Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Καλώς Ήρθες Στην Φωλιά Μας, Τιτάνα ...

~ ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ ~ ΠΕΜΠΤΗ, 28 ΜΑΡΤΙΟΥ 2019 ~

~ ΓΥΡΩ στο ΜΕΣΗΜΕΡΙ ~

~ ΚΤΗΜΑ της ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ~ ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗ ~ ΕΞΩ στον ΚΗΠΟ ~

Η αγέλη έχει μαζευτεί για να υποδεχτεί την άλλη αγέλη, αυτή των λύκων. Ο Τζάκος διδάσκει στ' αγόρια του, τον Στέφανο και τον Νικόλα, διάφορες τεχνικές αγγελικής μάχης, ενώ η Μαίρη δείχνει στα κορίτσια της, την Αναΐς, την Πανδώρα και την Εύα, πώς να χρησιμοποιούν τα φτερά τους ως όπλα, αλλά και ως ασπίδες.

Πριν συνεχίσουμε, μιας και έχουμε ήδη μιλήσει για τις βιολογικές ανάγκες των Υπερφυσικών πλασμάτων - Βασικά, οι άγγελοι δεν έχουν καμία. Δεν χρειάζονται ούτε φαγητό, ούτε νερό, ούτε πλύσιμο, ούτε ύπνο. Αν τρώνε, πίνουν ή πλένονται, το κάνουν μόνο για ευχαρίστηση. Τα υβρίδια χρειάζονται αίμα, κατά προτίμηση ανθρώπινο λόγω της βαμπιρικής τους φύσης, και σχεδόν ωμή σάρκα ζώων λόγω της λυκίσιας φύσης. Αυτοί χρειάζονται και λίγο ύπνο, όχι τόσο όσο ένας θνητός, αλλά πρέπει οπωσδήποτε να ξεκουράζονται τουλάχιστον δύο ώρες κάθε νύχτα ή τέσσερις ώρες κάθε δύο νύχτες - τώρα θα σας πω για τα υπόλοιπα, την ανατομία και την φυσιολογία τους.

Οι άγγελοι είναι δυνατά, παντοδύναμα και αθάνατα όντα. Μιλούν όλες τις γλώσσες και έχουν και μία δική τους, τα Ενωχιανά. Δεν γερνούν και το σώμα τους είναι σχεδόν άφθαρτο. Λέω σχεδόν γιατί υπάρχει κάτι που μπορεί όχι μόνο να τους πληγώσει αλλά και να τους σκοτώσει. Ο Αδάμαντας, το υλικό του Παραδείσου, απ' το οποίο είναι φτιαγμένα τα ξίφη τους. Φυσικά, για να πεθάνει ένας άγγελος πρέπει να χτυπηθεί το κομμάτι του Θεού, μια μικρή μπαλίτσα σε μέγεθος μπιζελιού, που υπάρχει μέσα τους και βρίσκεται στο κέντρο του στέρνου τους. Όπως καταλαβαίνεται, αυτό είναι αρκετά δύσκολο, έως και ακατόρθωτο.

Στις φλέβες τους κυλάει κάτι σαν αίμα, το Ιχώρ, που είναι λίγο πιο παχύρρευστο απ' το ανθρώπινο αίμα και χρυσαφί αντί για κόκκινο. Τα φτερά τους, που στην αφή είναι απίστευτα απαλά, μπορούν να μετατραπούν σε θανατηφόρο όπλο εάν χρησιμοποιηθούν σωστά. Είναι επίσης πραγματικά άθραυστα. Ούτε καν ο αδάμαντας δεν μπορεί να τα βλάψει. Έτσι, αν ένας άγγελος τυλίξει τα φτερά του γύρω απ' το σώμα του τη στιγμή του κινδύνου, δεν υπάρχει τίποτα να φοβηθεί. Τέλος, η Ενωχιανή μαγεία τους επιτρέπει να κρύβουν την πραγματική τους μορφή απ' τους θνητούς, εκτός απ' αυτούς που έχουν την Ενόραση, και επίσης, τους κάνει αόρατους όταν πετούν.

Όσο για τα υβρίδια, η βαμπιρική τους φύση τους δίνει δύναμη, ταχύτητα, οξυμένες αισθήσεις και αθανασία. Το ανθρώπινο αίμα τους παρέχει όλα τα απαραίτητα συστατικά που χρειάζεται το σώμα τους για να παραμείνει νέο και δυνατό. Δεν έχουν καμία απ' τις ηλίθιες αδυναμίες που παρουσιάζονται στις ταινίες τρόμου, όπως το σκόρδο ή τον αγιασμό. Μπορούν να πληγωθούν, αλλά επουλώνονται πολύ γρήγορα εκτός κι αν η πληγή είναι από κάτι φτιαγμένο από αδάμαντα. Φυσικά μια τέτοια πληγή δεν τους σκοτώνει, αλλά χρειάζεται πολύ χρόνο για να επουλωθεί. Ούτε ο ήλιος τους κάνει κακό. Μάλλον το αντίθετο. Το φως και η ζεστασιά του ήλιου τους ζωντανεύουν και τους γεμίζουν ευφορία. Βασικά, αυτό οφείλεται στον Ιωνάθαν, τον Άγγελο του Ήλιου, μιας και ο Φύλακας δημιουργήθηκε για να τον προστατεύει.

Όπως σας είπα, είναι αρπακτικά, αλλά δεν έχουν την ορμή να κυνηγήσουν και να σκοτώσουν ανθρώπους, και αυτό οφείλεται στη λυκίσια φύση τους. Όμως πρέπει να το διευκρινίσουμε λίγο αυτό γιατί δεν θέλω να μπερδευτείτε. Ο Φύλακας, η Φεγγαρογέννητη και τα δύο τους παιδιά δεν είναι υβρίδια βαμπίρ και λυκάνθρωπου. Είναι μισοί βαμπίρ και μισοί Λύκοι. Κανονικοί λύκοι. Επομένως, δεν είναι δολοφόνοι και η ψυχή τους, γιατί ναι, έχουν ψυχή, είναι αγνή και γεμάτη αγάπη του ενός για τον άλλον, αλλά και για την υπόλοιπη αγέλη.

Όταν η Νύχτα δημιούργησε τον Φύλακα, αποφάσισε να συνδυάσει το κακό (βαμπίρ) με το καλό (λύκος) και να δημιουργήσει τον τέλειο συνδυασμό. Γιατί αυτό ακριβώς είναι η αγαπημένη μας οικογένεια. Ένας τέλειος συνδυασμός μιας σχεδόν θεϊκής δύναμης και μιας αγνής ψυχής, έτοιμη να θυσιαστεί γι' αυτούς που αγαπά.

Τώρα που το ανέφερα. Τα υβρίδια είναι αθάνατα, αλλά μπορούν να πεθάνουν, αλλά μόνο αν το θέλουν. Το μόνο που έχουν να κάνουν είναι να σταματήσουν να πίνουν αίμα. Μετά από σύντομο χρονικό διάστημα, το σώμα τους αρχίζει να αποσυντίθεται έως ότου διασκορπιστεί πλήρως στο σύμπαν, έτσι ώστε τα κύτταρά τους να μπορούν να αναζητήσουν και να βρουν το επόμενο σώμα που θα απορροφήσει την ψυχή τους.

Ο Φύλακας και η Φεγγαρογέννητη το κάνουν αυτό κάθε φορά που ενεργοποιείται η κατάρα του Ιωνάθαν και της Μαριάμ και πεθαίνουν. Φυσικά, ελπίζουν να μην χρειαστεί να το κάνουν ποτέ ξανά. Ούτε αυτοί, ούτε και τα παιδιά τους, γιατί ναι, μπορεί να μην υπάρχει πόνος, αλλά η όλη εμπειρία είναι χάλια!

Τέλος, αυτοί έχουν την δύναμη του ψυχαναγκασμού. Μπορούν, κοιτώντας στα μάτια κάποιον, να τον αναγκάσουν να κάνει αυτό που θέλουν, να του δημιουργήσουν ψεύτικες αναμνήσεις ή να εξαφανίσουν τις αληθινές. Επίσης, κάποιοι απ' αυτούς, στην ιστορία μας ο Ερμής και η Έλενα, έχουν επιπλέον ικανότητες, όπως η τηλεκινησία, ο έλεγχος των στοιχείων και τα οράματα.

Αυτά για τώρα. Ώρα να επιστρέψουμε στην κανονική ροή της ιστορίας μας. Όπως είπα, οι άγγελοι διδάσκουν τα παιδιά τους. Όλοι, εκτός απ' τον Οδυσσέα, που περιπολεί την περίμετρο του κτήματος, με τον Προμηθέα στον ώμο του, μαζί με τον Μικρούλη, που έχει μαγευτεί απ' όλους τους.

Η Σελήνη έχει αναλάβει να εκπαιδεύσει τις θνητές γυναίκες της αγέλης, τη Χλόη, την Θαλασσινή, την Αναστάζια, την Ζαφειρία, την Αγνή και την Κατερίνα, που μαζί με τον Διονύση επέστρεψαν απ' το ταξίδι τους σήμερα το πρωί. Η Γιαγιά Άρτεμις κάθεται δίπλα στην πισίνα και μαθαίνει στην Έλενα, στην Μαργαρίτα και στην Άρτεμις πώς να διαβάζουν τους οιωνούς του μέλλοντος με μια τράπουλα. Φυσικά, η μικρή Έλενα δεν χρειάζεται κάτι τέτοιο γιατί έχει τα οράματα της, αλλά οι επιπλέον γνώσεις δεν έβλαψαν ποτέ κανέναν. Ο Άρης, με την Λούνα στον ώμο του, προπονεί τους άντρες, τον Ορέστη, τον Αλέκο, τον Βίκο, τον Σπύρο, τον Ηρακλή, τον Διονύση, τον Ιάσονα, τον Μάξιμο, τον Σάκη, τον Κοσμά και τα δίδυμα. Όσο για τον Ερμή, αυτός εξασκείται στον έλεγχο των στοιχείων με την πολύτιμη βοήθεια της Αλίκης.

Βασικά, αυτός το ζήτησε απ' την Μαργαρίτα, αλλά αυτή αρνήθηκε γιατί ήθελε να δώσει ένα μάθημα στην Αλίκη κάνοντας τον να την παρακαλέσει, αλλά την πάτησε ξανά, γιατί απλούστατα, ο Ερμής ούτε που ασχολήθηκε. Μόλις αυτή του είπε όχι, αυτός στράφηκε κατευθείαν στην Αλίκη, η οποία δέχτηκε με χαρά. Και έτσι, αυτή τώρα γελάει δυνατά καθώς την σηκώνει απ' το έδαφος με τη βοήθεια του αέρα και τη στριφογυρίζει ενώ σχηματίζει με το νερό της πισίνας διάφορα σχήματα, καρδούλες, αστέρια, ήλιους, πάνω απ΄ το κεφάλι της.

Κάποια στιγμή, ο Διονύσης αφήνει την προπόνηση για λίγο, σκουπίζει τον ιδρώτα απ' το μέτωπο του και πηγαίνει προς τον Άρη, ο οποίος του χαμογελάει.

«Τι έγινε, Διονυσάκη; Κουράστηκες ήδη;»

«Πες στον γιο σου να σταματήσει να προσπαθεί να εντυπωσιάσει την κόρη μου με ύπουλα κόλπα»

«Τι λες, μωρέ;»

«Κοίτα εκεί και θα καταλάβεις»

Ο Άρης στρέφει το κεφάλι του προς την κατεύθυνση που του δείχνει και ξεσπάει σε γέλια. Ο Διονύσης τον κοιτάζει με απορία.

«Γελάς;»

«Τι άλλο μπορώ να κάνω, ρε Διονύση;»

Ο Διονύσης χαμηλώνει την φωνή του για να μην τον ακούσουν οι υπόλοιποι.

«Δεν θέλω να της δίνει ελπίδες και να την κρατάει πίσω. Από πριν ήταν ερωτευμένη μαζί του. Πόσο μάλλον τώρα. Με όλα αυτά, ίσως νομίζει ότι πρωταγωνιστεί σε κάποια εφηβική ταινία. Φοβάμαι, Άρη. Δεν θέλω να πληγωθεί το κοριτσάκι μου»

«Ο Ερμής δεν θα την πλήγωνε ποτέ»

«Ο Ερμής είναι ταγμένος στην Μαργαρίτα. Όταν έρθει ο καιρός θα πάει μαζί της και η Αλίκη μου θα πληγωθεί»

Εκείνη τη στιγμή, πριν προλάβει ν' απαντήσει ο Άρης, ο Ερμής, ο οποίος προφανώς άκουσε τη συζήτηση των δύο ανδρών, σηκώνεται απ' το έδαφος και πηγαίνει κατευθείαν κάτω απ' την ιπτάμενη Αλίκη. Με μια σχεδόν ανεπαίσθητη κίνηση του κεφαλιού του, ο αέρας χάνεται κι αυτή αρχίζει να πέφτει. Όπως είναι φυσικό, ο πατέρας της ξαφνιάζεται και θέλει να τρέξει προς το μέρος της, αλλά ο Άρης, γνωρίζοντας καλά ότι το κορίτσι δεν διατρέχει κανέναν απολύτως κίνδυνο, τον σταματάει, πιάνοντας τον απ' το μπράτσο.

«Όχι! Μην πας!»

«Μα πέφτει!»

«Απλά κοίτα!»

Η Αλίκη ουρλιάζει καθώς πέφτει, αλλά η κραυγή της μετατρέπεται σε γέλιο όταν ο Ερμής εκτελεί ένα άψογο άλμα, την αρπάζει στην αγκαλιά του και προσγειώνονται μαζί. Οι άλλοι χειροκροτούν τα άψογα αντανακλαστικά του, αλλά εκείνος κοιτάζει τον πατέρα του και περιμένει τη δική του επιβεβαίωση, η οποία έρχεται αμέσως με ένα διακριτικό κλείσιμο του ματιού. Ο Διονύσης, απ' την άλλη, εκπνέει ανακουφισμένος.

«Δόξα τω Θεώ, ή ... Τέλος πάντων!»

Ο Ερμής αφήνει κάτω την Αλίκη και τον κοιτάζει συνοφρυωμένος.

«Αλήθεια τώρα; Πίστεψες πραγματικά ότι θα μπορούσα να την αφήσω να πέσει και να χτυπήσει;»

Ο Διονύσης τον κοιτάζει παρακλητικά.

«Μπορείς να μου υποσχεθείς, εδώ και τώρα, ενώπιων όλων, ότι δεν θα την πληγώσεις ποτέ, ό,τι κι αν συνεπάγεται αυτό;»

«Ναι»

«Υπόσχεση του λύκου;»

«Υπόσχεση του λύκου!»

Ο Διονύσης ξεφυσάει και κοιτάζει την Κατερίνα, η οποία τον ενθαρρύνει με τα μάτια της.

«Εντάξει! Σε πιστεύω! Αλλά σε προειδοποιώ κιόλας! Αν δεν τηρήσεις την υπόσχεση σου ... Μπορεί να είμαι θνητός, αλλά ξέρω πως να σε πονέσω!»

Οι άλλοι γελούν ενώ ο Ερμής και η Αλίκη κοιτάζονται και γυρίζουν τα μάτια τους ταυτόχρονα. Αμέσως μετά, αυτή απαιτεί την εκπλήρωση μιας άλλης υπόσχεσης.

«Τέλος πάντων! Ερμή, μου υποσχέθηκες ένα τρέξιμο ανάμεσα στα δέντρα. Μπορούμε να πάμε τώρα;»

«Φυσικά. Εγώ τηρώ τις υποσχέσεις μου. Ανέβα στην πλάτη μου και κρατήσου γερά»

Χαχανίζοντας, αυτή σκαρφαλώνει στην πλάτη του και τυλίγει τα πόδια της γύρω απ' τη μέση του και τα χέρια της γύρω απ' το λαιμό του. Αυτός σκύβει και ελευθερώνει τη μακριά ουρά του. Βλέπετε, αυτή τον βοηθάει να κρατά την ισορροπία του όταν τρέχει με σούπερ ταχύτητα.

«Έτοιμη, Αλικάκι;»

«Πάντα!»

Παρά τις οξυμένες αισθήσεις του, αυτός δεν προσέχει το δολοφονικό βλέμμα στα μάτια της Μαργαρίτας, η οποία τους κοιτάει με μίσος καθώς αυτοί εξαφανίζονται στα δέντρα. Ο μόνος που το προσέχει είναι ο πατέρας της ο Ορέστης, ο οποίος όμως δεν λέει σε κανέναν τίποτα φοβούμενος την αντίδραση τους. Δυστυχώς όμως, το μέλλον θα δείξει ότι αυτή του η απόφαση είναι το μεγαλύτερο λάθος της ζωή του. Και το ακόμα χειρότερο είναι ότι η Έλενα δεν μπορεί να το δει γιατί η απόφαση δεν έχει παρθεί ακόμα.

Αρκετή ώρα αργότερα, λίγο πριν την δύση του ήλιου, οι ήρωες μας έχουν τελειώσει την προπόνηση, έχουν κάνει μπάνιο και τώρα ξεκουράζονται στους αναπαυτικούς καναπέδες του κήπου, τρώγοντας και πίνοντας. Αυτοί που το χρειάζονται βασικά γιατί οι άλλοι απλά βοηθούν τους συντρόφους τους. Τι εννοώ; Την Άρτεμις, που νιώθει λίγο παραπάνω την ζέστη λόγω της κατάστασης της κι αυτό την κάνει να υποφέρει, και αν προσθέσεις τα πρησμένα πόδια της, στα οποία ο Στέφανος κάνει μασάζ αυτή τη στιγμή ενώ ταυτόχρονα της κάνει αέρα με το φτερό του.

Ο Τζάκος πιέζει τα χείλη του μεταξύ τους και προσπαθεί να μη γελάσει όταν αυτός τον κοιτάζει με ικετευτικά μάτια, ζητώντας βοήθεια γιατί αυτή εξακολουθεί να γκρινιάζει παρά τις προσπάθειες του. Εντάξει, είναι πολύ χαριτωμένη όταν το κάνει, αλλά και πάλι!

«Θεέ μου! Τι ζέστη είναι αυτή! Νιώθω να καίγομαι και είναι ακόμη Μάρτιος. Τι θα γίνει όταν έρθει ο Ιούλιος και ο Αύγουστος; Θα ψηθώ ζωντανή!»

Ο Στέφανος την κοιτάζει με κατανόηση.

«Τίποτα δεν θα γίνει επειδή θα έχεις γεννήσει μέχρι τότε»

«Είσαι σίγουρος;»

«Ναι, είμαι. Ο Γιατρός το υπολόγισε και είναι σίγουρος ότι θα γεννήσεις μεταξύ 10 και 20 Ιουνίου»

Αυτή κοιτάζει κάτω και αγγίζει την κοιλιά της.

«Δύο μήνες ακόμα, μωρό μου. Εξήντα μέρες και μετά εσύ κι εγώ θα βρεθούμε επιτέλους. Ανυπομονώ τόσο πολύ!»

Η απάντηση του Τζέι-Τζέι δεν αργεί να έρθει, αν και μόνο ο Στέφανος μπορεί να την ακούσει.

«Ανυπομονώ κι εγώ, Μανούλα. Μακάρι να μπορούσα να σε συναντήσω τώρα, αλλά πρέπει να μείνω εδώ για να δυναμώσω. Πρέπει να είμαι πολύ δυνατός, Μαμά, για να μας σώσω όλους»

Φυσικά, όταν αυτός ακούει αυτά τα λόγια απ' τον γιο του, αναστατώνεται αρκετά και ο Τζάκος το αντιλαμβάνεται αμέσως.

«Τίγρη ...;»

Ο Στέφανος γυρίζει και κοιτάζει τον πατέρα του στα μάτια, προειδοποιώντας τον ότι αυτό πρέπει οπωσδήποτε να μείνει μεταξύ τους. Όπως πάντα, ο Τζάκος επεμβαίνει αμέσως, σηκώνοντας τα χέρια του δεξιά και αριστερά του κεφαλιού του και εξαπολύοντας ένα αόρατο νοητικό κύμα που κοιμίζει τους πάντες εκτός απ' τον Στέφανο και τον Άρη.

Ο Άρης, που το έχει ξαναδεί αυτό, δεν αντιδρά καθόλου. Ο Στέφανος όμως, βλέποντας όλους τους άλλους να πέφτουν σε βαθύ ύπνο, σηκώνεται πάνω αρκετά αναστατωμένος.

«Τι στο διάολο, ρε Μπαμπά; Τι τους έκανες;»

«Τίποτα, Τίγρη. Απλώς τους κοίμισα για λίγο»

«Γιατί;»

«Επειδή άκουσες κάτι απ' τον εγγονό μου που έπρεπε να μείνει μεταξύ μας»

«Δεν το εννοούσα έτσι, αλλά τέλος πάντων! Αυτός γιατί είναι ξύπνιος;»

Ο Στέφανος δείχνει τον Άρη, ο οποίος κάνει αυτάρεσκες γκριμάτσες.

«Έχω ανοσία στις διανοητικές δυνάμεις των αγγέλων, Τίγρη. Φρόντισε η Νύχτα γι' αυτό, ώστε να μπορώ να προστατέψω τον πατέρα σου απ' την οργή και την ζήλια των άλλων αγγέλων»

Ο Τζάκος συνοφρυώνεται.

«Ναι. Αυτό είναι πολύ εκνευριστικό!»

Ο Στέφανος χαμογελάει.

«Κι εγώ; Έχω την ίδια ανοσία;»

«Όχι, γιε μου. Εσύ είσαι ξύπνιος γιατί το ήθελα εγώ»

Η γλυκιά φωνούλα του Τζέι-Τζέι ακούγεται πεντακάθαρα στ' αφτιά του Στέφανου.

«Έη, Μπαμπά! Ρώτα τον παππού για μένα. Ήθελε να μείνω κι εγώ ξύπνιος γιατί βασικά είμαι»

Ο Στέφανος γελάει κάνοντας τον Τζάκο να παραξενευτεί.

«Γιατί γελάς;»

«Άφησες και τον Τζέι-Τζέι έξω απ' αυτό έκανες;»

«Όχι. Τον κοίμισα κι αυτόν»

Ο Στέφανος γελάει ακόμα πιο δυνατά.

«Βασικά ... Νομίζεις!»

«Τι; Μη μου πεις ότι είναι ...;»

«Ω, ναι! Είναι εντελώς ξύπνιος!»

Ο Τζάκος θυμώνει ακόμα περισσότερο, ενώ ο Άρης ακολουθεί τον Στέφανο και αρχίζει να γελάει.

«Απ' ότι φαίνεται, παντοδύναμε Άγγελε, υπάρχει ένα ακόμη άτομο απρόσβλητο στις δυνάμεις σου. Ω, Θεά μου! Αυτό είναι απίθανο!»

Ο Τζάκος του γρυλίζει απειλητικά.

«Πολύ αστείο, εκνευριστικό Υβρίδιο! Σκάσε τώρα!»

Ο Τζέι-Τζέι ανησυχεί λίγο ακούγοντας τον.

«Ο παππούς θύμωσε πολύ, ε;»

Ο Στέφανος τον καθησυχάζει.

«Ναι, αλλά μην ανησυχείς. Θα το ξεπεράσει»

«Πιάσε το χέρι του. Θέλω να του μιλήσω»

«Θα μπορέσει να σ' ακούσει;»

«Εδώ πέτυχε με την μαμά που είναι ακόμα θνητή. Με τον παππού που είναι άγγελος θα πετύχει σίγουρα»

«Εντάξει! Περίμενε λίγο!»

Αυτός στρέφεται στον Τζάκο.

«Μπαμπά, δώσε μου το χέρι σου»

«Γιατί;»

«Για να βάλω τον Τζέι-Τζέι σε ανοιχτή ακρόαση. Θέλει να σου μιλήσει»

Πράγματι, μόλις πατέρας και γιος ενώνουν τα χέρια τους, ο Τζάκος μπορεί ν' ακούσει πεντακάθαρα τον εγγονό του.

«Γεια σου, Παππού! Μ' ακούς;»

«Ναι, φιλαράκο»

«Συγγνώμη που σε θύμωσα»

«Όχι, Τζέι-Τζέι. Μην απολογείσαι, αγορίνα μου. Δεν φταις εσύ που είσαι τόσο δυνατός»

«Πρέπει να είμαι δυνατός, Παππού, για να μας σώσω όλους»

«Μάλιστα! Αυτό είπες στον πατέρα σου και τον αναστάτωσες, ε; Τι εννοείς, πιτσιρίκο; Από ποιον κινδυνεύουμε;»

«Πιάσε το χέρι του Φύλακα. Πρέπει ν' ακούσει κι αυτός αυτά που έχω να πω»

Αυτός πιάνει το χέρι του Άρη και ο Τζέι-Τζέι αρχίζει ξανά να μιλάει.

«Ο Ναθάνιελ, Παππού. Απ' αυτόν κινδυνεύουμε»

Τα μάτια του Τζάκου λάμπουν χρυσά.

«Ενεργοποιήθηκε η κατάρα, ε;»

«Ναι. Αυτός έρχεται και αυτή τη φορά έχει και συμμάχους»

Ο Άρης συνειδητοποιεί αμέσως τι εννοεί.

«Εννοείς τους Φύλακες της φυσικής ισορροπίας, σωστά;»

«Ναι, Φύλακα, αλλά όχι μόνο αυτούς. Αυτή τη φορά, αυτός έχει στρατολογήσει και υπερφυσικά όντα εκτός από αναλώσιμους θνητούς»

Ο Στέφανος αναρωτιέται κάτι.

«Πώς τα ξέρεις όλα αυτά, Τζέι-Τζέι;»

«Δεν ξέρω. Απλώς τα ξέρω»

Ο Τζάκος ζητάει περισσότερα.

«Και ξέρεις τι πρέπει να κάνουμε;»

«Ναι. Πρέπει ν' αυξήσουμε την δύναμη μας. Χρειαζόμαστε κι άλλους αγγέλους»

«Αυτό είναι αδύνατο. Κανένας άγγελος δεν θα πολεμήσει για μας. Μας το έκαναν ξεκάθαρο όταν φύγαμε απ' τον Παράδεισο»

«Κι όμως, υπάρχει ένας που θα το έκανε με όλη του την καρδιά»

«Ποιος;»

«Ο Σαμαήλ. Το ξέρεις ότι θα έκανε τα πάντα για τον Θελιέλ»

Ακούγοντας αυτό το όνομα, οι τρεις άντρες κοιτάζονται μεταξύ τους. Ο Στέφανος ζητάει διευκρινήσεις.

«Όταν λέει Σαμαήλ, εννοεί τον Διάβολο;»

Ο Τζάκος νεύει.

«Ναι. Δεν υπάρχει άλλος άγγελος μ' αυτό το όνομα»

«Και τι; Που πρέπει να πάμε να τον βρούμε; Στην κόλαση;»

Ο Άρης κουνάει το κεφάλι του.

«Όχι. Είναι εδώ. Αυτός έχει εγκαταλείψει το βασίλειό του στην κόλαση εδώ και πολύ καιρό»

«Περπατάει στη γη; Χριστός κι Απόστολος!»

Ο Τζάκος του εξηγεί.

«Δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει αυτό, γιε μου. Ο Σαμαήλ απολαμβάνει να ζει ανάμεσα στους ανθρώπους»

«Μα νόμιζα ότι μισούσε τους ανθρώπους»

«Το έκανε μέχρι που έζησε ανάμεσα τους»

«Και τι; Άλλαξε γνώμη;»

«Εντελώς. Όλα όσα έχεις ακούσει γι' αυτόν κατά καιρούς είναι ψέματα. Ο Θεός απλά χρειαζόταν κάποιον για να τρομοκρατεί τους θνητούς και η εξέγερση του Σαμαήλ Του έδωσε αυτό ακριβώς. Έναν πανίσχυρο κακό»

Ο Άρης σιγοντάρει.

«Οι άνθρωποι δεν χρειάζονται τον Διάβολο για να κάνουν το κακό, Στέφο. Μερικοί απ' αυτούς είναι ικανοί να το κάνουν μόνοι τους»

Ο Τζάκος συνεχίζει.

«Εξάλλου, πρέπει να θυμάσαι ότι είναι Αρχάγγελος»

Ο Στέφανος ξεφυσάει.

«Καλά όλα αυτά, αλλά πως ακριβώς θα τον βρούμε; Πρέπει να ψάξουμε ... Δεν ξέρω ... Όλο τον πλανήτη, υποθέτω»

Ο Τζέι-Τζέι χαχανίζει.

«Έχει δίκιο η μανούλα που σε λέει βασιλιά του δράματος»

Οι άλλοι γελούν ενώ ο Στέφανος μορφάζει.

«Ακόμα δεν βγήκε από τ' αυγό, κυριολεκτικά, και κάνει και σχόλια! Τέλος πάντων! Τι θες να πεις, Τζάκο Τζούνιορ;»

«Αυτό που θέλω να πω είναι ότι δεν χρειάζεται να ψάξετε καθόλου, γιατί ο Σαμαήλ είναι πολύ κοντά. Για την ακρίβεια, είναι κοντά σας εδώ και πολλά χρόνια, από τότε που ήσουν μωρό»

Αυτοί σκέφτονται, αλλά κανενός το μυαλό δεν πάει στην αλήθεια. Κάποια στιγμή, ο Τζάκος δεν αντέχει άλλο.

«Ποιος είναι, Τζέι-Τζέι;»

«Τον ξέρετε με το θνητό όνομα που έδωσε στον εαυτό του όταν μπήκε στην ζωή σας ... Σεραφείμ Λουσίδης»

Ο Στέφανος προσπαθεί να χωνέψει αυτό που μόλις άκουσε.

«Τι; Ο Μάκης; Ο ταξίαρχος; Ο θαυμαστής του νονού μου;»

Ο Τζάκος αρχίζει να γελάει.

«Σκατά! Ο Αλέκος θα φρικάρει! Ο Μάκης είναι ο μόνος άντρας που κατάφερε να τον κάνει να ζηλέψει»

Πριν πουν κάτι άλλο, ο Άρης αγγίζει τον κρόταφο του με τα δάχτυλα του και κλείνει τα μάτια του. Ο Τζάκος σταματάει να γελάει και τον κοιτάζει.

«Τι έπαθες, ρε Άρη;»

«Έφτασαν οι λύκοι. Θα είναι εδώ σε λίγα λεπτά. Πρέπει να ξυπνήσεις τους άλλους»

«Εντάξει, αλλά ούτε λέξη σε κανέναν γι' αυτό. Τουλάχιστον όχι ακόμα»

Ο Στέφανος έχει αμφιβολίες γι' αυτό.

«Εντάξει, αλλά είσαι σίγουρος ότι έχουμε χρόνο;»

«Ναι, Τίγρη. Ο γιος σου είπε ότι πρέπει να δυναμώσει για να μπορέσει να μας σώσει όλους, άρα έχουμε χρόνο μέχρι να γεννηθεί. Σωστά, Τζέι-Τζέι;»

Ο μικρός επιβεβαιώνει την σκέψη του παππού του.

«Σωστά, Παππού. Ό,τι είναι να γίνει, θα γίνει το καλοκαίρι»

«Τέλεια!»

Τότε, ο Τζάκος χτυπάει τα δάχτυλα του και οι υπόλοιποι ανοίγουν τα μάτια τους και συνεχίζουν από εκεί που το άφησαν, με πρώτη την Άρτεμις.

«Τι έγινε, Στέφανε; Είπε κάτι ο Τζέι-Τζέι;»

Ο Στέφανος χαμογελάει.

«Ναι, Κοριτσάκι. Είπε ότι ανυπομονεί να σε γνωρίσει και ότι σ' αγαπάει πολύ»

«Αχ, το αγοράκι μου!»

Η Έλενα πηδάει στην αγκαλιά του Άρη.

«Μπαμπά, είναι εδώ, έτσι δεν είναι;»

«Ναι, μωρό μου. Έφτασαν»

«Γιούπι! Επιτέλους!»

Πράγματι, στα επόμενα λεπτά, το τριαξονικό φορτηγό περνάει την πύλη του κτήματος και σταματάει στον ειδικό χώρο που ετοίμασαν οι ήρωες μας γι' αυτόν τον σκοπό. Ο Νέγρος και ο Φράνκο βγαίνουν απ' την καμπίνα και τρέχουν πίσω. Με συγχρονισμένες κινήσεις ανοίγουν την βαριά διπλή πόρτα και, με το πάτημα ενός κουμπιού, μια μπάρα αρχίζει να κατεβαίνει. Όταν αυτή ακουμπάει το έδαφος, οι λύκοι, με πρώτο τον Τιτάνα φυσικά, αρχίζουν να κατεβαίνουν.

Όπως έχει ήδη αναφέρει ο Άρης, υπάρχουν δώδεκα ενήλικοι λύκοι. Έξι αρσενικά και έξι θηλυκά. Είναι τεράστιοι, όμορφοι και οι γούνες τους είναι σε διάφορες αποχρώσεις του καφέ, εκτός φυσικά απ' τον Τιτάνα και την Ουρανία, που είναι ένας τέλειος συνδυασμός μαύρου και λευκού. Τα τέσσερα μικρά είναι επίσης μεγαλόσωμα, όμορφα και καφέ, εκτός από τον Τρίτωνα, ο οποίος είναι ο διάδοχος της αρχηγίας και ξεχωρίζει απ' την αγέλη εξαιτίας της ασπρόμαυρης γούνας του και των διαφορετικών ματιών του.

Οι ήρωες μας σηκώνονται και, ακολουθώντας κατά γράμμα τις οδηγίες του Άρη, αρχίζουν να πλησιάζουν. Ο Άρης και η Σελήνη προηγούνται, πιασμένοι χέρι-χέρι. Ακριβώς πίσω τους έρχονται ο Ερμής και η Έλενα. Μετά, ακολουθούν οι αρσενικοί άγγελοι, ο Τζάκος, ο Στέφανος, ο Οδυσσέας και ο Νικόλας. Οι θηλυκοί άγγελοι μένουν ένα βήμα πιο πίσω, ώστε οι θνητοί της αγέλης να είναι περικυκλωμένοι και απόλυτα προστατευμένοι.

Κανείς απ' τους Ουράνιους δεν έχει πάρει την πραγματική του μορφή. Τα υβρίδια έχουν κρύψει τις ουρές, τους κυνόδοντες και τ' αφτιά τους, και οι άγγελοι κρατούν τα φτερά τους μέσα στην πλάτη τους. Η αγέλη του Τιτάνα μπορεί να είναι αρκετά συνηθισμένη στο υπερφυσικό, αλλά αυτοί δεν μπορούν να είναι σίγουροι πώς θα αντιδράσουν τα ζώα αν τους έβλεπαν ξαφνικά.

Όταν όλη η αγέλη έχει κατέβει απ' το φορτηγό, ο Τιτάνας προχωράει λίγο και πλησιάζει τον Άρη που κάνει το ίδιο. Ο τεράστιος μαύρος λύκος ακουμπάει το μεγάλο του κεφάλι στον ώμο του ανθρώπου, ο οποίος τυλίγει τα χέρια του γύρω απ' το λαιμό του.

«Καλώς ήρθες στη φωλιά μου, Τιτάνα»

«Είμαι τόσο χαρούμενος που βρίσκομαι εδώ, Άρη»

Ο Τρίτωνας τρέχει και πηδάει πάνω στον Ερμή, με αποτέλεσμα να πέσουν και οι δύο και ν' αρχίσουν να κυλούν στο έδαφος παίζοντας, ενώ η Ουρανία πλησιάζει τον Μάξιμο και ακουμπάει το κεφάλι της στο στήθος του, αφού πρώτα του γλείφει παιχνιδιάρικα το πρόσωπο. Αυτός γελάει καθώς σκουπίζει τα σάλια.

«Ουάου, Ουρανία! Κι εγώ χαίρομαι που σε βλέπω!»

Η λευκή λύκαινα χαμογελάει στον άντρα που την έσωσε και αυτός της χαϊδεύει με αγάπη το απαλό της τρίχωμα. Εν τω μεταξύ, ο Άρης έχει ήδη συστήσει τη Σελήνη και την Έλενα στον Τιτάνα και τώρα είναι έτοιμος να συστήσει και τους άλλους, αλλά ο λύκος τον διακόπτει.

«Άρη, περίμενε! Πριν πάμε παρακάτω ... Τι ακριβώς έχει συμβεί; Κάτι έχει αλλάξει. Κάποιοι από σας είστε διαφορετικοί»

Ο Άρης χαμογελάει.

«Το κατάλαβες, ε; Λογικό. Λοιπόν, Τιτάνα ... Η αλήθεια είναι ότι δεν είμαστε οι ίδιοι άνθρωποι που συνάντησες στη λίμνη»

«Τι εννοείς; Τι άλλαξε;»

«Πες στην αγέλη σου να μην πανικοβληθεί. Δεν έχετε τίποτα να φοβηθείτε»

Ο λύκος στέλνει μια νοητική εντολή στην αγέλη του να μείνουν ψύχραιμοι, και τότε, ο Άρης κάνει το ίδιο στην δική του αγέλη.

«Ουράνιοι, φανερωθείτε!»

Με τη γνωστή πλέον κίνηση των ώμων, οι άγγελοι ανοίγουν τα φτερά τους ακριβώς την ίδια στιγμή, προκαλώντας ένα ουρλιαχτό θαυμασμού και φόβου σ' όλη την αγέλη. Όλοι οι λύκοι, εκτός απ' τον Τιτάνα, κάνουν μερικά βήματα πίσω, αλλά κανένας δεν τρέχει να κρυφτεί. Αυτοί μένουν κοντά στον αρχηγό τους, που κοιτάζει με θαυμασμό τα ανοιχτά και τεράστια φτερά των αγγέλων.

«Μα την πανσέληνο! Άγγελοι! Αληθινοί άγγελοι! Είναι αλήθεια! Υπάρχουν πραγματικά!»

Ο Τζάκος βγαίνει μπροστά και τα φτερά του λαμποκοπούν κάτω απ' τον ήλιο.

«Τι εννοείς, Τιτάνα;»

Ο λύκος κοιτάζει τον Άρη με απορία.

«Τι ...; Πως ...; Τους έδωσες το αίμα σου;»

Ο Άρης κουνάει αρνητικά το κεφάλι του και η απορία του λύκου μεγαλώνει.

«Τότε πως;»

Ο Στέφανος χαμογελάει.

«Προφανώς δεν χρειαζόμαστε το αίμα του τώρα που ξύπνησε η αγγελική μας φύση»

«Μπορείτε όλοι να με ακούσετε;»

Αυτός που απαντάει είναι ο Οδυσσέας.

«Δυστυχώς, όχι. Μόνο εμείς, οι άγγελοι. Οι θνητοί ακόμα χρειάζονται το αίμα»

Ο λύκος κοιτάζει ξανά τον Άρη.

«Και γιατί δεν τους το δίνεις;»

«Γιατί τώρα το αίμα μου μπορεί να τους αλλάξει»

«Σε τι ακριβώς μπορεί να τους αλλάζει;»

«Σ' αυτό που πραγματικά είμαστε εγώ, η γυναίκα μου και τα παιδιά μου»

«Μάλιστα! Δεν είναι μόνο οι άγγελοι, έτσι δεν είναι; Υπάρχουν κι άλλα»

«Ναι, υπάρχουν κι άλλα»

«Πολύ καλά! Είμαι έτοιμος να μάθω. Δείξε μου ποιος πραγματικά είσαι!»

Αυτή τη φορά, καθώς ο Άρης, η Σελήνη και τα παιδιά παίρνουν την πραγματική τους μορφή, οι λύκοι δεν βγάζουν κανέναν ήχο. Αυτοί απλώς κοιτάζουν τα παράξενα όντα που στέκονται μπροστά τους. Όλα αυτά φυσικά μέχρι που το ανατριχιαστικό ουρλιαχτό του Τιτάνα σπάει την σιωπή πριν την νοητική εντολή του προς όλα τα μέλη της αγέλης του.

«Γονατίστε μπροστά του!»

Χωρίς δισταγμό, όλοι οι λύκοι τεντώνουν τα μπροστινά τους πόδια, χαμηλώνουν το κεφάλι τους και αγγίζουν το έδαφος με το ρύγχος τους ενώ κρατούν τα μάτια τους χαμηλά. Και όταν λέω όλοι, εννοώ όλοι, ακόμα και ο Τιτάνας. Ο Άρης τον κοιτάζει έκπληκτος.

«Τι κάνεις, Τιτάνα;»

Ο λύκος μιλάει χωρίς να σηκώσει το κεφάλι.

«Αυτό που πρέπει. Δηλώνω την υποταγή μου μπροστά στον Υπέρτατο Φύλακα, την τέλεια δημιουργία της Νύχτας»

«Ξέρεις για μένα; Πώς είναι δυνατόν;»

«Η ίδια η Νύχτα ήρθε σε μένα σ' ένα όνειρο και με προειδοποίησε. Μου είπε τα πάντα για τον Φύλακα, εκτός απ΄ το ποιος είναι»

«Μάλιστα! Σήκω πάνω, Τιτάνα. Εσύ κι εγώ πρέπει να μιλήσουμε!»

Λίγη ώρα αργότερα, οι λύκοι σκορπίζονται στο δάσος. Όλοι εκτός απ' τον Τιτάνα, την Ουρανία και τον Τρίτωνα. Ο λύκος απομονώνεται για να μιλήσει με τον Άρη, το λυκόπουλο, που αποδεικνύεται εξαιρετικός κολυμβητής, βουτάει στην πισίνα μαζί με τον Ερμή, ενώ η λύκαινα ξαπλώνει στο γρασίδι μαζί με την Σελήνη και χαζεύουν τα παιδιά τους μιλώντας.

«Το κουτάβι σου κολυμπάει καλά, ε; Εντυπωσιακό!»

«Σ' ευχαριστώ. Και να σκεφτείς ότι έμαθε τις τελευταίες μέρες, αφού γνώρισε τον γιο σου. Πριν απ' αυτό, μισούσε το νερό. Παλεύαμε κάθε φορά που τον έπλενα»

Η Σελήνη γελάει.

«Ω, Νύχτα! Μην μου το θυμίζεις αυτό! Όταν ο Ερμής ήταν έξι χρονών, πέρασε μια φάση που αρνιόταν πεισματικά να πλυθεί και γενικά δεν άγγιζε νερό. Ούτε καν το έπινε»

«Ω! Και τι έκανες; Πώς το αντιμετώπισες;»

«Απλώς περίμενα να περάσει. Δεν είχε νόημα να τον μαλώσω. Φυσικά, θα μπορούσα να ζητήσω απ' τον Άρη να τον διατάξει, αλλά δεν ήθελα ν' αναγκάσω το παιδί μου να κάνει κάτι που δεν ήθελε»

«Ναι, αλλά αν αφυδατωνόταν;»

«Ήμουν ήσυχη γιατί έπινε πολύ γάλα, και εξάλλου η όλη φάση δεν κράτησε πάνω από μια εβδομάδα. Η μυρωδιά έγινε αφόρητη κι αυτός δεν μπορούσε να την αντέξει κι έτσι αναγκάστηκε να πλυθεί»

Το γέλιο της Ουρανίας στο κεφάλι της Σελήνης την ωθεί να κάνει το ίδιο και ακόμη περισσότερο όταν ο Ερμής, που προφανώς άκουσε τη συζήτηση μεταξύ των δύο μανάδων, ουρλιάζει μέσα απ' το νερό.

«Για όνομα της Νύχτας, ρε μάνα! Πόσο ακόμα θα με ταπεινώσεις; Σταμάτα να μιλάς για μένα!»

Η Σελήνη τον αγριοκοιτάζει.

«Είμαι η μητέρα σου, Κουτάβι, και θα μιλάω για σένα μέχρι την τελευταία μου πνοή»

«Μα είσαι αθάνατη»

«Ακριβώς!»

Η φρίκη που ζωγραφίζεται στο όμορφο πρόσωπο του Ερμή φέρνει ένα χαμόγελο στα χείλη του Άρη, που κάθεται δίπλα στον Τιτάνα. Όταν βλέπει την τόσο ανθρώπινη έκφραση στο πρόσωπο του, ο λύκος γελάει.

«Γιατί γελάς; Σου φαίνομαι αστείος;»

«Όχι βέβαια»

«Τότε τι;»

«Όλο αυτό. Όλη μου τη ζωή άκουγα ιστορίες για τα κατορθώματα του Φύλακα. Ποτέ μου δεν πίστευα ότι θα λιώνει έτσι μπροστά στον γιο του. Στην πραγματικότητα, ποτέ μου δεν πίστευα ότι θα μπορούσε να έχει γυναίκα και παιδιά»

«Σε απογοήτευσα, έ;»

«Τρελάθηκες; Φυσικά και όχι! Βασικά, είναι ακριβώς το αντίθετο. Είμαι πολύ χαρούμενος που είσαι τόσο ανθρώπινος και συνάμα τόσο δυνατός. Και είμαι και ενθουσιασμένος που είσαι συνδεδεμένος μαζί μου. Δεν μπορείς να φανταστείς τι μεγάλη τιμή είναι αυτό για μένα»

«Τι σου είπε η Νύχτα για μένα; Από τότε που άλλαξα προσπαθώ να επικοινωνήσω μαζί της, αλλά δεν μου απαντάει»

«Θα το κάνει όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή»

«Πριν την τελική μάχη, ε;»

«Ίσως όχι αυτή τη φορά»

«Τι εννοείς μ' αυτό;»

«Ξέρεις πολύ καλύτερα από μένα ότι όλες οι μάχες που έχεις δώσει μέχρι τώρα δεν έχουν τελειώσει καλά, σωστά;»

«Όντως όλες τελειώνουν το ίδιο άσχημα. Η Μαριάμ πεθαίνει, ο Ιωνάθαν αυτοκτονεί, ο Θελιέλ τον ακολουθεί στον θάνατο κι εγώ με την Φεγγαρογέννητη ...»

«Καταδικάζετε τον εαυτό σας σε λιμοκτονία. Ναι, ξέρω»

«Αυτό είναι το μόνο που μπορούμε να κάνουμε. Χωρίς τους αγγέλους, δεν έχουμε λόγο να ζούμε»

«Μέχρι τώρα»

«Τι υποτίθεται ότι σημαίνει αυτό τώρα;»

«Έλα τώρα, ρε Άρη! Κάτι έχει αλλάξει σ' αυτή τη ζωή και το ξέρεις»

«Τα παιδιά»

«Ναι. Τα παιδιά και ... αυτός»

«Αυτός; Μιλάς για τον Τζέι-Τζέι;»

Ο Άρης ακολουθεί τον Τιτάνα, ο οποίος σηκώνεται και περπατάει προς τον Στέφανο και την Άρτεμις, που απολαμβάνουν ένα δροσερό μασάζ με φυσαλίδες στο υπαίθριο υδρομασάζ. Τα βαριά βήματα του λύκου κάνουν το ζευγάρι να γυρίσει και να τον κοιτάξει χαμογελώντας. Ο Στέφανος, ο μόνος απ' τους δύο που μπορεί να τον ακούσει, ξεκινάει την συζήτηση.

«Τι μπορώ να κάνω για σένα, Τιτάνα;»

«Να με αφήσεις να σ' ευχαριστήσω»

Ο Στέφανος κοιτάζει τον Άρη έκπληκτος κι εκείνος δείχνει με το δάχτυλο του την κοιλιά της Άρτεμις, η οποία φυσικά εκνευρίζεται λίγο γιατί δεν μπορεί ν' ακούσει τι λέει ο λύκος.

«Τι; Γιατί δείχνεις την κοιλιά μου; Υπάρχει πρόβλημα με το μωρό μου;»

Ο Στέφανος την καθησυχάζει.

«Όχι, Κοριτσάκι. Μην ανησυχείς. Ο Τιτάνας θέλει απλώς να μ' ευχαριστήσει»

«Για τη δημιουργία του Τζέι-Τζέι;»

«Νομίζω πως ναι»

Ο Τιτάνας σφυρίζει επιδοκιμαστικά.

«Είναι αρκετά έξυπνη παρά τη θνητότητα της. Μπράβο, Στέφανε! Έκανες εξαιρετική επιλογή!»

Ο Στέφανος χαμογελάει.

«Νομίζω ότι εγώ πρέπει να σ' ευχαριστήσω τώρα»

Η Άρτεμις τον σκουντάει.

«Γιατί; Τι είπε;»

«Είπε ότι έκανα εξαιρετική επιλογή που σε επέλεξα»

Αυτή συνοφρυώνεται.

«Λοιπόν! Ευχαριστώ για το κομπλιμέντο, κύριε Τιτάνα, αλλά κάνεις ένα μικρό λάθος»

Ο Τιτάνας ζητά βοήθεια απ' τον Άρη κι αυτός αναλαμβάνει χρέη μεταφραστή.

«Τι λες, Τάτη; Ποιο είναι το λάθος του;»

«Αυτός θέλει να ευχαριστήσει τον Στέφανο για τη δημιουργία του Τζέι-Τζέι»

«Και λοιπόν;»

Αυτή σηκώνεται όρθια στο τζακούζι και δείχνει τη φουσκωμένη της κοιλιά.

«Δεν νομίζει ότι συμβάλω κι εγώ στη δημιουργία του;»

Η θυμωμένη απορία στο όμορφο πρόσωπο της Άρτεμις προκαλεί ξεκαρδιστικά γέλια στους δύο άντρες και στον λύκο. Ο Στέφανος κοιτάζει τον Άρη, σκουπίζοντας τα δάκρυα του.

«Δεν ξέρω για σένα, αρχηγέ, αλλά εγώ νομίζω ότι έχει δίκιο»

«Όντως! Αυτή έχει απόλυτο δίκιο, Τίγρη. Σ' εκείνη αξίζουν όλες οι ευχαριστίες και όλοι οι έπαινοι»

Ο Τιτάνας συμφωνεί.

«Όπως σε όλα τα θηλυκά. Έχετε απόλυτο δίκιο. Έκανα πράγματι λάθος και θα το διορθώσω αμέσως»

Χωρίς να τους αφήσει περιθώριο ν' αντιδράσουν, αυτός σηκώνει το κεφάλι, βγάζει τη γλώσσα και γλύφει το πρόσωπο της Άρτεμις. Οι δύο άντρες γελάνε ξανά, καθώς αυτή σκουπίζει με μανία τα σάλια.

«Μπλιαχ, Τιτάνα! Ίου! Ίου! Ίου!»

Ο Άρης χαϊδεύει την απαλή γούνα του λύκου.

«Εσύ το ζήτησες, Τάτη! Έτσι λένε οι λύκοι ευχαριστώ»

Ο Στέφανος κοιτάζει ψηλά.

«Σ' ευχαριστώ, Θεέ που αυτός δεν ευχαρίστησε εμένα!»

Η Άρτεμις τον σπρώχνει γρυλίζοντας.

«Πολύ αστείο, Στέφανε! Πραγματικά ξεκαρδιστικό!»

~ ΠΟΛΥ ΑΡΓΟΤΕΡΑ ~ ΛΙΓΟ ΜΕΤΑ τα ΜΕΣΑΝΥΧΤΑ ~

~ ΦΩΛΙΑ της ΑΓΑΠΗΣ ~ ΑΛΙΜΟΣ ~

Οι τρεις άγγελοι και οι τρεις θνητοί σύντροφοι τους έχουν βολευτεί στους άνετους δερμάτινους καναπέδες στο σαλόνι. Τα δύο αγόρια, ο Ιάσονας και ο Μάξιμος μοιράζονται μια γίγας σπέσιαλ πίτσα και μια εξάδα μπύρες, καθώς τα δύο κορίτσια τους, η Αναΐς και η Πανδώρα, καταβροχθίζουν κυριολεκτικά δύο τεράστιες μπάρες σοκολάτας γάλακτος. Η Άρτεμις απολαμβάνει μια παραδοσιακή μακαρονάδα Μπολονέζ και ένα κουτάκι μπύρα χωρίς αλκοόλ ενώ ο Στέφανος αρέσκεται σε ένα ποτήρι τεκίλα και μερικές φέτες λεμόνι πασπαλισμένο με αλάτι, που τα απολαμβάνει χαζεύοντας την.

«Πώς είναι η μακαρονάδα σου, Κοριτσάκι μου;»

Αυτή του χαμογελάει.

«Πολύ καλή, αλλά όχι τόσο καλή όσο της μαμάς Μαίρης»

Ο Ιάσονας αρπάζει την ευκαιρία να παινέψει την μαγειρική της Μαίρης.

«Ναι. Τα ζυμαρικά και γενικά όλα τα φαγητά της μαμάς Μαίρης είναι ... Δεν βρίσκω τη σωστή λέξη!»

Ο Μάξιμος έχει κάτι να προτείνει.

«Αγγελικά ίσως;»

«Ναι. Νομίζω ότι αυτή η λέξη ταιριάζει γάντι»

Λίγο αργότερα, τα κορίτσια βοηθούν την Άρτεμις να κάνει μπάνιο ενώ τ' αγόρια βγαίνουν στο μπαλκόνι για να απολαύσουν ένα τσιγάρο. Ο Μάξιμος και ο Ιάσονας δηλαδή που ακουμπούν στο γυάλινο κάγκελο, γιατί ο Στέφανος που δεν καπνίζει περπατάει ανάμεσα στις γλάστρες.

Οι δύο άνδρες καπνίζουν χωρίς να μιλούν. Όχι! Αυτό είναι λάθος. Αυτοί μιλούν, απλώς όχι με το στόμα. Μιλούν με τα μάτια κοιτάζοντας ο ένας τον άλλον έντονα. Αυτό είναι αρκετά ασυνήθιστο και επομένως δεν μπορεί να ξεφύγει απ' την προσοχή του Στέφανου. Άλλωστε, μπορεί να μην ξέρει ακόμα καλά τον Μάξιμο, αλλά τον Ιάσονα τον διαβάζει σαν ανοιχτό βιβλίο, και έτσι, είναι εύκολο να καταλάβει ότι κάτι δεν πάει καλά και φυσικά να ρωτήσει.

«Εντάξει, παιδιά! Πείτε το! Τι συμβαίνει μ' εσάς τους δύο;»

Ο Μάξιμος κουνάει το κεφάλι του.

«Δεν συμβαίνει τίποτα»

Ο Ιάσονας σιγοντάρει.

«Πως σου ήρθε τώρα;»

«Κόψτε τις μαλακίες, ρε! Μπορεί να έχω φτερά τώρα, αλλά εξακολουθώ να είμαι ο καλύτερος σας φίλος. Εντάξει, ο Μάξιμος ίσως και να μπορεί να με κοροϊδέψει επειδή δεν τον ξέρω ακόμα τόσο καλά, αλλά εσένα, Νακούλη, σε ξέρω απ' έξω κι ανακατωτά. Μίλα!»

«Το εννοείς πραγματικά αυτό; Θέλεις ακόμα να είσαι ο καλύτερος μας φίλος; Ακόμα και τώρα που είσαι ...»

Ο Στέφανος τους πλησιάζει, ακουμπάει στο κάγκελο και τους αγριοκοιτάζει.

«Τι είμαι, Νάκο;»

«Ένας πανίσχυρος άγγελος πολεμιστής»

Ο Στέφανος ακουμπάει το χέρι στο μέτωπο του και κουνάει το κεφάλι του εκνευρισμένος, ανίκανος να πιστέψει αυτό που ακούει.

«Αλήθεια, ρε μαλάκα; Θέλεις να κάνουμε αυτή τη συζήτηση; Εσύ κι εγώ; Μετά από τόσα χρόνια και όλα όσα έχουμε περάσει μαζί;»

«Άκου, Στέφο!»

«Γιατί με απογοητεύεις έτσι, ρε γαμώτο;»

«Συγγνώμη!»

Ο Ιάσονας χαμηλώνει το κεφάλι και ο Στέφανος τον πλησιάζει και βάζει τα χέρια στους ώμους του.

«Κοίτα με, Ζαχαριάδη!»

Αυτός σηκώνει το βλέμμα και τον κοιτάζει κατευθείαν στα μάτια.

«Ορίστε! Σε κοιτάζω!»

«Θα σου το πω μονάχα μια φορά και σε παρακαλώ να το βάλεις καλά στο άδειο σου κεφάλι. Είμαι ακόμα ο Στέφανος, ο κολλητός σου, ο καλύτερος σου φίλος, ο αδερφός σου. Η αγγελική μου φύση δεν αλλάζει τη σχέση μας»

«Μα είμαι μονάχα ένας θνητός!»

«Όχι, Νακούλη. Δεν είσαι μονάχα ένας θνητός. Είσαι πολλά περισσότερα. Είσαι ο βράχος και η άγκυρα μου. Αν δεν ήσουν εσύ ... Δεν ξέρω! Ίσως να μην ήμουν εδώ αυτή τη στιγμή»

«Υπερβάλλεις τώρα»

«Δεν υπερβάλλω ποτέ και το ξέρεις. Τώρα, σε παρακαλώ, σταμάτα να έχεις αυτές τις ηλίθιες αμφιβολίες»

«Εντάξει»

«Θέλω να με βλέπεις όπως με έβλεπες πάντα»

«Εντάξει λέμε»

«Ευχαριστώ!»

Μετά την απαραίτητη αδελφική αγκαλιά, όπου οι δυο τους τράβηξαν και τον Μάξιμο μαζί, ο Ιάσονας παίρνει πολύ σοβαρά τη δουλειά του ως ο καλύτερος φίλος του Στέφανου.

«Τι διάολο συνέβη λίγο πριν έρθουν οι λύκοι, Στέφο;»

«Τι εννοείς; Πότε ακριβώς;»

«Όταν η Άρτεμις μιλούσε με τον Τζέι-Τζέι»

«Δεν θυμάμαι»

«Έλα τώρα, ρε! Η Τάτη μιλούσε στο μωρό. Αυτός προφανώς απάντησε και αμέσως μετά εσύ κοίταξες τον πατέρα σου»

«Και τι;»

«Και τίποτα. Αμέσως μετά συνεχίσαμε τη συζήτηση, αλλά υπάρχει ένα κενό στο κεφάλι μας. Κάτι σαν ... Δεν ξέρω! Σαν να σταμάτησε κάπως ο χρόνος για λίγο»

Ο Στέφανος τους γυρίζει την πλάτη και περνάει τα χέρια του μέσα απ' τα μαλλιά του.

«Πράγματι κάτι συνέβη, αλλά όχι αυτό που είπες. Δεν σταμάτησε ο χρόνος. Εσείς απλά πέσατε σε βαθύ ύπνο για περίπου μισή ώρα»

«Πώς;»

Ο Στέφανος γυρίζει και τους αντικρίζει.

«Ο πατέρας μου»

Ο Μάξιμος μορφάζει.

«Μας νάρκωσε;»

«Κάτι τέτοιο»

Ο Ιάσονας έχει μια επιφοίτηση.

«Τα χέρια του. Τον είδα να σηκώνει τα χέρια του»

«Έτσι το έκανε. Σήκωσε τα χέρια του και απελευθέρωσε ένα αόρατο νοητικό κύμα. Σας παρακαλώ, παιδιά! Πριν θυμώσετε, αφήστε με να σας εξηγήσω. Υπήρχε σοβαρός λόγος»

Ο Ιάσονας τον κοιτάζει με απορία.

«Όπα! Όπα! Ποιος σου είπε ότι είμαστε θυμωμένοι;»

«Δεν είστε;»

Ο Μάξιμος χαμογελάει.

«Όχι, Στέφο. Αν το έκανε ο πατέρας σου, είμαστε σίγουροι ότι υπήρχε καλός λόγος. Όπως είπες»

Ο Ιάσονας σιγοντάρει.

«Και επίσης, όλα αυτά είναι πολύ φοβερά. Είναι πολύ απίθανος! Πώς μπορείς να θυμώσεις με κάτι τόσο φοβερό και ... και ... θεϊκό!»

Όλοι γνωρίζουμε ότι ο Ιάσονας πάντα θαύμαζε τον Τζάκο, αλλά μετά τις πρόσφατες εξελίξεις, αυτός ο θαυμασμός έχει γίνει πολύ μεγαλύτερος, και αν προσθέτεις και τον αυθόρμητο ενθουσιασμό του, καταλαβαίνετε! Βλέποντας τον, ο Στέφανος γυρίζει τα μάτια του ενώ ο Μάξιμος ξεσπάει σε γέλια. Λίγο μετά, όταν τα πνεύματα έχουν ηρεμήσει, ο Στέφανος τους εξηγεί γιατί ο Τζάκος έπρεπε να τους κοιμίσει. Μόλις τελειώνει, ο Ιάσονας καγχάζει.

«Πλάκα μου κάνεις! Απ' όλους τους ανθρώπους; Ο Μάκης; Αλήθεια; Ο Διάβολος; Αυτός είναι τόσο ... χαριτωμένος. Είναι ταξίαρχος της αστυνομίας, για όνομα του Θεού!»

Ο Μάξιμος συνειδητοποιεί τι ακριβώς συμβαίνει.

«Σοβαρά τώρα; Έκανε όλα αυτά μόνο και μόνο για να είναι κοντά στον πεθερό μου; Σκατά! Ο άλλος μου πεθερός θα φρικάρει!»

Εκείνη τη στιγμή, τα τρία κορίτσια, φορώντας μονάχα τα μπουρνούζια τους, βγαίνουν στο μπαλκόνι. Η Πανδώρα πλησιάζει και χαϊδεύει τα μαλλιά του αγοριού της.

«Γιατί θα φρικάρει ο μπαμπάς Αλέκος;»

Ο Μάξιμος την κοιτάζει με απορία.

«Πώς ξέρεις ότι εννοώ τον μπαμπά Αλέκο;»

«Είναι πολύ απλό, μωρό μου. Τον αποκαλείς ο άλλος μου πεθερός, ενώ τον μπαμπά Οδυσσέα τον λες ο πεθερός μου»

«Σοβαρά;»

«Σοβαρότατα»

«Ούτε που το πρόσεξα!»

«Τέλος πάντων! Πες μου γιατί θα φρικάρει ο μπαμπάς μου»

Ο Στέφανος επεμβαίνει.

«Δεν είναι τίποτα, Πραγματάκι. Απλώς μιλούσαμε για τον Μάκη»

Η Άρτεμις, που δεν υποψιάζεται την αλήθεια, καταλαβαίνει κάτι εντελώς άλλο.

«Για το αν πρέπει να του αποκαλύψουμε την αλήθεια;»

Ο Στέφανος νεύει εκμεταλλευόμενος την ευκαιρία να αποπροσανατολίσει τα κορίτσια. Κι απ' ότι φαίνεται, το πετυχαίνει. Αυτές δεν αντιλαμβάνονται τίποτα και την απόδειξη την δίνει η Αναΐς.

«Αυτό θα το αποφασίσει ο Άρης, όπως και για όλους τους άλλους»

Ο Ιάσονας κοιτάζει τον Στέφανο.

«Εσύ τι θα κάνεις με την Αριάδνη, κολλητέ;»

«Δεν έχω ιδέα. Μάλλον θα το αφήσω κι αυτό στον Άρη»

Η Άρτεμις κάθεται σε μια από τις πολυθρόνες.

«Εγώ πάντων δεν θα πω λέξη στη Λαμπρινή. Είναι υπέροχο κορίτσι, αλλά το στόμα της είναι ξέφραγο αμπέλι. Είναι ικανή να το δημοσιεύσει στο Instagram με hashtag Άγγελοι επί γης και να μας ταγκάρει όλους!»

Αυτοί γελάνε, και μετά ο Στέφανος εκφράζει μια ανησυχία.

«Αυτό ήταν καλό, Κοριτσάκι, αλλά τι γίνεται με τον Τζέι-Τζέι; Πώς θα τον δικαιολογήσουμε στην ξαδερφούλα σου;»

«Εύκολα, Στέφο μου. Θα πούμε ότι τον υιοθετήσαμε. Ότι είναι ένα μακρινό ξαδερφάκι σου που ορφάνεψε και χρειαζόταν μια οικογένεια για να μην καταλήξει σε ίδρυμα»

Ο Μάξιμος την κοιτάζει με απορία.

«Γιατί πρέπει να είναι συγγενής και όχι ένα οποιοδήποτε μωρό;»

Η Πανδώρα του χαμογελάει.

«Για να δικαιολογήσουμε την ομοιότητα του με τον Στέφανο, μωρό μου. Η Τάτη έχει δίκιο»

Η Αναΐς κάθεται δίπλα στην Άρτεμις και την αγκαλιάζει.

«Απ' ότι φαίνεται, αδερφούλα, έχεις διαβάσει τα βιβλία της Στέφανι Μέγιερ, σωστά;»

Αυτή νεύει.

«Όλα, από τρεις φορές»

Ο Ιάσονας έχει μια απορία.

«Με συγχωρείτε, δεσποινίδες μου, αλλά τι σχέση έχει το Λυκόφως με το πρόβλημα μας;»

Η Άρτεμις τον κοιτάζει.

«Εσύ δεν τα έχεις διαβάσει;»

«Όχι φυσικά. Προτιμώ πιο αντρικά βιβλία»

Η Αναΐς γυρίζει τα μάτια της.

«Είμαι σίγουρη ότι το ίδιο ισχύει και για τον αδερφό μου. Εσύ, Μάξιμε;»

Ο Μάξιμος χαμογελάει.

«Επίσης όχι»

Η Πανδώρα καγχάζει.

«Και τι γίνεται με τις ταινίες, αγόρια;»

Και οι τρεις τους λένε από ένα τρανταχτό όχι σαν του Ιωάννη Μεταξά το 1940, δίνοντας στην Άρτεμις μια ιδέα.

«Μόλις βρήκα το θέμα για τον Κυριακάτικο κινηματογραφικό μας μαραθώνιο. Τι λέτε, κορίτσια;»

Αυτές συμφωνούν με χαρά, την οποία όμως δεν συμμερίζονται τ' αγόρια, με τον Στέφανο να ζητάει λεπτομέρειες.

«Για πόσες ταινίες μιλάμε, για να 'χουμε καλό ρώτημα;»

Η Πανδώρα απαντάει μονολεκτικά.

«Πέντε»

Ο Ιάσονας γουρλώνει τα μάτια.

«Πέντε ταινίες από δύο ώρες η καθεμία, σύνολο δέκα ώρες. Ναι, καλά! Αυτό δεν πρόκειται να συμβεί. Ξεχάστε το, κοριτσάρες!»

Η Αναΐς χαμογελάει.

«Φυσικά και θα συμβεί, μωρό μου, και εσείς οι τρεις θα το απολαύσετε δεόντως!»

Τα τρία αγόρια κοιτάζουν το ένα το άλλο με απελπισία, ενώ τα κορίτσια γελάνε, πολύ ικανοποιημένα.


Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro