Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Το Τάγμα του Δράκου/ part 3

Ο Μίρτσεα ένιωσε θλίψη για εκείνη.

«Είσαι έτοιμη να ακούσεις την θεωρία μου;» τη ρώτησε και εκείνη κούνησε το κεφάλι της θετικά. Δεν είχε και άλλη επιλογή.

Ίσως αν τη μοιραζόταν μαζί της, να μπορούσαν να βρουν και μία λύση στο πρόβλημα που την ταλάνιζε.

«Μου ανέφερες πως έχεις έναν δίδυμο αδερφό. Γενικά είμαι βέβαιος πως διαθέτεις γνώση της θεωρίας, περί ενός ξεχωριστού δεσμού μεταξύ των δίδυμων παιδιών. Λένε πως μερικές φορές νιώθουν ο ένας τον άλλο, μοιράζονται τις χαρές και τον πόνο και ας μην βρίσκονται στον ίδιο χώρο. Πλέον, έχοντας δει το μεταφυσικό σε αυτόν τον κόσμο, θα με πιστέψεις όταν σου πω, πως υπάρχει πιθανότητα να μεταδόθηκε μία σπίθα μαγείας σε εσένα μέσω του αδερφού σου;

«Δεν καταλαβαίνω...»

«Είναι λογικό. Γνωρίζω, ή τουλάχιστον υποθέτω ποιος είναι αυτός που κρύβεται πίσω από τις εξαφανίσεις και ποιο είναι το πρόσωπο εκείνο που εσύ είδες στο πρώτο σου όραμα. Είναι ο Ραντού, ο μικρότερος αδερφός μας. Εκείνος που αιχμαλωτίστηκε κάποτε μαζί με τον Βλαντ από τους Οθωμανούς και κατέληξε Γενίτσαρος και κολλητός τους. Πρόδωσε τον αδερφό του, την οικογένειά του και ευθύνεται και για την δολοφονία του Βλαντ. Ακόμη και αυτό όμως δεν του ήταν αρκετό. Ήθελε να τον αναστήσει, έχοντας πρώτα πουλήσει την ψυχή του στη Κόλαση, καθώς θεωρούσε με βάση τα βιβλία και τις πληροφορίες της μαύρης μαγείας, πως θα τον έκανε υποχείριό του, μιας που θα ήταν ο δημιουργός του»

«Όλα αυτά μου ακούγονται φρικτά. Θέλω να πω, ήσασταν αδέρφια» ψέλλισε η κοπέλα.

«Ο Μεσαίωνας ήταν άλλη εποχή. Σκληρή. Ο Ραντού απέτυχε στον έλεγχο και έτσι, κατέληξε να πολεμά με τον Βλαντ, αντίπαλοι για ακόμη μία φορά. Ο Βλαντ ήταν βρικόλακας και ο Ραντού αιωνόβιος, σκοτεινός μάγος και όχι Αλχημιστής. Έπειτα δημιουργήθηκαν οι Απόγονοι, οι μάγοι και οι βρικόλακες. Μονάχα που οι μάγοι χωρίζονται στους Αλχημιστές, που είναι καλοί και σε όσους ακολουθούν τον Ραντού. Ο σκοπός είναι ο ίδιος. Η υποταγή της ανθρωπότητας στον Ραντού, μα κυρίως η υποταγή της Ρουμανίας. Καταράστηκε τον Βλαντ να ζει, όσο υπάρχει και ο ίδιος. Αυτός βρίσκεται πίσω από τις απαγωγές, προσπαθώντας να δημιουργήσει στρατό, αν το θύμα κρίνεται άξιο, αλλιώς βγαίνει από τη μέση. Εικάζω πως πρέπει να χρησιμοποίησε μαγεία στον αδερφό σου, δίχως να γνωρίζει πως είχε δίδυμη αδερφή και έτσι μέσω της σύνδεσης των ψυχών σας, πέρασε ένα κομμάτι, μία ικανότητα του Ραντού σε εσένα, ανοίγοντάς σου την Πύλη στο μεταφυσικό. Είναι η μόνη λογική εξήγηση. Πολύ φοβάμαι πως είναι αδύνατον να απαλλαγείς από αυτό, μα τουλάχιστον, ο Βλαντ μπορεί να σου μάθει να το ελέγχεις, αν φυσικά αποφασίσει να σε ακούσει. Εγώ θα προσπαθήσω να του μιλήσω. Μέχρι τότε, θα πρέπει να βρεθώ με το σημερινό Τάγμα του Δράκου. Ο Στεφάν και η Αλεξάνδρα είναι μέλη και φυσικά από τους πιο παλαιούς βρικόλακες»

Το κακό ήταν, πως ο Βλαντ αρνούνταν να ανακατευτεί. Είχε βαρεθεί τους πολέμους και τις ίντριγκες και είχε αποσυρθεί από τον κόσμο. Σε αντίθεση με τον ίδιο διόλου δεν είχε προσπαθήσει να έρθει σε επαφή με ανθρώπους του σήμερα. Το μυαλό του είχε βελτιωθεί σίγουρα από τις τακτικές του Μεσαίωνα, απλώς και μόνο γιατί ο Μίρτσεα προσπαθούσε να τον πείσει πως ο κόσμος του σήμερα τύχαινε να είναι πιο πολιτισμένος και δεν παλούκωνε. Αδυνατούσε ακόμη να δεχτεί πως δεν υπήρχε πια Βλαχία, αλλά Ρουμανία. Αποτέλεσμα αυτού, ο Ραντού κυκλοφορούσε ελεύθερος και ωραίος. Ακόμη όχι τόσο ισχυρός, ωστόσο μέρα με την μέρα δυνάμωνε. Ο μόνος τρόπος να έφευγε, ήταν να πέθαινε ο αδερφός του.

Η Γκάμπι, είχε καταλάβει πως ήταν καταδικασμένη να υπομείνει το βασανιστήριο να βλέπει πράγματα παρελθοντικά ή και όχι, να βλέπει τους μάγους, τα μυτερά τους καπέλα, τις σκιές που χόρευαν σε αυτήν την ανατριχιαστική Σχολή, τα πάντα. Αυτό που έπρεπε ωστόσο να προσέξει πάνω από όλα, ήταν ο Ραντού. Αν καταλάθος εισερχόταν σε κάποιο όραμά του, ίσως και να την ένιωθε όπως ο Βλαντ και τότε θα έκανε τα πάντα για να την εντοπίσει. Έπρεπε να είναι ιδιαιτέρως προσεκτική. Ήδη την είχε προσέξει εκείνος ο Μεχμέτ, ή αλλιώς ο Μωάμεθ ο Πορθητής, όπως ήταν γνωστός τότε. Μέσα από τη σκιά των κεριών που τρεμόφεγγαν, είδε τον Μίρτσεα να σηκώνεται αργά.

«Θα πρέπει να πηγαίνω. Λυπάμαι που κατέληξες εδώ» της είπε και τον είδε να αποχωρεί με την ίδια να μένει ολομόναχη στη σαπίλα και τη μούχλα της σκοτεινιάς των μπουντρουμιών. Την ίδια στιγμή, ο Βλαντ αγνάντευε από το μπαλκόνι του τον αστροκέντητο ουρανό. Ησυχία και γαλήνη. Πόσο του είχαν λείψει στη ζωή του. Βαθιά μέσα στον ορίζοντα ωστόσο, η καταιγίδα του παρελθόντος πλησίαζε απειλητικά.

Οι πρωινές ηλιαχτίδες, αδύναμες ακόμη, εισήλθαν μέσα στο δωμάτιο που κοιμόταν γαλήνια η Μόνικα, κάνοντας τα κρύσταλλα του πολυελαίου να στραφταλίζουν παιχνιδιάρικα. Ήταν ακόμη νωρίς το πρωί και η κοπέλα ετοιμαζόταν να αδράξει την ευκαιρία για επιπλέον χουζούρεμα όταν γυρνώντας προς την μεριά του κρεβατιού της Γκάμπι, το βρήκε στρωμένο και αδειανό. Ο πανικός της χαμογέλασε ειρωνικά μέσα στο μυαλό της και εκείνη με μία κίνηση τίναξε από πάνω της την μαλλιαρή κουβέρτα, ξεκινώντας να πηγαινοέρχεται δίχως λόγο και προορισμό μέσα στο δωμάτιο.

΄΄Αδύνατον. Χθες είχε βγει έξω για να ζωγραφίσει. Έγινε φονικό εδώ μέσα, αλλά η φίλη μου δεν εμφανίστηκε ποτέ. Αυτό είναι! Τη βρήκε ο δολοφόνος. Της τα έλεγα να μην πάει να σχεδιάσει αυτό το απόκοσμο σκιάχτρο που ονομάζεται Μπραν, αλλά εκείνη επέμενε και να τα τώρα! Πρέπει να το πω στη διευθύντρια΄΄ σκέφτηκε ευθύς, όταν ανακάλυψε πως είχε απανωτές κλήσεις από τους γονείς της φίλης της. Τι θα τους έλεγε; Θεέ μου τι θα έλεγε;

΄΄Παρακαλώ; Κυρία Ντενίζα;΄΄

΄΄Θα με τρελάνετε!Παίρνω την κόρη μου και δεν σηκώνει από χθες το τηλέφωνο!Δεν με λυπάται καθόλου; Δεν σέβεται πως ακόμη δεν έχω βρει τον αδερφό της; Δεν φτάνει που πήγατε εκεί πέρα!»

΄΄Έχετε δίκιο, ό,τι και να πείτε. Κοιμάται τώρα. Θα της πω να σας καλέσει το συντομότερο. Λυπάμαι τόσο για τον Λέοναρντ, μα έχετε πίστη. Θα βρεθεί΄΄

΄΄Ακόμη και αυτή, δεν μοιάζει αρκετή για να μου φέρει έστω την ελπίδα...΄΄

Το τηλέφωνο έκλεισε με μία φωνή σπασμένη. Η Μόνικα βλαστημώντας, έτρεξε με μία πετσέτα στις τουαλέτες και συγκρούστηκε με το γεροδεμένο στέρνο του Μαξιμίλιαν.

«Υπερβολική δόση καφεϊνης;» τη ρώτησε μισογελώντας βλέποντάς την σχεδόν να χοροπηδά στο διάδρομο.

«Μαξ, τα νέα είναι άσχημα. Εξαφανίστηκε η Γκάμπι! Δεν είναι πουθενά!» του φώναξε για να δουν την Καμίλια αναμαλλιασμένη με την δική της πετσέτα, να πλησιάζει αρχικά νυσταγμένα και κατόπιν να γουρλώνει τα μάτια στο άκουσμα της είδησης.

«Τι λέτε καλέ; Φονικό και εξαφάνιση μαζί;» ταράχτηκε και τινάζοντας την πετσέτα της, χτύπησε στο πρόσωπο τον Στεφάν που πλησίαζε για τις αντρικές τουαλέτες δίπλα ακριβώς.

«Τι λέει αυτή και ακόμη ο ήλιος δεν φίλησε το έδαφος; Ξεκίνησε να κυκλοφορεί πάλι ΄΄το πράγμα΄΄ στο κάστρο;» ρώτησε ενώ παράλληλα απελευθέρωνε ένα χασμουρητό.

«Εγώ ξεκίνησα να λέω» πετάχτηκε η Μόνικα «Εξαφανίστηκε η φίλη μου!» φώναξε και ο Στεφάν γούρλωσε τα μάτια.

«Πάλι εξαφάνιση;» διερωτήθηκε όταν ο Μίρτσεα τον σκούντησε.

΄΄Είναι με τον αδερφό μου΄΄ μουρμούρισε στο αφτί του σηκώνοντάς του ταυτόχρονα και όλες τις τρίχες.

΄΄Ποιον από τους δύο;΄΄ ρώτησε ο Στεφάν ψιθυριστά και ο Μίρτσεα του έδειξε το Μπραν, ενώ ταυτόχρονα κοίταξαν τις κοπέλες.

«Αν απλώς σας πούμε πως η Γκάμπι λογικά είναι ακόμη ζωντανή, σας αρκεί;» πήρε το θάρρος ο Μίρτσεα κάνοντάς τες να χλομιάσουν.

«Περίμενε, ξέρεις κάτι; Λέγε!» του φώναξε η Μόνικα και εκείνος ξεφύσησε.

«Ξέρω πολλά και δεν εννοώ τη φίλη σας. Ωστόσο, για όσο ακόμη δεν κρίνεται αναγκαίο, δεν μπορώ να σας πω τίποτε. Υπόσχομαι να κάνω τα πάντα για να επιστρέψει η φίλη σας μέχρι το βράδυ και το εννοώ. Ας πούμε, πως πήγε να ζωγραφίσει το κάστρο από πολύ κοντά και πως την πήρε ο ύπνος εκεί» πάλεψε να τις πείσει.

«Ε, όχι! Αυτή η κοπέλα δεν παίζεται!» διαμαρτυρήθηκε η Μόνικα.

«Ήμουν μαζί της το βράδυ και ξέρω» πρόφερε ο Μίρτσεα και άπαντες γύρισαν να τον κοιτάξουν «Νομίζω πως υπάρχει μία φράση που διαρκώς χρησιμοποιείται, από εσάς όλους, κάτι πως δεν είναι αυτό που νομίζετε» τελείωσε και αποχώρησε αφήνοντας άπαντες εμβρόντητους.

«Τελικά, η φίλη μας το κέρδισε το αγόρι» χαμογέλασε η Καμίλια και η Μόνικα σκεφτόταν πως όταν θα την έβλεπε, θα την έβαζε να ομολογήσει όλα τα βραδινά της καμώματα.

------------------

Η Άλμπα, στριφογύριζε μία γυάλινη σβούρα στο χέρι της, όντας στο διευθυντικό της γραφείο, όταν άκουσε ένα χτύπημα στην πόρτα και είδε τον Μίρτσεα να εισέρχεται.

«Καλώς τον πρίγκιπα» τον καλωσόρισε «Ποιος καλός άνεμος σε έφερε ως εδώ;»

«Ο άνεμος που ονομάζεται Ραντού. Άλμπα έχω την εντύπωση πως έχει αναγεννηθεί και έχει ξεκινήσει τη στρατολόγηση. Οι Βρικόλακες ολοένα και εξαφανιζόμαστε, το ίδιο και οι Αλχημιστές. Εκτός από όσους θεωρούνται σκοτεινοί μάγοι. Μετά την μάχη του Ραντού με τον Βλαντ, αυτός είχε καταποντιστεί στα βάθη των μπουντρουμιών της Ασημένιας Πύλης. Το ασήμι κρατούσε δέσμιες τις δυνάμεις του σκότους, ωστόσο κατά πώς φαίνεται, ο Ραντού έχει ανακάμψει και ο Βλαντ αρνείται να τον πολεμήσει. Έχει πιάσει αιχμάλωτη μία κοπέλα, μία πρωτοετή, με ένα ομολογουμένως παράξενο ταλέντο. Να μπορεί να βλέπει την ιστορία των αντικειμένων που αγγίζει. Των αντικειμένων που σχετίζονται με κάτι υπερφυσικό. Μετά από συζήτηση που είχαμε, κατάλαβα πως τη δύναμη την απέκτησε πιθανότατα κατά λάθος από τον Ραντού, την στιγμή που πάλευε να δοκιμάσει τον δίδυμο αδερφό της. Δυστυχώς όμως, πολύ φοβάμαι πως αυτό μελλοντικά, θα της κοστίσει, μόλις οι υπερφυσικοί το αντιληφθούν. Θα γίνει κάτι σαν τον τυχερό λαχνό όλων» τελείωσε και η Άλμπα ξεφύσησε.

«Η φύση μου ως βρικόλακας δεν μου επιτρέπει να επέμβω και να την σώσω από πιθανή εισχώρηση μαύρης μαγείας στον οργανισμό της. Ο Βλαντ όμως, έχει εξελιχθεί αρκετά πάνω σε πολλά, σε σχέση με ένα απλό βαμπίρ, ας πούμε. Έχει φοβερές δυνάμεις, ανυπολόγιστες ίσως, ωστόσο νιώθω μία παραίτηση εκ μέρους του εδώ και χρόνια. Το Τάγμα θα συνεδριάσει απόψε. Δεν είμαι βέβαιη ούτε για τον θάνατο του Μεχμέτ, τόσους αιώνες πριν. Νομίζω πως θα προσπαθήσουν και πάλι να υποτάξουν τη Ρουμανία, εκθέτοντας ίσως τον υπερφυσικό κόσμο στους ανθρώπους. Κάτι τέτοιο θα προκαλέσει μεγάλη σύγχυση και δεν πρέπει να το επιτρέψουμε. Το δισκοπότηρο κρατά κρυμμένο τον κόσμο της μαγείας και εμείς οφείλουμε να το προστατέψουμε με κάθε κόστος. Με βάση τα χαρτιά μου και τις εγγραφές, οι νέοι που δηλώνουν στη Σχολή ολοένα και μειώνονται. Αναφέρομαι στους κοινούς θνητούς, γιατί μάγους έχουμε πολλούς. Βρικόλακες πάλι, ελάχιστους γιατί έχουν αποφοιτήσει εδώ και χρόνια. Μονάχα εσείς οι τρεις επαναλαμβάνετε τη Σχολή για να έχετε μία επαφή με τα γεγονότα που τρέχουν. Ίσως να μιλήσω εγώ στον Βλαντ, έχω να τον δω αιώνα στα σίγουρα» ολοκλήρωσε και η αδυναμία του πρωινού, ξεκίνησε να χτυπά αλύπητα τον οργανισμό του Μίρτσεα.

Αν υπήρχε ένα πράγμα που τον εκνεύριζε στην αιωνιότητα, ήταν αυτή η ζαλάδα της μέθης που του προκαλούσε ο ήλιος.

Κάποιοι ακόμη και σήμερα ψιθύριζαν πως ο τάφος του άρχοντα Βλαντ, τα βράδια άδειαζε. Μια σκιά ψάχνει εκατοντάδες χρόνια τώρα εκδίκηση .Μόλις πέσει ο ήλιος στην Τρανσυλβανία οι άνθρωποι στα χωριά κλείνονται στα σπίτια τους, τα παιδιά δεν κυκλοφορούν μόνα τους και στις κουρτίνες των σπιτιών από την εξωτερική πλευρά, έχουν ράψει σταυρούς. Σταυρούς σαν το έμβλημα του άρχοντα Βλαντ, μόνο που τώρα λείπει ο δράκος. Οι αχτίδες του πρωινού ωστόσο, έλουζαν και το απόκοσμο Μπραν. Ο Βλαντ κοιμόταν βαριά όπως κάθε πρωί, όπως κάθε βρικόλακας, με τη διαφορά πως το δικό του μυαλό βυθιζόταν σχεδόν πάντα σε εφιάλτες μίας άλλης εποχής που είχε αφήσει ανεξίτηλα τα σημάδια της στην ψυχή του.

΄΄Σας είπα να δείτε τις ιππουρίδες έξω από τις σκηνές. Κάνατε λάθος! Τι να τους κάνω δυο νεκρούς βεζίρηδες; Εκείνον ήθελα. Εκείνον!΄΄΄φώναζε στο όνειρο. ΄΄Την ίδια στιγμή δεκάδες γενίτσαροι ξεπρόβαλλαν από παντού και η μάχη τώρα γινόταν σώμα με σώμα. Οι Βλάχοι υποχωρούσαν, οι Οθωμανοί πλήρωσαν βαρύ φόρο αίματος, αλλά ανασυντάχτηκαν και τώρα με τους γενίτσαρους, απαντούσαν το ίδιο σκληρά. Ο Μωάμεθ ο Πορθητής από ένα καπρίτσιο της τύχης, σώθηκε. Οι Βλάχοι ιππότες του Ντρακούλ υποχωρούσαν κάτω από το σφυροκόπημα των Οθωμανών, οι οποίοι μετά το πρώτο σοκ και αιφνιδιασμό τώρα δικαίωναν τον τίτλο του καλύτερου στρατού του κόσμου...

Οι «Δράκοι» του Βλαντ χάθηκαν έτσι όπως ξαφνικά χτύπησαν. Τους κατάπιε το σκοτάδι και η ομίχλη. Δεν ήταν χαρούμενοι. Είχαν αποτύχει. Ο σουλτάνος ήταν ζωντανός. Δεν τον είχαν πλησιάσει καν. Επί της ουσίας, όμως, το βράδυ της 17ης Ιουνίου είχαν νικήσει. Είχαν καταφέρει συντριπτικό χτύπημα στις δυνάμεις του σουλτάνου, είχαν αιφνιδιάσει τους πάντες, κατέστρεψαν την ψυχολογία του και άφησαν πίσω τους χιλιάδες νεκρούς μέσα σε λίγη ώρα. Ο Μεχμέτ άφρισε. Έδωσε αμέσως εντολή να τους «καταδιώξουν ακόμη και μέχρι την κόλαση». Άφησε μια μικρή δύναμη να ξεστήσει το στρατόπεδο και με τον κύριο όγκο του αναρίθμητου στρατού του ξεκίνησε το κυνήγι του εχθρού.

Ιδρωμένος για ακόμη μία φορά, διέκοψε τον ύπνο του. Τελικά πράγματι ήταν καταραμένος, μιας που δεν είχε το δικαίωμα, ούτε της στοιχειώδους απόλαυσης του ύπνου. Τεντώθηκε νωχελικά και άρπαξε ένα λινό, λευκό πουκάμισο από την πλουμιστή πολυθρόνα της κρεβατοκάμαράς του. Η επανεμφάνιση του αδερφού του ήταν σκέτος πονοκέφαλος. Προχωρώντας στο διάδρομο, συνάντησε τη φιγούρα του υπηρέτη του Μπογκντάν. Κανείς δεν τον κοιτούσε στα μάτια.

«Κύριέ μου, ερχόμουν σε εσάς. Γνωρίζω πως δεν θα έπρεπε να ανακατευτώ, μα ακούω τις φωνές και τα κλάματα της κοπέλας και..»

«Είναι η πρώτη φορά που ακούς φωνές και κλάματα;» τον ρώτησε αυστηρά.

«Όχι κύριε»

«Υπέροχα. Πήγαινε τώρα, γιατί η μέρα μου θα είναι δύσκολη» του απάντησε ο Βλαντ και κατεβαίνοντας ακόμη έναν όροφο, άκουσε και εκείνος τις φωνές της κοπέλας. Θυμήθηκε λοιπόν από πού έπρεπε να γίνει η αρχή του δύσκολου προγράμματος που είχε. Από την ανάκριση της παρείσακτης. 

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro