέσει. Ο φόνος του Toby ήταν η αρχή ενός μινήματος που κανείς δεν περίμενε.

   Εκείνη την στιγμή ο Elijah είχε πάει μια βόλτα μαζί με την Aria. Ηθελε να την βοηθήσει να ξεχάσει για λίγο τον θάνατο της γιαγιάς της. "Πως είναι η κατάσταση με εσένα και την Alison;" ρώτησε. "Περίπλοκη. Δεν έχουμε μιλήσει από προχθές." απάντησε σοβαρά. "Γιατί;" ρώτησε. "Δεν...μας δόθηκε η ευκαιρία να βρεθούμε και να μιλήσουμε." απάντησε και ξεφύσηξε. Η Aria τον κοίταξε σκεπτική. "Θες να της μιλήσεις;" ρώτησε. "Γιατί θες να μιλήσεις τόσο πολύ για την Alison;" ρώτησε παραξενευμένος. "Απλώς ήθελα να βεβαιωθώ πως την αγαπάς ακόμη. Ειδικά μετά από αυτό που έγινε ανάμεσα μας. Την κοίταξε ελαφρώς ενοχλημένος. "Οπότε πιστεύεις πως θα την διεκδικήσω ακόμη και αν έχω συναισθήματα για σένα. Μάλλον με παρεξήγησες. Δεν θα έκανα ποτέ κάτι τέτοιο!" απάντησε με μια ενοχλημένη χρειά στην φωνή του και προχώρησε λίγο μπροστά. "Elijah, περίμενε!" είπε έντονα. Την κοίταξε. "Συγγνώμη. Δεν ήθελα να σε προσβάλλω. Καλύτερα να μην ξαναμιλήσουμε γι αυτό το φιλί ανάμεσα μας." είπε μετανιωμένη. "Ακριβώς. Θα ήταν καλύτερο να το ξεχάσουμε." συμφώνησε. Τότε ένιωσε έναν πόνο στην δεξιά του παλάμη. Την κοίταξε. Είχε σχηματιστεί μια μαύρη γραμμή πάνω στην παλάμη του. Η Aria κοίταξε την γραμμή παραξενευμένη. "Τι είναι αυτό;" ρώτησε. "Δεν έχω ιδέα. Αλλά δεν νομίζω πως είναι κάτι καλό." είπε σοβαρά. Ξαφνικά χτύπησε το τηλέφωνο του. Το έβγαλε από την τσέπη του μαύρου σκακιού του και πάτησε το κουμπί. "Niklaus! Τι συμβαίνει;" ρώτησε. "Πρέπει να έρθεις στο σπίτι. Τώρα!" ακούστηκε η απαιτητική φωνή του Klaus. "Γιατί;" ρώτησε. "Έχεις και εσύ μια μαύρη γραμμή στο χέρι σου ή όχι;" ρώτησε απαιτητικά. "Ξέρεις τι είναι;". "Όχι ακόμη. Όμως πρέπει να έρθεις τώρα!" είπε αυστηρά και έκλεισε το τηλέφωνο. "Τι έγινε;" ρώτησε η Aria. "O Niklaus έχει αυτό το σημάδι στο χέρι του. Πρέπει να πάω στο σπίτι για να δω τι είναι." είπε με έναν προβληματισμό στην φωνή του. "Θα ψάξω στα βιβλία της γιαγιάς μου μήπως μάθω κάτι γι αυτό." απάντησε πρόθυμα. "Καλύτερα θα ήταν να μην εμπλακείς σε αυτό." είπε συμβουλευτικά ο Elijah. "Elijah θέλω να σε βοηθήσω και θέλω να ξεχάσω για λίγο τον θάνατο της γιαγιάς μου οπότε θα ψάξω." είπε αποφασιστηκά. "Εντάξει. Πάρε με αν μάθεις κάτι γι αυτό." είπε ήρεμα ο Elijah. Η Aria έγνεψε καταφατικά και προχώρησε. "Aria." είπε ο Elijah. Τον κοίταξε. "Ευχαριστώ που θα βοηθήσεις." είπε με ένα χαμόγελο ευγνωμοσύνης. "Χαρά μου." απάντησε με ένα χαμόγελο και έφυγε.

   Είχε σουρουπώσει. Κάποιοι άνθρωποι γέμιζαν τους δρόμους της πόλης με μια παρέλαση. Ο κόσμος είχε ξεχυθεί στους δρόμους συζητώντας και θαυμάζοντας την όμορφη παρέλαση. Ο Liam, ο Edward και άλλοι δυο άντρες έκαναν βόλτες στην πόλη. "Σου έσπασε τον λαιμό;" είπε ο Liam. "Ναι με τις δυνάμεις της! Και όταν ξύπνησα είχε εξαφανιστεί." απάντησε εκνευρισμένος. "Μάλλον θα ήταν καλό να της κάνω μια επίσκεψη πριν καταστρέψω την Liana." είπε με ένα πονηρό βλέμμα. "Γιατί θέλεις τόσο πολύ να την γνωρίσεις;" ρώτησε παραξενευμένος ο Edward. "Θέλω να της δώσω μια ευκαιρία να παραδοθεί πριν γίνω ο χειρότερος εφιάλτης της και εσύ θα έρθεις μαζί μου." είπε σοβαρά. "Αρα θες να την σκοτώσεις." διαπίστωσε o Edward. "Θέλω να σκοτώσω όλη την οικογένεια Dilaurentis και από ότι ξέρω τα περισσότερα μέλη της οικογένειας είναι ήδη νεκρά. Η Liana θα πεθάνει πολύ σύντομα.....άρα αφού η Alison δεν μπορεί να γονιμοποιήσει πλέον επειδή είναι βρικόλακας αυτό την κάνει αυτόματος την τελευταία απόγονο της οικογένειας. Είναι πολύ επικίνδυνη για να είναι ζωντανή." είπε με ένα ψυχρό και δολοφονικό βλέμμα. "Γιατί;" ρώτησε ο Edward. "Εδώ και χρόνια η οικογένεια Dilaurentis έχει έναν περίεργο τρόπο να αυξάνει την μαγεία της. Τα πνεύματα των μαγισσών που πεθαίνουν μπαίνουν αυτομάτος στην επόμενη μάγισσα της οικογένειας μέχρι εκείνη να πεθάνει. Έτσι η μαγεία μεγάλωνε από απόγονο σε απόγονο. Μέχρι τώρα καμία Dilaurentis δεν είχε καταφέρει να γίνει αιρετική εκτός από την Liana. Όσες μάγισσες της οικογένειας έγιναν βαμπίρ έχασαν την μαγεία τους με αποτέλεσμα να παραμείνει στην γη και να συσορευτεί όλη αυτή η μαγεία στην τελευταία απόγονο της οικογένειας. Την Alison. Κανονικά έπρεπε να χάσει την μαγεία της όταν έγινε βαμπίρ. Όμως όπως ήδη ξέρεις αυτό δεν συνέβη επειδή η δύναμη που είχε στο σώμα της ήταν πολύ μεγάλη για να χαθεί. Έτσι έγινε αιρετική. Αν δεν την σκοτώσουμε σύντομα θα γίνει ανεξέλεγκτη και θα σκοτώσει εμάς." είπε σοβαρά. "Καταλαβαίνω αλλά δεν θα είναι τόσο εύκολο. Η Alison είναι πολύ καλή σύμμαχος των Mikaelson. Θα κάνουν τα πάντα για να την προστατέψουν." απάντησε ο Edward. "Γι αυτό θα στείλω μερικούς από τους ανθρώπους μου να πάρουν την κόρη του Klaus. Έτσι θα είναι απασχολημένοι να σώζουν την κόρη του ενώ εγώ και εσύ θα ασχολούμαστε με την Alison." είπε πονηρά. Ο Edward κοίταξε ελαφρώς δεξιά σκεπτικός. Κάτι μέσα του ήθελε να τον αποτρέψει από αυτό που επρόκειτο να κάνει. Κάτι που δεν άφησε να εκδηλωθεί στο πρόσωπο του. "Δεν φαντάζομαι να νιώθεις κάτι γι αυτήν. Είναι σαν την Liana." είπε ο Liam. "Οχι. Πάμε να την βρούμε." είπε σοβαρά και προχώρησε. Ένα σατανικό βλέμμα ήρθε στο πρόσωπό του Liam και ακολούθησε τον Edward.

     Παρίσι Δεκέμβριος 1169

   Είχαν περάσει πέντε μήνες από τότε που η Liana άρχισε να δουλεύει σε αυτό το μαγαζί. Ο χειμώνας είχε σκεπάσει για τα καλά την όμορφη πόλη του Παρισιού. Όλα στην ζωή του Liam καλούσαν ομαλά. Η δουλειά του είχε αυξηθεί με αποτέλεσμα να αποκτήσει περισσότερα λεφτά. Τα παιδιά του μεγάλωναν ήρεμα και ανέμελα και η γυναίκα του ανυπομονούσε να γεννήσει το μωρό της όπως και εκείνος. Περίμενε με τρελή ανυπομονησία να γνωρίσει το παιδί του και μετρούσε τους μήνες. Και φυσικά δεν ξεχνούσε την Liana. Κάθε μέρα την επισκεπτόταν και μιλούσαν για ώρες. Μέχρι που μια μέρα η μικρή του κόρη αρρώστησε σοβαρά από έναν ιό που είχε έρθει πρόσφατα στην πόλη μαζί με την άφιξη κάποιων ανθρώπων. Ο Liam κάλεσε τους καλύτερους γιατρούς της πόλης για να θεραπεύουν το μικρό του κοριτσάκι. Όταν ένας από αυτούς τελείωσε την εξέταση ο Liam τον πλησίασε. "Τι συμβαίνει γιατρέ;" ρώτησε ανήσυχος. "Δεν ξέρω. Η ασθένεια της μικρής είναι κάτι πολύ πρωτόγνωρο γι αυτήν την επιστήμη." είπε σοβαρά. "Μου λέτε δηλαδή πως δεν μπορείτε να κάνετε τίποτα για να σώσετε την κόρη μου;!" ρώτησε αναστατωμένος. "Ηρεμίστε κύριε. Θα κάνω ότι μπορώ για να βρω τι είναι αυτή η ασθένεια." απάντησε ο γιατρός και έφυγε. Ο Liam έκανε βόλτες στο σπίτι τρομερά αναστατωμένος. "Μπαμπά;!" ακούστηκε η λεπτή αδύναμη φωνή της κόρης του. Εκείνος την πλησίασε αμέσως. "Θα πεθάνω;" ρώτησε αδύναμα και έβηξε. Της χαΐδεψε απαλά τα μαλλιά. "Φυσικά και όχι αγάπη μου. Δεν είναι τίποτα. Θα γίνεις καλά." απάντησε με μια σιγανή γλυκιά φωνή. "Γιατί μου λες ψέματα;" ρώτησε εκείνη. "Δεν σου λέω ψέματα. Δεν θα πεθάνεις. Κανένας δεν θα πεθάνει όσο είμαι εγώ εδώ. Εντάξει;" είπε με την ίδια γλυκιά φωνή. Το κοριτσάκι του χαμογέλασε. "Σε αγαπώ μπαμπά." ψυθήρισε ήρεμα. "Και εγώ σε αγαπώ γλυκιά μου." απάντησε με ένα βλέμμα αγάπης και γαλήνης. Την σκέπασε με μια κουβέρτα και φίλησε απαλά το κεφάλι της.

  Λίγες ώρες αργότερα καθώς ο ήλιος είχε δύσει και το φεγγάρι φώτιζε τον σκούρο μπλε ουρανό εμφανίστηκε η Liana τρομοκρατημένη. Πλησίασε την γυναίκα του Liam που μάζευε κάποια ρούχα. "Που είναι ο Liam;" ρώτησε με ένα τρομερά αναστατωμένο βλέμμα. "Κοιμάται. Δεν μπορείς να του μιλήσεις τώρα." είπε αυστηρά μπαίνοντας μπροστά από την πόρτα του σπιτιού. "Πρέπει να του μιλήσω!" είπε καθώς την πλησίαζε. "Δεν πας κάπου αλλού Liana; Αρκετά τον έχεις ταλαιπωρήσει με τα προβλήματα σου!" απάντησε έντονα με ένα βλέμμα απέχθειας. "Είπα θέλω να του μιλήσω!!" φώναξε ακόμη πιο αναστατωμένη. Τράβηξε την γυναίκα του και την έσπρωξε πάνω στον κουβά με την μπουγάδα. "Liana! Σταμάτα!' ακούστηκε αυστηρή φωνή του Liam που μόλις έβγαινε από το σπίτι. Η Liana τον πλησίασε τρέχοντας. "Liam δεν μπορείς να φανταστείς τι μου συνέβη! Ο σύντροφος της μητέρας μου-". "Liana...καλύτερα να μου εξηγήσεις αύριο." είπε με μια κουρασμένη φωνή. "Όχι! Όχι πρέπει να σου πω τώρα! Είναι πολύ τραγικό!" επέμεινε με μια τρομαγμένη φωνή. "Τι δεν καταλαβαίνεις;! Είναι κουρασμένος για να ακούσει εσένα και τις ανόητες ιστορίες με την μαγεία σου!" είπε ενοχλημένη η γυναίκα του τραβώντας την από κοντά του. "Μην με ακουμπάς!" απάντησε έντονα η Liana και με μια απότομη κίνηση την αιχμαλώτισε στην αγκαλιά της τοποθετώντας ένα μαχαίρι στον λαιμό της. Ο Liam την πλησίασε αργά με έναν κρυφό φόβο. "Αλήθεια αυτό είμαι για σένα; Μια κοπέλα που λέει ιστορίες μαγείας;!" ρώτησε με μια αναστατωμένη φωνή. Το βλέμμα της γυάλιζε. Δεν μπορούσε να πιστέψει πως ο Liam δεν την αγαπούσε μετά από όλα όσα έκανε για εκείνη. "Liana άκουσε με αν αφήσεις το μαχαίρι θα-". "ΑΠΆΝΤΑ ΣΕ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΣΕ ΡΩΤΗΣΑ!!!" τον πρόσταξε φωνάζοντας. Τα μάτια της έδειχναν τον θυμό αλλά και την στεναχώρια που ένιωθε. "Φυσικά και όχι! Σε αγαπώ και θα είμαι πάντα εδώ για σένα." είπε καθυσηχαστικά και ειλικρινά. Όμως αρκετός τρόμος κρυβόταν μέσα του. Είχε δει τι μπορεί να κάνει η Liana όταν ήταν εκτός ελέγχου και δεν ήθελε να συμβεί αυτό στην γυναίκα και στο αγέννητο παιδί του. "Αλλά τώρα δεν μπορείς να μείνεις κοντά μου γιατί κάτι τραγικό έχει συμβεί." είπε απογοητευμένη. "Η κόρη μου είναι άρρωστη Liana. Δεν ξέρω τι να κάνω! Το μόνο πράγμα που θέλω είναι να με καταλάβεις τουλάχιστον για απόψε. Αύριο θα έρθω να μιλήσουμε στο υπόσχομαι!" είπε με ένα τρομερό κρυφό άγχος. Το βλέμμα της σκοτείνιασε. Τα μάτια της γέμισαν κακία θυμό και απογοήτευση. Τα χείλη της σοβάρεψαν και η καρδιά της πέτρωσε. "Νόμιζα πως επειτέλους κάποιος νοιαζόταν για μένα. Πως δεν θα με παρατούσε ποτέ! Αλλά ήμουν τόσο ηλίθια!" είπε με μια δυναμικά απογοητευμένη φωνή. "Οχι! Μην το βλέπεις έτσι! Νοιάζομαι για σένα πάρα πολύ!" είπε προσπαθώντας να κατασταλάξει το σκοτεινό και αγριεμένο βλέμμα της. Εκείνη έσπρωξε την γυναίκα του μακριά της. "Παράτα με Liam! Μείνε με την οικογένεια σου όσο την έχεις ακόμη!" μουρμούρισε έντονα και εξαφανήστηκε.

   Από τότε η φιλία τους καταστράφηκε. Λίγο καιρό αργότερα η Liana γνώρισε την Amelia και η ζωή της απέκτησε φως ξανά. Αργότερα βρήκε το ξόρκι που θα την έκανε αθάνατη και η πρώτη οικογένεια που ήρθε στο μυαλό της ήταν αυτή του Liam. Όταν οι λυκάνθρωποι καταβρόχθισαν την οικογένεια του εκείνος άλλαξε. Το βλέμμα του έχασε για πάντα το φως της αισιοδοξίας και της χαράς του. Το μυαλό του τρελάθηκε και ένα σατανικό σκοτεινό βλέμμα ερχόταν στο πρόσωπο του όταν σκότωνε κάποιον. Η Liana τον είχε καταστρέψει. Και όλο αυτό επειδή πίστεψε πως δεν νοιαζόταν για την πληγωμένη ψυχή της.

              Σήμερα

Έφτασα στο σπίτι. Έψαξα όλα τα δωμάτια για να βρω τον Klaus. "Klaus!.....Klaus!" φώναξα. Άνοιξε μια πόρτα και o Klaus βρέθηκε μπροστά μου. Τα γαλάζια μάτια του με κοιτούσαν με ελάχιστο πλέον θυμό. "Τι θέλεις Alison; Ήρθες να ζητήσεις πάλι συγγνώμη;" ρώτησε με έναν ειρωνικό τόνο στην φωνή του. "Νωρίτερα συνάντησα μια κοπέλα. Ήταν αρκετά έξυπνη. Μου είπε να συζητήσω μαζί σου ειλικρινά για ποιό λόγο σου έσβησα την μνήμη και αυτό ακριβώς θα κάνω." είπα αποφασισμένη. Ηθελα να του εξηγήσω τον πραγματικό λόγο που το έκανα. Εκείνος με κοιτούσε περιμένοντας να ακούσει αυτό που θα του έλεγα. Πήρα μια βαθιά ανάσα και τον κοίταξα στα μάτια. "Η αλήθεια είναι πως μου άρεσε εξαρχής όταν στο είπα. Ένιωσα ένα βάρος να φεύγει από πάνω μου στα πρώτα δύο δευτερόλεπτα. Όμως στο επόμενο δευτερόλεπτο ο φόβος με κουκούλωσε ξανά και τρομοκρατήθηκα! Νόμιζα πως όταν το μάθαινε ο James, θα με κυνηγούσε και θα με σκότωνε σε ένα απομονωμένο μέρος μακριά σας....Αλλά χθες το βράδυ κατάλαβα πόσο λάθος ήταν που σου έσβησα την μνήμη! Ένα χρόνο τώρα αυτό το πράγμα με στοίχειωνε σαν εφιάλτης και διέγραψα το μόνο σωστό πράγμα που έκανα για να το αντιμετωπίσω! Επειδή άφησα τον φόβο να με καταβάλει για ακόμη μια φορά και έκανα ανόητες κινήσεις αντί να εμπιστευτώ το μοναδικό άτομο που μου έχει σταθει τον τελευταίο καιρό....Εσένα....Αυτή είναι η αλήθεια μου! Μπορείς να με συγχωρέσεις, να με μισήσεις ακόμη και να μην μου ξαναμιλήσεις! Εσύ αποφασίζεις." είπα με ένα σοβαρό βλέμμα και προχώρησα μπροστά του. Ένιωσα πράγματι καλύτερα που του είπα επειτέλους την αλήθεια μου. "Περίμενε!" είπε κοιτάζοντας με. Τον κοίταξα και εγώ στα μάτια. "Εκτιμώ όσα είπες." είπε ήρεμα. Ένα μειδίαμα ανακούφισης ήρθε στο πρόσωπό μου.
Ξαφνικά ακούστηκε ένας θόρυβος. Η Jacqueline ήρθε τρέχοντας κοντά μας. "Nik!" φώναξε αναστατωμένη. "Τι συμβαίνει;" ρώτησε. "Κάποιοι προσπαθούν να πάρουν την Raven!" απάντησε. Το βλέμμα του Klaus εξοργίστηκε. Ετρεξε αμέσως με αστραπιαία ταχύτητα προς το δωμάτιο της Raven και εγώ μαζί του. Το κρεβάτι της ήταν άδειο. Η Caroline ήταν πεσμένη στο πάτωμα αναίσθητη. Πρόσεξα δύο άντρες που έφευγαν γρήγορα. Ένας από αυτούς κρατούσε την Raven. Τους ακινητοποίησα με τις δυνάμεις μου και τους πέταξα προς το δωμάτιο φέρνοντας την Raven στην αγκαλιά μου. "Μάλλον έχουμε να ασχοληθούμε με κάποιους κυνηγούς." είπα σοβαρά. Ο Klaus δάγκωσε τον έναν ενώ ο άλλος προσπαθούσε να τον καρφώσει με ένα πωρωμένο σίδερο. Πέταξα το σίδερο στο πάτωμα με τις δυνάμεις μου. "Πήγαινε κρύψε κάπου καλά την Raven!" με πρόσταξε ο Klaus. Τον κοίταξα χωρίς να θέλω να τον αφήσω. "Φύγε!" μου φώναξε και έφυγα με αστραπιαία ταχύτητα. Τότε μαζεύτηκαν κι αλλού κυνηγοί. Ήταν πάρα πολλοί! Ο Elijah και η Jacqueline ήταν στο σαλόνι περικυκλωμένοι από αυτούς. Ένας προσπάθησε να επιτεθεί στην Jacqueline αλλά τον σταμάτησε ο Elijah δαγκώνοντας και πίνοντας το αίμα του μέχρι να λιποθυμήσει. Όταν τελείωσε μαζί του τον άφησε στο πάτωμα, έβγαλε ένα άσπρο πανί από την τσέπη του μαύρου σκακιού του και σκούπισε τα χείλη του. Πεταξε το πανί στο πάτωμα και κοίταξε τους κυνηγούς. "Κύριοι! Τι λέτε να αρχίσουμε;" ρώτησε με ένα πονηρό και γεμάτο σιγουριά βλέμμα. Όλοι τους επιτέθηκαν. Και οι δύο κατάφεραν να τους αποκρούουν με μεγάλη ευκολία όμως ήξεραν πως δεν θα τους νικούσαν αμέσως.
Λίγη ώρα αργότερα Klaus είχε σχεδόν νικήσει όλους τους κυνηγούς που του επιτείθονταν συνεχώς το ίδιο και τα αδέλφια του. Ξαφνικά ένιωσαν μια δυνατή ζαλάδα κα τους καταβάλει. Ήταν το ξόρκι των Liars United. Η γραμμή που ήταν σχηματισμένη στις παλάμες των χεριών τους άρχισε να αιμοραγεί και ξαφνικά έπεσαν κάτω αναίσθητοι ταυτόχρονα. Σαν να ήταν ενωμένοι. Μια ησυχία επικράτησε στο σπίτι.

  Τότε ένας κυνηγός προσπάθησε να καρφώσει εαν σίδερο στην καρδιά του Klaus αλλά του έσπασα τον λαιμό. "Δεν νόμιζες πως θα τον σκοτώσεις σωστά;" είπα με ένα ειρωνικό βλέμμα. "Οχι! Εσένα ήθελα να σκοτώσω!" άκουσα μια ανδρική άγνωστη φωνή. Κοίταξα το σημείο που ακούστηκε η φωνή.
Ήταν ένας ψηλός λεπτός όμορφος άντρας με καστανόξανθα κοντά μαλλιά πιυ είχαν μπούκλες στην άκρη τους γαλάζια μάτια και ελάχιστο μούσι. Με κοιτούσε με ένα δολοφονικό χαμόγελο. "Ποιός είσαι εσύ;" ρώτησα παραξενευμένη. "Δεν με θυμάσαι; Είμαι αυτός που σου έσωσε την ζωή χθες το βράδυ από την Liana! Αν δεν ήμουν εγώ θα απορροφούσε όλη την δύναμη σου!" είπε με μαι κακιασμένη και ελαφρώς ειρωνική φωνή. Κατάλαβα αμέσως ποίος ήταν. "Liam!..." είπα σοβαρά. Ένα πονηρό χαμόγελο ήρθε στο πρόσωπό του. "Γειά σου Alison! Έχουμε πολλά να πούμε." είπε με ένα πονηρό χαμόγελο που δήλωνε πως δεν είχε έρθει για καλό σκοπό.

Liam Cullen

Αυτό ήταν το κεφάλαιο.

Ελπίζω να σας άρεσε.😁

Γράψτε απόψεις και εντυπώσεις στα σχόλια!☺

Και μην ξεχάσετε να πατήστε το ☆

Φιλάκιααααααα!!!❤❤

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro