Η Παράσταση Αρχίζει ...
Μετά το τηλεφώνημα με τον Λούσιφερ, ο οποίος τους εξήγησε ακριβώς πώς μπορούν να σκοτώσουν τη μάγισσα, ο Ιάσονας τηλεφώνησε στον Ερμή και του ζήτησε να έρθει το συντομότερο δυνατό. Φυσικά, αυτός σχεδίαζε να το κάνει ούτως ή άλλως, αφού μίλησε στην Αλίκη για την προδοσία της Μαργαρίτας και τα σατανικά της σχέδια.
Έτσι, περίπου μία ώρα αργότερα, αυτός μπαίνει στο σαλόνι πιασμένος χέρι-χέρι με την Αλίκη, την οποία υποδέχονται όλοι με ανοιχτές αγκάλες. Μετά τις αγκαλιές και τους χαιρετισμούς, κάθονται όλοι στους καναπέδες να μιλήσουν, αλλά η προσοχή της Αλίκης είναι αλλού. Αυτή κοιτάζει γύρω της σαν να ψάχνει κάτι. Ο Στέφανος απορεί.
«Τι συμβαίνει, Αλικάκι; Ψάχνεις κάτι;»
«Όχι κάτι, κάποιον. Τον Προμηθέα. Πού είναι;»
Η Πανδώρα προσπαθεί να μην γελάσει.
«Αχ, γλυκιά μου! Μην ξύνεις την πληγή!»
«Γιατί; Μη μου πείτε ότι του συνέβη κάτι κακό;»
«Όχι. Αυτός είναι απολύτως καλά. Απλά ...»
Ο Μάξιμος την διακόπτει.
«Το κάθαρμα με εγκατέλειψε και προτίμησε ν' ακολουθήσει τον πεθερό μου στο ταξίδι του. Έτσι απλά, μετά απ' όλα όσα έχω κάνει γι' αυτόν. Είναι ένας αχάριστος προδότης!»
Η Αλίκη, και όχι μόνο αυτή, πιέζει τα χείλη της μεταξύ τους για να μη γελάσει, αλλά δεν τα καταφέρνει και πολύ, με αποτέλεσμα να ξεσπάσει σε γέλια. Ο Μάξιμος καγχάζει.
«Γελάς; Εγώ σου λέω τον πόνο μου κι εσύ γελάς;»
«Συγγνώμη, Μάξιμε! Εγώ ... Εννοώ, νιώθω τον πόνο σου, αλλά το πρόσωπό σου και ο τρόπος που ...»
Αυτή δυσκολεύεται να μιλήσει γιατί γελάει και παρασέρνει μαζί της κι όλους τους άλλους, οι οποίοι επίσης αρχίζουν να γελούν, κάτι που κάνει τον Μάξιμο εντελώς έξαλλο.
«Είδες τι έκανες; Σκάστε όλοι, εντάξει; Έχω προδοθεί σκληρά απ' το πουλί μου. Είναι πολύ σοβαρό!»
Η Πανδώρα του πιάνει το χέρι.
«Ναι, μωρό μου, είναι πολύ σοβαρό, αλλά η Αλίκη έχει δίκιο. Το πρόσωπό σου είναι τόσο ...»
«Τόσο τι, Πανδώρα;»
Αυτός που απαντάει όμως είναι ο Ιάσονας.
«Γελοίο, ρε φίλε»
«Έτσι, ε; Πολύ καλά! Μπορείτε να πάτε όλοι στο διάολο, ηλίθιοι!»
Αυτοί γελούν λίγο περισσότερο όταν αυτός σηκώνεται απ' τον καναπέ, γυρίζει επιδεικτικά την πλάτη του και κατευθύνεται στο μπαρ για να πιει ένα ποτό. Λίγο μετά, όταν τα γέλια έχουν σβήσει, η κουβέντα επιστρέφει στο πραγματικά σοβαρό θέμα της Μαργαρίτας. Ο Ερμής τους λέει για την απόπειρα της να ψυχαναγκάσει την Αλίκη να τον παρατήσει, ενώ ο Ιάσονας του λέει αυτά που τους είπε ο Λούσιφερ για την αντιστροφή του ξορκιού.
«Δυστυχώς, Ερμή μου, ο μόνος τρόπος να επιστρέψουν τα οράματα της αδερφής σου είναι να πεθάνει η μάγισσα»
«Δεν μπορώ απλώς να την ψυχαναγκάσω να το κάνει;»
«Είναι μάγισσα και το μυαλό της έχει τείχη προστασίας, αλλά και να μπορούσες να την ψυχαναγκάσεις, δεν θα μπορούσε να το αναιρέσει. Μόνο ο θάνατος μπορεί να σπάσει ένα τέτοιο ισχυρό ξόρκι»
Για μια στιγμή, ο Ερμής χάνεται στις σκέψεις του, οι οποίες αντανακλώνται στο πρόσωπό του, με αποτέλεσμα να φαίνεται αρκετά προβληματισμένος. Κάτι που δεν περνάει απαρατήρητο απ' την Άρτεμις.
«Φαίνεσαι προβληματισμένος, Κουτάβι. Τι σκέφτεσαι αυτή τη στιγμή;»
«Το πώς θα σκοτώσω τη μάγισσα. Αυτές οι σκύλες ψοφάνε μόνο αν τους ξεριζώσεις την καρδιά, αλλά δεν θα μπορέσω να την πλησιάσω τόσο πολύ. Δεν θα μ' αφήσει»
«Μα έχεις ανοσία σ' όλα αυτά τα κόλπα όπως ο μπαμπάς σου, έτσι δεν είναι;»
«Ναι, αλλά είμαι σίγουρος ότι θα βρει τρόπο να με κρατήσει μακριά. Μπορεί να μην είναι ικανή να επηρεάσει το μυαλό μου, αλλά σίγουρα μπορεί να βλάψει το σώμα μου»
«Τότε απλά θα πρέπει να την αφοπλίσουμε με κάποιο τρόπο»
«Πώς ακριβώς;»
Αυτή κοιτάζει τον Στέφανο, ο οποίος μπαίνει αμέσως στο νόημα.
«Δίνοντάς σου ένα ισχυρό όπλο. Αυτόν που η παρουσία του εγγυάται την παύση της μαγείας γύρω του»
Η Αλίκη το πιάνει αμέσως.
«Ο γιος σου. Μα φυσικά! Ο πανίσχυρος Νεφελίμ»
Αυτός της χαμογελάει.
«Από μικρή φαινόσουν ότι θα γίνεις τόσο οξυδερκής όσο η μητέρα σου. Μπράβο, κορίτσι μου. Αυτόν ακριβώς εννοώ. Τον γιο μου ...»
Η Άρτεμις τον σκουντάει εκνευρισμένη.
«Μπορείς να σταματήσεις να λες συνέχεια ο γιος μου κι ο γιος μου; Από τον κόλπο μου βγήκε. Είναι δικός μου γιος, αλλά επειδή είμαι πολύ γενναιόδωρη και σ' αγαπάω πολύ, μπορείς να λες ο γιος μας»
Ο Στέφανος σηκώνει τους ώμους του συμφωνώντας.
«Όπως ήθελα να πω πριν με διακόψει η αγαπημένη μου γυναίκα, ο γιος μας θα αφοπλίσει τη μάγισσα, ώστε ο Ερμής να κάνει αυτό που πρέπει. Είστε ευχαριστημένη τώρα, κυρία Ηλιοπούλου;»
«Αρκετά ευχαριστημένη, κύριε Ηλιόπουλε»
Ενώ οι άλλοι γελούν με τον χαριτωμένο καυγά του ζευγαριού, ο Ερμής σηκώνεται και πηγαίνει στο μπαρ και η Αλίκη τον ακολουθεί και του αγκαλιάζει τη μέση από πίσω. Αυτή χαμογελάει καθώς βλέπει το μπουκάλι με το μπλε Johnnie Walker να σηκώνεται στον αέρα, να χάνει το καπάκι του και να γεμίζει ένα ποτήρι με χρυσοκαφέ μείγμα.
«Μπορώ να έχω κι εγώ ένα ποτό;»
«Φυσικά»
Το μπουκάλι ρίχνει περισσότερο ουίσκι στο ίδιο ποτήρι, το οποίο πετάει και προσγειώνεται στο χέρι της.
«Δεν πρόκειται να πιω ποτέ ξανά από δικό μου ποτήρι, έτσι δεν είναι;»
«Ώ, ναι! Έτσι ακριβώς είναι»
«Υπέροχα!»
Αυτή πίνει μια γουλιά και του δίνει το ποτήρι.
«Είσαι εντάξει μ' αυτό που πρέπει να κάνεις;»
Αυτός πίνει επίσης μια μεγάλη γουλιά.
«Δεν είμαι, αλλά θα το κάνω έτσι κι αλλιώς»
Αυτή του πιάνει το χέρι και το φέρνει στο στόμα της όπου του φιλάει τα δάχτυλα.
«Ξέρω ότι θα το κάνεις και είμαι πολύ περήφανη για σένα»
«Δεν πρέπει να είσαι. Θα σκοτώσω μια γυναίκα εν ψυχρώ»
«Μια μάγισσα, όχι μια αθώα γυναίκα. Μια κακιά μάγισσα που συνωμοτεί εναντίον μας»
«Δεν ξέρουμε τι ακριβώς της είπε η Ρίτα. Ίσως την φλόμωσε στο ψέμα, όπως έκανε και σε μας»
«Ακόμα κι έτσι να είναι, αυτή θα έπρεπε να είχε ψάξει λίγο πιο βαθιά πριν κάνει τη συμφωνία. Εάν πρόκειται να συμμαχήσεις με κάποιον, πρέπει να ξέρεις πρώτα εναντίον ποιου συμμαχείτε»
«Αυτό δεν είναι δικό σου. Κάπου το άκουσες»
«Απ' τον πατέρα σου. Το είπε στον μπαμπά μου ότι όταν του ζήτησε να μάθει ό,τι μπορούσε για τον Παύλο, τον τύπο που κυνηγούσε την Άρτεμις. Θυμάσαι;»
«Ναι»
«Είχα κρυφτεί πίσω απ' την πόρτα και κρυφάκουγα»
«Το έκανες συχνά αυτό;»
«Μόνο όταν νόμιζα ότι η κουβέντα αφορούσε εσένα»
Αυτός χαμογελάει και της βγάζει τα μαλλιά απ' τα μάτια πριν σκύψει να τη φιλήσει. Το φιλί όμως δεν προχωράει. Η γλυκιά φωνή της Αναΐς τους διακόπτει.
«Λυπάμαι που διακόπτω το ευτυχισμένο ζευγάρι, αλλά πρέπει να συνεχίσουμε τη συζήτηση»
Ο Ερμής της χαμογελάει.
«Έχεις δίκιο, Τσιχλόφουσκα. Ερχόμαστε»
Αυτή γυρίζει και κάθεται δίπλα στον Ιάσονα στον καναπέ, και αυτός, με το χέρι του γύρω απ' τη μέση της, οδηγεί την Αλίκη πίσω στο σημείο που κάθονταν πριν. Ο Στέφανος ξεκινάει να μιλάει.
«Λοιπόν ... Μέχρι εγώ και ο Νάκος να εντοπίσουμε τη μάγισσα ώστε ο Ερμής και ο Τζέι-Τζέι να κάνουν αυτό που πρέπει, πρέπει να δούμε πώς θα αντιμετωπίσουμε τη Ρίτα»
Η Αλίκη λέει το αυτονόητο.
«Αυτή περιμένει εμένα να εξαφανιστώ»
Η Άρτεμις την δείχνει με το δάχτυλο.
«Και αυτό ακριβώς θα κάνεις, γλυκιά μου»
Ο Ερμής όμως έχει μερικές αντιρρήσεις.
«Τι; Όχι! Αποκλείεται! Ούτε κατά διάνυα! Ξεχάστε το!»
Ο Στέφανος σφίγγει τον ώμο του με το χέρι του.
«Ηρέμησε, Κουτάβι, και άσε τη γυναίκα μου να τελειώσει. Συνέχισε, Κοριτσάκι»
«Όταν είπα ότι η Αλίκη θα εξαφανιστεί, δεν το εννοούσα κυριολεκτικά»
Η Αλίκη κοιτάζει αυστηρά τον Ερμή ενώ μιλάει στην Άρτεμις.
«Εξήγησέ μας, Άρτεμις. Τι πρέπει να κάνω;»
«Πρώτα απ' όλα, θα μείνεις εδώ μαζί μας. Δεν θα πας σπίτι σου και φυσικά δεν θα πας ούτε στο Λημέρι»
«Για πόσο καιρό;»
«Για όσο χρειαστεί, κούκλα»
Ο Ερμής μιλάει πιο ήρεμα αυτή τη φορά.
«Και τι γίνεται με μένα;»
Η Πανδώρα τον κοιτάζει ναζιάρικα.
«Εσύ, σέξι υβρίδιο, θα προσποιηθείς τον καταρρακωμένο. Θα γίνεις ακριβώς αυτό που θέλει η Ρίτα, ένα αδύναμο κουρέλι. Θα συρθείς στο ρετιρέ για να σε δει και να πιστέψει ότι ο καταναγκασμός πέτυχε και μετά θα ζητήσεις απ' τον Νικόλα να έρθει μαζί σου στο σπίτι των γονιών σου για να σε βοηθήσει να ξεπεράσεις τον χωρισμό με ιχώρ και ποτό»
Το πρόσωπο της Αλίκης φωτίζεται.
«Ώστε αυτός να μπορεί να είναι μαζί μου όσο είμαι εξαφανισμένη, σωστά;»
«Σωστά, κουκλίτσα μου. Εσύ χρειάζεσαι προστασία κι αυτή τη στιγμή εδώ είναι το πιο ασφαλές μέρος. Όμως, επειδή όλοι ξέρουμε τι σημαίνει να είσαι μακριά απ' αυτόν που αγαπάς, θα κάνουμε ό,τι μπορούμε για να σας βοηθήσουμε»
«Όλοι για έναν και ένας για όλους, ε; Το μότο της αγέλης»
«Πάντα και για πάντα»
Ο Ερμής μορφάζει.
«Καλά όλα αυτά, αλλά τι θα γίνει αν η Ρίτα θελήσει να έρθει να με δει; Τι δικαιολογία θα βρω για να της πω όχι;»
Ο Ιάσονας του δίνει τη λύση.
«Δεν θα της πεις όχι. Θα τη δεχτείς κανονικά. Η Αλίκη θα κρυφτεί κι εσύ θα παίξεις θέατρο»
«Ποιος θα ξέρει την αλήθεια;»
«Εκτός από μας εδώ, μόνο ο Τζέι-Τζέι, ο Νικόλας και η Έλενα. Κανείς άλλος δεν πρέπει να μάθει»
«Ούτε ο Ησαΐας;»
«Ναι, ούτε καν αυτός. Ξέρουμε ότι είναι το δεξί σου χέρι, αλλά πρέπει να καταλάβεις. Όσο λιγότεροι γνωρίζουν την αλήθεια, τόσο το καλύτερο»
Η Αλίκη λέει ακόμα ένα σωστό.
«Πρέπει να το πω και στον αδερφό μου. Αυτός λατρεύει τον Ερμή. Αν μάθει ότι του έκανα κάτι τόσο απαίσιο, θα κινήσει γη και ουρανό για να με βρει και να με σκοτώσει»
Ο Ερμής συμφωνεί.
«Έχει δίκιο το μωρό μου. Ο Κοσμάς πρέπει να μπει στο κόλπο. Στο κάτω-κάτω, μου είναι πολύ πιστός. Δεν θα μας προδώσει»
Ο Στέφανος κουνάει το κεφάλι.
«Εντάξει. Αλίκη, τηλεφώνησε του και πες του να έρθει εδώ, αλλά να μην πει σε κανέναν πού πηγαίνει. Εν τω μεταξύ, εσύ, Κουτάβι, ετοιμάσου να πας στο ρετιρέ. Η παράσταση αρχίζει!»
~ ΛΙΓΟ ΑΡΓΟΤΕΡΑ ~ ΣΤΟ ΡΕΤΙΡΕ ~ ΑΛΙΜΟΣ ~
Ο Στέφανος έχει ενημερώσει τον Τζέι-Τζέι για το τι ακριβώς πρόκειται να συμβεί, κι αυτός με τη σειρά του ενημέρωσε τον Νικόλα και την Έλενα. Έτσι, οι τρεις τους κάθονται στο σαλόνι και περιμένουν. Η Μαργαρίτα είναι μαζί τους, εντελώς ανίδεη όμως γι' αυτό που την περιμένει. Και πράγματι, ένα χαμόγελο ανθίζει στα χείλη της, το οποίο φυσικά προσπαθεί να κρύψει απ' τους άλλους, όταν βλέπει την πόρτα του διαμερίσματος ν' ανοίγει και τον Ερμή, σε άθλια κατάσταση, να σέρνει τα πόδια του μέσα.
Οφείλω να ομολογήσω ότι η ερμηνεία του αξίζει ένα Όσκαρ Α' Ανδρικού Ρόλου. Τα μάτια του είναι κόκκινα και πρησμένα, σαν να κλαίει για ώρες, ας είναι καλά το λεμόνι, ενώ όλος ο πόνος του κόσμου είναι ζωγραφισμένος στο πρόσωπό του. Τα βήματά του είναι αργά και βαριά και οι ώμοι του καμπουριασμένοι σαν να κουβαλάει μεγάλο βάρος. Στο ένα χέρι κρατάει ένα σχεδόν άδειο μπουκάλι ουίσκι και στο άλλο ένα τσαλακωμένο χαρτί.
Η Έλενα, επίσης άψογη ηθοποιός, τρέχει αμέσως κοντά του.
«Ερμή μου; Για όνομα της Νύχτας! Τι συνέβη;»
«Έφυγε, Έλενα. Με παράτησε»
«Ποιος; Η Αλίκη;»
«Ναι»
«Όχι, διάολε! Όχι πάλι!»
Ο Νικόλας πηγαίνει κοντά του.
«Τι έγινε, ρε φίλε;»
Ο Ερμής του δίνει το χαρτί με τρεμάμενο χέρι κι αυτός το διαβάζει δυνατά.
«Συγγνώμη, αλλά δεν μπορώ να το κάνω άλλο πια. Δεν σ' αγαπώ και δεν θα το κάνω ποτέ. Πήγαινε πίσω εκεί που ανήκεις, στη Μαργαρίτα, που είναι η μόνη που σ' αγαπάει πραγματικά»
Η σιωπή επιστρέφει στο δωμάτιο. Μόνο οι λυγμοί του Ερμή ακούγονται καθώς πέφτει στην αγκαλιά του Νικόλα, ο οποίος τον κρατά σφιχτά και του τρίβει την πλάτη καταπραϋντικά. Εντωμεταξύ, ενώ μέσα της ουρλιάζει από χαρά, η Μαργαρίτα σηκώνεται, τους πλησιάζει και βάζει το χέρι της στον ώμο του Ερμή, ο οποίος γυρίζει προς το μέρος της ρουφώντας τη μύτη του.
«Ρίτα, εγώ ...»
«Σσσσ! Μην πεις τίποτα! Όχι ακόμη. Χρειάζεσαι χρόνο. Πάρε όσο χρειάζεσαι, και όταν αποφασίσεις, εγώ θα περιμένω εδώ»
«Αλήθεια;»
«Ναι, Ερμή μου. Έκανα το λάθος να φύγω μια φορά. Δεν θα το ξανακάνω»
Η Έλενα, διαισθανόμενη τον πόλεμο που μαίνεται μέσα στον αδερφό της αυτή τη στιγμή, ανταλλάσσει ένα ανήσυχο βλέμμα με τον Τζέι-Τζέι και τον Νικόλα. Αυτοί ανταποδίδουν γιατί φοβούνται το ίδιο, ότι αυτός δεν θα μπορέσει να κρατηθεί και θα εκραγεί ανά πάσα στιγμή, αλλά ευτυχώς, κάνουν λάθος. Ο Ερμής είναι αποφασισμένος να πετύχει και ξέρει ότι πρέπει ν' αντέξει για να το κάνει, και γι' αυτό, σηκώνει το χέρι του και χαϊδεύει το μάγουλο της Μαργαρίτας.
«Ευχαριστώ, Ριτάκι. Είναι καλό να ξέρω ότι είσαι εδώ, αλλά αυτή τη στιγμή πονάω και χρειάζομαι μονάχα τον Νικόλα και λίγη απομόνωση»
«Ναι, φυσικά. Καταλαβαίνω τι λες. Στο είπα και πριν. Πάρε το χρόνο σου κι εγώ θα είμαι εδώ»
Αυτός γνέφει καταφατικά και μετά στρέφεται στον Νικόλα.
«Θέλω να πάω στη Φωλιά. Θα έρθεις μαζί μου, έτσι δεν είναι;»
«Σ' έχω αφήσει ποτέ μόνο;»
Αυτός ανοίγει τα χρυσά φτερά του, ενώ η Έλενα αγκαλιάζει τον Ερμή για να του ψιθυρίσει στ' αυτί.
«Είσαι καταπληκτικός»
Αυτός της απαντάει επίσης ψιθυρίζοντας.
«Το ξέρω»
Αυτός τη φιλάει στο μέτωπο, γνέφει στον Τζέι-Τζέι και μετά γυρίζει πίσω στον Νικόλα.
«Πάμε;»
Ο Νικόλας βάζει το χέρι γύρω απ' τη μέση του Ερμή κι εκείνος τυλίγει το δικό του γύρω απ' το λαιμό του. Ο άγγελος ενεργοποιεί τη μαγική ασπίδα που τον κάνει αόρατο στο ανθρώπινο μάτι και πετάει έξω απ' το παράθυρο. Μόλις αυτοί πετούν μακριά, η Έλενα εκρήγνυται.
«Η σιχαμένη σκύλα! Την στιγμή που αυτός είχε καταφέρει να συνέλθει. Θα ψάξω να τη βρω και θα τη σκοτώσω! Πώς μπόρεσα να της εμπιστευτώ τον αδερφό μου;»
Ο Τζέι-Τζέι προσπαθεί να την ηρεμήσει.
«Δεν ήσουν μόνο εσύ, ρε Έλενα. Όλοι την εμπιστευτήκαμε. Όλοι πιαστήκαμε κορόιδα»
Η Μαργαρίτα αρπάζει την ευκαιρία να ρίξει λάσπη στην εχθρό.
«Μην με παρεξηγήσετε, αλλά εγώ το περίμενα. Η Αλίκη ήταν πάντα έτσι. Ανάξια εμπιστοσύνης και κακιά. Γιατί νομίζετε ότι δεν την συμπάθησα ποτέ;»
Η Έλενα πάει την προσποίηση ακόμα πιο πέρα.
«Είχες δίκιο απ' την αρχή. Συγγνώμη που δεν σε πίστεψα, αλλά με καταλαβαίνεις, έτσι δεν είναι;»
«Φυσικά, Έλενα μου. Εσύ απλώς προσπαθούσες να προστατέψεις τον αδερφό σου»
«Δεν μου κρατάς κακία, ε;»
«Πώς θα μπορούσα να κάνω κάτι τέτοιο; Είσαι αδερφή μου και σ' αγαπάω πολύ»
«Κι εγώ σ' αγαπάω, αδερφούλα. Κι εγώ σ' αγαπάω»
Η Μαργαρίτα αγκαλιάζει την Έλενα, η οποία την αγκαλιάζει πίσω ενώ κοιτάζει τον Τζέι-Τζέι, ο οποίος της γνέφει με κατανόηση.
~ ΕΝΤΩΜΕΤΑΞΥ ~ ΚΤΗΜΑ της ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ~ ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗ ~
~ Στο ΣΠΙΤΙ του ΣΤΕΦΑΝΟΥ και των ΑΛΛΩΝ ~
Ο Κοσμάς έφτασε εκεί αμέσως μετά το τηλεφώνημά της αδερφής του και τώρα κάθεται στο σαλόνι με τους άλλους. Ο Στέφανος προσπαθεί να του εξηγήσει τι ακριβώς συμβαίνει, αλλά δεν τα καταφέρνει γιατί η προσοχή του είναι στραμμένη αλλού, και συγκεκριμένα στην Αναΐς, την οποία κοιτάζει επίμονα, με τα σάλια του να τρέχουν, χωρίς να δίνει σημασία σε κανέναν άλλον. Λογικό βέβαια, μιας και είναι ερωτευμένος μαζί της από τότε που ήταν επτά χρονών.
«Έτσι έχουν τα πράγματα, Κοσμά. Κατάλαβες ή χρειάζεσαι περισσότερες εξηγήσεις;»
Όλοι περιμένουν την απάντηση του, η οποία όμως δεν έρχεται και η Αλίκη γυρίζει τα μάτια της.
«Τι θα γίνει, ρε κόπανε; Ο Στέφανος σου έκανε μια ερώτηση. Θ' απαντήσεις ή όχι;»
Ο Κοσμάς συνεχίζει να μένει σιωπηλός και να κοιτάζει μαγεμένος την Αναΐς, κι έτσι η Αλίκη αναγκάζεται να χτυπήσει τα δάχτυλά της δύο φορές, ακριβώς μπροστά στα μάτια του.
«Ξύπνα, ηλίθιε! Μη με κάνεις ακόμα περισσότερο ρεζίλι!»
Η Αναΐς χαμογελάει.
«Μην τον μαλώνεις, Αλίκη μου. Είναι τόσο χαριτωμένος»
Τότε, ο Κοσμάς μιλάει για πρώτη φορά.
«Με βρίσκει χαριτωμένο. Ω, Θεέ μου! Η Αναΐς με βρίσκει χαριτωμένο. Τώρα μπορώ να πεθάνω»
Οι άλλοι ξεσπούν σε γέλια, ενώ η Αλίκη κουνάει το κεφάλι της απογοητευμένη. Η Αναΐς χαμογελάει ακόμα περισσότερο και ο Ιάσονας έχει ανεχτεί αρκετά.
«Εντάξει! Αυτό τελειώνει εδώ!»
Αυτός σηκώνεται και στέκεται μπροστά στον Κοσμά, που για πρώτη φορά απομακρύνει το βλέμμα του απ' την Αναΐς, σηκώνει το κεφάλι και τον κοιτάζει μ' ένα αμήχανο χαμόγελο.
«Άκουσέ με καλά, αγορίνα μου! Ξέρω ότι είσαι ερωτευμένος από μικρός μαζί της. Αν κάποιος ξέρει τι σημαίνει αυτό, είμαι εγώ, αλλά η γυναίκα για την οποία σου τρέχουν τα σάλια είναι η γυναίκα μου. Φυσικά, δεν μπορώ να σε κατηγορήσω που το κάνεις αυτό γιατί αυτή είναι έτσι όπως είναι, αλλά σταμάτα το εδώ για να μην έχουμε κακά ξεμπερδέματα. Συνεννοηθήκαμε;»
«Εεεε ... Ναι. Εννοώ ... Ναι, κύριε!»
«Μπράβο τ' αγόρι μου!»
Αυτός δίνει στον Κοσμά ένα φιλικό χαστούκι στο μάγουλο και επιστρέφει στη θέση του. Εκεί, η Αναΐς τον κοιτάζει αυστηρά.
«Δεν νομίζεις ότι όλο αυτό ήταν κάπως υπερβολικό; Δεν χρειαζόταν να τον τρομοκρατήσεις»
«Δεν έκανα τίποτα τέτοιο, Πριγκιπέσσα. Έτσι δεν είναι, Κοσμά; Σε τρομοκράτησα;»
«Όχι, κύριε. Ούτε κατά διάνυα!»
«Βλέπεις, Πριγκιπέσσα;»
«Θα το συζητήσουμε αργότερα, όταν θα μείνουμε μόνοι, Μίστερ Μπιγκ»
Η Πανδώρα βγάζει αμέσως το συμπέρασμα.
«Στο κρεβάτι, αν κατάλαβα σωστά και συγκεκριμένα σε οριζόντια θέση»
«Εσύ σκάσε!»
«Γιατί; Εγώ έτσι μιλάω με τον άντρα μου»
Η Άρτεμις χαχανίζει.
«Και όχι μόνο εσύ»
Η Εύα σηκώνει το χέρι.
«Εγώ να μιλήσω ή όχι;»
Η Αναΐς ξεφυσάει με αγανάκτηση.
«Αμάν πια! Δεν σας αντέχω άλλο! Είστε ένα μάτσο λυσσασμένοι, σεξομανείς άγγελοι!»
Ο Στέφανος γελάει.
«Ενώ εσύ δεν είσαι, Τσιχλόφουσκα;»
Ο Ιάσονας ξεροβήχει.
«Μπορώ εγώ ν' απαντήσω σ' αυτό;»
Η Αναΐς τον αγριοκοιτάζει.
«Εσύ, Μίστερ Μπιγκ, ράψ' το! Βασικά, όλοι σας να το ράψετε!»
Αυτοί γελάνε ξανά. Ακόμα κι ο Κοσμάς, ο οποίος στρέφεται στον Στέφανο όταν σβήνουν τα γέλια.
«Όσο για την ερώτησή σου νωρίτερα, Στέφανε, σε άκουσα και κατάλαβα τα πάντα. Συμφωνώ απόλυτα. Αυτή είναι η καλύτερη λύση και σας ευχαριστώ πολύ που με βάλατε στο κόλπο. Θα μου ήταν πολύ δύσκολο να το αντιμετωπίσω»
Η Αλίκη του χαμογελάει.
«Γι' αυτό σου τα είπα όλα, αδερφέ. Το μόνο που θέλω να κάνεις είναι να το παίξεις σωστά για να μην καταλάβει κανείς τίποτα. Όλα αυτά είναι πολύ σοβαρά»
«Μην ανησυχείς, μικρή αδερφή. Μπορώ να κοροϊδέψω οποιονδήποτε. Μην ξεχνάς ότι μπορώ να το κάνω στη μαμά»
«Μ' αυτό και μόνο με έπεισες»
Εκείνη τη στιγμή, η πόρτα του αίθριου ανοίγει μόνη της και ο Νικόλας πετάει μέσα, με τον Ερμή στην αγκαλιά του, και προσγειώνεται στο μεγάλο τραπέζι. Η Άρτεμις σηκώνεται απ' τον καναπέ λίγο θυμωμένη.
«Απ' όλα τα μέρη του σπιτιού διάλεξες να προσγειωθείς εκεί; Κατέβα απ' το τραπέζι μου, ρε βλαμμένο!»
«Κι εγώ σ' αγαπάω, γυναίκα του αδερφού μου»
«Άμα σε πιάσω στα χέρια μου, αλαζονικέ άγγελε, θα σε μαδήσω!»
«Πιάσε με αν μπορείς, μητέρα του ανιψιού μου»
«Τώρα θα δεις!»
«Ωχ, σκατά!»
Καθώς η Άρτεμις αρχίζει να κυνηγάει τον Νικόλα γύρω-γύρω στο δωμάτιο, ο Ερμής πηδάει απ' το τραπέζι.
«Αυτοί δεν θα μεγαλώνουν ποτέ!»
Ο Στέφανος καγχάζει.
«Κοίτα ποιος μιλάει! Η ενσάρκωση του Πίτερ Παν! Τέλος πάντων! Πες μας πώς πήγε με τη Ρίτα; Το έχαψε;»
«Δώσε μου ένα λεπτό, ρε Στέφο. Χρειάζομαι κάτι πρώτα»
«Ναι, φυσικά. Λάθος μου. Κάνε την δουλειά σου»
Ο Ερμής ανοίγει τα χέρια του και η Αλίκη τρέχει προς το μέρος του, πηδάει επάνω του και τυλίγει τα πόδια της γύρω απ' τη μέση του. Τα χέρια του στηρίζουν τον πισινό της καθώς τα χείλη του φιλούν τα δικά της. Ο Κοσμάς κοιτάζει την αδερφή του και κάνει μια ερώτηση στον Στέφανο.
«Γίνεται ποτέ καλύτερο όλο αυτό; Να βλέπω έτσι τη μικρή μου αδερφή, εννοώ»
Ο Στέφανος κοιτάζει τις αδερφές του πριν του απαντήσει.
«Έχω δει πολλές φορές τις αδερφές μου σε πολύ χειρότερη κατάσταση και σου το λέω ευθέως. Όχι, δεν γίνεται ποτέ καλύτερο»
«Τέλεια!»
«Αλλά συνηθίζεται, ειδικά αν αγαπάς αυτόν που χουφτώνει την αδερφή σου»
«Τότε έχω μια μικρή ελπίδα»
«Ναι, έχεις, μα τώρα με συγχωρείς, αλλά πρέπει να σώσω τον αδερφό μου απ' τα χέρια της γυναίκας μου πριν του μαδήσει τα φτερά»
«Φυσικά. Πήγαινε!»
Ο Στέφανος τρέχει στην άλλη πλευρά του δωματίου όπου η Άρτεμις έχει τον Νικόλα μπρούμυτα στο πάτωμα, στρίβοντας το χέρι του πίσω απ' την πλάτη του και πιέζοντας τη μέση του με το γόνατό της.
«Παραδίνεσαι ή θέλεις κι άλλο;»
«Ποτέ! Οι Ηλιόπουλοι δεν παραδίνονται!»
«Το ξέρω, ανόητη μαϊμού! Είμαι κι εγώ Ηλιοπούλου»
Ο Νικόλας θέλει να πει κάτι άλλο, αλλά η παρέμβαση του Στέφανου τον σταματά.
«Εντάξει, τρελοί άγγελοι. Φτάνει ως εδώ!»
Αυτός αρπάζει την Άρτεμις απ' τη μέση και την σέρνει μακριά απ' τον Νικόλα, ο οποίος σηκώνεται αμέσως όρθιος.
«Σ' έσωσε ο άντρας σου, αδερφή!»
Η Άρτεμις του γρυλίζει.
«Δεν ήμουν εγώ με την μούρη στο πάτωμα»
«Όχι ακόμα»
«Εσύ ...»
Αυτή θέλει να επιτεθεί ξανά, αλλά ο Στέφανος την συγκρατεί.
«Είπα φτάνει, Κοριτσάκι. Μη με κάνεις να επαναλαμβάνομαι. Το ξέρεις ότι το μισώ»
Αυτή γυρίζει προς το μέρος του και κουνάει το δάχτυλό της μπροστά στο πρόσωπό του.
«Γιατί μας χαλάς το παιχνίδι;»
«Ορίστε;»
Ο Νικόλας ρουθουνίζει.
«Έχει δίκιο, αδερφέ. Είσαι μεγάλος σπασαρχίδης και χαλάς το παιχνίδι μας»
Ο Στέφανος γυρίζει τα μάτια του εκνευρισμένος.
«Γιατί ανακατεύομαι;»
Οι δύο παιχνιδιάρηδες μιλούν με μια φωνή.
«Αυτή είναι μια καλή ερώτηση!»
Ο Στέφανος γυρίζει πίσω στους άλλους βρίζοντας και ο Νικόλας με την Άρτεμις αγκαλιάζονται και τον ακολουθούν γελώντας. Λίγο αργότερα, ο Ερμής, με τη βοήθεια του Νικόλα, διηγείται τι ακριβώς συνέβη στο ρετιρέ με την Μαργαρίτα. Όταν τελειώνει, η Πανδώρα τον συγχαίρει.
«Ώστε σε πίστεψε, ε; Μπράβο, Κουτάβι»
«Ευχαριστώ, αλλά μόνο η Νύχτα ξέρει πώς κατάφερα να συγκρατηθώ όταν την είδα να χαμογελάει. Αυτή νόμιζε ότι δεν την είδα, αλλά ... Τέλος πάντων!»
Ο Ιάσονας τον κοιτάζει με κατανόηση.
«Δυστυχώς, έτσι έπρεπε να γίνει, Ερμή μου»
«Ναι. Ναι. Το ξέρω»
Η Αλίκη αναστενάζει.
«Και τώρα τι κάνουμε;»
Η Άρτεμις της απαντάει.
«Τώρα περιμένουμε την Ρίτα να κάνει την επόμενη κίνησή της, γλυκιά μου»
Ο Στέφανος σηκώνεται και δείχνει τον Ιάσονα.
«Στο μεταξύ, ο Νάκος κι εγώ θα βρούμε το κατάλληλο ξόρκι για να εντοπίσουμε τη μάγισσα»
Ο Νικόλας σηκώνεται επίσης.
«Κι εγώ πρέπει να πάω στην κλινική. Με περιμένουν ασθενείς. Ευκαιρία να μείνω εκεί μιας και δεν μπορώ να πάω σπίτι μιας αφού υποτίθεται ότι φροντίζω τον εγκαταλελειμμένο»
Ο Ερμής σηκώνεται και τον αγκαλιάζει.
«Ευχαριστώ, ρε φίλε»
«Μήπως χρειάζεσαι το ιχώρ μου; Μπορώ να ...»
«Όχι, αδερφέ. Δεν χρειάζεται. Έχω κάποιον που με φροντίζει άριστα»
Ο Νικόλας κοιτάζει την Αλίκη κι ο Ερμής του γνέφει. Τότε, ο Κοσμάς σηκώνεται επίσης.
«Νικόλα, μήπως μπορείς να με πετάξεις; Ήρθα με ταξί, δεν έχω τ' αμάξι μου»
«Φυσικά. Που θέλεις να πας; Σπίτι;»
«Όχι, στο Λημέρι. Πρέπει να είμαι εκεί για να βοηθήσω την Έλενα και τον Ησαΐα. Σαββατόβραδο απόψε, θα γίνετε χαμός και χωρίς το αφεντικό και την αδερφή μου θα υπάρξει χάος»
Η Αλίκη δεν ανησυχεί καθόλου γι' αυτό.
«Θα τα καταφέρετε μια χαρά οι τρεις σας, αδερφέ. Το αφεντικό και η αδερφή σου σε εμπιστεύονται. Σωστά;»
Αυτή κοιτάζει τον Ερμή, ο οποίος γνέφει.
«Ναι, φυσικά»
Ο Μάξιμος χτυπάει τα χέρια του.
«Κι εμείς οι υπόλοιποι θα επιστρέφουμε στην καθημερινότητά μας σαν να μην συμβαίνει τίποτα»
Όταν αυτοί που ήταν να φύγουν το έκαναν, ο Ερμής κάνει μια εύλογη ερώτηση.
«Και τι γίνεται με μας; Την Αλίκη και μένα;»
Η Πανδώρα του τσιμπάει το μάγουλο.
«Εσείς οι δύο, γλυκά μου πιτσουνάκια, θα πάτε δίπλα στη Φωλιά και θα περάσετε καλά. Δεν θα σας ενοχλήσει κανείς, εκτός φυσικά αν έχουμε επισκέψεις»
«Δώρα μου, σ' αγαπάω!»
«Το ξέρω, Κουτάβι. Καλή διασκέδαση!»
Αυτός της κλείνει το μάτι και σηκώνεται. Η Αλίκη ακολουθεί το παράδειγμά του,παίρνει το μπουφάν της και μαζί εξαφανίζονται στο τούνελ που ενώνει τα σπίτια, ενώ και οι υπόλοιποι τρέχουν προς διαφορετικές κατευθύνσεις.
~ ΛΙΓΑ ΛΕΠΤΑ ΑΡΓΟΤΕΡΑ ~ ΔΥΟ ΠΟΡΤΕΣ ΠΙΟ ΔΙΠΛΑ ~
~ Στη ΦΩΛΙΑ Του ΛΥΚΟΥ ή αλλιώς ΣΠΙΤΙ του ΑΡΗ & της ΣΕΛΗΝΗΣ ~
Το ζευγάρι βγαίνει απ' το τούνελ και μπαίνει στο σαλόνι. Μιας και είναι Ιανουάριος, η θερμοκρασία στο δωμάτιο είναι πολύ χαμηλή γιατί το σπίτι είναι άδειο εδώ και καιρό. Ο Ερμής δεν επηρεάζεται απ' το κρύο, αλλά η Αλίκη υποφέρει και αμέσως αρχίζει να τρέμει. Χωρίς να χάσει χρόνο, κουμπώνει το μπουφάν της και τυλίγει τα χέρια της γύρω απ' το σώμα της.
«Μπρρρ ... Κάνει πολύ κρύο εδώ μέσα. Ξεπάγιασα!»
Αυτός κοιτάζει τον διακόπτη του καλοριφέρ για δύο δευτερόλεπτα και τον ανοίγει τηλεπαθητικά. Την επόμενη στιγμή, το υπόκωφο βουητό του συστήματος θέρμανσης κάτω απ' το πάτωμα και μέσα στους τοίχους αρχίζει να θερμαίνει το δωμάτιο. Αλλά επειδή αυτό θα πάρει λίγο χρόνο, αυτός δεν μπορεί ν' αφήσει το κορίτσι του να παγώσει, οπότε ανοίγει το μπουφάν του, το οποίο φοράει για τα μάτια του κόσμου, και την προσκαλεί μέσα.
«Έλα εδώ, μωρό μου»
Αυτή τρέχει κοντά του και αγκαλιάζει το σώμα του κάτω απ' το μπουφάν. Καθώς στριμώχνεται κοντά του, αισθάνεται αμέσως τη ζεστασιά του κορμιού του να μεταφέρεται στο δικό της.
«Θεούλη μου! Αυτό είναι τόσο φοβερό! Είσαι τόσο ζεστός. Μμμμ ... Λατρεύω τη λυκίσια σου πλευρά»
Αυτή τρίβει το πρόσωπό της στο στήθος του κι εκείνος της φιλά την κορυφή του κεφαλιού.
«Ξέρεις ποια άλλη το έλεγε αυτό;»
«Ποια;»
«Η μάνα μου στον πατέρα μου όταν ήταν ακόμα άνθρωποι. Της μοιάζεις πολύ, ξέρεις»
«Το να με συγκρίνεις με τη σπουδαία Σελήνη Ηλιοπούλου είναι το δεύτερο καλύτερο κομπλιμέντο που μου έχεις κάνει»
«Το δεύτερο καλύτερο; Ποιο είναι το πρώτο;»
«Ότι είμαι νόστιμη»
Αυτός ξεσπάει σε γέλια ρίχνοντας το κεφάλι του πίσω, όπως κάνει κι ο πατέρας του κι αυτή τον κοιτάζει μαγεμένη.
«Κι αυτό ήταν το πρώτο πράγμα που με γοήτευσε σε σένα. Ο τρόπος που γελάς»
«Εντάξει! Τώρα μου κάνεις πλάκα!»
«Όχι. Αλήθεια σου λέω. Στ' ορκίζομαι!»
«Τελικά, μοιάζεις πολύ περισσότερο στη μάνα μου απ' όσο νόμιζα. Τέλος πάντων!»
«Μπορώ να σε ρωτήσω κάτι χωρίς να θυμώσεις;»
«Νομίζω ότι ξέρω τι θέλεις να με ρωτήσεις»
«Για πες μου»
«Πώς ήταν η σχέση μου με τη Ρίτα»
«Το βρήκες. Θα μου πεις;»
«Ναι. Πάμε να κάτσουμε»
Αν και η θερμοκρασία στο δωμάτιο έχει ανέβει αισθητά, αυτή τον κρατάει κοντά της όταν κάθονται στον καναπέ κι αυτός αρχίζει να μιλάει.
«Λοιπόν ... Όταν ήμασταν μικρά, όλα ήταν υπέροχα. Η σχέση μας ήταν τέλεια. Περνούσαμε υπέροχα μαζί. Γελούσαμε και διασκεδάσαμε πολύ, ακόμα και μετά τη μεταμόρφωσή μου. Όλα ήταν καλά μέχρι που ...»
«Μέχρι που τι;»
«Μέχρι που ολοκληρώσαμε τη σχέση μας»
«Πότε έγινε αυτό;»
«Σε ανθρώπινα χρόνια, εκείνη ήταν δεκαέξι και εγώ σχεδόν δεκαοχτώ»
«Αν ήσουν δεκαοχτώ, δεν ήταν η πρώτη φορά και για τους δυο σας»
«Όντως. Η δική μου πρώτη φορά ήταν μαζί σου»
«Σοβαρά τώρα; Ήμουν η πρώτη σου;»
«Ναι, αλλά η Ρίτα δεν το ήξερε. Βλέπεις, ήθελα να έχω μια μικρή εμπειρία για να την εντυπωσιάσω. Ίσως είναι λάθος που στο λέω, αλλά δεν θέλω να σου κρύψω τίποτα. Αυτό που θέλω όμως είναι να σου ζητήσω συγγνώμη που σε χρησιμοποίησα μ' αυτόν τον απαίσιο τρόπο»
«Μην λες βλακείες! Δεν χρειάζεται να ζητάς συγγνώμη για κάτι που ήθελα κι εγώ. Εξάλλου, αυτή ήταν η σύντροφος σου και ήθελες να την εντυπωσιάσεις. Κατά βάθος, το βρίσκω αρκετά ρομαντικό»
«Μαλακία ήταν, μωρό μου, όχι ρομαντικό»
«Δεν συμφωνώ μ' αυτό, αλλά τέλος πάντων! Συνέχισε. Τι έγινε μετά την ολοκλήρωση;»
«Αυτή έγινε απαιτητική. Μου ζητούσε συνέχεια κάτι που δεν ήθελα να της δώσω»
«Τι ήταν αυτό;»
«Το αίμα μου. Ήθελε να την αφήσω να πιει»
«Μα εμένα μου έδωσες να πιω απ' την πρώτη φορά»
«Ναι»
«Δεν καταλαβαίνω. Γιατί το έκανες αυτό; Γιατί της έλεγες όχι;»
«Δεν ξέρω τι να σου πω, ρε μωρό μου. Κάτι μέσα μου. Απλώς δεν το ένιωθα σωστό»
«Αλλά τελικά το έκανες όταν την άλλαξες»
«Και αυτή ήταν η πρώτη και η τελευταία φορά. Δεν ήπιε ποτέ ξανά από μένα»
«Και με μένα γιατί; Γιατί μοιράζεσαι το αίμα σου μαζί μου;»
«Ούτε αυτό το ξέρω. Πάλι κάτι μέσα μου. Απλώς το νιώθω σωστό»
«Πραγματικά δεν ξέρω τι να πω αυτή τη στιγμή»
«Να μην πεις τίποτα και απλά να με φιλήσεις. Εγώ θα καταλάβω»
«Αυτή είναι μια υπέροχη ιδέα, αφεντικό»
Αυτή ξεφορτώνεται το μπουφάν της, μιας και η θερμοκρασία έχει φτάσει πλέον στο ιδανικό νούμερο, τον καβαλάει και ξεφορτώνεται και το δικό του μπουφάν. Αυτός δαγκώνει το κάτω χείλος του.
«Γαμώτο! Με καυλώνεις τόσο πολύ όταν παίρνεις τον έλεγχο»
«Λατρεύω τη φωνή σου, αλλά ήρθε η ώρα να σωπάσεις, αφεντικό»
Αυτή σκεπάζει τα μάγουλά του και πιέζει το στόμα της στο δικό του. Κατά την διάρκεια του φιλιού, τα χέρια της φεύγουν απ' το πρόσωπό του και αρχίζουν ν' αγγίζουν το σώμα του. Αυτή θωπεύει τους ατσάλινους δικέφαλους μύες στα μπράτσα του, τους σκληρούς θωρακικούς του, το επίπεδο στομάχι και τους καλοσχηματισμένους κοιλιακούς, καθώς η γλώσσα της πιέζεται πάνω στους ελαφρώς πιο μυτερούς ανθρώπινους κυνόδοντες του.
Ένας βαθύς αναστεναγμός ευχαρίστησης και προσμονής ξεφεύγει απ' το λαιμό του καθώς τα χέρια της φτάνουν στο κουμπί του παντελονιού του. Αυτή πεθαίνει καθώς τον ακούει να ανταποκρίνεται έτσι. Η σκέψη ότι αυτή είναι η αιτία αυτής της ευχαρίστησης του είναι για εκείνη διπλή απόλαυση. Παρά τον αναστεναγμό του όμως, αυτός τη σταματά όταν αυτή προσπαθεί να ξεκουμπώσει το κουμπί.
«Περίμενε!»
«Γιατί;»
«Κάτι ξεχάσαμε»
«Είσαι βαμπίρ. Δεν αναπαράγεσαι»
«Δεν εννοώ αυτό»
Αυτός τη σηκώνει απ' τη μέση και τη βάζει να σταθεί στα πόδια της πριν σηκωθεί απ' τον καναπέ. Αυτή τον παρακολουθεί να κινείται αστραπιαία γύρω-γύρω και ν' ανάβει το τζάκι. Η φωτιά τυλίγει το ξύλο με μια κίνηση του καρπού του και μετά, αυτός απλώνει μια μοβ χνουδωτή φλοκάτη μπροστά στην εστία.
«Πάω να πάρω κάτι απ' την κρεβατοκάμαρα. Μέχρι να γυρίσω να έχεις ξεφορτωθεί τα περιττά»
Αυτός ανεβαίνει τρέχοντας τις σκάλες καθώς αυτή αρχίζει να γδύνεται γελώντας. Όταν αυτός επιστρέφει, είναι ήδη γυμνός και κρατάει ένα μικρό στιλέτο από Αδάμαντα με ένα κεφάλι λύκου σκαλισμένο στη λαβή. Αυτή τον κοιτάζει.
«Πώς το κάνεις αυτό, ρε γαμώτο;»
«Ποιο, μωρό μου;»
«Να βγάζεις τα ρούχα σου ενώ τρέχεις, χωρίς να σκοντάφτεις»
«Αυτό είναι ακόμα ένα χαρακτηριστικό που κληρονόμησα απ' τον πατέρα μου»
«Ποιον πρέπει να ευχαριστήσω για το δώρο της δημιουργίας σου;»
Αυτός σουφρώνει τα χείλη του σαν να το σκέφτεται.
«Μμμμ ... Τον Θεό που δημιούργησε τον θείο Τζάκο και ζήτησε απ' τη Νύχτα να δημιουργήσει τον πατέρα μου για χάρη του και μπούρου-μπούρου ... Μπορούμε να συνεχίσουμε από εκεί που σταματήσαμε;»
«Φυσικά»
«Πέσε στα γόνατα»
Αυτή γονατίζει στη φλοκάτη κι αυτός κάνει το ίδιο, φέρνοντας το χέρι του μπροστά της και ανοίγοντας τα δάχτυλά του. Στην ανοιχτή του παλάμη βρίσκεται το στιλέτο.
«Πάρτο»
Αυτή παίρνει το αιχμηρό στιλέτο και περνάει το δάχτυλό της κατά μήκος της κοφτερής λεπίδας, στην οποία καθρεφτίζονται οι φλόγες του τζακιού.
«Είναι όμορφο»
«Δεν είναι το μόνο όμορφο πράγμα εδώ μέσα»
«Ναι, είσαι κι εσύ»
Αυτός αγγίζει το δάχτυλό του στην κοιλότητα στο λαιμό της και γλιστρά αργά προς τα κάτω ανάμεσα στα στήθη της.
«Δεν εννοούσα αυτό»
«Έτσι με βλέπεις;»
«Έτσι είσαι πραγματικά. Εγώ απλώς λέω αυτό που βλέπω. Έλα πιο κοντά μου»
Αυτή προχωρά λίγο μπροστά και φέρνει το σώμα της σε απόσταση αναπνοής απ' το δικό του, τόσο που τα γόνατά τους αγγίζονται. Αυτός βάζει τα χέρια του στους γοφούς της κι εκείνη σηκώνει το κεφάλι της και τον κοιτάζει βαθιά στα μάτια.
«Κόψε με»
Με απόλυτη ψυχραιμία, μιας και το έχει κάνει πολλές φορές στο παρελθόν, αυτή αγγίζει το στήθος του με το ένα χέρι και χρησιμοποιεί το άλλο για να κόψει το δέρμα με το στιλέτο στα αριστερά, ακριβώς εκεί που είναι η καρδιά του. Ο Αδάμαντας κόβει το κατά τα άλλα αδιαπέραστο, αλλά βελούδινο δέρμα του με ευκολία και το κόκκινο καυτό αίμα αρχίζει να κυλάει προς τα κάτω, κάνοντας την να γλείψει τα χείλη της.
«Πιες, μωρό μου. Πιες το αίμα μου. Νιώσε αυτό που νιώθω κι άσε με να νιώσω αυτό που νιώθεις»
Αυτή κολλάει το στόμα της στο κόψιμο και τυλίγει τα χέρια της γύρω απ' τη μέση του. Αυτός κλείνει τα μάτια του και αφήνει τα συναισθήματά του να περάσουν μέσα της μαζί με το αίμα του. Αυτή δεν θέλει ν' ακούει το σ' αγαπώ απ' το στόμα του ενώ όλα γύρω τους είναι χάλια, αλλά εκείνος βρήκε άλλο τρόπο να της το πει χωρίς λόγια.
Το χέρι του πηγαίνει στην πλάτη της και σπρώχνοντας την, την ξαπλώνει στο χαλί και απλώνει το κορμί του πάνω της. Αυτή, χωρίς να σταματήσει να πίνει, ανοίγει τα πόδια της κι εκείνος γλιστράει μέσα της την ίδια στιγμή που εμφανίζει τους κυνόδοντες του και τους βυθίζει στον ώμο της. Τα μουγκρητά τους γεμίζουν το δωμάτιο. Η φωτιά καίει τα ξύλα στο τζάκι και η ζέστη του καίει εκείνη καθώς κινείται ρυθμικά μέσα της κι εκείνη χορεύει στο ρυθμό του. Κάποια στιγμή, αυτοί σταματούν να πίνουν και κοιτάζουν ο ένας τον άλλον με αναψοκοκκινισμένα μάγουλα.
Τη φιλάει ξανά και ξανά, με αίμα ν' ανακατεύεται στα χείλη τους. Οι ανάσες βγαίνουν καυτές όσο αυξάνεται η ταχύτητά τους και η κορύφωση έρχεται και για τους δύο ταυτόχρονα. Εκείνη φωνάζει τ' όνομά του κι εκείνος σφίγγει τα δόντια ενώ ταυτόχρονα το μεγάλο διακοσμητικό βάζο πάνω στο τραπέζι σπάει σε εκατοντάδες μικρά κομμάτια και σκορπίζεται στο πάτωμα γύρω τους με έναν εκκωφαντικό θόρυβο. Αυτοί κοιτάζουν τριγύρω και ξεσπούν σε γέλια καθώς προσπαθούν να πάρουν ανάσα. Αυτή τον σπρώχνει παιχνιδιάρικα.
«Γι' αυτό δεν μπορούμε να έχουμε ωραία πράγματα, κύριε Τηλεκινητικέ»
«Σκατά! Η μάνα μου θα με μαστιγώσει γι' αυτό. Το λατρεύει αυτό το βάζο»
«Δεν θα το κάνει αν καταστρέψουμε τα στοιχεία. Φύγε από πάνω μου. Πρέπει να καθαρίσω»
Αυτή προσπαθεί να τον απωθήσει, αλλά εκείνος δεν κουνιέται ούτε εκατοστό.
«Ποιος σου είπε ότι τελείωσα μαζί σου;»
«Δεν τελείωσες;»
«Ούτε κατά διάνυα, μωρό μου!»
«Σ' ευχαριστώ, Θεά μου!»
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro