Eighteen Hours
Η τελευταία μου μέρα μαζί σου, εφτασε.
Αυτό ήταν υποθέτω...
Θα μου λείψει όμως αυτό το χαμόγελο που κρεμάς στα χείλη σου,
τα πράσινα μάτια σου που λαμπιριζουν κάθε φορά που κοιτάς τον ουρανό,
αυτά τα μάγουλα που κοκκινιζουν κάθε φορά μου με αντικριζουν.
Θα μου λείψεις εσύ.
Εγώ θα σου λείψω όμως? Θα με ξεχάσεις ή θα με μισήσεις?
☆☆☆☆☆☆☆☆☆☆☆☆☆☆☆☆☆
『Morning』
【Eleonora's Pov 】
"Αντε Ελεονόρα! Πιο ψηλά!" Κάνει ο Χάρη.
Ξεφυσαω "Μα, δε μπορώ! Προσπαθώ εδώ και τρεις ώρες!".
"Δεν υπάρχει δε μπορώ, υπάρχει δε θέλω" Κάνει.
"Σε μισώ..." μουρμουριζω κι ανεβαίνω πάλι πάνω στο σκουπόξυλο μου.
"Κι εγώ σε λατρεύω"
Αρχίζω να πετάω και φτάνω στα πέντε μέτρα πάνω απτό έδαφος. Έχω φρικάρει. "ΧΑΡΗ! ΘΑ ΠΕΣΩ!"
"Μην αγχώνεσαι, θα ζήσεις" Λέει καθαρίζοντας τα γυαλιά του.
Ο Ρον μας πλησιάζει και λέει "Ακόμα να πεταξει η Ελ?"
-Άντε καλέ! Δεν την βλέπεις; Σε λίγο θα πετάει και χωρίς το σκουπόξυλο. Τόσο καλή είναι.
"Ναι...σε λίγο θα κλείσουμε τέσσερις ώρες!"
"Είναι φοβιτσιαρα..." σχολιάζει ο Ρον.
"Εϊ! Είμαι κι εγώ εδώ!" Γκρινιάζω.
『Night』
【Mattheo's Pov】
Μπαίνω μέσα στο δωμάτιο μετά τη βόλτα μου στις κουζίνες. Είχα μόλις τελειώσει εφτά μπουκάλια μπίρας.
Κλείνω την πόρτα πίσω μου και αντικρίζω την Πανσυ πάνω στο κρεβάτι μου με τα δαντελωτά της εσώρουχα.
-Μόλις το έκανα εικόνα και έχω ήδη έτοιμο το πιστόλι στον κρόταφο. Εσύ πως θα αυτοκτονήσεις;
Θέλω να αυτοκτονήσω...
"Τι θες εδώ τέτοια ώρα?"
"Δεν ξέρω... Βαριόμουν και είπα να περάσω να πω ένα γεια"
Την πλησιαζω και στέκομαι μπροστά της.
"Βάλε τα ρούχα σου." Της λεω αυστηρά.
Τα βγάζει και μένει γυμνή μπροστά μου.
Παίζει με την υπομονή μου.
-Πατάω την σκανδάλη σε 3, 2, 1! *πατάει την σκανδάλη αλλά το πιστόλι είναι άδειο* Γαμώτο! Δεν πέθανα; Τώρα θα κάθομαι να βλέπω την Πάνσυ γυμνή να την πέφτει στον Ματτέο; Αίσχος.
Τα παγωμένα μου χέρια αγγίζουν το ζεστό πιγούνι της. "Τι θες εδώ, τέτοια ώρα?" Την ξαναρωταω.
"Αυτό που θέλω κάθε φορά...εσένα" Λέει με την πονηριά καρφωμένη στα μάτια της.
Αφουγκραζομαι για λίγο και την κοιτάω ξανά."Οχι."
"Τι εννοείς όχι?" Κάνει μπερδεμένη.
"Οχι σημαίνει οχι. Εσύ δε θα πατήσεις ποτέ ξανά το πόδι σου εδώ μέσα."
Σηκώνεται τσαντισμένη και ντύνεται.
"Ο αδερφός σου είναι χίλιες φορές καλύτερος από σένα!" Φωνάζει και φεύγει απτό δωμάτιο κοπανοντας την πόρτα.
"Γιατί το έχεις κάνει και μ' αυτόν?" Κάνω ειρωνικά.
Ώρες ώρες γίνεται άλλος άνθρωπος...
【Pansy's Pov】
Πηγαίνω στο δωμάτιο του Ματτεο και τον περιμένω να γυρίσει. Απόψε θα του αποδείξω ότι είμαι καλύτερη από καθε άλλο κορίτσι που έρχεται εδώ.
Ύστερα από είκοσι λεπτά μπαίνει μέσα μεθυσμένος. Κλείνει την πόρτα, και μόλις αντιλαμβάνεται την παρουσία μου, λέει "Τι θες εδώ τέτοια ώρα?".
"Δεν ξέρω... Βαριόμουν και είπα να περάσω να πω ένα γεια" Κάνω πονηρά καθώς το μικρό μου δάκτυλο παίζει με τη θήκη του μαξιλαριού του.
"Βάλε τα ρούχα σου." Μου λεει με τον παγωμένο τόνο της φωνής του να λιώνει τον εγκέφαλο μου.
Εγώ όμως κάνω το ακριβώς αντίθετο...Βγάζω ότι φορούσα και του χαμογελάω πονηρά.
"Τι θες εδώ, τέτοια ώρα?" Γρυλίζει πιάνοντας σφιχτά το πιγούνι μου.
"Αυτό που θέλω κάθε φορά...εσένα."
Χάνει για λίγο τη φωνή απτά χείλη του και με κοιτάει, με ένα δολοφονικό βλέμμα αυτή τη φορά που με καίει ολόκληρη.
"Οχι" Κάνει.
"Τι εννοείς όχι?" Λεω μπερδεμένη.
"Οχι σημαίνει οχι. Εσύ δε θα πατήσεις ποτέ ξανά το πόδι σου εδώ μέσα."
Εε όχι αγοράκι μου! Εγώ θα πατήσω ξανά εδώ μέσα! Θα το δεις...θα σου δείξω ποιος κάνει κουμάντο. Θα το μετανιώσεις...
-Επιτρέψτε μου να το πω
πρώτη, ΙΟΥ!
Βάζω το παντελόνι και το σουτιέν μου. Δένω πρόχειρα τα παπούτσια και βαζω τη μαύρη μπλουζα μου κάτω απτη μασχάλη μου.
"Ο αδερφός σου είναι χίλιες φορές καλύτερος από σένα!" Του φωνάζω θυμωμένη. Φεύγω απτό δωμάτιο κοπανοντας την πόρτα και παω στο δωμάτιο του αδερφού του.
"Γιατί το έχεις κάνει και μ' αυτόν?" Αυτά ήταν τα τελευταία του λόγια πριν βγω απτην κάμαρα του.
Χτυπάω δυνατά την πόρτα του Ντρακο και μου ανοίγει ο Τομ. Παράξενο που δεν είχε ζητήσει ένα άλλο δωματιο ώστε να ειναι μονος του...Τεσπα!
Τον κοιτάω από πάνω μέχρι κάτω και παρατηρώ ότι δε φοράει μπλούζα...Παναγία μου...
"Γεια Τομ. Μπορώ να περασω-"
"Οχι τωρα, έχω δουλειά" Λέει κάνει να κλείσει την πόρτα.
Λίγο πριν την κλείσει όμως, τα μάτια μου κοιτάζουν εξεταστικα μέσα το δωμάτιο... Παρατηρώ άνδρες με μαύρες στολές, αλλά και τον Θιοντορ με τον Ντρακο. Τι στον πουτσο κάνουν όλοι αυτοί εκεί μέσα?
-Ρωμαϊκό όργιο. Τι θες να κάνουν εκεί μέσα κοπέλα, να σε κάμει ο Μέρλιν, μου;
Γυρνάω την πλάτη μου στην πόρτα και φεύγω με προορισμό το δωμάτιο του Γκράχαμ.
Ανοίγει την πόρτα τριβοντας τα μάτια του. "Ποιος είναι τέτοια ωρ- Όου, Πανσυ. Πως κι από δω?" Κάνει ρίχνοντας τα μάτια του πάνω στο σουτιέν μου.
"Να...ξέρεις μωρέ, βαριόμουν και είπα να περάσω να πω ένα γεια".
Δε μιλάει. Απλά με κοιτάει με ενα χαρακτηριστικό πονηρό βλέμμα. Το ξερω ότι είναι μαλακας αλλά δεν έχω άλλη επιλογή. Έχω όρεξη και Κάρι πρέπει να κάνω απόψε...!!
"Να περάσω?" Λέω βαριεστημένα και σουφρωνω τα φρύδια μου.
"Ναι, ναι, φυσικά! Πέρνα μέσα." Κάνει λίγο στην άκρη και μπαίνω μέσα στο δωμάτιο του.
Ο χώρος μυρίζει χόρτο.
Ξαπλώνω στο άστρωτο κρεβάτι του και βγάζω ένα τσιγάρο απτην τσέπη του τζιν μου. "Έχεις αναπτήρα?"
Γνέφει καταφατικά και μου πετάει έναν μαύρο αναπτήρα με ασημένιες γραμμές πάνω στα πεταμένα ρούχα που ξαπλώνουν στη γωνία του μαξιλαριού του. Ανάβω το τσιγάρο και κάνω τέσσερις, πέντε, τζούρες.
"Πανσυ?"
"Ναι, Γκράχαμ?"
"Εχεις όρεξη για ταινιούλα?" Λέει με ένα στραβό χαμόγελο κολλημένο στα χείλη του.
"Δε νομίζω ότι χρειαζόμαστε την ταινιούλα." Σηκώνομαι και τον τραβάω απτην μπλούζα......
【Oliver's Pov】
Μα τον Μέρλιν...πεθαίνω απτη βαρεμάρα.
Κοιτάω δεξιά...βλέπω ένα άδειο κρεβάτι.
Κοιτάω αριστερά...βλέπω ένα άλλο άδειο κρεβάτι. Τι ήθελα κι έμπλεξα σε καβγά με τον Μαλφοι?
Σηκώνω την πλάτη μου και φτιάχνω το μαξιλάρι. Ακούω βήματα έξω από το ιατρείο. Σκεπαζομαι με την κουβέρτα ως τον λαιμό και κάνω πως κοιμάμαι.
Αυτά τα βήματα...μου είναι γνωστά. Είναι της ΜακΓκοναγκαλ! Μιλάει μαζί με τη Μαντάμ Ποεμφρυ.
"Ναι, Μαντάμ, πρέπει να φύγει το συντομότερο δυνατόν."
"Πως θα τον διώξουμε όμως? Μιλήσατε με τον Αλμπους?"
"Ναι, μίλησα μαζί του πριν κάτι ώρες. Ο Σεβερους ήθελε να τον πείσει να αφήσει τα αδέλφια Ριντλ να μείνουν στη σχολή..."
"Ίσως θα πρέπει να αφήσουμε τον μεγαλύτερο να αποφοιτήσει..."
"Οχι...Αυτό το παιδί είναι επικίνδυνο."
"Και τί θα γίνει με τον μικρό του αδερφό?"
"Ο μικρός Ριντλ θα μείνει... Αλλά θα βάλουμε άτομα να τον ελέγχουν καθημερινά. Είναι ο μόνος τρόπος..."
Τι στο-
Ο Τομ Ριντλ ήρθε στο Χογκουαρτς?!
-Άντε καλέ! Βάλθηκε όλο το Χόγκουαρτς μια ωραία πρωία να κάνει φάρσα στον μεγαλύτερο μαλάκα του σύμπαντος.
Πρέπει να πάω στην Ελ...Πρέπει να την κρατήσω μακριά του. Ανοίγω τα μάτια μου και κοιτάω την Μαντάμ Ποεμφρυ, η οποία μένει άφωνη με την καθηγήτρια ΜακΓκοναγκαλ.
"Μαντάμ! Είμαι έτοιμος να περπατήσω!"
"Μα, παιδί μου, δεν έχεις ούτε μία μέρα που είσαι εδώ. Μήπως θα ήταν καλύτερο να ξαπλωσ-"
"Σας υπόσχομαι ότι μπορώ να περπατήσω!" Κάνω να σηκωθώ αλλά ένας οξύς πόνος χτυπάει το πόδι μου.
"Γουντ, ξάπλωσε να ξεκουραστείς! " Λέει αυστηρά η ΜακΓκοναγκαλ.
Γνεφω -αναγκαστικα- θετικά και ξαπλώνω πάλι, πάνω σε αυτό το σκληρό, άσπρο κρεβάτι, τρελοκομείου.
"Όπως έλεγα, ο Τομ πρέπει να φύγει..." Συνέχισε η ΜακΓκοναγκαλ βγαίνοντας έξω απτό ιατρείο.
【Hermione's Pov】
Η συγκάτοικος μου λείπει απόψε...πράγμα που σημαίνει ότι μπορώ να κάνω ότι θέλω!
Σκύβω και τραβάω κάτω από το κρεβάτι μία κούτα με κασέτες. Την ανοίγω και μέσα βλέπω μονάχα ένα ημερολόγιο με μαύρο εξώφυλλο....το ημερολόγιό του Τομ. Τι δουλειά έχει εδώ το ημερολόγιό του?
Το ανοίγω με αργές κινήσεις, αλλά παρατηρώ ότι οι σελίδες δεν έχουν ίχνος μελανιού.
Ένα παγωμένο χέρι αγγίζει τον ώμο μου και μένω ακίνητη γνωρίζοντας ποιος με ακουμπά. "Σου έλειψα, Γκρειντζερ?"
Γυρίζω απότομα το κεφάλι μου για να τον αντικρίσω αλλά δεν είναι εκεί...δεν ήταν ποτέ εκεί.
Συνελθε Ερμιόνη! Είναι όλα στη φαντασία σου!
Κλείνω την κούτα και την ξανανοίγω. Το ημερολόγιό ειναι ακόμα εκεί. Αρχίζω να τρελαίνομαι... Την κλείνω και την ανοίγω ξανά, και ξανά, και ξανά...αλλά είναι ακόμα εκεί!
Στο τέλος, ανοίγω το παράθυρο, πετάω την ανοιχτή κούτα στο κενό. Κασέτες βγαίνουν απτην κούτα και σκάνε στο έδαφος. Τι στο-
【The Next Day ⚡︎】
【Mattheo's Pov】
Ανοίγω τα μάτια μου κι αντιλαμβάνομαι ότι ξαπλώνω στο πάτωμα του δωματίου του αδερφού μου.
Σηκώνω την πλάτη μου και λέω "Πόση ώρα είμαι εδώ?"
"Καλήμερα...αδερφέ. Ξέρεις γιατί η Πανσυ ήρθε χθες το βράδυ στο δωμάτιο μου?"
"Ήθελε να σε γαμησει, υποθέτω..."
"Τοτε, θα ξέρεις τι έκανες χθες το βράδυ..."
"Τι εννοείς? Ήμουν μεθυσμένος, δε θυμάμαι τιποτα-"
"Δεν θυμάσαι? Δε θυμάσαι ότι σκότωσες μία κοπέλα του Χαφλπαφ, Ματτεο? "
"Τ-τι έκανα λέει?"
"Σκότωσες" Κάνει και ανοίγει τη ντουλάπα του. Μέσα από αυτή βγάζει το πτώμα μιας ξανθιάς κοπέλας.
Τα μάτια της είναι παγωμένα, φοβισμένα...το πρόσωπο της χλωμό και η επιδερμίδα της λευκή. Μόνο ορισμένες, μαύρες, φλέβες ξεχωρίζουν στο λαιμό της.
"Εγώ το έκανα αυτό?" Λέω σοκαρισμενος κοιτάζοντας την κοπέλα.
-Όχι καλέ! Εσύ είσαι το καλύτερο παιδί!
"Ναι, αδερφέ, εσύ το έκανες."
-Εσύ να σκάσεις γιατί θα νευριάσω.
"Μα- Πως- Εγώ ήμουν στο δωμάτιο μου, και-"
"Σκότωσες Ματτεο...Αυτό ξέρεις τι σημαίνει."
"Οχι, όχι όχι όχι..."
"Ξέρεις πολύ καλά....." Λέει με ενα στραβό χαμόγελο και πετάει μία μάσκα θανατοφαγων δίπλα μου. "Απόψε γίνεσαι θανατοφαγος. Έχεις άλλες δεκαοκτώ ώρες να απολαύσεις τη μίζερη ζωή σου και να δεις αυτό το λασποαιματο κορίτσι για μία ακόμη φορά."
"Μη τη λες λασποαιματη!!!" Του φωνάζω μες στα μούτρα και ακουμπά με δύναμη το ραβδί του στο λαιμό μου. "Πρόσεχε, Ματτεο. Δε θα δείξω οίκτο επειδή είσαι αδελφός μου"
"Θα προτιμούσα να μην είμαι έτσι κι αλλιώς." Γρυλλίζω και φεύγω απτό δωμάτιο του. Ψυχοπαθής άνθρωπος...
【...】
Γεμίζω το πιάτο μου με φαγητό κι αρχίζω να μπουκώνωμαι σα λύκος. Το Γκρειτ Χολ είναι σχεδόν άδειο...δε με ενοχλεί. Κάθε άλλο, έχω την ησυχία μου και μπορώ να απολαύσω το πρωινό μου σαν κανονικός μάγος.
~Έι, θυμάσαι το κορίτσι με τα πράσινα μάτια και τα ροδοκοκκινα μάγουλά?
-Ένα, τι νομίζεις ότι είσαι και γιατί μου πήρες την θέση, Δύο, γιατί μπορείς να μιλάς με τον Ματτέο και εμένα όλοι με γράφουν. Τρία, θέλω άμεσα εξηγήσεις!
*Κλείνει τα αυτιά του Ματτεο* Εγώ φωνή λέγομαι, για περαιτέρω πληροφορίες πάνε ρώτα την τρελή που γράφει αυτό το βιβλίο! *ανοίγει ξανά τα αυτιά του*
Όχι τώρα μυαλό! Πρέπει να τη ξεχάσω.
~Είσαι σίγουρος ότι θες να την ξεχάσεις? Κι αν στεναχωρηθει? Αν είναι το άλλο σου μισό? Κι αν σε μισήσει?
Σκασε γαμωτο... Δε θα με μισήσει ποτέ.
~Και πως το υποστηρίζεις αυτό? Εγώ πιστεύω ότι σε μισεί ήδη...Μία τόσο όμορφη κοπέλα με εσένα? Ακούγεται σαν ένα κρύο ανέκδοτο.
Έχεις δίκιο. Αλλά σταματα να μιλάς!
~Μπα...Θα μείνω εδώ και θα σε στοιχειώνω για πάντα. Αλλά σου υπενθυμίζω: Κάνε ότι μπορείς σήμερα, μιλά της, γελά μαζί της, γιατί δε θα την αντικρίσεις ποτέ ξανά.
"Σκασε!!" Αυτό το είπα πιο δυνατά από ότι έπρεπε...
Τα λιγοστά παιδιά που βρίσκονται στην τραπεζαρία έχουν γυρίσει και με κοιτάνε. Ψιθυριζουν διαφορά. Κι όμως...μόνο τη δικιά της φωνή ξεχωρίζω μέσα στους ψιθύρους. Με μάτια κόκκινα απτον λιγοστό ύπνο, γυρνάω και την κοιτάω.
Η λασποαιματη φίλη της τής κουνά το χέρι, αλλά η Κινγκ συνεχίζει να κοίτα. Το χαμόγελο της όμως είναι αχνό...ειναι σα να με λυπάται.
Ο Ντιγκορι μού ρίχνει μια βρώμικη μάτια, άλλος μαλακας από 'κει.
Μέσα στην τραπεζαρία μπαίνει ο Ντρακο με τον Μπλειζ. "Τι κανεις ρε?" Φωνάζει ο Ντρακο.
"Τρώω. Δε βλέπεις?"
"Καλά, άραξε... Εγώ με τον Μπλειζ μάθαμε ότι απόψε θα κάνεις κι εσύ τατουάζ..."
"Τι εννοείς κι εγώ ? Έχει και κάποιος άλλος μέσα από την παρέα?'
"Ναι ρε, ο Θιοντορ και ο Λορένζο έκαναν χθες. Ο πατέρας μου θέλει να κάνω κι εγώ, σύντομα..." Λέει και ξεροκαταπινει.
~Δεν έχεις αρκετό χρόνο, τα λεπτά περνάνε...Πρέπει να δράσεις άμεσα.
Άσε με γαμωτο.
~Το κορίτσι, φεύγει απτην τραπεζαρία. Ακολούθησε την. Τώρα.
Είπα όχι, φύγε!
【Eleonora's Pov】
"Σκασε!" Αναφώνησε...
Γύρισε και κοίταξε τους πάντες σα χαμένος. Ήταν όντως χαμένος. Τα μάτια του είχαν ένα έντονο κόκκινο χρώμα, και οι μαύροι κύκλοι του έδειχναν πόσο κουρασμένος ήταν. Θα είχε πιει πάλι...
Μπορούσα, όμως, ακόμη να μυρισω τη δυνατή κολόνια που φορούσε. Αυτή η ακριβή μυρωδιά κολονιας κι ένας απαλός υπαινιγμός βανίλιας, που έρχεται σε αντίθεση με το άρωμα του αλκοόλ και τον καπνό του τσιγάρου. Η γραβάτα του ήταν πρόχειρα δεμένη και τα μαλλιά του αχτενιστα. Μία στάμπα αίματος στολιζε το παπούτσι του, ενώ τα χέρια του ήταν γεμάτα μελανιές.
Τι έκανες πάλι, Ριντλ?
Τελικά ο Σεντρικ είχε δίκιο...
Η Ερμιόνη μου σκουντηξε το χέρι "Ελεονόρα! " Ψιθύρισε.
Δε γυρισα να την κοιτάξω, κάθε άλλο, κάρφωσα το βλέμμα μου πάνω του. Παρόλο που ο Σεντρικ μου είχε πει αρκετά γι'αυτον, ακόμα δε μπορούσα να καταλάβω γιατί τον μισουσαν τόσοι...
Μόλις γύρισε ξανά μπροστά του, γύρισα κι εγώ...Συνέχισα να τρωω σα να μη συνεβησε τίποτα.
"Κοιτάξτε τον, σάπιος. Μα πόσο δεν τον λυπάμαι..." Έκανε ο Ρον.
"Κοιτα τη δουλειά σου Ροναλντ! Και πες στον Χάρη ότι θέλω να του επιστρέψω κάτι μετά..." ειπα.
Ο Σεντρικ, απτην άλλη, ήρθε και στάθηκε δίπλα μου. "Μπορώ να καθίσω?"
Του εγνεψα καταφατικά κι κάθισε. Έριξε ένα απαλό χαμόγελο στην Ερμιόνη. "Καλημέρα, Ερμιόνη. Μήπως ξέρεις πού είναι οι δίδυμοι Ουεσλι?"
"Μπορει να κάνουν προπόνηση στο γήπεδο Κουιντιτς για τον αποψινό αγώνα"
"Ευχαριστώ" Έκανε ο Σεντρικ. Έσκυψε και ψιθύρισε στο αυτί μου: "Χθες το βράδυ, πήγα να επιστρέψω ένα βιβλίο στη βιβλιοθήκη, και είδα ένα κορίτσι που σου έμοιαζε αρκετά, μπορώ να πω, να βγαίνει από το απαγορευμένο τμήμα. Τυχαίνει να γνωρίζεις ποια ήταν?"
Ξερο-κατάπια.
Μόνο απτον τόνο της φωνής του μπορούσα άνετα να καταλάβω ότι με είδε χθες στο απαγορευμένο τμήμα. Και θα σας πω γιατί πήγα...όχι τώρα όμως! Τώρα πρέπει να το παίξω ήρεμη!
"Ο-οχι...εγώ ήμουν με τον Χάρη χθες..."
"Δεν είσαι καθόλου καλή στα ψέματα...Εγώ, ήμουν με τον Χάρη χθες"
Τα μάτια μου έμειναν ορθάνοιχτα. Δίστασα να τον κοιτάξω και να του πω ότι εγώ ήμουν αυτή, ακόμα κι αν το ήξερε.
"Ως κολλητός σου, σου έχω πει ότι δεν κανει να πηγαίνεις εκεί μικρή" Είπε κι ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί.
"Μα τον Μερλιν!" Αναφώνησα. "Η ώρα πέρασε! Πρέπει να πάω στο μάθημα του...Χακγριντ! Τα λέμε!" Έχωσα μια τελευταία μπουκιά μπέικον μέσα στο στόμα μου, πέρασα την τσάντα στον ώμο μου, κι έφυγα σχεδόν τρέχοντας. Ακόμα και λίγο πριν βγω απτό Γκρειτ Χολ, τον ακουγα να χαχανιζει. Τον βλακα...!
Πήγα μέσα στις τουαλέτες κι έριξα λίγο νερό στο πρόσωπό μου. Τώρα ίσως και να μπορώ να σας πω τι έκανα χθες στο απαγορευμένο τμήμα...
〔Flashback〕
Η ώρα είναι δέκα το βράδυ κι εγώ διάβαζα για το μάθημα των Σκοτεινών Τεχνών. Ο καθηγητής Μουντι μου είχε αναθέσει μία έξτρα εργασία για τις τρεις κατάρες...ήθελε να γεμίσω τρεις σελίδες για την κάθε κατάρα, μόνο που δεν είχα αρκετές πληροφορίες για να γεμίσω τόσες σελίδες.
Ξαφνικά ένα λαμπάκι άναψε, κι όχι πάνω απτό κεφάλι μου, αλλά μέσα στην κοιλιά μου, η οποία γουργουριζει εδώ και τρεις ώρες.
~Ψιτ, εσύ, γιατί δεν πας να πάρεις τον αόρατο μανδύα του Χάρη?
-Έχει και η Ελ μυαλό; Δεν θα τα πάμε καλά, δεν θα τα πάμε καθόλου καλά!
Καλή ιδέα...αλλά ποια είσαι?
~Είμαι ουδέτερο, και λέγομαι μυαλό, duh? Τελείωνε τώρα!
Μ-μαλιστα.
Σηκώθηκα από το κρεβάτι ενώ ένα χασμουρητό εξέφρασε την κούραση μου. Έβαλα τις χνουδωτες παντόφλες μου, μία ζακέτα, και πήγα στο δωμάτιο του Χάρη.
Σκέφτηκα να χτυπήσω την πόρτα, αλλά προσπάθησα να την ανοίξω πρώτα...και ήταν ξεκλειδωτη!
Μπήκα μέσα στο δωμάτιο τους και κατευθύνθηκα προς το μπαούλο του Χάρη. Ευτυχώς που ο Ρον ροχαλιζε πάλι, αλλιώς θα με άκουγαν.
Άνοιξα το μπαούλο κι ύστερα κοίταξα το κρεβάτι του Χάρη. ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΧΑΡΗ?!
Ένιωσα κάτι λεπτό αλλά σκληρό να ακουμπά το σβέρκο μου. Ήμουν σίγουρη ότι αυτός ήταν ο Χάρη.
"Εγώ είμαι, η Ελ, θέλω απλά να δανειστώ κάτι".
Κατέβασε το ραβδί του και τον κοίταξα.
Μα τον Μερλιν ήταν πολύ κοντά. Παρά πολύ... "Τι ψάχνεις?"
"Τ-τον μανδύα..."
"Γιατί τον θες?" Είπε κι άρχισε να ψάχνει μέσα στο μπαούλο.
"Πεινάω. Θέλω να πάω στις κουζίνες"
"Ψέμα. Γιατί θες τον μανδύα Ελ?"
Ξεφυσηξα "Θέλω να πάω στις κουζίνες...και στο απαγορευμένο τμήμα της βιβλιοθήκης".
Με κοίταξε αγανακτησμενος. "Καλά...παρ'τον. Αλλά έτσι και πάθει κάτι ο μανδύας, δεν ξέρω κι εγώ τι θα γίνει...". Μου πέταξε τον αόρατο μανδύα στα χέρια και καθάρισε τα γυαλιά του.
"Ευχαριστώ" ειπα. "Πού ήσουν όμως? Δε βρισκόσουν στο κρεβάτι σου όταν ήρθα..."
Με κοίταξε άφωνος "Ήμουν....ήμουν μαζί με τον Σεντρικ. Στο κοινό δωματιο του Χαφλπαφ...μεταφέραμε παλιά βιβλία στη βιβλιοθήκη".
-Το ήξερα ότι ο Χάρι ήταν bi! Και δεν μου αλλάζετε γνώμη.
"Από πότε μεταφέρεις εσύ βιβλίαμε τον Σεντ?"
"Από σήμερα" Είπε με ενα στραβό χαμόγελο και βγήκαμε έξω απτό δωμάτιο.
"Ελ, να σε ρωτησω κάτι?" Έκανε καθώς περπατουσαμε προς τις κουζίνες.
"Μχμμ..."
"Λες να αρέσω στην Τσο?"
Εκείνη τη στιγμή πνίγηκα με τα ίδια μου τα σάλια. Ο Σεντ μού είχε δείξει την Τσο, και μου είχε πει πως του άρεσε...
"Δεν ξέρω...Γιατί ρωτάς?"
"Μου αρέσει, νομίζω. Απλά υπάρχεις κι ένα άλλο κορίτσι..."
Wait, what?
"Δηλαδή σου αρέσουν δύο?"
"Ναι. Στη μία σίγουρα δεν αρέσω...Δε λέω ότι αρέσω στην Τσο όμως...."
Παρεμεινα σιωπηλή μέχρι να φτάσουμε στις κουζίνες.
"Καληνύχτα".
"Καληνύχτα, και πρόσεχε" είπε κι έφυγε.
Χώθηκα μέσα στις κουζίνες κι έφαγα λίγα μπισκότα με γάλα. Ήταν ότι πιο φρέσκο βρήκα.
Στη συνέχεια περπάτησα στις μύτες των ποδιών μου και μπήκα μέσα στο απαγορευμένο τμήμα.
Δεν ήταν σκονισμένο ή τρομαχτικό με φαντάσματα και τέρατα. Κάθε άλλο, ήταν ένας μεγάλος χώρος, με βιβλία κλειδωμένα στα ράφια, χαμηλό φωτισμό, και παράθυρα να αφήνουν τη λάμψη των κεραυνών να εισχωρεί ανάμεσα στα ξύλινα έπιπλα.
Το άρωμα της περγαμηνής ήταν πιο έντονο από κάθε άλλο σημείο στο Χογκουαρτς.
Βεβαιώθηκα ότι δεν υπήρχε κάνεις τριγύρω κι κατέβασα τον μανδύα τόσο όσο να φαίνεται μόνο το κεφάλι μου.
Άκουσα βήματα να πλησιάζουν, οπότε κρύφτηκα ξανα μέσα στον μανδύα, κι άρχισα να ψάχνω αλφαβητικά για το βιβλίο με τις κατάρες...
【...】
"Το βρήκα!" Αναφώνησα ενθουσιασμενη κι ο μανδύας μου έπεσε. Ο Σεντρικ έφερνε τα τελευταία βιβλία στη βιβλιοθήκη, κι όταν ο μανδύας έπεσε, εκεινος γύρισε και με κοίταξε.
Κατευθείαν έσκυψα, άρπαξα το βιβλίο, έβαλα τον μανδύα, κι έφυγα.σχεδον τρέχοντας. Κοίταξα πίσω μου για να δω αν με έψαχνε, αλλά δεν έκανε τίποτα. Μόνο χαμογέλασε.
〔End of Flashback 〕
...ναιπ. Οπότε δεν έκανα και κάτι τοοοοσο κακό!
Έκλεισα τη βρύση και κοίταξα γύρω μου μπας και βρω πετσέτα για να σκουπισω τα χέρια μου.
"Αυτό εδώ, ψάχνεις?" Είπε μια άγνωστη φωνή για εμενα.
Γύρισα και κοίταξα πίσω μου. Ένα ψηλό αγόρι με καστανα μαλλιά και στολή Σλιθεριν κρατούσε στα χέρια του μία λευκή πετσέτα.
Με πλησίασε με αργά βήματα και μου την έδωσε. Με παγωνε, σαν τον Ματτεο...
"Ν-ναι...Ευχαριστώ" ειπα κι έκανα ένα βήμα πίσω.
"Είμαι ο Τομ" Έκανε και μου έδωσε το χέρι του για χειραψία.
Μόλις άγγιξα το χέρι του, ένα βαναυσο συναίσθημα με κατέκλυσε.
"Ελεονόρα" δε του χαμογέλασα, απλά τράβηξα το χέρι μου.
Πήγα να φύγω, αλλά στο άκουσμα της φράσης του έμεινα: "Είμαι ο αδερφός του Ματτεο. Θα σου έχει μιλήσει για εμενα..."
"Δεν μου ειχε μιλήσει για σένα, ή γενικά για τα μέλη της οικογένειάς του"
"Κρίμα..." Ψιθύρισε καθώς με πλησίαζε "Να δώσεις χαιρετίσματα στη Γκρειντζερ."
Εγνεψα κι έφυγα γρήγορα απτις τουαλέτες.
"Τα λεμε, Ελεονόρα".
Μα τον Μέρλιν...Η αρνητική ενέργεια που κουβαλά αυτός ο άνθρωπος είναι ανυπόφορη.
Έτρεξα στο μάθημα του Χακγριντ, ήμουν σίγουρη ότι η Μιονη είχε ήδη φτάσει εκεί...
Και ναι, ήταν όντως εκεί! Αλλά το μάθημα είχε αρχίσει...
"Ερμιόνη!" Ψιθύρισα.
"Ελ, γιατί άργησες?"
"Ήμουν στις τουαλέτες...Παρεμπιπτόντως έχεις χαιρετίσματα από έναν Τομ Ριντλ"
Μόλις άκουσε το όνομα του έμεινε κόκαλο. Το βιβλίο τής έπεσε απτά χέρια κι έσκυψε σοκαρισμένη να το πιάσει.
"Τον γνωρίζεις?" Τη ρώτησα.
"Οχι...όχι βέβαια"
"Είσαι σιγουρ-"
"Ναι είπα! Τώρα δώσε βάση στο μάθημα, αυτά που λέει ο Χακγριντ δε τα έχει μέσα το βιβλίο..."
【...】
Πήγα στα δοκιμαστήρια του Γκριφιντορ και περίμενα τον Χάρη να ετοιμαστεί. Του είχα γίνει κολλητσιδα από τη μέρα που χτύπησε ο Όλιβερ.
"Χάρη, δηλαδή εγώ, θα πρέπει να σκοράρω τη μπάλα?"
"Όχι. Τα έχουμε ξαναπεί αυτά. Εσύ φυλάς τους κρίκους, κι εγώ κυνηγαω τη χρυσή. Αν δεις εσύ τη χρυσή.....θα φωνάξεις το κωδικο-ονομα που βγάλαμε. Εντάξει?"
"Ναι. Αλλά, αν δω τη χρυσή κι έχω και μπάλα στα χέρια?"
"Δε θα έχεις μπάλα στα χέρια, θα προσέχεις να μην περάσει η μπάλα στους κρίκους. Είναι απλό." Είπε δένοντας τα παπούτσια του.
"Κι αν-"
"Ελ, όλα θα πάνε μια χαρά. Δε πειράζει αν χάσουμε. Εσύ είσαι το νούμερο ένα τώρα, πιστεύω σε σένα" Πήρε το σκουπόξυλο του στα χέρια του.
Με έσυρε μπροστά στην υπόλοιπη ομάδα για να πω κάτι...για να τους ενθαρρύνω.
"Εεε...εγώ...Πιστεύω ότι θ-θα νικήσουμε...και..." Άρχισα να φρικάρω.
"Το έχεις!" Ψιθύρισε ο Χάρη στο αυτί μου.
Το έχω! Είπα στον εαυτό μου και κοίταξα όλους τους παίκτες της ομάδας.
"Το έχουμε!! Θα λιώσουμε την αντίπαλη ομάδα και θα κερδίσουμε τον αγώνα!" Έκανα γεμάτη θάρρος.
Όλοι έμειναν σιωπιλοι για λίγο...Δέκα δεύτερα αργότερα όμως Φώναξαν "ΠΑΜΕ ΓΙΑ ΤΗ ΝΙΚΗ!!"
Και ναι αναγνώστες...Μόλις μίλησα μπροστά σε όλη την ομάδα Κουίντιτς του Γκριφιντορ!!!
Βγήκαμε έξω στο γήπεδο κι όλοι οι Γκριφιντορς άρχισαν να ζητοκραβγαζουν. Ακόμα και ο Σεντρικ ήταν πάνω στις κερκίδες και χειροκροτουσε φορώντας το κόκκινο κασκόλ του Ρον.
Κοίταξα δίπλα μου κι αντίκρισα τον Ντρακο και τον Ματτεο. Έχω χάσει επεισόδια...
"Χάρη! Δε μου είπες ότι θα παίζαμε με το Σλιθεριν!"
"Δεν ήθελα να σε αγχωσω!" Φώναξε και πήραμε θέση...
Αυτός ο αγώνας θα είναι μια καταστροφή εξαιτίας μου...
Μόλις η Μαντάμ Ρολαντα πέταξε την μπάλα στον αέρα, ο αγώνας άρχισε, όπως άρχισα κι εγώ να τρέμω μπροστά απ'τους κρίκους.
【...】
"ΠΑΜΕ ΤΡΕΙΣ ΦΟΡΕΣ ΖΗΤΩ ΕΛ" Φώναξαν οι δίδυμοι Ουεσλι και με σήκωσαν στους ώμους τους.
"ΖΗΤΩ ΕΛ, ΖΗΤΩ ΕΛ, ΖΗΤΩ ΕΛ!" Έκαναν όλα τα παιδιά του Γκριφιντορ.
Για πρώτη φορά στη ζωή μου ένιωσα ότι ήμουν σημαντική...κι όχι να το παινευτω, αλλά δεν πέρασε καμία μπάλα μέσα απτους κρίκους. Μπράβο μου:)
Αφού γιορτάσαμε τη νίκη μας, έφυγα κρυφά απτό κοινό δωματιο του Γκριφιντορ και πήγα στον πύργο Αστρονομίας. Είχα αφήσει σημείωμα πάνω στην κοιλια του Ρον ενώ κοιμόταν ότι θα πήγαινα στο δωμάτιο μου.
Ανέβηκα τη σκάλα και τον είδα στο χείλος του πύργου...
"Έχω αρχίσει να αναρωτιέμαι αν με παρακολουθείς" Είπε κι ένιωσα τα χείλη του να χαμογελούν.
"Αντιθέτως...Ριντλ. Προσπαθώ να κάνω ακριβώς το αντίθετο"
Άναψε ένα τσιγάρο κι έκατσα δίπλα του οκλαδον να τον παρακολουθώ. "Καλώς" ειπε.
Άρχισε να ζωγραφίζει με το στυλό του πάνω στα λευκά φύλλα του τετραδιου του. "Ελπίζω να κατάλαβες ότι σε άφησα να νικήσεις..."
"Το κατάλαβα...αλλά γιατί το έκανες?"
"Διότι αν έχανες θα έκλαιγες, κι όλη η ομάδα θα τα έριχνε πάνω σου επειδή είσαι καινούργια".
Είχε δίκιο...μπορώ να πω.
"Δεν ήθελες όμως να κερδίσεις? Εννοώ...θα είσαι σίγουρα παίκτης του Κουιντιτς πιο πολλά χρονια".
"Μιας κι έχουμε κερδίσει τους τελευταίους πέντε αγώνες εναντίον σας, ένα μικρό ματς δε θα κάνει τη διαφορά..."
"Εχεις χαρούμενες αναμνήσεις?" Ρώτησα, και κατευθείαν το μετάνιωσα.
"Μόνο μία. Όλες οι άλλες είναι απλά μπερδεμένες. Θολές...κι απλά καλές"
Έμεινα σιωπηλή. Κοίταξα τα άστρα και βυθίστηκα στις σκέψεις ρωτώντας τον εαυτό μου: Ποια μπορεί να είναι αυτή η μία χαρούμενη ανάμνησή του?
"Εσύ έχεις κακές αναμνήσεις?" Ρώτησε.
〔Flashback〕
"Ελεονορααα! Μη κρύβεσαι φρικιό. Βγες έξω να δοκιμάσεις τα πεντανόστιμα σκουλήκια που βρήκαμε στη λίμνη" Φώνεζε η Τζουλιετ με την παρέα της.
Έκλεισα φοβισμένη το στόμα μου με τα χέρια μου, στριμωχνοντας το σώμα μου κάτω από το κρεβάτι μου.
Βήματα πλησίαζαν...
"Βγες έξω λασποαιματη! Είμαι σίγουρη ότι θα σου αρέσουν τα σκουλήκια"
Ξαφνικά έσκυψε κι αντίκρισα το πρόσωπό της. Ο Άντριαν με τράβηξε απτά πόδια κι με έβγαλε κάτω απτό κρεβάτι με βίαιες κινήσεις.
"Αφήστε με!" Ουρλιαξα.
"Μόνο στα καλύτερα σου όνειρα...αν έχεις αλλά από εδώ και πέρα" χαμογέλασε σατανικά και με τράβηξε απτά μαλλιά.
Ο Άντριαν μου κρατούσε τα χέρια, ενώ η Νατάσα μου ζουλιξε τα μάγουλα ώστε να ανοίξω το στόμα μου.
Η Τζουλιετ κάθισε γονατιστή μπροστά μου, και σήκωσε ένα σκουλήκι κομμένο στα δύο πάνω απτό στόμα μου.
"Οχι! Σε παρακαλώ! Θ-θα κάνω ότι θες!!"
"Θα το φας, φρικιό. Καλή όρεξη..."
〔End of Flashback〕
*απλά για να μπείτε στο mood😀*
"Ελάχιστες. Αλλά έτσι είναι η ζωή..." ειπα.
"Είσαι τυχερή. Έχεις εναν πατέρα που σε αγαπάει, φίλους...έμπιστους φίλους, και τους πάντες να σε θαυμάζουν"
"Ξέχασες εσένα"
Ξαφνιασμενος γύρισε να με κοιτάξει. Έβγαλε το τσιγάρο απτό στόμα του. "Οριστε?"
"Ξέχασες ότι έχω κι εσένα..." ειπα. "Δεν είμαστε φίλοι, βέβαια, αλλά δε θα ξεχάσω ποτέ ότι μου έδειξες εκείνο το σημείο στο δάσος. Ευχαριστ-"
"Πάλι καλά που αντιλήφθηκες ότι δεν είμαστε φίλοι...και μην ξαναπάς εκεί, στο δάσος" ένιωσα κάπως παραξενα να πω την αλήθεια...σα να έχασα κάτι. Νευριασα.
"Γιατί? Γιατί δε με αφήνεις να σε πλησιάσω?"
"Είσαι...λασποαιματη, Κινγκ. Γεννημένη από Μαγκλς. Τί περίμενες?"
Είχε δίκιο... Τι περίμενα? Και πάλι όμως...!
"Εχεις μεγάλη ιδέα για τον εαυτό σου. Εγώ θα ξαναπάω γιατί μου αρέσει" Είπα αποφασιστικά.
"Να μου μιλάς στον πληθυντικό"
"Μόνο αν μου μιλάς κι εσύ στον πληθυντικό. Και θα παω ξανά στο δασος" επέμεινα.
"Τοτε υποθέτω πως πρέπει να βρω ένα καινούργιο μερος" Έκανε νευριασμενος με το βλέμμα του να σκοτεινιαζει ακόμα πιο πολύ κάθε δευτερόλεπτο που περνούσε. Σηκώθηκε ορθιος από την πίεση που ένιωθε.
Ήξερα ότι ήθελε να με βρίσει.
"Τι έπαθες ξαφνικά? Δεν ήσουν έτσι... Όταν ήμασταν στο δάσος, ήσουν αλλιώς" Είπα πλησιάζοντας τον. Έκλεισε σφιχτά τα μάτια του και πέταξε το τσιγάρο κάτω.
"Πρέπει να........Να μείνεις μακριά μου" Ψιθύρισε σφιγγοντας το σαγόνι του.
Κοιτούσα ανυπόμονα τα κλειστά του μάτια περιμένοντας να αντικρίσω αυτό το υπέροχο, καφέ, χρώμα που έκρυβε.
"Γιατί? Πες μου Γιατί και θα φύγω, για πάντα" Μουρμούρισα.
"Γιατί....." έχωσε το πρόσωπό του στον λαιμό μου. Φέρτε μου μία βεντάλια παρακαλώ! Θα πεθάνω με τόση ζέστη! "....μυρίζεις κανέλα" δήλωσε.
Σήκωσε τα στρογγυλά του μάτια και με κοίταξε. Ήθελε να δείξει ότι με μισεί, ενώ νιώθει ακριβώς το αντίθετο... Τα χέρια του γλίστρησαν στη μέση μου.
"Φύγε" ειπε ενώ σε κάθε προσπάθεια μου να φύγω, με εσφιγγε πιο πολύ πάνω του.
"Δε μπορώ να φύγω έτσι..."
"Αν ήθελες όντως να φύγεις θα έφευγες" Είπε.
"Αν ήθελες όντως να φύγω, θα με αφηνες" Είπα νιώθοντας την καρδιά μου να χτυπάει σαν τρελή. Δεν ήθελα να με αφήσει να φύγω...
Έφερε το πρόσωπο του τόσο κοντά στο δικό μου, που μπορούσα να μυρισω την ανάσα του. Μπίρα, μυριζε. Μπίρα και τσιγάρο...Αλλά αυτό το άρωμα βανίλιας ακόμα να φύγει απτις μπούκλες του.
Αρχισα να έχω αμφιβολίες και να φοβάμαι αν κάνω το σωστό...
Πρέπει όντως να τον αφήσω να με πλησιάσει ή όχι?
"Τι κάνετε εκεί?!" Τσιριξε ο Φιλτς ανεβαίνοντας τις σκάλες του πύργου.
Κοίταξα τον Ματτεο σαστισμενη. Αν μας έβλεπε ο Φιλτς θα μας έδιωχναν απτό Χογκουαρτς για μία ολόκληρη εβδομάδα, ίσως δύο!
Πάτησα το πόδι του με δύναμη και τσιριξα: "Τι κανεις, βλακα! Πως τολμάς να λες κάτι τέτοιο! Θα έπρεπε να ντρέπεσαι!"
Ο Φιλτς είχε σταθεί και μας κοιτούσε προσηλωμένος, σα να έβλεπε ταινία στον κινηματογράφο.
Ο Ματτεο απτην άλλη, δεν είχε καταλάβει ακόμα το θέατρο...
Του έδωσα ένα χαστούκι. Ένα δυνατό χαστούκι...που το ευχαριστιθηκα αρκετά μπορώ να πω. "Με πληγωσες! Δε πίστευα ότι θα έκανες κάτι τέτοιο...!" Έκανα λίγο ακόμα την ντραμα κουιν κι έφυγα τρέχοντας απτον πύργο.
Ο Φιλτς είχε ψαρεψει...
-Τι ψάρεψε; Ζαργάνες ή μπαρμπούνια;
Ο Ματτεο τον κοίταξε παραξενεμενος "Γυναίκες!" Έκανε κι με ακολούθησε τρέχοντας.
"Πήγαινε ζητα της συγγνώμη!" Φωναζε ο Φιλτς καθώς η γάτα του νιαουριζε.
Φτάσαμε στις κινούμενες σκάλες.
Εγώ γελούσα σαν χαζοχαρουμενο, αλλά όταν αντίκρισα την έκφραση του Ματτεο σταμάτησα.
Ήταν έτοιμος να με σκοτώσει.
【Mattheo's Pov】
"Τι έπαθες ξαφνικά? Δεν ήσουν έτσι... Όταν ήμασταν στο δάσος, ήσουν αλλιώς" Έλεγε καθώς με πλησιαζε.
Έκλεισα σφιχτά τα μάτια του και πέταξα το τσιγάρο κάτω.
"Πρέπει να........Να μείνεις μακριά μου" Ψιθύρισα σφιγγοντας το σαγόνι μου.
~Συγκεντρωσου Ματτεο. Είσαι ένας Ριντλ.
Προσπαθώ λέμε...
"Γιατί? Πες μου Γιατί και θα φύγω, για πάντα" Μουρμούρισε καθώς ερχόταν όλο και πιο κοντά.
Τι έπαθα...Μα τον Μέρλιν μυρίζει τόσο όμορφα.
"Γιατί....." έχωσα το πρόσωπό μου στον λαιμό της. Μόλις άγγιξα τη μύτη μου στο πάνω μέρος του ώμου της ανατρίχιασε ολόκληρη. Μ'αρεσει να παίζω μαζί της...Είναι τόσο χαζούλα. "....μυρίζεις κανέλα" ειπα.
Ένιωσα το κορμί της να τρέμει. Κατεβασα τα χέρια μου στη μέση της κι άφησα την ανάσα μου τα χτυπήσει πάνω στο δέρμα της.
"Φύγε" ειπα ενώ σε κάθε προσπάθεια της να φύγει, την εσφιγγα όλο και πιο πολύ πάνω μου.
"Δε μπορώ να φύγω έτσι..."
"Αν ήθελες όντως να φύγεις θα έφευγες".
"Αν ήθελες όντως να φύγω, θα με αφηνες" Είπε απότομα. Δεν ήθελα να την αφήσω...
Ποιος είπε ότι δε θα παίξω κι άλλο?
Σήκωσα το κεφάλι μου και κοίταξα τα χείλη της. Έλα Ματτεο, μπορείς να το κάνεις, ένα φιλί είναι...Το πρώτο και το τελευταίο φιλί μαζί της. Το έχεις!
Ο Φιλτς όμως ήρθε και μας έκανε χαλάστρα. Μου έκανε χαλάστρα! Υπόσχομαι ότι αυτή είναι η τελευταία του βραδιά στο Χογκουαρτς.
"Τι κάνετε εκεί?!" Τσιριξε ο Φιλτς ανεβαίνοντας τις σκάλες του πύργου.
Η Κινγκ πάτησε το πόδι μου με δύναμη και τσιριξε: "Τι κανεις, βλακα! Πως τολμάς να λες κάτι τέτοιο! Θα έπρεπε να ντρέπεσαι!"
Ο Φιλτς είχε κοκαλωσει και μας κοιτούσε με αγωνία.
Μα καλά, γιατί με πάτησε η Κινγκ? Θέλει και τη βαρέσω?
Μου έδωσε ένα δυνατο χαστούκι, και τότε κατάλαβα τι ήθελε να κάνει...
"Με πληγωσες! Δε πίστευα ότι θα έκανες κάτι τέτοιο...!" Είπε.
Κοίταξα τον Φιλτς παραξενεμενος "Γυναίκες!" Έκανα κι έτρεξα από πίσω της.
Φτάσαμε στις κινούμενες σκάλες.
Το γέλιο της μου ζέσταινε την ψυχή. Σταμάτησε όμως όταν με κοίταξε.
Την πλησίασα και σήκωσα το χέρι μου για να αγγίξω το σβέρκο μου. Εκείνη όμως σήκωσε το χέρι της για να προστατευτεί νομίζοντας ότι θα την χτυπήσω.
Γιατί να το κάνει αυτό? Δεν την έχω χτυπήσει ποτέ. Αυτό με το λαιμό δεν ήταν σχεδόν τίποτα...!
Κατευθείαν ένιωσα άσχημα και της έπιασα το πιγούνι. "Μη με φοβάσαι. Εσένα δε θα σου κάνω κακο" Ψιθύρισα. Ήθελε να μιλήσει μα δεν ήξερε τι να πει.
(Κι εγώ γκριντζαρωωω🥳🤠)
Κούνησε το κεφάλι της καταφατικά και την πήρα μια σφιχτή αγκαλιά. Άργησε να τυλίξει τα χέρια της γύρω μου, κι αυτό με γέμισε άγχος.
"Θέλω να μου κάνεις μία χάρη...Θέλω να μείνεις μακριά μου. Εντάξει πριγκίπισσα?"
Εγνεψε κι άρχισε να κλαίει. Επνιγε τους λυγμούς της για να μη το καταλάβω. Με εσφιγγε όλο και πιο πολύ πάνω της καθώς εγώ της χαΐδευα την πλάτη.
"Μην πεις σε κανέ-εναν για τον κ-καθρέφτη" Μουρμούρισε.
Δεν ήξερα τι εννοούσε...μάλλον μιλούσε για τον εφιάλτη που είχε δει. "Εντάξει" ειπα και την έβγαλα αργά απτην αγκαλιά μου.
"Ανησυχώ...για σένα. Δεν ήσουν έτσι. Γιατί άλλαξες?" Είπε με τα μάτια της γεμάτα δάκρυα έτοιμα να κυλήσουν στα κοκκινα μάγουλα της. Είναι υπέροχη...
"Γιατί.....Αυτό θέλουν. Αυτό πρέπει να κάνω" της χαμογέλασα κι μιμήθηκε το χαμόγελο μου.
"Λοιπον..." έκανα. Εσκυψα και της φίλησα το χέρι "Καληνύχτα υψηλοτατη".
Χαχανισε και υποκλίθηκε "Καληνύχτα υψηλοτατε".
Το χαμόγελο της έσβησε όμως όταν κατάλαβε ότι έπρεπε να φύγω. "Καληνύχτα..." ξαναείπε δαγκωνοντας το κάτω της χείλος.
"Καληνύχτα". Ήξερα πως αυτό το Καληνύχτα ήταν ένα Αντίο.
Η αμήχανα σιωπή ανάμεσα μας κόπηκε όταν μου χαμογέλασε κι έφυγε. Αυτο ήταν....τέλος.
---------------
Ποια/Ποιος έχει γκριντζαρει με όλο το κεφάλαιο? ΕΓΩ!
Bonjour βουτυρομπυρακια!
Τι κάνετε? Για πείτε, πως πάνε οι διακοπουλες?
Εντωμεταξύ το παράκανα με τον αριθμό των λέξεων σε αυτό το κεφάλαιο...😂
Πατήστε το αστεράκι αν σας αρέσε btw<3
Τι πιστεύετε ότι θα γίνει με τους Μελ? Λέτε αυτό να ήταν το τέλος τους?
Τα λεμε αγάπες
Au revoir❤
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro