Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφάλαιο Ενδέκατο/ part 1

Με όση δύναμη του επέτρεπε να βάλει το πληγωμένο του πόδι, ο Γιοχάννες έτρεξε ευθύς προς το μέρος του Τόμας. Στο σημείο όπου είχε τρυπώσει η σφαίρα, έρρεε άλικο το αίμα στο νωπό έδαφος. Τα κυανά μάτια, σαν γυάλινα, κοιτούσαν τον ουρανό ως τελευταία παράκληση για την σωτηρία της ψυχής. Ο Γιοχάννες έμεινε δίπλα του, βλέποντας και την ηλικιωμένη να τρέχει προς το μέρος τους βαθιά συγκλονισμένη. Η πρώτη του δουλειά, ήταν να καλέσει τον Χάινριχ, ώστε να κάνει τα αδύνατα δυνατά για να μην φτάσει αυτή η είδηση στον Έριχ. Με φωνή που έτρεμε του εξήγησε, ενώ ο συνάδελφός του από την άλλη άκρη της γραμμής παρέμεινε σιωπηλός, δίχως μάλλον να δύναται να βρει τα σωστά λόγια. Το μόνο που του απάντησε ήταν πως θα έκανε τα πάντα, ώστε να μην διαρρεύσει η είδηση, όσο αυτό ήταν εφικτό προκειμένου να κερδίσουν χρόνο. Από εκεί και πέρα, έπρεπε να βρουν τις αποδείξεις, οι οποίες πιστοποιούσαν την πατρότητα του Έριχ και φυσικά να ανακαλύψουν τις συνομιλίες μεταξύ εκείνου και του γιού του, πράγμα εύκολο μιας και το κινητό τηλέφωνο του νεαρού βρισκόταν στα χέρια του Γιοχάννες. Αυτό θα ήταν αρκετό ως ενοχοποιητικό στοιχείο.

«Έρχομαι εκεί. Θα βρω τον τρόπο να περάσω απαρατήρητος»

Ο Γιοχάννες πήρε μία βαθιά ανάσα ακούγοντάς τον.

«Έχω τον τόπο που βρίσκεται ο Φριτς. Ίσως θα πρέπει να κατευθυνθούμε εκεί»

«Είσαι τραυματισμένος και είναι επικίνδυνο» επέμεινε ο Χάινριχ.

«Αγαπούσα πολύ τον Αλοίσιο. Όπως και εσύ ήμουν παρών σε ό,τι έγινε. Πρέπει να δώσουμε ένα τέλος και να το κάνουμε για τη ψυχή του. Θα αντέξω. Επέλεξα το επάγγελμα αυτό»

«Είσαι ξεροκέφαλος όπως ο πρώην συνεργάτης σου. Καλώς. Μείνε και έρχομαι» ήταν και τα τελευταία λόγια του Χάινριχ.

Ο Γιοχάννες καρτερούσε το ασθενοφόρο. Κοιτώντας τον νεαρό, συλλογίστηκε πόσο άδικα του είχε φερθεί η ζωή, πόσο μόνος είχε φύγει τελικά από αυτήν. Ευτυχώς, είχε έστω και μία παρουσία να κλάψει για την απώλειά του. Η ηλικιωμένη, έχοντας διαβάσει το σημείωμα, στεκόταν από πάνω του κλαίγοντας γοερά. Σύντομα συγκεντρώθηκαν και ορισμένοι γείτονες που έδειχναν σοκαρισμένοι, ενώ μερικοί μουρμούριζαν για την αδικία να έχει φτάσει ένα τόσο όμορφο και νεαρό άτομο στο σημείο να βάλει τέλος στη ζωή του. Με το χέρι του, ο αστυνομικός του έκλεισε τα μάτια.

Ελλάδα

Ο Άγγελος κοιτούσε τον πατέρα του περιμένοντας να λάβει επιπλέον εξηγήσεις. Αυτά ωστόσο που του εξομολογήθηκε ο Στέφανος, διόλου δεν τον σόκαραν. Ως ένα σημείο ο πατέρας του γνώριζε για την εμπλοκή του γιου του σε υποθέσεις που περιλάμβαναν ναρκωτικά, μα για τον φόνο δεν είχε την παραμικρή ιδέα.

«Γνωρίζω πως ο αδερφός σου είναι μπλεγμένος. Πίστευα πως αν του πρόσφερα μία δουλειά, ακόμη και αν κάποιες φορές δεν λείπουν οι παρανομίες από αυτή, θα στεκόταν αρκετό για να τον σταματήσει από τους μπελάδες. Είχα πράγματι ακούσει και εγώ το όνομα του Ρούντολφ Έμπερχαρντ. Μου είχε εκμυστηρευτεί ο Ίωνας πως ο συγκεκριμένος αστυνομικός τους είχε κυνηγήσει ένα βράδυ που κάτι είχε πάει στραβά στο Βερολίνο. Έτσι όταν ήρθες εσύ και μου ανακοίνωσες πως νοίκιασες το διαμέρισμα σε αυτόν, φοβήθηκα μήπως ο ερχομός του δεν ήταν τυχαίος» έκανε μία παύση ο Στέφανος.

«Ο ερχομός του ήταν τυχαίος, σε σχέση με τον αδερφό μου τουλάχιστον. Ωστόσο, κάτι μου λέει πως πίσω από αυτά, κρύβονται περισσότερα. Δεν ξέρω αν εσύ σκοπεύεις να κάνεις κάτι, όμως εγώ θα πάω στην αστυνομία. Ο Ίωνας είναι επικίνδυνος και δεκάρα δεν δίνω για το δήθεν όνομα της οικογένειας. Εδώ διακυβεύονται πολλά περισσότερα» πρόφερε και πήγε να σηκωθεί όταν είδε ένα όπλο να τον σημαδεύει.

«Προδότη!» γρύλισε ο Ίωνας «Πάντοτε σε είχα για ένα πλουσιόπαιδο της δεκάρας. Σου άρεσαν οι ανέσεις της οικογένειας, είχες μεγαλώσει στα πούπουλα και ήσουν ο αγαπημένος της μητέρας μας. Θα τα πετάξεις όλα για έναν μπάτσο;»

«Ίωνα..»πήγε να επέμβει ο Στέφανος.

«Σκάσε και εσύ! Είσαι έτοιμος να με καρφώσεις όπως ο γιος σου, έτσι δεν είναι; Τι κρίμα γιατί από εδώ μέσα δεν θα βγείτε ζωντανοί» ξεκίνησε και έκλεισε πίσω του την πόρτα του γραφείου του.

«Είσαι τρελός» ψέλλισε ο Άγγελος και τον είδε να στρίβει ένα τσιγάρο.

«Μιας που βρεθήκαμε όλοι μαζί σαν οικογένεια, θα σας λύσω την απορία σχετικά με τον Ρούντολφ. Είναι γνωστή η αδυναμία μου στους μπάτσους. Πράγματι πατέρα, εκείνο το βράδυ κάτι πήγε πολύ στραβά στο Βερολίνο. Ο μικρός του αδερφός όμως ήθελε να το παίξει ήρωας. Πίστευε πως μας είχε στο χέρι και πως μόνος του θα κατόρθωνε να συλλάβει μία ολόκληρη συμμορία. Ωστόσο, η περηφάνια πληρώνεται και ο Αλοίσιος, όπως ήταν το όνομά του, την πλήρωσε και μάλιστα ακριβά. Τον σκότωσα εγώ, για την ακρίβεια του έδωσα τη χαριστική βολή. Έπρεπε να βλέπατε το πρόσωπο του Ρούντολφ. Τόσο αδύναμος, σχεδόν ικέτευε έναν δολοφόνο να λυπηθεί τον αδερφό του. Ξαφνικά από ατρόμητος ήρωας, είχε μετατραπεί σε έναν κακομοίρη, έτσι δεν είναι μπαμπά;» η ερώτηση που έθεσε ο Ίωνας ανατρίχιασε τον Άγγελο για τα καλά.

Τόση ώρα που τον παρακολουθούσε, ήταν βέβαιος πως απέναντί του είχε έναν ξένο. Μπορεί ποτέ τους να μην είχαν ιδιαίτερες σχέσεις, μα ως τώρα δεν είχε πιστέψει ούτε για μία στιγμή πως αυτός ο άνθρωπος ήταν ένας ψυχρός εκτελεστής που έφτανε σχεδόν στα όρια του σαδισμού. Εντάξει η οικογένειά του δεν αποτέλεσε πρότυπο νομιμότητας, αλλά αυτό πήγαινε πολύ. Έπρεπε να σκεφτεί κάτι και γρήγορα.

«Δεν σε καταλαβαίνω» ψέλλισε αδύναμα ο Στέφανος.

«Καταλαβαίνεις. Την ίδια γλώσσα μιλάμε και σιχαίνομαι όταν παριστάνεις τον μελιστάλακτο πατέρα. Τόση ώρα τον έχεις φλομώσει στα ψέματα. Μπορεί να μην γνώριζες, όπως πολύ σωστά το έθεσες, για τον φόνο του αστυνομικού, μα μην μου πεις πως δεν είχες ιδέα για τις βρομοδουλειές μου. Εσύ με δίδαξες. Ξέχασες μήπως όταν ήμουν δέκα, τότε που ήθελες να πουλήσεις προστασία σε έναν επιχειρηματία σωστό, όμως και εκείνος σε απέρριψε; Ξέχασες που εκλιπαρούσε για έλεος, αλλά εσύ του έδωσες τη χαριστική βολή μπροστά μου; Ή μήπως ξέχασες τα ψέματα που αράδιασες στην μητέρα για να δικαιολογήσεις τους ερυθρούς λεκέδες στο μανίκι σου φτάνοντας να την αποτρελάνεις; Έπειτα με είχες στο χέρι γιατί ήμουν μάρτυρας. Με κράτησες με το ζόρι κοντά σου και με δασκάλεψες καλά. Τώρα ήρθε η σειρά μου όμως, εξάλλου έχω μάθει από τον καλύτερο. Από εδώ δεν βγαίνει κανείς σας» πρόφερε και κλείδωσε την πόρτα ασφαλείας, έχοντας αρπάξει από τον πατέρα του όλα τα κλειδιά, μαζί και το πορτοφόλι με το κινητό του «Το τηλέφωνό σου!» φώναξε στον Άγγελο που του το έδωσε παγωμένος. Οι πόρτες έκλεισαν με πάταγο και ο κωδικός τις σφράγισε.

«Τι στο ανάθεμα!» έβρισε ο νεαρός μόλις έμειναν οι δυο τους «Τι άνθρωπος είσαι; Και πώς κατάντησες τον γιο σου; Μα τω Θεώ, αν βγούμε ζωντανοί θα φύγω από τη χώρα μαζί με τη μαμά. Δεν θέλω να σε ξέρω!»

«Άγγελε...» ψιθύρισε ο πατέρας του.

«Δεν θέλω να μου μιλάς! Πες πως δεν υπάρχω, μπορείς να προσποιηθείς πως πέθανα;» του φώναξε γυρίζοντάς του την πλάτη.

Η επόμενη το πρωί, ήταν μία μέρα μουντή λες και είχε έρθει όλη η σκόνη της Αφρικής μαζί με τους βεδουίνους και είχε εγκατασταθεί στο ουράνιο στερέωμα της Ελλάδας. Ο Αργύρης επέμενε να με συνοδεύσει μέχρι τουλάχιστον το καφέ του Μάρκου και από εκεί και πέρα θα πήγαινα με ασφάλεια μέχρι τη δουλειά. Μάλιστα, στο σημείο που είχαμε οδηγηθεί, η χολωμένη αγκαλίτσα του Αιμιλιανού, έμοιαζε σκάλες ανώτερη, από τα λάθος χέρια κάποιου εκτελεστή σαν εκείνον του Αλοίσιου.

«Και αν μας απαγάγουν και τους δύο;» ρώτησα τον Αργύρη ενώ κατεβαίναμε, όταν έπεσε καταλάθος επάνω στον Γεράσιμο.

«Καλέ ποιος να μας απαγάγει; Ο Γεωργιανός γείτονας με το χαλασμένο καλοριφέρ που του έκανα μήνυση αναφέροντας και τα ονόματά σας;»

Για τρία δευτερόλεπτα έμεινα να τον κοιτάζω και το ίδιο έκανε και ο αδερφός μου. Ο Γεράσιμος, ο ενοχλητικός γείτονας που απεύχεσαι εγκάρδια να έχεις, εκτός από όλα τα υπόλοιπα στρεβλά που διέθετε, είχε αναπτύξει και μανίες, όπως ήταν ο θόρυβος του καλοριφέρ του Γεωργιανού γείτονά μας, ο οποίος, ευτυχώς για τον ίδιο δηλαδή, ερχόταν στην Ελλάδα για λίγο καιρό και έφευγε. Η μοίρα όμως του επεφύλασσε την μήνυση του Γεράσιμου.

«Σου ανέφερα ποτέ εγώ πως έχω θέμα με τον θόρυβο;» έσκουξα για να μην τον φονεύσω.

«Όχι ευθέως, αλλά εμμέσως. Η γλώσσα του σώματός σου είχε μιλήσει στη θέση της κανονικής. Ξέρω εγώ από αυτά» σχολίασε με θυμηδία.

«Αφού είσαι τόσο ξεφτέρι τότε, σίγουρα θα έχεις αντιληφθεί πως η γλώσσα του σώματός μου επιθυμεί να σε σκοτώσει και η κανονική να σε ανθοστολίσει με κοσμητικά επίθετα!» του φώναξα, όταν άκουσα τον Αργύρη να με καλεί να φύγουμε, γιατί αλλιώς θα αργούσε στο σχολείο.

«Θύμησέ μου να υποβάλω και εγώ μήνυση σε αυτόν, τώρα που έχουμε τα μέσα στην Αστυνομία» πρόφερε νυσταγμένα και ξεκινήσαμε.

Στην ζωή μας υπάρχουν άνθρωποι που είναι ικανοί να μας φτιάξουν την μέρα, απλώς και μόνο με ένα χαμόγελο. Μπορεί η λέξη ΄΄αύρα΄΄ να έκρυβε έναν λανθασμένο μυστικισμό ώρες-ώρες, μα ο Μάρκος ήταν αυτή ακριβώς η θετική αύρα στην ζωή μου, ικανή να δώσει χρώμα και μορφή στην έννοια της καλής ημέρας. Το λιμάνι μας υποδέχτηκε, το ίδιο και το καφέ, μονάχα για να δω τον Ρούντολφ και τον Φρίντριχ πεσμένους σχεδόν επάνω στην μπάρα, να βρίσκονται ανάμεσα στον Μορφέα και στα ντελικάτα χέρια των πρωινών αδύναμων ηλιαχτίδων.

«Βγαίνει και σε ενδοφλέβιο το εσπρεσάκι» άκουσα τον Μάρκο να σχολιάζει «Αυτοί εδώ θα το χρειαστούν. Ήρθαν με μάτια κατακόκκινα από την αυπνία και τώρα απλώς αφέθηκαν να παρασυρθούν στην κούραση. Η Φρόσω φταίει για όλα, που ξεκίνησε να τους αφηγείται ιστορίες από τα Κύθηρα, ξέρεις, τον τόπο καταγωγής» μου είπε γελώντας.

«Ευφροσύνη έχουμε πει!» ξεφώνισε.

«Το Φρόσω το κέρδισες με την αξία σου» της απάντησε ο Μάρκος κάνοντάς με να γελάσω, όταν είδα το χέρι του Ρούντολφ να κινείται πλαγίως και να τυλίγεται γύρω από την μέση μου τρυφερά. Τα μάτια του μισάνοιξαν με κόπο και στήθηκε χαμογελώντας μου και προσκαλώντας με στην αγκαλιά του.

Με τρυφερότητα χτένισα τα ανακατεμένα του ολόξανθα μαλλιά και εκείνος άφησε αρχικά ένα φιλί στο μέτωπό μου και έπειτα ακόμη έναν στα χείλη μου.

«Καλημέρα.Δεν μου άρεσε που κοιμήθηκα μονάχος μου χθες, μα πρέπει να κάνω υπομονή» μου ψιθύρισε «Βασικά δεν κοιμήθηκα λεπτό όπως καταλαβαίνεις. Έχω ένα άσχημο προαίσθημα»

Ήταν για κάποιον λόγο συναισθηματικά διαλυμένος, μα στην ίδια κατάσταση βρισκόταν και ο Φρίντριχ που τεντωνόταν με κόπο δίπλα του.

«Αυτόν θα τον αναλάβω εγώ να τον αναστήσω και ο Αιμιλιανός με τον Νικόλαο, μάλλον θα κάνουν το ίδιο για το βαυαρικό παλικάρι από εδώ. Θεραπεία με εσπρέσο αράμπικα και βλέπουμε για αρχή. Μετά θα περάσουμε στα σκληρά» πρόφερε ο Μάρκος για να δούμε και την Βίκυ να πλησιάζει χλωμή «Οι κλίνες της εντατικής μειώνονται αισθητά» ολοκλήρωσε ο Μάρκος βλέποντάς την.

«Καλά που σας βρήκα όλους μαζεμένους» άκουσα την φίλη μου.

«Καλά για εσένα, μάλλον κακά για εμάς» έσκουξε ο Μάρκος «Το ρίχνω στη χόβολη;»

«Ο Άγελος δεν απαντά στο τηλέφωνο» ξεκίνησε.

«Μήπως γιατί βρίσκεται σε τρυφερή συνάντηση με τον Μορφέα τέτοια ώρα;» πάλεψα να την καθησυχάσω.

«Χθες είπε πως πήγε να μιλήσει στον πατέρα του και από τότε δεν έχω νέα. Τον ρώτησα σε μήνυμα αν ήταν καλά και τίποτε. Ούτε καν διαβάστηκε»

Άξαφνα ο Φρίντριχ με τον Ρούντολφ ορθάνοιξαν τα μάτια τους.

«Είσαι ισχυρότερη καιαπό τον εσπρέσο» σχολίασε ο Μάρκος, όταν χτύπησε το τηλέφωνο του Ρούντολφ καιστην οθόνη είδε τον αριθμό του Γιοχάννες. Οι υποψίες που είχε, οι σκέψεις που κρατούσεγια τον εαυτό του, έρχονταν να επιβεβαιωθούν.

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro