Κεφάλαιο Είκοσι Ένα- Στην Δίνη Του Ονείρου
Οι ρόδες του μεγαλοπρεπούς αεροσκάφους γλιστρούσαν στριγκλίζοντας υστερικά στον λείο αεροδιάδρομο εισβάλοντας κάτ εντολή του πιλότου στην θέση τους καθώς τα φτερά άνοιγαν εμπρός στους ανοιχτούς ουρανούς υπέρλαμπρους ορίζοντες .
Απογειωθήκαν αφήνοντας πισω τον εξαγριωμένο Λεονάρντο οπου έτρεχε μάταια στον άδειο διάδρομο αντικρυζοντας την γυναίκα που ποθούσε περισσότερο στον κοσμο να χάνεται στο άγνωστο κατακρεμνηζοτας τα όνειρα του.
Ενώ ταυτόχρονα μια παράξενη διψά θέριευε ολοένα εσωτερικά του στήθους του καθαρή οργή αναμεμιγμένη με ζήλεια που του έκαιγε τα σωθικά .
« Θα σε διεκδικήσω Σελινα ! Τώρα ξεκινάει ο πραγματικός πόλεμος !
Αφού σαν άλλος Πάρης ο αδερφός μου διάλεξε να σε κλέψει ας χυθεί ακόμη και αδερφικό αίμα !» μουρμούριζε έξαλλος αναμεσά από τα σφιγμένα του δόντια ενώ όλο το κορμί του είχε μετατραπεί σε ένα κουβάρι νευρών .
Στράφηκε προς τους αστυνομικούς παρατηρώντας τους με ύφος σκοτεινό και ανεξιχνίαστο. « Αποτύχατε να τον συλλάβετε ! Να πάρει ο αδερφός μου ξέφυγε με απίστευτη ευκολία μεσα από τα χερια σας, η γυναικα μου κινδυνεύει στο πλευρό του !
Την έχει απαγάγει !»
στρίγκλισε τραβώντας τα βλέμματα των περαστικών επιβατών οπου σοκαρισμένοι παρακολουθούσαν καρέ καρε το σκηνικό της καταδίωξης.
Το λογο πηρέ άμεσα ο διοικητής οπου ηγούνταν της επιχείρησης «Ακούστε με αγαπητέ εχουμε πραξει ότι είναι ανθρώπινος δυνατό για να βρεθεί σώα η αγαπημένη σας.
Από εκεί και πέρα με μια πρόχειρη ερευνά που διενεργήθηκε από τους αστυφυλακές όλα βαίνουν νομιμά!»
« Τι πράγμα ..? Ακούτε τι μου λέτε..? Την άρπαξε και χάθηκαν μαζί σε ένα άγνωστο μέρος και εσείς το βαπτίζεται νόμιμο ?
Μα καλα τι είδους νομοί υπάρχουν σε αυτό το αναθεματισμένο κράτος ..με ποιο δικαίωμα αγγίζει ότι είναι δικό μου ?»
« Ησυχάστε ίσως και να έχετε δίκιο μα το χάνεται αντιδρώντας τόσο έντονα ! Το ζήτημα δεν θα μείνει έτσι ..έχει υποβληθεί μήνυση εναντίον του αδερφού σας γι αυτό θα προβούμε σε ένταλμα σύλληψης παγκόσμιας εμβέλειας !»
Ο έμπειρος αστυνομικός πρόλαβε να αντικρύσει μεσα σε κλάσματα δευτερολέπτων την αδιόρατη λάμψη ικανοποίησης που προσπέρασε σαν κεραυνός τα σκοτεινά του ματια αντιλαμβανόμενος πως η κόντρα ανάμεσα στους αδερφούς φάνταζε ωρολογιακή βομβά .
Πάνω στην ωρα ο Χουάν έτρεχε προς το μέρος τους λαχανιασμένος με την αγωνιά να αυλακώνει το πρόσωπο του για την τύχη της μονάκριβης του.
Πλησίασε ξέπνοος κοιτώντας εξεταστικά έναν έναν τους παρευρισκόμενους ερμηνεύοντας αντιδράσεις και βλέμματά .
« Που την έχετε ?
Τέλειωσε αυτή η ανόητη φάρσα έτσι δεν είναι ..?»
« Δυστυχώς για εμάς αγαπητέ μου Χουάν ..δεν προλάβαμε !
Έδρασε έξυπνα και πανούργα οσο εμείς αναζητούσαμε μάταια τα χνάρια της στο δάσος ..μολις απογειωθήκαν με το ιδιωτικό του τζετ !»
« Τι μου λες τώρα ..?
Που την πάει πες μου ..!!!»
« Ηρέμησε δεν θα μείνει ατιμώρητος ! Αναχωρώ τώρα αμέσως λογικά στο σπίτι του στο Λος Αντζελες θα κατευθύνονται !»
« Φύγε τότε παιδί μου τρέξε να μου την φέρεις πισω ! Η μητέρα της κινδυνεύει βρίσκεται στα πρόθυρα του θανάτου δεν τολμώ να την αφήσω για να σε ακολουθήσω !»
« Ω θεέ μου αυτό ομολογώ δεν το γνώριζα ..! Στηρίξου επάνω μου Χουάν θα γυρίσω νικητής με την γυναικά μου στην αγκαλιά μου !» ανακοίνωσε θριαμβευτικά βέβαιος για την επικράτηση του έναντι του αλλού του μισού που προς το παρών απολάμβανε την συντροφιά και τα κάλλη της ..δίκης του κατάκτησης ! Όπως τουλάχιστον θεωρούσε .
Στο ευρύχωρο καθιστικό του τζετ καθισμένοι αντικρυστά στις μπεζ δερμάτινες πολυθρόνες Ρικάρντο και Σελινα αντάλλασσαν βλέμματα γεμάτα ερωτηματικά μα και υποσχέσεις.
Ηταν εμφανές πως δεν αισθανόταν καλα ακόμη η χλωμή φιγούρα της σε συνδυασμό με τα μισόκλειστα βλέφαρα της καθώς έγερνε στην πολυθρόνα το μαρτυρούσαν .
Δυο ώρες είχαν περάσει μολις από την ιερή εκείνη στιγμή οπου το αεροσκάφος άγγιξε τον ουράνιο θολό μεταφέροντας τους σε μια άλλη πραγματικότητα.
Σκέψεις κατέκλυζαν το πολυάσχολό μυαλο του όση ωρα την χάζευε ξάφνου αισθανόταν προστατευτικά απέναντι στην επικίνδυνη σειρήνα που απειλούσε να του κλέψει το νου .
Καμώνονταν πως κοιμάται λογικά για να τον αποφύγει συμπέρανε βιαστικά μα η γλώσσα του σώματος πρόδιδε την προσπάθεια της τα κλεισμένα βλέφαρα της τρεμοπαίζαν νευρικα, το σώμα της φάνταζε σφιγμένα, οσο για τα γαντζωμένα χερια της δεν υπήρχε ίχνος αμφιβολίας ένιωθε αμήχανα υπό το άγρυπνο βλέμμα του .
Κάποιες μικρό αναταράξεις ταρακουνήσαν για μερικά δευτερόλεπτα την καμπίνα αναγκάζοντας την να εγκαταλείψει το θέατρο ενώ κάρφωνε έντρομη τα ματια της στα δικά του.
« Τι σημαίνουν αυτοί οι κραδασμοί ?» ψιθύρισε με τρεμάμενη φοβισμένη φωνή δένοντας ξανά την ζώνη της σαν να προετοιμαζόταν για ξαφνική πρόσκρουση στο έδαφος .
Κατι το ύφος της κατι η αθωότητα που πήγαζε από μεσα της προδίδοντας την αγνοία δεν αργήσαν να προκαλέσουν το γέλιο που αντήχησε μεσα στην σιωπή γάργαρο ανακουφιστικό θα έλεγε κανεις.
«Αχ γλυκεία μου είναι ολοφάνερο πως πρώτη φορά ταξιδεύεις με αεροπλάνο μόνο τον τρόπο που γούρλωσες τα ματιά σου καθώς απογειωνόμασταν να έβλεπες θα το αντιλαμβανόσουν ! Μα για να σε καθησυχάσω δεν συντρέχει λογος ανησυχίας ..μερικά κενά αέρος προκαλούν αναταράξεις !»
« Χα ..μίλησε και ο παντογνώστης ! Ένας θεός το ξέρει πως κρατήθηκα να μην ουρλιάξω την στιγμή της απογείωσης ! Α.. και για να μην εχουμε απορίες να πλανιούνται στον αέρα ..πρώτη φορά μπαίνω σε αεροπλάνο!»
« Χμ ..το ήξερα !
Έλα άφησε με να λύσω την ζώνη σου και απόλαυσε το ταξίδι εχουμε μπροστά μας λίγες ώρες ακόμη. Κοίταξε περα μακρια βρισκόμαστε πάνω από τα σύννεφα ξέρεις πόσοι άνθρωποι ονειρεύονται να ταξιδέψουν εδώ πάνω ? Εκατομμύρια ! Απελευθερώσου από τους ανουσίους φόβους και ζήσε την στιγμή !»ψιθύρισε καθησυχαστικά καθώς πλησίαζε επικινδυνά για τα όρια της ευπρέπειας κοντά.
Ακούμπησε μαλακά τις κρύες παλάμες της αναμεσά στα δικά του θερμά σαν φλόγα χερια ενώ πάσχιζε να λύσει την ζώνη που τόσο σφικτά είχε δέσει .
Ξεροκατάπιε το στόμα της ξεράθηκε ανατριχίλα κάλυψε όλο το κορμί της από την κορυφή μέχρι τα νύχια, ενώ παράλληλα ένα γαργαλητό χαμηλά ανήγγειλε την ύπαρξη του πόθου που τόσο στυγνά αγνοούσε ώρες τώρα με επιτυχία για να έρθει να ισοπεδώσει μεσα σε μερικά δευτερόλεπτα ένα μονάχα άγγιγμα του .
« Άφησε με μπορώ να την λύσω και μονή μου !»
« Γιατί με φοβάσαι τόσο ..?»
« Ποιος σου είπε πως φοβάμαι ?»
« Το σώμα σου.. τα ξερά χείλη σου που με καλούν να τα γευτώ !»
« Πάψε δεν είναι ωρα για τέτοια! Λάθος μου να σε ακολουθήσω σε αυτή την τρελά !»
« Γιατί να μην το ζήσουμε Σειρήνα ? Τι εχουμε να χάσουμε ..?»
« Σωστά ότι είχαμε να πάθουμε το πάθαμε έτσι ?
Ήδη έχω ένα αγγελούδι μεσα μου που αναζητά πατερά ! Θεέ μου πως μπλέχτηκα έτσι !!» αναφωνησε απελπισμένη καλύπτοντας ντροπιασμένη με τα δυο της χερια το πανέμορφο πρόσωπο της .
« Ει ..δεν ευθύνεσαι εσύ για ότι συμβαίνει ! Θα βρούμε την λύση όλα θα πάνε καλα θα δεις ! Θα προβούμε σε τεστ dna αφήνοντας το κουβάρι να ξετυλιχθεί ..ακόμη κι αν μας καταστρέψει !»
« Όχι ..! Αποκλείεται να είναι του αδερφού σου το μωρό !
Δεν θυμάμαι καν πότε κοιμήθηκα μαζί του ψέματα σου είπε σιγουρά .
Εμείς οι δύο είχαμε σμίξει στο ξενοδοχείο με απίστευτη ένταση αφού πρώτα είχαμε χορέψει στην βροχή θυμάσαι ?»
Κουνούσε το κεφάλι του δεξιά αριστερά θλιμμένος ενώ διαφορα γιατί γράφονταν στις οθόνες των ματιών κατεβαίνοντας προς τα χείλη οπου σε λίγο θα ψέλλιζαν ότι προσευχόταν να μην φτάσει ποτέ στα αυτιά της.
Μα ποιος είπε πως η αλήθεια είναι εύκολη υπόθεση? Σε χτυπά σαν χαστούκι καταπρόσωπο ανελέητα και σε ανύποπτο χρόνο .
« Λυπάμαι γλυκιά μου μα δεν μοιραζόμαστε τις ιδίες αναμνήσεις .
Εγώ ήμουν μακρια εκεί που είχα επιλέξει να βρίσκομαι .. Ο Λεονάρντο άφησε ανεξίτηλα τα σημάδια του στο κορμί σου εκείνο το βραδύ !» ολοκλήρωσε την φράση του την ώρα που ένας λυγμός ξέφευγε από τον λαιμό της.
« Εγώ…νόμιζα ήσουν εσύ ..!» ψέλλισε διχασμένη έχοντας χάσει παντελως το χρώμα της, από μεριάς του χάιδεψε τρυφερά τα δάκρυα της κλείνοντας τα ματιά προς στιγμήν.
« Αυτό ήθελε προσποιήθηκε για να σε κάνει δική του !
Έχει κολλήσει μαζί σου δεν θα σταματήσει πουθενά έως ότου γίνεις υποχείριο του !»
« Δεν τον θέλω ! Δεν πρόκειται ποτέ να τον αγαπήσω !
Έπαιξε μαζί μου ο άθλιος !» αναφώνησε εξαγριωμένη σταυρώνοντας τα χερια στο στήθος μια κίνηση που δεν πέρασε φυσικά απαρατήρητη από την κοφτερή ματιά του.
« Όλα θα πάνε καλα ! Εμπιστεύσου με !» ψιθύρισε κλείνοντας το πρόσωπο της αναμεσά στα ζεστά του χερια βυθίζοντας το βλέμμα του στο δικό της ξεκλειδώνοντας την καρδιά του εμπρός στα πόδια της .
« Το σπίτι σου είναι θεόρατο !» σχολιασε εκστασιασμένη περνώντας το κατώφλι του πανάκριβου κτήματος τεράστιας έκτασης με τα μετρά ασφάλειας δρακόντεια περιμετρικά του οικήματος.
Κοντοστάθηκε προς στιγμήν κοιτάζοντας αμήχανα τον πλούτο που την περιελουζε από άκρη σε άκρη .
Ο κήπος με το λιθόστρωτο μονοπάτι χανόταν σε έναν διάδρομο οπου πυκνά φυτά περικύκλωναν δημιουργώντας μια μαγευτική αίσθηση στον διαβατή λες και περπατούσε στον κήπο της Εδέμ.
Στο βάθος το κυρίως πέτρινο τριώροφο αχανές κτίσμα με τις γυάλινες τεράστιες βεράντες να πλαισιώνουν τις τρεις κεντρικές μπαλκονόπορτες από οσο τουλάχιστον μπορούσε να διακρίνει φάνταζε ατελείωτο σαν βγαλμένο από κάποια ταινία .
« Πιστεψε με σιχαίνομαι τα μεγαλεία ! Αν είχα την επιλογή θα διέμενα σε μια απλή μονοκατοικία χωρίς πολλές φανφάρες !
Αλλα βλέπεις είμαστε το Λ .Α εδώ οπου τα όνειρα περνούν σάρκα και οστά σε μια πόλη οπου η επίδειξη πλουτισμού αποτελεί τρόπο επιβίωσης !» πρόσθεσε σκεπτικός διαβάζοντας τις αντιρρήσεις προτού υπωθουν στα τραβηγμένα χαρακτηριστικά της .
« Με εκπλήσσει αυτό που ακούω φανταζόμουν σου άρεσε ένας άλλος τρόπος ζωής !
Σαν αυτόν που αντικρύζω εμπρός μου αυτήν την στιγμή και κάπου εδώ οι κόσμοι μας συγκρούονται και..
συντρίβονται !»
« Μην κρίνεις ποτέ εκ της εμφάνισης ! Τα φαινομενικά επιφανειακά κρύβουν μεγαλύτερο βάθος από οσο μπορείς να φανταστείς ! Έλα τώρα ακολουθήσε με στο εσωτερικό !»
« Εγώ να μπω σε αυτό το μεγαθήριο ? Όχι οχι αγαπητέ μου έως εδώ ήτανε προτιμώ να ξεπαγιάσω σε παγκάκι από το να ζήσω εδώ μεσα σε αυτήν την διαφανή φυλακή !»
« Πφφ.. Μην κανεις σαν μωρό σε παρακαλώ πολύ ! Ακολουθήσε με εχουμε πολλά να διευθετήσουμε ..πίστεψε με δεν μας περισσεύει χρόνος σε λίγο θα εχουμε επισκέψεις !» πρόσθεσε προφητικά γνωρίζοντας την συνέχεια του έργου με μαθηματική ακρίβεια.
Ετεινε το χερι του προς το μέρος της αναμένοντας μια καθοριστική κίνηση της προτού η άμμος στην βιαστική κλεψύδρα τους στερέψει .
« Τι ζητάς από εμένα ..?
Ξεκαθάρισε επιτέλους την θέση σου απέναντι μου !»
« Καλα πλακά μου κανεις ..?
Είσαι τυφλή δεν βλέπεις ποσό σε θέλω ?
Με πόση θερμή σε διεκδικώ ?
Μπορούσα να φύγω το πρωί στο δάσος όταν εσύ ήσουν έτοιμη να εγκαταλείψει.. πέφτοντας στην αγκαλιά του Λεονάρντο δίχως να τον αγαπάς μόνο και μόνο από πείσμα !»
« Κανενός την αγκαλιά δεν έχω ανάγκη εγώ ! Ξερω να πολεμάω !»
« Την δική μου πίστεψε με δεν την χρειάζεσαι απλα ..την επιζητείς με όλο σου το είναι !» αναφώνησε σηκώνοντας την σαν πούπουλο για άλλη μια φορά στα χερια του αδιαφορώντας για τα αδιάκριτα βλέμματα των φρουρών λίγα μετρά πιο πισω .
Ζούσε το παραμύθι της διέσχιζε στην αγκαλιά του πρίγκηπα της το ονειρικό μονοπάτι του ερωτά και της αθανασίας που το πάθος υπερνικούσε τα πρέπει , τα θέλω , τους νομούς της φυσικής.
Ανοιξε τα χερια της σαν παιδί στην βροχή αφέθηκε επιτέλους να χαρεί την στιγμή ξεσπώντας σε δυνατά γέλια παρασύροντας και εκείνον .
Προσευχόταν να μην φθάσουν ποτέ στην είσοδο αν γινόταν να παγώσουν εκείνη την ιδιά στιγμή στο λιθόστρωτο μονοπατάκι με τα φυτά να τους συντροφεύουν στην αιωνιότητα.
Ποσό θα ήθελε με έναν μαγικό τρόπο να πέτρωναν επι τόπου να έπαυαν οι φλέβες να ρέουν αίμα στα σώματα τους , οι ανάσες τους να σιωπούσαν , τα βλέφαρα να χαμήλωναν , τα χείλη να κλείδωναν αιωνία και μόνο οι καρδίες τους να πάλλονταν απαλά αναπαράγοντας την μελωδία του ερωτά τους εις τους αιώνες .
Μα ..το όνειρο δεν κράτησε για πολύ η τουλάχιστον έτσι νόμιζε αφότου η βαριά δρύινη είσοδος ανοίχτηκε εμπρός τους.
Θεωρούσε πως μπουχτισμένος πλέον θα την πετούσε σαν σακί στο έδαφος προστάζοντας την να κουνήσει τα ποδιά της και να αφήσει τις τεμπελιες.
Μα επεσε έξω για άλλη μια φορά το συνειδητοποιήσει πολύ σύντομα ειδικότερα σαν έκλεισε την πόρτα πισω τους με το πόδι του ενώ συνέχιζε να την κουβαλά προσεκτικά .
Πρώτη εικόνα της δυο επιβλητικά αγάλματα το ένα αντικρυστά από το άλλο μια γυναικά κι ένας άνδρας καταδικασμένοι να κοιτάζονται αιωνία έως ότου ο χρόνος ισοπεδώσει τα θεμέλια τους.
Λίγα μετρά πιο πέρα ένα λευκό σκαλιστό ανάκλιντρο με χρυσές λεπτομέρειες προσδίδοντας αυτοκρατορικό χαρακτήρα στο καθιστικο .
Το λευκό μαρμάρινο δάπεδο γυάλιζε υπό το φως του ηλίου καθώς διέσχιζαν έναν αχανή χώρο με διαφορά έργα τέχνης φωτισμένα προσεκτικά λες και βρισκόταν σε γκαλερί.
Ξάφνου κανέλα κυριαρχούσε στα ρουθούνια της λες και κάποιος είχε περιχύσει τους τοίχους με το άρωμα αυτό .
« Έλα άφησε με κατω είμαι βαριά !» παραπονέθηκε απρόθυμα διχως να λάβει απάντηση, παρατηρησε την κάμψη στο ρωμαλέο σώμα του καθώς την οδηγούσε προς το ασανσέρ για τον επάνω όροφο.
Παράλληλα εκλεισε τα μάτια της γερνώντας στον ωμό του σαν παιδί φοβισμένο που κουρνιάζει στην αγκαλιά του πατέρα, θα κρατούσε σαν φυλαχτό αυτή την ανάμνηση υποσχέθηκε στον εαυτό της .
Εισέβαλαν στο στενό ασανσέρ του κτίσματος δίχως τα πόδια της να αγγίξουν έδαφος ακόμη, έπαιζε χαλαρά με κάποιες τριχουλες στην βάση του λαιμού του προκαλώντας του ανατριχίλα άθελα της.
Επανήλθε απότομα στην πραγματικότητα καθώς το κορμί του προτού την ακουμπήσει στο έδαφος την κόλλησε στον καθρέπτη πισω του .
« Δεν έχεις ιδέα ποσό με ερεθίζεις !» ψιθύρισε αγριωπά οσο ποτέ άλλοτε στο αυτί της πιέζοντας το σώμα του στο δικό της μια κραυγή ξέφυγε από τα χείλη της , η προσμονή και το βασανιστήριο που την υπέβαλλε φάνταζε ακατόρθωτο να νικηθεί .
Δίχως να το αναλογιστεί τα χείλη της σαν βεντούζες ρουφούσαν τον λαιμό του λες και θα στράγγιζε και την τελευταία σταγόνα αίματος από το κορμί του τόσο πολύ τον ποθούσε που τα φρένα είχαν κοπεί.
Δίχως να χάσει χρόνο σήκωσε την λεκάνη της μονομιάς τυλίγοντας τα γυμνά της ποδιά γύρω από τον κορμό του προκλητικά .
« Αχ.. Σελινα μην με προκαλείς !»
« Αφού αυτό θέλουμε και οι δυο !» ψιθύρισε πατώντας πρώτη το στοπ κοιτώντας τον ξέπνοη και ερεθισμένη οσο ποτέ αφήνοντας τον για μερικά δευτερα έκπληκτο προτού αναλάβει δράση.
Σήκωσε επιτακτικά το φουστάνι της που σχεδόν είχε διαλυθεί από τις κακουχίες εκείνη ξεκούμπωνε βιαστικά το παντελόνι του λες και τα χερια της κινούνταν αυτόβουλα δίχως να τα ελέγχει η δύναμη του νου .
« Σταματά ..αν προχωρήσεις να ξέρεις δεν θα ευθύνομαι για ότι άγριο επακολουθήσει!» προειδοποίησε βραχνά και λάγνα με φωνή που μολις έβγαινε μετά βίας από το λαρύγγι του
« Πάρε με !» πρόσταξε κοφτά Δίχως να αντέχει περιττή αναμονή .
Με μια κίνηση κατέβασε το εσώρουχο της αναμένοντας φλογισμένη τα σώματα τους να γίνουν ένα όπως ποτέ άλλοτε.
Τα βλέμματα τους ενωθήκαν καθώς έμπαινε αγρία μανιασμένα μεσα της συνταράσσοντας την αυτόκυριαρχία της μονομιάς γκρεμίζοντας ένα ένα τα αμυντικά τείχη οπου έχτισε γύρω της από καιρό για άλλη μια φορά .
Οι ανάσες θόλωσαν μεσα σε δευτερόλεπτα τον καθρέπτη οπου στηρίζονταν το μισό του σώματος της καθώς οι διεισδύσεις ολοένα και αγρίευαν αποκτούσαν άλλη μορφή το ίδιο και οι ζωώδεις κραυγές οπου έβγαιναν από τα χείλια και των δύο καθώς πλέον το πάθος έρεε καταπνίγοντας την λογική αχαλιναγώγητο .
« Σελινα ..σειρήνα ..τι μου έχεις κάνει ..?»ψέλλιζε ξέπνοος καθώς οι ένταση μεγάλωνε ο κορμός της εδινε πλέον τον ρυθμό που παρέμενε υψηλός.
Εσμιγαν δίχως τα βλέμματα να αποστατήσουν για δευτερόλεπτο εκεί κοκκαλωμένα έδιναν και έπαιρναν στον χορό ενός σαρωτικού πόθου .
« Ρικάρντο..» αναφωνούσε ξανα και ξανα αναμεσά σε αναστεναγμούς ενώ οι παλμοί ανέβαιναν θεαματικά καθώς το μάγμα αναμεσά τους έμελλε να εκραγεί εντός ολίγου.
Οσο η επαφή δυνάμωνε εκείνος έσπρωχνε ολοένα πιο δυνατά ενώ οι κραυγές πλέον μετατρέπονταν σε μια αρμονική μελωδία .
Έως ότου η έκρηξη αναμεσά τους σάρωσε ψυχές και σώματα αφήνοντας τα αδειανά κουφάρια πλάι στην ερημική ακροθαλασσιά που τα δέρνει ο άνεμος και η βροχή ενώ κάποτε είχαν μοιραστεί ένα θανάσιμο πάθος.
Τα κορμιά τους ακουμπήσαν το έδαφος σφιχταγκαλιασμένα ενώ σημάδια από τα νυχιά και τα δόντια της είχαν χαραχθεί κατά μήκος του λαιμού και της πλάτης του .
« Θεέ μου Σειρήνα κόντεψα να πάθω συγκοπή !» ψέλλισε ζαλισμένος σκουπίζοντας τον ιδρώτα από το μετωπο του ενώ η ζεστή γίνονταν ολοένα πιο ασφυκτική σχεδόν δεν ανέπνεες στον θάλαμο.
Στράφηκε αναζητώντας την ματιά της λες και αν χώριζαν για λίγο θα πέθαιναν ήδη του είχε λείψει η λάμψη του πόθου που αντίκρυζε όση ωρα απογειωνόνταν σε μια τρελη κουρσα προς το αγνωστο .
« Είμαι ερωτευμένη μαζί σου ..!» ψιθύρισε αποφασιστικά παγώνοντας το αίμα του ενώ η καρδιά του έπαιρνε αντιστροφή τροχιά χτυπώντας προς αντίθετη κατεύθυνση και η ανάσα του γίνονταν πλέον ασήκωτη.
Εμεινε να την κοιτάζει ενώ το σώμα του παρέλυε σαν σε κρίση πανικού φαίνεται η λέξη ερωτάς είχε αρνητική επίδραση επάνω του .
« Μα εσύ άσπρισες ..είσαι καλα ? Μίλησε μου !» πρόσθεσε ανήσυχη πατώντας βιαστικά το κουμπί του ορόφου με αποτέλεσμα το ασανσέρ να κινητέ ξανα κανονικά προς τον τρίτο όροφο του οικήματος.
Δευτερόλεπτα που φάνταζαν αιώνες καθώς ο Ρικάρντο δυσκολευόταν να αναπνεύσει .
Σαν άνοιξε η πόρτα κι αφότου τον είχε κουμπώσει πρόχειρα και είχε κατεβάσει βιαστικά το φόρεμα της βάλθηκε να τον στηρίξει με στο σώμα της ώστε να σταθεί ξανα στα ποδιά του.
« Μίλησε μου ..έχεις πουθενά κανένα πόνο ?» ρωτούσε ξανα και ξανα δίχως να λαμβάνει απαντήσεις μονάχα κοφτές γρήγορες ανάσες ενώ μια αδιόρατη ένταση κυριαρχούσε αναμεσά τους .
Μερικά βήματα πιο πέρα η ανάσα του φάνηκε να καλυτερεύει σταδιακά ανακουφιζοντας την.
Εκείνος κοιτώντας την επιθετικά τράβηξε το χερι του από πάνω της και στάθηκε ρωμαλέος όπως πριν έμπροσθεν της.
Μα γιατί άραγε την παρατηρούσε τόσο θυμωμένα ?
Τι μπορεί να είχε κάνει λάθος ..?
Μήπως δεν επιθυμούσε ότι προηγήθηκε στο ασανσέρ ?
Το συμπέρασμα ήταν ένα στο μυαλο της ένιωθε για άλλη μια φορά φθηνή στο πλάι του .
« Αυτός ο όροφος έχει μονάχα ένα δωμάτιο ..αυτό θέλω να πάρεις !
Είναι το καλύτερο του σπιτιού έχει πανοραμική θεά όλης της πόλης έως την Παράλια Σάντα Μόνικα.
Περιλαμβάνει προσωπική γκαρνταρόμπα , συνδρομητική τηλεόραση , τζακούζι είναι κατι σαν σουίτα για υψηλούς προσκεκλημένους !
Θα ζητήσω από τον μπάτλερ μου να σε βοηθήσει να τακτοποιηθείς !
Με συγχωρείς !» πρόφερε κοφτά προσπερνώντας την βιαστικά λες και δεν υπήρχε εμπρός του μα δεν θα τον άφηνε να χαθεί χωρίς εξηγήσεις για άλλη μια φορά .
Το μπράτσο της ακούμπησε το δικό του σφιγμένο λιγο προτου σφαλισει η πορτα του ασανσερ οπου ακομη αντηχουσε τις κραυγες τους πως μπορεσε να ξεγραψει τοσο ευκολα ότι βιωσαν ?
« Περιμενε μισο λεπτο μιλας σαν να διαφημίζεις σουίτα ξενοδοχείου τόση ωρα ! Αλλα δεν καταλαβαίνω τι έπαθες ξαφνικά ?
Μοιραστήκαμε ένα πάθος αλλόκοτο λίγά λεπτά πριν εδώ ακριβως !
Απαιτώ εξηγήσεις Ρικάρντο εδώ και τώρα !!» στράφηκε προς το μέρος της οργισμένος με λυκισια ματιά κοφτερη την παρατηρούσε εξεταστική ενώ το ύφος του μαρτυρούσε ένα ανεξήγητο συναίσθημα ίσως και μίσος δίχως προηγούμενο .
« Παρατά με !!» φώναξε πατώντας τρελαμένα το κουμπί για να κλείσει η πόρτα σπρώχνοντας ελαφρά το σώμα της απομακρύνοντας την για άλλη μια φορά.
Και ναι το παραμύθι της στην πόλη των ονείρων οπου όλα γίνονται πραγματικότητα το Χόλυγουντ μολις έλαβε τέλος μα δυστυχώς δεν έζησαν αυτοί καλα και εμείς καλύτερα .
Τρεμάμενη έμεινε να κοιτάζει για μερικά λεπτά κοκκαλωμένη την κλειστή αλουμινένια γυαλιστερή επιφάνεια όπου το είδωλο της φάνταζε τόσο ανόητο κοιτώντας την με θλίψη και οίκτο.
Μεσα της μην συζητάς τι λάβαινε χώρα μαζεύτηκε κουβάρι ενώ ανακάθισε στην κόκκινη χοντρή μοκέτα που κοσμούσε από άκρη σε άκρη τον όροφο .
« Χαζή ..παρασύρθηκες από τα συναισθήματα και να τώρα τι παθαίνεις!
Βρίσκεσαι σε ένα άγνωστο μέρος με τον άνδρα των ονείρων σου , του δίνεσαι σώμα και ψυχή και άλλη μια φορά σε πετάει στα αζήτητα !
Αυτός είναι ο Ρικάρντο Στόουν λοιπόν μια άμορφη μάζα από ομορφιά και σαγήνη μα εσωτερικά …κενός !» παραμιλούσε μεσα στην παραζάλη ενώ αν αποφάσιζε να ξεσπάσει κανένα φράγμα δεν θα συγκρατούσε τον χείμαρρο της .
Έκλεισε τα μάτια της σφικτά υποσχέθηκε δεν θα έκλαιγε ξανα δάκρυ δεν θα κυλούσε από εδώ και πέρα μονάχα ένας σκοπός είχε αξία η φυγή.
Αραγε γιατί την κουβάλησε μαζί του στο σπίτι του εφόσον είχε απώτερο σκοπό να παίξει μαζί της ?
Έριξε μια ματιά εξω από την επιβλητική τζαμαρία την φωτισμένη πόλη η τεράστια επιγραφή του Χόλυγουντ απέναντι την περιγελούσε ενώ η ιδιά πονούσε άλλοι σε αυτόν τον τόπο πραγματοποιούσαν τα όνειρα τους γίνονταν ευτυχισμένοι ζώντας μια ψευδαίσθηση κατι παρόμοιο σαν αυτό που είχε βιώσει και η ιδιά στο πλευρό του .
Αφού έκανε ένα χαλαρωτικό μπάνιο αφήνοντας το νερό να χαϊδέψει την επιδερμίδα της σβήνοντας τον πόνο και φορτίζοντας τις μπαταρίες της για την επόμενη κατά μετωπο μάχη όπου λογικά οριστικά θα χώριζαν οι δρόμοι τους ακόμη κι αν ήταν ο πραγματικός πατέρας του μωρού οπου περίμενε .
Ξάπλωσε στο υπερδιπλο κρεββάτι ντυμένο με εκλεκτά μετάξια και πανάκριβα μαξιλάρια έριξε μια προσεχτική ματιά στον χώρο οπου της είχε προσφέρει και προορίζονταν για εκλεκτούς όπως είπε καλεσμένους.
Πρώτο που κίνησε την προσοχή της ήταν η θεά οπου πραγματικά μάγευε εξω από την τεράστια μπαλκονόπορτα οπου μια εξίσου μακριά αριστοκρατικη κουρτίνα από κόκκινο βελούδο πλαισίωνε .
Τα έπιπλα η τελευταία λέξη της μόδας ένα σαλόνι πλάι στο μπάνιο με κάθε είδους ποτά στην κάβα μα κυρίως σαμπάνια οπου όπως ήταν φυσικό βρισκόταν στην θήκη με τον πάγο της λες και θα έπινε μια εγκυμονούσα τέτοιες βλακειες αναλογίζοταν κοροϊδευτικα .
Επειτα το βλέμμα της πλανήθηκε στους μαύρους δερμάτινους καναπέδες που έδεναν σε απολυτή αντίθεση με το κόκκινο που κυριαρχούσε στο δωμάτιο .
Δυο τηλεοράσεις και home cinema διεθετε ο χωρος που εμοιαζε με ξενοδοχειο πραγματικα το μπανιο όπως το περιμενε ματαιη επίδειξη πλουτου με επιχρυσες χειρολαβες , αρωματικα ελαια , κρυσταλλινους καθρεπτες μια τεραστια μπανιερα τζακουζι γεματη να την περιμενει ενώ γυρω γυρω κερακια την πλαισιωναν σε συνδυασμό με χαλαρωτικη μουσικη .
Οσο για το κρεββατι ένα ονειρο χιλιες και μια νυχτες επηρεασμενο από το αραβικο στυλ στηριζοταν σε 4 ξυλινους κυωνες οπου εδεναν υπεροχα με το υπολοιπο πανακριβο κατασκευασμα ενω διαφορα υφασματα του χαριζαν ανατολιτικο αερα .
Η κυριαρχη αποχρωση του δωματιου ηταν η ροζ ενώ ο φωτισμος αποτελουνταν από μικρα σποτακια και κρυφους φωτισμους σε καιρια σημεια του δωματιου όπως για παραδειγμα το μινι μπαρ οπου το μωβ ειχε τιμητικη .
Παρατηρησε εκπληκτη πως στο κεντρο του ταβανιου υπηρχε ένα ανοιγμα οπου σου χαριζε θεα στον εναστρο ουρανο κατι σαν φεγγίτης , πραγματικα εμεινε να κοιταζει εκτασιασμενη το περιτεχνο δημιουργημα διχως να πιστευει στα ματια της.
Ενώ σταδιακά αφηνε τα αστερια να την παρασυρουν στο μαγευτικο τους ταξιδι κλεινοντας τα βαρια της βλεφαρα .
Ηχοι από γυαλια να σπανε ταραξαν το πανεμορφο ονειρο της εκει κοιμοταν στην αγκαλια του με την κοιλιτσα της φουσκωμενη εκαναν ονειρα για μια ζωη μαζι ακουμπουσε το αυτι του χαμογελαστος ενώ τα χειλη του σχηματιζαν την λεξη σ αγαπω με λαχταρα .
Περισσότερη φασαρια και αναστάτωση επι τοπου πετάχτηκε ορθια σαν ελαττηριο κανοντας τον σταυρο της φοβισμενη για το χειροτερο άλλη μια δολοφονικη επιθεση.
Μα το κτιριο φρουρούν ταν εξονυχιστικά τα μετρα ηταν δρακόντεια αναλογίστηκε πασχίζοντας να χαλαρώσει από την άλλη όμως δεν αντεχε να κάθεται άπρακτη κάτι μέσα την έτρωγε ενώ τα σωθικά της ανακατεύονταν .
Ξεκίνησε να τρέχει στο άγνωστο δίχως να γνωρίζει τα κατατόπια του σπιτιού ούτε είχε ιδέα προς τα που έπεφτε το δωμάτιο του.
Ακολουθούσε το ένστικτο της θεωρώντας πως καθοδηγείτε σωστά στον πρώτο όροφο με τους μαρμάρινους διάδρομους συνέχιζε την αναζήτηση της φασαρίας στα τυφλά .
Σε κάποιο σημείο το πόδι της γλίστρησε στο γυαλισμένο δάπεδο με αποτέλεσμα να χάσει την ισορροπία της και η καρδιά της να σταματήσει να χτυπά από τον φόβο σαν αντιλήφθηκε πως δεν έχει από που να κρατηθεί .
Λίγο προτού το σώμα της αγγίξει με βία το κρύο άσπλαχνο έδαφος δυο δυνατά χεριά την συγκρότησαν, προς στιγμήν την κατέκλυσε ανακούφιση δίχως να έχει παρατηρήσει πως ήταν βαμμένα με αίμα.
Η ανάσα της κόπηκε αναζήτησε άμεσα το πρόσωπο του άνδρα που δυστυχώς ήταν καλυμμένο με μαύρη κουκούλα μοναχα τα στιλπνά σκληρά του ματιά συγκράτησε στην μνήμη της.
« Ποιανού το αίμα έχεις στα χεριά σου ?» ψιθυρισε πανικόβλητη τρέμοντας ολόκληρη από την αγωνιά .
Ο άνδρας παρέμεινε βασανιστηκα σοβαρός ενώ βιαστικά την ακουμπούσε στο έδαφος τρέχοντας προς την έξοδο προτού τον αντιληφθούν οι φρουροί , μα τι κάνω εγώ εδώ κάθομαι ενώ ο Ρικάρντο κινδυνεύει ?
Αναρωτήθηκε πασχίζοντας να περιορίσει το τρεμούλιασμα στο σώμα της από την ταραχή « Ρικάρντο …» φώναζε ξανά και ξανά λαμβάνοντας για απόκριση πνιχτή σιωπή .
« Ρικάρντο μιλά μου !
Μίλα μου !» εκλιπαρούσε παραπατώντας στο διάδρομο ανοιγοκλείνοντας συνεχώς πόρτες δίχως να τον αντικρύζει σώο , οι λυγμοί την έπνιγαν ενώ η καρδιά της κόντευε να σπάσει μα δεν παραιτούνταν θα τον έβρισκε ο κόσμος να χαλούσε .
Έφθασε στο τέρμα του αχανή διάδρομου κλείνοντας τα μάτια αντιλαμβανομένη πως η ορθάνοιχτη πόρτα του πρώτου ορόφου ίσως την στιγμάτιζε για όλη την ζωή της , πηρέ μερικές βαθιές ανάσες εισβάλοντας τρελαμένη στο γραφείο .
Τα έχασε αντικρύζοντας ένα μονοπάτι από αίμα που οδηγούσε πίσω από το μαονένιο γραφείο, δεν τολμούσε να φανταστεί τι κρυβόταν πίσω μοναχα έκλαιγε σαν μικρό παιδι για μερικά δευτερόλεπτα.
Ζαλίστηκε αλλά δεν έπρεπε να πέσει προχώρησε αποφασισμένη μα αυτό που είδε ξεπέρασε τις αντοχές της .
« Οχιιιιι !! Βοήθεια !» στρίγκλισε μέχρι που έκλεισε η φωνή της και τα δάκρυα δεν αρκούσαν να ξεπλύνουν το αίμα οπου είχε χυθεί από το λαβωμένο κορμί του Ρικάρντο.
Βρισκόταν πεσμένος στο λευκό δάπεδο με τις φλέβες του κομμένες με γυαλί ενώ αίμα αναβλύζε από τις πληγές του .
« Κάτι πρέπει να κάνω !» φώναζε σε πανικό ενώ βάλθηκε να σκίζει λωρίδες από το πουκάμισο του με ένα ψαλίδι που βρέθηκε εμπρός της έτρεμε ζαλιζόταν όμως έπρεπε να αντέξει δεν θα τον άφηνε να της πεθάνει όχι έτσι όχι σήμερα .
« Με ακούει κάνεις βοήθεια !» ούρλιαζε ξανά και ξανά μέχρι που φωνή δεν έβγαινε πια από το λαρύγγι την είχαν πνίξει οι λυγμοί και ο θρήνος.
Αρχισε να δένει σφικτά τους καρπούς του περιορίζοντας την ακατάσχετη αιμορραγία όσο το δυνατόν γρηγορότερα .
Έπειτα τηλεφώνησε με χεριά που γλιστρούσαν από την ποσότητα του αίματος καλώντας ασθενοφόρο την ιδιά ώρα ένας από τους φρουρούς εισέβαλε πανικόβλητος αναγγέλλοντας.
« Σκότωσαν δυο από τους συνάδελφους εν ψυχρώ !» μέχρι που πάνω στην δική του θολούρα αντίκρυσε την Σελινα με το λευκό μπουρνούζι της να έχει βαφτεί κόκκινο « Ο κύριος !» φώναξε προστρέχοντας στο πλευρό της για να βοηθήσει όσο μπορούσε.
« Ελατέ κυριά μου ηρεμήστε θα τον σώσουμε !» της έκανε όσο μπορούσε κουράγιο για όσο τα δάκρυα δεν έλεγαν να στερέψουν ενώ ταυτόχρονα η γλώσσα της είχε δεθεί κόμπος.
Εκλεισε τα ματιά θέλοντας να αφήσει πίσω αυτή την εικόνα ενώ ο άνδρας την βαστούσε σφικτά ώστε να μην λιποθυμήσει .
« Αγάπη μου ..θα ζήσεις ψυχή μου!» ψιθύριζε ζαλισμένη στο αυτί του έως ότου να έρθει το ασθενοφόρο , αν και έπειτα όλα έγιναν ένα μείγμα μέσα στο νου της εικόνες διάσπαρτες , σειρήνες , φορεία , άνδρες φωνές το σώμα του γεμάτο σωληνάκια ενώ τον σήκωναν βίαια από την ματωμένη αγκαλιά της που τον συγκρατούσε υπομονετικά ψιθυρίζοντας λογία στοργής και αγάπης στα αυτιά του.
Ο ειδικός φρουρός την πλησίασε ανήσυχος προσφέροντας της ένα ποτήρι νερό το οποίο και έχυσε στο έδαφος λέγοντας « Πως να ξεπλυθεί τόσο αίμα ?
Ρίξε το κάτω δεν αντέχω να το βλέπω αυτό το σκηνικό !!» έσκουξε απελπισμένη σε κατάσταση σοκ .
Ο νεαρός την μετέφερε στο καθιστικό οπου την άφησε για λίγο να ησυχάσει λίγο προτού οι δημοσιογράφοι και οι αστυνομικοί κατακλύσουν το σπίτι για αποκλειστικά πλανά δηλώσεις και καταθέσεις.
Εξω ξημέρωνε η πόλη ξυπνούσε άραγε για το αφεντικό του τι ημέρα ανέτειλε έξω από τα παράθυρα ?
Ντύθηκε μηχανικά σαν ρομπότ σχεδόν δίχως να βλέπει τι φορούσε κουρέλια η μόνο τα εσώρουχα της και βγήκε έξω με την βοήθεια του νεαρού που την φυγάδευσε από την πίσω πόρτα βάζοντας την στο ταξί με προορισμό το νοσοκομείο .
Πρώτος που αντίκρυσε σαν πλησίασε στον κρύο και επιβλητικό διάδρομο με τους λευκούς τοίχους να αναβλύζουν πόνο από κάθε κόγχη τους ο Λεονάρντο βημάτιζε νευρικά πέρα δώθε με έναν καφέ στο χέρι περνωντας το χέρι μέσα από τα μαλλιά του ξανά και ξανά .
Πλησίασε δειλά καθως τα βλέμματα τους διασταυρώνονταν προτού αποστρέψει το δικό της μα δίχως να το σκεφτεί εκείνος την έκλεισε στην αγκαλιά του σφικτά.
« Αγάπη μου ..πως είσαι ποσο χαίρομαι που είσαι ασφαλής ! Δεν σου έκανε κακό έτσι ?» το παρατηρούσε σαν χαμένη σπρώχνοντας το σώμα το μακριά με αηδία.
« Ποιος να μου κάνει κακό ? Τι λες ?»
« Μα ο αδερφός μου έκανε απόπειρα αυτοκτονίας !
Εσένα τουλάχιστον δεν σε ακούμπησε !»
« Σκάσε δεν έχεις ιδέα τι λες ! Επιχείρησαν για πολλοστή φορά να τον βγάλουν από την μέση είδα τον δράστη με τα ιδιά μου τα μάτια στεκόταν εκεί με ακουμπούσε με τα αίματα του αδερφού σου ανά χείρας ! Ακούς ?
Δεν αυτοκτόνησε ..!» φώναζε σαν σε παραλήρημα ενώ ο Λεονάρντο από μεριάς του πάλευε να μην ξεφύγει από την αγκαλιά του έτσι όπως αμυνόταν .
« Σςς ήρεμα το παιδι μας δεν το σκέφτεσαι ?»ψιθυρισε στο αυτί της πυροδοτώντας ακόμη πιο δυνατή την θύελλα μέσα της « Μην με ακουμπάς δεν είναι δικό σου παιδι ! Είναι του Ρικάρντο ..εκείνος θα είναι πάντοτε ο πατέρας του εσύ είσαι ένας τιποτένιος !»
« Μην μου μιλάς έτσι καρδιά μου ..εκείνος δεν θέλει να αναλάβει τις ευθύνες του !
Μα εκτός αυτού είναι πολύ σοβαρά ..οι γιατροί δεν δίνουν ελπίδες !»
« Τι πράγμα.. ?» συλλάβισε χάνοντας την γη κάτω από τα πόδια της για εκείνη χάθηκε ο κόσμος δεν χωρούσε ο νους την τραγωδία που εξελίσσονταν εμπρός στα ματιά της. Δάκρυα κυλούσαν ασταμάτητα ώρες , μέρες δευτερόλεπτα φάνταζε πλέον με αιώνες .
Η βασανιστική νύχτα πέρασε στα βουβά ενώ η καρδιά της χτυπούσε ξανά και ξανά στον ίδιο παλμό ο Λεονάρντο στεκόταν πλαι της καμώνοταν δήθεν πως νοιαζόταν ενώ με την πρώτη ευκαιρία κατηγορούσε τον αδερφό του.
Της είχε αγοράσει κάτι να φάει μα το πέταξε σε μια άκρη πως να πάει κάτω φαγητό όταν εκείνος χαροπαλεύει δίχως να αφήνουν κανεναν να τον δει αυτό φάνταζε χειρότερο .
« Ξημέρωσε έξω ..άλλη μια βραδιά δύσκολη περνάει !
Ακόμη το παλεύει ο αδερφός μου είναι αγωνιστής !» ψέλλισε σκεπτικός χαϊδεύοντας τρυφερά μια τούφα από τα μαλλιά της προτού συνεχίσει.
«Ξέρω καλά πως δεν με αγαπάς ..μα μην μου φέρεσαι τόσο σκληρά είμαι εδώ συνεχώς από την πρώτη στιγμή για εσένα και το παιδι !» οι κόρες των ματιών της κινήθηκαν ανέκφραστα και κουρασμένα.
« Ο Ρικάρντο ήταν εκεί συνέχεια σε όλα ! Εσύ δεν ήσουν πουθενά !»
« Μην το λες αυτό ..με πονάς ειλικρινά γλυκιά μου !»
« Λυπάμαι πολύ είναι η αλήθεια !
Ο γιατρός !» Πετάχτηκε επάνω έντρομη και με καρδιά συντρίμμια ανήσυχη όσο ποτέ.
« Γιατρέ πείτε μας τι συμβαίνει με τον Ρικάρντο ?»
« Κοιτάξτε είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα !
Χρειαζόμαστε επειγόντως μετάγγιση αίματος από έναν δικό του υπάρχει κάνεις ?»
« Φυσικά ο δίδυμος αδερφός του ..!» ανακοίνωσε παρατηρώντας την συστολή στο πρόσωπο του Λεονάρντο πράγμα που την εκνεύρισε όσο ποτέ άλλοτε δίχως δεύτερη σκέψη χύμηξε κατά πάνω του εξαγριωμένη με την απάθεια του.
« Δεν ντρέπεσαι βοηθά τον αδερφό σου !
Πεθαίνει !
Δεν σε ενδιαφέρει καθόλου ?
Είναι αίμα σου !» φώναξε ταρακουνώντας τον υστερικά έως ότου τα δυνατά χεριά του να την ακινητοποιήσουν.
« Μην ανησυχείς δεν θα τον αφήσω αγάπη μου να χαθεί !
Μόνο που εάν ζήσει ..θα πρέπει να ..μου υποσχεθείς κάτι !»
« Θεέ μου τι είναι πες το χάνουμε χρόνο !»
« Θα με παντρευτείς και θα τον ξεχάσεις μια για πάντα !» έμεινε άφωνη μα δεν υπήρχε χρόνος έπρεπε να δράσει πάση θυσία αν αρνιόταν θα έπαιζε την ζωή του άνδρα που αγαπουσε κορώνα γράμματα για να σώσει τον εαυτούλη της.
« Σώσε τον και θα σε παντρευτώ υπόσχομαι !!»αναφώνησε σπάζοντας σε λυγμούς ελπίζοντας να την συγχωρούσε κάποια μέρα για την προδοσία της .
3 ημέρες αργότερα ..
« Αγάπη μου καλημέρα ..σου έχω καλά νέα ο Ρικάρντο διέφυγε τον κίνδυνο ..» ανακοίνωσε ενθουσιασμένος αγκαλιάζοντας την σφικτά.
Οσο κι αν τον απωθούσε την δέσμευε μια υπόσχεση που την άφηνε άυπνη τα τελευταία βραδιά να στριφογυρίζει στα σεντόνια με μονή παρέα την μοναξιά και την θύμηση του .
« Το ήξερα ότι θα τα κατάφερνε ! Κάνεις σας δεν το πίστεψε εγώ όμως τον ξέρω είναι δυνατός σαν βράχος !» διέκρινε στα μάτια του έκδηλη ζήλεια να αστράφτει αλλά δεν την ενδιέφερε καθόλου ας ζήλευε και ας καιγόταν .
« Πολύ τον παινεύεις τον αδερφούλη μου !
Από αύριο όμως καρδιά μου βάζουμε μπρος τον γάμο τήρησα την υπόσχεση μου του έσωσα την ζωή!»
« Γνωρίζω τι υποσχέθηκα ξέρεις δεν θέλω να το ακούσω ξανά !»
« Εντάξει καλή μου ..Αλλά για εμένα η υπόσχεση σου είναι μια νέα αρχή ! Θα σε κάνω ευτυχισμένη θα δεις και το μωρό μας επίσης !»
« Μμ.. Δεν είναι ώρα για τέτοια πάω να τον δω !»
« Σελινα ..περίμενε δεν παίζεις δίκαια !» πρόφερε αυστηρά ακινητοποιώντας την πριν προλάβει να κάνει βήμα μακριά του.
« Έχω δικαίωμα να τον δω και δεν θα μου το στερήσεις !
Θα σε παντρευτώ αλλά επειδή με εκβίασες όχι επειδή σε αγαπώ ξεκαθαρίζω !» ψιθυρισε απειλητικά χαμογελώντας ειρωνικά καθως έτρεχε στον άνδρα που αρνήθηκε για να του σώσει την ζωή .
Άνοιξε την πόρτα του θαλάμου χαμογελαστή και ευτυχισμένη που τουλάχιστον δεν κινδύνευε πλέον χάρη στην θυσία της.
Κοιμόταν ακόμη γαλήνιος δίχως να έχει ιδέα τι συνέβαινε στην ζωή τους πως κατάφερνε να του συγχωρεί οποιαδήποτε αμαρτία στο δευτερόλεπτο βλέπεις μάλλον η δύναμη της αγάπης ήταν αυτή κατέληξε .
Πλησίασε πλαι του παρατηρώντας την τρομακτική χλωμάδα εκείνης της άθλιας βραδιάς να έχει χαθεί και στην θέση της να έχει επανέλθει το χρώμα της υγείας.
Ψιλάφισε διστακτικά τις καλυμμένες με γάζες πληγές στα χεριά του σκεπτόμενη πως ο εχθρός που είχαν να κάνουν παραήταν πανούργος και ευρηματικός.
Απωθεσε ένα απαλό φιλί στο μέτωπο του θαυμάζοντας την ομορφιά του ενώ σχεδόν μετρούσε τις αναπνοές του το λεπτό ώστε να βεβαιωθεί πως ο κίνδυνος είχε παρέλθει μια για πάντα από το προσκεφαλο του.
Επιθυμούσε να σβήσει από το μυαλό της εκείνη την φρικιαστική βραδιά με τα γυαλιά διάσπαρτα παντού ενώ η εφιαλτικη λίμνη αίματος που σχηματιζόταν γύρω από το κορμί του στοιχείωνε κάθε βράδυ τα όνειρα της .
Βέβαια ένα ερώτημα ελλόχευε και την κατέτρωγε από την πρώτη κιόλας στιγμή πως είναι δυνατόν να μην αμύνθηκε σε μια τόσο βίαιη επίθεση ? Οι απαντήσεις πολλές αλλά η αλήθεια μια ίσως την μάθαινε από τα χείλη του που λάτρεψε μα έπρεπε να απαρνηθεί .
Τρεμόπαιξε τα βλέφαρα του μορφάζοντας από πόνο προφανώς ενώ η καρδιά της χτυπούσε σαν τρελή από προσμονή να τον ακούσει να της μιλά να αντικρύσει το καθάριο βλέμμα του.
Εσφιξε το χέρι του δίνοντας του λίγη δύναμη από την δική της « Έλα αγάπη μου εγώ και το μωρό μας σε χρειαζόμαστε !» ψιθυρισε στο αυτί του και όπως το περίμενε ανταποκρίθηκε ανοίγοντας τα πελώρια ματιά του χαμογελώντας λοξά σαν να ήξερε .
« Καλώς ήρθες πίσω !»
« Σ ευχαριστώ ..»
« Έκανα το χρέος μου …τίποτε παραπάνω» ψιθυρισε πασχίζοντας να κρύψει την θλίψη όσο πιο περίτεχνα μπορουσε ..
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro