Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφ. 2.3.3

2.3.3 Ένα συμπόσιο στη σκιά των χρησμών

Οι προετοιμασίες για το Συμπόσιο-γιορτή, που αποφάσισε ο βασιλιάς είχαν προβλέψει κάθε λεπτομέρεια. Το παλάτι είχε φορέσει τα γιορτινά του. Στολισμένο με όμορφα λουλούδια, φωτισμένο με πρόσθετες δάδες. Οι καλεσμένοι πολλοί. Πέρα από τη βασιλική οικογένεια του Άργους, αξιωματούχους της πόλης, ήταν άρχοντες από τις γειτονικές Μυκήνες, ιερείς των ναών και άλλοι ξένοι καλεσμένοι. Μουσικοί με λύρες και αυλούς φρόντιζαν εκείνη την καλοκαιρινή νύχτα να ντύνουν το μεγάλο ανακτορικό δώμα αλλά και το αίθριο έξω από αυτό με όμορφη μουσική.

Τα τραπέζια πλούσια σε όλα τα ελέη. Σφαχτάρια, φρούτα, πολλά άλλα εδέσματα αλλά και κρασί. Ικανό για να ανεβάσει το κέφι και τη διάθεση σε όλους.

Ο Πολυνείκης και ο Τυδέας, εδώ και μέρες, είχαν πλέον εγκατασταθεί στα δικά τους σπίτια, σύμφωνα με τις προσταγές και τις οδηγίες του Άδραστου. Προσπαθούσαν οι δύο τώρα φίλοι και σχεδόν συγκάτοικοι, πρώην άσπονδοι μονομάχοι, να αφομοιώσουν την ευχάριστη αλλά και παράξενα απρόσμενη τροπή, που είχε πάρει η ζωή τους και η παραμονή τους στην πόλη. Ένιωθαν αυτήν την εύνοια και τη στήριξη, που πήραν από το βασιλιά αλλά δεν μπορούσαν να την εξηγήσουν.

Η παρουσία τους στην αποψινή γιορταστική βραδιά ήταν, αν μη τι άλλο, εντυπωσιακή. Λυγερόκορμοι, δυνατοί, γοητευτικοί άντρες και οι δύο, κύρια ο Τυδέας, ξεχώριζαν μέσα στους καλεσμένους. Επιβλητικοί και αρχοντικοί. Προσπαθούσαν διακριτικά και οι δύο να κρύψουν λίγο την αμηχανία, που τους συνόδευε καθώς ένιωθαν ξένοι στη μεγάλη αυτή πόλη. Τα μάτια όλων ήταν στραμμένα επάνω τους όταν ο Άδραστος έκανε την πρώτη εμφάνισή του με τους αξιωματικούς του δίπλα του.

"Αγαπητοί καλεσμένοι, θα ήθελα αφού σας καλωσορίσω, να σας γνωρίσω το λόγο του αποψινού μας συμπόσιου, δύο νέα πρόσωπα στην πόλη μας..."

Σιωπή και ηρεμία έπεσε στη μεγάλη ανακτορική αίθουσα. Οι μουσικοί σταμάτησαν και όλοι περίμεναν. Ο Άδραστος έκανε νόημα στους δύο καλεσμένους του να πλησιάσουν.

"Ο Τυδέας λοιπόν, γιος του Οινέα, νόμιμου βασιλιά της Καλυδώνας από την Αιτωλία... και ο Πολυνείκης, γιος του Οιδίποδα από τη Θήβα..."

Στο άκουσμα του ονόματος του Οιδίποδα στην αίθουσα ακούστηκαν κάποιοι κρυφοί ψίθυροι. Ήταν σίγουρο ότι η τραγική ιστορία του τυφλωμένου βασιλιά ήταν σε πολλούς γνωστή. Οι δύο άντρες υποκλίθηκαν με τιμή στο σύνολο των καλεσμένων. Σε λίγο όλα είχαν πάρει την προηγούμενη εικόνα με χαλαρή ατμόσφαιρα. Οι περισσότεροι είχαν πλέον βγει στο εξωτερικό αίθριο για να απολαύσουν τα εδέσματα αλλά, το εξαιρετικό κρασί στον έναστρο ουρανό της Αργολίδας αλλά και να σχολιάσουν και την παρουσίαση των δύο νεοφερμένων αντρών.

Ο Πολυνείκης κάποια στιγμή πλησίασε μαζί με τον Τυδέα το βασιλιά.

"Θα ήθελα ειλικρινά να σας ευχαριστήσουμε για αυτήν την υποδοχή και τη στήριξη"

Ο Άδραστος τον άκουγε χωρίς να σχολιάζει. Εκείνος συνέχισε:

"Είναι κάτι που μας γεμίζει ευθύνη, δεν ξέρω αν μπορούμε να το διαχειριστούμε"

Ο βασιλιάς γύρισε και τον κοίταξε με ένα βαθύ στοχαστικό βλέμμα.

"Η μοίρα των ανθρώπων ακολουθεί τις προσταγές και το λόγο των Θεών. Δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από αυτούς. Ζητάμε τη γνώμη τους, θέλουμε τη συμπαράστασή τους. Οφείλουμε να σεβαστούμε κάθε τους κατεύθυνση, όποια και να είναι"

Ο Πολυνείκης δεν μπορούσε να ξέρει το βάθος των λόγων του βασιλιά. Πήγε να εκφράσει την απορία του αλλά εκείνος τον καθησύχασε

"Μερικά πράγματα καλύτερα είναι να τα δεχόμαστε όπως έρχονται, πίστεψέ με!"

Την κουβέντα τους διέκοψε ένας από τους ανθρώπους του παλατιού. Πλησίασε το βασιλιά και κάτι του ανήγγειλε διακριτικά. Εκείνος ένευσε θετικά, γύρισε στους δύο φιλοξενούμενους του:

"Α τώρα νομίζω έχουμε κάτι πιο ενδιαφέρον...."

Τους άφησε, βγήκε στο αίθριο και φώναξε δυνατά:

"Αγαπητοί προσκεκλημένοι, να σας αναγγείλω την άφιξη της βασίλισσας και των παιδιών μου"

Κάθε τι σταμάτησε στη στιγμή, ο Άδραστος πήγε προς την είσοδο της αίθουσας του θρόνου.

Δίπλα του η Αμφιθέη ήταν ώριμη και εντυπωσιακή σαν γυναίκα. Με το χαμόγελο και τη γλυκιά της παρουσία δίπλα στο βασιλιά και σύζυγό της. Τα βλέμματα όλων όμως έμειναν πάνω στις δύο λυγερόκορμες μεγάλες κόρες τους. Η Αργεία και η Δηιπύλη.

Η Αργεία ήταν ψηλή μελαχρινή με σκούρα καστανά μαλλιά αρκετά κάτω από τους ώμους της. Το πρόσωπό της ήταν γλυκύτατο με γαλανά μάτια και ζωγραφιστά μικρά χείλη. Δεξιά και αριστερά από το πρόσωπό της κρέμονταν πλεγμένες δύο μακριές μπούκλες που έπεφταν μπροστά στο στήθος της. Στο μέτωπό της ήταν ένα λεπτό υπέροχο κόσμημα σαν στεφάνι. Τα μάτια του Πολυνείκη έμειναν έκθαμβα στην εμφάνισή της κάτι που δεν πέρασε απαρατήρητο από τον Άδραστο, που ένιωσε την ευχαρίστηση να τον κατακλύζει μέσα του.

Την ίδια ευχαρίστηση ένιωσε σαν είδε επίσης, την ίδια στιγμή, το βλέμμα του Τυδέα πάνω στην άλλη κόρη του, την Δηιπύλη. Τα δικά της κόκκινα μαλλιά, σαν της φωτιάς, μαγνήτισαν τον επιβλητικό νεαρό άντρα. Ελεύθερα μαλλιά ριγμένα στους ώμους της όπως και της αδελφής της. Μόνο που τα δικά της μάτια ήταν βαθιά καστανά και τα χείλη της πιο πλατιά και πλούσια. Το λαιμό της στόλιζε μια διπλή αλυσίδα από ένα υπέροχο κόσμημα με κρυστάλλινες πέτρες που έλαμπαν.

Πιο πίσω ακολουθούσαν τα τρία άλλα παιδιά τους. Οι δύο νεαροί τους, ο Αιγιαλέας ο μεγαλύτερος, ο Κυάνιππος και τέλος η μικρή Ιπποδάμεια. Ο θαυμασμός των παρευρισκομένων για τις δύο λαμπερές κόρες ήταν έκδηλος. Ο βασιλιάς έκανε την αναγγελία των δικών του στους καλεσμένους του αλλά άφησε στο τέλος και για συγκεκριμένο λόγο τους δύο νεαρούς να τους γνωρίσει στις κόρες του. Μια σύσταση και γνωριμία που τα έμπειρα μάτια του είδαν αμέσως τις μύχιες σκέψεις τόσο του Πολυνείκη όσο και του Τυδέα. Όπως επίσης και τα κρυφά βλέμματα της γυναίκας του της Αμφιθέης δίπλα του. Το βράδυ ήταν γλυκό και κυλούσε πλέον με χαρούμενες νότες.

Ένας από τους ακόλουθους στην αίθουσα ενημέρωσε πάλι το βασιλιά για μια καινούργια άφιξη

"Βασιλιά μου έφτασε ο γαμπρός σας ο Αμφιάραος με την αδελφή σας την Εριφύλη"

"Α πολύ ωραία..." έκανε ο Άδραστος και πήγε προς την πόρτα να τους υποδεχτεί.

"Καλώς ορίσατε! Χαίρομαι πολύ για την παρουσία σας πάντα και το ξέρετε" ήταν η πρώτη του κουβέντα.

"Καλώς σε βρίσκουμε αδελφέ μου" αποκρίθηκε η Εριφύλη και έμεινε πιο πίσω, την ίδια στιγμή που ο Αμφιάραος με την ευγενική του παρουσία χαιρετούσε το βασιλιά. Πέρασαν στο εσωτερικό και στη συνέχεια στο αίθριο. Ο Αμφιάραος ήταν ευρύτατα γνωστός σε ολάκερο το Άργος, τις Μυκήνες και την Τύρινθα. Έτσι δεν ήταν αναγκαία καμία σύσταση για την παρουσία του εκεί.

"Λοιπόν θα με γνωρίσεις με τους καλεσμένους σου για τους οποίους έκανες αυτή τη ξεχωριστή βραδιά Άδραστε;" Τον ρώτησε.

"Φυσικά γαμπρέ μου, εδώ είναι...ακολούθησέ με"

Ο Άδραστος έψαξε με το βλέμμα στο αίθριο τον Πολυνείκη και τον Τυδέα. Τους βρήκε κοντά σε αυτό που ήθελε. Τις δύο κόρες του. Κατευθύνθηκε προς τα εκεί.

Ο Αμφιάραος είδε τον Τυδέα αλλά αυτό που του προκάλεσε αμέσως την προσοχή ήταν ο Πολυνείκης. Προχωρώντας προς το μέρος του, για έναν ανεξήγητο λόγο, η καρδιά του άρχισε να χτυπά πιο δυνατά και παράξενα συναισθήματα άρχισαν να γεννούνται μέσα του. Δεν μπορούσε αλλά και δεν προλάβαινε να τα ερμηνεύσει. Σε λίγο βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με τους δύο νεαρούς άντρες. Ο Άδραστος ανέλαβε τις συστάσεις:

"Να σας γνωρίσω τον Αμφιάραο το γαμπρό μου!" Στράφηκε στον ίδιο, "Από εδώ ο Τυδέας και ο Πολυνείκης" του είπε.

Ο Αμφιάραος αντάλλαξε χειραψία με τον Τυδέα και στράφηκε με το βλέμμα προς τον Πολυνείκη. Η ταραχή του έγινε ακόμα μεγαλύτερη σαν άκουσε την προέλευσή τους. Στο άκουσμα της Θήβας ένιωσε να χλωμιάζει, να παγώνει. Κάτι του έσφιξε την καρδιά.

"Είσαι ο Πολυνείκης, ο γιος του Οιδίποδα;" τον ρώτησε.

"Ναι" Είπε εκείνος δίνοντάς του εγκάρδια το χέρι.

Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες που κατέβαλε ο Αμφιάραος δεν μπόρεσε να κρύψει την παράξενη ταραχή του. Κάτι που πρόσεξαν όλοι και η γυναίκα του η Εριφύλη.

"Συμβαίνει κάτι;" Τον ρώτησε ο Άδραστος κάποια στιγμή που βρέθηκαν μόνοι.

"Όχι, τίποτα, μην δίνεις σημασία" Του απάντησε εκείνος.

"Σε έναν εμπνευσμένο άνθρωπο της σκέψης και μάντη πρέπει πάντα να δίνουμε σημασία" τού απάντησε ο βασιλιάς καρτερώντας από αυτόν μια πιο πειστική απάντηση, "Γνωρίζεις κάποιον από τους δύο;" τον ρώτησε ευθέως.

"Όχι Άδραστε! Απόψε τούς βλέπω για πρώτη φορά!"

Συνέχισαν να συζητούν για τις προθέσεις του Άδραστου απέναντί τους. Άφησε στο γαμπρό του τις πρώτες σκέψεις και αιχμές για τις κόρες του χωρίς φυσικά να εξηγήσει το λόγο. Αυτόν θα τον κρατούσε για στενό λογαριασμό της οικογένειάς του.

Όλα κύλησαν όμορφα μέχρι το τέλος του συμποσίου. Οι ώρες πέρασαν, οι καλεσμένοι έφυγαν όλοι. Καθένας πήρε το δικό του δρόμο κουβαλώντας τις δικές του παραστάσεις, εικόνες και προσδοκίες. Ο Τυδέας με τον Πολυνείκη έχοντας γεμίσει την καρδιά και το βλέμμα τους με τις δύο κόρες του βασιλιά, την Δηιπύλη και την Αργεία. Οι δύο νεαρές κοπέλες ένιωθαν εκείνο το παράξενο σκίρτημα που ο Θεός Έρωτας φτεροκοπά στις καρδιές των ανθρώπων. Ο βασιλιάς Άδραστος, μένοντας μόνος, επικαλέστηκε το Λοξία Απόλλωνα στη σκέψη του για την επιβεβαίωση του χρησμού, που είχε πάρει και που τον έβλεπε μπροστά του να γίνεται πράξη. Έτσι θα μπορούσε να αναζητήσει την εύνοια των Θεών στη ζωή του.

Μόνο ο Αμφιάραος ένιωθε να μένει στην καρδιά και στον λογισμό του αυτό το βράδυ ένα παράξενο ρίγος και ένα βάρος που εστιαζόταν στο πρόσωπο του Πολυνείκη. Σε ένα πρόσωπο που πίσω του κουβαλούσε μια ολάκερη πόλη, την εφτάπυλη Θήβα. Αυτήν ακριβώς την πόλη ήξερε πολύ καλά γιατί την φοβόταν ο ευγενικός λόγιος μάντης μα και τρανός πολεμιστής. Και οι λόγοι που του έφερναν ένα τέτοιο ρίγος ήταν βουτηγμένοι σε ένα άλικο κατακόκκινο χρώμα. Αυτό του αίματος και του θανάτου. Στη σκέψη του βρίσκονταν εκείνοι οι συνεχόμενοι εφιάλτες στα τείχη μιας πόλης με εφτά πύλες. Σε έναν μαύρο άνοιγμα στη γη που οδηγούσε στα σκοτάδια. Αλλά και σε πρόσωπα. Σε μια γυναίκα που άρχισε όλο και περισσότερο να του μοιάζει πιο οικεία, έναν νεαρό αρχοντικό άντρα από βασιλική καταγωγή. Και μέσα στη δίνη του ονείρου μια σειρά κρύσταλλα να λάμπουν στο φως.

Συνεχίζεται...

Αγαπητοί φίλοι και φίλες, τα βέλη του έρωτα στην πόλη του Ίναχου, έρχονται να συναντήσουν το χρησμό του Φοίβου. Δύο όμορφα ζευγάρια ένιωσαν τις νεανικές τους καρδιές να χτυπούν και τις αγκαλιές τους να καρτερούν το σμίξιμό τους.

Στον αντίποδα μια σκοτεινή ανατριχίλα πλησιάζει όλο και πιο πολύ τον σπουδαίο μάντη Αμφιάραο, χωρίς να μπορεί να εξηγήσει το λόγο.

Στο επόμενο κεφάλαιο, φίλες και φίλοι, έχουμε ...Γάμους! Ετοιμαστείτε, χαρείτε! Βάλτε τα γιορτινά σας, γιατί θα ταξιδέψουμε πολύ μακριά στο χρόνο, καλεσμένοι στις χαρές της πόλης του Άργους.

Σας ευχαριστώ πολύ για την αγάπη και τη συμμετοχή.

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro