Γνωριμίες
Είχε ξημερώσει. Ο Elijah και εγώ ήμασταν ακόμα στην βιβλιοθήκη. Τότε μπήκε μέσα η Aria. "Συγγνώμη....συνεχίστε." είπε και έκανε ένα βήμα προς την έξοδο. "Όχι περίμενε...πρέπει να σου μιλήσω." είπα και πήγα κοντά της. Γυρισα και κοίταξα τον Elijah. "Θα τα πούμε μετά." του είπα και φύγαμε. "Ποιός ήταν αυτός;" με ρώτησε η Aria πονηρά. "Ο Elijah.....είναι πολύ καλός χαρακτήρας." είπα και χαμογέλασα κάπως ντροπαλά. "Μόνο αυτό έχεις να πεις Ali;" με ρώτησε πονηρά. "Τόσο πολύ φαίνεται;" απάντησα ελαφρώς ντροπαλά. "Ναι." είπε και χαμογέλασε παιχνιδιάρικα. Είχε καταλάβει ότι ήμουν ερωτευμένη με τον Elijah. "Μάλιστα..." απάντησα και κοίταξα το παράθυρο. "Που είναι οι υπόλοιπες;" ρώτησα την Aria. "Έχουν ξυπνήσει. Παμε να τις βρούμε." "Ναι πρέπει να σας μιλήσω." είπα με ένα σοβαρό ύφος και πήγαμε προς το δωμάτιο που ήταν τα κορίτσια.
Μετά από λίγες ώρες και αφού εξήγησα τα πάντα στα κορίτσια, ήρθε η Caroline. "Γειά. Όλα καλά;" ρώτησε. "Ναι. Μόλις τελειώσαμε μια μεγάλη συζήτηση." της απάντησα εύθυμα. "Α ωραία....ο Klaus θέλει να σου μιλήσει." "Για ποιό πράγμα;" ρώτησα με περιέργεια. "Δεν ξέρω. Σε περιμένει πάντως.". "Εντάξει." είπα. Πήγα στο δωμάτιο του Klaus. Κοιτούσε το παράθυρο και έπινε ουίσκι. "Πίνεις τόσο νωρίς;" τον ρώτησα. Δεν μου απάντησε. Άφησε το ποτήρι με το ουίσκι στο τραπεζάκι που βρισκόταν δίπλα από το παράθυρο και με κοίταξε. "Είπες πως είμαι αρκετά μεγαλύτερος σου σωστά;" είπε. "Ναι....που θες να καταλήξεις;" ρώτησα απορημένη. "Θες να σου πω ένα μικρό μυστικό;" ρώτησε με ένα πονηρό βλέμμα. Δεν ήξερα τι ακριβώς προσπαθούσε να μου πει. Ήρθε κοντά μου γρήγορα και μου ψυθήρισε στο αυτί "Ο Elijah είναι μεγαλύτερος από μένα." Γέλασα λίγο. "Κοίτα να σου εξηγήσω-" "Όχι όχι. Δεν χρειάζεται να μου εξηγήσεις τίποτα. Καταλαβαίνω. Δεν πας με μεγαλύτερους μέχρι που ήρθε ο Elijah στην ζωή σου." είπε ειρωνικά και χαμογέλασε. "Σταμάτα το δούλεμα!" τον πρόσταξα. Ο Klaus γέλασε. "Σταμάτα Klaus!" είπα ελαφρώς ενοχλημένη. "Εντάξει.". Σταμάτησε να γελάει. "Πως προέκυψε όλο αυτό;" με ρώτησε. "Δεν ξέρω....ήταν απλώς.....ξαφνικό." απάντησα. Πράγματι ο έρωτας μου με τον Elijah ήταν κεραυνοβόλος! "Δηλαδή έχεις ξεπεράσει τελείως τον Ben;" ρώτησε με ένα πονηρό χαμόγελο. "Ο Ben είναι νεκρός. Δεν πρόκειται να ξανασχολθώ μαζί του." είπα με λίγο εκνευρισμό. Θυμήθηκα όλες τις φορές που μου έλεγε ότι με αγαπούσε. Ένα ψέμα ήταν όλα. Αλλά δεν πειράζει. Καλύτερα που ήρθαν έτσι τα πράγματα. "Εκνευρίστηκες." διαπίστωσε. "Οχι απλώς θυμήθηκα πόσο ανόητη ήμουν που τον πίστεψα αλλά δεν θα ξανασυμβεί." είπα λίγο απότομα και έφυγα. Βγήκα έξω από την έπαυλη και έκανα βόλτες στον κήπο. Είδα κάποιες ορχιδέες και πήγα κοντά τους. Έπιασα μία και έκλεισα τα μάτια μου. Αμέσως άρχισε να ανθίζει. Χαμογέλασα. "Σου αρέσουν οι ορχιδέες;" ακούστηκε μια φωνή από πίσω μου. Γύρισα και κοίταξα τον Elijah. "Είναι όμορφο λουλούδι." είπα και του χαμογέλασα γλυκά. Με πλησίασε και με φίλησε. "Όπως και εσύ." μου είπε γλυκά. Του χαμογέλασα. "Ωχ..." "Τι συμβαίνει;" τον ρώτησα. "Δεν θέλω να εκνευριστείς αλλά κοίτα πίσω σου. Γύρισα και κοίταξα την Addison που ερχόταν προς το μέρος μας. "Υπέροχα....." είπα ειρωνικά και πήρα μια βαθιά ανάσα. "Γειά." είπε χαμογελαστή. "Είστε καλά;" ρώτησε μα ένα χαμόγελο. "Ήμασταν καλά." της απάντησα με ειρωνεία. Ο Elijah μου έκανε νόημα να σταματήσω. "Καλά...εμ.....θα φύγω....." είπε με μια υποκριτική στενάχωρη φωνή που με εκνεύρισε.! Ο Elijah με χτύπησε ελαφρά στον ώμο για να πω κάτι. "Όχι!.....Δεν χρειάζεται να φύγεις." είπα με ένα χαμόγελο που έδειχνε πως ήμουν εκνευρισμένη. "Σίγουρα;" με ρώτησε. "Ναι....σίγουρα..." απάντησα χαμογελαστή. Ο Elijah με κοίταξε. "Εγώ θα πάω να βρω τον Emile. Μιλήστε εσείς." είπε και έφυγε. 'Υπέροχα! Τώρα τι θα κάνω με αυτήν;' σκέφτηκα. "Λοιπόν.....θες να πάμε μια βόλτα;" με ρώτησε με ένα απαίσιο αθώο χαμόγελο. "Βόλτα!.....Υπέροχη ιδέα!" είπα με ένα χαμόγελο αλλά φαινόταν ότι δεν είχα καμία διάθεση να πάω βόλτα μαζί της. Την μισούσα ακόμα και αυτό δεν θα άλλαζε. "Ωραία πάμε." είπε χαμογελαστή και φύγαμε.
Πήγαμε σε ένα πανέμορφο καταπράσινο δάσος. Η Addison κάθισε σε έναν βράχο. Κάθισα και εγώ μαζί της. "Λοιπόν.....πως είναι τα πράγματα με τον Elijah;" με ρώτησε. "Αλήθεια θα το κάνουμε αυτό τώρα;" είπα εκνευρισμένη. "Τι εννοείς;" με ρώτησε με απορία. "Θα κάτσουμε να μιλάμε σαν κοριτσάκια που βγήκαν για καφέ; Να μου λείπει. Πες μου γιατί με έφερες εδώ." απαίτησα. Είχα εκνευριστεί με αυτά τα ψεματάκια της και ήθελα να δω τι είχε σκοπό να κάνει. Με κοίταξε με ένα στεναχωρημένο βλέμμα. "Δεν.....είχα....σκοπό να κάνω...κάτι αν αυτό νομίζεις.....Ξέρεις κάτι; Άστο. Δεν έχει νόημα!" είπε στεναχωρημένη. Σηκώθηκε από τον βράχο και πήγε να φύγει αλλά την σταμάτησα. "Μην μου το παίζεις αθώα! Δεν φαντάζεσαι πόσο με εκνευρίζει αυτό!" είπα δυναμόνοντας τον τόνο της φωνής μου. "Δεν στο παίζω αθώα! Απλώς.....προσπαθώ να κάνω μία νέα αρχή...αλλά δεν θέλεις και το βλέπω.....Δεν πειράζει." είπε και έφυγε. "Έλεος!" φώναξα. Κλώτσισα μια πέτρα και προχώρησα. Πήγα κοντά σε μία λίμνη. Κοίταξα δεξιά. Υπήρχε ένας λόφος που οδηγούσε σε έναν γκρεμό. Είδα έναν άντρα να με κοιτάζει. Ήταν ψηλός με καστανά μαλλιά και πράσινα μάτια. Δεν ήταν νέος αλλα ούτε ηλικιωμένος. Μου φάνηκε πως ήταν περίπου 43 με 47 χρονών. Με πλησίασε. Κοίταξα αμέσως αλλού. "Γειά." μου είπε εύθυμα. "Γειά σας. Ψάχνετε κάτι;" τον ρώτησα. "Όχι. Εσύ πρέπει να είσαι η Alison σωστά;" είπε με μια ευγενική βαθιά φωνή. Τον κοίταξα ξαφνιασμένη. "Πως ξέρετε το όνομα μου;" ρώτησα. "Έχω ακούσει πολλά για σένα. Με λένε Alfred. Μπορείς να μου μιλάς στον ενικό." είπε χαμογελαστός. "Ωραία Alfred.....τι έχεις ακούσει για μένα;" τον ρώτησα. "Μόνο ότι είσαι μια πολύ δυνατή μάγισσα....με εκπληκτικό μυαλό." είπε και μου χαμογέλασε πονηρά. "Και ποιός στα είπε όλα αυτά;" ρώτησα. Ακούστηκε ένας θόρυβος από πίσω μου. Γύρισα και κοίταξα και αμέσως γύρισα ξανά μπροστά. Ο. Alfred είχε εξαφανιστεί. Υπήρχε ένα σημείωμα στο χώμα. Το πήρα και το διάβασα. Έλεγε: 'Έλα απόψε να με βρεις στο κρυσφίγετο που είχες με τον Ben.
-Alfred"
Αναρωτήθηκα τι θα ήθελε να μου πει. Δεν είχα ιδέα ποιός ήταν αλλά....κάτι μου έλεγε πως έπρεπε να πάω. "Τελικά είχε δίκιο η Addison. Εδώ είσαι." είπε ο Klaus που στεκόταν ακριβώς από δίπλα μου. Προσπάθησα να κρύψω την ανησυχία μου για τον Alfred. "Ναι.....είχε δίκιο και σε κάτι...." είπα αδιάφορα και κοίταξα την λίμνη. "Ποιός ήταν αυτός που μιλούσες;" με ρώτησε. Τον κοίταξα. "Μπορείς να σταματήσεις να με παρακολουθείς;" είπα ενοχλημένη. "Μμ.....όχι." είπε με ένα ειρωνικό χαμόγελο. "Ωραία....." είπα ειρωνικά και με εκνευρισμό. "Ελα τώρα Alison. Απλά πες μου. Πως σχεδιάζετε να σκοτώσετε την Addison;" ρώτησε παιχνιδιάρικα. "Και γιατί να σκοτώσω την Addison; Είναι τόσο καλή....." είπα και προσπάθησα να ακουστώ χαρούμενη. Αλλά η απέχθεια που γι αυτήν ήταν αξεπέραστη! Ο Klaus με κοίταξε με ένα πονηρό χαμόγελο που ειχε κακία μέσα του. "Επειδή είπα πως θέλω να αλλάξω αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορώ να σκοτώσω την Addison.". Παραξενεύτηκα! "Δηλαδή πήγες στο κάστρο μόνο και μόνο για να σκοτώσεις την Addison;" "Ακριβώς." "Και η οικογένεια σου; Δεν σε νοιάζει η αντίδραση τους;". "Με νοιάζει αλλά γι αυτό έχω αυτά." είπε πονηρά και έβγαλε κάτι μικρές λεπίδες από την τσέπη του. "Τι είναι αυτά;" ρώτησα. "Αυτά μπορούν να σκοτώσουν έναν Αρχέγονο. Δεν τον σκοτώνουν για πάντα αλλά μένει νεκρός όσο είναι καρφωμένη στο σώμα του αυτή η λεπίδα." εξήγησε. "Οπότε θα σκοτώσεις την οικογένεια σου για να μην στραφούν εναντίον σου;" "Αυτό θα κάνω εκτός εάν δεν με καταλάβουν.". "Μάλιστα. Να ξέρεις όμως ότι ισχύει αυτό που σου είχα πει και τότε που σε γνώρισα. Δεν θα την σκοτώσεις μόνος σου." είπα σοβαρά. "Και εγώ που νόμιζα ότι η Alison που ήξερα είχε χαθεί." ."Klaus.....δεν με ήξερες και όταν νόμιζες πως με είχες γνωρίσει καλά." είπα πονηρά και χαμογέλασα.
Ξαφνικά ένιωσα κάτι δυνατό να καρφώνεται στα πλευρά μου. Φώναξα από τον πόνο και έπεσα κάτω. Με έπιασε ο Klaus πριν πέσω στο χώμα. Έβγαλε το βέλος από τα πλευρά μου και πριν μου δώσει το αίμα του για να με θεραπεύσει, ήρθε ένα βέλος προς το μέρος μου αλλά το έπιασε πριν με χτυπήσει. Τότε εμφανίστηκε ένας νέος άντρας. Ήταν ψηλός και είχε καστανοκόκκινα μαλλιά και γαλάζια μάτια. Με κοιτούσε με μίσος. "Τι θες;" τον ρώτησε o Klaus. "Φύγε από την μέση. Έχω ανοιχτούς λογαριασμούς με την κυρία από εκεί." είπε εκνευρισμένος. "Δεν έχω ιδέα ποιός είσαι!" παραπονέθηκα με δυσκολία. Ο τύπος πλησίασε λίγο. Τότε ο Klaus πήγε κοντά του με αστραπιαία ταχύτητα, τον έπιασε και τον πέταξε στην λίμνη. Περίμενε να δει αν θα κάνει κάποια κίνηση αλλά δεν έγινε τίποτα. Ήρθε κοντά μου, δάγκωσε το χέρι του και μου έδωσε λίγο από το αίμα του. "Ευχαριστώ." του είπα. Με βοήθησε να σηκωθώ. Τότε άρχισε να υποφέρει από έναν πόνο στο κεφάλι του. Είδα τον τύπο να βγαίνει από την λίμνη. Σήκωσε τον Klaus με τις δυνάμεις του και τον πέταξε σε ένα δέντρο. Άναψαν φωτιές και τα φυτά και τα δέντρα πήραν μια τρομακτική μορφή. Φυσούσε δυνατός κρύος αέρας και έπεφταν κεραυνοί. Προσπάθησα να σταματήσω το ξόρκι του τύπου και τα κατάφερα. Η δύναμη του όμως ήταν πολύ μεγαλύτερη από την δικιά μου. Έτσι με πέταξε με τις δυνάμεις του κοντά σε έναν βράχο. Ήρθε κοντά μου και με έπιασε σφιχτά από τον λαιμό "Ποιός είσαι και τι θέλεις;" ρώτησα. "Με λένε Ted και είμαι ο εφιάλτης σου αδελφούλα." είπε σατανικά. Έσφιξε το χέρι που κρατούσε τον λαιμό μου. Ένιωσα την μαγεία μου να φεύγει από μέσα μου. Το τελευταίο πράγμα που θυμάμαι είναι να με πετάει κάπου και μετά όλα εξαφανίστηκαν.
"Alison;....Alison!" άκουσα μια φωνή να φωνάζει το όνομα μου. Άνοιξα τα μάτια μου. Είδα το πρόσωπο του Klaus να με κοιτάζει. "Ευτιχώς είσαι καλά." είπε ανακουφισμένος. Με βοήθησε να σηκωθώ. "Μου πήρε τις δυνάμεις......." είπα και κοίταξα την λίμνη. "Δεν πειράζει. Θα τις πάρουμε πίσω μαζί ακόμα και αν χρειαστεί να σκοτώσουμε αθώους ανθρώπους." μου υποσχέθηκε. Γύρισα και κοίταξα τον Klaus "Πως θα τον νικήσουμε όμως; Έχει πολλή ισχυρή δύναμη μέσα του και χωρίς μαγεία δεν μπορώ ούτε να τον πλησιάσω." παραπονέθηκα. "Κάνεις λάθος! Πιστεύεις ότι εξαρτάσαι από την μαγεία σου αλλά αυτό δεν ισχύει. Λίγους μήνες πριν δεν είχες ιδέα ότι είχες μαγεία αλλά ήσουν πολύ γενναία και μαχητική. Μπορείς να τον νικήσεις και χωρίς τις δυνάμεις σου και θα σου αποδείξω ότι έχω δίκιο." είπε αποφασιστικά. "Και τι θα κάνεις δηλαδή;" ρώτησα. "Θα δεις..." απάντησε πονηρά. "Έλα μαζί μου." είπε.
Φύγαμε από την λίμνη και πήγαμε ξανά προς το δάσος. Τα δέντρα ήταν πανύψηλα και ο ήλιος αχνοφαινόταν μέσα από τα κλαδιά. Παντού υπήρχε γρασίδι που ήταν καταπράσινο σαν ζωγραφιά. "Μπορείς να μου πεις που πηγαίνουμε;" ρώτησα παραξενεμένη. Ήθελα να μάθω που είχε σκοπό να με πάει o Klaus. Δεν μου απάντησε και συνέχιζε να προχωράει. Όσο προχωρούσαμε στο δάσος τόσο γινόταν και πιο πυκνό. Τότε ο Klaus εξαφανήστηκε. Κοίταξα τριγύρω αλλά δεν ήταν πουθενά. "Klaus! Ξέρω ότι είσαι κάπου εδώ όποτε αν σχεδιάζεις κάτι δεν θα πιάσει!" φώναξα. Δεν εμφανίστηκε όμως. Πήγα και κάθισα κάτω από ένα δέντρο. Αφού είχα πειστεί ότι ο Klaus δεν θα έκανε τίποτα τουλάχιστον για τώρα, αφαιρέθηκα στις σκέψεις μου.'Τι ήθελε αυτός ο Ted από εμένα και γιατί είπε ότι είμαστε αδέλφια;'........'Και γιατί να με μισεί τόσο πολύ;' αναρωτήθηκα. Ήταν πολλές οι ερωτήσεις και οι απορίες που είχα.
Άρχιζε να νυχτώνει σιγά σιγά. Σηκώθηκα και έψαξα να βρω την έξοδο από το δάσος. Περιπλανιόμουν όπου που άκουσα κάτι παράξενους θορύβους. Ήταν σαν ουρλιαχτά με φωνές μαζί. Πήγα στο σημείο όπου ακουγόντουσαν αυτοί οι παράξενοι ήχοι. Δεν υπήρχε τίποτα. Μόνο δέντρα και ένα μαύρο κοράκι που με κοιτούσε παράξενα. Έκανα ένα βήμα για να φύγω αλλα άκουσα αυτούς τους παράξενους ήχους ξανά. Γύρισα και κοίταξα πίσω μου. Δεν υπήρχε τίποτα ούτε αυτό το μαύρο κοράκι που με κοιτούσε πριν. "Οκ.....περίεργο...." είπα παραξενεμένη και προχώρησα. Ξαφνικά κάτι πετάχτηκε και με έριξε στο χώμα. Προς έκπληξη μου αυτό το πλάσμα ήταν ο Klaus. "Τι κάνεις; Άφησε με!" είπα και προσπάθησα να σηκωθώ. Όμως ο Klaus με κρατούσε γερά και δεν μπορούσα να κουνηθώ. Τότε μου γρύλισε. Τα μάτια του ήταν κίτρινα με κόκκινες λεπτομέρειες και είχε κινόδοντες στην άνω και στην κάτω γνάθο. "Klaus δεν είναι αστείο σταμάτα!" φώναξα αλλά τίποτα. Φαινόταν ότι δεν είχε ακούσει λέξη από όσα έλεγα. Μου γρύλισε ξανά πιο έντονα αυτή τη φορά. Προσπαθούσα να κρύψω τον φόβο που με διακατείχε. Έπρεπε κάτι να κάνω για να ελευθερωθώ από τα χέρια του που με κρατούσαν γερά κολλημένη στο χώμα. Τότε σκέφτηκα ένα σχέδιο. "Ώστε θες να με φας;.....Ωραία! Κάντο! Έτσι κι αλλιώς είμαι ανίκανη να σε αντιμετωπίσω....Τι περιμένεις λοιπόν; Είμαι το τέλειο θύμα!.....Είμαι αδύναμη να σου αντισταθώ!" είπα με ένταση στην φωνή μου θέλοντας να τον αναγκάσω να μου επιτεθεί. Με κοίταξε στα μάτια και χαλάρωσε λίγο τα χέρια του. "ΣΚΟΤΩΣΕ ΜΕ KLAUS!" τον πρόσταξα. Πήγε να με δαγκώσει αλλά την τελευταία στιγμή πρόλαβα και έβγαλα ένα μικρό κομμάτι σίδερο που είχα στην τσέπη του παντελονιού μου και το κάρφωσα στα πλευρά του Klaus. Τον κλώτσισα ώστε να καταφέρω να σηκωθώ. "Συγγνώμη γι αυτό αλλά δεν υπήρχε περίπτωση να σε άφηνα να με σκότωνες χωρίς να προσπαθούσα να σωθώ." είπα αποφασιστηκά. "Το ξέρω....και γι αυτό την έκανα αυτήν την κίνηση....." είπε καθώς έβγαζε το σίδερο από τα πλευρά του. "Σου είπα ότι θα σου αποδείξω ότι μπορείς να προστατέψεις τον εαυτό σου χωρίς μαγεία και αυτό έκανα.....Βέβαια με έπεισες για λίγο όταν είπες ότι δεν θα παλέψεις για να σωθείς γι αυτό είπα να σε δαγκώσω για να σου δώσω ένα κίνητρο να κάνεις κάτι." "Βασικά ήταν η στιγμή που περίμενα για να κάνω κάτι......Αλλά ευχαριστώ." "Παρακαλώ. Αφού είδες ότι μπορείς να προστατέψεις τον εαυτό σου πάμε να πάρουμε τις δυνάμεις σου." Ξαφνικά ένιωσα έναν φρικτό πονοκέφαλο. Όταν συνηλθα είδα μια σκιά να μας πλησιάζει. "Δεν θα πάτε πουθενά." είπε με κακία. Αναγνώρισα γρήγορα την φωνή. Ήταν ο Alfred. "Alfred;" είπα παραξενεμένη. Έκανα ένα βήμα προς το μέρος του αλλά ο Klaus με σταμάτησε. "Θα μείνεις εδώ." μου είπε έντονα. Έβλεπα ότι ανησυχούσε για κάτι. "Γιατί;" ρώτησα. "Ναι Klaus....γιατί δεν την αφήνεις να πάει στον πατέρα της;" είπε με κακία ο Alfred. Κοίταξα τον Klaus απορημένη. "Τι ξέρεις;" τον ρώτησα."Τιποτα! Αληθεια λέω." μου απάντησε.Τότε εμφανίστηκε ο Ted. "Καλύτερα να σου πούμε τι ξέρουμε εμείς αδελφούλα." είπε με ένα παράξενο κακό χαμόγελο. "Έχουμε πολλά να πούμε." συμπλήρωσε ο Alfred.
Αυτό ήταν το κεφάλαιο.
Ελπίζω να σας άρεσε.😁
Γράψτε απόψεις και εντυπώσεις στα σχόλια!☺
Και μην ξεχάσετε να πατήστε το ☆
Φιλάκιααααααα!!!❤❤
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro