Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφάλαιο Τριάντα Πέντε - Επίλογος

Οκτώ Μήνες Αργότερα ..

Είχαμε χάσει πλέον κάθε επαφή με τον Ρικάρντο οπως του ζήτησα εκείνη την τελευταία ημέρα που τον είδα στο δικαστήριο και
την σεβάστηκε στο έπακρο την επιθυμία μου .

Απομακρύνθηκε τόσο απο απο εμένα όσο και απο τα παιδιά του που ούτως η άλλως εξαρχής είχε επιλέξει να μην αναγνωρίσει αποφέυγοντας να συμμετάσχει ενεργά στις ζωές τους.

Όσο για εμένα έδινα σκληρό αγώνα για να πείσω τον εαυτό μου πως ήμουν ευτυχισμένη με όσα καλούδια με είχε προικίσει ο πανάγαθος θεός κι όμως η θύμηση του ακόμη πονούσε.

Τις παγωμένες νύχτες η έλλειψη του με βασάνιζε έως τις πρώτες πρωινές ώρες επίμονα σαν σατανική οντότητα που τρέφονταν απο τον πόνο που μου προκαλούσαν οι αναμνήσεις και τα απωθημένα των όσων δεν πρόλαβα να ζήσω κοντά του.

Κάποιες φορές σαν ατένιζα τα αθώα μάτια των παιδιών μου χανόμουν στα βάθυ τους πλάθοντας με το μυαλό μου στιγμές ονειρικής οικογενειακής ευτυχίας στο πλευρό του.

Μας φανταζόμουν να περπατάμε πιασμένοι χέρι χέρι πλάι στην ακροθαλασσιά χαμογελαστοί βαστώντας στην αγκάλια του καθένας απο εμάς τους καρπούς της μοιραίας βραδιάς που ενωθήκαμε.

Τα μάτια του να λαμποκοπούν έρωτα και φλεγόμενο πόθο μονάχα για εμένα αφήνοντας παράλληλα μια ερωτική υπόσχεση να πλανιέται ανάμεσα μας για τις στιγμές πάθους που θα μοιραζόμασταν σαν επιστρέφαμε στο σπίτι μας.

《Σειρήνα σε θέλω τόσο ..》να ψέλλιζε ξανά και ξανά στα αυτιά μου όταν τα κορμιά μας ενωμένα θα λικνίζονταν ιδρωμένα έως τα ξημερώματα σε ένα ερωτικό χορό παθιασμένο όσο το ταγνκό .

Αλλα μάταια επιζητούσα μια πλασματική ευτυχία που για εμάς τους δύο εξαρχής φάνταζε ταινία φαντασίας παρόμοια με την ταινία που ήδη πρωταγωνιστούσα και σημείωνε τεράστια επιτυχία στους κινηματογράφους.

Το κοινό παραλληρούσε σε κάθε μου βήμα με είχε λατρέψει απο πολύ νωρίς επιζητώντας επιτέλους να πρωταγωνιστήσω σε ένα ερωτικό δράμα που όπως συνήθιζαν να λένε ταίριαζε γάντι στην θλιμμένη φιγούρα μου.

Όμως η ίδια αρνιόμουν πεισματικά να ενσαρκώσω έναν ρόλο τόσο θλιμμένο οσο η ψυχή μου γνωρίζοντας πως η καρδιά θα ράγιζε ήδη απο τις πρώτες σκηνές .

Δεν θα άντεχα να ξαναζήσω έστω και σαν μια άλλη γυναίκα τον πόνο που προκαλεί ένας ατέρμονος μονόπλευρος έρωτας που δεν θα οδηγούσε πουθενά εξαρχής μονάχα σε μερικές χαοτικές στιγμές ηδονής.

Αναλογιζόμουν στερεόνοντας με φουρκέτες τον σφικτό κότσο που είχα πιάσει τα μακριά μαλλιά μου ολοκληρώνοντας παράλληλα την εμφάνιση μου για τον γάμο της Πάμελα.

Ήμουν τόσο χαρούμενη για την αδερφούλα μου αφού έπειτα απο τόσα βάσανα και θλίψεις που βίωσε στην συγκεκριμένη σχέση επιτέλους η αγάπη μεταξύ τους υπερίσχυσε του εγωισμού κι εν τέλει αποφάσισαν να μην διαλύσουν όσα με κόπο είχαν κτίσει.

Έφερα στο νού βιαστικά την φεγγαρόλουστη νύχτα έπειτα απο την επεισοδιακή δίκη έχοντας επανενωθεί επιτέλους με την οικογένεια μου σε μια άκρως συναισθηματικά φορτισμένη στιγμή ανάμεσα μας.

Σαν με αντίκρισαν στο κατώφλι η μητέρα μου ξεχύθηκε στην αγκαλιά μου κραυγάζοντας το όνομα μου ανάμεσα σε πνικτούς λυγμούς που της έφραζαν τον λαιμό.

《Σελίνα καρδιά μου...γύρισες ; Μα που ήσουν τόσο καιρό..μα για μια στιγμή εσύ κρατάς ανάμεσα στα χέρια σου δύο μωράκια..! Βρήκες το κορίτσι μας ;》ρωτούσε σαστισμένη μεριάζοντας σαν πλησίασε κοντά ο βουρκωμένος Χουάν που επιτέλους ανέκτησε το σβησμένο χαμόγελο όπου σαν ήλιος έπειτα απο καταιγίδα φώτιζε τα χείλη του.

《Κόρη μου..ψυχή μου ..κόντεψα να πεθάνω μακριά σου..!》ψέλλισε ανοίγοντας δειλά τα δύο του χέρια αναμένοντας με προσμονή να βουτήξω στην αγκαλιά του χαρίζοντας απλόχερα την συγχώρεση που είχε τόση ανάγκη.

Αντάλλαξα στο δευτερόλεπτο μια φευγαλέα ματιά με την μητέρα μου που ευθύς με απέραντη στοργή ζωγραφισμένη στο γαλήνιο πλέον πρόσωπο της έγνεψε καταφατικά .

Κι αφού αφουγκράστηκα και την μικρή φωνούλα της καρδιάς αποφάσισα επιτέλους να ξεχάσω το παρελθόν να αποφασίσω να δώσω μια ευκαιρία στον άνδρα που με εγκατέλειψε πριν χρόνια στην κοιλιά της μητέρας μου.

Τα μάτια μου περιπλανήθηκαν για μερικά δευτερόλεπτα σιωπής στα ροδαλά προσωπάκια των παιδιών μου που ησύχαζαν με ματάκια σφαλισμένα ανάμεσα στα χέρια μου κι η καρδιά μου ράγισε στην στιγμή.

Δεν τους άξιζε να πάρει η ίδια μοίρα με εμένα η σκέψη και μόνο με έγδερνε αδυσώπητα σαν μαχαίρι σε πληγή όμως ο Ρικάρντο ήξερα καλά πως ποτέ δεν θα τα αναγνώριζε κι έδειξε την πρόθεση.

Ούτε καν αγκαλιά του δεν ζήτησε να πάρει τον γιό μας σαν τον αντίκρισε να κοιμάται στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου για εκείνον μετρούσε περισσότερο βλέπεις να πείσει εμένα να γυρίσω κοντά του απ την πατρότητα.

Γι αυτό του αρνήθηκα πεισματικά εφόσον στην καρδιά του δεν υπήρχε χώρος για τα μικρά μας ποτέ του δεν θα με κέρδιζε ξανά !

Πως άλλωστε να χαρίζω κάθε βράδυ άπλετη ηδονή σε έναν τόσο παγερό αλύγιστο άνδρα όπου επιθυμούσε μονάχα την σαρκική του ικανοποίηση διότι ποτέ δεν πίστεψα τα σ αγαπώ του ούτε μια φορά.

Φάνταζε οξύμωρο στο νού μου πως απο την μια στιγμή στην άλλη η πόρνη όπως συνήθιζε να με αποκαλεί μετατράπηκε στην γυναίκα που σημάδεψε την ζωή και συνάμα την καρδιά του.

Μέσα λοιπόν απο αυτήν την μικρή αναδρομή στους δαιδαλώδης διαδρόμους του μυαλού και των συναισθημάτων μου αποφάσισα οριστικά να χαρίσω στον ηλικιωμένο μου πατέρα την άφεση που τόσο πολύ επιζητούσε.

《Μητέρα βοήθησε με λίγο με τα μωρά..δεν φαντάζεσαι ποιός μεγάλωνε την κόρη μου ούτε βέβαια πως την ξαναβρήκα..》ψέλλισα βουρκωμένη με τα μάτια στηλωμένα στο αυλακωμένο πρόσωπο του Χουάν .

《Έλα γλυκιά μου δώσε μου τα εγγονάκια μου ! Θεε μου σε ευχαριστώ που εισάκουσες τις άπειρες εκκλήσεις μου κι γέμισες την αγκαλιά μου..》πρόφερε πλημμυρισμένη ευγνωμοσύνη χαιδέυοντας το πανέμορφο πρόσωπο της άγνωστης εγγονής της για πρώτη φορά.

《Κοίταξε Χουάν η οικογένεια μας πλήθυνε ! Η μπέμπα μας επέστρεψε επιτέλους σπίτι..!》πρόσθεσε ατενίζοντας με αγάπη το πρόσωπο του άνδρα που ουδέποτε ξερίζωσε απ την καρδιά της όσα χρόνια πέρασαν παρά τις κακουχίες.

《Μαμά..έχετε τίποτα να μου ανακοινώσετε εσείς οι δύο ..;》σχολίασα παιχνιδιάρικα θέλοντας να σπάσω επιτέλους τον πάγο κι την φορτισμένη ατμόσφαιρα μα παράλληλα να ξορκίσω την αφόρητη θλίψη που σκέπαζε την καρδιά απ άκρη σε άκρη.

Ευθύς στήλωσαν τα μάτια τους στα δικά μου διστακτικοί μα συνάμα αποφασισμένοι να μου ανακοινώσουν πως όσο καιρό έλειπα οι ζωές τους είχαν αλλάξει προς το καλύτερο.

《Ξέρεις Σελίνα μου..αποφάσισα να συγχωρήσω ολόψυχα τον πατέρα σου διότι όπως ήδη γνωρίζεις η αγάπη μου για εκείνον ξεπερνάει το σκοτεινό παρελθόν γι αυτό και...》

《Πες μου μαμά αν και τα λόγια είναι πλέον περιττά η ολόχρυση βέρα στο δάκτυλο σου μου εξομολογήθηκε τα πάντα..!》πρόφερα συγκινημένη με άπλετη χαρά να γεμίζει την ερημωμένη μου καρδιά με φώς .

Το φώς μιας αγάπης που αν και κάποτε στραβοπάτησε και ρίχτηκε στον γκρεμό τελικά έπειτα απο πολλά χρόνια αναγεννήθηκε σαν φοίνικας απ τις στάχτες της και στο τέλος θριάμβευσε.

Άραγε και η δική μου απύθμενη αγάπη για τον Ρικάρντο θα έσβηνε κάποια μέρα όπως η φλόγα απο φυτίλι καμμένου κεριού που πλέον δεν δύναται να ανάψει ξανά ; αναρωτιόμουν εμφανώς επηρεασμένη απο τα απρόσμενα γεγονότα στην δίκη.

Παρατήρησα τους γονείς μου να χαμογελούν αντικρίζοντας τα εγγόνια τους με δάκρυα χαράς να κοσμούν τα μάτια τους.

《Δεν θα στο κρύψουμε άλλο κόρη μου η μητέρα σου κι εγώ αν και αργά παντρεύτηκαμε χθές σε μια σεμνή τελετή ..εφόσον οι μέρες που μου απομένουν είναι μετρημένες..》μου ανακοίνωσε στεναχωρημένος ο πατέρας μου ανακόπτοντας ταυτόχρονα την ροή του αέρα που εισέρχονταν στα πνευμόνια μου.

《Μπαμπά μου όχι κι εσύ !》ούρλιαξα πέφτωντας στην αγκαλιά του δίχως δέυτερη σκέψη κλαίγοντας με λυγμούς καθώς έκρυβα το κεφάλι μου στον λαιμό του τρυφερά όπως δεν έπραξα όταν ήμουν παιδί.

Τα χέρια του έσφιξαν το σώμα μου υποστηρικτικά μεταδίδοντας στην ψυχή μου όση αγάπη μου είχε στερήσει με την απουσία του απο τα παιδικά μου χρόνια έως σήμερα .

《Τι έχεις γλυκέ μου μπαμπάκα ; Τι λόγια ήταν αυτά σε παρακαλώ πες μου πως είναι ψέμα..》ψέλλιζα ανάμεσα απο πνικτά αναφιλητά που τράνταζαν το κορμί μου βαστώντας το πρόσωπο του τρυφερά μέσα στις ζεστές παλάμες μου.

《Ησύχασε γλυκό μου πλάσμα δεν έχω κάποια ανίατη ασθένεια όπως προφανώς υπέθεσες . Όμως έπειτα απο το έμφραγμα όπου υπέστην κατάλαβα πως οι μέρες που αυτή η καρδιά θα πάλλεται ακόμη στα στήθια μου είναι μετρημένες ...》

《Γι αυτόν ακριβώς τον λόγο μου ζήτησε ένα κρύο βράδυ μοναξιάς με λυγμούς να τον συγχωρέσω και να ομορφύνω με την αγάπη μου τις ημέρες μας εως ότου μας χωρίσει ο θάνατος ..!》συμπλήρωσε στοργικά η Σολεδάδ απωθέτοντας ένα φιλί στο μετωπάκι των μικρών μας αγγέλων που ακόμη ονειρεύονταν.

Χαμογέλασα ένθερμα προς το μέρος τους πασχίζοντας να τους δείξω πόσο χαρούμενη αισθανόμουν για εκείνους που κατόρθωσαν να αγγίξουν την απόλυτη δυσέυρετη ευτυχία έστω και αργά.

《Σελίνα..!》αναφώνησε έκθαμβη η Πάμελα μερικά εκατοστά ξοπίσω μας τρέχοντας προς το μέρος μου με μια παράξενη έκφραση ζωγραφισμένη στο πρόσωπο της άραγε τι περνούσε απο το μυαλό θα με κατηγορούσε μήπως πως εγώ σχεδιάσα τον γάμο τους ;

Όρμησε παραδόξως στην αγκαλιά μου τυλίγοντας τα χέρια της προστατευτικά γύρω απο το σώμα μου με πρωτόγνωρη στοργή .

《Αδερφούλα μου..συγνώμη για την απαίσια συμπεριφορά μου όλο αυτό τον καιρό ! Μετάνιωσα οικτρά σαν εξαφανίστηκες απο κοντά μας..!》πρόφερε συγκινημένη η άλλοτε ψηλομύτα σκληρή Πάμελα.

Τα έχασα δεν ήξερα πως να απαντήσω στα υπέροχα λόγια που έφθαναν στα αυτιά μου έπειτα απο μια ημέρα νεφελώδη και οδυνηρή που βίωσα.

Ακούμπησα κι εγώ δειλά την πλάτη της με στοργή κι απλώς άφησα την αδερφική αγάπη να κάνει απο μόνη της θάυματα δίχως να παρεμβαίνω .

《Επιτέλους κορίτσια μου η οικογένεια μας συμφιλιώθηκε..》σχολίασε ανακουφισμένος ο Χουάν αγκαλιάζοντας την εκλεκτή της καρδιάς του .

《Σελίνα που βρισκόσουν τόσο καιρό θέλησες να απομονωθείς η σε είχαν απαγάγει ;》ρώτησε μερικά λεπτά σιωπής αργότερα αναστατωμένη .

Το θλιμμένο βλέμμα μου ατένισε τον μωβ ουράνιο θόλο καθώς το σούρουπο είχε αρχίσει να απλώνει τα πλοκάμια του σταδιακά στην οικουμένη βάφοντας με λαμπερά χρώματα τα άστερια προτού ξεπροβάλλουν θριαμβευτικά .

《Με κρατούσε ο Λεονάρντο φυλακισμένη εκβιάζοντας τα συναισθήματα μου κάθε τόσο με την πρόφαση πως θα έκανε κακό στον γιό μου...》πρόφερα με έναν κόμπο απο λυγμούς να φράζει τον λαιμό .

《Το κάθαρμα θα το πληρώσει με το αίμα του ότι σου έκανε..》μουρμούρισε θυμωμένος ο πατέρας χτυπώντας με δύναμη την γροθιά του στον τοίχο πλάι στην άλαλη μητέρα μου που δεν τολμούσε να αρθρώσει λέξη.

《Μην ανησυχείς πατέρα το πλήρωσε ήδη σήμερα στην δίκη ομολόγησε τα εγκλήματα του και καταδικάστηκε σε φυλάκιση ! Θέλω να είναι η πρώτη και η τελευταία φορά που αναφερόμαστε σε αυτή την οικογένεια..!》

《Μα ..παιδί μου..ο Ρικάρντο είναι ο πατέρας των παιδιών σου και συνάμα ο έρωτας της ζωής σου αν και παντελώς ακατάλληλος άνδρας για εσένα εκείνον διάλεξε η καρδιά σου..》σχολίασε εύστοχα η μητέρα μου με την ανησυχία να σβήνει σταδιακά το χαμόγελο της ευτυχίας απο τα χείλη της.

Στήλωσα τα μάτια μου μακριά στον ουρανό ώστε να μην προλάβει κανείς να αντικρίσει τα δάκρυα που έκαιγαν τις κόγχες τους μήτε τον αβάσταχτο πόνο του αποχωρισμού να καταλάβουν.

《Ο Ρικάρντο αν και κρίθηκε ομόφωνα αθώος για όσα εγκλήματα του καταλογίζονταν στην καρδιά μου θα είναι πάντοτε ένοχος άρα νεκρός !》ανακοίνωσα παγερά τρέχοντας στο δωμάτιο μου προτού οι λυγμοί με καταπνίξουν.

Τα μάτια που με παρατηρούσαν έως και σήμερα μέσα απο τον ολόσωμο καθρέπτη παρέμεναν γυαλιστερά και κόκκινα παρά το έντονο μακιγιάζ που είχα τοποθετήσει η θλίψη της έλλειψης του δεν καλύπτονταν με κανένα γιατροσόφι.

"Πρέπει να ξεχάσεις ..να προχωρήσεις μπροστά δέξου να βγείς επιτέλους ραντεβού με τον Άντριου τον συμπρωταγωνιστή σου που λιώνει για εσένα και ξέχνα τον Ρικάρντο..!" Πρόσταζα για άλλη μια μέρα την πεισματάρα καρδιά που δεν έλεγε να ξεγράψει απ τα κατάστιχα το όνομα του.

Αφού βεβαιώθηκα πως η πανάκριβη κόκκινη τουαλέτα οπου επέλεξα να φορέσω για τον γάμο έδενε υπέροχα με τα μάυρα ψηλοτάκουνα πέδιλα και τα ασημένια διαμαντένια σκουλαρίκια που κοσμούσαν τα αυτιά μου πλησίασα την κούνια των παιδιών στα στα δεξιά μου.

Τα αγγελούδια μου μόλις τα είχα ντύσει με τα επίσημα ρουχαλάκια που τους είε αγοράσει η θεία τους είχαν επιστρέψει στον κόσμο των ονείρων ξανά αφού η αθωότητα τους δεν επέτρεπε να αντιληφθούν την σημαντικότητα της ημέρας.

Επέλεξα να μην τα ενοχλήσω μιας και ο γάμος θα τελούνταν στον τεράστιο κήπο της έπαυλης όποτε θα μου ήταν έυκολο να επιστρέψω για να τα επιτηρώ ανα τακτά χρονικά διαστήματα.

Σήκωσα αθόρυβα την λευκή πασμίνα μου απο το κρεββάτι κι βάδισα στις μύτες των ποδιών μου την ώρα όπου έντρομος και χλωμός είσεβαλε στο δωμάτιο μου ο Χόρχε.

《Τι συμβαίνει γλυκέ μου έπαθε τίποτα ο πατέρας..;》ρώτησα σαστισμένη παρατηρώντας πως με δυσκολία ανέπνεε ήδη και παράλληλα ξέσφιγγε το μάυρο παπιγιόν του σοκαρισμένος .

《Σελίνα..πρέπει να μάθεις κάτι αλλα δεν ξέρω πώς να το ξεστομίσω να πάρει ώστε να μην σε ταράξω..!》πρόφερε σπαστά ασθμαίνοντας αφού ανέβηκε σαν σίφουνας τα έντεκα σκαλοπάτια που χώριζαν τον πρώτο όροφο της οικίας απο το ισόγειο.

《Τι συμβαίνει μίλα μου με τρομάζεις περισσότερο με την σιωπή σου..》αναφώνησα αγχωμένη ακουμπώντας τους ώμους του .

《Ο Ρικάρντο ..τον μετέφεραν προ ολίγου στην κλινική που εργάζομαι βαριά τραυματισμένο έπειτα απο τροχαίο ατύχημα..》ανακοίνωσε κοφτά σπάζοντας τον γυάλινο φθαρτό μου κόσμο σε χιλιάδες θρύψαλα στο δευτερόλεπτο.

Τα γόνατα μου λύγισαν και ευθύς σωριάστηκα στο έδαφος προτού με συγκρατήσει ανάμεσα στα στιβαρά του μπράτσα ο αδερφός μου συντετριμμένος όσο εγώ.

《Κουράγιο κοριτσάκι μου θα τρέξω αμέσως να τον βοηθήσω δεν θα τον αφήσω έρμαιο ..》ψιθύρισε καθησυχαστικά στο αυτί μου την ώρα που η ίδια πάσχιζα να αναπνέυσω μα αέρας δεν έφθανε στα πνευμόνια μου μονάχα φωτιά και θειάφι εισέπνεα καθώς τσουρουφλιζόμουν στην δική μου κόλαση.

《Ρικάρντο..θεέ μου μην τον αφήσεις να πεθάνει δεν θα αντέξω να τον χάσω όχι Χόρχε όχι !》ούρλιαξα σαν σε παραλήρημα αντικρίζοντας να ξεπροβάλει και η μητέρα μου απ το κατώφλι σκυθρωπή .

《Το έμαθε ..;》

《Δεν την βλέπεις Σολεδάδ μου..συντρίμια την έκανε η είδηση ..》σχολίασε ο Χόρχε βαστώντας σφικτά το χέρι μου ανάμεσα στα δικά του .

《Μαμά..ο Ρικάρντο μου..ο άνδρας που αγαπάω περισσότερο κι απο τον αέρα που αναπνέω κινδυνέυει..αν πεθάνει..》αναφώνησα εκ νέου σοκαρισμένη βυθίζοντας το κεφάλι μου στον λαιμό της όπως σαν παιδί τρομαγμένο.

《Ησύχασε ζωή μου θα γίνει καλά θα δείς είναι πολύ δυνατός..!》πρόφερε κι η ίδια παρομοίως με το Χόρχε λόγια παρηγοριάς που ίσως καν να μην πίστευε .

《Πρέπει να τρέξω κοντά του θέλω να τον δώ δεν αντέχω άλλο αυτή την αναμονή ..!》φώναξα στηλώνοντας τα πόδια αποφασιστικά στο έδαφος κι ας έτρεμαν ακανόνιστα όπως και ολόκληρο το σώμα έπρεπε να πάω.

《Έλα μαζί μου κορίτσι μου με περιμένουν οι συνάδελφοι για να ηγηθώ της σοβαρής επέμβασης που θα τον υποβάλλουν ..!》

《Επέμβασης ; Ω θεε μου τον χάνω ..πάμε αμέσως !》ούρλιαζα εκτός εαυτού τρέχοντας στους διαδρόμους του σπιτιού αλαφιασμένη με τον αδερφό μου να ακολουθεί σιωπηλός .

Οι ώρες της αναμονής φάνταζαν εφιάλτης λες και οι δείκτες του ρολογιού είχαν παγώσει και δεν κινούνταν πια .

Κι όμως οι ώρες προχωρούσαν κανονικά σουρώπωσε αμέσως και τα άστρα του ουρανού έλαμπαν όσο εγώ παρέμενα καρφωμένη με δάκρυα στα μάτια να αναμένω ένα μαντάτο είτε μοιραίο είτε χαρμόσυνο.

Ο Χόρχε είχε ώρες να εξέλθει απο εκείνη την αναθεματισμένη λευκή θύρα που φάνταζε να τον έχει καταπιεί για να με ενημερώσει για την κρίσιμη κατάσταση στην οποία βρισκόταν.

Έκλαιγα ξεφυσούσα υπέφερα βημάτιζα νευρικά πάνω και κάτω στον αδειανό διάδρομο όμως τίποτα δεν άλλαζε όλα παρέμεναν εφιαλτικά στάσιμα κι εκείνος αιωρούνταν μεταξύ θανάτου και ζωής.

《Αδερφούλα..》ακούστηκε ξοπίσω μου η γλυκιά απαλή φωνή της Πάμελα η οποία παράτησε τον άνδρα της και προσήλθε κοντά μου δίχως καν να έχει αφαιρέσει το νυφικό της.

《Πάμελα..θεε μου σε ευχαριστώ που ήρθες είμαι τόσο μόνη μου εδώ κοντέυω να χάσω τα λογικά μου..》 ψέλλισα ορμώντας στην ανοιχτή αγκαλιά της σαν καράβι που πιάνει επιτέλους απάνεμο λιμάνι έπειτα απο τρικυμία.

《Δεν επρόκειτο να σε αφήσω ολομόναχη σε μια τόσο δύσκολη στιγμή τόσο για σένα οσο και για τον πατέρα των παιδιών. Πως είναι τι λέει ο Χόρχε ;》

《Είναι πολύ άσχημα έχει υποστεί πολύ σοβαρά κατάγματα κι το χειρότερο είναι πως ο ένας απο τους πνεύμονες του έχει σχεδόν καταρρεύσει γι αυτό τον χειρουργούν..》πρόφερα ανάμεσα απο αμέτρητα αναφιλητά που τράνταζαν το σώμα.

《Υπομονή γλυκιά μου μα νά έρχεται ο Χόρχε επιτέλους..》αναφώνησε ενθουσιασμένη γνέφοντας στον αδερφό μας που πλησίαζε σκεπτικός αφαιρώντας λευκά λάτεξ τα γάντια του.

Τα μάτια μου ατένισαν τα δικά του με προσδοκία και συνάμα αβάσταχτη ανησυχία που κόντευε να μου κλέψει το μυαλό.

《Κάναμε οτι μπορούσαμε Σελίνα..η κατάσταση του μάλλον είναι μη αναστρέψιμη αν δεν ανανήψει έως το πρωί θα χάσει την μάχη..》ανακοίνωσε δειλά με βουρκωμένα μάτια .

《Όχι όχι λες ψέματα αρνούμαι να δεχθώ πως τον χάνω θέλω να τον δώ τώρα αμέσως δώσε μου την άδεια να πάω κοντά του..!》ούρλιαζα μέσα στην νύχτα εκτός εαυτού ταρακουνώντας ασυναίσθητα το σώμα του .

《Σελίνα ησύχασε θα σε πάω κοντά του όμως να ξέρεις πως η νύχτα είναι δύσκολη..ισως αποβεί και.. μοιραία..》

《Δεν ακούω τίποτα αν βρίσκομαι εγώ δίπλα του θα παλέψει και θα νικήσει τον θάνατο..!》επέμεινα ακολουθώντας πιστά τις οδηγίες του καθώς με οδηγούσε στην μονάχα εντατικής θεραπείας που κείτονταν.

Σαν εισέβαλα στο δωμάτιο η καρδιά μου σταμάτησε μα ακόμη ζούσα η ανάσα κόπηκε μα ακόμη ανέπνεα αφού ολόκληρο το σώμα μου επαναστατούσε στην εικόνα που αντίκριζα ενώπιον μου.

Βρισκόταν ξαπλωμένος με πρόσωπο μελανό απο την πρόσκρουση με γρατζουνιές ολόγυρα που διακρίνονταν ακόμη κι ανάμεσα απο το μάυρο πυκνό μούσι του.

Το γυμνό στέρνο του κοσμούσαν άπειρα καλώδια που τον κρατούσαν στην ζωή ενώ μια τεράστια μάσκα οξυγόνου του παρείχε συνεχώς το απαραίτητο για να ζήσει.

《Καρδιά μου ήρθα ! Με ακούς η σειρήνα σου είμαι η ίδια κακιά άσπλαχνη σειρήνα που κάποτε σε εγκατέλειψε όταν εσύ της ζήτησες αγάπη..》ψέλλιζα κλαίγοντας ακουμπισμένη στο στέρνο του με την ελπίδα να με άκουγε.

Όμως δεν αντιδρούσε έμοιαζε με άψυχη πάνινη κούκλα που μονάχα η αναπνοή την διαχώριζε απο τα υπόλοιπα άψυχα όντα .

Αλλα η καρδιά στο στήθος του κάλπαζε κάτω απο το άγγιγμα μου μπορούσα να την αισθανθώ να ξεπετάγεται σχεδόν απο τα λεπτεπίλεπτα δεσμά της σάρκας που μας χώριζαν σαν να επιθυμούσε να με αδράξει.

《Κατάλαβες πως είμαι εδώ έτσι δεν είναι ; Ακόμη κι αν τα χείλη σιωπούν η καρδιά σου σε πρόδωσε ξύπνα γλυκέ μου και σου υπόσχομαι δεν θα σε αφήσω ποτέ ξανά μόνο..》υποσχέθηκα κλαίγοντας ολόκληρη την νύχτα στο προσκεφάλι του.

《Σειρήνα..》έφθασε η αδύναμη φωνή του στα αυτιά μου η μήπως το ονειρεύτηκα ; Αναρωτιόμουν μπερδεμένη καθώς πίεζα τον εαυτό μου να ξυπνήσει.

Πετάρισα τα βαριά βλέφαρα μου ατενίζοντας επιτέλους τα καθάρια γαλανά μάτια του να με παρατηρούν με ζέση .

Ευθύς τινάχτηκα επάνω αλαφιασμένη κοιτάζοντας μέσα στα δύο του μάτια για να βεβαιωθώ πως δεν ονειρευόμουν πως είχε πράγματι επιστρέψει στον δικό μας κόσμο πως μου δίνονταν άλλη μια ευκαιρία.

《Αγάπη μου..συγνώμη για όλα χθες που θεώρησα πως σε χάνω κόντεψα να χάσω το μυαλό μου..》ψιθύρισα σφίγγοντας με θέρμη την παλάμη του βλέποντας έκθαμβη πως αφαιρούσε την μάσκα οξυγόνου απ το πρόσωπο του.

《Τι κάνεις Ρικάρντο βάλε πίσω την μάσκα σου..》τον μάλωσα μελιστάλαχτα την ώρα που με τραβούσε με φόρα κοντά του .

Τα πρόσωπο μας έπειτα απο τόσο καιρό ήρθαν κοντά κι η ανάσα του σαν χάδι άγγιζε την επιδερμίδα μου την ώρα που οι ματιές μας ενώνονταν αντι για τα κορμιά .

《Παντρέψου με σειρήνα..》ψέλλισε με δυσκολία σφίγγοντας το χέρι μου ανάμεσα στα δάκτυλα του σαν να φοβόταν μήπως ξεγλίστρίσω απο τα χέρια του ξανά.

Τα μάτια μου άνοιξαν διάπλατα απο το σοκ αφού ούτε στα πιο τρελά μου όνειρα δεν φανταζόμουν τον απρόσιτο Ρικάρντο Στόουν που έπαιζε με τις γυναίκειες καρδιές αδιάφορα θα μου ζητούσε ποτέ να τον παντρευτώ.

《Είναι νωρίς να μιλάμε για γάμο γλυκέ μου..προέχει η υγεία σου άλλωστε αν δεν κάνω λάθος είσαι ακόμη παντρεμένος με την Ντομίγνκα..》σχολίασα σαστισμένη αποφεύγοντας να απορρίψω την πρόταση μήτε βέβαια να την δεχτώ κιόλας.

Με τράβηξε ακόμη πιο κοντά του τόσο που τα χείλη του χάιδευαν απαλά πλέον τα δικά μου ξυπνώντας μέσα μου την φλόγα του πάθους που σκόπιμα είχα υπνωτίσει στην λήθη εδώ και καιρό.

《Χώρισα με εκείνη ..είμαι πατέρας των παιδιών και μου λείπετε πολύ..》πρόφερε με ύφος πονεμένο γκρεμίζοντας μονομιάς και το παραμικρό τείχος αμφιβολίας που ελώχευε εσωτερικά.

Τα χείλη σχημάτισαν ένα μειδίαμα ευτυχίας προτού ξεστομίσουν την οριστική απόκριση μου στην πρόταση του που θα μας εκτόξευε και τους δύο στα ουράνια.

《Είμαι δική σου Ρικάρντο απο την πρώτη κιόλας φορά που εισήλθες σαν αστραπή στην ζωή μου..θα σε παντρευτώ..》πρόφερα ξέπνοη επισφραγίζοντας με ένα χαοτικό φιλί την υπόσχεση μου.

Η σκέψη εκείνου του φιλιού ζέσταινε το κορμί μου τα επόμενα βασανιστικά βράδια που στιρφογυρνούσα στο στρώμα ανυπόμονη και διψασμένη για το κορμί του άνδρα μου.

Η ημέρα όμως είχε ξημερώσει πλέον το υπέρλαμπρο λευκό νυφικό με την βασιλική δαντέλα αγκάλιαζε ήδη τις καμπύλες μου και τα μάτια μου θάυμαζαν το ολοκληρωμένο αποτέλεσμα.

Έμοιαζα πραγματικά με σειρήνα που αναδύθηκε απο τα βάθυ του σκοτεινού ωκεανού της αναζητώντας το επόμενο θύμα που θα έπεφτε στα δίχτυα του έρωτα της.

Τα μαλλιά μου ήταν πιασμένα σε έναν διακριτικό κότσο το μακιγιάζ μου σε γήινους τόνους με έμφαση στα χείλη και το νυφικό σε ίσια γραμμή με αβυσαλλέο ντεκολτέ έπειτα απο αίτημα του γαμπρού.

《Είσαι η πιο όμορφη νύφη που εχω συνοδέψει ποτέ σε εκκλησία..》σχολίασε ο Χόρχε εισβάλοντας στο δωμάτιο φουριόζος κρύβοντας περίτεχνα την συγκίνηση του.

《Γλυκέ μου αδερφούλη έλα εδώ να σε αγκαλιάσω..χαίρομαι που σε βλέπω επιτέλους να χαμογελάς ..κι νομίζω ξέρω το μυστικό σου..》

《Χμ..ξέρεις ;》ρώτησε δειλά χάνοντας το χρώμα του καθώς η γυναίκα που διατηρούσε εδώ και μερικές εβδομάδες σχέση δεν ήταν άλλη απο την πρώην γυναίκα του συζύγου μου την Ντομίνγκα.

《Έυχομαι μονάχα να σε κάνει ευτυχισμένο..》σχολίασα έυθυμα περνώντας το χέρι μου στο μπράτσο του έτοιμη να αναχωρήσω για ένα νέο ταξίδι με συνοδοιπόρο τον άνδρα της ζωής μου.

《Έχει αλλάξει Σελίνα ειδικά τώρα με το μωρό..η ζωή μας έχει μετατραπεί σε ατέρμονη ευτυχία !》με διαβεβαίωσε χαμογελαστός αφού σε λίγους μήνες θα χάριζε ένα αδερφάκι στον ανιψιό μου.

《Εσύ ξέρεις γλυκέ μου..η ζωή προχωρά κι εφόσον την αγαπάς..》σχολίαζα ανέμελη όταν ξάφνου ήρθαμε πρόσωπο με πρόσωπο με την Ντομίγνκα.

Με παρατηρούσε σκεπτική και συνάμα  διστακτική δίχως να κάνει βήμα να με προσεγγίσει.
《Σελίνα..λυπάμαι για όλα..εύχομαι στο πλευρό του Ρικάρντο να γίνεις επιτέλους ευτυχισμένη..》πρόφερε με έκδηλη μετάνοια στην φωνή της που δεν με έπεισε βέβαια αλλα για χάρη του αδερφού μου αποφάσισα να παραβλέψω το παρελθόν.

《Μην ανησυχείς ποτέ δεν σε μίσησα αν και θα έπρεπε πιόνι του Λεονάρντο ήσουν κι εσύ..》αποκρίθηκα κοφτά φέρνωντας στο νού την σκέψη της Γκριζέλντα η οποία θα παρευρίσκονταν στον γάμο παρά την προχωρημένη εγκυμοσύνη της.

Την συμπαθούσα πραγματικά αυτή την κοπέλα και ευχόμουν απο καρδιάς παρά το κακό που μου έκανε ο σύζυγος της να κατόρθωνε να ευτυχίσει πλάι του τουλάχιστον τώρα που άρχισε να τον παρακολουθεί εντατικά ένας ψυχιάτρος είχε πιθανότητες.

Ξεκινήσαμε για την εκκλησία δίχως να υπωθούν παραπάνω λέξεις που ίσως έχαναν πλέον την ουσία τους και συνάμα θα κατέστρεφαν την υπέροχη διάθεση μου.

Ο Ρικάρντο τις τελευταίες εβδομάδες πριν απο το γάμο είχε ανοίξει διάπλατα τις πύλες της καρδιάς του στα μικρά μας αγγελούδια που πλέον δεν ξεκολλούσαν απο πάνω του .

Με είχε παρακαλέσει να τα κρατήσει το προηγούμενο βράδυ κοντά του σε μια προσπάθεια να δεθεί λίγο περισσότερο με τα μικρά μας κερδίζοντας πίσω όπως χαρακτηριστικά μου είχε πει τον χαμένο χρόνο.

Είχα δεχθεί με τεράστια χαρά αφού σε λίγες ώρες στο ίδιο εκείνο οίκημα θα διέμενα πλέον κι εγώ μαζί τους αιώνια εως ότου μας χωρίσει ο θάνατος όπως είχαμε υποσχεθεί ο ένας στον άλλο ένα απο τα ατελείωτα βράδια που συζητούσαμε αγκαλιασμένοι .

Η λευκή εκκλησία εμφανίστηκε μπροστά μας υπέρλαμπρη στολισμένη με κόκκινα άνθη ολόγυρα απο τις κολώνες έως τα σκαλοπάτια με αναμμένα κεριά να πλαισιώνουν το μονοπάτι που με χώριζε απο εκείνον.

Με περίμενε στο ιερό αγκαλιά με τα μικρά μας χαμογελαστός αναμένοντας με το χέρι του απλωμένο την δική μου παλάμη να επισφραγίσει την αιώνια ένωση μας.

Τα χείλη του ασπάστηκαν με θέρμη τα δικά μου υπο τον ήχο δυνατών χειροκροτημάτων που αντηχούσαν ολόγυρα στον ναό σαν εξωτική μελωδία ενός τάνγκο παθιασμένου .

《Σειρήνα ..είσαι δικιά μου πλέον ..》ψιθύρισε στο αυτί μου βραχνά καθώς γονατίζαμε ως ύθιστε μπροστά απο τον ιερέα .

《Ρικάρντο δέχεσαι για σύζυγο σου την Σελίνα ; Να την συντροφεύεις στην υγεία και στην αρρώστια στο χαμόγελο και στο δάκρυ μέχρι να σας χωρίσει ο θάνατος..;》ρώτησε ο ιερέας ζωγραφίζοντας ένα πλατύ χαμόγελο στα χείλη του καθώς κοιτούσε προς το μέρος μου ευτυχισμένος.

《Δέχομαι πάτερ..》αποκρίθηκε κοφτά δίχως να αφήνει στιγμή το χέρι μου να ξεγλιστρήσει απο το δικό του εως ότου περαστούν οι βέρες στα δάκτυλα μας.

《Εσύ Σελίνα δέχεσαι για σύζυγο σου τον Ρικάρντο να τον τιμάς και να τον αγαπάς εως στο τέλος ;》

《Πως θα μπορούσα να αρνηθώ όταν το  αγαπάω τόσο !》αποκρίθηκα συγκινημένη περνώντας την ολόχρυση βέρα πρώτη στο δάκτυλο του .

《Μια στιγμή..》ακούστηκε ξοπίσω μας η γνώριμη φωνή του Λεονάρντο ο οποίος παραδόξως στεκόταν στο κατώφλι της εκκλησίας βαστώντας ανάμεσα στα χέρια του ένα μωρό.

《Τι κάνεις εσύ εδώ δεν έπρεπε να βρίσκεσαι στην φυλακή..;》αναρωτήθηκε ο Ρικάρντο πλησιάζοντας δειλά προς το μέρος του αδερφού του.

《Γεννήθηκε η κόρη μου και κανόνισα μια μικρή άδεια με τους δικηγόρους μου ώστε να την κρατήσω στην αγκαλιά μου ! Αλλα μην ανησυχείς δεν ήρθα έως εδώ σαν εχθρός Ρικάρντο ήθελα να σε αντικρίσω ευτυχισμένο για μια φορά..!》ψέλλισε συγκινημένος απωθέτοντας την μικρή ανάμεσα στα χέρια του.

《Είναι πανέμορφη μοιάζει..》

《Ακριβώς είναι ολόιδια η μητέρα γι αυτό θα ήθελα εκτός απο τον γάμο σας σήμερα να τελεστεί και ένα ακόμη μυστήριο η βάπτιση της μικρής Ζηνοβιάς ! Τι λές μπαμπά..;》

《Συμφωνώ είναι η ώρα γιέ μου η ψυχούλα της περιμένει εδώ και χρόνια να της προσφέρουμε ανάπαυση..》επενέβει σκουπίζοντας τα δάκρυα που κυλούσαν στα μάτια και ο Ρομπέρτο επιβραβεύοντας σιωπηλά την κίνηση του.

《Απομένει ακόμη μια έγκριση..Σελίνα θα μου επιτρέψεις να είμαι παρόν στην βάπτιση της προτού επιστρέψω στο παγερό μου κελί ;》ψέλλισε με φωνή σβησμένη αναμένοντας καρτερικά την απόκριση μου.

Παρα τον θυμό όπου έτρεφα εσωτερικά για εκείνον και όσο κακό μου προξένησε η καρδιά δεν βαστούσε να στέρησω απο ένα βρέφος μια τόσο πολύτιμη στιγμή.

Τελικά έγνεψα καταφατικά αφήνοντας χώρο στον ιερέα να εκτελέσει και το επόμενο μυστήριο χαμογελώντας ενθαρρυντικά προς τον σύζυγο μου που είχε ήδη συγχωρήσει τον αδερφό του για όλα.

Ο γάμος μας μετατράπηκε σε μια ατελέυτητη γιορτή συγχωρήσεως έρωτα και ευτυχίας όπου όλοι μαζί γιορτάσαμε έως το πρωί ενωμένοι δίχως έριδες και μίσοι πλέον στις καρδιές.

Ξημερώματα περνούσα επιτέλους το κατώφλι του σπιτιού ανάμεσα στα χέρια του όπως ακριβώς πρόσταζε το έθιμο και η καρδιά μου κόντευε να σπάσει απο ευτυχία και συνάμα προσμονή .

《Ήρθε η ώρα σειρήνα η στιγμή που ονειρευόμουν τον τελευταίο βασανιστικό χρόνο μακριά σου μέρα και νύχτα..》πρόφερε βραχνά καθώς μετέφερε το σώμα μου στο στολισμένο με ροδοπέταλα κρεββάτι που θα φιλοξενούσε την εκρηκτική μας ένωση.

Καθώς εισήλθαμε στο σκοτεινό δωμάτιο που κοσμούσαν τα μικροσκοπικά διάσπαρτα κεράκια που βρίσκονταν απλωμένα κατα μήκος του δαπέδου.

Με ακούμπησε κάτω μαλακά πατώντας παράλληλα ένα κουμπί που άνοιξε αυτομάτως το στερεοφωνικό απέναντι μας .

Μια μεθυστική μελωδία πλαισιώσε τα κορμιά προτού αφεθούν στο γλυκό μεθύσι του πάθους.

《Είναι Τάνγκο το κομμάτι που διάλεξες..ξέρεις πως λατρεύω αυτον τον χορό.. 》

《Ω ναι πολύ καλά μάλιστα δεν ξεχνώ πως χορέυαμε για πολύ καιρό ένα ατέρμονο τάνγκο γεμάτο πάθος οδύνη και μυστικά ..》

《Χορέυαμε ; Τόσο καιρό διότι νόμιζα πως απλώς επιβίωναμε ο ένας μακριά απο τον άλλο δίχως καρδιά να πάλλεται στα στήθια μας..》σχολίασα ζαλισμένη απο τα χείλη του που κατηφόριζαν ήδη λαίμαργα στον λαιμό μου.

《Σειρήνα όσα ζήσαμε φαντάζει με βήματα αυτού του ερωτικού χορού που ολοκληρώθηκε απόψε το Τάνγκο της Εκδίκησης..》σχολίασε έυστοχα αναφερόμενος στην συμπεριφορά μου απέναντι στον αδερφό του που σχεδόν τερμάτισε την έχθρα ανάμεσα μας.

《Μην μιλάς άλλο ..σε θέλω κάνε με δικιά σου..!》πρόσταξα διψασμένη για τον άγνωστο που έκαψε την καρδιά εκείνο το βράδυ στο μπάρ καθώς χόρευα στον στύλο μονάχα για τα μάτια του.

Τα δάκτυλα του έλυσαν με αργές κινήσεις το μπούστο του φορέματος αφήνοντας να κυλήσει στο έδαφος όσο ο ίδιος φιλούσε ευλαβικά στις παρυφές του στήθους μου διεγείροντας τις αισθήσεις.

Με πέταξε στο κρεββάτι ανυπόμονος φιλώντας πόντο πόντο το κορμί μου κατηφορίζοντας προς την πυρακτωμένη ήβη μου που καιγόταν για το φιλί του.

Σαν να διάβαζε τις σκέψεις μου η γλώσσα του εισέβαλε βίαια σχεδόν στο εσωτερικό της παίζοντας περίτεχνα μαζί της.

《Θέε μου Ρικάρντο θα εκραγώ..》αναφωνούσα δίχως να τολμώ να συγκρατήσω άλλο τις κραυγές ηδονής που ξέφευγαν απο τα χείλη μου αδιάκοπα.

《Υπομονή σειρήνα θέλω να το απολάυσεις..》ψιθύρισε ερεθισμένος την ώρα που τα χέρια μου έσκιζαν το πουκάμισο του χαιδέυοντας το άτριχο στέρνο του .

《Υπομονή ; Ποιός σου έιπε πως αντέχω να περιμένω άλλο..;》σχολίασα ανεβαίνοντας πάνω του με μια έυκολη λαβή αναλαμβάνοντας αυτομάτως τα ηνία της ένωσης μας.

《Παίζεις βρώμικα σειρήνα..》ψέλλιζε βογγώντας απαλά σαν το στόμα μου αγκάλιασε τον ερεθισμένο ανδρισμό λαίμαργα εκτοξέυοντας την λίμπιντο στα ουράνια.

Τα χέρια του με ακινητοποίησαν βιαστικά λίγο προτού εκραγεί νωρίτερα απο όσο υπολόγιζε με γύρισε ξανά ανάσκελα εισβάλοντας με μια κραυγή ικανοποίησης στην άβυσσο του πάθους μου.

Ένα κύμα έξαψης μας σάρωσε και τους δύο ακαριαία καθώς τα σώματα πλέον ενωμένα έδιναν και έπαιρναν στον χορό του πάθους ένα νέο τάνγκο πλημμυρισμένο απο αισθήματα κι αγάπη σβήνοντας μονομιάς εκείνο της εκδίκησης .

《Σειρήνα σ αγαπάω..》αναφωνούσε ξέπνοος δυναμώνοντας ολοένα τις ωθήσεις στο κορμί μου που ιδρώτας έλουζε ασταμάτητα .

《Κι εγώ σε αγαπάω Ρίκάρντο είσαι ο άνδρας που μου άλλαξε την ζωή..》ψέλλισα συγκινημένη κλείνοντας τα μάτια με σκοπό να απολάυσω λίγο περισσότερο το σαρωτικό μας ταξίδι στον κόσμο των αισθήσεων.

Οι κραυγές συγχρονίστηκαν τα δάκτυλα μας ενώθηκαν σφίγγοντας ο ένας τον άλλον καθώς επέρχονταν η λύτρωση ανάμεσα μας μια γλυκιά φλόγα που μας κατέκαψε ολοσχερώς αφήνοντας ξοπίσω δύο κουφάρια ευτυχισμένα.

Ακουμπισμένος στο στήθος μου μερικά λεπτά μετά ονειρευόταν την ζωή που ανοίγονταν μπροστά μας .
《Θέλω ένα σπίτι γεμάτο παιδιά..》

《Εσύ..; Ούτε ένα δεν επιθυμούσες βρε κατεργάρη..》

《Ναι έ ; Λάθος μου περίμενε εδώ διότι δεν είμαστε απαρτία!》σχολίασε γελώντας πλατιά καθώς σηκώνοταν φορώντας την καρό ρόμπα του.

Επέστρεψε μερικά λεπτά αργότερα με τα μωρά μας γατζωμένα αγκαλιά του σφικτά νιώθοντας ασφάλεια τα ακούμπησε στο κρεββάτι ανάμεσα μας θαυμάζοντας τα ροδαλά στρουμπουλά προσωπάκια τους .

《Αυτά τα πλάσματα με ολοκλήρωσαν σαν άνδρα Σέλι μου δίδαξαν πως η ζωή που ζούσα μέχρι πρότινος ήταν ένα αδιάφορο ταξίδι που απέκτησε νόημα την ημέρα που σε γνώρισα..》

《Γλυκέ μου κάπως έτσι νιώθω κι εγώ για εσένα όμως δές μας είμαστε πλέον μαζί αχώριστοι και ενωμένοι σαν κρίκοι απ την ίδια αλυσίδα ..》

《Του έρωτα..》προφέραμε μαζί συγκινημένοι αγκαλιάζοντας σφικτά τα δύο μας θάυματα.

ΤΕΛΟΣ

ΛΙΓΑ ΛΌΓΙΑ: Αγαπημένοι μου αναγνώστες που σας χρωστώ απέραντη ευγνωμοσύνη για όλη την αγάπη που απλόχερα έχετε χαρίσει στους ήρωες μου .
Έυχομαι ολόψυχα να χορέψετε μαζί τους ένα αισθησιακό Τάνγκο που θα σας μείνει αξέχαστο..

Ελένη Παχή







Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro