Κανείς Δεν Είναι Σαν Εσένα ...
~ ΠΕΡΙΠΟΥ ΕΝΑ ΜΗΝΑ ΜΕΤΑ ~ ΠΕΜΠΤΗ, 11 ΙΟΥΛΙΟΥ 2019 ~
~ ΦΩΛΙΑ της ΑΓΑΠΗΣ ~ ΑΛΙΜΟΣ ~
~ ΑΡΓΑ το ΜΕΣΗΜΕΡΙ ~
Βρισκόμαστε στη μέση του καλοκαιριού και η ζέστη έχει γίνει αφόρητη. Ο ήλιος κυριαρχεί στη μέση του ουρανού χωρίς κάποιο σύννεφο να φιλτράρει τις καυτές ακτίνες του, που πέφτουν κατευθείαν στη γη και κάνουν την άσφαλτο να αχνίζει σαν καυτό τσάι και τους τοίχους των σπιτιών να βράζουν σαν νερό σε καζάνι πάνω σε φωτιά.
Όμως, όλα αυτά συμβαίνουν έξω, γιατί μέσα στο σαλόνι του ρετιρέ, χάρη στο κλιματιστικό που λειτουργεί με φουλ ταχύτητα, επικρατούν πολικές θερμοκρασίες προς όφελος της Άρτεμις, που έχει ακόμα κάποιες ανθρώπινες ανάγκες όπως σωστή θερμοκρασία δωματίου, φαγητό, νερό, τουαλέτα και ύπνο. Φυσικά, όλα αυτά θα τελειώσουν όταν με το καλό γεννηθεί ο Τζέι-Τζέι και ολοκληρωθεί η μεταμόρφωση της σε πραγματικό άγγελο, όπως έγινε και με τον Ιάσονα και τον Μάξιμο που έχουν προσαρμοστεί πλήρως στη νέα τους φύση. Το ίδιο ισχύει και για τον Αλέκο, αλλά γι' αυτόν θα μιλήσουμε αργότερα.
Όπως είπα και πριν λοιπόν, οι δύο καινούργιοι άγγελοι περνούν τον περισσότερο χρόνο τους στο κρεβάτι με τα κορίτσια τους κατά την διάρκεια της προσαρμογής τους. Αυτό κάνουν και τώρα, ενώ η Άρτεμις, στα πρόθυρα να εκραγεί, όπως κάθε γυναίκα που ετοιμάζεται να γεννήσει, κάθεται οκλαδόν στον καναπέ, στην μόνη θέση που μπορεί να στηρίξει την τεράστια κοιλιά της, και περιμένει με ανυπομονησία τον Στέφανο, ο οποίος έχει πάει στην πόρτα για να παραλάβει τα φαγητά που παρήγγειλαν και, αφού πληρώνει τα σαράντα οκτώ ευρώ για το φαγητό και τα υπόλοιπα δώδεκα του φιλοδωρήματος για τον διανομέα, επιστρέφει στο σαλόνι με γεμάτα χέρια.
«Τι ακριβώς παρήγγειλες, Κοριτσάκι; Μήπως πρέπει να σου υπενθυμίσω ότι είσαι η μόνη που τρώει εδώ;»
Αυτή χαχανίζει.
«Μια μακαρονάδα με κιμά, μια καβουροσαλάτα, σκορδόψωμο, ροδέλες κρεμμυδιού, δύο κομμάτια κέικ σοκολάτας και μια Coca Cola»
«Coca Cola light, υποθέτω, μιας και όλα τ' άλλα είναι ... τόσο light!»
«Χα! Χα! Πολύ αστείο, Αφέντη! Έλα, δώσε μου τα! Μου τρέχουν τα σάλια!»
Αυτός ανοίγει τα κουτιά και τα βάζει στον δίσκο, τον οποίο τοποθετεί δίπλα της για να μπορεί να τον φτάσει χωρίς να χρειάζεται να σκύψει, κι αυτή αρχίζει αμέσως να τρώει λαίμαργα μεγάλες μπουκιές απ' το καθένα. Αυτός κάθεται δίπλα της, στηρίζοντας τον αγκώνα του στο πίσω μέρος του καναπέ, και την κοιτάζει μ' ένα χαμόγελο. Αυτή του μιλάει με το στόμα γεμάτο.
«Θέλεις λίγο;»
«Να μην σου το στερήσω»
«Δεν μου το στερείς. Έλα, δοκίμασε λίγα μακαρόνια. Είναι αρκετά καλά. Σχεδόν τόσο καλά όσο της μαμάς Μαίρης»
«Αν είναι έτσι, δώστε μου μια μπουκιά»
Αυτή τυλίγει μερικά μακαρόνια στο πιρούνι της και τον ταΐζει. Καθώς το κάνει, σκουπίζει τη σάλτσα με τα δάχτυλα της και τη γλείφει αμέσως μετά. Αυτός μασάει και γνέφει καταφατικά.
«Όντως, πολύ καλά, όπως είπες, αλλά χωρίς να θυμώσεις, πρέπει ν' αρχίσεις να τρως λιγότερο τώρα που είσαι έτοιμη να γεννήσεις. Ο Γιατρός είπε ότι καλό θα είναι να μην είσαι φαγωμένη κατά τη διάρκεια του τοκετού»
«Ο Τζέι-Τζέι είπε ότι θα μας ενημερώσει, σωστά;»
«Ναι, αλλά ...»
«Δεν υπάρχει αλλά. Όσο δεν έρχεται αυτή η ειδοποίηση, εγώ θα τρώω, γιατί ΠΕΙΝΑΩ! Φυσικά, θα μπορούσα να ξεχάσω την πείνα μου κάνοντας σεξ, αλλά μ' αυτή την κοιλιά δεν μπορώ ούτε καν να κουνηθώ και τα νεύρα μου μοιάζουν με ένα γαμημένο σιτάρ. Έχεις ακούσει πως κάνει το σιτάρ; Και επειδή όλα αυτά δεν είναι αρκετά, τ' αδέρφια μου που υποτίθεται ότι μ' αγαπούν ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙ ΝΑ ΠΗΔΙΟΥΝΤΑΙ ΚΑΙ ΝΑ ΞΥΝΟΥΝ ΤΗΝ ΠΛΗΓΗ ΜΟΥ!»
Αυτή φωνάζει τα τελευταία λόγια κι αυτός δεν μπορεί να συγκρατήσει τα γέλια του.
«Φώναξε λίγο πιο δυνατά. Ίσως δεν σ' άκουσαν»
«Είναι άγγελοι. Φυσικά και μ' άκουσαν, αλλά για παν ενδεχόμενο ... ΣΤΑΜΑΤΗΣΤΕ ΝΑ ΓΑΜΙΕΣΤΕ, ΗΛΙΘΙΟΙ!»
Ο Στέφανος συνεχίζει να γελάει και η Άρτεμις τον κοιτάζει αυστηρά καθώς μασουλάει ένα σκορδόψωμο όταν ο Ιάσονας, φορώντας μόνο μια πετσέτα γύρω απ΄ τη μέση του, μπαίνει στο σαλόνι.
«Τα νεύρα σου δεν είναι και πολύ καλά, Κούκλα. Πρέπει να πηδηχτείς!»
Ο Στέφανος γελάει ακόμα πιο δυνατά όταν ο Ιάσονας φωνάζει επειδή το πιρούνι που εκτοξεύεται απ' το χέρι της Άρτεμις καρφώνεται στο στομάχι του.
«Άουτς! Έχεις τρελαθεί; Γιατί με πιρούνιασες;»
Η Άρτεμις γρυλίζει.
«Την επόμενη φορά που θα με κοροϊδέψεις, θα σου πετάξω μαχαίρι, το οποίο θα καρφωθεί στο πουλί σου, πανίβλακα!»
«Θεούλη μου! Πρέπει να γεννήσεις τώρα, αλλιώς κινδυνεύουμε όλοι»
«Καλά που το κατάλαβες!»
Ο Ιάσονας γυρίζει τα μάτια του καθώς τραβάει το πιρούνι και οι τέσσερις μικρές παράλληλες τρύπες που άφησε στο δέρμα του κλείνουν χωρίς σταγόνα αίμα.
«Χα! Όπως και να 'χει, αυτό είναι πολύ διασκεδαστικό!»
Ο Στέφανος γελάει ξανά.
«Αθανασία, κολλητέ»
Αυτός φαίνεται να διασκεδάζει με την ανόητη αντιπαράθεση μεταξύ του κολλητού του και της γυναίκας του, αλλά τα μάτια του φωνάζουν ότι κάτι τον ενοχλεί βαθιά μέσα του. Ο Ιάσονας το αντιλαμβάνεται αμέσως και του κάνει νόημα να τον ακολουθήσει στην κουζίνα. Ο Στέφανος απευθύνεται στην Άρτεμις, η οποία έχει επιστρέψει πίσω στο φαγητό της, το οποίο τώρα τρώει με τα χέρια της γιατί δεν έχει πια πιρούνι.
«Πάω στην κουζίνα να πάρω μια μπύρα. Θέλεις να σου φέρω κάτι άλλο εκτός από ένα καινούργιο πιρούνι;»
«Όχι. Το μόνο που θέλω είναι να μαχαιρώσεις ξανά τον ηλίθιο τον κολλητό σου»
«Στήθος ή πλάτη αυτή τη φορά;»
«Και τα δύο»
«Ό,τι πεις, Κοριτσάκι!»
Αυτός σηκώνεται, πηγαίνει στην κουζίνα και κλείνει την πόρτα πίσω του. Ο Ιάσονας κάθεται σε ένα από τα σκαμπό και τον κοιτάζει ερωτηματικά όταν τον βλέπει ν' ανοίγει το Vintage ραδιόφωνο στον πάγκο πριν κάτσει στο άλλο σκαμπό απέναντι του.
Η βαθιά φωνή του Νότη Σφακιανάκη γεμίζει το δωμάτιο με στίχους που ταιριάζουν απόλυτα στην περίσταση.
*Κι ανησυχώ, ανησυχώ! ... Στείλε ένα μήνυμα, ένα σήμα! ...
Σε αγαπώ, σε αγαπώ! ... Όπου κι αν είσαι τώρα γύρνα!*
Ο Ιάσονας συνειδητοποιεί αμέσως ότι η μουσική είναι κάλυψη ώστε οι άλλοι να μην μπορούν να τους ακούσουν και γι' αυτό ψιθυρίζει.
«Συμβαίνει κάτι, ρε φίλε; Γιατί διαισθάνομαι ότι το τραγούδι δεν είναι τυχαίο;»
Ο Στέφανος απαντάει στον ίδιο τόνο φωνής.
«Ναι, όντως ανησυχώ. Κάτι δεν πάει καλά με τον Τζέι-Τζέι. Προσπαθώ να του μιλήσω απ' το πρωί, αλλά δεν απαντάει»
«Ίσως είναι στο χαρούμενο μέρος του. Ποιος ξέρει; Ίσως ετοιμάζεται για τη γέννα»
«Τι δεν καταλαβαίνεις, ρε Νάκο; Ακόμα κι όταν είναι στο χαρούμενο μέρος του, τον νιώθω, αλλά από σήμερα το πρωί τίποτα»
«Εντάξει! Ας μην πανικοβληθούμε ακόμα. Κάτι συμβαίνει σίγουρα, αλλά δεν είναι απαραίτητα κακό. Ο Τζέι-Τζέι είναι Νεφελίμ και άρα αθάνατος. Δεν μπορεί να πεθάνει»
«Δεν το ξέρουμε αυτό. Δεν υπάρχει άλλος σαν αυτόν. Κι αν ...;»
«Σταμάτα! Μην το λες αυτό!»
«Φοβάμαι, Νάκο»
Αλλά, πριν προλάβει ο Στέφανος να πει κάτι άλλο, αστραπές αρχίζουν να φωτίζουν τον ουρανό και ένας κεραυνός που πέφτει κάπου πολύ κοντά, κάνει τα παράθυρα του σπιτιού να τρίξουν. Οι δύο άντρες κοιτάζονται μεταξύ τους και μιλούν με μία φωνή.
«Τι στο διάολο;»
Η φοβισμένη κραυγή της Άρτεμις απ' το σαλόνι κάνει και τους δύο να τρέξουν μέσα, όπως και οι άλλοι τρεις, ο Μάξιμος, η Πανδώρα και η Αναΐς, που εμφανίζονται στο σαλόνι. Ο Στέφανος τρέχει στην Άρτεμις, η οποία έχει κουλουριαστεί στη γωνία του καναπέ και τρέμει απ' το φόβο της.
«Τι έγινε, ρε μωρό μου;»
«Εγώ ... Τρόμαξα. Ο κεραυνός ... Οι αστραπές. Τα φοβάμαι όλα αυτά»
Αυτός την αγκαλιάζει σφιχτά κι αυτή χαλαρώνει στην αγκαλιά του.
«Μη φοβάσαι, μωρό μου. Δεν ήταν τίποτα. Ένας τυχαίος κεραυνός»
Ο Μάξιμος μορφάζει.
«Ένας τυχαίος κεραυνός και απανωτές αστραπές στη μέση του καλοκαιριού, χωρίς όμως καθόλου βροχή; Δεν νομίζω!»
Αυτός παίρνει το τηλεκοντρόλ και ανοίγει τα παντζούρια. Καθώς τα σκούρα παραθυρόφυλλα ανεβαίνουν αυτόματα, αυτοί περιμένουν να πλημμυρίσει το σαλόνι με το φως του ήλιου, μιας και ακόμα είναι μεσημέρι, αλλά αυτό δεν συμβαίνει. Ο Μάξιμος γουρλώνει τα μάτια του.
«Τι στο διάολο; Πού είναι ο ήλιος;»
Η Πανδώρα τρέχει κοντά στη μεγάλη πόρτα του μπαλκονιού.
«Άγιε Πατέρα! Ο ήλιος έφυγε!»
Ο Ιάσονας την πλησιάζει και κοιτάζει έξω.
«Ο ήλιος δεν πήγε πουθενά. Είναι ακριβώς εκεί που πρέπει. Αυτός απλώς κρύφτηκε πίσω απ' το φεγγάρι»
Η Αναΐς απορεί.
«Μια ολική έκλειψη ηλίου απ' το πουθενά;»
Ο Μάξιμος πατάει ένα κουμπί στο τηλεχειριστήριο στο χέρι του και ανοίγει τη μεγάλη τηλεόραση σε ένα τυχαίο κανάλι, όπου ένα έκτακτο δελτίο ειδήσεων διακόπτει το κανονικό πρόγραμμα. Ο παρουσιαστής ανακοινώνει τα νέα με ήρεμη φωνή.
«Περίεργα φαινόμενα συμβαίνουν σε όλο τον πλανήτη. Ξαφνικοί κεραυνοί και εκκωφαντικές βροντές συνοδεύουν απρόσμενες καταιγίδες. Ανεμοστρόβιλοι αλλάζουν την τοπογραφία των ερήμων. Ποτάμια όπως ο Σηκουάνας στη Γαλλία, ο Τίβερης στην Ιταλία, ο δικός μας Αλιάκμονας και πολλοί άλλοι ξεφεύγουν απ' την πορεία τους και πλημμυρίζουν καλλιεργήσιμες εκτάσεις και δάση. Και επιπλέον, μια ολική έκλειψη Ηλίου βύθισε για λίγο τον μισό πλανήτη στο σκοτάδι. Ο αμερικανικός οργανισμός που ασχολείται με την εξερεύνηση του διαστήματος, την αεροναυτική και τη μελέτη του περιβάλλοντος της Γης, η Νάσα, καθώς και επιστήμονες απ' όλο τον κόσμο προσπαθούν να εξηγήσουν την προέλευση των φαινομένων. Όπως είναι αναμενόμενο, υπάρχουν ήδη διάφορες θεωρίες συνωμοσίας, όπως ακόμα μια τιμωρία απ΄ τον Θεό, όπως στα Σόδομα και Γόμορρα, ή μια εισβολή εξωγήινων με σκοπό να καταλάβουν τη Γη. Θα επανέλθουμε με καινούργιο έκτακτο δελτίο μόλις υπάρξει κάτι νέο. Μείνετε συντονισμένοι, αγαπημένοι μου τηλεθεατές, και πάνω απ' όλα, μην πανικοβάλλεστε. Οι κυβερνήσεις όλων των χωρών είναι προετοιμασμένες για όλα τα ενδεχόμενα. Γεια σας!»
Ο Μάξιμος πατάει το κουμπί σίγασης και κλείνει τον ήχο.
«Εισβολή εξωγήινων; Πραγματικά τώρα;»
Η Πανδώρα καγχάζει.
«Εδώ ανέφεραν τα Σόδομα, μωρό μου. Οι εξωγήινοι σου έκαναν εντύπωση;»
Η Αναΐς πηγαίνει και κάθεται δίπλα στην Άρτεμις που είναι ακόμα στην αγκαλιά του Στέφανου.
«Πώς νιώθεις; Πονάς καθόλου;»
«Όχι, δεν πονάω. Νιώθω μια χαρά»
Ο Στέφανος κοιτάζει τον Ιάσονα πριν βάλει το χέρι του στην κοιλιά της Άρτεμις και στείλει μια διανοητική ερώτηση στον γιο του. Αν και σίγουρα δεν θέλει να την αναστατώσει, δεν μπορεί να συγκρατηθεί όταν δευτερόλεπτα μετά δεν έρχεται η απάντηση που περιμένει και σηκώνεται όρθιος βρίζοντας.
«Γαμημένη Κόλαση!»
Η Άρτεμις τον κοιτάζει.
«Τι συμβαίνει, Στέφανε;»
Αυτός ανοίγει το στόμα του για να της απαντήσει, αλλά οι λέξεις δεν βγαίνουν, κι έτσι, κοιτάζει παρακλητικά τον Ιάσονα, ο οποίος αναλαμβάνει να τον βγάλει απ' τη δύσκολη θέση χρησιμοποιώντας την ικανότητα να ηρεμεί τους γύρω του, την οποία απέκτησε όταν μεταμορφώθηκε σε άγγελο. Έτσι, αυτός κάθεται δίπλα στην Άρτεμις και της παίρνει το χέρι.
«Άκου με, Κούκλα! Εσύ πρέπει να παραμείνεις ήρεμη, γιατί πιθανότατα δεν συμβαίνει τίποτα κακό»
«Πες μου, Νάκο! Συμβαίνει κάτι με το μωρό μου;»
«Από σήμερα το πρωί, ο Τζέι-Τζέι δεν απαντάει και ο Στέφανος δεν μπορεί να τον νιώσει»
Το χρώμα χάνεται απ' το πρόσωπο της καθώς αγκαλιάζει την κοιλιά της.
«Τι σημαίνει αυτό;»
«Δεν ξέρουμε. Προφανώς, είναι φυσιολογικό πριν τη γέννηση»
«Όχι! Όχι! Μου λες ψέματα! Κάτι δεν πάει καλά! Το μωρό μου κινδυνεύει! Ω, Θεέ μου! Το μωρό μου!»
Αυτή αρχίζει να χάνει την ψυχραιμία της, παρόλο που ο Ιάσονας κάνει ό,τι μπορεί για να την ηρεμήσει. Προφανώς, η αγάπη της μητέρας είναι πιο δυνατή από οποιαδήποτε αγγελική δύναμη. Έτσι, αυτή σηκώνεται όρθια ουρλιάζοντας και ο Στέφανος ορμάει να την ηρεμήσει. Εκείνη τη στιγμή, ο Τζάκος και ο Οδυσσέας προσγειώνονται στο μπαλκόνι.
Ο Μάξιμος ανοίγει την πόρτα και οι δύο άγγελοι μπαίνουν στο δωμάτιο. Η Άρτεμις συνεχίζει να ουρλιάζει σαν τρελή και ο Στέφανος κοιτάζει παρακλητικά τον πατέρα του.
«Βοήθα με!»
Ο Τζάκος του κλείνει το μάτι πριν πλησιάσει την Άρτεμις και βάλει δύο δάχτυλα στο μέτωπο της.
«Κοιμήσου!»
Αυτή βυθίζεται αμέσως σε έναν βαθύ ύπνο και σωριάζεται στην αγκαλιά του Τζάκου, ο οποίος, χωρίς προσπάθεια, τη σηκώνει και την ξαπλώνει στον καναπέ. Ο Στέφανος τον πλησιάζει.
«Ευχαριστώ για τη βοήθεια»
«Δεν κάνει τίποτα, Τίγρη μου»
Καθώς ο Στέφανος κάθεται δίπλα στην κοιμισμένη Άρτεμις, η Πανδώρα κοιτάζει τους νεοφερμένους.
«Και τώρα που όλα έχουν ηρεμήσει, μπορούμε να μάθουμε σε τι οφείλουμε την απροειδοποίητη μπαλκονάτη επίσκεψη σας;»
Ο Οδυσσέας καγχάζει.
«Με συγχωρείτε, αλλά πού ακριβώς ζείτε; Ο κόσμος καταρρέει έξω. Δεν έχετε πάρει χαμπάρι; Τι ακριβώς κάνετε εδώ μέσα;»
Αυτή γυρίζει τα μάτια της.
«Δεν είναι ώρα τώρα, Μπαμπά»
Ο Τζάκος ρουθουνίζει.
«Όσο κι αν συμφωνώ μαζί σου, Αγαπούλη μου, η κόρη σου έχει δίκιο. Είμαστε εδώ για κάτι άλλο, όχι για να μάθουμε τι κάνουν τυλιγμένοι με πετσέτες»
Η Αναΐς τον σπρώχνει.
«Όπα! Όπα! Ξεφεύγουμε πάλι! Πείτε μας γιατί ήρθατε»
Ο Τζάκος γυρίζει στον Στέφανο.
«Ήρθε η ώρα, γιε μου. Η ώρα να γίνεις εσύ πατέρας κι εγώ παππούς»
Ο Στέφανος μοιάζει πελαγωμένος.
«Μα πώς; Εννοώ ... Η Άρτεμις δεν αισθάνεται τίποτα και ο Τζέι-Τζέι είπε ότι θα μ' ενημερώσει»
Ο Οδυσσέας του ρίχνει μια σφαλιαρίτσα στο κεφάλι.
«Αυτός προκάλεσε ολική έκλειψη Ηλίου. Δεν σου αρκεί αυτό;»
Ο Στέφανος τρίβει το σημείο της σφαλιάρας.
«Δεν εννοούσα αυτό. Απλώς εγώ προσπαθώ να επικοινωνήσω μαζί του, αλλά αυτός δεν απαντά, και ... Και ...»
Ο Τζάκος χαμογελάει.
«Και δεν τον νιώθεις πια, έτσι δεν είναι;»
«Ναι. Πώς το ξέρεις;»
«Ο Αλέκος βρήκε μια προφητεία»
«Μια προφητεία που λέει τι;»
«Ο ισχυρότερος όλων των Νεφελίμ, ο καρπός της ένωσης του αγγέλου και της θνητής με το άγγιγμα του Αρχαγγέλου, θα εγκαταλείψει τη χάρη του για λίγο και θα γεννηθεί θνητός, μέσα στην Ουράνια Φωτιά, ώστε η μητέρα του να επιζήσει την δοκιμασία»
Ο Ιάσονας ξεφυσάει με ανακούφιση.
«Αυτό σημαίνει ότι μέχρι να γεννηθεί, αυτός είναι ένα κανονικό μωρό. Γι' αυτό δεν τον νιώθεις πια»
Ο Στέφανος ζητάει ακόμα μια επιβεβαίωση.
«Άρα, όλα είναι εντάξει, σωστά;»
Ο Τζάκος βάζει το χέρι του στον ώμο του.
«Ναι, γιε μου. Όλα είναι όπως πρέπει. Ο γιος σου έρχεται. Οι άλλοι είναι ήδη στο Λημέρι και μας περιμένουν μαζί με τον Γιατρό. Το ελικόπτερο είναι ήδη καθ' οδόν για να φέρει τους γονείς και τη γιαγιά της Άρτεμις. Ο Σαμαήλ μας βοήθησε μ' ένα ξόρκι που κάνει τους λύκους αόρατους ώστε να μπορούν να φυλάνε την περιοχή. Όλα είναι έτοιμα, Τίγρη»
«Όλα εκτός από μένα»
«Είσαι έτοιμος, γιε μου. Εμπιστεύσου με!»
«Αφού το λες εσύ»
Ο Οδυσσέας ανασκουμπώνεται.
«Άντε, Διεστραμμένε, ξύπνα την γιατί πρέπει να φύγουμε. Ο τοκετός μπορεί ν' αρχίσει ανά πάσα στιγμή. Καλύτερα να είμαστε στο Λημέρι»
Ο Ιάσονας σηκώνει το χέρι του.
«Χωρίς παρεξήγηση, αλλά θα ήταν πιο έξυπνο να την κουβαλήσουμε ενώ κοιμάται»
Ο Τζάκος μορφάζει.
«Δεν μ' αρέσει που το λέω, αλλά ο Νάκος έχει δίκιο. Αυτή φοβάται για το μωρό και θα δυσκολευτούμε να την ηρεμήσουμε. Καλύτερα ν' αφήσουμε τον Γιατρό να βγάλει το φίδι απ' την τρύπα»
Ο Στέφανος συμφωνεί.
«Ωραία ιδέα»
Ο Οδυσσέας γυρίζει τα μάτια του.
«Είστε ένα μάτσο κότες!»
Ο Τζάκος καγχάζει.
«Αν αναλαμβάνεις εσύ να την ηρεμήσεις, κάτι που δεν μπόρεσε να κάνει ακόμα και η καινούργια δύναμη του Νάκου να σου υπενθυμίσω, θα χαρώ να την ξυπνήσω, Αγαπούλη μου»
Ο Οδυσσέας σκέφτεται για λίγο.
«Εντάξει! Ας την κουβαλήσουμε έτσι, αφού πρώτα βάλετε ρούχα. Οι πετσέτες δεν είναι το κατάλληλο ένδυμα για πτήση»
Τα δύο ζευγάρια κοιτάζουν κάτω και η Πανδώρα δίνει το σύνθημα.
«Ναι. Πολύ ωραία ιδέα κι αυτή. Πάμε, παιδιά!»
Οι τέσσερις τους τρέχουν μέσα γελώντας, ενώ ο Οδυσσέας και ο Τζάκος κοιτάζουν τον Στέφανο που σηκώνει τους ώμους.
«Μη με κοιτάτε έτσι, εντάξει; Εγώ απέχω από το άθλημα εδώ και κάμποσο καιρό. Αυτοί είναι που δεν έχουν σταματήσει να πηδιούνται από τότε που άλλαξαν»
Οι δύο πατεράδες κοιτάζονται με λυπημένα πρόσωπα.
«Έλεος, ρε Τίγρη! Πως τα λες έτσι;»
«Δεν μας λυπάσαι καθόλου, Ζελεδάκι μου;»
Ο Στέφανος γυρίζει τα μάτια του καθώς σκύβει για να ετοιμάσει την Άρτεμις για την μεταφορά. Μετά, οι άλλοι επιστρέφουν και, αφού αυτός την σηκώνει στην αγκαλιά του, ανοίγουν όλοι τα φτερά τους, ενεργοποιούν την μαγική φούσκα που τους κάνει αόρατους στο ανθρώπινο μάτι και πετούν προς το Λημέρι.
~ ΕΝΤΩΜΕΤΑΞΥ ~ Στο ΛΗΜΕΡΙ ~ ΜΙΚΡΟΛΙΜΑΝΟ ~ ΠΕΙΡΑΙΑΣ ~
Το κλαμπ είναι κλειστό γι' απόψε. Ο Άρης διέταξε τον Νέγρο να διώξει ολόκληρη τη συμμορία, εκτός από τα ανώτερα μέλη που γνωρίζουν το μυστικό. Ο Γιάννης και ο Φράνκο βοηθούν τον Έντι να σερβίρει τους ανθρώπους που περιμένουν στη μεγάλη αίθουσα. Βλέπεται είναι όλοι εδώ. Ο Βίκος με την Θαλασσινή και τα δίδυμα, ο Ορέστης με την Χλόη και τη Μαργαρίτα, ο Ηρακλής με τη Αγνή, ο Έκτορας με τη Ζαφειρία και ο Διονύσης με την Κατερίνα και τα παιδιά, τον Κοσμά και την Αλίκη.
Ο Μικρούλης και ο Νέγρος βρίσκονται στο υπόγειο και βοηθούν τον Αλέκο να ζωγραφίσει Ενοχικά σύμβολα και ρούνους για περισσότερη προστασία στους τοίχους του διαδρόμου έξω από το δωμάτιο όπου θα λάβει χώρα η γέννα. Ο Σαμαήλ βρίσκεται μέσα στο δωμάτιο μαζί με τον Γιατρό. Ο Άρης είναι έξω με τους λύκους και ελέγχουν την περίμετρο, ενώ η Σελήνη και ο Ερμής βοηθούν την Έλενα, η οποία προσπαθεί να δει την έκβαση της γέννας, χωρίς αποτέλεσμα όμως γιατί απ' ότι φαίνεται, ο Τζέι-Τζέι είναι απρόσβλητος σε τέτοιου είδους μαγεία. Η Μαίρη, ο Σάκης και η Εύα ετοιμάζουν το λίκνο στο οποίο θα ξαπλώσει ο Τζέι-Τζέι για τις πρώτες ώρες της ζωής του. Για καλή τύχη, αυτοί πήραν το παλιό λίκνο του Στέφανου και το διακόσμησαν με Ενωχικά σύμβολα ευημερίας και τύχης, τα οποία ζωγράφησαν κάτω απ΄ το ύφασμα.
~ ΔΩΜΑΤΙΟ ΤΟΚΕΤΟΥ ~ ΚΑΤΩ Στο ΥΠΟΓΕΙΟ ~
Ο Σαμαήλ ακουμπάει στον τοίχο και παίζει με το Πεντηκοστιανό Νόμισμα του ανάμεσα στα δάχτυλα του. Ο Γιατρός ζωγραφίζει μερικά τελευταία σύμβολα με κόκκινη μπογιά στα πόδια του κρεβατιού.
«Έη, ψιτ, Γιατρούλη! Το σύμβολο της σταθερότητας έχει μεγαλύτερη καμπύλη»
«Έη, ψιτ, Διαβολάκο! Τι θα λεγες να σταματήσεις να παίζεις μ' αυτό το καταραμένο νόμισμα και να μου δώσεις ένα χεράκι μπας και μπορέσουμε να τελειώσουμε πιο γρήγορα; Το κορίτσι θα είναι εδώ από λεπτό σε λεπτό»
«Ξέρεις, Γιατρέ, δεν είμαι και πολύ μεγάλος φαν της χειρωνακτικής εργασίας»
«Τότε τι στο διάολο κάνεις εδώ;»
«Συμβουλεύω. Ο Οδυσσέας πιστεύει ότι η παρουσία μου εδώ είναι σημαντική»
Η φωνή του Αλέκου απ' τον διάδρομο τον διακόπτει.
«Έη, ψιτ, μαλάκα! Είμαι Ουράνιος τώρα και μπορώ να σ' ακούσω. Σταμάτα να μιλάς για τον άντρα μου!»
Ο Σαμαήλ μορφάζει ενώ ο Γιατρός ξεσπάει σε γέλια.
«Ω, Θεέ μου! Είστε τόσο αστείοι εσείς οι δύο!»
Αυτός σηκώνεται για να ελέγξει τη δουλειά του καθώς ο Αλέκος μπαίνει στο δωμάτιο, αγριοκοιτάζοντας τον Σαμαήλ, ο οποίος του γυρίζει επιδεικτικά την πλάτη αφού πρώτα ανταλλάξουν μερικές φιλοφρονήσεις.
«Μαλάκα!»
«Κόπανε!»
Ο Γιατρός συνεχίζει να γελάει εκνευρίζοντας κι άλλο τον Αλέκο.
«Σταμάτα να γελάς, Γιατρέ, και πες μου αν όλα είναι έτοιμα. Ο Οδυσσέας μου έστειλε μήνυμα ότι είναι καθ' οδόν»
«Όλα είναι πανέτοιμα για τον ερχομό του μικρού μας Νεφελίμ»
Αυτός αρχίζει να εξηγεί τι ακριβώς έκανε στο δωμάτιο.
«Ένα υπερσύγχρονο κρεβάτι τοκετού που μπορεί να μετατραπεί σε χειρουργικό τραπέζι. Ένα πλήρες σετ εργαλείων για φυσιολογικό τοκετό και καισαρική τομή. Εξοπλισμός για τη φροντίδα του νεογνού και φορητή θερμοκοιτίδα με απινιδωτή. Αυτά είναι τα θνητά πράγματα που πιθανότατα δεν θα χρειαστούμε»
Ο Αλέκος κοιτάζει τριγύρω.
«Και με τα αγγελικά πράγματα τι γίνεται;»
«Ενωχικοί προστατευτικοί ρούνοι, αντιδαιμονικά σύμβολα και όλα τα σύμβολα που βρήκα για περιορισμό ενέργειας. Οι τοίχοι είναι καλυμμένοι με υγρό Αδάμαντα κατευθείαν απ' το Ουράνιο Οπλοστάσιο, ευγενική χορηγία του Αρχάγγελου Μιχαήλ»
Ο Αλέκος γνέφει επιδοκιμαστικά.
«Είμαι εντυπωσιασμένος! Έκανες εξαιρετική δουλειά»
«Ελπίζω μόνο να είναι αρκετά»
«Όλα θα πάνε καλά. Μην ανησυχείς για τίποτα»
Τότε, ο Αλέκος στρέφεται στον Σαμαήλ.
«Εσύ έκανες τίποτα για να βοηθήσεις ή απλώς έπαιζες με το νόμισμα σου όλη αυτή την ώρα;»
«Εκτός από το ότι ομορφαίνω αυτό το βρωμερό υπόγειο με την παρουσία μου ...»
Ο Αλέκος γυρίζει τα μάτια του, αλλά ο Σαμαήλ δεν πτοείται και συνεχίζει.
«Έκανα τους λύκους σας αόρατους και επίσης, σας δάνεισα μερικά χαριτωμένα διαβολόσκυλα για να τους βοηθήσουν»
«Ουάου! Ξεκωλώθηκες στην δουλειά!»
«Εσύ μπορεί να με κοροϊδεύεις, αλλά ο άντρας σου έχει διαφορετική άποψη»
Αυτή τη φορά, ο Αλέκος γρυλίζει.
«Με το ζόρι κρατιέμαι να μην ζητήσω απ' τον Άρη να σε σκοτώσει αργά και βασανιστικά»
Ο Σαμαήλ τον πλησιάζει και τσιμπάει παιχνιδιάρικα τα μάγουλα του.
«Κανόνισε το όργιο με σένα, τον άντρα σου και τον Τζάκο που μου υποσχέθηκες, και μετά μπορείς να με σκοτώσεις»
«Αλήθεια θα δεχόσουν να πεθάνεις μετά απ' αυτό;»
«Εσύ απ' όλους τους άλλους θα πρέπει να το ξέρεις. Ο κώλος του άντρα σου αξίζει ακόμα και να πεθάνεις για χάρη του»
«Άντε μου και στο διάολο, παλιομαλάκα!»
Ο Αλέκος βγαίνει έξαλλος απ' το δωμάτιο, αφήνοντας πίσω του τον Σαμαήλ ξεκαρδισμένο στα γέλια, ο οποίος γυρίζει στον Γιατρό που επίσης γελάει.
«Ω, Μπαμπά μου! Τρελαίνομαι όταν τον νευριάζω!»
«Ναι, εντάξει, αλλά για παν ενδεχόμενο, πρόσεχε τα νώτα σου. Ποτέ δεν ξέρεις τι θα βρεθεί πίσω σου»
«Ό,τι κι αν είναι, καλώς να ορίσει»
«Μιλάω για ένα σπαθί»
«Α!»
«Ναι, α!»
Λίγα λεπτά αργότερα, ο Στέφανος μπαίνει στο δωμάτιο με την Άρτεμις στην αγκαλιά του, ακόμα κοιμισμένη. Ο Τζάκος, ο Οδυσσέας και ο Ιάσονας μπαίνουν πίσω του. Με τη βοήθεια του γιατρού, αυτός ξαπλώνει την Άρτεμις στο κρεβάτι, ενώ ο Οδυσσέας σπρώχνει τον Σαμαήλ στον τοίχο και τον κοιτάζει απειλητικά.
«Όταν τελειώσει όλο αυτό, εσύ κι εγώ θα κάνουμε μια πολύ σοβαρή συζήτηση!»
«Γυμνοί στο κρεβάτι, να υποθέσω;»
«Δεν κάνω πλάκα, Εωσφόρε! Σταμάτα να παίζεις με τον άντρα μου!»
«Θα το σκεφτώ»
«Το καλό που σου θέλω γιατί δεν θέλεις να με δεις θυμωμένο!»
Στο μεταξύ, ο Γιατρός εξετάζει την Άρτεμις.
«Το μωρό έχει πάρει θέση. Τα νερά της θα σπάσουν ανά πάσα στιγμή. Ξυπνήστε την»
Ο Τζάκος τοποθετεί τα δάχτυλα του στο μέτωπο της.
«Ξύπνα!»
Αυτή ανοίγει τα μάτια της και κοιτάζει γύρω της μπερδεμένη.
«Πού είμαι; Τι συνέβη;»
Ο Ιάσονας πηγαίνει πίσω απ' το κεφαλάρι του κρεβατιού και ενεργοποιεί τη δύναμη του, ενώ ο Στέφανος κάθεται δίπλα της και αγκαλιάζει τους ώμους της.
«Είμαστε στο Λημέρι, μωρό μου. Ήρθε η ώρα. Έρχεται ο γιος μας»
«Αλήθεια; Πώς όμως; Δεν νιώθω κανέναν ...»
Πριν καν προφέρει τη λέξη, ένας πόνος στη μέση την κάνει να φωνάξει, ενώ ταυτόχρονα ένας σεισμός ταρακουνάει τη γη.
«Τι έλεγες;»
«Θεέ μου! Γεννάω!»
Αυτή τη φορά, η δύναμη του Ιάσονα την πιάνει κι αυτή αρχίζει να γελάει.
«Αυτό θα πονέσει, έτσι δεν είναι;»
Ο Γιατρός χαμογελάει.
«Όχι αν μ' αφήσεις να σου δώσω φάρμακα. Είσαι ακόμα θνητή. Η μορφίνη θα σε πιάσει»
«Όχι! Όχι φάρμακα! Η μαμά Μαίρη γέννησε τον Στέφανο χωρίς φάρμακα. Θέλω να κάνω κι εγώ το ίδιο»
Ο Στέφανος της χαϊδεύει τα μαλλιά.
«Δεν χρειάζεται να το κάνεις αυτό, μωρό μου»
«Μα το θέλω!»
Τα μάτια της γίνονται χρυσά καθώς σπάνε τα νερά της, ενώ μια εκκωφαντική βροντή σπάει την ησυχία του μεσημεριού και κάνει τον Γιατρό να ανασκουμπωθεί.
«Αυτό είναι! Όλοι έξω, εκτός απ' τον Στέφανο και τον Ιάσονα»
Ο Ιάσονας απορεί.
«Εγώ γιατί;»
«Σε χρειάζομαι να την κρατήσεις ήρεμη. Αν χάσει τον έλεγχο, μπορεί να γκρεμίσει ολόκληρο το κτίριο»
«Ωραία! Αυτό δεν είναι καθόλου αγχωτικό!»
Ο Τζάκος βάζει το χέρι του στον ώμο του.
«Μπορείς να το κάνεις, γιε μου. Ο Στέφανος και η Άρτεμις σ' εμπιστεύονται. Εγώ σ' εμπιστεύομαι»
Ο Ιάσονας χαμογελάει στον Τζάκο πριν κλείσει τα μάτια του και βάλει όλη του τη δύναμη σε δράση.
Καθώς όλοι οι άλλοι φεύγουν απ' το δωμάτιο, ο Γιατρός σηκώνει τα μανίκια του, φοράει αποστειρωμένα γάντια και δίνει στον Στέφανο οδηγίες πως να τοποθετήσει την Άρτεμις στην ειδική θέση.
«Γρήγορα, Στέφανε! Δεν έχουμε πολύ χρόνο!»
Ο Στέφανος ακολουθεί τις οδηγίες του Γιατρού.
«Νόμιζα ότι οι συσπάσεις διαρκούν πολλή ώρα»
«Σ' ένα φυσιολογικό τοκετό, ναι, αλλά σ' αυτή τη γέννηση, όχι. Ο γιος σου δεν είναι σαν τα άλλα μωρά»
«Ναι. Κανείς δεν είναι σαν αυτόν. Πόσο χρόνο έχουμε;»
«Λίγα λεπτά. Κάνε γρήγορα!»
Ένας οξύς πόνος κάνει την Άρτεμις να φωνάξει ξανά, με αποτέλεσμα όλες οι λάμπες να εκραγούν και το δωμάτιο να βυθιστεί στο σκοτάδι. Ο Γιατρός καταριέται.
«Ανάθεμα! Αυτό δεν το πρόβλεψα!»
Ο Στέφανος ανάβει μια μικρή μπαλίτσα Ουράνιας Φωτιάς στο χέρι του και διαλύει λίγο το πυκνό σκοτάδι.
«Τι κάνουμε τώρα;»
Εκείνη τη στιγμή, η Μαίρη ορμάει στο δωμάτιο κρατώντας δυο μεγάλα κεριά.
«Ορίστε! Έφερα αυτά!»
Ο Γιατρός την κοιτάζει με απορία.
«Πώς το ήξερες;»
«Έγινε το ίδιο και στον επάνω όροφο. Για την ακρίβεια, σε όλη τη γειτονιά»
Η Άρτεμις χαχανίζει.
«Ουπς!»
«Δεν πειράζει, κόρη μου. Έχουμε τα πάντα υπό έλεγχο. Εσύ συγκεντρώσου στον εγγονό μου. Όσο για σένα, γιε μου, άναψε αυτά!»
Αυτή τοποθετεί τα κεριά αριστερά και δεξιά του κρεβατιού και ο Στέφανος τ' ανάβει, ρίχνοντας μια μικρή φλογίτσα στο καθένα. Η Ουράνια Φωτιά γεμίζει το δωμάτιο με φως και η Μαίρη θέλει να πάει πίσω στον επάνω όροφο, αλλά ο Στέφανος της αρπάζει το χέρι.
«Μη φύγεις, ρε Μάνα! Μείνε μαζί μου, σε παρακαλώ!»
«Μην ανησυχείς, μωρό μου. Αφού το θέλεις τόσο πολύ, θα μείνω»
Ο Γιατρός κάθεται στο σκαμνί μπροστά στην Άρτεμις.
«Έλα, όμορφη! Ώρα να φέρουμε τον γιο σου στον κόσμο»
Τότε, αυτή ζητάει κάτι που φέρνει στη Μαίρη όμορφες αναμνήσεις.
«Συγγνώμη, Γιατρέ, αλλά θέλω να το κάνει ο Στέφανος, έτσι όπως ο δικός του πατέρας τον έφερε στον κόσμο. Ο Τζέι-Τζέι πρέπει να δει εκείνον πρώτα»
Ο Γιατρός χαμογελάει και σηκώνεται απ' το σκαμνί.
«Κανένα πρόβλημα! Έλα, πατέρα!»
Αυτός σπρώχνει το σκαμνί προς τον Στέφανο που κοιτάζει τη μητέρα του, η οποία του κάνει ένα ενθαρρυντικό νεύμα. Μετά, κοιτάζει τον Ιάσονα, ο οποίος κάνει το ίδιο, επεκτείνοντας την εμβέλεια της δύναμης του και στον φίλο του, ο οποίος πρόκειται να φρικάρει στα επόμενα τρία δευτερόλεπτα.
Με την ηρεμία να πλημμυρίζει το σώμα του, ο Στέφανος φιλάει την Άρτεμις στο μέτωπο και κάθεται στο σκαμνί. Ο Γιατρός περπατάει πίσω του και βάζει τα χέρια στους ώμους του. Η Μαίρη βοηθάει την Άρτεμις να τοποθετήσει τα πόδια της στους αναβολείς, δευτερόλεπτα πριν την κάνει να φωνάξει ακόμη ένας πόνος.
Αυτή τη φορά, ένα χρυσό κύμα φεύγει απ' το σώμα της και χτυπάει στον απέναντι τοίχο, αλλά ευτυχώς ο Αδάμαντας απορροφάει την ενέργεια και δεν συμβαίνει τίποτα άλλο. Ο Γιατρός σφίγγει τους ώμους του Στέφανου κι αυτός σηκώνει τη ρόμπα της Άρτεμις.
«Ω, Θεέ μου! Αυτός ... Βλέπω το κεφάλι του!»
Ο Γιατρός τον ταρακουνάει.
«Μη μου φρικάρεις τώρα, Τίγρη! Είμαστε στο τέλος!»
«Όχι! Όχι! Δεν μπορώ να το κάνω!»
Η Μαίρη τον αρπάζει απ' το πιγούνι και τον αναγκάζει να την κοιτάξει.
«Άκου με πολύ προσεκτικά, Στέφανε Ηλιόπουλε! Μπορείς να το κάνεις! Ο πατέρας σου το έκανε όταν ήταν απλά ένας θνητός. Εσύ είσαι άγγελος. Είσαι ο Γητευτής της Ουράνιας Φωτιάς! Είσαι ο γιος του Άγγελου του Ήλιου. Είσαι ο γιος μου, διάολε, και μπορείς να κάνεις τα πάντα!»
«Είμαι ο γιος σου και μπορώ να κάνω τα πάντα!»
«Μπράβο τ' αγόρι μου! Τώρα σκάσε και ξεγέννησε τον γιο σου!»
«Ναι, κυρία!»
Αυτός παίρνει μια βαθιά ανάσα και η Μαίρη κλείνει το μάτι στην Άρτεμις, η οποία προσπαθεί να την ευχαριστήσει, αλλά ο πόνος δεν την αφήνει. Αυτή τη φορά, αυτή καταπίνει την κραυγή της και το σώμα της τυλίγεται στην Ουράνια Φωτιά. Ο Γιατρός κάνει λίγο πίσω.
«Αυτό είναι, Τίγρη. Η προφητεία εκπληρώνεται. Ο γιος σου θα γεννηθεί μέσα στην Ουράνια Φωτιά. Είσαι έτοιμος;»
«Ναι»
Ο Στέφανος απελευθερώνει κι αυτός την Ουράνια Φωτιά, η οποία επίσης τυλίγεται γύρω απ το σώμα του.
Ο Γιατρός απευθύνεται στην Άρτεμις.
«Μόνο ένα σπρώξιμο, όμορφη. Είσαι έτοιμη;»
«Ναι»
«Τότε σπρώξε τώρα!»
Η Φωτιά φουντώνει καθώς η Άρτεμις σπρώχνει με όλη της τη δύναμη και φωνάζει για μια τελευταία φορά. Το μωρό γλιστράει έξω και πέφτει κατευθείαν στα χέρια του Στέφανου, τα οποία είναι εντελώς σταθερά παρά την ένταση που υπάρχει μέσα του. Η Παραδεισένιες Φλόγες τυλίγουν το ξανθό, όμορφο μωρό που είναι ίδιο ο πατέρας του, ο οποίος ξεσπάει σε κλάματα όταν αυτό ανοίγει τα χρυσά του μάτια και τον κοιτάζει μειδιώντας.
«Γεια σου, Τζέι-Τζέι ... Καλώς ήρθες στο πάρτι!»
Η Μαίρη επίσης κλαίει καθώς βλέπει ξανά την ίδια σκηνή και ακούει τα ίδια ακριβώς λόγια, ενώ η Άρτεμις πέφτει πίσω με κομμένη την ανάσα και τεντώνει τα χέρια της μπροστά καθώς οι Φλόγες αρχίζουν να σβήνουν.
«Δώσε μου τον! Δώσε μου τον γιο μου!»
Ο Στέφανος, που κλαίει ακόμα, απορροφάει τη Φωτιά και σηκώνεται με τον Τζέι-Τζέι στην αγκαλιά του. Με γρήγορες κινήσεις, ο Γιατρός κόβει τον ομφάλιο λώρο για να μπορέσει ο Στέφανος να δώσει το μωρό στην Άρτεμις. Μετά, ο Στέφανος, πολύ προσεκτικά, σαν να είναι φτιαγμένος από πορσελάνη, τοποθετεί τον Τζέι-Τζέι στο στήθος της Άρτεμις, που επίσης κλαίει.
«Κοίτα, Κοριτσάκι! Κοίτα τι δημιούργησες. Πως να σ' ευχαριστήσω;»
Αυτή του χαϊδεύει το μάγουλο πριν γυρίσει να κοιτάξει τον γιο της, που την κοιτάζει κατευθείαν στα μάτια.
«Γεια σου, Τζέι-Τζέι ... Καλώς ήρθες στο πάρτι!»
Το μωρό, αν και είναι μόλις λίγων λεπτών, σηκώνει το κεφάλι του και σέρνεται πάνω της μέχρι που αγκαλιάζει τον λαιμό της και πιέζει το στόμα του στο δικό της. Ο Ιάσονας, που είναι ο μόνος που μπορεί να δει τι ακριβώς συμβαίνει επειδή στέκεται πάνω απ' το προσκέφαλο, αναφωνεί με έκπληξη.
«Άγιε Πατέρα! Αυτός μοιράζεται τη Χάρη του μαζί της!»
Πριν προλάβει κανείς ν' αντιδράσει, μητέρα και γιος τυλίγονται σ' ένα εκτυφλωτικό φως που διαρκεί λίγα δευτερόλεπτα και όταν ξεθωριάζει, αποκαλύπτει ένα θαυμάσιο θέαμα. Δίχρωμα χρυσά και λευκά φτερά ταλαντεύονται στην πλάτη της Άρτεμις ενώ ο Τζέι-Τζέι χτυπά τα δικά του μικροσκοπικά και ολόχρυσα.
Ο Στέφανος γοητεύεται απ' αυτό που βλέπει, τρέχει κοντά τους και αγγίζει τα καινούργια φτερά της Άρτεμις.
«Ω, μωρό μου! Είναι ... Είσαι υπέροχη!»
Αυτή τρέμει στο άγγιγμα του.
«Σ' αρέσω; Αλήθεια;»
«Είσαι το πιο όμορφο πράγμα που έχω δει ποτέ»
«Λάθος. Υπάρχει κάτι άλλο που είναι ακόμα πιο όμορφο. Ο γιος μας»
«Ναι. Ο γιος μας»
Αυτός χαϊδεύει τον Τζέι-Τζέι, ο οποίος αρπάζει το δάχτυλο του, όπως εκείνος έκανε στον δικό του πατέρα. Η Μαίρη, που ακόμα κλαίει σαν μικρό παιδί, πιάνει το χέρι του Ιάσονα που κλαίει κι αυτός και ανεβαίνουν πάνω να πουν στους άλλους τα καλά νέα. Ο Γιατρός τους ακολουθεί, αφήνοντας το ζευγάρι μόνο με το μωρό τους. Όταν οι τρεις τους μένουν μόνοι, η Άρτεμις μαζεύει τα φτερά της για να μπορέσει να ξαπλώσει και ο Στέφανος ξαπλώνει δίπλα της και την παίρνει στην αγκαλιά του.
«Σ' αγαπάω, Άρτεμις»
«Κι εγώ σ' αγαπάω, Στέφανε»
Αυτός σκύβει να την φιλήσει, αλλά ο Τζέι-Τζέι, που είναι ξαπλωμένος πάνω στην μητέρα του, έχει κάτι άλλο στο μυαλό του και γι' αυτό, τη στιγμή που τα χείλη του αγγίζουν τα δικά της, μια γλυκιά φωνούλα ακούγεται στα κεφάλια τους. Βλέπετε, τώρα που η Άρτεμις είναι πραγματικός άγγελος, μπορεί να τον ακούσει.
«Συγγνώμη αν ενοχλώ, αλλά πεινάω. Μπορείτε να κάνετε κάτι γι' αυτό, Μαμά και Μπαμπά;»
Αυτοί αρχίζουν να γελάνε.
«Συγγνώμη, μωρό μου»
«Ξεχάσαμε ότι είσαι μισός άνθρωπος και χρειάζεσαι φαγητό»
«Δεν πειράζει, Μπαμπά. Άσε την μαμά να με ταΐσει τώρα και θα σας συγχωρήσω»
Η Άρτεμις, γελώντας ακόμα, ανοίγει τη ρόμπα της και τον βάζει στο στήθος της. Αυτός αρχίζει να τρώει λαίμαργα, με αποτέλεσμα ο Στέφανος ν' αρχίσει τους μορφασμούς. Αυτή απορεί.
«Προς τι οι γκριμάτσες;»
«Είχα συμφιλιωθεί με την ιδέα του θηλασμού, αλλά τώρα που το βλέπω ...»
«Ζηλεύεις, ε;»
«Λίγο, ναι»
Η απάντηση έρχεται από τον ίδιο τον Τζέι-Τζέι.
«Λίγες μέρες υπομονή, Μπαμπά, μέχρι να βγάλω δόντια και να μπορώ να φάω κανονικό φαγητό. Ως τότε όμως, αυτή είναι η περιοχή μου. Εσύ μείνε πίσω!»
Η Άρτεμις γελάει ακόμα πιο δυνατά και ο Στέφανος γρυλίζει.
«Άκου να σου πω κάτι, φιλαράκο!»
«Όχι τώρα, Μπαμπά. Θα με μαλώσεις αργότερα. Τώρα θέλω να μου τραγουδήσετε το τραγούδι που σου τραγούδησε η γιαγιά όταν γεννήθηκες. Αυτό με τον γάτο»
Ο Στέφανος κοιτάζει την Άρτεμις.
«Κοίτα που έχει και προτιμήσεις»
Αυτή σηκώνει τους ώμους.
«Έλα, ας του κάνουμε τη χάρη»
«Ας είναι!»
Αυτός την αγκαλιάζει πιο σφιχτά κι εκείνη βάζει το κεφάλι της στον ώμο του. Αρχίζουν να τραγουδούν μαζί και ο Τζέι-Τζέι πιάνει τα μαλλιά της μαμάς του με το ένα χέρι και το δάχτυλο του μπαμπά του με το άλλο καθώς συνεχίζει να θηλάζει.
* Ήταν ένας γάτος μαύρος πονηρός ... Κάθε που εβράδιαζε ντύνονταν γαμπρός ... Τα μαλλιά του έκανε λίγο κατσαρά ... Κι ένα κόκκινο παπιόν φορούσε στην ουρά.
Σε κάθε σπίτι πήγαινε όπου έβλεπε καπνό ... Ζητούσε τα κορίτσια δήθεν για σκοπό ... Κι αυτές άλλο δε θέλανε φορούσαν νυφικά ... Κάλιο με ένα γάτο παρά με κοιλαρά.
Μα όπως είπα στην αρχή, ο γάτος πονηρός ... Βόλευε τα κορίτσια και γίνονταν καπνός ... Με τόση καρπερότητα, αχ, να 'χα μια σταλιά ... Γέμισαν τα ιδρύματα με μπάσταρδα γατιά *
https://youtu.be/FhQBJtsQ3A0
ΣΗΜΕΙΩΣΗ : Το Πεντηκοστιανό νόμισμα του Σαμαήλ είναι ένα ισχυρό μυστικιστικό αντικείμενο που επιτρέπει σε κάποιον να ταξιδέψει από ή προς την Κόλαση, με τον μοναδικό περιορισμό ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί μονάχα μία φορά.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro