Αδυναμία
Κοιτούσα ξαφνιασμένη αλλά και ελάχιστα τρομαγμένη τον Klaus. Το βλέμμα του ήταν νεκρό. Άψυχο! Ήταν ξεκάθαρο πως δεν νοιαζόταν για κανέναν. Μόνο για τον ευατό του. "Θα σου φανεί απίστευτο αυτό που θα σου πω αλλά δυστυχώς θα σε χρειαστώ για κάτι." είπε με κακία στο βλέμμα του. "Όχι. Δεν θα κάνω καμιά χάρη σου μέχρι να σε επαναφέρω." αρνήθηκα έντονα. Έκανε έναν ειρωνικό μομφασμό και με πλησίασε με σατανικό διαβολικό βλέμμα. "Ελα τώρα Alison. Μην με κάνεις να αρχίσω με την ψυχολογική βία. Ειλικρινά δεν αξίζει να σπαταλίσω το σάλιο μου για να σου πω πόσο άχρηστη και απαίσια φίλη είσαι." είπε με ένα πονηρό βλέμμα. Τα λόγια του ήταν άσχημα όμως δεν υπήρχε περίπτωση να με πληγώσει με αυτά. Ήξερα πολύ καλά πως δεν ήταν η αλήθεια του. Όταν οι βρικόλακιες εγκαταλείπουν τα συναισθήματα τους έχουν την τάση να κάνουν ψυχολογικό πόλεμο στους κοντινούς τους ανθρώπους για να τους πληγώσουν με αποτέλεσμα αυτοί να σταματήσουν να ασχολούνται μαζι τους και να τους αφήσουν χωρίς αισθήματα. "Ξέρω αυτό το παιχνιδάκι του ψυχολογικού πολέμου Klaus. Το έχω κάνει και εγώ. Αλλά αυτό που ξέρω επίσης είναι πως ο αληθινός σου εαυτός είναι κάπου εκεί μέσα και θα ψάξω μέχρι να τον βρω." είπα αποφασιστικά. Με κοίταξε με ένα αδιάφορο πονηρό βλέμμα. Με πλησίασε αρκετά. Ένιωσα ένα παράξενο ρίγος να διαπερνάει το σώμα μου Σαν να με προειδοποιούσε να φύγω από κοντά του. "Θυμάμαι την μέρα που εγκατέλειψες τα συναισθήματα σου. Μας απείλησες πως αν προσπαθήσουμε να τα επαναφέρουμε θα νομίζουμε πως μπήκαμε στην κόλαση." είπε σοβαρά. "Μόνο που εγώ θα φέρω την κόλαση εδώ και η 'χάρη' που σου ζήτησα θα είναι το λιγότερο που θα μπορείς να κάνεις για να επιβιώσεις....Μπορείς να με υπηρετήσεις εάν θέλεις αλλά πίστεψε με δεν θέλεις να γίνεις εχθρός μου." ψυθήρισε σκοτεινά στο δεξί μου αυτί. Ένα ακόμη πιο έντονο ρίγος με διαπέρασε. Ένιωσα φόβο γιατί ήξερα πως τίποτα δεν τον σταματούσε να κάνει πράξη αυτά που είπε. Όμως ένα έντονο κάψιμο στο σώμα μου απέσπασε τον φόβο μου. Κοιταξα παραξενευμένη τα χέρια μου. Το δαχτυλίδι για τον ήλιο δεν υπήρχε πάνω τους. Το κάψιμο γίνονταν όλο και πιο επώδυνο. Κρύφτηκα πίσω από μια βιβλιοθήκη. Είχε σκιά σε εκείνο το σημείο. "Αυτό ψάχνεις;" ρώτησε πονηρά ο Klaus κρατώντας το δαχτυλίδι μου στο δεξί του χέρι. Τον κοίταξα ξαφνιασμένη. Δεν κατάλαβα πότε πρόλαβε να το πάρει! Το πέταξε από το παράθυρο σπάζοντας το τζάμι. Τον κοίταξα. "Καλύτερα να πας να το πιάσεις πριν το βρει κανένας άλλος και αναγκαστείς να μείνεις στην σκιά." είπε κοροϊδευτικά και έφυγε με αστραπιαία ταχύτητα. Δεν μπορούσα να βγω απο την κρυψώνα μου ούτε να φωνάξω κάποιον. Εντόπισα το δαχτυλίδι με τις δυνάμεις μου το σήκωσα από το γρασίδι τηλεπαθητικά και το έφερα πίσω στο δωμάτιο. Το φόρεσα και βγήκα ανενόχλητη από την σκιά. Ο Klaus είχε σκοπό να μας κάνει να υποφέρουμε μπροστά του και να ικετέψουμε για την προστασία του. Κάτι που δεν έπρεπε να συμβεί. Τότε μπήκε μέσα η Jacqueline. "Που είναι ο Klaus;!" ρώτησε ξαφνιασμένη. Την κοίταξα. "Έφυγε." απάντησα. Ξεφύσηξε ανήσυχα. "Πρέπει να βρούμε έναν τρόπο για να επαναφέρουμε τα συναισθήματα του!" είπε προβληματισμένη. "Εννοείται! Αν δεν το κάνουμε σύντομα θα καταστρέψει τον κόσμο κυριολεκτικά!" απάντησα έντονα. Ένιωσα πως ήμουν λίγο υπερβολική. Πήρα μια βαθιά ανάσα για να ηρεμίσω και πήγα στο σχολείο.
Λιγες ώρες αργότερα χτύπησε το κουδούνι για το σχόλασμα. Σηκώθηκα από την καρέκλα μου, μάζεψα τα πράγματα μου και βγήκα από την αίθουσα του μαθήματος. Δεν είχα προσέξει καθόλου όλη την ημέρα στα μαθήματα. Συνέχεια σκέψεις τριβέλυζαν το μυαλό μου όπως.
'O Klaus θα καταστρέψει τον κόσμο!' .'Όχι Απλώς θα κάνει κάποιες άσχημες πράξεις.'. 'Δεν έχω ιδέα τι να κάνω και πως πρέπει να τον σταματήσω.' . Βγήκα από από κτήριο του σχολείου και προχώρησα στον δρόμο. Έστρειψα σε μια απομονωμένη γειτονιά. Ο φόβος για το τι θα έκανε ο Klaus είχε κυριεύσει το μυαλό μου! Δεν μπορούσα να σκεφτώ τίποτα άλλο! Δυο άτομα περπατούσαν παράλληλα μαζί μου. Ένας άνδρας και μια κοπέλα. Ο άνδρας με κοίταξε για λίγα δευτερόλεπτα. Το βλέμμα του μου φάνηκε ύποπτο. Θεώρησα πως τον είχε βαλει ο Klaus για να με τρομάξει. Προχώρησα με γρήγορο βηματισμό θέλοντας να βγω από αυτό το στενό. Άκουγα τον ρυθμό των βημάτων τους να αυξανόταν σταδιακά. Έστρειψα σε ένα άλλο σοκάκι που οδηγούσε σε μια αδιέξοδο. Με ακολούθησαν αλλά δεν βρήκαν κανέναν εκεί. Τους κόλλησα στον τοίχο με τις δυνάμεις μου και τους πλησίασα. "Έχετε δύο λεπτά να μου εξηγείστε τον λόγο που με παρακολουθείτε." είπα αυστηρά. "Δεν ξέρουμε! Κάποιος μας είπε να το κάνουμε αλλά δεν θυμόμαστε ποιος!" ομολόγησε η κοπέλα. Κατάλαβα πως τους είχε ψυχαναγκάσει για να το κάνουν. Τους πλησίασα και τους κοίταξα στα μάτια. "Φύγετε από εδώ και ξεχάστε ότι έγινε." τους ψυχανάγκασα και τους ελευθέρωσα. Έφυγαν. Ο Klaus πραγματικά ήθελε να με τρομάξει αλλά γιατί; Ηταν κάτι που έπρεπε να απαντήσω σύντομα. Συνέχισα να περπατάω στον δρόμο μέχρι να φτάσω στο σπίτι ώσπου άκουσα κάτι παράξενο. Μια λεπτή γνωστή γυναικεία φωνή να με καλεί. Κοίταξα δεξιά και αριστερά αλλά δεν είδα κανέναν άνθρωπο γύρο μου. Άκουσα την φωνή ξανά. Ήταν απότομη και ανήσυχη καθώς φώναζε το όνομα μου. Φύσηξε ένας κρύος δυνατός αέρας. Ξαφνικά το κλίμα άλλαξε. Ένα ψύχος διαπέρασε το σώμα μου. Ο ουρανός ήταν καλυμμένος με σύννεφα και φυσούσε συνεχώς παγωμένος αέρας. Κοίταξα παραξενευμένη γύρο μου προσπαθώντας να καταλάβω τι συνέβαινε. "Alison! Ευτιχώς με άκουσες!" ακούστηκε ξανά από πίσω μου αυτή η γνωστή φωνή. Γύρισα και κοίταξα το άτομο που βρισκόταν πίσω μου. Μια έκφραση έκπληξης ήρθε στο πρόσωπό μου όταν αντίκρισα αυτήν την γυναίκα. Την αδελφή μου. Την Marlissa. Με κοιτούσε με ένα ανήσυχο βλέμμα. "Εσύ είσαι νεκρή..." είπα παραξενευμένη. "Ναι σωστά! Όμως ήρθα από την άλλη πλευρά γιατί πρέπει να σου μιλήσω! Κάτι άσχημο συμβαίνει εκεί!" είπε με ένα ανήσυχο βλέμμα. "Γιατί είσαι εκεί; Θα έπρεπε να είσαι στην κόλαση μετά από ότι έκανες." είπα αυστηρά. Φυσικά δεν είχα ξεχάσει την μέρα που σκοτωσε τον πατέρα μου ή όλα τα βασανιστήρια που έκανε στις φίλες μου ως 'Α'. "Άκουσε με! Αυτό που θα σου πω είναι πολύ σοβαρό!" είπε με το ίδιο ανήσυχο βλέμμα. Την κοίταξα δύσπιστα. "Η άλλη πλευρά έχει κάποια προβλήματα από το πρωί! Το κλίμα έχει αλλάξει! Είναι ψυχρό και φυσάει έντονος παγωμένος αέρας." είπε έντονα. "Αλλά αυτό δεν είναι τίποτα σε σχέση με αυτό που θα σου πω τώρα! Κάθε φορά που φυσάει αυτός δυνατός ο αέρας παίρνει κάποια άτομα μαζί του. Ήμουν με την μαμά το πρωί και κάναμε βόλτες. Ξαφνικά φύσηξε αυτός ο αέρας! Μας παρέσυρε! Κρατηθήκαμε από κάποια δέντρα αλλά ήταν πολύ δυνατός. Η μητέρα δεν άντεξε και ο αέρας την σήκωσε ψηλά και την εξαφάνισε! Δεν έχω ιδέα που πήγε! Αυτό συμβαίνει συχνά! Πρέπει να μας βοηθήσεις!" είπε ανήσυχα και έντονα. Φύσηξε ξανά ένας δυνατός αέρας. "Οπότε λες πως αυτός ο αέρας έρχεται από την άλλη πλευρά;" ρώτησα. "Ναι! Alison φοβάμαι πως κάποιος προσπαθεί να καταρρίψει την άλλη πλευρά!" είπε τρομαγμένη. Για κάποιο λόγο δεν την πίστευα. Ήθελα περισσότερες αποδείξεις και ήθελα να τις βρω μόνη μου. Την κοίταξα αυστηρά. "Είναι ένα από τα παιχνίδια σου για να ξεφύγεις από την άλλη πλευρά Marlissa;" ρώτησα έντονα. "Όχι! Αλήθεια λέω! Η άλλη πλευρά καταστρέφεται!" είπε προσπαθώντας να με πείσει. Την πλησίασα. "Δεν πιστεύω λέξη από όσα λες! Γι αυτό θα βρω αποδείξεις μόνη μου και θα δω τι μπορώ να κάνω γι αυτό το ζήτημα αν ισχύει." απάντησα απότομα και γύρισα προς την αντίθετη κατεύθυνση πηγαίνοντας προς το σπίτι.
Στο μεταξύ ο Liam κρατούσε αιχμάλωτη του την Amelia. Ήταν αλυσοδεμένη σε ένα σκοτεινό υπόγειο. Οι αλυσίδες τέντωναν τα χέρια και τα πόδια της και είχε κάποιες πληγές στο σώμα της. Δεν είχε σκοπό να την σκοτώσει. Ήθελε απλώς να την βασανίσει μέχρι να την απαλλάξει από την 'κατάρα της' όπως έλεγε. Μια μαύρη σιδερένια πόρτα άνοιξε διάπλατα. Το φως τύφλωσε την Amelia και ζάρωσε τα μάτια της. Ο Liam μπήκε μέσα κρατώντας στο αριστερό χέρι του την λεπίδα που του είχα φτιάξει. Την πλησίασε με ένα πονηρό βλέμμα. Τον κοίταξε αδύναμα. "Τι θέλεις πάλι;" τον ρώτησε με βραχνιασμένη σιγανή φωνή. Έκανε έναν κύκλο γύρω της και πήγε από πίσω της. "Γιατί είσαι τόσο στεναχωρημένη; Θα έπρεπε να με ευγνωμονείς! Δεν σου χάρισα μόνο την ζωή αλλά θα σε απαλλάξω από την μιζέρια σου." είπε με μια κακιασμένη φωνή. Η Amelia έκανε έναν ειρωνικό μομφασμό. "Α ναι σωστά! Συγγνώμη που δεν σε έχω προσκυνήσει ακόμη! Θα το έκανα αλλά με εμποδίζουν οι αλυσίδες που μου έχεις βάλει." ειρωνεύτικε εκνευρισμένη. Ο Liam την έπιασε απότομα από τον λαιμό με το δεξί του χέρι και κάρφωσε την λεπίδα στα πλευρά της με το αριστερό. Εκείνη προσπάθησε να αντισταθεί στον φρικτό πόνο που της προκάλεσε το μυτερό αντικείμενο. Την κοίταξε με ένα γυάλινο βλέμμα τρέλας και θυμού. "Αν τολμήσεις να μου ξαναμιλήσεις έτσι θα ευχηθείς να σε είχα σκοτώσει!" μούγκρισε με μια σκοτεινή οργισμένη φωνή. Τον κοίταξε με ένα στεναχωρημένο αλλά και θυμωμένο βλέμμα. "Κάντο! Προτιμώ να πεθάνω πάρα να κάθομαι εδώ." απάντησε. Ο Liam την κοίταξε σκεπτικός. Ύστερα ξερίζωσε την λεπίδα από τα πλευρά της. Η Amelia πήρε μια κόφτη ανάσα ανακουφισμένη. Ο Liam την κοίταξε. "Έχεις δίκιο! Ίσως θα ήταν καλύτερο να πάρεις μια γεύση από τον θάνατο για να σταματήσεις να τον αποζητάς πια." είπε με ένα σατανικό τόνο στην φωνή του. Η Amelia τον κοίταξε ξαφνιασμένη και πριν προλάβει να απομακρυνθεί, ο Liam είχε καρφώσει την λεπίδα στην καρδιά της. Ένιωσε το μυτερό αντικείμενο να την τρυπάει, να την αποδυναμώνει, να την σκοτώνει! Γονάτισε αδύναμη και κοίταξε τον Liam φοβισμένη. Ξάπλωσε στο πάτωμα ανίκανη να σωθεί και έμεινε εκεί με ανοιχτά τα μάτια να κοιτάζει το κενό μέχρι που την τύλιξε το μαύρο σκοτάδι του θανάτου. Ο Liam έβγαλε την λεπίδα από την καρδιά της και έφυγε από το υπόγειο.
Την ίδια στιγμή η Jacqueline περπατούσε στους δρόμους της πόλης μιλώντας στο τηλέφωνο μαζί με τον Elijah. "Εννοείται πως θα τον φέρουμε πίσω Elijah! Ο Nik είναι επικίνδυνος με τα συναισθήματα του! Τώρα που δεν έχει..δεν ξέρω τι θα κάνει!" είπε με μια αυστηρή αλλά και ανησυχη φωνή. "Πρέπει να τον βρούμε και να τον πιάσουμε κάπως." απάντησε σοβαρά ο Elijah. Η Jacqueline πήρε μια βαθιά ανάσα. "Ωραία! Πες στην Alison και στην Freya τι πρέπει να κάνουμε και θα έρθω σε λίγο για να καταστρώσουμε ένα σχέδιο." είπε σοβαρά. "Η Freya είναι εδώ. Η Alison ίσως είναι με τον Edward....μάλλον δε θα έπρεπε να τους διακόψω." απάντησε με μια μικρή απέχθεια. Η Jacqueline έκανε έναν μομφασμό. "Elijah αυτή τη στιγμή προέχει να βρούμε έναν τρόπο για να σταματήσουμε τον αδελφό μας. Συγνώμη που στο λέω αλλά το προσωπικό σου δράμα μπορεί να περιμένει." απάντησε σοβαρά. "Εντάξει! Θα την βρω. Έχεις τον λόγο μου." απάντησε σοβαρά και έκλεισε το τηλέφωνο. Συνέχισε να περπατάει στο πεζοδρόμιο μέχρι που πρόσεξε εναν άντρα απέναντι της να την παρακολουθεί μέσα στο πλήθος των ανθρώπων. Ήταν ο Liam. Η Jacqueline προσποιήθηκε πως τον αγνοούσε και συνέχισε να προχωράει. Εκείνος την ακολούθησε προσεκτικά. Έστρειψε σε ένα σοκάκι και εξαφανήστηκε μέσα σε μια σκιά. Ο Liam σταμάτησε και κοίταξε παραξενευμένος το μέρος. Η Jacqueline δεν ήταν πουθενά. Γύρισε προς την αντίθετη κατεύθυνση και την είδε να στέκεται μπροστά του με ένα σοβαρό βλέμμα. "Μάλλον με μπέρδεψες με κάποια αιρετική Liam." είπε αυστηρά και τον κόλλησε στον τοίχο πιάνοντας τον λαιμό του σφιχτά. Γέλασε ελάχιστα. "Με παρεξήγησες. Δεν είμαι εδώ για να σε σκοτώσω. Αντιθέτως ήθελα απλώς να σε παρατήσω." απάντησε με απόλυτη ειλικρίνεια. Η Jacqueline τον κοίταξε δύσπιστα και έσφιξε περισσότερο το χέρι της στον λαιμό του. Έδειχνε πως πιεζόταν ελάχιστα αλλά δεν την σταματούσε. "Άσε τις ανοησίες και πες μου τι πραγματικά θέλεις!" απαίτησε. Αμέσως έπιασε το χέρι της Jacqueline και την έστριψε προς τον τοίχο. Όμως εκείνη έβαλε τρικλοποδιά στο αριστερό του πόδι και τον έριξε κάτω με δύναμη. Ένα εντυπωσιασμένο βλέμμα φώτισε το πρόσωπο του Liam. "Χάνεις τσάμπα την ενέργεια σου. Δεν θα με νικήσεις όσο και αν προσπαθήσεις γι αυτό καλύτερα να αρχίσεις να μιλάς." είπε αυστηρά κοιτάζοντας τον. Σηκώθηκε και την κοίταξε. "Πολύ καλά λοιπόν! Ήθελα να μάθω που βρίσκεται η Alison για να την σκοτώσω." είπε σοβαρά. Η Jacqueline έκανε έναν μομφασμό εκνευρισμένη. "Γιατί θέλεις τόσο πολύ να την σκοτώσεις! Τι σου έχει κάνει;" ρώτησε εκνευρισμένη. Την πλησίασε λίγο. "Πρέπει να πεθάνει! Είναι αιρετική και πολύ επικίνδυνη με την δύναμη που κατέχει. Σύντομα η μαγεία της θα την καταβάλλει και τότε θα καταστρέψει τον κόσμο." απάντησε με ένα σοβαρό άλλο και σκοτεινό βλέμμα. Η Jacqueline τον πλησίασε και τον κοίταξε στα μάτια εμφανώς θυμωμένη. "Η Alison δεν θα κάνει ποτέ κάτι τέτοιο. Γι αυτό σου προτείνω να αρχίσεις να μαζεύεις τα πράγματα σου γιατί αν δεν φύγεις από εδω ως αύριο το πρωί θα σε διώξω με τον δικό μου τρόπο και είναι πολύ βάναυσος ακόμη και για τα δικά σου δεδομένα!" τον απείλησε αρθρώνοντας κάθε λέξη της. Ο Liam την κοίταξε ακόμη πιο εντυπωσιασμένος. Καμία γυναίκα δεν τον είχε απειλήσει με τόση σιγουριά στο παρελθόν και αυτό είχε προκαλέσει έκπληξη μέσα του. "Καταλαβα. Έχεις απόλυτη εμπιστοσύνη στην φίλη σου. Όμως μην με καλέσεις όταν βγει εκτός ελέγχου." απάντησε σοβαρά και γύρισε προς την αντίθετη κατεύθυνση. Η Jacqueline τον κοίταξε με το ίδιο βλέμμα. Ύστερα την κοίταξε και αυτός. "Χάρηκα για την γνωριμία πάντως." είπε με ένα πονηρό χαμόγελο και έφυγε.
Η Amelia άνοιξε τα μάτια της. Βρισκόταν σε ένα δάσος. Ανασηκώθηκε. Ένιωσε ένα ψύχος να διαπερνάει το σώμα της. Η θερμοκρασία ήταν αρκετά χαμηλή. Σηκώθηκε και κοίταξε το μέρος γύρο της. Πολλοί άνθρωποι κυκλοφορούσαν εκεί. Άνθρωποι που ήταν νεκροί. Κατάλαβε που βρισκόταν. Προχώρησε στο δάσος ψάχνοντας για την Liana. Ξαφνικά φύσηξε ένας δυνατός ψύχος αέρας. Κρατήθηκε με δύναμη από ένα δέντρο. Όμως ο αέρας ήταν πολύ δυνατός και παρέσυρε μερικά άτομα μαζί του. Η Amelia κρατήθηκε με όλη της την δύναμη από το δέντρο. Η Marlissa την πλησίασε. "Τι συμβαίνει εδώ;" ρώτησε δυνατά παραξενευμένη. "Κάποιος προσπαθεί να καταρρίψει την άλλη πλευρά! Αυτό συμβαίνει από το πρωί!" φώναξε έντρομη. Τότε φύσηξε ακόμη πιο έντονος άνεμος. Η Amelia κράτησε την Marlissa προσπαθώντας να αντισταθεί στον αέρα που ήθελε να τις απομακρύνει από την άλλη πλευρά. Είδαν κάποια άτομα να σηκώνονται ψηλά και να χάνονται μέσα στον γκρίζο ουρανό. Ο αέρας σταμάτησε. Η Amelia κοίταξε ξαφνιασμένη αλλά και τρομαγμένη την Marlissa. "Γιατί πιστεύεις πως κάποιος προσπαθεί να καταρρίψει την άλλη πλευρά;" ρώτησε. "Είναι η μόνη λογική εξήγηση που θα μπορούσε να αιτιολογήσει αυτό που συμβαίνει εδώ!" απάντησε. "Έχεις δει την Liana; Μια κοκκινομάλλα κοπέλα με σμαργδί μάτια και λευκή επιδερμίδα." ρώτησε με ανησυχία. "Την Liana; Σαν την Liana Dilaurentis;!" ρώτησε περίεργη. "Την ξέρεις;". "Όχι άλλα ξέρω την ιστορία της. Είναι η δημιουργός όλης μου της οικογένειας!" είπε παραξενευμένη. "Είσαι αδελφή της Alison;" ρώτησε η Amelia. "Ναι! Δηλαδή ήμουν αδελφή της μέχρι που με σκότωσε." απάντησε. "Γιατί;" ρώτησε ξαφνιασμένη. "...Επειδή ήθελα να την σκοτώσω και θα το είχα κάνει αν δεν ερχόταν ο Klaus μαζί με την Jacqueline!...Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία." είπε σοβαρά. "Εσύ πως ξέρεις την Liana;" την ρώτησε. "Ήταν....η κοπέλα μου. Τώρα είναι...νεκρή." είπε με έναν στενάχωρο τόνο στην φωνή της. "Και αναρωτιέσαι αν βρίσκεται εδώ." διαπίστωσε. "Ακριβώς. Την έχεις δει;" ρώτησε η Amelia. "Όχι! Δεν την έχω δει πουθενά." απάντησε η Marlissa. Αυτό ανησύχησε την Amelia. Πίστευε πως η Liana είχε περάσει στην άλλη πλευρά. Για μια στιγμή πέρασε μια σκέψη από το μυαλό της πως μπορεί να ήταν στην κόλαση. Όμως την έδιωξε μακριά της χωρίς να θέλει να το πιστέψει. Αλλά είχε δίκιο. Η Liana με τις πράξεις της είχε καταφέρει να κερδίσει μια βασανιστική αιωνιότητα στην κόλαση. Ξαφνικά ένιωσε κάτι να την τραβάει απότομα σαν μαγνήτης. Δεν ήταν άνεμος. Ήταν κάτι πιο δυνατό. Προσπάθησε να κρατηθεί από κάποια δέντρα όμως ήταν μάταιως κόπος. H Marlissa την κράτησε όμως δεν μπορούσε να σταματήσει αυτήν την έλξη. Την κοίταξε με έντονη ανησυχία. "Πες στην Alison πως την χρειαζόμαστε! Πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος για να σώσουμε την άλλη πλευρά!" είπε έντονα και άφησε το χέρι της. Η Amelia ένιωσε μια έντονη έλξη που την συνέδεσε απότομα με το σώμα της
Άνοιξε απότομα τα μάτια της και πήρε μια απότομη εισπνοή ταυτόχρονα. Ανασηκώθηκε. Ο Liam την κοιτούσε με ένα πονηρό βλέμμα. Τον κοίταξε μπερδεμένη αλλά και αναστατωμένη. "Σου είπα πως δεν θα σε σκότωνα!" είπε πονηρά. "Για ποιο λόγο το έκανες αυτό;" ρώτησε απαιτητικά αλλά και αδύναμα. Είχε ώρες να φάει κάτι ή να πιει αίμα και αυτό την είχε αποδυναμώσει. "Για να σταματήσεις να μου ζητάς να σε σκοτώσω. Πως ήταν λοιπόν;" είπε πονηρά. "Δεν είδα κάτι περίεργο...." απάντησε κρύβοντας την αλήθεια. Τότε μπήκε μέσα μια ερυθρόδερμη γυναίκα μετρίου ύψους και βάρους με μαύρα σγουρά μαλλιά και καστανά μάτια. Στα χέρια της φορούσε πολλά χρυσά δαχτυλίδια. Ο Liam την κοίταξε. "Α υπέροχα! Ήρθες πάνω στην ώρα!" είπε με ένα χαμόγελο. "Πάνω στην ώρα για ποιό πράγμα;" ρώτησε η Amelia. "Α ναι σωστά δεν σου έχω πει τίποτα!" είπε. "Οταν σε έπιασα σου είπα πως δεν έχω σκοπό να σε σκοτώσω. Γι αυτό θα σε απαλλάξω από την κατάρα σου σφραγίζοντας για πάντα το γονίδιο του λυκανθρώπου." απάντησε με ένα σοβαρό και πονηρό βλέμμα. Η Amelia τον κοιτούσε ξαφνιασμένη αλλά και θυμωμένη. Σηκώθηκε απότομα όρθια. "Δεν υπάρχει περίπτωση να συμβεί αυτό!" αρνήθηκε έντονα. O Liam έκανε έναν μομφασμό. "Μα δεν σε ρώτησα. Σου ανακοίνωσα τι θα γίνει!" εξήγησε με ένα πονηρό χαμόγελο. Τότε ήρθαν δύο κυνηγοί και πλησίασαν την Amelia. Έβγαλαν τις αλυσίδες από τα χέρια και τα πόδια της. Αμέσως εκείνη έχωσε μια δυνατή μπουνιά στο στομάχι του ενός και μια κλωτσιά στον άλλον. Κοίταξε με ένα επιθετικό βλέμμα τον Liam. Της χαμογέλασε με ένα κοροϊδευτικό βλέμμα. Οι κυνηγοί της επιτέθηκαν αλλά κατάφερε να τους αποκρούσει με ευκολία. Πλησίασε τον Liam και του έριξε μια δυνατή μπουνιά στο πρόσωπο. Όμως έπιασε το χέρι της πριν χτύπησε το πρόσωπο του και την πέταξε προς την μεγάλη πόρτα η οποία έσπασε μαζί με την πτώση της. Σηκώθηκε με δυσκολία λόγο της αδυναμίας της. Ο Liam την πλησίασε και εκείνη τον κοίταξε με μίσος. Ήξερε πως θα έχανε όμως υπήρχε ακόμη μια αχτίδα ελπίδας μέσα της. Του έριξε μια δυνατή μπουνιά με το αριστερό της χέρι όμως το έπιασε ξανά και την έστριψε αιχμαλωτίζοντας την. "Οταν τελειώσει αυτό θα με ευγνωμονείς." ψυθήρισε στο δεξί αυτί της και κάρφωσε μια ένεση με ερωλύνη και ένα άλλο υγρό στον λαιμό της. Ένιωσε αυτό το υγρό να την αποδυναμώνει ακόμη περισσότερο. Το σώμα της χαλάρωσε σιγά σιγά. Κοίταξε τον Liam μίσος. "Πήγαινε στον διάολο!" μούγκρισε και λιποθύμησε.
"Amelia; Amelia!!" ακούστηκε μια ανήσυχη φωνή. Άνοιξε απότομα τα μάτια της και ανασηκώθηκε. Η Enola, η Adeline και η Kayla ήταν δίπλα της. Ο Liam και οι κυνηγοί είχαν εξαφανιστεί. "Τι έγινε;" ρώτησε η Adeline.
Η Amelia κοίταξε τα χέρια της. Υπήρχε ένα ασημένιο δαχτυλίδι με ένα μαύρο πετράδι στον παράμεσο του δεξιού χεριού της. Συνηδητοποίησε τι είχε συμβεί και βούρκωσε. "Με μετέτρεψε σε βαμπίρ....." ψέλλισε έτοιμη να κλάψει. "Ποιός;" ρώτησε η Enola. Την κοίταξε θλιμμένη. "Ο Liam!" απάντησε δακρίζοντας. H Enola και η Adeline την αγκάλιασαν θέλοντας να την ηρεμήσουν. "Θα τον σκοτώσω τον μπάσταρδο!" μούγκρισε εκνευρισμένη η Kayla. "Πρώτα σκοτώνει την Liana και τώρα σε απομακρύνει από την ίδια σου την φύση! Πρέπει να τιμωρηθεί." συμπλήρωσε η Enola. H Amelia έφυγε από την αγκαλιά τους και σηκώθηκε. "Ναι....θα τιμωρηθεί." απάντησε με μια στενάχωρη φωνή και προχώρησε προς την έξοδο.
Το ολοστρόγγυλο άσπρο φεγγάρι φώτισε τον μπλε ουρανό. Εγώ ο Elijah, ο Edward, η Freya και η Jacqueline ήμασταν στο σπίτι ψάχνοντας για έναν τρόπο να επαναφέρουμε τον Klaus. Ξέραμε πολύ καλά πως δεν θα είχαμε ποτέ την δυνατότητα να τον αιχμαλωτίσουμε γιατί πάντα θα ξέφευγε. Έτσι έπρεπε να βρούμε κάτι καλύτερο. Κάτι που θα τον επανέφερε ξανά. "Και τι θα κάνουμε; Όσο και αν προσπαθήσουμε δεν θα τον επαναφέρουμε!" είπε η Jacqueline. "Αν του μιλήσετε εσείς;" ρώτησα κοιτάζοντας τον Elijah, την Jacqueline και την Freya. "Είστε η οικογένεια του. Θα τον πείσετε." συμπλήρωσα. "Δεν θα πετύχει." με διέκοψε ο Edward. Όλοι τον κοιτάξαμε παραξενευμένοι πιστεύοντας πως ήξερε κάτι. "Πριν φύγει ο Klaus πρόλαβα να διαβάσω λίγο την σκέψη του. Έχει σκοπό να αντισταθεί σθεναρά σε όποιο μέλος της οικογένειας του προσπαθήσει να τον επαναφέρει." είπε σοβαρά. "Πρέπει όμως κάτι να κάνουμε! Πρέπει να τον επαναφέρουμε κάπως" είπε η Freya. "Αν τον ρίξουμε σε έναν ύπνο με την Freya;" πρότεινα. Όλοι με κοίταξε περίεργοι. "Έτσι δεν θα βλάψει κανέναν και θα έχουμε την δυνατότητα να του θυμίσουμε ποιός είναι." συνέχισα. "Αυτό δεν είναι καθόλου κακή ιδέα αλλά θα πρέπει να βρείτε έναν τρόπο να κάνετε το ξόρκι από εδώ. Αν έρθετε μαζί μας όσο τον αποσπάμε θα σας καταλάβει σίγουρα." είπε ο Elijah. Η Freya τον κοίταξε. "Μην ανησυχείς αδελφέ. Δεν θα μας καταλάβει." είπε με ένα σίγουρο βλέμμα και με κοίταξε με νόημα στα μάτια της. Ειχε σκεφτείς
κάτι που δεν θα μας καταλάβαινε ο Klaus.
Στο μεταξύ ο Stefan είχε λάβει ένα παράξενο μήνυμα από την Hanna. Του είχε πει να συναντηθούν σε ένα εγκαταλειμμένο στούντιο λίγο πιο έξω από την πόλη. Ο Stefan πήγε εκεί ανήσυχος μήπως κάτι κακό της είχε συμβεί. Μπήκε μέσα στο στούντιο. Δεν υπήρχε τίποτα εκτός από κάποιες παλιές κάμερες, φώτα γραφεία και σκοτάδι. Ξαφνικά άνοιξε ένας εκτυφλωτικός άσπρος προβολέας μπροστά του. Μια σκιά τον πλησίασε Έβαλε το αριστερό του χέρι μπροστά από το πρόσωπο του για να μπορέσει να δει. "Hanna;" ρώτησε. Προς έκπληξη του εμφανίστηκε ο Klaus με αυτό το άψυχο πονηρό βλέμμα. "Δεν νομίζω πως έχω αλλάξει τόσο πολύ παλιόφιλε." είπε με έναν ειρωνικό αλλά και πονηρό τόνο στην φωνή του. Ο Stefan τον κοίταξε έκπληκτος. "Τι κάνεις εδώ Klaus;" ρώτησε. "Ήρθα να σου κάνω μια πρόταση....μαζί με την φίλη σου." απάντησε με μια πονηρή φωνή και τότε ξεπρόβαλε η Hanna μέσα από το έντονο άσπρο φως. Τα χέρια της ήταν βαμμένα με αίμα και είχε ένα κομμάτι σίδερο στο στομάχι της. Κοίταξε τον Stefan με ανησυχία και φόβο. "Έλα πιο κοντά αγάπη." την πρόσταξε ο Klaus. Τους πλησίασε χωρίς να αντισταθεί. "Δεν υπάρχει λόγος να την κρατάς αιχμάλωτη. Πες μου τι θέλεις." είπε σοβαρά αλλά και ανήσυχα ο Stefan. "Τίποτα ιδιαίτερο. Απλώς θέλω να εγκαταλείψεις τα συναισθήματα σου και να κάνεις ότι σου λέω εγώ." είπε με κακία. Ο Stefan τον κοίταξε σοβαρά. Δεν ήθελε καθόλου να το κάνει γιατί ήξερε στο τέρας που θα μεταμορφωνόταν. Όμως δεν είχε και πολλές επιλογές. Ο Klaus έψαχνε σιγά σιγά την υπομονή του. Κοίταξε την Hanna με ένα κακιασμένο βλέμμα. "Hanna, γιατί δεν κάνεις αυτό που σου είπα πριν;" είπε πονηρά. Η Hanna έβγαλε το κομμάτι σίδερο από το στομάχι της και το έστρεψε προς την καρδιά της. Τα μάτια της ξεχείλιζαν από φόβο! Δεν είχε ιδέα γιατί δεν μπορούσε να σταματήσει τον εαυτό της. "Κάντο!" την πρόσταξε. Αμέσως πήγε να χώσει βαθιά το σίδερο στην καρδιά της όμως την σταμάτησε o Stefan την σταμάτησε αρπάζοντας το απο τα χέρια της με αστραπιαία ταχύτητα. Τον κοίταξε αναστατωμένη. "Γιατί δεν μπορω να σταματήσω;" ρώτησε. "Επειδή οι αρχέγονοι βρικόλακιες μπορούν να ψυχαναγκάσουν τους υπόλοιπους εάν δεν έχουν πιει λίγη ερολύνη." της εξήγησε. "Ακριβώς! Και Stefan πρέπει να πάρεις μια απόφαση πριν της πω να ξεριζώσει το κεφάλι της." είπε πονηρά o Klaus. O Stefan τον πλησίασε. "Εντάξει. Αλλά θα μου υποσχεθείς κάτι πρώτα. Αν το κάνω θα την αφήσεις ελεύθερη και δεν θα πειράξεις ούτε αυτήν ούτε τις φίλες της." είπε απαιτητικά. "Όπως θέλεις αλλά να ξέρεις πως όταν εγκαταλείψεις τα συναισθήματα σου δεν θα ενδιαφέρεσαι για κανέναν." απάντησε αδιάφορα. "Stefan μην το κάνεις!" είπε έντονα η Hanna. Εκείνος την πλησίασε και κοίταξε τα γαλάζια της μάτια που τον παρακαλούσαν να μην υποκύψει στον εκβιασμό του Klaus. Χαΐδεψε απαλά τα μαλλιά της και την φίλησε. "Φέρε με πίσω όταν τελειώσει μαζί μου." ψυθήρισε στο αριστερό της αυτί καθώς έφευγε από κοντά της. Απομακρύνθηκε και έκλεισε τα μάτια του. Πήρε την απόφαση να το κάνει. Κάθε συναίσθημα χάθηκε βαθιά μέσα του. Πλέον το μόνο πράγμα του τον ένοιαζε ήταν πως θα πιει αίμα. Άνοιξε σιγά σιγά τα σκοτεινά μελλοπράσινα μάτια του και ένα πονηρό μειδίαμα ήρθε στο πρόσωπό του. Η Hanna τον κοίταξε ξαφνιασμένη. "Θέλεις να την ελευθερώσω ακόμα;" ρώτησε πονηρά ο Klaus. Κοίταξε την Hanna με ένα αδιάφορο βλέμμα. "Κάνε ότι θέλεις. Δεν με ενδιαφέρει καθόλου." απάντησε πονηρά εννοώντας κάθε λέξη. Αυτό στεναχώρησε την Hanna όσο και αν ήξερα πως αυτός δεν ήταν ο Stefan που ήξερε και αγαπούσε. Τον κοίταξε ελάχιστα μέχρι που εξαφανήστηκε με αστραπιαία ταχύτητα.
Ο ήλιος ξεπρόβαλε απο τα βουνά της πόλης. Άνοιξα ελαφρά τα μάτια μου. Κοίταξα το παράθυρο έξω. Παραξενεύτηκα! Υπήρχε πολύς κόσμος που κυκλοφόρησε στον δρόμο. Συνήθως αυτό συνέβαινε μετά τις δέκα το πρωί. Σηκώθηκα από το κρεβάτι μου, φόρεσα το μαύρο μου τζιν με την άσπρη κοντομάνικη μπλούζα και το μαύρο τζιν μπουφάν. Πήγα προς την ντουλάπα και φόρεσα τα μαύρα μποτίνια με το ελάχιστο τακούνι. Ύστερα πήρα τους ασημένιους κρίκους μου από το συρτάρι του κομοδίνο μου και τους τοποθέτησα στις τρύπες των αυτιών μου σφραγίζοντας τα κουμπώματα. Αφού έπλυνα τα δόντια μου και βάφτικα χτένισα τα μαλλιά μου σε μπούκλες με την πρέσα. Βγήκα από το δωμάτιο και προχώρησα προς το σαλόνι. Υπήρχε μια παράξενη ησυχία. Προς έκπληξη μου κανείς δεν ήταν στο σπίτι. Παραξενεύτηκα! Είχαμε συμφωνήσει χθες το βράδυ με τους υπόλοιπους πως θα μαζευόμασταν στο σαλόνι το πρωί για να ξεκινήσει το σχέδιο. Έκανα βόλτες στο σπίτι ψάχνοντας τους. Ξαφνικά άκουσα έναν θόρυβο από την κουζίνα. Σαν κάποιος να ρίχνει κάποιες κατσαρόλες στο πάτωμα. Πήγα και κοίταξα προσεκτικά μέσα περιμένοντας τον Klaus να εμφανιστεί. Προς έκπληξη μου είδα την Freya πεσμένη στο πάτωμα. Πήγα αμέσως κοντά της. Έμοιαζε πως κοιμόταν. Προσπάθησα να την ξυπνήσω αλλά δεν πέτυχε. Έκανα ένα ξόρκι γαι να την ξυπνήσω όμως δεν έγινε τίποτα. Δεν ήξερα τι άλλο να κάνω! Δεν μπορούσα να την ξυπνήσω! Την πήρα στα χέρια μου και την πήγα στο δωμάτιο της. Την ακούμπησα απαλά στο κρεβάτι της και έκανα ένα ξόρκι προστασίας γύρο της για να μην την βλάψει κανείς. Την κοίταξα ανήσυχη. "Θα βρω τον τρόπο για να σε ξυπνήσω." υποσχέθηκα και έφυγα απο το δωμάτιο της κλειδώνοντας την πόρτα. Κατέβηκα τις σκάλες προς το σαλόνι. Είχα ανησυχήσει πολύ. Ο Elijah, η Jacqueline και ο Edward ειχαν εξαφανιστεί και κάποιος έριξε την Freya σε έναν βαθύ ύπνο. Κάτι είχε συμβεί χθες βράδυ που δεν είχα καταλάβει. "Δείχνεις προβληματισμένη αδελφούλα." ακούστηκε μια γνωστή ανδρική φωνή. Κοίταξα τριγύρω αλλά δεν είδα κανέναν. Τότε μέσα από μια σκιά ξεπρόβαλε ο Ted. Ξαφνιάστηκα! Δεν είχε αλλάξει καθόλου! Τα καστανοκκόκινα μαλλιά, τα γαλάζια μάτια, η κακία και το μίσος του για μένα...Δεν κατάλαβα όμως πως είχε καταφέρει να βγει από την άλλη πλευρά. "Τι κάνεις εδώ;" ρώτησα ξαφνιασμένη. "Από ότι φαίνεται ο φίλος σου ο Klaus προσπαθεί να καταστρέψει την άλλη πλευρά. Αλλά για κάποιο λόγο άνοιξε τις πύλες της προς τον κανονικό κόσμο." είπε πονηρά. Αμέσως ήρθαν στο μυαλό μου τα λόγια της Marlissa! Είχε πει πως κάποιος προσπαθούσε να καταρρίψει την άλλη πλευρά αλλά κανείς δεν ήξερε ποιός! Έπρεπε να σταματήσω ότι προσπαθούσε να πετύχει ο Klaus! Προσπέρασα τον Ted και πήγα προς την έξοδο. "Εμείς οι δύο έχουμε να πούμε κάποια πραγματάκια." είπε έντονα. Τον κοίταξα. "Δεν έχουμε να πούμε τίποτα εκτός εάν θέλεις ένα εισιτήριο για την κόλαση." απάντησα απότομα. Έκανε έναν πονηρό μομφασμό και εξαφανήστηκε μυστηριωδός. Πήρα μια βαθιά ανάσα και έφυγα από το σπίτι.
Στον δρόμο υπήρχε συνωστισμός άνθρωπων που είχαν καλύψει όλους τους δρόμους! Δεν μπορούσα να ξεχωρίσω εάν ήταν ζωντανοί η όχι. Προσπέρασα το πλήθος πηγαίνοντας προς το σπίτι του Klaus.
Ο Stefan με παρακολουθούσε χωρίς να το καταλάβω. Πήρε τη τηλέφωνο τον Klaus. "Κατευθύνεται προς την κεντρική πλατεία. Μάλλον έρχεται να σε βρει. Θέλεις να κάνω κάτι;" ρώτησε. "Οχι ακόμα. Άφησε την να έρθει." απάντησε πονηρά. "Κάτι τελευταίο Klaus. Θα κάνω αυτό που μου είπες αλλά θα είναι η τελευταία φορά." είπε απότομα. "Μην ανησυχείς Stefan. Δεν θα σε χρειαστώ ξανά μετά από αυτό που θα κάνεις." απάντησε πονηρά και έκλεισε το τηλέφωνο. "Αλήθεια τώρα αδελφέ; Κάνεις σχέδια με τον Klaus;" ειρωνεύτικε ο Damon που ήταν ακριβώς από πίσω του. Ο Stefan τον κοίταξε αδιάφορα. "Damon! Τι κάνεις εδώ;" ρώτησε με ένα ψεύτικο βλέμμα περιέργειας. Τον πλησίασε. "Που είναι η Spencer;" ρώτησε απαιτητικά ο Damon. "Γιατί να ξέρω που είναι;" ρώτησε με το ίδιο ψεύτικο βλέμμα περιέργειας . "Μην παίζεις θέατρο σε μένα αδελφέ. Χθες το βράδυ έγιναν κάποιοι ανεξήγητοι αποκεφαλισμοί ανθρώπων και ξέρουμε πολύ καλά πως δεν ήταν καθόλου ανεξήγητοι. Γιατί εγκατέλειψες τα συναισθήματα σου;" είπε ανήσυχος. Ο Stefan τον κοίταξε με ένα πονηρά αδιάφορο βλέμμα. "Επειδή ο Klaus με ανάγκασε χθες το βράδυ και μπορώ να πω πως μου είχε λείψει πολύ το ανθρώπινο αίμα. Τώρα συγχώρεσε με αλλά έχω να κανονίσω μερικές δουλειές!" είπε αδιάφορα και πριν προλάβει να φύγει ο λαιμός του έστριψε απότομα αριστερά και έπεσε κάτω λυπόθιμος. Κανείς από τους δύο δεν είχαν καταλάβει πως είχα ακούσει όλη την συζήτηση τους. Ο Damon με κοίταξε έκπληκτος. "Εκπληκτικό!" είπε ενθουσιασμένος. Χαμογέλασα ελάχιστα. Έκανα ένα ξόρκι και μετέφερα τον Stefan στο σπίτι του. Αφού τελείωσε εγώ και ο Damon προχωρήσαμε στην πόλη. "Ο Klaus έχει την Spencer και την Hanna." είπε σοβαρά. "Το ξέρω! Η Aria με ενημέρωσε. Της είπε πως αν δεν πήγαινε στο σπίτι του θα τις σκότωνε. Την χρειάζεται για κάποιο ξόρκι." είπα. "Που είναι τώρα;" ρώτησε ο Damon. "Λογικά θα έχει φτάσει στο σπίτι του." είπα σοβαρά και στάθηκα μπροστά του. "Ο Klaus θέλει να μας απομακρύνει όλους από κοντά του ώστε να μην καταφέρει ποτέ κανείς να τον επαναφέρει. Η Freya έχει πέσει σε έναν βαθύ ύπνο, ο Elijah και ο Edward είναι εξαφανισμένοι. Ο Stefan εγκατέλειψε τα συναισθήματα του. Η Hanna και η Spencer είναι αιχμάλωτες του.....Πες με υπερβολική αλλά νομίζω πως είμαστε οι επόμενοι." είπα με ένα ανήσυχο αλλά και σοβαρό βλέμμα. Ο Damon με κοίταξε σκεπτικός. "Ωραία! Ποιό είναι το σχέδιο αρχηγέ;" ρώτησε περίεργος.
Στο μεταξύ ο Klaus είχε αναγκάσει την Aria να πάει σε ένα σπίτι που έμενε εκείνος. Έφτασε στο κατώφλι και χτύπησε το κουδούνι. Μια λεπτή ψηλή κοπέλα της άνοιξε την πόρτα. Είχε καστανά μακριά μαλλιά, καφέ μάτια και φορούσε ένα κοντό μαύρο φόρεμα. Στον λαιμό της είχε μια τεράστια πληγή που αιμοραγούσε. Όμως έδειχνε πως δεν την ένοιαζε. Η Aria κατάλαβε πως την είχε ψυχαναγκάσει ο Klaus. "Πέρασε μέσα." της είπε με ένα χαμόγελο. Η Aria μπήκε μέσα στο σπίτι. Ύπήρχαν κι άλλες γυναίκες μέσα. Όλες είχαν σημάδια από δαγκωματιές πάνω τους και αίμα που έρεε σε όλο τους το σώμα. Ο Klaus ήρθε προς το μέρος της πίνοντας ένα ποτήρι ουίσκι. Την κοίταξε με ένα πονηρό και κακιασμένο βλέμμα. "Α υπέροχα! Ήρθες! Συγγνώμη για την ακαταστασία. Ήθελα να κάνω ένα πάρτι χθες βράδυ και...ξέφυγε λίγο" είπε με κακία στο βλέμμα του και έκανε νόημα στις κοπέλες να φύγουν. Αφού έμειναν οι δυο τους πλησίασε την Aria που τον κοιτούσε με θυμό. "Ο λόγος που σε έφερα εδώ είναι γιατί θέλω να φτιάξεις κάτι για μένα." είπε με ένα πονηρό χαμόγελο. "Τι;" ρώτησε απότομα η Aria. "Ένα chamber de chasse. Είναι ένας θάλαμος όπου οι μάγισσες μεταφέρουν εκεί κάποια άτομα για να εξασκήσουν την μαγεία τους πάνω τους. Θα μεταφέρεις την Alison, τον Elijah και τον Edward εκεί." είπε σοβαρά. Η Aria έκανε έναν ειρωνικό μομφασμό. "Ναι εντάξει! Δεν υπάρχει περίπτωση να το κάνω γι αυτό άφησε με ήσυχη." απάντησε εκνευρισμένη και προχώρησε προς την έξοδο. Ο Klaus στάθηκε μπροστά της κοιτάζοντας την με ένα σκοτεινό βλέμμα. "Δεν σε ρωτούσα. Σου ανακοίνωσα τι θα κάνεις. Και αν αρνηθείς...." είπε. Τότε δύο γυναίκες έφεραν την Hanna και την Spencer. Και οι δύο ήταν αλυσοδεμένες και είχαν πληγές στα χέρια και στα πόδια τους. Η Aria ανησύχησε πολύ όταν τις είδε σε αυτήν την κατάσταση. "Κάνε το ξόρκι για μένα και σου υπόσχομαι πως δεν θα τις σκοτώσω για την ώρα." ψυθήρισε πονηρά στο αυτό της ο Klaus. Η σιγουριά και η κακία στον τόνο της φωνής του την έκαναν να ανατριχιάσει ολόκληρη δίχως να θέλει να το δείξει. Τέντωσε απότομα το χέρι της και τον πέταξε στην τοίχο με τις δυνάμεις της. "Δεν πρόκειται να σε βοηθήσω!" είπε έντονα. Πλησίασε την Hanna και την Spencer. Έπιασε τις αλυσίδες της Spencer και πριν κάνει το ίδιο στην Hanna η Spencer πήρε ένα μαχαίρι και το τοποθέτησε στον λαιμό της. "Spencer τι κάνεις;" ρώτησε η Aria. "Δεν ξέρω! Έχω ένα προαίσθημα πως αν την λύσεις θα πρέπει να αυτοκτονήσω!" είπε έντρομη. "Λέγεται ψυχαναγκασμός αγάπη." απάντησε με ένα πονηρό και ειρωνικό τόνο ο Klaus. Κοίταξε την Aria. "Κάνε αυτό που σου ζήτησα αλλιώς θα της πω να αυτοκτονήσει." την απείλησε. Η Aria τον κοίταξε με μίσος. Δεν ήθελε να τον βοηθήσει. Δεν ήθελε να προδώσει τους φίλους της. Αλλά δεν ήθελε να χάσει και τις κολλητές της. Ο Klaus άρχισε να χάνει την υπομονή του. Πλησίασε την Spencer και στάθηκε από πίσω της. "Ελευθέρωσε τις πρώτα και θα το κάνω..." απάντησε με μια σιγανή φωνή. "Aria όχι! Μην τον ακούς!" την απέτρεψε η Spencer. Τότε ο Klaus με μια απότομη κίνηση του χεριού του έστριψε απότομα τον λαιμό της και τον έσπασε. Η Spencer έπεσε κάτω. Το δέρμα της άσπρισε και το σώμα της πάγωσε. Ήταν νεκρή! "SPENCER!" φώναξε σοκαρισμένη η Hanna και ετρεξε αμέσως κοντά της. Όμως ο Klaus την πέταξε στον τοίχο με αστραπιαία ταχύτητα. Έπεσε πάνω σε ένα φωτιστικό και το έσπασε μαζί με την πτώση της. Η Aria έκανε ένα ξόρκι πονοκεφάλου στον Klaus. Τα μάτια της είχαν πάρει ένα έντονο σκούρο πράσινο χρώμα από τον θυμό της. Όμως ο Klaus έδειχνε απόβλητος στην δύναμη της. Σαν να τον προστάτευε κάποια άλλη μάγισσα. Πλησίασε την Hanna, την έπιασε από τον λαιμό και την κόλλησε στον τοίχο με δύναμη. Η Aria σήκωσε κάποια αιχμηρά αντικείμενα με τις δυνάμεις της και τα έστεψε προς τον Klaus. Κάποια κεριά που βρίσκονταν στο δωμάτιο άναψαν. Ο Klaus έριξε μια δυνατή μπουνιά στην Hanna πιάνοντας την καρδιά της. Πήρε κάποιες κοφτές αναπνοές με δυσκολία. Ο Klaus κοίταξε την Aria με κακία. "Αν ήμουν εσύ θα άφηνα αυτά τα αντικείμενα στο πάτωμα. Όπως βλέπεις δεν έχω κανένα πρόβλημα να σκοτώσω και την Hanna." είπε αδιάφορα. Η Aria κοίταξε το πτώμα της Spencer και την ετοιμοθάνατη Hanna. Όσο και αν μισούσε τον Klaus έπρεπε να τον βοηθήσει. "Η επιλογή είναι δική σου." συνέχισε πονηρά. "Aria....όχι." ψυθήρισε αδύναμα η Hanna. Η επιλογή ήταν μία. Η Aria χαλάρωσε τα χέρια της και όλα τα αιχμηρά αντικείμενα έπεσαν στο πάτωμα. Τα κεριά έσβησαν και τα μάτια της πήραν το κανονικό τους χρώμα ξανά. Ξεφύσηξε εκνευρισμένη. "Εντάξει. Θα κάνω ότι θέλεις." απάντησε ηττημένη. Ένα κακιασμένο χαμόγελο ήρθε στο πρόσωπό του Klaus. Τράβηξε απότομα το χέρι του από την Hanna και εκείνη έπεσε στο πάτωμα παίρνοντας ανάσες ανακούφισης. Την πλησίασε. "Χαίρομαι πολύ που το ακούω αυτό!" είπε πονηρά.
Λίγα λεπτά αργότερα έφτασα στο κατώφλι του σπιτιού του Klaus. Ήξερα πως ήθελε να με ξεφορτωθεί αλλά δεν είχα ιδέα πως θα το έκανε. Μια όμορφη γυναίκα μου άνοιξε την πόρτα. Ήταν ψηλή, λεπτή, ξανθιά με μεγάλα πράσινα μάτια. Φορούσε ένα μπλε κοντό στράπλες φόρεμα που αναδείκνυε τα λεπτά πόδια της. "Εσύ πρέπει να είσαι η Alison." είπε με μια λεπτή φωνή. "Ναι.." απάντησα περίεργη. "Πέρασε μέσα. Ο Klaus σε περιμένει." απάντησε ευγενικά. Μπήκα στο ευρύχωρο σπίτι. Το πάτωμα ήταν ξύλινο και οι τοίχοι ήταν βαμενοι με ένα ανοιχτόχρωμο καφέ χρώμα. Ο Klaus καθόταν σε μια πολυθρόνα μπροστά από το σβηστό τζάκι πίνοντας ουίσκι. Σηκώθηκε από την πολυθρόνα και με κοίταξε με ένα πονηρό βλέμμα. "Ήρθες! Τέλεια!" είπε ειρωνικά. Τον κοίταξα σοβαρά. "Που είναι o Edward και ο Elijah;" ρώτησα. Άφησε το ποτήρι με το ουίσκι στο γυάλινο τραπεζάκι που βρισκόταν δίπλα του. "Βρίσκονται σε ένα ασφαλές μέρος. Όπως και η Jacqueline." είπε αδιάφορα. Κατάλαβα πως είχε μαχαιρώσει τον Elijah και την Jacqueline. Όμως ανησυχούσα πιο πολύ για το τι είχε κάνει στον Edward και φάνηκε αμέσως στο βλέμμα μου. "Γιατί θες να καταρρίψεις την άλλη πλευρά; Αυτό θα καταστρέψει την ισορροπία των δύο κόσμων!" είπα σοβαρά. "Αλήθεια πιστεύεις πως με νοιάζει η 'ισορροπία' του κόσμου;" ρώτησε κοροϊδευτικά. Με πλησίασε με ένα σατανικά σκοτεινό βλέμμα. "Δεν με νοιάζει τίποτα Alison και εσύ δεν μπορείς να κάνεις κάτι γι αυτό." είπε αγριεμένα. Ήταν τόσο σίγουρος γι αυτό που ήθελε να κάνει και δεν νοιαζόταν για κανέναν πια. Δεν τον αναγνώριζα! Είχα δει το άσχημο πρόσωπο του αλλά δεν ήταν τίποτα σε σχέση με αυτό το τέρας που στεκόταν μπροστά μου. "Και αν κάνεις ότι θέλεις τι θα πετύχεις;! Αργά ή γρήγορα θα επαναφέρεις τα συναισθήματα σου και τότε τίποτα δεν θα μπορέσει να σε σώσει από τις ενοχιές που θα σε καταλάβουν!" είπα με ένταση στην φωνή μου προσπαθώντας να τον μεταπείσω. Όμως ήταν αποφασισμένος να συνεχίσει το σχέδιο του. "Αν είναι έτσι τότε δεν θα επαναφέρω ποτέ τα συναισθήματα μου. Ποιός ο λόγος να νιώθω; Μόνο οι αδύναμοι νιώθουν πόνο και λύπη." απάντησε με ένα αδιάφορο πονηρό βλέμμα. Δεν μπορούσα να τον αφήσω να πιστεύει αυτές τις ανοησίες! "Κάνεις λάθος σε αυτό. Δεν είσαι αδύναμος επειδή κλαις ή λυπάσαι. Αδύναμος είσαι όταν αντιστέκεται στα συναισθήματα σου προσπαθώντας να τα αγνοήσεις." είπα σοβαρά. Έκανε έναν ειρωνικό μομφασμό. "Δεν είπα ποτέ πως χρειάζομαι ψυχολόγο. Και αυτές τις ανόητες συμβουλές που δίνεις καλύτερα κράτα τις για τον εαυτό σου." είπε αδιάφορα. "Εσύ δεν προσπαθούσες να αντισταθείς στα συναισθήματα σου προς τον Edward για να μην πληγώσεις τον Elijah;....Και τελικά τον ισοπέδωσες συναισθηματικά. Όλα αυτά έγιναν επειδή 'δεν μπορούσες να επιλέξεις ανάμεσα τους' όπως έλεγες." συνέχισε. Ένιωσα ένα βάρος στο στήθος μου. Τα λόγια του ήταν άσχημα αλλά δεν με ενοχλούσε αυτό. Ήξερα πως έλεγε αλήθεια. "Όχι! Έχω καλύτερο! Τότε που μου έσβησες την μνήμη επειδή φοβήθηκες πως θα μιλήσω γι αυτό που σου έκανε ο James! Αλήθεια Alison πες μου. Τι έχεις κερδίσει με τα συναισθήματα σου;" είπε αδιάφορα. Τον κοίταξα στα μάτια. "Η απάντηση είναι πολύ πιο απλή από ότι πιστεύεις. Δεν έχεις κερδίσει απολύτος τίποτα και μόνο προβλήματα έχεις φέρει σε όλους μας! Τουλάχιστον χωρίς τα συναισθήματα σου σκεφτόσουν κάπως....τώρα χάθηκε και αυτό μέσα στην υπερβολικά συναισθηματική και αδιάφορη ψυχή σου." είπε με τον ίδιο αδιάφορο και άκαρδο τόνο. Τα λόγια του με πόνεσαν. Όσο και αν ήξερα πως μου έκανε ψυχολογικό πόλεμο πληγωνόμουν. Ένιωσα κάτι υγρό στα μάτια μου. Έπρεπε να συγκρατήσω τα δάκρυα μου. Τον κοίταξα χωρίς να θέλω να αντιδράσω στα σκληρά λόγια του. "Τουλάχιστον έχω καρδιά. Εσύ απέχεις πολύ από αυτό." απάντησα απότομα. Γέλασε κοροϊδευτικά. "Ελα τώρα! Ποιός κερδίζει με την καρδιά στις μέρες μας;! Αγάπη μου οι ηγέτες χρειάζονται μυαλό. Η καρδιά είναι για κάποιους αδύναμος όπως εσύ που πιστεύουν πως αυτό είναι το δυνατότερο όπλο. Αλλά κάνετε λάθος. Όποιος βάζει το συναίσθημα πρώτο είναι ηττημένος!" απάντησε με ειρωνεία στο βλέμμα του.
Τότε ένιωσε κάτι μυτερό να τρυπάει την πλάτη του. Ήταν ο Damon που καρφωνε ένα μαύρο ξύλο στην πλάτη του. Όμως ο Klaus δεν είχε καταλάβει πότε μπήκε μέσα γιατί τον είχα κάνει αόρατο. Έβγαλε μια κραυγή πόνου και πέταξε τον Damon προς τον τοίχο. Μετά άγγιξε το ξύλο και το τράβηξε δυνατά από το σώμα του μέχρι να το βγάλει. Έκανα ένα ξόρκι στον Klaus και άρχισε να πονάει στα πλευρά και στο κεφάλι του. "Δεν θέλω να σε βασανίσω αλλά αν είναι ο μόνος τρόπος για να σε επαναφέρω τότε θα το κάνω." είπα αποφασιστηκά. Αμέσως έγινε ένας δυνατός σεισμός. Μερικά αντικείμενα έπεσαν στο πάτωμα και έσπασαν σε χίλια γυαλιά. Κοίταξα έξω απο το παράθυρο. Ο γαλάζιος ουρανός είχε εξαφανιστεί πίσω από κάποια σκουρόχρωμα γκρι σύννεφα. Τα φώτα του σπιτιού έσβησαν. Ο Klaus μας κοίταξε με ένα σατανικό βλέμμα. Ξαφνικά ένιωσα μια ζαλάδα. Παραπάτησα και κρατήθηκα από ένα γυάλινο τραπεζάκι με δυσκολία να περπατήσω. Είδα την Aria που έκανε ένα ξόρκι. Με κοίταξε με ένα βλέμμα γεμάτο ενοχή που δήλωνε πως αυτή μου έκανε καποιο ξόρκι. "Συγγνώμη..." ψυθήρισε μετανιωμένη και συνέχισε το ξόρκι. Ο Damon προσπάθησε να με βοηθήσει αλλά ο Stefan τον σταμάτησε μπαίνοντας μπροστά του και μαχαιρώνοντας τον με ένα σίδερο στο στομάχι. Έβγαλε μια απότομη κραυγή πόνου. "Γειά σου αδελφέ." είπε ο Stefan πονηρά και ο Damon λιποθύμησε στα χέρια του. Η ζαλάδα γινόταν όλο και πιο ανυπόφορη. Ένιωθα το σώμα μου να αποδυναμώνεται σιγά σιγά. Γονάτισα πιάνοντας το γυάλινο τραπεζάκι. Ο Klaus με πλησίασε με ένα κακιασμένο και γεμάτο σιγουριά βλέμμα. Με κοίταξε υποτιμητικά και σήκωσε ελαφρά το πιγούνι μου προς το μέρος του. "Χθες σου είπα πως δεν θέλεις να γίνεις εχθρός μου. Μην λες πως δεν σε προειδοποίησα." είπε αδιάφορα και απομακρύνθηκε από κοντά μου. Κοιταξα την Aria με ένα βλέμμα απορίας. Εκείνη δύστασε να στρέψει το βλέμμα της προς το μέρος μου από την ντροπή της. Ένιωθε απαίσια γι αυτό που έκανε αλλά γνώριζε πως δεν είχε άλλη επιλογή. Ξάπλωσα στο πάτωμα ηττημένη και έκλεισα τα μάτια μου αφήνοντας το ξόρκι να με καταβάλει αποχαιρετώντας τον πραγματικό κόσμο.
Λίγες ώρες αργότερα η Spencer πήρε μια απότομη εισπνοή και ανασηκώθηκε. Βρισκόταν σε ένα σκοτεινό υπόγειο. Η Hanna την κοίταξε έκπληκτη. "Δεν σε σκότωσε!" μουρμούρισε. Η Spencer δεν μπορούσε να καταλάβει τι είχε συμβεί. "Φυσικά και δεν το έκανα! Δεν γίνομαι δολοφόνος χωρίς λόγο." ακούστηκε η πονηρή φωνή του Klaus που στεκόταν μπροστά τους δίπλα στην Aria. Την κοίταξε. "Την επόμενη φορά που θα αρνηθείς σε κάποια εντολή μου θα της σπάσω τον λαιμό χωρίς να της δώσω το αίμα μου." την απείλησε και έφυγε. Μερικά δακρια συγκίνησης και λύπης κύλισαν στα μάγουλα της Aria. Έτρεξε κοντά στην Spencer και την αγκάλιασε μαζί με την Hanna. "Πως θα φύγουμε από εδώ;" ρώτησε ανήσυχη η Spencer. "Θα βρούμε τον τρόπο. Δεν θα είναι εύκολο αλλά θα τα καταφέρουμε." απάντησε καθισυχαστηκά η Aria. Και οι τρεις είχαν φοβηθεί πολυ. Είχαν περάσει πολλά στην ζωή του αλλά τίποτα δεν έμοιαζε με τον Klaus.
Εκείνη την στιγμή όλο το πλήθος που βρισκόταν στην άλλη πλευρά είχε μαζευτεί μπροστά από τον Klaus. Κοιτούσε πολύ προσεκτικά τα πρόσωπα που βρισκόντουσαν απέναντι του ψάχνοντας για την Raven και την Caroline. Όμως δεν τις είδε πουθενά. Ένα πληγωμένο βλέμμα ήρθε στο πρόσωπό του για μερικά κλάσματα δευτερολέπτων και σφράγισε μέσα του αυτήν την μικρή σχισμή συναισθημάτων που είχε αφήσει ανοιχτή. Μια κοπέλα τον πλησίασε. "Το ξόρκι είναι έτοιμο." είπε ήρεμα. Την κοίταξε αδιάφορα. "Ωραία. Κάντε το. Δεν με νοιάζει." απάντησε άψυχα και έφυγε.
Δύο εβδομάδες μετά
Mystic Falls 11:50μμ
Ένα τραγικό ατύχημα είχε συμβεί μεταξύ δύο αυτοκινήτων λίγο πιο έξω από το δάσος του Mystic Falls. Η αστυνομία είχε έρθει αμέσως για να κατευθύνει την κατάσταση καθώς και το ασθενοφόρο. Οι οδηγοί των αυτοκινήτων ήταν νεκροί. Ξαφνικά μια αστυνόμος πρόσεξε μια κοπέλα με ξανθά μαλλιά χτενισμένα σε μπούκλες που ξεπρόβαλε απο το δάσος. Είχε μερικές πληγές στα χέρια της και τα ρούχα της ήταν σκονισμένα.
Ήταν η Caroline! Ήταν ζωντανή! Η αστυνόμος την πλησίασε. "Κυρία; Είστε καλά;" την ρώτησε. Η Caroline την κοίταξε παραξενευμένη. "Ποιά είσαι εσύ;" ρώτησε. "Με λένε Linda Parker. Είμαι αστρονομικός. Εσείς ποιά είστε;"ρώτησε. "...Δεν ξέρω!" απάντησε ειλικρινά. Η Linda την κοίταξε ανήσυχη. "Θα σας πάμε σε κάποιο νοσοκομείο. Μην ανησυχείτε." απάντησε καθισυχαστηκά. "Όχι. Θέλω να δω τον Klaus." είπε έντονα. "Σε ποιόν Klaus αναφέρεστε;" ρώτησε. Ένα βλέμμα πανικού ήρθε στο πρόσωπό της Caroline. "Πες μου που είναι ο Klaus!" φώναξε ψυχαναγκάζοντας την. "Δεν ξέρω κανέναν Klaus!" απάντησε φοβισμένη. Η Caroline την πίστεψε και εξαφανήστηκε με αστραπιαία ταχύτητα.
Αυτό ήταν το κεφάλαιο!
Ελπίζω να σας άρεσε!❤
Γράψτε τις απόψεις και τις εντυπώσεις σας στα σχόλια!😁
Και μην ξεχάσετε να πατήστε το ☆!
Φιλάκιαααααααα!! 😘❤
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro