Και Κάπως Έτσι Άρχισαν Όλα ...
Μετά την ολοκλήρωση της κουβέντας για την αυριανή επιχείρηση με τον Παύλο και την Αφροδίτη, οι άντρες επέστρεψαν στο διάβασμα μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά. Έτσι όπως είναι όλοι απορροφημένοι, στο δωμάτιο επικρατεί απόλυτη σιωπή, την οποία σπάει ξαφνικά ο Στέφανος.
«Μπαμπά, σε φωνάζει ο Νικόλας. Δεν τον ακούς;»
Ο Τζάκος και ο Νικόλας, που προφανώς δεν έχει καν ανοίξει το στόμα του, τον κοιτάζουν έκπληκτοι.
«Τι λες, Τίγρη; Ο Νικόλας δεν μίλησε»
«Τι;»
Αυτός γυρίζει και κοιτάζει τον μικρό του αδερφό.
«Πλάκα μου κάνεις, ρε; Μόλις φώναξες τον μπαμπά»
«Όχι, Στέφο. Στ' ορκίζομαι! Δεν άνοιξα καν το στόμα μου»
«Μα μόλις άκουσα ... Όπα! Όπα! Περίμενε λίγο!»
Αυτός σηκώνεται όρθιος και προχωρά προς την Άρτεμις, που κάθεται πολύ κοντά στον Νικόλα.
«Τι κάνεις, Στέφο μου;»
«Σσσσ! Μη μιλάς! Κάντε όλοι ησυχία για ένα δευτερόλεπτο! Μόνο για ένα δευτερόλεπτο»
Όλοι μένουν σιωπηλοί καθώς αυτός γονατίζει μπροστά της και βάζει το χέρι του στην κοιλιά της.
«Τζέι-Τζέι ...; Εσύ ήσουν; Εσύ με φώναξες;»
Η γλυκιά καρτουνίστικη φωνή που μόνο αυτός άκουσε πριν από λίγο ακούγεται ξανά, αυτή τη φορά πολύ πιο δυνατά και καθαρά.
«Ναι, Μπαμπά. Εγώ ήμουν. Εγώ σε φώναξα κι εσύ επιτέλους με άκουσες!»
«Τι εννοείς; Προσπάθησες ξανά να μου μιλήσεις;»
«Προσπαθώ για μέρες, Μπαμπά, αλλά προφανώς η αγγελική σου φύση κοιμάται ακόμα και δεν μπορούσες να με ακούσεις. Τώρα τα κατάφερες εξαιτίας της Ουράνιας Φωτιάς»
«Όπα! Όπα! Η ποια μου; Η αγγελική μου φύση; Τι λες, Τζέι-Τζέι; Δεν είμαι άγγελος»
Οι άλλοι, πιστεύοντας ότι ο Στέφανος μιλάει μόνος του, αρχίζουν να εκνευρίζονται. Η Μαίρη ρωτάει αυτό που θέλουν να μάθουν όλοι.
«Τι κάνεις, Στέφο;»
«Μιλάω με τον γιο μου, Μαμά. Τι το περίεργο βρίσκεις;»
Ο Οδυσσέας καγχάζει.
«Μα φυσικά! Τίποτα το περίεργο. Εσύ απλώς μιλάς μ' ένα έμβρυο»
Το έμβρυο χαχανίζει στ' αφτιά του Στέφανου.
«Ο θείος Οδυσσέας είναι λίγο σαρκαστικός, ε, Μπαμπά;»
Ο Στέφανος κοιτάζει τον νονό του.
«Ναι, Τζέι-Τζέι. Ο σαρκασμός είναι η δεύτερη φύση του θείου Οδυσσέα»
Ο Οδυσσέας τον κοιτάζει κυριολεκτικά σαν χάνος.
«Είπε κάτι για μένα; Ξέρεις κάτι; Μην τολμήσεις να μου απαντήσεις!»
Εκείνη τη στιγμή, η Άρτεμις αγγίζει την κοιλιά της λίγο έκπληκτη ενώ ο Στέφανος ακούει το γλυκό κακαριστό γέλιο του γιου του.
«Ω! Μόλις τον ένιωσα να κινείται!»
«Αυτός γέλασε, Κοριτσάκι»
Ο Τζάκος χτυπάει το χέρι του στο τραπέζι.
«Αυτό ήταν! Στέφανε, εξήγησε μας αυτή τη στιγμή τι συμβαίνει!»
«Μου μιλάει και τον ακούω, ρε Μπαμπά. Αυτό δεν πρέπει να σε εκπλήσσει. Εσύ και εγώ κάναμε περίπου το ίδιο πράγμα»
«Σωστά, Τίγρη. Περίπου! Εγώ δεν μπορούσα να σε ακούσω. Απλά σε ένιωθα»
«Ναι. Αυτό οφειλόταν προφανώς στην κοιμισμένη αγγελική μας φύση»
«Τη ποια μας;»
«Την αγγελική φύση μας, Μπαμπά»
Η κραυγή της Έλενας τραβάει την προσοχή όλων. Αυτοί γυρίζουν και βλέπουν τα μάτια του κοριτσιού να χάνουν το χρώμα τους καθώς κοιτάζει το κενό με τυφλό βλέμμα ενώ η φωνή της βαθαίνει σαν να ταξιδεύει στο παρελθόν.
«Η προφητεία ... Οι απαντήσεις είναι στην ιστορία ... Άγγελοι ... Ιωνάθαν και Μαριάμ ... Ο Ήλιος και το Αστέρι της Αυγής ... Αγάπη ... Επέλεξαν ο ένας τον άλλο ... Αυτή έσωσε αυτόν κι αυτός την ακολούθησε ... Διάλεξαν την αγάπη ... Η ιστορία τους ... Βρείτε την ιστορία τους»
Το κορίτσι βλεφαρίζει μερικές φορές καθώς το όραμα ξεθωριάζει και επιστρέφει στην πραγματικότητα. Ο Άρης τρέχει κοντά της και τη σηκώνει στην αγκαλιά του κι εκείνη ακουμπά το κεφάλι της στον ώμο του.
«Αχ, Μπαμπά μου! Αυτό είναι τόσο κουραστικό!»
«Ξέρω, Κουταβάκι μου, αλλά ήσουν καταπληκτική!»
«Ελπίζω να βοήθησα με κάποιο τρόπο»
Η Γιαγιά Άρτεμις χαμογελάει.
«Βασικά, γλυκιά μου, μόλις μας έδωσες την άκρη του νήματος»
Ο Σπύρος την κοιτάζει.
«Τι εννοείς, Μάνα;»
«Οι άγγελοι που ανέφερε το κορίτσι. Ο Ιωνάθαν και η Μαριάμ. Τους ξέρω. Εννοώ, ξέρω την ιστορία τους. Ο πατέρας σου μου μιλούσε συνέχεια γι' αυτούς»
Η Άρτεμις απορεί.
«Ο παππούς;»
«Ναι, μωρό μου. Θυμήσου! Ένωσε τα κομμάτια!»
Η Άρτεμις σμίγει τα φρύδια της προσπαθώντας να βγάλει νόημα απ' όλα αυτά.
«Ο παππούς μιλούσε συνέχεια για τον ξανθό ... Όχι! Δεν γίνεται! Εννοείς ...;»
«Όλα ταιριάζουν. Όλα βγάζουν νόημα πια. Ο παππούς σου είχε δίκιο. Το ένιωσε μέσα του. Τίποτα δεν έγινε τυχαία! Εσύ κι ο Στέφανος ... Ήταν γραφτό να γίνει!»
Η Άρτεμις χαϊδεύει την κοιλιά της.
«Για να γεννηθεί αυτός που θα λύσει την κατάρα και θα σώσει την αγάπη»
«Ακριβώς!»
Ο Οδυσσέας κουνάει τα χέρια του προσπαθώντας να τους τραβήξει την προσοχή.
«Με συγχωρείτε, Άρτεμις στο τετράγωνο, αλλά θα είχατε την ευγενή καλοσύνη να συμπεριλάβετε κι εμάς στη συζήτηση; Ξέρετε, εμάς τους κοινούς θνητούς που δεν έχουμε καταλάβει τίποτα ακόμα;»
Η Γιαγιά Άρτεμις του κάνει νόημα να περιμένει.
«Όλα με την σειρά τους, όμορφε! Πρώτα πρέπει να κάνουμε αυτό που είπε το κοριτσάκι. Πρέπει να βρούμε την προφητεία»
«Και πώς θα το κάνουμε αυτό; Δεν έχουμε ιδέα πού να κοιτάξουμε»
Ο Ιάσονας έχει μια ιδέα.
«Φέραμε έναν τεράστιο τόμο που περιέχει όλους τους αγγέλους. Είμαι σίγουρος ότι εκεί μέσα θα υπάρχει η ιστορία του Ιωνάθαν και της Μαριάμ»
Η Γιαγιά Άρτεμις κουνάει το δάχτυλο της με εκτίμηση.
«Το ήξερα, Μελανούρι μου! Ήμουν σίγουρη ότι υπάρχει ένα λαμπρό μυαλό μέσα σ' αυτό το όμορφο κεφαλάκι σου!»
Αυτός χαμογελάει αμήχανα.
«Εεεε ... Ευχαριστώ, νομίζω, αλλά ... Τι ακριβώς είναι το μελανούρι;»
Ο Σπύρος, σαν ειδήμον στο θέμα, του εξηγεί κοιτάζοντας αυστηρά τη μητέρα του.
«Το Μελανούρι, αγόρι μου, είναι ένα πολύ νόστιμο και ντελικάτο ψάρι με μία μαύρη ταινία στην ουρά, και γι' αυτό το χρησιμοποιούμε ενίοτε για να περιγράψουμε ένα πολύ όμορφο, ελκυστικό και ...»
Αυτός διστάζει και η Γιαγιά Άρτεμις γυρίζει τα μάτια της.
«Σέξι, γιε μου. Σέξι. Πες το, μην ντρέπεσαι!»
«Ναι. Σέξι. Ένα σέξι άτομο, άντρα ή γυναίκα, με σκούρο δέρμα και μαλλιά»
Η αμηχανία του Ιάσονα μεγαλώνει ακόμα περισσότερο και τα μάγουλα του γίνονται κατακόκκινα.
«Α! Καλά. Σ' ευχαριστώ που μου το εξήγησες. Τουλάχιστον, έτσι νομίζω!»
Η Άρτεμις τον καθησυχάζει.
«Μην δίνεις σημασία στη γιαγιά μου, Νακούλη. Της συμβαίνει πάντα όταν υπάρχουν όμορφοι άντρες τριγύρω, αλλά βασικά είναι ακίνδυνη»
Η Αναΐς ξεκαθαρίζει την θέση της.
«Γιαγιά Άρτεμις, μ' αρέσεις πολύ, αλλά αν θέλεις να τα πάμε καλά, μην ξεχνάς ότι αυτό το Μελανούρι είναι δικό μου!»
Η Γιαγιά Άρτεμις γελάει.
«Τι συμβαίνει με τα κορίτσια σήμερα; Δεν αντέχουν λίγο υγιή ανταγωνισμό; Ιησούς Χριστός! Στην εποχή μου ...»
Ο Σπύρος την διακόπτει.
«Εντάξει! Γιατί δεν επιστρέψουμε σ' αυτό που λέγαμε, πριν η αγαπημένη μου μητέρα πει κι άλλα και με ταπεινώσει εντελώς;»
Ο Τζάκος εγκρίνει.
«Συμφωνώ με τον συμπέθερο»
«Σοβαρά, ρε Τζάκο; Συμπέθερος;»
«Τι; Συμπέθεροι είμαστε. Ο γιος μου θα παντρευτεί την κόρη σου»
«Τέλος πάντων!»
Μετά, επιστρέφοντας στο κύριο θέμα, η Γιαγιά Άρτεμις παίρνει ξανά τον λόγο.
«Τζάκο, πραγματικά δεν ξέρεις τίποτα γι' αυτούς τους δύο αγγέλους;»
«Εγώ; Όχι. Αυτή είναι η πρώτη φορά που ακούω γι' αυτούς»
«Εσύ, Μαίρη;»
«Το ίδιο. Δεν τους έχω ξανακούσει ποτέ»
«Λοιπόν ... Αυτό είναι λογικό, φαντάζομαι, γιατί η αγγελική σας φύση ακόμα κοιμάται»
Ο Στέφανος απορεί.
«Τι εννοείς, Γιαγιά;»
Η Άρτεμις του χαμογελάει.
«Ακόμα δεν το κατάλαβες, Στέφο μου;»
«Τι να καταλάβω;»
Ο Νικόλας, που κάτι έχει αρχίσει να καταλαβαίνει, σκουντάει τον αδερφό του.
«Έλα, ρε Στέφο! Βάλε το μυαλό σου να δουλέψει! Ο Ιωνάθαν και η Μαριάμ. Ο ήλιος και το αστέρι της αυγής. Επέλεξαν ο ένας τον άλλον. Ποιοι είναι οι πρώτοι άνθρωποι που σου έρχονται στο μυαλό όταν ακούς αυτά τα πράγματα;»
Ο Στέφανος, αλλά και όλοι οι άλλοι, στρέφεται και κοιτάζει τους μοναδικούς ανθρώπους που ταιριάζουν απόλυτα σ' αυτήν την περιγραφή.
«Νικόλα, πιστεύεις στ' αλήθεια ...;»
«Είναι λογικό, Στέφο. Όλα βγάζουν νόημα πια»
Η Αναΐς και η Εύα πλησιάζουν τον Νικόλα.
«Νικόλα, αν ισχύει αυτό που λες, αυτό σημαίνει ...»
«Ότι κι εμείς είμαστε ... Όχι, Νικόλα. Δεν γίνεται!»
«Γιατί όχι, ρε κορίτσια;»
Ο Τζάκος υψώνει τον τόνο της φωνής του.
«Τι είναι αυτά που λέτε; Σταματήστε αμέσως!»
Η Μαίρη κουνάει το κεφάλι της.
«Τζάκο μου, ίσως έχουν δίκιο τα παιδιά»
Αυτός γυρίζει και την κοιτάζει.
«Τι λες κι εσύ, ρε Μαίρη; Νομίζεις πραγματικά ότι είμαστε ο Ιωνάθαν και η Μαριάμ; Και τι; Επαναστατήσαμε εναντίον του Θεού, όπως ο Σαμαήλ, ή το σκάσαμε απ' τον Παράδεισο μια νύχτα για να ζήσουμε τον έρωτα μας;»
Πριν όμως αυτή μπορέσει ν' απαντήσει, ο Αλέκος αρχίζει να φωνάζει.
«Τζάκο, περίμενε!»
«Τι;»
«Αυτό το όνομα που είπες»
«Ποιο; Το Σαμαήλ;»
«Ναι»
«Τι; Σαμαήλ ήταν το όνομα του Εωσφόρου πριν εκπέσει και γίνει ο Διάβολος. Όλοι το ξέρουν αυτό»
«Ναι, αλλά μετά την εξέγερση του, ο Θεός απαγόρευσε αυτό το όνομα. Μόνο τα Ουράνια Όντα επιτρέπεται να το πουν δυνατά, Τζάκο. Όχι οι άνθρωποι»
Η Μαίρη τον κοιτάζει.
«Εννοείς ότι εσύ δεν μπορείς να πεις το όνομα Σαμαήλ δυνατά;»
Καθώς το απαγορευμένο στους ανθρώπους όνομα βγαίνει απ' τα χείλη της, η Μαίρη κλείνει το στόμα της έκπληκτη και ο Αλέκος χαμογελάει.
«Ναι, Μαιρούλα μου, δεν μπορώ. Η φωνή μου χάνεται όταν προσπαθώ»
Αυτός προσπαθεί να πει το όνομα δυνατά, αλλά παρόλο που τα χείλη του κινούνται, η φωνή του δεν ακούγεται. Αμέσως, μια παράξενη σιωπή πέφτει στο δωμάτιο. Όλοι κοιτάζονται μεταξύ τους, χωρίς να ξέρουν τι να πουν, μέχρι που ο Άρης λέει το αυτονόητο.
«Πραγματικά απορώ τι περιμένουμε! Αυτό είναι ένα εξαιρετικό τεστ. Ας προσπαθήσουμε όλοι να προφέρουμε το όνομα. Μ' αυτόν τον τρόπο, ίσως καταλάβουμε ποιος από μας είναι άνθρωπος και ποιος όχι. Αρχίζω πρώτος. Σαμαήλ!»
Ο Ορέστης κουνάει το κεφάλι.
«Δεν είχα καμία αμφιβολία γι' αυτό»
Ο Άρης κοιτάζει τη Σελήνη κι εκείνη λέει δυνατά και καθαρά το απαγορευμένο όνομα. Το ίδιο συμβαίνει και με τα δύο παιδιά τους, τον Ερμή και την Έλενα, όπως φυσικά ήταν αναμενόμενο. Ο Βίκος, η Θαλασσινή και τα δίδυμα προσπαθούν, αλλά κανένας τους δεν μπορεί να το πει. Το ίδιο συμβαίνει με τον Ορέστη, την Χλόη, τη Μαργαρίτα, τον Ηρακλή, την Αγνή, τον Σάκη, τη Ζαφειρία, τον Μάξιμο, τον Ιάσονα, τον Διονύση, την Κατερίνα, τα δυο τους παιδιά, την Αλίκη και τον Κοσμά, και τέλος τον Σπύρο, την Αναστάζια και τη γιαγιά Άρτεμις. Η μικρή Άρτεμις καταφέρνει να πει το όνομα, αλλά καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι είναι λόγω του Τζέι-Τζέι και αποφασίζουν να κάνει ξανά το τεστ όταν το μωρό είναι έξω απ' το σώμα της. Έπειτα, έρχεται η σειρά του Στέφανου, της Αναΐς, της Εύας και του Νικόλα, που φυσικά το προφέρουν εύκολα και οι τέσσερις. Και φτάνουμε στην Πανδώρα, η οποία παίρνει μια βαθιά ανάσα.
«Σαμαήλ»
Ο Άρης σηκώνει τα φρύδια.
«Είναι λογικό, ρε παιδιά. Το μισό DNA της προήλθε απ' τη Μαίρη»
Τελευταίος, αλλά καθόλου ασήμαντος, ο Οδυσσέας, τον οποίο κοιτάζει ο Τζάκος αυτή τη στιγμή.
«Και τώρα η σειρά σου, Αγαπούλη μου»
Αυτός σταυρώνει τα χέρια στο στήθος.
«Σοβαρά, Διεστραμμένε Έκπτωτε ή ό,τι άλλο είσαι; Σοβαρά πιστεύεις ότι είμαι κάτι παραπάνω από άνθρωπος;»
«Αν είμαι εγώ, τότε είσαι κι εσύ. Είμαι σίγουρος γι' αυτό»
«Εντάξει. Ας σου αποδείξω ότι κάνεις λάθος ακόμα μια φορά. Σαμαήλ!»
Όταν το απαγορευμένο όνομα βγαίνει τόσο εύκολα απ' τα χείλη του Οδυσσέα, όλοι γυρίζουν και τον κοιτάξουν έκπληκτοι καθώς αυτός καλύπτει το στόμα του και με τα δύο χέρια και κουνάει το κεφάλι του με άρνηση.
«Όχι! Όχι! Έγινε κάποιο λάθος! Αυτό δεν μπορεί να συμβαίνει! Όχι!»
Ο Τζάκος χτυπάει με δύναμη το χέρι του στο τραπέζι.
«Το ήξερα, διάολε! Το ήξερα!»
Ο Οδυσσέας τρέχει πανικόβλητος στο σημείο που έχουν στοιβάξει τα βιβλία.
«Την ιστορία! Πρέπει να βρούμε την ιστορία!»
Η Σελήνη συμφωνεί.
«Κι εγώ έτσι νομίζω! Εκεί θα υπάρχουν οι απαντήσεις που ψάχνουμε»
Ο Άρης σηκώνεται όρθιος.
«Έτσι ακριβώς είναι! Αν βρούμε την ιστορία, θα μπορέσουμε να μάθουμε τι πραγματικά είμαστε και τι ακριβώς μας έφερε κοντά»
Ο Στέφανος τον κοιτάζει.
«Νομίζεις ότι υπάρχει λόγος που συναντηθήκαμε όλοι εμείς;»
«Σίγουρα, Στέφο. Όλο αυτό είναι πολύ μεγάλο για να είναι σύμπτωση. Θυμάσαι τον Τιτάνα που μίλησε για ένα σχέδιο;»
«Το σχέδιο του Θεού»
«Αυτό είναι, Στέφο. Είναι καιρός να μάθουμε επιτέλους τι έχει σχεδιάσει ο Θεός για μας»
Οι ώρες περνούν και το σκοτάδι της νύχτας βρίσκει τους ήρωες μας ακόμα χωμένους στα βιβλία. Όπως καταλαβαίνεται, οι τελευταίες εξελίξεις ήταν κάπως συγκλονιστικές για όλους, Ουράνιους και θνητούς, και ειδικά για τον Οδυσσέα, που ακόμα δεν μπορεί να πιστέψει αυτό που συμβαίνει.
«Τι είμαι, ρε Αλέκο;»
Ο Αλέκος κλείνει το βιβλίο που διαβάζει και τον κοιτάζει χαμογελώντας.
«Ο άγγελος της επανάληψης, αν κρίνω απ' το πόσες φορές μου έχεις κάνει την ίδια ερώτηση τις τελευταίες ώρες»
«Έλα, μην αστειεύεσαι! Είναι πολύ σοβαρό αυτό. Δεν είμαι άνθρωπος, Αλέκο. Το αντιλαμβάνεσαι αυτό;»
«Κανείς δεν είπε ότι δεν είσαι άνθρωπος»
«Εσύ το είπες. Είπες ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να πουν το όνομα Σαμαήλ δυνατά κι εγώ μπορώ, όπως μόλις άκουσες ξανά. Αυτό σημαίνει ότι δεν είμαι άνθρωπος. Τι είμαι, ρε Αλέκο; Τι είμαι;»
«Δεν ξέρω, μωρό μου»
«Εσύ τι νομίζεις ότι είμαι;»
Ο Αλέκος σταυρώνει τα πόδια και παίρνει ένα σοβαρό ύφος.
«Αν ο Τζάκος και η Μαίρη είναι ο Ιωνάθαν και η Μαριάμ, εσύ πρέπει να έχεις κάποια σχέση μαζί τους. Ίσως τους βοήθησες να κάνουν αυτό που έκαναν και τους ακολούθησες»
Ο Οδυσσέας αναστενάζει.
«Αν υποψιαστώ ότι είμαι κολλημένος με τον Διεστραμμένο απ' την αρχή της δημιουργίας, θα τρελαθώ!»
Ο Αλέκος γελάει.
«Ήξερα ότι ο δεσμός σας ήταν δυνατός και περίεργος, αλλά δεν μπορούσα ποτέ να φανταστώ κάτι τόσο μεγάλο»
«Ω, Θεέ μου!»
Εκτός απ' τον αγαπημένο μας Οδυσσέα, το ίδιο ισχύει και για κάποιους άλλους ήρωες της ιστορίας μας, όπως ο Τζάκος που διπλώνει το χοντρό βιβλίο που διαβάζει και το βάζει στο τραπέζι πριν σηκωθεί και ακολουθήσει τη Μαίρη, που βγήκε στο μπαλκόνι πριν λίγο. Αυτός πηγαίνει πίσω της, τραβάει τα μαλλιά της στην άκρη και της δίνει ένα φιλί στο λαιμό.
«Τι σκέφτεσαι, Αγγελούδι μου;»
Αυτή γυρίζει και τον κοιτάζει.
«Γιατί με λες έτσι; Με αποκαλείς έτσι απ' την πρώτη φορά που με είδες. Γιατί;»
Αυτός ακουμπάει στο κάγκελο και σηκώνει τους ώμους του.
«Δεν ξέρω τι να σου πω. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, έψαχνα για έναν άγγελο. Τον δικό μου άγγελο»
Αυτή τρυπώνει στην αγκαλιά του.
«Ποιοι είμαστε, Τζάκο; Είναι δυνατόν να είμαστε αυτοί οι άγγελοι; Κι αν ναι, τι κάναμε; Γιατί ήρθαμε στη γη; Γιατί φύγαμε απ' τον παράδεισο; Φύγαμε οικειοθελώς ή μας έδιωξαν; Και τα παιδιά μας ... Τι σημαίνει αυτό για τα παιδιά μας; Κι αν κινδυνεύουν εξαιτίας μας;»
«Όπα! Όπα! Ηρέμησε, Αγγελούδι! Τα παιδιά μας θα είναι μια χαρά»
«Πώς μπορείς να είσαι τόσο σίγουρος;»
«Μπορώ, γιατί, αν είμαστε πραγματικά αυτοί οι άγγελοι, αυτό που κάναμε, ό,τι κι αν ήταν αυτό, δεν μπορεί να ήταν τόσο κακό»
«Γιατί το λες αυτό;»
«Γιατί το κάναμε από αγάπη, Μαίρη μου, και η αγάπη ...»
«Φέρνει μονάχα ευτυχία»
«Ακριβώς!»
«Ξέρεις κάτι; Αν όλα αυτά είναι αλήθεια, ό,τι κι αν είναι αυτό που κάναμε, δεν το μετανιώνω»
«Γιατί το λες αυτό;»
«Γιατί ό,τι έκανα, το έκανα για σένα»
«Αχ, Αγγελούδι μου!»
«Σ' αγαπάω, Τζάκο μου»
«Κι εγώ σ' αγαπάω, Μαίρη μου»
Ο Στέφανος χαμογελάει όταν βγαίνει στο μπαλκόνι και βλέπει τους γονείς του να κοιτάζονται με όλη την αγάπη του κόσμου στα μάτια τους. Αυτός καθαρίζει το λαιμό του κι αυτοί γυρίζουν και τον κοιτάζουν χαμογελώντας επίσης.
«Τι συμβαίνει, Τίγρη;»
«Συγγνώμη που διακόπτω, αλλά πρέπει να μπείτε μέσα. Ο Αλέκος βρήκε κάτι»
«Αυτό που ψάχνουμε;»
«Ίσως»
Οι τρεις τους μπαίνουν μέσα. Ο Τζάκος και η Μαίρη κάθονται στην αγαπημένη τους πολυθρόνα και ο Στέφανος παίρνει τη θέση του δίπλα στην Άρτεμις. Όλοι οι άλλοι κάθονται ήδη και κοιτάζουν τον Αλέκο, ο οποίος στέκεται στη μέση του δωματίου, κρατώντας ένα μεγάλο βιβλίο στα χέρια του. Ο Άρης του δίνει το έναυσμα.
«Άντε, Αλέκο! Είμαστε όλοι εδώ. Πες μας τι βρήκες»
Ο Αλέκος ανοίγει το στόμα του και η βαθιά φωνή του μεταφέρει τους ήρωες μας αιώνες πίσω στο παρελθόν και συγκεκριμένα, στη στιγμή της γέννησης ενός αγγέλου!
~ ΚΗΠΟΣ της ΕΔΕΜ ~ ΣΧΕΔΟΝ ΔΥΟ ΑΙΩΝΕΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΤΟΥ ΣΑΜΑΗΛ ~
Είναι νύχτα. Τα αστέρια λάμπουν στον καθαρό, μαύρο ουρανό και το φεγγάρι παρέχει το απαραίτητο φως στον πλήρως ανθισμένο κήπο του παραδείσου, που είναι γεμάτος αγγέλους. Άγγελοι ντυμένοι με λευκούς μανδύες και χρυσά σανδάλια. Τα πολύχρωμα φτερά τους, ανάλογα σε ποιο τάγμα ανήκουν, δονούνται πίσω απ' την πλάτη τους γιατί ανυπομονούν να δουν τι πρόκειται να συμβεί. Έτσι γίνεται κάθε φορά που γεννιέται ένας άγγελος.
Οι άγγελοι είναι όμορφοι. Τα πρόσωπά τους είναι άψογα με τα λεπτά, συμμετρικά χαρακτηριστικά τους. Οι λεπτές μύτες, τα λαμπερά μεγάλα μάτια, τα λαχταριστά χείλη και τα δυνατά μαλλιά που πέφτουν στους ώμους τους. Είναι όλοι πανέμορφοι, αλλά ένας απ' αυτούς ξεχωρίζει. Ο Ιωνάθαν, ο άγγελος με τα χρυσά φτερά, ο άγγελος του Ήλιου.
Αυτός στέκεται εκεί, ακριβώς δίπλα στον Μιχαήλ και στους άλλους δύο αρχαγγέλους, τον Γαβριήλ και τον Ραφαήλ. Κάποτε υπήρχαν τέσσερις αρχάγγελοι, αλλά μετά την εξέγερση του Σαμαήλ και τον εξορισμό του απ' τον παράδεισο, η θέση του παραμένει κενή.
Για κάποιο λόγο, ο Θεός αρνείται να βάλει κάποιον άλλο στη θέση του. Αλλά όπως είπα, ο Ιωνάθαν στέκεται δίπλα στον Μιχαήλ, και αυτό συμβαίνει απλώς επειδή η ιεραρχία το θέλει έτσι. Ο αναπληρωτής αρχηγός πρέπει να στέκεται δίπλα στον αρχηγό. Ω, ναι. Ο Ιωνάθαν είναι ο υπαρχηγός του Μιχαήλ, ο δεύτερος στην ιεραρχία της εξουσίας σε όλο τον παράδεισο.
Ο ίδιος ο Θεός του έδωσε αυτό το πόστο, αλλά όχι λόγω της απέραντης ομορφιάς του. Ο Ιωνάθαν πήρε επάξια αυτή τη θέση όταν μόνος του εμπόδισε μια μεγάλη στρατιά δαιμόνων να εισέλθει στον Κήπο. Βλέπετε, η Λίλιθ, η πρώτη γυναίκα του Αδάμ, δεν έχει ξεπεράσει ακόμη τη αποπομπή της απ' τον παράδεισο και την αντικατάσταση της απ' την Εύα. Γι' αυτό συχνά στέλνει τους δαίμονες της να επιτεθούν στην Εδέμ, αλλά κάθε φορά αυτοί πέφτουν νεκροί πριν ακόμα περάσουν τις Μαργαριταρένιες Πύλες. Τέλος πάντων! Αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Ας επιστρέψουμε στον Ιωνάθαν, που, όπως καταλαβαίνεται, η προαγωγή του του χάρισε όχι μόνο φήμη και δόξα, αλλά και ορισμένους εχθρούς, με χειρότερο όλων τον Ναθάνιελ, τον άγγελο της Φωτιάς.
Ο Ναθάνιελ είναι ένας μοχθηρός αλλά ταυτόχρονα πολύ δυνατός πολεμιστής, που προσπαθεί ν' ανέβει στην ιεραρχία και να πάρει τη θέση του υπαρχηγού σχεδόν απ' την αρχή της δημιουργίας. Όμως δεν έχει πετύχει τίποτα μέχρι στιγμής γιατί ο ίδιος ο Μιχαήλ απλά αρνείται να του δώσει εξουσία. Ίσως ο Αρχάγγελος έχει καταλάβει την πραγματική φύση του και προσπαθεί να προστατέψει τους αγγέλους του.
Όλο αυτό το διάστημα, ο Ιωνάθαν είχε πολλές ευκαιρίες να σκοτώσει τον Ναθάνιελ σε κάποια απ' τις αμέτρητες φορές που αυτός τον προκάλεσε να παλέψουν, αλλά κάθε φορά, πριν το φονικό χτύπημα, ο Ιωνάθαν υποχωρούσε, απλώς και μόνο επειδή, αυτή είναι η μεγαλύτερη αμαρτία για έναν άγγελο, να σκοτώσει έναν άλλον άγγελο. Ένας αδερφός δεν πρέπει να χύνει τη χρυσό ιχώρ ενός άλλου αδερφού. Αλλά αρκετά είπαμε. Ας επιστρέψουμε στην ιστορία.
Όπως είπα, ο Ιωνάθαν στέκεται δίπλα στον Μιχαήλ και τα χρυσά του μάτια είναι καρφωμένα στο λευκό κουκούλι στο κέντρο, που περιέχει έναν άγγελο. Ένας καινούργιος άγγελος. Ένας καινούργιος άγγελος που θα γεννηθεί σε λίγα λεπτά.
Αυτός νιώθει λίγο περίεργα για πρώτη φορά. Κάτι τον σπρώχνει προς το κουκούλι και νιώθει ένα περίεργο σφίξιμο, κάτι σαν κούφιο συναίσθημα στο στομάχι του. Υπάρχει επίσης ένα αίσθημα ενθουσιασμού που διαρρέει το σώμα του, κάνοντας τον πιο ανυπόμονο απ' όσο θα έπρεπε.
Αυτό είναι πολύ περίεργο. Οι άγγελοι δεν έχουν συναισθήματα. Ξέρουν γι' αυτά, μπορούν να τα ξεχωρίσουν, χαρά, λύπη, λαχτάρα, ενθουσιασμό, ανυπομονησία κ.λπ., αλλά δεν μπορούν να τα νιώσουν γιατί πολύ απλά οι άγγελοι δεν έχουν ψυχές σαν τους ανθρώπους.
Γι' αυτό ακριβώς τον λόγο, αυτός πάντα ζήλευε τους ανθρώπους. Για την ψυχή τους. Βλέπεται δεν ξέρει ακόμα ότι είναι ο μοναδικός άγγελος με ανθρώπινη ψυχή. Ο ίδιος ο Θεός τον έπλασε έτσι. Το πως και το γιατί θα το δούμε παρακάτω.
Αυτός συχνά κατεβαίνει στη γη και περπατάει αόρατος ανάμεσα στους ανθρώπους, μόνο και μόνο για να είναι κοντά σ' αυτά τα πολύπλοκα, αλλά υπέροχα όντα με όλα αυτά τα συναρπαστικά συναισθήματα τους, ακόμα και από απόσταση.
Όμως, δεν είναι πολύ περίεργο που τα νιώθει όλα αυτά κοιτάζοντας και μόνο το λευκό κουκούλι με τις όμορφες ιριδίζουσες μοβ σκιές στην επιφάνεια του; Αυτός έχει βρεθεί ξανά στη γέννηση ενός αγγέλου και δεν ένιωθε απολύτως τίποτα. Γιατί τώρα; Ποιος είναι αυτός ο άγγελος που θα γεννηθεί; Όχι! Αυτό είναι πάρα πολύ! Αυτός δεν αντέχει άλλο, και αποφασίζει να ρωτήσει τον Μιχαήλ.
«Μιχαήλ, τι ξέρεις για τον άγγελο που πρόκειται να γεννηθεί;»
«Όχι πολλά. Τον ξέρεις τον Πατέρα. Λατρεύει τα μυστικά. Το μόνο που κατάφερα να μάθω είναι ότι είναι θηλυκός. Γιατί ρωτάς;»
«Δεν ξέρω. Νιώθω περίεργα»
«Περίεργα πως;»
«Δεν μπορώ καν να το περιγράψω. Υπάρχει κάτι μέσα μου. Κάτι με τραβάει σ' αυτόν τον άγγελο»
Ο Μιχαήλ κοιτάζει τον υπαρχηγό του προσπαθώντας να τον διαβάσει.
«Συναναστρέφεσαι πολύ με τους ανθρώπους και τους αφήνεις να σ' επηρεάσουν. Σταμάτα να περπατάς στη γη για λίγο και θα συνέλθεις»
Ο Ιωνάθαν συνοφρυώνεται και θέλει να του απαντήσει, αλλά ο παραδεισένιος ήχος της κόρνας του Γαβριήλ τον εμποδίζει. Ο Μιχαήλ τον χτυπάει φιλικά στην πλάτη.
«Προφανώς, θα λάβεις τις απαντήσεις που ζητάς σύντομα»
Όλοι οι άγγελοι σηκώνουν τα κεφάλια τους και αμέσως αντηχεί δυνατά και καθαρά η στεντόρεια φωνή του Θεού, που δεν εμφανίζεται ποτέ αυτοπροσώπως σε τέτοιες εκδηλώσεις.
«Άγγελοι του Παραδείσου ... Αγαπημένα μου παιδιά ... Γενηθήτω η Μαριάμ ... Ο Άγγελος του Άστρου της Αυγής»
Οι δονήσεις της φωνής του ίδιου του Δημιουργού προκαλούν ρωγμές στο κατά τα άλλα αδιαπέραστο λευκό κουκούλι, που ανοίγει στα δύο, και από μέσα αναδύεται ένας ολοκαίνουργιος άγγελος με μακριά κατάμαυρα μαλλιά, μεγάλα φωτεινά βιολετί μάτια και δύο υπέροχα απαλά, ολόλευκα φτερά. Ο πιο όμορφος άγγελος που έχει δει ποτέ ο Ιωνάθαν!
Οι άγγελοι αρχίζουν να τραγουδούν και η Μαριάμ κοιτάζει τριγύρω. Μόλις τα μάτια της πέφτουν στον Ιωνάθαν, η γη αρχίζει να τρέμει κάτω απ' τα πόδια τους κι αυτός, σοκαρισμένος απ' αυτό που βλέπει, δεν μπορεί να ελέγξει το φως του ήλιου μέσα του κι αυτό αρχίζει να δυναμώνει γύρω του, μετατρέποντας τη σκοτεινή, φεγγαρόλουστη νύχτα σε μια φωτεινή, ζεστή μέρα.
Οι άλλοι άγγελοι αναγκάζονται να καλύψουν τα μάτια τους γιατί δεν αντέχουν το δυνατό, καυτό φως, όχι όμως εκείνη. Αυτή τον κοιτάζει κατευθείαν στα χρυσά του μάτια χωρίς καν να βλεφαρίζει, και τρεις λέξεις βγαίνουν απ' τα χείλη της. Οι πρώτες της λέξεις ...
«Ιωνάθαν ... Ήλιε μου!»
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro