2. Ένας ακόμη χειμώνας
«Αντίο».
«Αντίο;»
«Αντίο!»
Τα μάτια μου ανοιγόκλεισαν και βολεύτηκα καλύτερα στο άβολο πλέον κρεβάτι. Δεν με αναγνωρίζω καθόλου.
Χρόνος. Πόσος καιρός πέρασε από την τελευταία φορά που ένιωσες πραγματικά χαρούμενος; Πότε ήσουν πραγματικά ευτυχισμένος και δεν υποκρινόσουν κάποιον που δεν είσαι στ' αλήθεια; Αλήθεια και ψέμα. Όσος καιρός και να πέρασε, κάτι με κάνει να σε νοσταλγώ. Ποιος όμως είσαι εσύ, στ' αλήθεια; Το παρόν μου; Αν ήσουν στο παρόν, θα ήσουν εδώ και θα μ' αγκάλιαζες και δεν θα αναγκαζόμουν να πλαγιάζω με κάποιον άλλον, γιατί θα μ' αγαπούσες και μόνο αυτό θα έφτανε για να μπορώ να είμαι μαζί σου. Αν μου επέτρεπες να μείνω πλάι σου.
Τι κρίμα που όμως έπαψες να το επιτρέπεις από την μέρα που έφυγες.
Ήσουν το παρελθόν μου; Δεν μπορώ να πω με σιγουριά ποιο παρελθόν ήσουν. Ήσουν χρόνια ολόκληρα ή μόλις ένα μήνα πριν; Ήσουν όλα αυτά τα χρόνια που πέρασαν με την προσμονή σου; Ήσουν τα δάκρυα στα μάτια μου τα βράδια πριν εμφανιστείς ή η θλίψη που πήραν μετά το αντίο μας; Ήσουν το χάδι στο κορμί μου ή ο πόνος στην καρδιά μου; Ήσουν η βροχή που με έλουζε τα βράδια ή ο ψυχρός αέρας; Ήσουν οι θλιβερές σκέψεις ή οι αναμνήσεις; Ήσουν ο πρωταγωνιστής ή κάποιος κομπάρσος; Ήσουν κοντά και μακριά; Ήσουν μπουφάν στους ώμους μου ή ένα κομμάτι ύφασμα μπρος το γυμνό κορμί μου; Ήσουν ο Χειμώνας μου ή μονάχα μια αχτίδα ήλιου; Τι ήσουν στην πραγματικότητα και γιατί πλέον είσαι ένα τίποτα;
Παρελθόν και εμείς. Πάντως κάποιο κομμάτι σου πάντα θα αποτελεί ένα μέρος από το παρελθόν μας.
Είσαι το μέλλον μου; Θα είσαι εκείνος που θα μπορούσε να ξεπεράσει όλα τα εμπόδια και στο τέλος θα καταφέρει να πλαγιάσει στην αγκαλιά μου; Είσαι εκείνος όπου περίμενα με ανυπομονησία; Είσαι εκείνος που με μια ανάσα του, θα με κάνει να ζαλίζομαι λες και γεύτηκα το πιο γλυκό κρασί στον κόσμο όλο; Θα είσαι η αλμύρα στα χείλη μου και η δροσιά που αφήνει το νερό σαν κυλήσει σε κάθε άκρο του κορμιού μου; Θα είσαι εδώ τα βράδια αλλά και τα πρωινά; Θα είσαι εδώ τον Χειμώνα αλλά και τα χιλιάδες καλοκαίρια που θα περάσουν; Θα μείνεις εδώ και με το πρώτο πέσιμο των φύλλων; Θα μείνεις ή θα φύγεις; Θα γινόσουν το μέλλον μου ή θα προτιμούσες να ζήσεις ετούτη εδώ την ιστορία με εκείνη και την κάθε εκείνη που περνάει από την ζωή σου;
«Ποτέ μην λες ποτέ».
«Δεν θα ξαναγυρίσεις».
Παρελθόν. Παρόν. Μέλλον. Τι μου λείπει στ' αλήθεια; Η ασφάλεια του παρελθόντος; Εσύ; Ή ένα μέλλον που ποτέ δεν θα έχουμε;
«Κοιμάσαι;»
«Κοιμόμουν».
Μάτια κλειστά. Μάτια ορθάνοικτα.
Δεν θυμάμαι αν είχε κρύο όσο περπατούσα στους πρωινούς δρόμους της πόλης και όσο κατέβαινα προς το σημείο συνάντησης μας, το μυαλό μου ήταν καρφωμένο σε αυτόν τον μήνα που πέρασε.
Έφυγες. Μα ξαναγύρισες. Μα δεν νιώθω ξανά η ίδια.
Βήματα. Τα βήματα μου ήταν γρήγορα, όπως και οι σκέψεις μου για εσένα. Για εσένα και εμένα. Για εμάς.
Τα ξαναβρήκες μαζί της. Ήθελα τόσο να κοιμηθώ μαζί σου.
Κοιμόσουν μαζί της. Προσπαθούσα να σε ξεχάσω.
Ήσουν μαζί της. Μου έλειπες ολοένα και περισσότερο.
Την φιλούσες γλυκά και της έκανες έρωτα. Ήμουν ερωτευμένη μαζί σου.
Το αυτοκίνητο σταμάτησε σχεδόν δίπλα μου και το πλησίασα γρήγορα, ανοίγοντας την πόρτα. Μια άλλη άνοιξε διάπλατα.
Και χώρισες. Και με πλησίασες. Και μου υποσχέθηκες πως θα ερχόσουν να με βρεις και πάλι. Και πάλι δεν σε πίστευα. Κι όμως˙ ήρθες.
Την αμηχανία που υπήρχε στο αυτοκίνητο, την κάλυψε ο καφές που ήπιαμε σαν φτάσαμε στον προορισμό μας.
Εσύ και τα χιονισμένα βουνά. Ήταν λες και ποτέ σου δεν είχες φύγει. Ήταν λες και ποτέ σου δεν έκανες έρωτα σε κάποια άλλη παρά μόνο σε μένα. Και ήταν λες και δεν είχα επιχειρήσει ποτέ μου να σε ξεχάσω, θάβοντας ετούτα εδώ τα συναισθήματα που νιώθω για εσένα κάτω από το ψυχρό μου πρόσωπο που διάλεγε να περάσει τα βράδια της με κάτι εφήμερο, κάτι που δεν την πληρούσε, δεν την συμπλήρωνε.
Εσύ και η φωτιά. Ήταν σαν να άγγιζα ξανά την φλόγα που κόντευε να παγώσει μπρος στις επιλογές του παρελθόντος μας, βάζοντας σε όλα όσα μας πονούσαν και μας απομάκρυναν φωτιά. Ήταν σαν να άγγιζα λίγο από καλοκαίρι, λίγο από τον παράδεισο που οι συνθήκες μου στερούσαν. Ήταν σαν να μην έπαψα ποτέ να ελπίζω για μας. Ήταν σαν να έσμιξε ο ουρανός με όλα τα αστέρια του και να έβρεχε πεφταστέρια. Ήταν σαν να ζωντάνεψα ξανά και να άφησα την φωτιά να με λούσει με την ζέστη της, μονάχα που αντί για την φωτιά, ήταν η ανάσα σου αυτή που μου ζέσταινε την καρδιά, αλλά και τα σωθικά.
Φωτιά και νερό. Η ανάσα σου πλάι στην δική μοιάζουν να χορεύουν έναν παράξενο χορό, σαν την φωτιά με το νερό. Τα φιλιά κατά μήκος του κορμιού μου έφερναν την άνοιξη και έπειτα το καλοκαίρι, παρ' όλο που κόντευε να πέσει η πρώτη νιφάδα χιονιού.
Εγώ. Εσύ. Χειμώνες και καλοκαίρια.
Το χέρι σου βρήκε το δικό μου και τίποτα άλλο δεν είχε πια σημασία. Έγειρα και γω λοιπόν στην αγκαλιά σου και έκλεισα τα μάτια μου. Και κάτι σαν να άρχισε να κουμπώνει μέσα μου.
Εγώ, εσύ και η αγκαλιά μας. Ήταν σαν να μην μπορούσα ποτέ να ταιριάξω καλύτερα με κάποιον άλλον, παρά μόνο μαζί σου. Ήταν σαν να μην υπήρξε καμία βραδιά και με κανέναν άλλον, πριν από εσένα. Ήταν σαν να βρήκα το χαμένο κομμάτι από το παζλ που προσπαθούσα χρόνια να φτιάξω, έτσι που ταίριαξε το σώμα μου στο δικό σου. Εσύ άραγε να νιώθεις το πόσο πολύ ταιριάξαμε, σαν πλαγιάσαμε μαζί στο κρεβάτι;
Βήματα. Ανάσες. Αγγίγματα. Αγκαλιές. Και πάλι βήματα.
Το να περπατώ μαζί σου σε ένα άγνωστο μέρος, μου προκαλούσε συναισθήματα που ούτε εγώ η ίδια ήξερα πως μπορώ να νιώσω.
«Σε λίγο λένε πως θα αρχίσει να χιονίζει».
«Ας μπούμε μέσα, μην κρυώσεις».
Φωτιά. Το κρύο χέρι μου έλιωνε κάτω από την ζεστή σοκολάτα και τα μάτια σου έκρυβαν κάτι από την ευτυχία της στιγμής. Γαλήνη θα πει κανείς. Το να σου μιλάω για την ζωή και για τις ανησυχίες μου, το να μοιραζόμαστε σκέψεις και απόψεις για τα πάντα, με γεμίζει με ηρεμία και τρελή διάθεση.
«Άσε με να μοιραστώ τα πάντα μαζί σου».
Βήματα. Βήματα και σκοτάδι. Βήματα, κρύο και φώτα. Βήματα, φωτιά και νερό. Βήματα και ανάσες. Η δική σου ανάσα γιατί φέρει επάνω της νότες;
Βήματα και ματιές. Το να περπατώ μαζί σου κάτω από το σκοτάδι και πλάι στο κρύο, μου προκαλεί μια γαλήνη η οποία μοιάζει με ασπίδα που εμποδίζει το οτιδήποτε σχετίζεται με την πραγματικότητα να διεισδύσει ανάμεσά μας, ώστε να με πληγώσει. Ασπίδα και εσύ. Η αγκαλιά σου μου προκαλεί την ασφάλεια που έψαχνα εδώ και καιρό για να βρω και καθώς εξερευνούμε το τοπίο, βγάζοντας φωτογραφίες τον βραδινό ουρανό και τα φώτα που τον συνοδεύουν, οι πρώτες νιφάδες χιονιού κάνουν την εμφάνιση τους.
Εγώ, εσύ και το χιόνι.
«Ας καθίσουμε εδώ», κούνησες το κεφάλι και έπιασες το χέρι μου. «Γρήγορα. Μην κρυώσεις».
Χιόνι. Εσύ και το γλυκό κρασί. Η νύχτα είναι μεγάλη και καθώς καταφεύγουμε σε εκείνο το μαγαζάκι, αφήνω την μουσική να συνεπάρει ολόκληρο το κορμί μου, ηρεμώντας τελείως από κάθε σκέψη και ανησυχία, βυθίζοντας σε και σένα στην χαλάρωση, δίπλα στο τζάκι και με ένα ποτήρι από το καυτό ρόφημα που επέλεξες από τον κατάλογο.
Φωτιά. Η ατμόσφαιρα ήταν αρκετά ζεστή παρ' όλο που έξω άρχισε να χιονίζει και ήδη ένιωθα σαν το σπίτι μου. Άραγε μπορεί μια αγκαλιά να αποτελέσει καταφύγιο για τις κρύες νύχτες του χειμώνα, όπως είναι και αυτή; Και γιατί μαζί σου πρέπει να νιώθω τόσο ασφαλής; Αγκαλιά. Σπίτι.
Η μουσική με προκαλεί να σκαρώσω κάποιο τραγούδι για μας και καθώς μουρμουρίζω τα λόγια, εσύ μου μιλάς. Εσύ με κοιτάς. Εσύ πίνεις και χαμογελάς. Εσύ με προσέχεις. Με προσέχεις και είναι σαν ποτέ να μην με πρόσεχε κανένας καλύτερα από εσένα. Εσύ και εγώ. Και η μυρωδιά απ' το γλυκό κρασί.
Κρασί, εσύ και τα φιλιά σου. Το χέρι σου δεν σταματάει να αναζητάει το δικό μου και καθώς περπατάμε προς τον γυρισμό στο δωμάτιο του ξενοδοχείου, νιώθω πως ζω σε παραμύθι. Οι νιφάδες δεν σταματούν να πέφτουν πάνω στα μαλλιά σου και η νύχτα δεν θέλω να σταματήσει με τίποτα. Εμείς, να περπατάμε κόντρα στο χιόνι και στο σκηνικό βγαλμένο από κάποιο βιβλίο μου.
Βιβλία και εμείς. Τα μάτια μου δεν χορταίνουν να σε χαζεύουν να περπατάς πλάι στο χιόνι και τα μαλλιά σου να βρέχονται από τις νιφάδες. Μοιάζουν με κρυστάλλους και τα μάτια σου λάμπουν σαν διαμάντια καθώς διασταυρώνονται με τα δικά μου.
Δεν θα μπορούσα να μην σ' ερωτευτώ περισσότερο, απόψε.
Βράδυ και πρωί. Φως και σκοτάδι.
Το να κοιμάμαι στην αγκαλιά σου ενώ έξω δεν σταματάει να χιονίζει, με προκαλεί να σχηματίζω λέξεις γεμάτες με συναισθήματα. Δωμάτιο γεμάτο φλόγες. Εσύ και ο Χειμώνας μου. Ένας ακόμη Χειμώνας περνάει πλάι σου και εύχομαι να μπορούσα να ζήσω άλλους τόσους αν είναι να κάνω τέτοια γλυκά όνειρα. Φλόγες μέσα στον Χειμώνα μας.
Το χιόνι ήταν αρκετό ώστε να σε τρομάξει μα εγώ δεν ήθελα να φύγουμε. Δεν ήθελα να τελειώσει το μεταξύ μας. Μα μέσα μου απλά είχα απωθημένο να κοιμηθώ μαζί σου. Κι ας έφευγες αργότερα. Μόνο να κοιμόμουν μαζί σου. Μόνο να ονειρευόμουν μαζί σου. Μόνο να ζούσα μαζί σου, έστω και αυτό το λίγο που μου επιτρεπόταν. Μόνο αυτό το λίγο που μας απέμενε, όσο μια πολύ μικρή ανάσα. Όσο ένα φιλί. Το δικό μας φιλί.
Χιόνι. Εσύ και η θέα. Το να σε παρατηρώ στο χιόνι, μου προκαλούσε χαρά και ταυτόχρονα λύπη.
«Τουλάχιστον τελειώνει καλά η ιστορία μας».
«Μη σκέφτεσαι έτσι», θα μπορούσες να μου πεις, εν τέλει.
Παραμύθι. Αν μου έβαζες να περιγράψω αυτό το διήμερο με μία λέξη, αναμφίβολα θα είχε κάτι το παραμυθένιο. Γιατί ήταν σαν να ήσουν το χαμένο μου κομμάτι που σε βρήκα λίγο πριν σε χάσω ξανά. Γιατί κατά την γνώμη μου όλα τα καλά κάποτε τελειώνουν και ήμουν πεπεισμένη πως θα τελειώσουμε εν τέλει και εμείς. Και γι' αυτό δεν έμπαινα και στο αυτοκίνητο. Και γι' αυτό και σε παρατηρούσα. Και γι' αυτό και δεν ξεκολλούσα τα μάτια μου από πάνω σου, σαν μια άλλη πρωταγωνίστρια που κρέμεται από τα χείλη εκείνου του χαρακτήρα που κάνει την καρδιά της να χτυπάει τόσο δυνατά, λες και θα σπάσει.
Χτύποι. Το χιόνι αντικαταστάθηκε με την βροχή και η θλίψη στα μάτια μου θυμίζει φθινόπωρο. Μα εσύ με κρατάς δίπλα σου και μας προστατεύεις με την ομπρέλα. Μα εγώ δεν θέλω να φύγεις.
«Μείνε εδώ».
Η βροχή δυνάμωσε όσο σε περίμενα να γυρίσεις και το χαμόγελο στα χείλη μου έκρυβε πίκρα. Αν είναι να φύγεις, καλύτερα έτσι. Καλύτερα τώρα.
Σκέψεις. Σου έχω αποκαλύψει πόσο πολύ σε σκεφτόμουν όλον αυτό τον καιρό; Ακόμα και όταν θεωρούσα πως προχωρούσα την ζωή μου, ο μόνος που σκεφτόμουν ήσουν εσύ. Εσύ. Τα μάτια σου. Εσύ. Τα φιλιά σου.
Η ματιά μου διασταυρώθηκε για ακόμη μια φορά με την δική του και τραβήξαμε πλάι στον δρόμο του αποχαιρετισμού.
«Αντίο», το μόνο που ήθελα να σου φωνάξω ήταν πως στην ουσία, σε ευχαριστώ πολύ γι' αυτό το υπέροχο ταξίδι.
Ευχαριστώ πολύ γι' αυτή την υπέροχη ιστορία.
«Αντίο λοιπόν».
Για πάντα. Ή έτσι νόμιζα.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro