Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

٭𝐏𝐫𝐨𝐥𝐨𝐠𝐮𝐞٭

"𝐘𝐨𝐮𝐫 𝐝𝐞𝐚𝐭𝐡, 𝐦𝐲 𝐥𝐢𝐟𝐞"
❈❈❈

"Εσύ φταις για όλα".
Ο άνδρας με τα λευκά μαλλιά άπλωσε το χέρι του κι άρχισε να με πνίγει.
Δε μπορούσα να πάρω ανάσα. Μέσα από τον καθρέπτη βγήκε η Εσμεραλντα. Έσπρωξε τον Γκρίντελβαλντ μακριά κι έβγαλε ένα μαχαίρι από πίσω της. Ανέβηκε πάνω του ενώ τον κάρφωνε με δύναμη. Ύστερα σηκώθηκε όρθια και στάθηκε μπροστά μου. "Εσύ φταις για όλα", είπε. Και τότε είδα να σηκώνει το μαχαίρι στον αέρα. Ύστερα όλα έγιναν μαύρα...

〔Τέλος ονείρου〕

Άκουσα την θεία Μολι να λέει το όνομα μου. "Ελεονόρα γλυκιά μου, ξύπνα".

Άνοιξα αργά τα μάτια μου και κατευθείαν τα κάλυψα με τις παλάμες των χεριών μου. Μία χρυσή λωρίδα φωτός έμπαινε μέσα από την κουρτίνα και με κάρφωνε ακριβώς πάνω στα μάτια.

Έμενα με τους Ουεσλι σχεδόν όλο το καλοκαίρι. Τώρα βρισκόμουν στο σπίτι των Μπλακ. Ήταν τεράστιο. Οι τοίχοι είχαν ένα σκούρο γκρι χρώμα, αλλιώς μία πολύ σκοτεινή απόχρωση του πράσινου. Οι κουρτίνες ήταν λεπτές, σχεδόν διάφανες, σε μία έντονη μαύρη απόχρωση. Αυτό που μου άρεσε περισσότερο ήταν να χαζεύω πορτρέτα μάγων της οικογένειας Μπλακ. Όλοι τους είχαν μία αυστηρή έκφραση κι ένα σκοτεινό βλέμμα. Η μητέρα του Ντρακο, η ακόλουθος του Ξερετε-Ποιου  Μπελατριξ, κι ο Regulus Μπλακ. Ο Σείριος μου είχε διηγηθεί την ιστορία του. Το αγόρι που υπηρετούσε τον Λόρδο κι έχασε τη ζωή του για να κρύψει έναν από τους επτά πεμπτουσιώτες του. Η ιστορία του, όσο τραγική κι αν ήταν, την λάτρευα. Αλλά με τρόμαζε τ'οτι ήταν δούλος του σκότους και η μόνη αποφυγή ήταν ο θάνατος.

Είχα γνωρίσει τον θείο του Χάρι, τον Σείριο Μπλακ. Ήταν ένας πολύ καλοκαρδος μάγος. Συχνά εδώ μαζεύονταν διάφοροι μάγοι... Έλεγαν πως ανήκουν σε ένα τάγμα... το Τάγμα του Φοίνικα. Ο Σείριος είπε πως ήταν ένα τάγμα από μάγους ενάντια του Ξερετε-Ποιου.

"Το πρωινό είναι έτοιμο. Μην αργήσεις να έρθεις κάτω!" Φώναξε η θεία Μολι καθώς κατέβαινε τις σκάλες.

Άλλαξα από τις πιτζάμες μου και βγήκα από το δωμάτιο. Ο Κριτσερ στεκόταν έξω από το δωμάτιο μου στα δεξιά. Με κοιτούσε με ένα θανατηφόρο βλέμμα και σταμάτησε να ξεσκονίζει. "Ο Κριτσερ σας μισεί... Λασποαιματοι γέμισαν το ιερό σπίτι των Μπλακ... Εκεί μέσα κοιμόταν ο κύριος Regulus Black... Ηλιθια λασποαιματη-"

"Δεν είμαι λασποαιματη Κριτσερ", έσκυψα στο ύψος του, "Ο πατέρας μου είναι ένας πολύ ισχυρός και κακός μάγος. Θα έπρεπε να με φοβάσαι..." ψιθύρισα. Από μέσα μου γελούσα.

"Ο Κριτσερ δεν απολογείται. Θα υπηρετώ για πάντα τους Μπλακ..." Μουρμούρισε για μία ακόμη φορά κι έφυγε προς την αντίθετη κατεύθυνση, κρατώντας ένα πανί στο χέρι του. Καταβάθος, όσο γκρινιάρης κι αν ήταν, τον λυπόμουν. Από πάντα ευχόμουν τα ξωτικά να ήταν τόσο σημαντικά όσο κι εμείς οι μάγοι, κι όχι απλοί υπηρέτες.

Κατέβηκα τις σκάλες κι έφτασα στην κουζίνα όπου καθόταν όλη η οικογένεια Ουεσλι, ο Σείριος και η Ερμιόνη, είχε έρθει εχθές. Μόνο ο Ρον έλειπε.
Κάθισα δίπλα από τον Φρεντ και σήκωσα τα μανίκια του πουλόβερ μου για να φάω.

"Τζιννη χρυσό μου, μπορείς να πας να φωνάξεις τον Ρον; Και σε παρακαλώ πες του πως αν δεν έρθει κάτω για πρωινό δεν θα φάει τίποτα μέχρι το βράδυ", είπε η θεία Μολι. Η Τζιννη έγνεψε καταφατικά κι έτρεξε πάνω στις σκάλες.

Ο θείος Άρθουρ μπήκε μέσα στην κουζίνα κρατώντας μερικά γράμματα στα χέρια του. Τον κοιτούσα με αγωνία... "Μόλι, ήρθε γράμμα από τον Νταμπλντορ. Επίσης έστειλε κι ο Τρελομάτης και μία Σούζι...; Νομίζω πως το τελευταίο είναι δικό σου Ελεονόρα".

"Ναι! Ευχαριστώ!" Άρπαξα το γράμμα από τα χέρια του Άρθουρ κι έτρεξα πάνω. Κλείδωσα την πόρτα του δωματίου κι έπεσα με φορά πάνω στο κρεβάτι. Άνοιξα απότομα τον φάκελο και τον πέταξα κάπου αόριστα.

Έπιασα το γράμμα στα χέρια μου κι άρχισα να διαβάζω ενώ η καρδιά μου είχε ήδη λιώσει από τις πρώτες λέξεις...

Γεια σου αγαπητή,
Ελπίζω να σου λείπω διότι θα ιδωθουμε σε λίγες μέρες.
Ο Ξερεις-Ποιος μου ανέθεσε μία αποστολή οπότε μπορεί να χάσω το καλωσόρισμα των καινούργιων βλαμμένων μαθητών στο Χογκουαρτς...
Πες στην Ερμιόνη ότι ο Ντρακο της στέλνει πολλά φιλιά. -Θα ξεράσω-
Θα πάω στο σπίτι του Τομ στο Εδιμβούργο απόψε. Υπάρχει κάτι που θες να σου φέρω στο Χογκουαρτς από εκεί; Ρούχα; Βιβλία;
Ελπίζω να είσαι εντάξει. Θα σε δω σε λίγες ημέρες...

Σε αγαπώ,
Ματτέο

Άγγιξα το γράμμα πάνω στο στήθος μου κι έκλεισα τα μάτια. Είχα να τον δω έναν μήνα. Μου έλειπε αφάνταστα. Δίπλωσα το γράμμα και το έβαλα μέσα σε ένα συρτάρι του γραφείου του Regulus.
Ξεκλείδωσα την πόρτα και κατέβηκα πάλι κάτω στην κουζίνα.

"Ελεονόρα, γλυκιά μου, μην εξαφανιζεσαι την ώρα του πρωινού...!"

"Συγγνώμη θεία", είπα παίρνοντας μια μπουκιά από την πίτα του Φρεντ.

"Ειι!" Γκρινιαξε.

Τότε ο Ρον μπήκε στην κουζίνα και κάθισε δίπλα μου. "Επιτέλους! Έγινε θαύμα!" Φώναξε η Μολι.

Ο Ρον έτριψε τα μάτια του κι άφησε ένα δυνατό χασμουρητό.

【...】

Επλεξα τα μαλλιά μου σε μία πρόχειρη πλεξούδα και στάθηκα περιμένοντας τον Χάρι. Ο Τρελομάτης Μουντι, η Τονκς και κάποιοι άλλοι μάγοι από το Τάγμα του Φοίνικα πήγαν να τον πάρουν εκείνο το βράδυ. Και οι τρεις μας περιμέναμε με αγωνία... Είχαμε μάθει ότι ο Χάρι είχε μπλέξει κάπου.

Ακούσαμε βήματα να πλησιάζουν και να σταματάνε έξω από το δωμάτιο. Τότε ο Χάρι άνοιξε την πόρτα και η Ερμιόνη χύμηξε στην αγκαλιά του.

"Χάρι! Δε μπορείς να φανταστείς πόσο ανησυχήσαμε όταν μάθαμε τι έγινε! Οι παραφρονες... Το Υπουργείο Μαγείας... τι σου είπαν; Σου έστειλαν γράμμα;" είπε με μία ανάσα η Ερμιόνη.

"Έλεος Ερμιόνη, άσε τον άνθρωπο να αναπνεύσει...", παραπονέθηκε ο Ρον. "Γεια σου Χάρι..." του χαμογέλασε.

Τότε τον πλησίασα κι εγώ... Τον πήρα μία σφιχτή αγκαλιά τριβοντας ελάχιστα το χέρι μου στην πλάτη του  κι ύστερα έκανα πίσω για να πάρει ανάσα. "Μας έλειψες..." είπα. "Κάθισε και πες τα μας όλα!"

Καθίσαμε και οι τέσσερις κάτω σχηματιζοντας έναν κύκλο. Τοποθέτησα ένα μαξιλάρι στην αγκαλιά μου κι ο γάτος της Ερμιόνης πήδηξε μπροστά μου και μου το άρπαξε.

Πριν ο Χάρι προλάβει να μας διηγηθεί τι είχε συμβεί, ο Φρεντ κι ο Τζορτζ ήρθαν τρέχοντας μέσα στο δωμάτιο. "Ελάτε! Ήρθε η ώρα!" Ψιθυρισαν. Εγώ σηκώθηκα αμέσως ενώ ο Χάρι μας κοιτούσε μπερδεμένος.

"Τι έγινε; Και γιατί ψιθυριζουμε;" μας ρώτησε.

Τοποθέτησα το δάχτυλο μου μπροστά από τα χείλη μου. "Σσσς! Έλα και θα δεις!" Ψιθύρισα.

Ακολουθήσαμε τους δίδυμους και φτάσαμε στη σκάλα.

Ο Τζορτζ έβγαλε ένα μαγικό αυτί από την τσέπη του και το έριξε κάτω από τις σκάλες για να ακούσουμε τι έλεγαν οι μεγαλύτεροι.

Η Τζιννη ήρθε και στάθηκε δίπλα από την Ερμιόνη για να ακούσει κι εκείνη. Μιας και οι μεγαλύτεροι δε μας έλεγαν τίποτα έπρεπε να αυτοσχεδιάσουμε.

"Είναι μόνο ένα αγόρι..." Παραπονέθηκε η Μολι.

"Ο Βολντεμορτ όμως δε δίνει δεκάρα για το τι είναι. Το θέμα είναι αν ο Χάρι είναι έτοιμος".

"Όχι Σειριε, δε σε αφήνω να τον σύρεις μέσα στο παιχνίδι!"

"Ο Χάρι γεννήθηκε μέσα στο παιχνίδι. Επιβίωσε μία κατάρα όταν ήταν ενός. Και η φίλη του η Ελεονόρα μπορεί να μας φανεί χρήσιμη".

"Έχει δίκιο ο Σείριος", συμφώνησε ο Τρελομάτης.

"Δε σας πιστεύω... είναι παιδιά! Η καημένη η Ελεονόρα έχασε τη μαμά της και τον καλύτερο της φίλο! Άρθουρ πες κάτι!" Η Μολι είχε αρχίσει να νευριάζει.

"Κι ο Χάρι έχασε τους γονείς του..." είπε ο Σείριος.

"Εδώ δε κάνουμε αγώνα για το ποιος έχασε ποιον. Πρέπει να δράσουμε σωστά και έγκαιρα..." ακούστηκε η φωνή του Λουπιν. "Όλοι ξέρουμε για τις φήμες που κυκλοφορούν για το κορίτσι. Αν ο Χάρι και αυτή συνεργαστούν τότε θα νικήσουμε στα σίγουρα".

Η γάτα της Ερμιόνης πλησίασε το μαγικό αυτί κι άρχισε να το γλύφει. "Crookshanks! Φύγε από εκεί!" Ψιθύρισε η Ερμιόνη.

Ο Τζορτζ προσπάθησε να τραβήξει πάνω το μαγικό αυτί αλλά ήταν πολύ αργά... η γάτα της Ερμιόνης το είχε φάει ήδη.

"Τέλεια..." μουρμούρισε ο Ρον.

Εγώ κι ο Χάρι κοιταχθήκαμε. Ήξερα τι σκεφτόταν. Και ήμουν σίγουρη πως κι εκείνος ήξερε τι σκεφτόμουν εγώ. Ένα κύμα άγχους κύλησε σε όλο μου το σώμα.

Κατεβήκαμε όλοι κάτω για να δειπνήσουμε. Ο Χάρι έκατσε δίπλα μου κι εγώ δίπλα από την Τονκς.

Ο Σείριος έδωσε μία εφημερίδα στον Χάρι κι άρχισε να του μιλά για τον Λόρδο κι έναν στρατό...

Εγώ είχα χαθεί στο δικό μου κόσμο. Σκεφτόμουν εμένα και τον Ματτέο... Ειδικά τον Ματτέο. Κι αυτά τα σγουρά μαλλιά... τα χέρια του με τα κόκκινα σημάδια... τα μάτια του σκοτεινά σαν τον νυχτερινό ουρανό... τα φιλιά του τόσο ονειρεμένα... όπως κι εκείνο στη λίμνη, ή το άλλο στο τρένο...

"Εσύ Ελεονόρα, τι λες;" είπε ο Σείριος τραβώντας με έξω από το ροζ συννεφάκι μου.

"Α, εμ... εγώ... συμφωνώ".

"Είδες Μόλι... Δε μπορούμε να τους σταματήσουμε αν θέλουν να βοηθήσουν", ο Σείριος κοίταξε τη θεία Μολι με ένα στραβό χαμόγελο.

Έκανα νόημα στο Χάρι για να τον ρωτήσω για ποιο πράγμα μιλούσαν πριν. "Θα σου πω μετά", ψιθύρισε.

"Για όνομα του Μέρλιν Σειριε, είναι απλά παιδιά!!" Η Μολι άρπαξε την εφημερίδα από τα χέρια του Χάρι. "Αρκετά! Είναι ώρα για φαΐ".

Κανένας άλλος μέσα από την τραπεζαρία δε μίλησε. Έσκυψα πάνω από το πιάτο μου κι άρχισα να παίζω με τα καρότα...

【...】

Στεκόμουν σκυμμένη έξω από το ανοιχτό παράθυρο με ένα τσιγάρο στο χέρι. Η ώρα κόντευε τρεις το πρωί. Όλο το σπίτι των Μπλακ είχε βυθιστεί στο σκοτάδι. Οι μαύρες κουρτίνες πετούσαν ανέμελα, με το κουρτινόξυλο να τις κρατάει απτό να ξεφύγουν. Άραγε μας κρατάει όλους ένα κουρτινόξυλο στη ζωή; Αλλά γιατί; Το κουρτινόξυλο αυτό είναι το πεπρωμένο μας που δε μας αφήνει να ξεφύγουμε από την ιστορία που έχει ήδη γραφτεί, ή οι άνθρωποι γύρω μας που καθορίζουν το μέλλον μας;

Η πόρτα του δωματίου άνοιξε και μέσα μπήκε ο Χάρι. Πάτησα το τσιγάρο πάνω στο μαρμάρινο πεζούλι και το πέταξα έξω μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου.

"Γεια..." είπε και στάθηκε δίπλα μου, κοιτώντας έξω από το παράθυρο.

Προσπάθησα να φανώ άνετη. "Πως και δεν κοιμάσαι τέτοια ώρα;" 

"Με ξέρεις. Εφιάλτες..." πήρε μία βαθιά ανάσα. "Εσύ γιατί δεν κοιμάσαι;" είπε γεμάτος απορία.

"Έχω υπερένταση".

Οι συζητήσεις ανάμεσα σε εμένα και τον Χάρι ήταν πάντα σύντομες, λίγα λόγια και ενσυναίσθηση. 

"Είσαι πολύ μικρή για να καπνίζεις ξέρεις..."

"Δε καπνίζω, δοκίμαζα", είπα και του χάρισα ένα ηλίθιο χαμόγελο. Μιλάει λες και αυτός είναι μεγαλύτερος... Τς τς τς.

"Όλοι αυτό λένε", γέλασε. "Θες παγωτό;"

"Όχι ευχαριστώ... Για ποιο πράγμα μιλούσε ο Σείριος στην τραπεζαρία;" είπα αλλάζοντας απότομα το θέμα.

"Για τον Βολντεμορτ. Πιστεύουν πως φτιάχνει έναν στρατό από τέρατα και θανατοφάγους... Του είπα ότι ήθελα να βοηθήσω. Γι'αυτό ρώτησε κι εσένα, για να δει αν ήθελες να βοηθήσεις κι εσύ".

"Να βοηθήσουμε για ποιο πράγμα;"

"Δεν ξέρω... Υποθέτω να σκοτώσουμε τον Βολντεμορτ. Εγώ πάντως θέλω να βοηθήσω. Θέλω να κάνω κάτι κι όχι να κάθομαι με σταυρωμένα χέρια μέχρι να τους σκοτώσει όλους. Θέλω να τους σώσω, να τους σταματήσω απτό να σκοτωθούν για εμένα. Αυτό είναι κάτι που εγώ πρέπει να κάνω".

"Σε καταλαβαίνω Χάρι... αλλά θα έρθει η στιγμή που θα καταλάβεις πως δεν θα μπορέσεις να τους σώσεις όλους... Όπως και τον Σεντρικ. Δεν τον έσωσες επειδή δεν μπορούσες... τέλος πάντων... αυτή είναι συζήτηση για μία άλλη ώρα".

"Ναι, έχεις δίκιο. Είσαι σίγουρη πως δε θες παγωτό; Έχει και ξυλάκια με γεύση βανίλιας..."

"Ναι... Λέω να ξαπλώσω", είπα και περπάτησα προς το κρεβάτι, πετώντας τις παντόφλες από τα πόδια μου.

Ο Χάρι άνοιξε την πόρτα για να φύγει, αλλά μία φωνούλα στο μυαλό μου μού έλεγε κάτι... "Καληνύχτα Ελεονόρα", είπε ο Χάρι.

~Να σου πω ρε, εγώ θα στα λέω όλα; Ρώτα τον ηλιθιο γιατί ήρθε μέσα στο δωμάτιο σου. Που ήξερε ότι ήσουν ξύπνια;

Έχεις δίκιο...

~Πάντα έχω δίκιο. Τώρα τελείωνε γιατί θα φύγει.

"Χάρι... να σου κάνω μία ερώτηση;"

Έκανε ένα βήμα πέρα από την πόρτα. "Ναι;"

"Πως ήξερες ότι ήμουν ξύπνια;"

"Δεν το ήξερα... Απλά, ε, εξερευνώ το σπίτι... Πάω να συνεχίσω την εξερεύνηση. Καληνύχτα", γέλασε αμήχανα.

"Καληνύχτα, Χάρι", είπα κι έκλεισε την πόρτα του δωματίου. Τέντωσα το χέρι μου για να πιάσω το κουτάκι με τα τσιγάρα πάνω από το κομοδίνο. Το άνοιξα και παρατήρησα ότι ήταν άδειο. "Γαμωτο..."

❈❈❈

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro