Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφ.2 Είκοσι πέντε χρόνια πριν

 Άφησε το σώμα της να γείρει στο ολάνθιστο χορτάρι του δάσους. Πρώιμο καλοκαίρι εκείνες τις μέρες και μπορούσαν να χαρούν με όλες τους τις αισθήσεις το όμορφο δάσος. Άπλωσε τα χέρια της ανοίγοντας την αγκαλιά της. Οι ακτίνες του ήλιου περνούσαν μέσα από τα πανύψηλα δέντρα κάνοντας άπειρες δέσμες φωτός που κρυστάλλιαζαν και έπαιζαν με έναν θαυμάσιο τρόπο στο υπέροχο πρόσωπό της. Τα εικοσιένα της χρόνια έλαμπαν σε όλη της την ύπαρξη. Στο πλατύ της μέτωπο έλαμπαν τα εκφραστικά και καστανά της μάτια ενώ τα πυρόξανθα μαλλιά χύνονταν στους ώμους της σε όμορφους κυματισμούς. Λεπτά χαρακτηριστικά και γραμμένα χείλη.

"Πόσο όμορφος είσαι!" ψέλλισε καθώς τα μάτια της έμειναν να κοιτάζουν το λαμπερό του πρόσωπο που έφεγγε δίπλα της. Ήταν γοητευτικός, με μια σκληρή έκφραση, στα τριάντα του χρόνια. Την κράτησε στα στιβαρά του χέρια. Τα κόκκινα ολοπόρφυρα μαλλιά του, τον χαρακτήριζαν. Αυτό το χρώμα έδινε στο πρόσωπό του μια παράξενη και εντυπωσιακή ανταύγεια.

"Αρμάντια!" άκουσε τη φωνή του να την καλεί γλυκά εκεί ακριβώς με τα χείλη του κοντά στα δικά της.

"Τι μπορεί να είμαι εγώ για σένα; Του είπε τρομαγμένη"

"Πάψε να το λες αυτό! Σ' αγαπώ! Δεν αρκεί;"

"Αγαπάς εμένα; Μια απλή κοπέλα, χωρίς τίποτα. Χωρίς αίγλη, χωρίς όνομα, χωρίς αξία. Εσύ; Ο Ζάρεκ ο γιος του Φάρκας, ο πρίγκηπας του Φόριεν;"

"Ναι εγώ αγαπημένη μου!"

Σοβαρεύτηκε και τον κοίταξε με μελαγχολικό βλέμμα.

"Ζάρεκ, θα είσαι ο βασιλιάς αυτού του τόπου αύριο. Και εγώ; Τι μπορεί να είμαι εγώ δίπλα σου;"

Κράτησε το πρόσωπό της απαλά στα χέρια του. Το χάδι του απλώθηκε στα μαλλιά της.

"Είσαι η γυναίκα της καρδιάς μου, δεν αρκεί αυτό;"

"Στο δικό μου κόσμο ναι, είναι τα πάντα αγαπημένε. Είναι αυτό που προσδοκώ, αυτό που ονειρεύομαι. Τον έρωτα να γεμίζει τη ζωή μου. Αυτό το χτυποκάρδι που μου δίνει ζωή. Αυτό το χρώμα στα μαλλιά σου, το σχήμα στα μάτια και στα χείλη σου. Όμως για το δικό σου κόσμο τα πράγματα είναι διαφορετικά. Δεν το βλέπεις;"

Πρίγκηπας Ζάρεκ

Σοβάρεψε ξαφνικά.

"Άκου να σου πω. Εμείς καθορίζουμε τις ζωές μας. Τη μοίρα μας εμείς τη διαγράφουμε. Σ' αγαπώ Αρμάντια. Αυτό είναι που με νοιάζει. Άφησε να ζήσουμε τις στιγμές που αξίζουμε και το αύριο θα έρθει μόνο του, σίγουρο, ώριμο και δυνατό"

Του χαμογέλασε.

"Να μπορούσα να αντισταθώ σε αυτή σου τη μαγεία..." του είπε.

Έγειρε πάνω στο σώμα της. Αφέθηκαν να τους αγκαλιάσει το χορτάρι του δάσους. Τα χέρια του απλώθηκαν τρυφερά και ερωτικά στο πρόσωπό της, στα χείλη της, στο στήθος της. Τη φίλησε τρυφερά, απαλά, σαν αν ήταν ένα λουλούδι ευαίσθητο. Ένιωσε να ανατριχιάζει σύγκορμη. Πρώτη φορά στη ζωή της τα χάδια του γίνονταν τόσο τολμηρά. Την είχε φιλήσει ξανά ναι. Στην πηγή του δάσους, στην όχθη του μεγάλου ποταμού που διέσχιζε το βουνό των σκιών, χωρίζοντάς το στα δύο. Στην κορυφή του λόφου που αγνάντευε ολάκερο το Φόριεν. Όμως τώρα ένιωθε να ριγά στα χέρια του. Μια πρωτόγνωρη αίσθηση την αγκάλιαζε σαν ομίχλη καθώς το σώμα του σκέπαζε το δικό της και τα χέρια του κατέβαιναν στο στήθος της. Ένιωθε την ανάσα της να κόβεται καθώς τα δάχτυλά του άγγιξαν το γυμνό της στήθος. Κατάλαβε την καρδιά της να χτυπά άναρχα καθώς η αίσθηση των χαδιών του συναντούσε ολάκερο το κορμί της σε ένα ταξίδι ηδονής που δεν το ήξερε και το γνώριζε κάτω από το χορό που έστηναν οι ακτίνες του ήλιου και το κρυφτό που έπαιζαν με τα φυλλώματα των δέντρων.

"Ζάρεκ!" ψιθύρισε.

"Μη μιλάς Αρμάντια, σε παρακαλώ..." μόλις κατάφερε να τον ακούσει. Είχε χαθεί στην επαφή του. Το βλέμμα της χάθηκε στο φως του ουρανού που έγινε εκτυφλωτικό από πάνω της και κάλυψε τα πάντα. Έναν άγνωστο, για αυτήν, πόνο, που έγινε μια ευχαρίστηση που δεν ήξερε και τώρα συναντούσε. Χωρίς να μπορεί να εξηγήσει, τον έσφιξε δυνατά στην αγκαλιά της ανταποκρινόμενος στη δική του. Αφέθηκε στον κυματισμό του, μέσα της γέμιζε με μια αίσθηση πρωτόγνωρη και βασανιστική σαν να ήθελε κάπου να φτάσει, σε έναν αλλόκοτο Παράδεισο. Και σαν έφτασε στην πόρτα του κατάλαβε ότι έγινε κάτι άλλο. Μια άλλη γυναίκα, μια ύπαρξη που αφέθηκε να ζήσει, να αναστενάξει, να φωνάξει, να κινηθεί. Ώσπου όλα αυτά σταμάτησαν ξαφνικά μέσα σε μια γαλήνια θάλασσα απόλαυσης. Είχε γείρει στο πλάι της. Ένιωθε και τις δικές του αναπνοές να τρέμουν από το σβήσιμο του πόθου. Μέσα της ήθελε να κλάψει και να φωνάξει μαζί.

"Τι είναι αυτό το σημάδι;" άκουσε τη φωνή του βλέποντας να την κοιτάζει στα μάτια.

Καθώς πάτησε ξανά στη γη, ένιωσε ότι το στήθος της ήταν γυμνό μπροστά στα μάτια του. Έβαλε το χέρι της στο μέρος με το σημάδι. Τράβηξε το φόρεμά της με ενοχή.

"Λες για αυτό εδώ; Δεν ξέρω. Το έχω από τη γέννα μου" του απάντησε.

Ήταν ένα ακαθόριστο σχήμα πάνω στο δέρμα της. Κάποιες καμπύλες, που κατέληγαν σε κάποιες αιχμηρές απολήξεις.

"Είναι όμορφο, το λες και μικρή ζωγραφιά στο δέρμα σου" της απάντησε.

"Εγώ το φοβάμαι, πάντα το φοβόμουν, από μικρή..."

"Μα γιατί;"

"Μια φορά το είδε μια περιπλανώμενη παράξενη γυναίκα. Δεν την έλεγες μήτε νέα μήτε όμως και γριά. Της έδωσα λίγο φαγητό στο δρόμο. Με κοίταζε παράξενα. Την πέρασα για ζητιάνα αλλά δεν ήταν. Σαν έσκυψα πάνω της να την βοηθήσω το είδε. Θυμάμαι τον τρόπο που με κοίταζε σαν να είχε δει κάτι που τη φόβισε..."

"Ανοησίες... μπορεί να ήταν καμιά από αυτές που τριγυρίζουν και παριστάνουν τις μάγισσες για να εντυπωσιάσουν τους αφελείς περαστικούς" της είπε.

"Δεν ξέρω... μόλις με κοίταξε την άκουσα να λέει 'το σημάδι του' και μετά μου είπε 'Κόρη μου κάλεσμα σε προσμένει σκοτεινό, σε μονοπάτια αδιάβατα και λησμονημένα' Θυμάμαι πολύ καλά τα λόγια της"

"Έλα σταμάτα τώρα, είμαστε νέοι και πιστεύουμε στη ζωή και όχι στις δοξασίες του καθένα" της απάντησε αποφασιστικά.

Τον είδε να ανασηκώνεται αργά-αργά και να συμμαζεύει τα ρούχα του. Πράγμα που έκανε και εκείνη με το δικό της φόρεμα. Ένιωθε γεμάτη ενοχές και έναν παράξενο φόβο, μια έκδηλη αγωνία.

"Μην νιώθεις έτσι" της είπε, "είναι κρίμα να χαλάς μια τέτοια στιγμή".

Την είδε που κρεμόταν επάνω του γεμάτη αγωνία και φόβο. Έδειχνε τόσο ευάλωτη στα μάτια του. Άπλωσε το χέρι του στο δικό της.

"Πάμε να φύγουμε..." της είπε.

Σηκώθηκε, άφησε το χέρι της στο δικό του. Ακολούθησε τα βήματά του προς το άλογό του για να το πάρουν στο δρόμο της επιστροφής. Για μια ακόμα φορά, χωρίς να ξέρει το γιατί, έριξε το βλέμμα της πίσω εκεί. Κάτω από τη μεγάλη βελανιδιά. Ένιωθε σαν κάτι δικό της να είχε μείνει εκεί, κάτω από το μεγάλο δέντρο, στο μεγάλο δάσος της λήθης.

Συνεχίζεται...

Κάναμε λοιπόν ένα ταξίδι μακρινό πριν είκοσι πέντε ολάκερα χρόνια στο όμορφο Δάσος του Φόριεν και ζήσαμε τις ερωτικές απόκρυφες στιγμές του νεαρού ζευγαριού μας. Της Αρμάντια και του πρίγκηπα Ζάρεκ. 

Τι μπορεί να είναι αυτό που έμεινε πίσω εκεί από την ψυχούλα της νεαρής γυναίκας... Μένει να το δούμε. Ραντεβού την Τρίτη με το 3ο κεφάλαιο. Σας ευχαριστώ για τη συμμετοχή.

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro