29.
Στο μαγαζί ήδη είχε μαθευτεί απόφαση της Εύας να φύγει και στα πηγαδάκια συζητιόταν πολύ. Σίγουρα θα έφτανε και στα αφτιά της Κάτιας. Η Εύα όμως ακόμα δεν της είχε μιλήσει για αυτό το θέμα… για την ακρίβεια, δεν της είχε μιλήσει για πολλά.
Απόψε θα έλεγε στο αφεντικό ότι την πιέζουν οι δικοί της να τελειώσει τη σχολή, κυρίως ο πατέρας της που χρειάζεται βοήθεια και ανθρώπους έμπιστους δίπλα του, όπως επίσης θα του εκμυστηρευόταν ότι ήδη την παρακολουθούν.
Φυσικά τα μισά από αυτά θα ήταν αλήθεια αλλά όχι για τους λόγους που θα νόμιζε το αφεντικό της αυτό όμως δεν επηρέαζε καθόλου την Εύα… ούτε την απόφαση της. Είχε το στόχο και το σκοπό της. Άλλωστε τώρα είχε και την Κάτια δίπλα της.
« Εντάξει Εύα, καταλαβαίνω την κρισιμότητα της κατάστασης. Δεν θα ήθελα να υπάρξει πρόβλημα. Πάντα η κατάσταση όταν έχει να κάνει με οποιοδήποτε πολιτικό πρόσωπο περιπλέκεται και δεν θα το επιθυμούσα. Εμείς τους κρατάμε στο χέρι, αυτοί μας κρατούν για άλλους λόγους και καλό είναι κανείς να μην ξέρει το παραμικρό για κανέναν. Καλύτερα έτσι. Δεν ξέρω γιατί ήρθες σε εμάς και ούτε με νοιάζει. Μεταξύ μας η συνεργασία ήταν κάτι περισσότερο από εξαιρετική… Φυσικά ο πατέρας σου δεν το ξέρει αλλά αυτό το μυστικό έχει να κάνει με σένα και εκείνον. Εγώ κοιτάω την προστασία τη δική μου και του μαγαζιού. Όποτε θες, αποχωρείς. Απλά ενημέρωσέ με έστω μία εβδομάδα πριν για να βρω κοπέλα που θα σε αντικαταστήσει.»
Η Εύα απομακρύνθηκε και έψαξε την Κάτια. Τη βρήκε στο καμαρίνι. Ήταν έξαλλη. Πετούσε τα ρούχα πότε δεξιά και πότε αριστερά.
« Εγώ ερχόμουν να σου πω ότι μίλησα στη μητέρα μου, ότι νιώθω ελεύθερη πια και ευτυχισμένη… και μαθαίνω ότι μας εγκαταλείπεις… και το χειρότερο;... το έμαθα τελευταία.»
Δεν ήξερε αν ήθελε να κλάψει, να φωνάξει, να γελάσει…
« Κάτια, να σου εξηγήσω. Προτρέχεις.»
« Τί να μου εξηγήσεις; Θες να με διαλύσεις για αντίποινα; Εμένα με απείλησε ο ίδιος ο πατέρας ότι θα με σκοτώσει και ούτε καν σκέφτηκα να σε αφήσω. Δεν πέρασε στιγμή από το μυαλό μου. Είμαι τόσο χαρούμενη που η μητέρα μου με καταλαβαίνει και τώρα εσύ…»
Η Κάτια μιλούσε χωρίς να πάρει καν ανάσα. Τα έλεγε όλα δίχως να χρωματίζει το λόγο της ως συνήθως. Ό,τι σκεφτόταν απλά το πέταγε σα βόμβα.
« Τι; απείλησε να σε σκοτώσει; αυτό είναι πολύ σοβαρό. Γιατί δε μου είπες τίποτα;»
« Εύα, παραλογίζεσαι και εσύ; Μιλάς για κάποιον που είναι στη φυλακή και που δεν μπορεί να χαλάσει ούτε τρίχα απ’ τα μαλλιά μου… σε αντίθεση με σένα που μόλις με ισοπέδωσες».
« Ηρέμησε αρχικά. Όντως δεν μπορεί να σε πειράξει. Δεν θα τον άφηνα να σε πειράξει. Αν σε πειράξει θα γίνω εγώ η ίδια ένας ακόμα κωδικός για την αστυνομία ως κρατούμενη για το φόνο που θα διαπράξω με τα ίδια μου τα χέρια. Έπειτα σου είπα τις προάλλες πως πρέπει να διευθετήσω θέματα για τα οποία ακόμα δεν μπορώ να μιλήσω. Μας παρακολουθούν εξαιτίας μου. Μη φοβάσαι, δεν είμαι μπλεγμένη πουθενά, ούτε έχω κάνει κάτι κακό. Ό,τι κάνω είναι για καλό. Εμπιστέψου με. Είναι σοβαρό, δύσκολο, το ξέρω, αλλά είναι θέμα ωρών πιστεύω πια να τακτοποιηθούν όλα. Δώσε μου λίγο χρόνο και θα σου εξηγήσω τα πάντα. Δεν θα ρίσκαρα ποτέ να μου πάθεις κάτι».
« Εύα, μη με διακόψεις. Εγώ ήθελα να…»
Κι όμως η Εύα τη σταμάτησε γιατί την έπνιγαν οι επιθυμίες της. Τρελαινόταν στην ιδέα ότι θα χάσει την Κάτια της και τώρα ήθελε να της πει όλα τα όνειρα που σχεδιάζει από καιρό:
« Θα φύγουμε μαζί από δω. Μ' ακούς; Να το θυμάσαι! Σου δίνω το λόγο μου. Θα σπουδάσεις Αρχιτεκτονική. Θα μείνουμε μαζί στο ίδιο σπίτι. Αν δεν σου αρέσει το διαμέρισμά μου, θα βρούμε αλλού, κάποιο άλλο, πιο μεγάλο… ίσως κοντά στη θάλασσα… κάπου που να σου αρέσει».
Δεν είχαν χρόνο για περαιτέρω συζητήσεις. Είχε έρθει η ώρα να βγουν στη σκηνή. Τα φώτα είχαν χαμηλώσει τελείως. Η μουσική που σήμαινε την έναρξή τους είχε ήδη ξεκινήσει και οι πελάτες κάτω από τη σκηνή ακούγονταν σαν ένα κακό βουητό στο κεφάλι τους.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro