Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφ. 3.6 Η μάχη στα τείχη-Ματωμένο ξημέρωμα

Ο ερχομός της νύχτας βρήκε τους στρατηγούς των Αργείων και των συμμάχων τους να έχουν πάρει τις αποφάσεις τους. Το ξημέρωμα που ζύγωνε θα σήμαινε και τη μεγάλη επίθεση. Αυτή τη φορά στα τείχη και στις πύλες της Θήβας. Όλοι είχαν πάρει τις οδηγίες τους και είχαν συμφωνήσει στο σχέδιο της επίθεσης. Η απουσία του Τυδέα από κοντά τους ήταν κάτι παραπάνω από αισθητή. Ο θάνατός του, τούς είχε πεισμώσει. Έμεναν πια μαζί με τον Άδραστο, επτά πολέμαρχοι που θα σήκωναν το βάρος. Με τον καθένα απέναντι σε κάθε πύλη. Και συνδυασμένη επίθεση με όλα τα μέσα. Ιππικό, άρματα, σκάλες και το πεζικό.

Ο Πολυνείκης, πριν να αποσυρθεί στη σκηνή του, πέρασε έξω από αυτήν του Αμφιάραου. Ο μάντης καθόταν σκεπτικός στη φωτιά έξω απ αυτήν. Κοντοστάθηκε λίγο μπροστά του. Εκείνος σήκωσε το βλέμμα του και τον κοίταξε. Τα λόγια του ακούστηκαν απόμακρα.

"Έμαθες για το γιο του θείου σου;" τον ρώτησε.

"Λες για τον Μενοικέα;" απάντησε ο Πολυνείκης.

"Ξαδέλφια μακρινά είστε"

Ο Πολυνείκης ήρθε και έκατσε κοντά στον Αμφιάραο αντίκρυ στη φωτιά.

"Έμαθα ναι. Πως έγινε ξέρεις;"

Ο Αμφιάραος τον κοίταξε:

"Οι κήρυκες λένε ότι έβαλε τέλος στη ζωή του με το χέρι του. Στης Δίρκης τα νερά κοντά. Στου δράκοντα του Άρη το κοίλωμα. Το ξέρεις;"

"Ποιος δεν ξέρει για το μέρος που ο ιδρυτής της πόλης μου, ο Κάδμος σκότωσε με τη βοήθεια της Αθηνάς το φριχτό δράκοντα του Θεού. Αλλά γιατί;"

Ο Αμφιάραος ήπιε λίγο κρασί από ένα χάλκινο ποτήρι που είχε δίπλα του. Έδωσε και σ' εκείνον ένα που το πήρε.

"Χρησμό μεγάλο έδωσε ο Τειρεσίας στους άρχοντες της Θήβας. Το αίμα του Μενοικέα θα δώσει λύτρωση στην πόλη και νίκη στα όπλα τους"

Ο Πολυνείκης αντέδρασε έντονα:

"Χρησμοί και πάλι χρησμοί! Μαντείες, προσδοκίες, σφάγια, οιωνοσκοπίες. Η Αθηνά γλίτωσε τον Τυδέα όπως μού ΄λεγε όταν τον στείλαμε για πρεσβείες την πρώτη φορά. Όμως τώρα κείται νεκρός! Χρησμοί αντιφατικοί μεταξύ τους, που ο ένας αναιρεί τον άλλο. Ποιον να κρατήσουμε και ποιον να αφήσουμε. Εκεί απέναντι στέκεται ένας επίορκος, αυτός είναι που παίζει με τη φωτιά του πολέμου..."

"Είναι αδελφός σου..."

"Ναι και τον τίμησα όπως τού έπρεπε. Τώρα όμως είναι η ώρα να λογοδοτήσει..."

Ο Αμφιάραος δεν απάντησε. Ο Πολυνείκης σηκώθηκε.

"Πάω στη σκηνή μου, μας χρειάζεται λίγη ξεκούραση. Αύριο τα χέρια μας δεν πρέπει να τρέμουν για να βαστάνε τις ασπίδες και τα σπαθιά σταθερά. Χαίρε μάντη"

Άδειασε το ποτήρι με το κρασί στο στόμα του, το άφησε μπροστά εκεί στην πέτρα και έφυγε για τη σκηνή του με βιαστικά βήματα. Ο Αμφιάραος ακούμπησε το βλέμμα του στις σπίθες της φωτιάς. Η σκέψη του ταξίδευε πίσω στα παιδιά του, τον Αλκμαίωνα και τον Αμφίλοχο. Τα έβλεπε ανάμεσα στα μάτια του και στις φλόγες της φωτιάς μπροστά του. Σαν άνεμος περνούσε στα μάτια του ολάκερη η ζωή τους. Από τότε που είδαν το φως της ζωής ως την ώρα που τα κρατούσε σφιχτά στην αγκαλιά του σαν έφευγε από το Άργος. Και ύστερα έβλεπε πάλι την ίδια εικόνα με τον εφιάλτη του. Τον ίδιο να τρέχει μανιασμένος και πίσω του μια σκιά να τον καταδιώκει. Μέχρι που ξαφνικά άνοιξε η γη μπρος στα πόδια του και ύστερα τίποτα! Το απόλυτο σκοτάδι.

Ματωμένο ξημέρωμα

Οι σάλπιγγες της παράταξης έσπασαν ανατριχιαστικά τη σιωπή στις πρώτες ώρες της καινούργιας μέρας. Ο κάμπος έξω απ' τη Θήβα άρχισε πάλι να σειέται συθέμελα. Χιλιάδες στρατιώτες, άρματα, καβαλάρηδες έπαιρναν τις θέσεις τους συνταγμένοι σε λόχους και φάλαγγες. Μπροστά οι πεζοί και στα πλάγια οι καβαλάρηδες. Οι λευκές ασπίδες του στρατού έφτιαξαν ένα κάτασπρο χάλκινο χαλί που σκέπασε τον κάμπο. Τα άρματα μπήκαν στις θέσεις τους μπροστά μαζί με εκείνους που κουβαλούσαν σκάλες για να ανέβουν στα τείχη.

Απέναντί τους καθώς έφευγε και το τελευταίο σκοτάδι της νύχτας κρατούσαν ακόμα οι φωτιές από τους αναμμένους δαυλούς στα τείχη και τους πύργους της Θήβας. Και οι δικές τους σάλπιγγες άρχισαν να στέλνουν τα ηχητικά μηνύματα για τον συναγερμό. Οι επάλξεις γέμισαν με τοξότες ενώ το δικό τους πεζικό παρατάχτηκε πίσω από τις πύλες μαζί με τους καβαλάρηδες. Ο Ετεοκλής βαστούσε τον πιο ψηλό πύργο πάνω στα τείχη. Οι δικοί του πολέμαρχοι ήταν σκορπισμένοι στους λόχους τους έτοιμοι για τις διαταγές τους.

Το σκοτάδι της νύχτας είχε πλέον αφήσει τη θέση του στο φως της μέρας. Ένας λαμπερός ήλιος καλημέρισε τον ουρανό χαρίζοντας στη γη τα πρώτα του χάδια. Για πόσους άραγε από τους ανθρώπους αυτούς, τούτη θα ήταν η τελευταία τους ανατολή. Η φρίκη του πολέμου, για μια ακόμα φορά, θα έκανε αισθητή την παρουσία της.

Το γενικό πρόσταγμα της εκκίνησης δόθηκε από τον Άδραστο. Οι λόχοι και οι φάλαγγες ξεκίνησαν με τακτικό βάδισμα. Το ίδιο και το Ιππικό από τα πλάγια. Το ένα μετά το άλλο τα στάδια που τους χώριζαν από τα μεγάλα τείχη μίκραιναν. Οι σφυγμοί στις καρδιές όλων άρχισαν να ανεβαίνουν. Ο Ετεοκλής έδωσε διαταγή στους τοξότες να οπλίσουν και να περιμένουν τις εχθρικές φάλαγγες σε απόσταση βολής. Τα στάδια μίκραιναν και τα τείχη μεγάλωναν μπρος στα μάτια των επιτιθέμενων. Ώσπου έφτασαν σε μια απόσταση βολής. Ο Άδραστος έδωσε το σύνθημα και οι τοξότες των Αργείων έριξαν τις πρώτες βολές προς τα τείχη της Θήβας. Ο ουρανός γέμισε χάλκινες κοφτερές σαΐτες που έπεσαν με θανάσιμη ορμή πάνω στα τείχη. Οι Θηβαίοι καλά καλυμμένοι κάτω από τις μεγάλες πέτρες και τους πύργους είχαν πολύ μικρές απώλειες. Ακολούθησαν μερικές ακόμα βολές από τους Αργείους τοξότες που δεν είχαν ουσιαστικό αποτέλεσμα καθώς η ζημιά που προκαλούσαν ήταν μικρή. Το μόνο που κατάφεραν ήταν να δώσουν κάλυψη στο πεζικό να πάρει ακόμα μέτρα προς τα τείχη και τις πύλες. Ο Ετεοκλής περίμενε να πλησιάσουν κοντύτερα.

Και αυτό έγινε! Το πεζικό των Αργείων πήρε ξάφνου μια ανάσα στάσης. Ύστερα οι σάλπιγγες ήρθαν να ηχήσουν στο σύνθημα της γενικής επίθεσης. Πρώτα έφυγαν τα άρματα με ορμή και ύστερα το πεζικό αλαλάζοντας κραδαίνοντας σκάλες, δόρατα, ασπίδες και άλλα πολιορκητικά μέσα. Ήταν η στιγμή που ο Ετεοκλής έδωσε το σύνθημα και οι τοξότες άρχισαν να ρίχνουν τα πύρινα βέλη τους. Ο ουρανός γέμισε θάνατο. Τα βέλη άρχισαν να θερίζουν τους πεζούς του Άργους και οι πρώτες γραμμές χάθηκαν στις πρώτες βολές αύτανδρες. Η πρώτη επίθεση οδηγήθηκε σε τραγική αποτυχία και το πρώτο κύμα αναγκάστηκε να οπισθοχωρήσει πίσω σε γραμμή άμυνας. Ο κάμπος είχε ανταριάσει για τα καλά. Αλλεπάλληλα τα κύματα της επίθεσης προκαλώντας πάταγο, με οιμωγές και κραυγές. Τιτάνιες οι προσπάθειες των επιτιθεμένων να φτάσουν στις πύλες πράγμα που, στο τέλος, κατάφεραν και εκεί άρχισε η πολιορκία τους και η προσπάθεια της παραβίασής τους. Τα ψηλά τείχη της Θήβας όμως βαστούσαν κραταιά και έχοντας το πλεονέκτημα ύψους οι τοξότες σκορπούσαν το θάνατο στους Αργείους.

Στις Νήιστες πύλες έφτασε πρώτος από όλους ο Παρθενοπαίος, καταφέρνοντας με θανάσιμη προσπάθεια να ξεπεράσει τη γραμμή άμυνας των Θηβαίων. Ο Αμφιάραος χτυπούσε στου Προίτου τις πύλες ενώ ο Ιππομέδοντας στόχο είχε τις πύλες του Ωγύγου. Ο Άδραστος προσπαθούσε να οδηγήσει τις δυνάμεις τους στα τείχη ενώ ο Καπανέας είχε ήδη ζυγώσει την πύλη της Ηλέκτρας, την οποία και απειλούσε συθέμελα με την ορμή του. Η μάχη είχε πάρει χαρακτήρα γενικής σύγκρουσης. Δόρατα, βέλη, πέτρες, σκάλες, άρματα. Σώματα πάνω στα σώματα. Άλλοι πληγωμένοι σφάδαζαν άλλοι νεκροί πότιζαν με το αίμα τους τη γη. Πολλοί ήταν και οι Θηβαίοι που γκρεμίζονταν από τα τείχη πέφτοντας νεκροί από τις σαΐτες των Αργείων. Ο θάνατος είχε στήσει χορό βουτηγμένο στο αίμα. Ήταν φανερό όμως ότι οι απώλειες των επιτιθεμένων δεν θα ήταν σε λίγο διαχειρίσιμες.

Για μια στιγμή ο Παρθενοπαίος με το λόχο του είχε προκαλέσει ένα μεγάλο άνοιγμα στην πύλη και ήδη απειλούσε να είναι ο πρώτος που θα μπει μέσα. Ο κίνδυνος ήταν μεγάλος. Ο Ετεοκλής που διηύθυνε τη μάχη από ψηλά είδε με τα μάτια του την κατάσταση και έστειλε από εκεί ακόμα περισσότερους πεζούς. Τότε ο Περικλύμενος, ο γιος του Ποσειδώνα εντόπισε τον Παρθενοπαίο από ψηλά. Ένας μεγάλος φονικός βράχος έφυγε από τα τεράστια χέρια του για να πέσει πάνω στην ομάδα του γιου της Αταλάντης. Ο θάνατος του Παρθενοπαίου ήταν τραγικός και ακαριαίος. Και σοκάρισε και τους δικούς του καθώς έχασαν τον αρχηγό τους ενώ οι Θηβαίοι πανηγύριζαν ψηλά στα τείχη αλλά και μπροστά στην πύλη.

Τότε ο Ετεοκλής σήμανε σε μια μεγάλη δύναμη από πεζούς και ιππικό να βγουν από τις Νήιστες πύλες και να πλευροκοπήσουν τους Αργείους. Πράγμα που έγινε προκαλώντας σύγχυση και πανικό σε εκείνη την πλευρά. Ο Άδραστος βλέποντας τον άμεσο κίνδυνο έδωσε σήμα να κινηθεί και το δικό τους Ιππικό πάνω σε αυτό των Θηβαίων που βγήκαν από τα τείχη. Ο Καπανέας με το λόχο του προκαλούσε τον θάνατο και τον τρόμο στους αντιπάλους του. Ανατρέποντας κάθε αντίσταση έφτασε κάτω από τα τείχη και στα χέρια κραδαίνοντας σκάλα μεγάλη άρχισε, κραυγάζοντας και με μάτι που γυάλιζε, να ανεβαίνει πάνω στα τείχη με δεκάδες δικούς του. Ήταν τέτοια η ορμή του που σαν πάτησε πάνω στις επάλξεις πια, οι Θηβαίοι ταράχτηκαν πολύ. Ο γιος του Ιππονόου, έγινε φόβος και τρόμος για τους αντιπάλους του. Ένας μετά τον άλλο όσοι έτρεξαν να τον αντιμετωπίσουν έπεφταν νεκροί από τα χτυπήματα του σπαθιού του. Πίσω του στο μεταξύ είχαν αρχίσει να ανεβαίνουν δεκάδες Αργείοι. Τα ψηλά τείχη της Θήβας έδειχναν να πατιούνται.

Τότε ο Καπανέας, παρά το αίμα που έτρεχε από κάποιες πληγές του, έβαλε το σπαθί του στο θηκάρι του και άρπαξε έναν αναμμένο δαυλό που είχαν εγκαταλείψει οι τοξότες στα τείχη. Με φωνή βροντερή πάγωσε το αίμα των αμυνομένων.

"Αργείοι! Πίσω μου όλοι! Εγώ θα κάψω συθέμελα την πόλη της Θήβας! Δεν υπάρχει κανείς να με σταματήσει" ούρλιαξε σε κατάσταση παροξυσμού παρασύροντας τα πάντα στο βήμα του. Οι Θηβαίοι έφευγαν από κοντά του είτε νεκροί είτε πανικόβλητοι υποχωρούντες. Τότε... άξαφνα, χωρίστηκε στα δύο ο ουρανός. Και ένα τρομερό αστραπόβροντο έπεσε πάνω στον πολέμαρχο. Η γης σείστηκε εκεί γύρω, η αστραπή με την φονική φωτιά της διέλυσε τον Καπανέα σε άπειρα κομμάτια και καθώς τα μέλη του έπεφταν στη γη, οι Θηβαίοι κατάλαβαν ότι ο Δίας δεν θα άφηνε ποτέ την αγαπημένη του πόλη να καεί.

Το σοκ για το στρατόπεδο των Αργείων ήταν τεράστιο καθώς οι περισσότεροι εκεί είδαν το φριχτό θέαμα με τον γίγαντα Καπανέα να γκρεμίζεται κομματιασμένος από τα τείχη στη γη. Ακολούθησε πανικός και τότε ο Άδραστος έκανε τη μοιραία κίνηση εκείνης της επίθεσης. Έδωσε εντολή να σαλπίσουν υποχώρηση. Και ενώ οι Αργείοι είχαν ήδη αρχίσει να πατάνε στα τείχη και να παραβιάζουν κάποιες πύλες, σάστισαν στην αρχή. Ο Ετεοκλής σήμανε γενική αντεπίθεση και όλο το πεζικό της Θήβας με τους καβαλάρηδες και τα άρματα ξεχύθηκαν πάνω στους Αργείους που προσπαθούσαν να συντονιστούν. Άλλα τμήματα έδιναν μάχη για να μπουν μέσα στην πόλη και να ανέβουν στα τείχη και άλλα υποχωρούσαν προς τα πίσω.

Στην σύγχυση αυτή έπεσε και ο Ετέοκλος, ο γιος του Ίφη, βασιλιάς του Ορχομενού. Περικυκλωμένος από Θηβαίους πεζούς έδωσε τρομερή μάχη αλλά δεν τα κατάφερε. Και ήταν πολλά αυτά τα θανάσιμα χτυπήματα που δέχτηκε μέχρι που ο Θηβαίος Λεάδης ήταν αυτός που τον έστειλε οριστικά να πέσει και αυτός νεκρός στο χώμα.

Οι Αργείοι υποχώρησαν με μεγάλες ακόμα απώλειες αλλά συνάχτηκαν γρήγορα λίγο πιο πίσω σε νέα γραμμή επίθεσης. Είχαν βέβαια χάσει ακόμα τρεις στρατηγούς τους αλλά τίποτα πια δεν προδίκαζε ακόμα την τύχη της μάχης. Το ίδιο έκαναν και οι Θηβαίοι. Οι καβαλάρηδες χωρίστηκαν από τη φονική αμάχη τους και οι δύο στρατοί έδειχναν πάλι ο ένας απέναντι στον άλλο έτοιμοι για έναν νέο φονικό γύρο. Κανείς τους, μέσα στης μάχης τη φωτιά, δεν μπορούσε να καταλάβει πόσος χρόνος είχε περάσει από την αρχή της επίθεσης. Και ήταν πολύς γιατί ο ήλιος είχε σταθεί για τα καλά ψηλά στον ουρανό.

Συνεχίζεται...


Σημειώσεις:

* Ο Περικλύμενος αναφέρεται ως εκείνος που σκότωσε τον Παρθενοπαίο στις "Φοίνισσες" του Ευρυπίδη. Στα ταξιδιωτικά του Παυσανία, στα "Βοιωτικά" αναφέρεται ότι οι Θηβαίοι ονόμαζαν τον Ασφόδικο τον άνθρωπο που σκότωσε τον Παρθενοπαίο. Ο Απολλόδωρος (Άπαντα 2), αναφέρει ως Αμφίδικο τον άνθρωπο που τον σκότωσε.

* Απολλόδωρου "Άπαντα 2", αναφορά στην τελική μάχη στη Θήβα.

Συνεχίζεται...

Ο ήλιος διάβηκε τη μισή του πορεία πάνω απ' τον πολύπαθο κάμπο της Θήβας. Η μάχη έξω απ' την πόλη όχι μόνο δεν έλεγε να κοπάσει αλλά γινόταν όλο και πιο φονική, όλο και πιο λυσσασμένη. Το πρώτο κύμα της επίθεσης των Αργείων απέτυχε με μεγάλο κόστος και απώλειες. Όμως ένας νέος γύρος είναι ήδη έτοιμος να αρχίσει, πριν καν καταλαγιάσει ο κουρνιαχτός της πρώτης μάχης.

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro