Κεφάλαιο 39: Η νύχτα των απαιτήσεων
Ο ήλιος έγερνε εκεί στα βουνά της δύσης πίσω από το δάσος της λήθης. Το βουητό της φύσης καταλάγιαζε σιγά-σιγά δίνοντας τη θέση του σε μια παράξενη γαλήνη που, στο πέρασμα της ώρας, γίνονταν όλο και πιο έντονη. Τα πουλιά άφησαν το πέταγμά τους και γύρεψαν την αγκαλιά της φωλιάς τους για να καλοδεχτούν την νύχτα που έρχονταν. Οι πρώτες νυχτερίδες είχαν ξεκινήσει το περίεργο πετάρισμά τους στο δάσος. Είχαν βγει για να υποδεχτούν την νύχτα που περίμενε τη δική της σειρά στην εναλλαγή του χρόνου. Μια νύχτα όμως αποψινή που είχε κάτι ξεχωριστό. Μια νύχτα χωρίς φεγγάρι. Η ασέληνη νύχτα την οποία είχε, με ακρίβεια, περιγράψει το τέρας του βουνού στην Αρμάντια. Το ένιωθες παντού ότι αυτό το πέρασμα της φύσης από τη βουή στη γαλήνη κάτι προμήνυε απόψε. Το έβλεπες στον ορίζοντα πάνω από το Βουνό των σκιών. Το έβλεπες στο πλήθος των νυχτερίδων που λες και περίμεναν κάποιο απόκοσμο σύνθημα και ξεχύθηκαν να πλημμυρίσουν τον ουρανό. Το έβλεπες στα φοβισμένα ζώα του δάσους που γύρευαν ασφαλή καταφύγια, σαν να ήθελαν να κρυφτούν.
Η Αρμάντια, έχοντας ήδη πάρει τις αποφάσεις της, κατέβαινε με το άλογό της τα μονοπάτια του δάσους. Προορισμός της η πόλη του Φόριεν. Στον κορμί της πίσω έχασκε κρεμασμένο το μεγάλο σπαθί του Ράνουλφ. Κάθε βήμα του αλόγου της προς τα κάτω ήταν και μια απομάκρυνση από τη μαύρη εκείνη συμφωνία που περίμενε ο Σάγκρος. Κάθε μέρος της γης που δρασκέλιζε το άλογο ήταν και μια αθέτηση εκ μέρους της και μία πρόκληση προς το σκοτεινό εκείνο πλάσμα του βουνού. Φρόντισε να ξεκινήσει την επιστροφή της αρκετά νωρίτερα πριν πέσει το σκοτάδι. Είχε επίγνωση πλέον όλων! Ήξερε ότι η φυγή της στο Φόριεν θα πυροδοτούσε την ύστατη αντίδραση του Σάγκρος. Θα προκαλούσε την ανεξέλεγκτη οργή του. Γνώριζε καλά ότι θα την αναζητούσε και τότε... Τότε δεν μπορούσε να ξέρει το βαθμό των αντιδράσεών του. Άρχιζε να πιέζει το άλογό της να ανεβάσει ρυθμό στον καλπασμό του. Προορισμός ήταν να βρει την Ελεάνορ. Έπρεπε να την συναντήσει. Είχε βασικά πράγματα να της πει. Έπρεπε να βρεθεί τρόπος να αναχαιτισθεί η επιρροή αυτού του πλάσματος που θα έπεφτε πάνω τους με όλη τη συσσωρευμένη μανία του. Στην επιστροφή, ο νους της ήταν γεμάτος σκέψεις και αναδρομές. Πόσα έγιναν τις τελευταίες μέρες. Και πόσα ακόμα ήταν μπροστά.
Κανείς από τους πρωταγωνιστές των γεγονότων δεν ησύχαζε εκείνο το βράδυ στο Φόριεν. Ο πύργος του Άλαντ γνώριζε μια έντονη αγωνία συγκέντρωσης και αναμονής. Εκείνος είχε διαβάσει για την ιδιαίτερη σημασία της ασέληνης νύχτας και περίμενε γεμάτος αγωνία. Δίπλα του η Ελεάνορ, η βασίλισσα Άλμπα, ο πιστός άμεσος συνεργάτης του, ο Φάρελ. Οι γονείς της Ελεάνορ είχαν μείνει στο σπίτι τους. Ο σοφός δάσκαλος ανήσυχος κοιτούσε πέρα μακριά στο βάθος του ορίζοντα. Το σκοτάδι της νύχτας δεν είχε έρθει ακόμα. Όμως έβλεπε καθαρά ότι στο βορεινό τόξο πάνω απ' το Βουνό των σκιών ο ουρανός μαύριζε γρήγορα και πολύ βαριά.
"Θα φέρει καταιγίδα δάσκαλε..." ακούστηκε δίπλα του η φωνή του Φάρελ. Εκείνος με το πρόσωπο προσηλωμένο εκεί στον ορίζοντα απάντησε.
"Δεν είναι καταιγίδα αυτό Φάρελ! Κάτι άλλο φέρνει αυτό το σκοτάδι που μαζεύεται..." του απάντησε γεμάτος υπονοούμενα.
"Ήρθε δηλαδή η ώρα;" τον ρώτησε εκείνος πάλι.
"Ναι! Ότι είναι θα γίνει απόψε"
Άφησε τον συνεργάτη του και πήγε προς την Ελεάνορ που καθόταν απέναντι σε ένα ανάκλιντρο σιωπηρή. Μόλις τον είδε να κινείται προς το μέρος της, σηκώθηκε.
"Θα έρθει δάσκαλε;" τον ρώτησε με σεβασμό.
"Μας το υποσχέθηκε την τελευταία φορά, απόψε όλα είναι στη θέση τους, όπως πρέπει. Όπως καθορίζουν τα μελλούμενα. Το φεγγάρι κρύφτηκε στη γη, οι πύλες ανοίγουν κόρη μου, ώρα για την τελική πράξη..." της είπε. Ο Άλαντ θυμήθηκε την τελευταία κουβέντα της Αρμάντια λίγο πριν φύγει, μετά τη μεγάλη αναμέτρηση με τον Ζάρεκ. "Θα γυρίσω δάσκαλε, η κόρη μου κινδυνεύει", του είχε πει και εκείνος τα ταίριαξε όλα. Λες και μέσα σε μια της κουβέντα διάβασε τη σκέψη της, είδε την επιλογή της, συνειδητοποίησε τα ερχόμενα. Την διέκοψε η Ελεάνορ.
"Την περιμένω Άλαντ... την περιμένω να έρθει κοντά μου. Η θέση της είναι εδώ, ανάμεσα στους ανθρώπους. Την κέρδισε ξανά μόνη της. Όλα τελείωσαν πια. Δεν υπάρχει κανείς λόγος για εκδίκηση και αρνητικές σκέψεις. Πρέπει αυτή εδώ η γη να κάνει ένα καινούργιο ξεκίνημα. Να βάλει τέλος στον κύκλο αυτό του κακού. Να χαμογελάσουμε ξανά Άλαντ! Αυτά θέλω να της πω μόλις έρθει"
Ο Άλαντ την κοίταξε με σεβασμό. Πόση ωριμότητα έβγαζε αυτή η γυναίκα. Για μια ακόμα φορά τον έκανε περήφανο. Σκέφτηκε με συγκίνηση το μαθητή του. Τον Μέλιαν! Δεν ήταν τυχαία η επιλογή του για τη γυναίκα της καρδιάς του.
"Και εγώ πιστεύω Ελεάνορ ότι η μητέρα σου για όλα αυτά έρχεται. Για να μας δώσει μια άλλη μέρα στο Φόριεν. Μια καινούργια ελπίδα...."
Τη σκέψη του διέκοψε ένα παράξενο βουητό που βγήκε πέρα μακριά από το Βουνό των σκιών. Ένας άγριος βρυχηθμός μέσα από τα έγκατα της γης. Κάτι χειρότερο και από σεισμό καθώς η δόνηση συνοδεύονταν από πύρινες ανταύγειες μέσα στα σύννεφα αλλά και από χαραματιές της γης κάνοντας τους κατοίκους της πόλης να ταραχτούν και να βγαίνουν από τα σπίτια τους. Ο Άλαντ γύρισε πάλι το πρόσωπό του στην Ελεάνορ.
"Έρχεται ναι! Αλλά δεν έρχεται μονάχη!" της είπε.
https://youtu.be/cCHGxY28Tfg
Η Αρμάντια, στο άκουσμα του τεράστιου βρυχηθμού της γης κατάλαβε. Έριξε πίσω μια ματιά με το βλέμμα της. Είδε τις πύρινες ανταύγειες, την παράξενη ομίχλη και επιτάχυνε το άλογό της να ξεφύγει, να φτάσει το γρηγορότερο στην πόλη. Έπρεπε να βιαστεί.
Πολύ πιο πίσω από εκείνη, ο ακρόπυργος της Κράγια σείστηκε συθέμελα. Πύρινες φλόγες ξεπηδούσαν από τα βάθη του πύργου, τις σκοτεινές στοές που οδηγούσαν στα έγκατα της γης. Ένας στρόβιλος ενέργειας σάρωσε το χώρο και ο Σάγκρος εμφανίστηκε στο κέντρο της πέτρινης αίθουσας. Πιο αποκρουστικός από ποτέ. Μια ανθρώπινη μορφή μάζας περιεργάστηκε το χώρο γύρω και σαν απογοητεύτηκε από την απουσία που έβλεπε, μετασχηματίστηκε σε μια πηγή έκρηξης και οργής.
"Με εξαπάτησες λοιπόν Αρμάντια. Τώρα θα νιώσεις λοιπόν και τη δική μου απάντηση"
Αν ήταν κάποιος πιο ψηλά θα μπορούσε να διακρίνει ένα κατάμαυρο άλογο τυλιγμένο σε πύρινα φίδια και ανταύγειες με καβαλάρη του τον Σάγκρος. Έτρεχε με ταχύτητα παρακάμπτοντας κάθε εμπόδιο του σκληρού εδάφους. Σαν να πετούσε πάνω απ' τη γη. Πίσω του άφηνε ανταύγεια φωτιάς, κρότου και βοής. Δεν λογάριαζε πέτρες, βράχους, κλαδιά, περάσματα. Σάρωνε τα πάντα μπροστά του.
Η βασίλισσα Άλμπα σηκώθηκε απ' τη θέση της. Στο όμορφο πρόσωπό της ήταν χαραγμένη η θλίψη και αποτυπωμένη η οδύνη της απώλειας του γιου της. Στάθηκε στο μέσον του δώματος. Ο Άλαντ την πλησίασε με σεβασμό.
"Βασίλισσά μου, εσύ είσαι πλέον το σημείο αναφοράς για όλους μας στην πόλη..." της είπε. Του έκανε ένα νεύμα ευγνωμοσύνης αλλά και σαν να το θεωρούσε υπερβολικό. Στράφηκε προς την Ελεάνορ. Έμεινε ακριβώς απέναντί της. Άφησε το βλέμμα της να μείνει στα μάτια της. Η φωνή της ακούστηκε κουρασμένη αλλά γαλήνια.
"Ο γιος μου ήταν πάντα περήφανος για σένα... μου το έλεγε αυτό συνέχεια... τώρα βλέπω πόσο δίκιο είχε. Τουλάχιστον θέλω να ξέρεις ότι, τίποτα δεν άλλαξε μεταξύ μας. Ήσουν παιδί μου και εξακολουθείς να είσαι ακόμα και τώρα, πιο πολύ μάλιστα. Θέλω να σου δώσω την ευχή μου για καλή δύναμη αυτήν τη δύσκολη ώρα"
Η Ελεάνορ την πλησίασε. Άφησε το κεφάλι της να σκύψει και να χωθεί στην αγκαλιά της Άλμπα. Φίλησε το χέρι της. Θετή μάνα και κόρη τώρα πια. Μια αγκαλιά. Μια σπονδή λες όλο αυτό σε μια χαμένη παρουσία που λαχταρούσαν και οι δύο όσο τίποτα.
Την ηρεμία και τη συγκίνηση των στιγμών ήρθε να ταράξει συθέμελα η ξαφνική είσοδος στο χώρο ενός αξιωματικού. Προσπαθούσε να πάρει ανάσες ενώ ήταν εμφανές ότι ήταν τρομοκρατημένος.
"Τι συμβαίνει;" τον ρώτησε ο Άλαντ.
"Βασίλισσά μου, δάσκαλε... πέρασε στην πόλη η γυναίκα εκείνη, καλπάζοντας στο άλογό της..."
"Η Αρμάντια;"
"Ναι... τα σπαθιά της λαμπύριζαν στη νύχτα!"
"Κατά που τραβούσε είδες;" ρώτησε ο Φάρελ.
"Έρχεται κατά εδώ άρχοντά μου" αποκρίθηκε αυτός.
"Αφήστε την να περάσει" του έδωσε οδηγία ο Άλαντ. Εκείνος φαινόταν να θέλει κάτι ακόμα να πει.
"Τι συμβαίνει; φαίνεσαι ταραγμένος" τον ρώτησε η βασίλισσα.
"Μεγαλειοτάτη, πίσω στο δάσος φαίνονται αναλαμπές από φλόγες. Ακούγονται βοές και δονήσεις νιώθουμε στη γη. Κάτι... κάτι... απόκοσμο έρχεται ξωπίσω της... ο κόσμος δείχνει ανάστατος"
Όλοι κοιτάχτηκαν μεταξύ τους ανήσυχοι. Ο Φάρελ, του οποίου ήταν φανερό, ότι τελευταία η ηγετική θέση είχε καθιερωθεί πλέον, του έδωσε οδηγίες να είναι σε πλήρη επαγρύπνηση όλος ο στρατός, να ενισχυθούν οι περιπολίες και να παρακολουθούν όλοι την κατάσταση. Ο αξιωματικός έδειχνε να συναινεί και αποχώρησε. Ο θάνατος του Ζάρεκ, ενός δυνάστη στην ουσία, είχε απελευθερώσει και το στρατό απ' τη λειτουργία του. Μέχρι τώρα, οι στρατιώτες πλήρωναν, με αίμα πολλές φορές, το δικό του δόλο. Βίωναν την τυραννία του, την καταπίεση και τις προσβολές του. Τώρα όλα ήταν διαφορετικά. Είχαν συγκεντρώσει την προσοχή τους σε μια καινούργια ελπίδα για τους ίδιους και την πόλη τους. Την ίδια στιγμή το δυνατό χλιμίντρισμα ενός αλόγου τους έκανε να εστιάσουν εκεί την προσοχή τους. Ύστερα από λίγο μια επιβλητική γυναικεία μορφή έμπαινε αργά στο χώρο. Ήταν η Αρμάντια! Στάθηκε εκεί, τους έριξε μια ματιά προσεκτική.
"Μητέρα!" της είπε η Ελεάνορ και έτρεξε πιο κοντά της. Η απόκοσμη εμφάνισή της, την έκανε να σταματήσει.
"Είναι ξωπίσω σου" της είπε ο Άλαντ.
"Το ξέρω... απόψε θα τελειώσουν όλα..." απάντησε η Αρμάντια.
"Τι συμβαίνει; Τι είναι ξωπίσω της;" ρώτησε με φανερή ανησυχία η Ελεάνορ.
"Ησύχασε κόρη μου, ο φόβος δεν είναι καλός σύμβουλος"
"Τι σχεδιάζεις να κάνεις;" την ρώτησε ο Άλαντ με αγωνία.
"Τι άλλο; Θα σταθώ απέναντί του. Αυτό που θέλει από μένα δεν θα το πάρει... Εμένα μπορεί, εκείνο όχι!" είπε αποφασιστικά με μάτια που γυάλιζαν.
"Τι εννοείς;" της είπε ο Άλαντ για να προσθέσει η Ελεάνορ "Πρέπει να προσέχεις...δεν θα διστάσει να..."
"Κόρη μου, μη φοβάσαι... μείνε κοντά μου, θέλω να σε δω λίγο" της είπε και την τράβηξε παράμερα. Ύστερα γύρισε προς την βασίλισσα Άλμπα. Πήγε κοντά της. Την κοίταξε και της μίλησε ήσυχα:
"Δεν ήθελα μήτε θέλω να σου κάνω κακό, ποτέ μου δεν σε είδα σαν εχθρό μου... ακόμα και ... τότε που έμαθα για σένα... και θέλω να σου ζητήσω μια μεγάλη συγχώρεση για τον Μέλιαν! Νιώθω και εγώ ένοχη για όλο αυτό που του συνέβη" της είπε με μάτια υγρά.
Η Άλμπα την κοίταξε με φανερή συγκίνηση. Ένα δάκρυ κύλησε από τα μάτια της. Άπλωσε το ένα της χέρι να την αγγίξει πράγμα που το έκανε. Με τρεμάμενη φωνή της είπε:
"Θέλω... νιώθω... ήταν άντρας μου... ας πω εγώ... τη συγγνώμη που εκείνος ποτέ δεν σου είπε για όλα όσα σου έκανε...τόσο σε σένα όσο και στους δικούς σου"
Η Αρμάντια άπλωσε και εκείνη το χέρι της. Τα δάχτυλά τους έσμιξαν σε μια ένωση κατανόησης.
"Καλή τύχη!" της ευχήθηκε η Άλμπα. Στα χείλη και στο πρόσωπο της Αρμάντια αποτυπώθηκε μια έκφραση "ευχαριστώ". Ύστερα έκανε ένα νεύμα στην Ελεάνορ να την ακολουθήσει κάπου να μείνουν οι δυό τους. Ο Φάρελ φορούσε στα χέρια του τις προστατευτικές χλαμύδες και κρεμούσε το σπαθί του στη ζώνη του. Από μακριά άρχισαν να έρχονται κάποιες φωνές που χάνονταν μέσα στο πρώτο σκοτάδι.
https://youtu.be/MbFN7cbitkw
Έμειναν οι δυό τους, σε ένα άλλο δώμα στον μικρό πύργο του Άλαντ. Μάνα και κόρη. Στάθηκαν η μια απέναντι απ΄ την άλλη στο κέντρο του χώρου. Η Αρμάντια άπλωσε το χέρι της στα μαλλιά της. Τα μάτια της είχαν μια έκφραση λες και προσπαθούσαν να συμπυκνώσουν το χαμένο εκείνο χρόνο που τις κράτησε χωριστά.
"Δεν έχουμε πολύ χρόνο στη διάθεσή μας..." της είπε. Η Ελεάνορ έστεκε συγκινημένη να ακολουθεί σιωπηρά το βλέμμα της που χάιδευε ολάκερο το πρόσωπό της.
"Πόσο όμορφη στ' αλήθεια είσαι! Σε λαχτάρισα τόσο! Πως είναι ένας άνθρωπος να ζει με την αίσθηση της απουσίας ενός δικού του πλάσματος! Πόσο σκληρό, πόσο βασανιστικό... Όχι! Δεν το άξιζα όλο αυτό" Η φωνή της κόμπιασε. Η Ελεάνορ δεν πίστευε ποτέ ότι αυτό το παράξενο απόκοσμο πλάσμα που ήταν η μάνα της, είχε μέσα της τέτοιο κόσμο απλό και εκφραστικό. Την άκουσε να συνεχίζει:
"Θέλω να ξέρεις ότι δεν σε ξέχασα ποτέ!" της είπε και της έσφιξε τα χέρια.
"Δεν είπα ποτέ μήτε το λέω τώρα" της απάντησε η νεαρή γυναίκα.
"Πάντα ήσουν ο σκοπός μου να φέγγει το φως σου ψηλά, όμορφα. Να χαίρεσαι τη ζωή που εγώ δεν μπόρεσα να σου δώσω. Θέλω..."
"Μητέρα...." προσπάθησε να την διακόψει.
"Σσσστ δεν είναι δικός μας ο χρόνος Ελεάνορ. Ποτέ άλλωστε δεν ήταν! Μας χώρισαν οι καιροί και το κακό των ανθρώπων. Θέλω να αγαπάς τους γονείς σου! Σε μεγάλωσαν και σ' αγαπούν πολύ. Αξίζουν κάθε σου συναίσθημα..."
"Και εσύ μητέρα! Και εσύ είσαι στην καρδιά μου, για πάντα, παντοτινά. Ένιωθα αυτή τη δύναμη να με καλεί εκεί στο δάσος. Τώρα μπορώ να το εξηγήσω. Κάθε φορά που ήμουνα εκεί κάτι παράξενο με τραβούσε. Να που βγήκε αληθινό. Ήταν η δική σου παρουσία, το δικό σου κάλεσμα. Σε ευχαριστώ απ' την καρδιά μου που θυσιάστηκες για να έχω μια καλή ζωή... Όμως δεν θα είσαι μόνη σου να το ξέρεις!" της είπε. Η Αρμάντια ανατρίχιασε.
"Τι λες;" της είπε.
"Ξέρω ότι είναι ξωπίσω σου! Για τον Σάγκρος λέω. Ξέρω τι ζητάει. Θα σταθώ στο πλάι σου..."
"Όχι κόρη μου. Αυτή είναι δική μου μάχη. Εγώ πρέπει να αναμετρηθώ με τον εαυτό μου, με τις συμφωνίες μου, με τους δικούς μου χθόνιους δαίμονες..."
Για μια στιγμή σιώπησαν. Η Αρμάντια την κοίταξε βαθιά στα μάτια.
"Σου πήρα μέσα απ την αγκαλιά σου τον άνθρωπο που αγαπούσες..."
Η Ελεάνορ το αντέκρουσε με ένταση.
"Όχι μητέρα! Αλίμονο αν αυτή η αλήθεια δεν έβγαινε στο φως... Δεν φταις εσύ για ότι έγινε"
Η Αρμάντια την κοίταξε βαθιά στα μάτια. Ένα βλέμμα βγαλμένο μέσα από τη στέρηση δεκάδων χρόνων. Μια σπονδή στα χαμένα συναισθήματα. Ένα αφιέρωμα σε εκείνα που ήθελαν να νιώσουν. Τα ακροδάχτυλα της Αρμάντια χάιδεψαν τα μαλλιά της Ελεάνορ, κατέβηκαν στο μάγουλό της, άγγιξαν τα χείλη της. Η φωνή της ακούστηκε σπασμένη απ' τη συγκίνηση:
"Πόσο όμορφη είσαι! Πόση καλοσύνη φωτίζει το πρόσωπό σου! Μα πόση θλίψη σου έδωσα..."
"Μητέρα! Όχι εσύ! Πάψε να το σκέφτεσαι αυτό! Δεν είσαι πρόξενος του κακού και του θανάτου. Άλλος έπρεπε να απολογηθεί και αυτό έγινε. Τώρα ο χρόνος είναι δικός μας..."
Την κοίταξε με μια θλίψη στο πρόσωπο.
"Θυγατέρα μου πρώτη και μονάκριβη, κάποιες φορές δεν ανήκουμε σε μας..."
Ένα δυνατό υπόκωφο βουητό τάραξε τη γη ολόγυρα και τα κτίρια. Από μακριά έφταναν στα αυτιά τους φωνές. Η Αρμάντια σκούπισε τα δάκρυά της και σηκώθηκε.
"Πρέπει να φύγω"
Η Ελεάνορ την άδραξε με δύναμη από τους ώμους.
"Θα σε περιμένω μητέρα! Αυτό να το θυμάσαι"
Χώρισαν με μια αγκαλιά τόσο σφιχτή λες και ήθελε να κλείσει μέσα της ολάκερα τα χρόνια που έλειπαν από την αγάπη τους. Βγήκαν από το δώμα και επέστρεψαν στο κεντρικό μαζί με τους άλλους. Εκείνη τη στιγμή μπήκε ο Φάρελ καθώς γύριζε απ' έξω. Το παρουσιαστικό του ήταν κατάχλωμο και έτρεμε.
"Τι συμβαίνει;" τον ρώτησε ο Άλαντ.
"Αυτός.... Το καταραμένο πλάσμα του βουνού των σκιών... ο Σάγκρος... είναι στους δρόμους της πόλης δάσκαλε! Τρομακτικός, καταστρεπτικός. Κινείται προς τα εδώ. Στο διάβα του γίνονται φοβερά πράγματα. Ο κόσμος είναι πανικοβλημένος, προσπαθεί να κρυφτεί..."
Η Αρμάντια διέκοψε.
"Για μένα έρχεται. Και είναι η στιγμή να τον προϋπαντήσω και εγώ..." τους είπε.
Τα βλέμματά τους κρεμάστηκαν επάνω της. Όλων! Σαν χαιρετισμός και ευχή δύναμης. Έριξε μια τελευταία ματιά πίσω της και βγήκε. Τα βήματά της, την οδηγούσαν να αντιμετωπίσει τη δική της μοίρα και πρόκληση.
Ο Άλαντ γύρισε προς την Ελεάνορ.
"Πρέπει να μιλήσουμε κόρη μου! Τώρα! Ακολούθησέ με στο γραφείο μου"
Ύστερα από λίγο βρίσκονταν οι δυο τους κλεισμένοι εκεί. Ένιωσε έντονο το συναίσθημα της θλίψης και της απώλειας. Στο χώρο αυτό, βίωσαν μαζί με τον Μέλιαν, τα μεγάλα μυστικά του δάσους και της ιστορίας αυτής που έμελε να τους σημαδέψει τη ζωή. Στο γραφείο του δάσκαλου εξακολουθούσαν να είναι ανοιχτά αρκετά παλιά βιβλία. Την περιπλάνηση της σκέψης της σε χαμένες αναμνήσεις ήρθε να την διακόψει η φωνή του.
"Άκου κόρη μου! Η Αρμάντια διάλεξε μόνη της να δώσει μια μάχη με τον Σάγκρος. Μην τρέφουμε αυταπάτες. Η μάχη αυτή είναι φανερά άνιση. Αν και εξασθενημένος, παραμένει ένα τρομερό πλάσμα με απίστευτες δυνάμεις ικανές να συντρίψουν κάθε αντίσταση στο διάβα του. Όσα όπλα περίτεχνα να χρησιμοποιήσει κανείς. Για αυτό θέλω να με ακούσεις καλά!" της είπε και την κράτησε από τους ώμους.
"Δάσκαλε, σου έχω απόλυτη εμπιστοσύνη και είμαι έτοιμη να δεχτώ οτιδήποτε μπορεί να την βοηθήσει στη μάχη της" τού απάντησε.
"Το διάβασμα και η έρευνα των βιβλίων με οδήγησε στο να βρω κάτι σημαντικό, κάτι που αλλάζει τα πάντα.
"Ποιο είναι αυτό Άλαντ;" τον ρώτησε κρεμασμένη απ' τα χείλη του. Την κοίταξε καλά στα μάτια επιστρατεύοντας κάθε του δύναμη.
"Υπάρχει ένας και μοναδικός τρόπος να ηττηθεί ο Σάγκρος!"
"Ποιος;"
"Τα σημάδια κόρη μου! Μόνο που για να γίνει αυτό χρειάζεται να δείξεις μεγάλο θάρρος. Πρέπει να υπερβείς τον εαυτό σου! Είναι κάτι πάνω από τα λογικά ανθρώπινα μέτρα! Αν το μπορέσεις να σταθείς τότε θα έχουμε το μεγάλο βήμα δικό μας. Αλλά να ξέρεις! Αν δεν το κάνεις δεν θα σε κατηγορήσει κανείς και ποτέ!"
Η Ελεάνορ κοίταξε τον Άλαντ ίσια τα μάτια. Το βλέμμα της τα έλεγε όλα.
"Συνέχισε δάσκαλε, είμαι έτοιμη να ακούσω!" του απάντησε.
Συνεχίζεται...
Ο Σάγκρος στους δρόμους του Φόριεν. Σκορπώντας τον τρόμο και την καταστροφή. Απαιτώντας, διψώντας, αναζητώντας. Την ανακύκλωση του κακού και του χθόνιου. Και εκείνη, μια γυναίκα, η μοιραία γυναίκα που η ζωή της μπλέχτηκε στα δίχτυα της αράχνης του δόλου. Η Αρμάντια. Αντιμέτωπη με την ύστατη αναμέτρηση μαζί του. Όχι όμως μόνη! Όχι πια μόνη! Δίπλα της το δικό της πλάσμα! Η Ελεάνορ. Αποφασισμένη να σταθεί και να προσπαθήσει, να αγωνιστεί. Να αλλάξει τη ροή των γεγονότων. Τι είναι άραγε αυτό με το οποίο την καθοδηγεί ο Άλαντ; Τα σημάδια! Τι εννοεί ο σοφός δάσκαλος; Γιατί η Ελεάνορ πρέπει να υπερβεί τα ανθρώπινα όρια για να αλλάξει η ροή των πραγμάτων. Το κεφάλαιο 40 μας καρτερά για τη συνέχεια αγαπητές μου φίλες και φίλοι.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro