Π42
"Εσύ δεν θα εφευγες;" Ρώτησα τον Δημήτρη καθώς καθάρισα και το τελευταίο ίχνος τούρτας από το πρόσωπο μου.
"Δεν βρήκα εισιτήριο για σήμερα και φεύγω αύριο με το απογευματινό." Μου απάντησε εκείνος κοιτώντας με.
"Ποιος είχε την ιδέα να με κάνει καρδιακή;" Ρώτησα εγώ απευθυνόμενη σε όλους.
Ο Δημήτρης και ο Γιώργος ξεκίνησαν σφυρίζουν και να κοιτάνε γύρω τους δήθεν αθώα.
"Μαρεσει που ρωτάς κιόλας , λες και δεν τους ξέρεις." Σχολίασε η Ιωάννα .
"Θέλω να μάθω περισσότερα για πείτε." Τους παρότρυνα εγώ.
"Σκέφτηκα αφού δεν θα είμαι εδώ στα γενέθλιά σου να σου κάνουμε κάτι τώρα. Όταν σε χαιρέτησα που και καλά έφυγα , πήγα στην χώρα και σου αγόρασα αυτό."
"Οοο τι γλυκό" σχολίασε η Νόρα περισσότερο απευθυνόμενη στον Γιώργο παρά σε εμάς.
Σταμάτησε τον λόγο του και έβγαλε από την τσέπη του ένα μικρό κουτάκι κοσμηματοπωλείου.
Μου το έδωσε και εγώ το άνοιξα αμέσως. Ήταν μια λεπτή αλυσίδα για τον λαιμό που ως διακοσμητικό είχε μια μικρή ασημένια φιγούρα με ένα ζευγάρι να χορεύει.
"Με το που το είδα σκέφτηκα εμάς στα περσινά σου γενέθλια." Συμπλήρωσε την πρόταση του καθώς με βοήθησε να το κούμπωσω.
"Είναι πανέμορφο. Σε ευχαριστώ. Σου υπόσχομαι ότι δεν θα το βγάλω ποτέ από πάνω μου." Του είπα και πήδηξα πάνω του ενθουσιασμένη.
"Εμείς άμα θέλετε για κανένα σαρανταπενταλεπτακι την κάνουμε." Είπε ο Γιώργος χαλώντας την ρομαντική ατμόσφαιρα που είχε δημιουργηθεί.
Εγώ κατέβηκα από τον Δημήτρη και του χάρισα μια ωραιότατη γκριμάτσα.
"Δεν μου είπατε όμως πως σκεφτήκατε να με κοψοχολιασετε." Τους είπα.
"Ο γόης από εδώ στην αρχή σκέφτηκε να σε ξυπνήσουμε και να σβήσεις τα κεράκια στο σπίτι του, αλλά μετά θεώρησε ότι αυτό θα το ευχαριστηθείς περισσότερο." Απάντησε ο Γιώργος.
"Και τώρα η ώρα της διασκέδασης " είπε ο Γιώργος και όλοι βγάλανε από τα σακίδια τους ποτά και σνακς.
Εγώ ξεκίνησα να χοροπηδάω από την χαρά μου .
Είμαι σίγουρη πως αυτά τα γενέθλια είναι μακράν τα καλύτερα από όλα τα προηγούμενα.
Δεν με ενδιέφερε που ο Δημήτρης θα έφευγε το απόγευμα. Με ένοιαζε που τώρα ήταν εδώ, που ήταν όλοι τώρα εδώ .
Αφού αδειασαμε δύο μπουκάλια βότκα, 5 μπύρες ,μισό μπουκάλι κρασί και τα αγόρια είχαν κανονίσει πάνω από έξι τσιγάρα ο καθένας , χορεύαμε μεθυσμένοι ενώ τραγουδούσαμε ταυτόχρονα.
Οι φωνές μας ηχούσαν από χιλιόμετρα μακριά και ακόμα και τώρα απορώ πως δεν μας χτύπησε κανένας ενοχλημένος γείτονας την πόρτα.
Έκατσα στον καναπέ με τον Δημήτρη και ξεκινήσαμε να φιλιομαστε. Εκείνος με κράταγε σφιχτά από την μέση , όσο εγώ του χαιδευα το μπράτσο.
"Νατάσσα δεν θέλω να σε χάσω." Μου δήλωσε ο Δημήτρης ενώ ο αντίχειρας του χάιδευε απαλά το μάγουλο μου.
"Δεν θα με χάσεις μωρό μου". Του απάντησα επιχειρώντας να τον ξανά φιλήσω
Εκείνος όμως με σταμάτησε .
"Το εννοώ. Η ζωή μου χωρίς εσένα ειναι μονότονη. " Μου είπε και τα μάγουλα μου κοκκίνισαν.
"Μωρό μου τι σε έπιασε;" Τον ρώτησα ενώ του χαιδευα τα καστανά μαλλιά του.
"Απλά ήθελα να στο υπενθυμίσω" μου απάντησε και τότε ένωσε τα χείλια μας χωρίς να μου αφήσει το περιθώριο να του απαντήσω.
[...]
"Να προσέχεις " του είπα και σηκωθηκα στις μύτες των ποδιών μου για να τον αγκαλιάσω.
Εκείνος χαιρέτησε και τους υπόλοιπους και έφυγε για το λιμάνι.
Ήμουν τόσο κουρασμένη που το μυαλό μου δεν μου έδινε περιθώριο να συνειδητοποιήσω ότι για λίγες μέρες ο Δημήτρης δεν θα είναι στο χωριό.
Αν και ήθελα να πάω να ξανά κοιμηθώ στο σπίτι του Δημήτρη, η Έλενα με πήρε σχεδόν αγκαλιά για να με πάρει μαζί της στο σπίτι μας.
Δεν ήθελε να ξανά κοιμηθώ μόνη μου σε ένα μέρος που εκείνη δεν είχε πρόσβαση, μιας και την είχε αγχώσει πολύ το χθεσινοβραδινό γεγονός.
Με το που ξάπλωσα στο κρεβάτι τα μάτια μου έκλεισαν και εγώ γλυκά είχα δοθεί στην αγκαλιά του Μορφέα.
Ύστερα απο κάμποσες ώρες ύπνου τα μάτια μου άνοιξαν, μου πήρε μερικά δευτερόλεπτα να επανέλθω στην πραγματικότητα αλλά τελικά τα κατάφερα.
Άνοιξα το κινητό μου και είδα ότι ο Δημήτρης μου είχε στείλει ένα μήνυμα που με ενημέρωνε ότι είχε φτάσει. Έψαξα την επαφή του στο κινητό μου και τον πήρα τηλέφωνο.
Εκείνος το απάντησε σχετικά γρήγορα.
"Έλα μωρό μου." Προσφώνησε.
"Έλα που είσαι;" Τον ρώτησα .
"Τώρα έφυγα από το σπίτι και πάω στο νοσοκομείο." Μου απάντησε. Από το τηλεφώνημα περισσότερο μπορούσα να ακουσω τον χαμό που γινόταν στον δρόμο παρά εκείνον.
"Να προσέχεις στον δρόμο, φοβάμαι." Του είπα .
"Ναι κοιμησιαρικο μωρό μου μην ανησυχείς." Μου απάντησε και εγώ γέλασα.
Μιλούσαμε μέχρι να φτάσει στο νοσοκομείο. Καταλάβαινα ότι ένιωθε περίεργα που θα ξανά δει τους γονείς του μετά από ότι του έχουν προκαλέσει και για αυτό του έστειλα μήνυμα να με πάρει τηλέφωνο μόλις φύγει από το νοσοκομείο.
Δημήτρης
"Συγνώμη σε ποιον όροφο βρίσκεται ο Ηρακλής Τριανταφύλλου;" Ρώτησα ευγενικά την υπάλληλο στην ρεσεψιόν.
"Μισό λεπτό νεαρε." Μου είπε εκείνη και κοίταξε στον υπολογιστή της.
"Είναι στον τρίτο, αλλά για να σας αφήσω να τον δείτε πρέπει να μου δώσετε τα στοιχεία σας." Με ενημέρωσε και εγώ της έδωσα την ταυτότητα μου για να ελέγξει.
Αφού μου επέτρεψε την είσοδο, πήρα το ασανσέρ και λουσμενος με κρύο ιδρώτα περίμενα να σταματήσει στον όροφο μου.
Βγήκα και ξεκίνησα να ψάχνω το δωμάτιο, μέχρι που εντόπισα τον αριθμό 109. Εκεί ήταν το δωμάτιο του.
Δεν ήμουν καθόλου ενθουσιασμένος που θα τους έβλεπα μετά από έναν ολόκληρο χρόνο. Το ότι με έδιωξαν από το σπίτι και με ανάγκασαν να βρω δουλειά παράλληλα με τις σπουδές μου είναι το λιγότερο γελοίο, αλλά όπως λέει και η Νατάσσα αυτό με κάνει ανεξάρτητο.
Πήρα μια βαθιά ανάσα και άνοιξα την πόρτα. Η μητέρα μου με το που με αντίκρισε γουρλωσε τα μάτια της και ένα αχνό χαμόγελο διέκρινα στο πρόσωπο της. Ο πατέρας μου κοιμοταν, ενώ στο χέρι του είχε συνδεδεμένο τον όρο που κρεμόταν στο προσκέφαλο του κρεβατιού του.
Στο διπλανό κρεβάτι δεν υπήρχε κανείς όποτε μπορούσα να εκφραστω ελεύθερα.
"Πως είναι;" Ρώτησα ψυχρά
"Δεν είναι κάτι σοβαρό μόνο το χέρι του έχει σπάσει, αλλά αν σε ενδιέφερε θα μπορούσες να είχες έρθει χθες. " Απάντησε εκείνη θυμωμένη.
Εγώ έκατσα στο άδειο κρεβάτι λίγο πιο δίπλα .
"Μα δεν με ενδιέφερε." Της δήλωσα ενώ εκείνη φάνηκε να σοκαριζεται με την απάντηση μου.
"Τότε γιατί είσαι εδώ;" Ρώτησε.
"Για τα μάτια του κόσμου." Απάντησα και σηκώθηκα για να πάω στην πόρτα.
"Περίμενε. Μην φύγεις." Μου είπε εκείνη και με πλησίασε.
"Σε φώναζε. Θα χαιρόταν να σε δει εδώ." Είπε και μου έπιασε το χέρι.
"Και εγώ χαίρομαι που σε βλέπω." Συνέχισε την πρόταση της και έκανε να με αγκαλιάσει.
Εγώ την σταμάτησα και γρήγορα απομακρύνθηκα από κοντά της.
"Έχετε τελειώσει για εμένα. " Η φωνή μου μόνο μίσος πήγαζε και το βλέμμα μου επίσης. Δεν μπορώ να το πιστέψω ότι μου λέει τέτοιες κουβέντες ενώ πέρσι μου έλεγε να τα βγάλω πέρα μόνος μου.
"Αν η κουβέντα που μόλις είπε ίσχυε, τότε δεν θα ταξιδευες αφήνοντας τις δελεαστικές διακοπές σου και τα κορίτσια που σε περιτριγυρίζουν για να έρθεις να δεις τον πατέρα σου που όπως λες έχεις γραμμένο." Μου απάντησε εκείνη με αυτοπεποίθηση και θράσος.
"Επειδή έχεις θράσος, αυτή ελπίζω ότι είναι η τελευταία μας συνάντηση. Ήρθα για να ξέρω αν έχω πατέρα ή έμεινα μόνο με.. μητέρα." Της τόνισα και χωρίς να της αφήσω περιθώριο να απαντήσει αποχώρησα από το δωμάτιο.
Ομολογώ ότι η κατάληξη της ημέρας δεν με επηρέασε καθόλου ψυχολογικά. Νιώθω πολύ καλύτερα που ξεκαθάρισα τα πράγματα. Ούτως ή άλλως τώρα πια έχω μάθει να ζω χωρίς αυτούς
Γεια σας αγαπεςς
Τι κανετεε;
Περίπου δύο κεφάλαια έμειναν μέχρι αυτό το βιβλίο να έρθει στο τέλος του. Θα έρθουν όμως νέες ιστορίες και νέα ταξίδια στην συνέχεια. Αυτά όμως θα τα πούμε σε λίγα κεφάλαια.
Ελπίζω να σας άρεσε το σημερινό κεφάλαιο και αν σας άρεσε να αφήσετε ένα αστεράκι.
Εμείς θα τα πούμε στο επόμενο.
Φιλουρες με αγάπηη.
Μπαιιι
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro