Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφάλαιο 18α: Οι μέρες που άλλαξαν όλα Ι

Επιστροφή στο παρελθόν

Ύστερα από εκείνο το άγριο βράδυ που η Αρμάντια έμαθε για τη δολοφονία των γονιών της και την επιστροφή της στον κόσμο της μνήμης, όλα άλλαξαν στην ζωή της. Η μοναχική εκείνη αγροικία του φύλακα άγγελού της, του Έλνταρ, έμελλε να γίνει το νέο σπιτικό της. Και το δάσος του Φόριεν, το νέο της περιβάλλον. Ο άντρας εκείνος στεκόταν δίπλα της σαν δεύτερος πατέρας. Σε όλα! Μικρά και μεγάλα που την απασχολούσαν. Μέρα τη μέρα άφηνε την καρδιά της να ακουμπήσει στην αγκαλιά του. Να μοιράζεται μαζί του τα μυστικά της ζωής της ένα προς ένα. Μόνο σε ένα δεν μπορούσε ακόμα να φτάσει. Μα μέσα της ήξερε ότι δεν μπορούσε να αργήσει πολύ. Τον έβλεπε διακριτικό, γαλήνιο. Δεν την πίεζε ποτέ για τίποτα. Ήταν εκείνη που θα επέλεγε τη στιγμή που θα μιλήσει.

Έτσι ο Έλνταρ έμαθε τα πάντα για τη ζωή της. Για τα παιδικά της χρόνια, για τους γονείς της. Για τις εφηβικές της ανησυχίες, τον πρώτο και μεγάλο έρωτά της που, έμελλε να είναι και ο απεχθής μέχρι τώρα. Για τον Ζάρεκ. Εξομολογήθηκε στον Έλνταρ τις ενοχές και τις ντροπές απέναντι στους γονείς της. Ένιωθε ένα μεγάλο βάρος για τον τρόπο που έφυγαν απ' τη ζωή. Και οι τρεις τους. Εκείνοι αλλά και η γλυκιά της παραμάνα η Μπρέντα. Η στυγνή δολοφονία των δυό τους και ο θάνατος της μητέρας της, έγιναν στην ουσία, για χάρη της. Έτσι ένιωθε και έτσι πίστευε. Τις δικές της ανομίες πλήρωσαν εκείνοι με τη ζωή τους.

Η Αρμάντια όμως ένιωθε πια ότι έπρεπε να μοιραστεί με τον Έλνταρ ακόμα κάτι απ' τη ζωή της. Και αυτό το κάτι ήταν που τη βάραινε τρομερά για μια σειρά λόγους. Προσπαθούσε να βρει τρόπο να του το πει. Πολλές φορές είχε φτάσει, ήταν έτοιμη μα γύριζε πίσω. Ως εκείνο το ήρεμο βράδυ που ο ίδιος της άνοιξε μια ήρεμη κουβέντα.

"Αρμάντια κόρη μου... τώρα πια θα μου επιτρέψεις να καθιερώσω αυτήν την ιδιότητα ναι;" της είπε.

Τον κοίταξε με τα όμορφα μάτια της. Το βλέμμα της τα έλεγε όλα. Εκείνος συνέχισε:

"Νομίζω είναι και κάτι άλλο που πρέπει να μου πεις..."

"Τι θέλετε να πείτε;" τον ρώτησε παραξενεμένη.

"Κατ' αρχήν το όνομά μου είναι Έλνταρ και έτσι να με φωνάζεις πια. Όχι αποστάσεις μεταξύ μας. Ύστερα, είναι ώρα νομίζω να μου πεις και ένα ακόμα μεγάλο μυστικό σου. Άλλωστε σε λίγο δεν θα μπορείς να το κρύψεις..."

Τον κοίταξε γεμάτη έκπληξη και ντροπή.

"Αυτός είναι ο πατέρας;" την ρώτησε αποφασισμένος να κάνει το πρώτο βήμα. Έσκυψε το κεφάλι της στο πάτωμα. Έβαλε τα χέρια στο πρόσωπό της, άρχισε να κλαίει γοερά.

"Το κατάλαβα Αρμάντια. Από την πρώτη σου νύχτα εδώ το ένιωσα. Δεν ήθελα να σε πιέσω. Ύστερα ήταν και τα σημάδια. Ήθελα να το μοιραστούμε ήρεμα, όπως αυτή τη στιγμή"

"Σας ντρέπομαι τόσο. Τι θα κάνω;" ακούστηκε μέσα στους λυγμούς της.

"Η μητρότητα κόρη μου είναι ευλογία. Είναι δώρο ζωής. Κάθε γυναίκα ζηλεύει μια τέτοια στιγμή. Γίνεται κάτι άλλο. Περνάει σε μια άλλη εικόνα της ζωής της. Θα το ζήσεις λοιπόν..."

"Πως"

"Εδώ μαζί. Πατέρας και κόρη. Δεν έχουμε κριτές εδώ, δεν έχουμε νόμους και προκαταλήψεις. Κανείς δεν ξέρει κανέναν. Μόνο το δάσος συντροφιά και τα ζώα μας. Α και κάποιους γείτονες όχι όμως τόσο κοντά μας για να γίνουν ενοχλητικοί"

Έδειξε να παίρνει ανάσες. Άφησε τον εαυτό της να γείρει στην αγκαλιά του καθώς ήταν έτσι γονατιστή κοντά του. Την ένιωθε να τρέμει.

"Μην φοβάσαι! Η ζωή μας μαθαίνει τα πάντα μόνη της. Αν υπάρξει ανάγκη θα φωνάξω κάποια γυναίκα από τις πιο κοντινές. Δεν μας ξέρει, δεν χρειάζεται να μάθει ποτέ"

"Σε ευχαριστώ Έλνταρ... σε ευχαριστώ πατέρα..."

Έγιναν ένα κουβάρι στις αγκαλιές τους. Μια αχνή ελπίδα φεγγοβόλησε στη ζωή της. Μια χαραγματιά στο σκοτάδι που έζησε, άφησε λίγο φως να την ζεστάνει. Άρχισε να βάζει τη ζωή της και την καθημερινότητά της στο αγροτόσπιτο του Έλνταρ. Μαθημένη και η ίδια στη δουλειά δεν άργησε να προσαρμοστεί. Μάθαινε γρήγορα το κάθε τι. Της έμαθε τα κοντινά κατατόπια στο δάσος γύρω από το σπίτι τους. Πού μπορούσαν να βρουν το κάθε τι. Τα περάσματα, τα μονοπάτια. Ήξερε ότι ίππευε και η ίδια και μια μέρα στο στάβλο, της έκανε ένα υπέροχο δώρο.

"Αυτός εδώ είναι ο Άνγκορ!" της είπε εκείνο το πρωί.

Το μαύρο δεύτερο άλογο που είχε στο στάβλο. Πανέμορφο, δυνατό. 

"Ο Άνγκορ περιμένει να σε γνωρίσει! Είναι δικός σου! Θα τον αγαπήσεις και το ίδιο θα κάνει και εκείνος να το ξέρεις..."

"Έλνταρ...!" του είπε γεμάτη έκπληξη.

"Μην νοιάζεσαι. Εγώ έχω τον Φέοντορ. Μόνο που αυτήν την εποχή δεν θα είσαι για πολλά-πολλά. Η κατάστασή σου δεν μας το επιτρέπει"

Έτσι σιγά-σιγά η Αρμάντια μπήκε σε αυτόν το ρυθμό ζωής. Έτσι δέθηκε με το δάσος, το γνώρισε, το ζούσε και το μάθαινε. Όμως πέρα από το δάσος άρχιζαν τα όρια του Βουνού των σκιών. Και μέσα σε εκείνο το βουνό κάτι καραδοκούσε. Κάτι τρομερό και σκοτεινό. Κάτι που και η ίδια το ήξερε από τους γονείς της και όχι μόνο. Το είχε ακούσει ως αναφορά αλλά τώρα πια, ήταν μοιραία γραμμένο, να το βιώσει και εκείνη. Με έναν τρόπο που θα καθόριζε τα πάντα στη ζωή της.

Όταν ο καιρός άνοιξε για τα καλά, ο Έλνταρ την έπαιρνε και έκαναν ήρεμες περιηγήσεις στο εσωτερικό του δάσους, πάντα με προσοχή. "Όσο είναι καιρός της έλεγε γιατί μετά δεν θα μπορείς". Μια μέρα λαμπερή τράβηξαν αρκετά ψηλά. Πέρασαν μεγάλα δέντρα, πυκνά φυλλώματα, όμορφα λουλούδια και παράξενα φυτά. Πολλές πηγές και μικρά ρέματα. Ώσπου κάποια στιγμή έφτασαν σε ένα πολύ ιδιαίτερο μέρος. Το μονοπάτι που βάδιζαν στένεψε. Έγινε μικρό και από ένα σημείο και μετά αδιάβατο. Ξαφνικά μπροστά τους φάνηκε ένα πολύ άγριο τοπίο. Η Αρμάντια έμεινε γεμάτη δέος να το παρατηρεί. Δεξιά-αριστερά, οι πλαγιές του βουνού σχημάτιζαν στο βάθος ένα φαράγγι άγριας ομορφιάς, με τεράστια βράχια, χωρίς δέντρα, μόνο με βλάστηση. Το φως του ήλιου αντίκρυ τους χτυπούσε ίσια στα μάτια και το φαράγγι έχασκε φωτισμένο με μια αλλόκοτη λάμψη. Τις δύο πλαγιές ένωνε ένα μικρό πέτρινο πέρασμα, μόλις που θα μπορούσε να διαβεί ένα άλογο. Και κάτω γκρεμός. Ένας άγριος γκρεμός που σου έκοβε το αίμα.

"Τι είναι εδώ;" τον ρώτησε η Αρμάντια εκστασιασμένη.

"Αυτό είναι το πέρασμα του γκρίζου λύκου" της είπε.

"Μα είναι απίστευτο!" έκανε.

Εκείνος άπλωσε το βλέμμα του ίσια στον ορίζοντα.

"Κανείς ποτέ δεν έχει διαβεί αυτό το πέρασμα κόρη μου! Να το θυμάσαι αυτό! Και όσοι το τόλμησαν κανείς δεν γύρισε ζωντανός από εκεί!" της είπε με δέος, "μήτε ζώα, μήτε ερπετά, μήτε πουλιά κατοικούν στη γη του"

"Γιατί; Τι είναι εκεί πάνω;"

"Εκεί κατοικεί εκείνος! Ο Σάγκρος! Η μορφή του σκοταδιού και της κατάρας..."

Η Αρμάντια ένιωσε παράξενα.

"Ο Σάγκρος... ναι, μου είχαν μιλήσει οι δικοί μου για όσα λέγονται για αυτόν και τους θρύλους που τον δένουν..."

"Άρα ξέρεις παιδί μου..."

"Θέλω να μου μιλήσετε περισσότερο για αυτόν κάποια στιγμή.... Να μάθω"

"Θα το κάνω, όμως πάμε τώρα να φύγουμε από εδώ...."

Έστριψαν τα άλογά τους προς την επιστροφή. Όμως κάτι παράξενο άρχισε να αλλάζει ολόγυρά τους. Ξάφνου μια παράξενη ομίχλη άρχισε να έρχεται από το φαράγγι ψηλά στο πέρασμα και να τους τυλίγει. Το φως λιγόστεψε, τα άλογα άρχισαν να νιώθουν ανήσυχα. Ψίθυροι και τριξίματα, θόρυβοι ανεξήγητοι άρχισαν να γεμίζουν ολόγυρα το χώρο. Ο Έλνταρ άρχισε να ανησυχεί.

"Πρέπει να βιαστούμε Αρμάντια, έλα..."

"Μα τι συμβαίνει....τι είναι όλα αυτά;"

Έμοιαζε σαν χαμένη. Σαν κάτι να αποσπούσε τη σκέψη της από το γύρω της. Σαν να ήταν αλλού. Κάποια στιγμή έδειξε να χάνει τον έλεγχο. Το πρόσωπό της ντύθηκε με μια παράξενη λάμψη. Τα μάτια της φεγγοβολούσαν. Ο Έλνταρ τρόμαξε. Έπιασε τον Άνγκορ από το χαλινάρι, έδεσε ένα σχοινί και άρχισε να τραβά το άλογο πίσω του όσο μπορούσε πιο γρήγορα με προσοχή μην πέσει εκείνη. Μια παράξενη αναταραχή περνούσε δίπλα τους. Η γη άρχισε να τρέμει λες και κάποιο θηρίο βάδιζε με βία πάνω της. Όλα ήταν τρομερά. Λες και κάτι διεκδικούσε την παρουσία τους.

Με χίλια ζόρια κατάφερε να απομακρυνθούν από εκεί αρκετά και να επιστρέψουν σε γνώριμα μέρη. Η Αρμάντια είχε πια επανέλθει στην πραγματικότητα αλλά ένας πόνος παράξενος, διαφορετικός την ενοχλούσε στο στήθος. Ένιωσε μια παράξενη δύναμη να προσπαθούσε να έρθει κοντά της. Να μπει μέσα της, να την κυριέψει. Ήταν κάτι που ζούσε για πρώτη φορά αλλά όμως δεν ήξερε ότι από εδώ και πέρα, αυτό θα γίνονταν όλο και πιο έντονο σαν παρουσία και κάλεσμα. Κανείς τους δεν μπορούσε να σκεφτεί το τι ερχόταν στη συνέχεια.

Ο καιρός περνούσε και η εγκυμοσύνη της προχωρούσε. Οι μήνες έφευγαν και εκείνη άλλαζε. Και σαν γυναίκα αλλά και σαν άνθρωπος. Ζούσε αυτό της το βίωμα με έναν δικό της και ιδιαίτερο τρόπο. Σιγά-σιγά, άρχισε να απαγκιστρώνεται από τις βαριές δουλειές του σπιτιού και είχε να κάνει με τις απλές που απαιτούσαν λιγότερο σωματικό κόπο. Εκείνο όμως που άρχισε να βαραίνει άσχημα ήταν οι κρίσεις της! Ξεκίνησαν σποραδικά με τη μορφή κάποιου πόνου ή τραβήγματος στο στήθος. Ύστερα έγιναν ακόμα πιο έντονοι. Έφτασαν σε σημείο να ενοχλούν και το κεφάλι της ταράζοντας το θυμικό της. Και οι πόνοι άρχισαν να συνοδεύονται και από όνειρα. Άσχημα όνειρα, εφιάλτες σωστούς που τους ζούσε στο δωμάτιό της. Κάποια παρουσία άρχισε να κάνει αποφασιστικά την παρουσία της στα όνειρά της. Μια παρουσία τρομακτική, γκρίζα, απόκοσμη. Λες και έρχονταν από τα βάθη των αιώνων. Μια μορφή, χωρίς φύλο, τυλιγμένη στις φλόγες, με σώμα πύρινο, έχασκε μπροστά της. Πεταγόταν την νύχτα μούσκεμα στον ιδρώτα, ταραγμένη, τρέμοντας ολόκληρη. Και τα όνειρα έκαναν και αυτά ένα βήμα παραπέρα για να μετατραπούν σε οράματα. Έρχονταν στην Αρμάντια με τη μορφή διεκδίκησης και χειραγώγησης. Ήταν η εποχή που φοβόταν πολύ. Κάτι, άρχισε με χθόνιο τρόπο να διεκδικεί το μυαλό της και να προσπαθεί να την ελέγχει όλο και πιο επώδυνα.

Ο Έλνταρ παρακολουθούσε πολύ ανήσυχος αυτές τις κρίσεις αλλά και τις αλλαγές που γίνονταν στην ίδια. Γιατί την ώρα του εφιάλτη αυτού, είχε μπροστά του μια γυναίκα άκαμπτη, σκληρή. Τρόμαζε στην ιδέα ότι η κοπέλα έχανε το μυαλό της σιγά-σιγά. Αισθανόταν να την έχανε μέσα από τα χέρια του και δεν ήξερε τι να κάνει. Πως γίνεται μια γυναίκα να βιώνει την ομορφότερη περίοδο της ζωής της μέσα σε τέτοιο εφιάλτη. Έτσι περνούσε ο καιρός με την νεαρή κοπέλα να είχε φτάσει σχεδόν στο μισό της εγκυμοσύνης της.

"Δεν μπορώ να σε πάω στην πόλη για κάποια βοήθεια" της έλεγε. Ο κίνδυνος να αναγνωριστεί από τους στρατιώτες του βασιλιά ήταν αρκετά μεγάλος. Η μόνη λύση ήταν, η ίδια η φύση, με κάποια βότανα, να μπορούσε να την βοηθήσει. Αλλά αυτά δεν τα ήξερε. Μόνο κάποια από τις γυναίκες που ζούσαν εκεί γύρω. Όμως και αυτό εγκυμονούσε κινδύνους και το σκεφτόταν. Υπήρχε κάποια έμπιστη γυναίκα εκεί, σχεδόν συνομήλική του που ζούσε με τον άντρα της. Η Έθελ. Την εμπιστευόταν αλλά είχε πολλές αναστολές.

Έτσι, μέρα τη μέρα, μήνα το μήνα, η Αρμάντια ζούσε ίσως την πιο σκληρή και δύσκολη μεταστροφή. Αυτά τα εφιαλτικά καλέσματα την επισκέπτονταν όλο και πιο συχνά και "αυτό" το κάτι συνδέονταν μαζί της.

Και εκείνο που συνειδητοποίησε ήταν η χειραγώγηση του μυαλού της. Ναι! Η σκέψη της έφευγε. Και ένιωσε τρόμο όταν άρχισε να συνειδητοποιεί ότι αυτός που την ακολουθεί κατά πόδας είναι το άμορφο εκείνο τέρας του βουνού των σκιών, ο Σάγκρος. Η φωνή του, μάλλον ο βρυχηθμός του, στα οράματά της ήταν ένα δικό του κάλεσμα. Είχε πια καταλάβει ότι ο έντονος πόνος στο κορμί της εστίαζε λίγο πιο πάνω στο στήθος της και πλέον είχε γίνει προάγγελος επαφής με το πλάσμα του βουνού. Η Αρμάντια έβλεπε το σημάδι που είχε στο στήθος της και παρακολούθησε με τρόμο, το πόσο εκείνο άλλαζε σε όλες αυτές τις περιπτώσεις. Κάτι που έπεσε και στην αντίληψη του ίδιου του Έλνταρ, που το είδε σε κάποιες φορές που την έχανε από την πραγματικότητα. Ήταν πάντα κοντά της και πολλές φορές ξεκινούσε κουβέντα μαζί της για τα όσα γίνονταν.

"Κόρη μου, ως που θα πάει όλο αυτό; Τι είναι αυτό που σε κυνηγά και σε βασανίζει;"

"Δεν ξέρω Έλνταρ... Όμως αυτό το πλάσμα με καλεί, το νιώθω. Κάτι έχει να μου δώσει. Τελευταία σαν να τρέφεται από το μίσος μου για τον άνθρωπο που φταίει για όλα αυτά. Αν δεν ήταν ο Ζάρεκ, όλα θα ήταν αλλιώς. Αυτό το μίσος μου για εκείνον, η αποστροφή μου, η έχθρα μου, η διάθεση για εκδίκηση. Αυτό βλέπω να με τραβάει κοντά του.

"Αρμάντια, δεν θα αλλάξει τίποτα με αυτές τις σκέψεις παιδί μου, μόνο που θα δηλητηριάζεις τον εαυτό σου. Αυτό το σημάδι που έχεις στο στήθος σου, τι είναι;" την ρώτησε.

"Δεν ξέρω, το είχα από τη γέννα μου, πάντα εκεί το θυμάμαι. Αλλά δεν ξέρω τι συμβαίνει μ' αυτό"

Δεν είχαν απαντήσεις. Δεν ήξεραν. Μόνο ένιωθαν. Ο καθένας τους διαφορετικά πράγματα. Και ο καιρός κυλούσε γρήγορα. Για να φτάσει σε εκείνες τις μεγάλες μέρες όπου η Αρμάντια θα έφερνε στο φως τη ζωή που έκρυβε μέσα της.

Συνεχίζεται...

Η ώρα που η Αρμάντια θα φέρει στο φως το παιδί της πλησιάζει. Όμως μέσα της πλέον πλησιάζει, όλο και πιο απαιτητική, αυτή η σκοτεινή δύναμη που θέλει απόλυτα να την χειραγωγήσει και να την τραβήξει στα δικά της σκοτάδια.  Οι μέρες που θα αλλάξουν τα πάντα πλησιάζουν χωρίς αναβολή και θα παρασύρουν τα πάντα στο διάβα τους.

Περιμένω με χαρά, κρίσεις και απόψεις σας. Θετικές ή απορριπτικές. 


Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro