
Άγνωστες Πτυχές ...
Τώρα όμως, πριν αφήσουμε πίσω μας αυτή τη νύχτα, θα εγκαταλείψουμε για λίγο το ιπτάμενο κτήνος, όπως το αποκαλεί ο Στέφανος και θα κατέβουμε στη γη. Πιο συγκεκριμένα, εκεί που έχει βρει καταφύγιο μια μεγάλη αγάπη ... Πού είσαι, Τζάκο;
~ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ του ΣΤΕΦΑΝΟΥ ~ ΓΛΥΦΑΔΑ ~
Ο Ιάσονας και η Αναΐς κάθονται στον καναπέ και παρακολουθούν τηλεόραση. Για την ακρίβεια, αυτή προσπαθεί να δει τηλεόραση, γιατί αυτός δεν την αφήνει ήσυχη και τη φιλάει συνέχεια.
«Έλα, βρε μωρό μου! Σταμάτα να με φιλάς. Προσπαθώ να δω τηλεόραση»
«Λυπάμαι, αγάπη μου, αλλά δεν μπορώ να το κάνω αυτό. Είσαι πολύ ακαταμάχητη και δεν σε χορταίνω»
«Ευχαριστώ για το κομπλιμέντο, αλλά δεν χρειάζεται να με χορτάσεις τώρα. Έχεις μια ολόκληρη ζωή για να το κάνεις»
«Λες αλήθεια; Μια ολόκληρη ζωή;»
Αυτή γυρίζει προς το μέρος του και του χαϊδεύει τα χείλη χαμογελώντας του τρυφερά.
«Γιατί με ρωτάς συνέχεια; Τι φοβάσαι, μωρό μου;»
Αυτός αναστενάζει.
«Ότι θα μ' αφήσεις. Ότι θα το μετανιώσεις. Ότι θα εξαφανιστείς»
«Έλα εδώ, βρε χαζούλη!»
Αυτή ανοίγει τα χέρια της κι εκείνος τρυπώνει στην αγκαλιά της.
«Θα σου το πω μια τελευταία φορά, και μετά δεν θα το αναφέρουμε ποτέ ξανά. Δεν πάω πουθενά! Μ' ακούς; Πουθενά! Δεν υπάρχει κανένας εκεί έξω για μένα. Μόνο εσύ. Ήσουν πάντα εσύ. Σ' αγάπησα όταν ήμουν μικρό κορίτσι. Σ' αγαπάω τώρα που είμαι γυναίκα, και θα σ' αγαπάω ακόμα όταν γίνω μια γριούλα με άσπρα μαλλιά και ρυτίδες στο πρόσωπο. Είσαι όλα όσα θέλω. Όλα όσα χρειάζομαι. Αν, και τονίζω το αν, η σχέση μας τελειώσει ποτέ, δεν θα είμαι εγώ αυτή που θα την τελειώσει»
«Ούτε εγώ θα είμαι. Δεν θα σ' αφήσω ποτέ»
«Τότε σταμάτα ν' ανησυχείς και απόλαυσε αυτό που έχουμε. Θα το κάνεις αυτό για μένα;»
«Θα έκανα τα πάντα για σένα»
Αυτή σκύβει και αγγίζει τα χείλη της στα δικά του.
«Κάνε μου έρωτα»
«Μα είπες ότι θέλεις να δεις τηλεόραση»
«Άλλαξα γνώμη. Έχεις πρόβλημα;»
«Κανένα. Έλα εδώ!»
Αυτοί σηκώνονται απ' τον καναπέ κι αυτός αρχίζει να της βγάζει τα ρούχα.
«Τοκ – Τοκ!»
Αυτή χαχανίζει.
«Ποιος είναι εκεί;»
«Αυτός που ψάχνεις!»
«Και τι θέλεις;»
«Να μ' αφήσεις να μπω»
«Ο δρόμος είναι ανοιχτός κι ο πατέρας μου είναι πολύ μακριά!»
Γελώντας δυνατά, αυτός την σηκώνει και τη φιλάει πεινασμένα, περπατώντας τα λίγα βήματα που τους χωρίζουν απ' το κρεβάτι και πέφτει πάνω του μαζί της. Τα υπόλοιπα ρούχα τους αφήνουν τα σώματα τους αστραπιαία καθώς τη βάζει να γονατίσει και πηγαίνει πίσω της. Το μουγκρητό της ηδονής της γεμίζει τ' αυτιά του τη στιγμή που μπαίνει μέσα της κι αρχίζει να κουνιέται. Αυτή σηκώνει τα χέρια της και τον πιάνει απ' το σβέρκο, τραβώντας τον ακόμα πιο κοντά γκρινιάζοντας τ' όνομα του. Λίγο αργότερα, αυτός σκύβει στ' αυτί της αναπνέοντας βαριά.
«Ανέβα πάνω μου!»
Αυτή γνέφει καταφατικά και μάλλον ανυπόμονα. Βλέπεται, αυτή τρελαίνεται κάθε φορά που αυτός κάθεται ακίνητος και την αφήνει να πάρει τον έλεγχο. Όπως τώρα που αυτός πέφτει πίσω κι εκείνη γυρίζει το σώμα της χωρίς να τον αφήσει να βγει από μέσα της και τον καβαλάει. Ακουμπώντας στο στιβαρό του στήθος, πατάει το γκάζι και λίγα λεπτά αργότερα ο γλυκός πόνος του οργασμού ανάμεσα στα πόδια της έρχεται όλο και πιο κοντά. Το κεφάλι της πέφτει πίσω και μια κραυγή ξεφεύγει απ' το στόμα της, αλλά δεν βαδίζει μόνη της σ' αυτό το μονοπάτι της ηδονής.
Αυτός πιάνει τους γοφούς της και τη σφίγγει δυνατά. Θάβεται ακόμη περισσότερο μέσα της, καθώς το καυτό υγρό του εκτοξεύεται σαν πύραυλος και γίνεται ένα με το δικό της. Εκείνη σωριάζεται πάνω του καθώς προσπαθούν και οι δύο να πάρουν ανάσα. Αυτός την αγκαλιάζει και την πιέζει πάνω του, αλλά όταν συνειδητοποιεί τι έγινε, γυρίζει, την βάζει από κάτω και την κοιτάζει τρομοκρατημένος. Αυτή τον κοιτάζει πίσω.
«Τι;»
«Νομίζω ότι την γαμήσαμε, κοριτσάκι»
«Γιατί;»
«Τι γιατί; Τελείωσα μέσα»
«Και λοιπόν;»
«Και λοιπόν; Μωρό μου, σε δύο μέρες έχεις ωορρηξία. Οι μέρες πριν απ' αυτό είναι επικίνδυνες»
Αυτή δεν μπορεί παρά να ξεσπάσει σε γέλια κι εκείνος την στραβοκοιτάζει.
«Γιατί γελάς τώρα; Πιστεύεις ότι είναι αστείο;»
«Το γεγονός ότι ξέρεις πώς να υπολογίζεις τις γόνιμες μέρες και την ωορρηξία μου; Ω, ναι! Νομίζω ότι είναι πολύ αστείο. Τι ακριβώς είσαι;»
«Σπούδασα βιολογία, εξυπνάκια. Φυσικά και ξέρω πώς να το κάνω, αλλά, ακόμα κι αν δεν το ήξερα, θα το είχα ερευνήσει. Θα ρωτούσα κάποιον»
«Γιατί φοβάσαι;»
«Γιατί είμαι ένας άντρας που δεν θέλει να γίνει ακόμα πατέρας»
«Συμφωνώ μ' αυτό, αλλά πες μου ... Αν δεν ήξερες, ποιον θα ρωτούσες;»
«Δεν ξέρω. Την μητέρα μου ή την μαμά Μαίρη»
«Θα ήθελα πολύ ν' ακούσω αυτή τη συζήτηση»
Αυτή συνεχίζει να γελάει κι εκείνος ξεφυσάει.
«Σταμάτα να γελάς. Μιλάμε για ένα μωρό. Είναι σοβαρό, ρε αγάπη μου. Είμαστε πολύ νέοι για κάτι τέτοιο, εκτός αν ...»
«Εκτός αν τι;»
«Εκτός αν είσαι έτοιμη να γίνεις μανούλα»
«Κι αν είμαι; Θα το έκανες;»
«Ναι, φυσικά. Χωρίς δισταγμό»
«Και τι γίνεται με το γεγονός ότι είμαστε πολύ νέοι για να γίνουμε γονείς;»
«Τίποτα δεν είναι πιο σημαντικό για μένα απ' τις ανάγκες σου. Γι' αυτό είμαι εδώ, μωρό μου. Για να σου δίνω ό,τι χρειάζεσαι, κι αν αυτό είναι ένα μωρό ... Τότε ας είναι»
Αυτή του δίνει ένα γρήγορο φιλί στα χείλη.
«Πραγματικά σ' ευχαριστώ γι' αυτό, αλλά όχι, ευχαριστώ. Τουλάχιστον όχι ακόμα. Πράγματι, είμαστε πολύ νέοι για να γίνουμε γονείς. Όταν νιώσω την ανάγκη, θα είσαι ο πρώτος που θα το μάθεις»
«Εντάξει, αλλά δεν φαίνεται ν' ανησυχείς και πολύ γι' αυτό που συνέβη πριν»
«Βασικά, δεν ανησυχώ καθόλου»
«Γιατί; Μήπως σου είπε κάποιος ότι δεν μπορώ να κάνω παιδιά; Ο αδερφός σου, ίσως; Αν το έκανε ... Θα τον σκοτώσω!»
«Όχι! Όχι! Τίποτα τέτοιο. Ξέρω ότι είσαι απόλυτα ικανός»
«Τότε τι; Έλα! Μη με βασανίζεις άλλο!»
Αυτή γυρίζει μπρούμητα κι εκείνος ξαπλώνει πάνω της.
«Εντάξει. Θα σου έκανα έκπληξη, αλλά ξεκίνησα το χάπι»
Αυτός εκπνέει ανακουφισμένος.
«Ανακουφίστηκες, έτσι δεν είναι;»
«Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο, αλλά πες μου, πώς το αποφάσισες; Όχι ότι παραπονιέμαι φυσικά»
«Μίλησα με τη μαμά μου και μου είπε ότι αυτή είναι η πιο ασφαλής μέθοδος αντισύλληψης και μιας και είχα περίοδο πριν απ' την εκδρομή μας, άρχισα να το παίρνω. Συγγνώμη που δεν στο είπα νωρίτερα, αλλά η μαμά είπε να προσέχουμε τις πρώτες μέρες μέχρι να ξεκινήσει η επίδραση, οπότε με συμβούλεψε να μην στο πω για να μην σ' αφήσω ανεξέλεγκτο»
«Η σοφή Μαίρη έπαιξε ξανά τον ρόλο της, ε;»
«Ναι. Συγγνώμη και πάλι»
«Δεν πειράζει, μωρό μου, αλλά μην το ξανακάνεις. Θέλω να μου τα λες όλα»
«Θα το κάνω»
«Μπράβο το κορίτσι μου!»
Εκείνη τη στιγμή, το στομάχι της Αναΐς αρχίζει να διαμαρτύρεται, και μάλιστα, αρκετά έντονα.
«Όπως ακούς, το κορίτσι σου πεινάει. Υπάρχει κάτι που μπορείς να κάνεις γι' αυτό;»
«Υπάρχει, αλλά είναι σχεδόν μία η ώρα. Δεν είναι σωστό να φας τόσο αργά»
«Ποιος το λέει αυτό τώρα; Ο βιολόγος ή ο Personal Trainer;»
«Το αγόρι σου, που δεν τον νοιάζει αν παχύνεις γιατί θα σ' αγαπάει ακόμα κι όταν είσαι χοντρή, αλλά δεν θ' αντέξει τη γκρίνια σου όταν συμβεί αυτό»
«Χμμμ ... Αν είναι έτσι, έχω μια ιδέα»
«Τι;»
«Φτιάξε μου κάτι να φάω και μετά βοήθα με να κάψω τις θερμίδες»
«Πώς; Ως βιολόγος ή ως Personal Trainer;»
«Ως το αγόρι μου»
Αυτός καγχάζει.
«Α! Αυτό σημαίνει ότι δεν έχεις σκοπό να μ' αφήσεις να κοιμηθώ, σωστά;»
«Σωστά»
«Πολύ καλά. Πάω να σου φέρω κάτι υγιεινό να φας»
«Τι θα έκανα χωρίς εσένα;»
«Προφανώς θα πέθαινες απ' την πείνα ή από χοληστερίνη»
«Σίγουρα θα το έκανα!»
~ ΕΝ ΠΤΗΣΗ ~ ΓΑΛΛΙΚΟΣ ΕΝΑΕΡΙΟΣ ΧΩΡΟΣ ~
Ο Ήλιος πετάει πάνω απ' την πιο ερωτική πόλη του κόσμου, την Πόλη του Φωτός, το Παρίσι.
Η Αμαλία, η αεροσυνοδός, άυπνη και με πρησμένα, κόκκινα μάτια απ' το κλάμα όλη τη νύχτα, μπαίνει στην καμπίνα και περπατάει αργά προς το πίσω μέρος όπου είναι τα κρεβάτια ... Εκεί που θα την περίμενε ο Στέφανος αν δεν είχαν πάει όλα στραβά. Ο Αντώνης, ο πιλότος, της είπε να ενημερώσει τον κύριο Ηλιόπουλο για την επικείμενη προσγείωση, αλλά εκείνη διστάζει, γιατί μετά απ' αυτό που συνέβη ντρέπεται ακόμα και να τον κοιτάξει.
Και πώς να μην ντρέπεται όταν ξέρει ότι ήταν πρόθυμη να κοιμηθεί μαζί του, παρόλο που προσπάθησε να πείσει τους πάντες για το αντίθετο. Ήταν έτοιμη να πουλήσει τον αρραβωνιαστικό της, που ήταν πάντα δίπλα της τα τελευταία χρόνια και την αγαπάει τόσο πολύ. Ήταν έτοιμη να τον προδώσει έτσι απλά, χωρίς δισταγμό, μόνο και μόνο για ένα πήδημα σε αντάλλαγμα. Ένα καλό πήδημα, αν αληθεύουν οι φήμες, αλλά και πάλι. Αυτή έχασε την καλύτερη δουλειά που είχε ποτέ, αλλά κατά βάθος δεν είναι αυτό το μεγάλο της πρόβλημα. Το πραγματικό πρόβλημα είναι τι θα πει στον αρραβωνιαστικό της όταν την ρωτήσει γιατί απολύθηκε τόσο ξαφνικά.
Θα μπορούσε να του πει ότι τ' αφεντικό της ρίχτηκε κι επειδή αρνήθηκε, την απέλυσε. Αλλά όχι, αυτό δεν θα ήταν ούτε σωστό, ούτε δίκαιο. Ο Στέφανος την απέλυσε γιατί ανταποκρίθηκε στο φλερτ του ενώ ήταν αρραβωνιασμένη. Αυτό είναι περίεργο, αλλά ποιος ξέρει τι ήταν αυτό που τον έκανε να πιστεύει ότι όλες οι γυναίκες είναι ίδιες. Κάποια πρέπει να τον πλήγωσε πολύ, αλλά τέλος πάντων!
Αυτός είναι ο Στέφανος Ηλιόπουλος κι αυτή είναι σίγουρη ότι θα βρει τον δρόμο του και τελικά η κατάλληλη γυναίκα θα έρθει στη ζωή του και θα γιατρέψει όλες τις πληγές του. Αυτό που έχει πραγματικά σημασία τώρα είναι αυτή να βρει μια λύση. Πρέπει να κάνει κάτι για να διορθώσει το χάος. Αλλά τι;
Εκείνη τη στιγμή, η Πανδώρα βγαίνει απ' το πίσω δωμάτιο, μισοκοιμισμένη, τρίβοντας τα μάτια της. Όταν την βλέπει της έρχεται μια ιδέα στο μυαλό. Αν της ζητούσε να μιλήσει στον αδερφό της και να του αλλάξει γνώμη; Αυτή φαίνεται να είναι ένα καλό και συμπονετικό κορίτσι και, επιπλέον, φαίνεται να έχει μεγάλη επιρροή στον Στέφανο. Αν του μιλούσε, κάτι θα μπορούσε να γίνει. Ναι. Ναι. Αυτό είναι. Αυτή πρέπει να μιλήσει στη Πανδώρα. Εξάλλου, δεν της έχει μείνει τίποτα για να χάσει. Έτσι, αυτή ισιώνει τη στολή της, παίρνει μια βαθιά ανάσα και προχωράει.
«Καλημέρα, δεσποινίς Φραγκοπούλου»
«Καλημέρα, Αμαλία. Τι έγινε; Φτάσαμε; Τι ώρα είναι;»
«Τρεις και δέκα, δεσποινίς, και ναι, ήδη πετάμε πάνω απ' το Παρίσι. Σε λιγότερο από είκοσι λεπτά θα προσγειωθούμε στο Ορλί»
«Επιτέλους!»
«Είστε έτοιμη για το πρωινό σας;»
«Ναι. Φέρε για όλους μας. Πάω να τους ξυπνήσω»
«Μάλιστα, δεσποινίς»
Αυτή διστάζει να φύγει και η Πανδώρα το παρατηρεί.
«Τι συμβαίνει, Αμαλία;»
Όλη αυτή την ώρα, αυτή της μιλούσε με το κεφάλι κάτω και τώρα που σηκώνει το βλέμμα της, η Πανδώρα βλέπει σε τι κακή κατάσταση είναι.
«Για όνομα, βρε κορίτσι μου! Πως είσαι έτσι; Μοιάζεις σαν να έκλαιγες όλη νύχτα»
«Αυτό ακριβώς έκανα, δεσποινίς»
«Αχ, βρε Αμαλία!»
«Σας παρακαλώ, δεσποινίς ... Δεν θα τολμούσα ποτέ να σας ενοχλήσω μ' αυτό, αλλά είστε η μόνη μου ελπίδα»
«Θέλεις να ζητήσω απ' τον αδερφό μου να ανακαλέσει την απόλυση σου, ε;»
«Ναι, δεσποινίς. Χρειάζομαι πραγματικά αυτή τη δουλειά»
«Χρειάζεσαι πραγματικά τη δουλειά ή απλά δεν ξέρεις τι να πεις στον αρραβωνιαστικό σου για τον λόγο που απολύθηκες;»
Η Αμαλία κοιτάζει τη Πανδώρα με το στόμα ανοιχτό.
«Πώς ...; Πώς το ξέρετε αυτό;»
«Αν ήξερες τον πατέρα μου, δεν θα ρώταγες. Τέλος πάντων! Θα σε ρωτήσω κάτι τώρα και θέλω να μου πεις την αλήθεια»
«Ναι, φυσικά»
«Αν ο αδερφός μου δεν μάθαινε για τον αρραβώνα σου, θα κοιμόσουν μαζί του;»
Η Αμαλία χαμηλώνει ξανά το κεφάλι.
«Ναι, δεσποινίς. Ντρέπομαι που το λέω, αλλά ναι»
«Το έχεις ξανακάνει;»
«Όχι. Ποτέ»
«Τότε γιατί; Γιατί δεν του είπες όχι απ' την αρχή; Γιατί δεν τον απέρριψες;»
«Δεν ξέρω τι να σας πω, δεσποινίς. Ο κύριος Ηλιόπουλος έχει κάτι ... Κάτι περίεργο ... Ένα φως ...»
«Ένα φως, στο οποίο δεν μπορείς ν' αντισταθείς, ε;»
«Ακριβώς»
«Η ίδια παλιά ιστορία. Το ακαταμάχητο φως των Ηλιόπουλων. Σκατά!»
Η Πανδώρα περνάει τα χέρια της μέσα απ' τα μαλλιά της, με την Αμαλία να την κοιτάζει στο στόμα.
«Λοιπόν, δεσποινίς; Θα του μιλήσετε;»
«Ναι, βρε Αμαλία. Θα το κάνω. Εσύ πήγαινε για το πρωινό κι εγώ θ' αντιμετωπίσω τον Τίγρη»
«Ευχαριστώ, δεσποινίς. Χίλια ευχαριστώ»
«Μη μ' ευχαριστείς ακόμα. Περίμενε να τον πείσω και μετά βλέπουμε»
«Όπως και να 'χει, σας ευχαριστώ»
«Πήγαινε τώρα»
Η Αμαλία τρέχει στην κουζίνα του αεροπλάνου κι η Πανδώρα πηγαίνει πίσω στο κρεβάτι. Εκεί ο Στέφανος και η Αριάδνη κοιμούνται ακόμα. Αναζητώντας έναν σύμμαχο για τον επερχόμενο αγώνα, αυτή αποφασίζει να ξυπνήσει πρώτα την Αριάδνη, η οποία πετάγεται απ' το κρεβάτι την ίδια στιγμή που αυτή την σκουντάει απαλά στον ώμο.
«Τι; Τι; Μας επιτέθηκαν; Πέφτουμε; Αλεξίπτωτα, γρήγορα! Πού είναι τ' αλεξίπτωτα;»
Η Πανδώρα καγχάζει.
«Θεέ μου! Κανείς δεν μας επιτίθεται. Τι στο διάολο ονειρευόσουν;»
Η Αριάδνη κουνάει το κεφάλι της και τρίβει τα μάτια της.
«Είδα μια μοίρα μαχητικών να προσπαθεί να μας καταρρίψει για να σταματήσει τη συμφωνία της εταιρείας με τους Γάλλους»
Η Πανδώρα αρχίζει να γελάει.
«Βλέπεις πάρα πολλές ταινίες»
«Μη γελάς. Ήταν τρομαχτικό»
«Ίσως, αλλά όχι τόσο τρομακτικό όσο αυτό που πρόκειται να κάνω»
«Τι υποτίθεται ότι σημαίνει αυτό;»
Η Πανδώρα της εξηγεί τι συνέβη πριν με την Αμαλία και τι ακριβώς της ζήτησε. Η Αριάδνη κάθεται σ' ένα κάθισμα και την κοιτάζει.
«Και τι; Θα το κάνεις; Θα του μιλήσεις;»
«Ναι. Είναι κουρέλι η κακομοίρα. Τη λυπάμαι. Δεν λέω ότι φταίει ο Στέφανος, αλλά είναι κρίμα να χάσει τη δουλειά της και ίσως και τον αρραβωνιαστικό της μόνο και μόνο επειδή το αγόρι μας είναι τόσο ακαταμάχητο, δεν νομίζεις;»
«Νομίζω ότι είναι κρίμα να χάσεις τη ζωή σου. Αν του μιλήσεις, θα εκραγεί»
«Μην υπερβάλλεις τώρα. Για τον Στέφανο μιλάμε»
«Επειδή ακριβώς μιλάμε για τον Στέφανο, θέλω να ξέρεις ότι είσαι μόνη σου σ' αυτό. Εγώ θέλω να ζήσω. Είμαι πολύ νέα για να πεθάνω»
«Δεν θα με βοηθήσεις;»
«Όχι»
«Σκύλα!»
«Ναι, είμαι!»
«Τέλος πάντων!»
Αυτή γονατίζει δίπλα στον Στέφανο και είναι έτοιμη να τον ξυπνήσει, αλλά εκείνη τη στιγμή αυτός ανοίγει τα μάτια του και την κοιτάζει κατευθείαν στα δικά της.
«Μην κάνεις τον κόπο, Πραγματάκι. Είμαι ξύπνιος εδώ και κάμποση ώρα»
«Άκουσες δηλαδή;»
«Ναι»
«Και;»
Αυτός ανακάθεται και τρίβει το πρόσωπο του για να διώξει τον ύπνο.
«Και ... Έχεις δίκιο σε όλα. Είναι πραγματικά κρίμα»
«Εννοείς ότι θα πάρεις πίσω την απόλυση;»
«Ναι. Στο κάτω-κάτω, φταίω κι εγώ. Δεν τη ρώτησα ποτέ αν είναι single ή όχι. Της την έπεσα και περίμενα απλώς να μου πει ναι, όπως όλες οι άλλες. Δεν της άφησα περιθώριο»
Η Αριάδνη ξεροβήχει.
«Με συγχωρείς, αγορίνα μου, αλλά δεν έγινε ακριβώς έτσι. Τα σάλια της κόντεψαν να μας πνίξουν»
«Ακόμα κι έτσι, Αστροφεγγιά, δεν έχω το δικαίωμα να παίρνω όποια γυναίκα μου γυαλίζει χωρίς να σκέφτομαι τις συνέπειες. Μερικές απ' αυτές έχουν ήδη μια ζωή. Έχουν άντρες που τις αγαπούν. Δεν μπορώ να κάνω σ' αυτούς το ίδιο πράγμα που σχεδόν με κατέστρεψε»
Η Πανδώρα αναστενάζει αγκαλιάζοντας τον αδερφό της και κρύβει το πρόσωπο της στην καμπύλη του λαιμού του κι εκείνος βάζει το χέρι του γύρω απ' τη μέση της. Η Αριάδνη πηγαίνει στο κρεβάτι και κάθεται στην άλλη πλευρά του, ακουμπάει το κεφάλι της στον ώμο του κι εκείνος αγκαλιάζει και τη δική της μέση.
«Στο έχω πει πολλές φορές, αλλά θα στο ξαναπώ. Βασικά, δεν θα κουραστώ ποτέ να στο λέω. Εσύ, Στέφανε Ηλιόπουλε, είσαι σπουδαίος άνθρωπος κι εγώ είμαι περήφανη που είμαι φίλη σου»
«Προσπαθώ πολύ, Αστροφεγγιά»
«Τα πας πολύ καλά, Ομορφόπαιδο. Μην ανησυχείς γι' αυτό»
«Ευχαριστώ, Πραγματάκι»
Έτσι τους βρίσκει η Αμαλία όταν, αφού πρώτα χτυπάει την πόρτα, μπαίνει στο μικρό δωμάτιο για να τους πει ότι το πρωινό τους έχει ήδη σερβιριστεί. Ο Στέφανος σπρώχνει απαλά τα κορίτσια.
«Κοριτσάρες μου, αφήστε με λίγο μόνο με την Αμαλία. Πηγαίνετε να πάρετε το πρωινό σας και θα έρθω να σας βρω»
Τα δύο κορίτσια σηκώνονται απ' το κρεβάτι και βγαίνουν απ' το δωμάτιο. Καθώς περνούν δίπλα απ' την Αμαλία, η Πανδώρα της κλείνει το μάτι μ' ένα χαμόγελο. Όταν μένει μόνος μαζί της, αυτός χτυπάει το στρώμα δίπλα του.
«Έλα, Αμαλία. Κάτσε δίπλα μου. Έχω κάτι να σου πω»
«Κύριε Ηλιόπουλε ... Εγώ ...»
«Μη μ' αναγκάσεις να το ξαναπώ. Δεν μ' αρέσει να επαναλαμβάνομαι»
«Συγγνώμη»
Αυτή πηγαίνει κοντά του και κάθεται δίπλα του, κρατώντας το κεφάλι της κάτω, αναγκάζοντας τον ν' αναστενάξει.
«Έτσι θα μιλήσουμε τώρα; Δεν θα με κοιτάξεις καθόλου;»
«Κύριε Ηλιόπουλε ... Δεν θέλω ... Εννοώ ... Δεν μπορώ ...»
«Φυσικά και μπορείς. Έλα, κοίτα με!»
Αυτή διστάζει λίγο, αλλά τελικά σηκώνει το κεφάλι της και τον κοιτάζει. Το χαμηλό φως της καμπίνας του αεροπλάνου κάνει τα απίστευτα βιολετί μάτια του να λάμπουν και τα ζουμερά ροζ χείλη του να μοιάζουν με μια άγρια φράουλα. Εκείνος της χαμογελάει.
«Είναι καλύτερα έτσι, δεν νομίζεις;»
«Ναι»
«Λοιπόν, αυτό που θέλω να σου πω είναι να ξεχάσεις αυτό που συνέβη χθες. Ήταν λάθος. Δικό μου λάθος. Ευτυχώς δεν έγινε τίποτα ανεπανόρθωτο»
Το χαμόγελο του της δίνει λίγο θάρρος.
«Αλλά θα είχε συμβεί αν δεν είχατε δει το δαχτυλίδι μου»
«Ακριβώς. Γι' αυτό σου είπα ότι φταίω εγώ. Δεν έπρεπε να περιμένω το δαχτυλίδι. Έπρεπε να σε ρωτήσω πρώτα αν είσαι ελεύθερη. Αλλά ότι έγινε, έγινε. Δεν έχει σημασία πια. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι παίρνω πίσω την απόλυση και σου προσφέρω ένα γαμήλιο δώρο ως ένδειξη της πραγματικής μου συγγνώμης. Τον μήνα του μέλιτος. Μετά το γάμο σου, εσύ κι ο άντρας σου θα περάσετε μια εβδομάδα εδώ στο Παρίσι, με όλα τα έξοδα πληρωμένα. Όταν επιστρέψουμε, θα επικοινωνήσεις με την γραμματέα μου για να κανονίσετε τις λεπτομέρειες. Την αδιάκριτη γραμματέα μου που κρυφακούει πίσω απ' την πόρτα αυτή τη στιγμή μαζί με την ακόμα πιο αδιάκριτη αδερφή μου!»
«Τι λέτε, κύριε;»
«Αν ρίξεις μια ματιά στην πόρτα, θα καταλάβεις»
Η Αμαλία γελάει όταν γυρίζει και βλέπει την Αριάδνη και την Πανδώρα να βγάζουν τα κεφάλια τους και να κάνουν αμήχανες γκριμάτσες.
«Πώς στο διάολο το κατάλαβες;»
«Έχεις πραγματικά όραση με ακτίνες Χ όπως λέει ο Νικόλας;»
Ο Στέφανος γελάει.
«Όχι, βρώμικες ωτακούστριες! Απλώς σας ξέρω πάρα πολύ καλά. Ξεκουμπιστείτε τώρα!»
Τα δύο κορίτσια γίνονται καπνός κι αυτός γυρίζει πίσω στην Αμαλία, η οποία εξακολουθεί να γελάει γιατί έχει ξαναβρεί την καλή της διάθεση.
«Συγγνώμη γι' αυτό. Μερικές φορές αυτές είναι εξαιρετικά ενοχλητικές»
«Δεν πειράζει, κύριε. Είναι τόσο χαριτωμένες»
«Τέλος πάντων! Είναι όλα καλά τώρα;»
«Περισσότερο από καλά. Στην πραγματικότητα, δεν ξέρω τι να πω»
«Να μην πεις τίποτα τότε»
«Ευχαριστώ, κύριε. Απ' τα βάθη της καρδιάς μου. Ευχαριστώ»
«Όχι, Αμαλία. Εγώ πρέπει να σ' ευχαριστήσω γιατί μ' έκανες να συνειδητοποιήσω πόσο λάθος φερόμουν όλο αυτό το διάστημα»
«Δεν καταλαβαίνω»
«Δεν πειράζει. Καταλαβαίνω εγώ. Τώρα πήγαινε να μου φτιάξεις έναν καφέ. Ξέρεις τι μ' αρέσει, έτσι δεν είναι;»
«Φυσικά, κύριε. Διπλός καπουτσίνο, πολύ γλυκός με μια πρέζα κανέλα. Όπως ακριβώς ο πατέρας σας»
«Αυτό είναι! Μπράβο! Πήγαινε τώρα»
Ενώ η Αμαλία φτιάχνει τον καφέ του, ο Στέφανος πηγαίνει στην τουαλέτα και μετά παίρνει το πρωινό του. Λίγη ώρα αργότερα το αεροπλάνο προσγειώνεται στο αεροδρόμιο Ορλί. Οι τρεις ταξιδιώτες παίρνουν τη λιμουζίνα που τους περιμένει εκεί και πηγαίνουν στο ξενοδοχείο Lutetia, ένα εμβληματικό πολυτελές ξενοδοχείο που βρίσκεται στην ρομαντική περιοχή Σεν Ζερμέν ντε Πρε, στην αριστερή όχθη του Σηκουάνα.
Η σαράντα επτά τετραγωνικών μέτρων, δύο επιπέδων σουίτα που έκλεισε η Αριάδνη ονομάζεται Amour Suite και διαθέτει ένα κομψό σαλόνι με μοντέρνα μινιμαλιστικά έπιπλα και θέα στον πύργο του Άιφελ, ένα άνετο υπνοδωμάτιο με ένα τεράστιο κρεβάτι και ένα υπέροχο μπάνιο από μάρμαρο Carrara, με ντους και μπανιέρα. Τα ακριβά υφάσματα, τα χνουδωτά χαλιά και τα αντίγραφα διάσημων πινάκων στους τοίχους προσφέρουν πολυτέλεια και άνεση στους επισκέπτες.
Με τον ήλιο να έχει ανέβει για τα καλά στον ουρανό και μετά από ακόμα έναν αναζωογονητικό υπνάκο, τα κορίτσια είναι ξαπλωμένα στο κρεβάτι με τους φορητούς υπολογιστές τους στην αγκαλιά και ψάχνουν πού να πάνε όσο ο Στέφανος είναι απασχολημένος με τους επενδυτές. Ο Στέφανος, ο οποίος είναι στο μπάνιο, μπροστά στον καθρέφτη μετά από ένα γρήγορο ντους.
Λίγο αργότερα, όταν τελειώνει, μπαίνει στο δωμάτιο που βρίσκονται τα κορίτσια φορώντας ένα στενό κοστούμι Prada από κασμίρι σε κίτρινο χρώμα που ταιριάζει τέλεια με τα χρυσαφί μαλλιά του και κάνει τέλεια αντίθεση με τα βιολετί μάτια του. Το λιλά πουκάμισο, η κίτρινη γραβάτα και το μωβ μαντήλι προσθέτουν άλλη μια ωραία πινελιά στο ήδη τέλειο σύνολο.
«Ουάου! Ομορφόπαιδο, σκίζεις! Αυτό το κοστούμι σου πάει τέλεια»
«Ναι. Είσαι χάρμα οφθαλμών! Θα ενθουσιάσεις τους φίλους μας τους Γάλλους»
Αυτός σηκώνει τα χέρια ψηλά.
«Εντάξει. Αρκετά. Σταματήστε τις κολακείες και πέστε μου που σκοπεύετε να πάτε όσο θα λείπω. Πρέπει ν' ανησυχώ για σας;»
«Όχι. Όπως σου υποσχεθήκαμε, μπορείς ν' ασχοληθείς με την συμφωνία ανενόχλητος»
«Εμείς θα ντυθούμε και θα πάμε μια βόλτα στη Μονμάρτρη. Τίποτα κατακριτέο ή επικίνδυνο»
Αυτός κουνάει το κεφάλι του.
«Εντάξει. Πηγαίνω τώρα και όταν τελειώσω, θα σας πάρω τηλέφωνο για να πάμε να φάμε. Σύμφωνοι;»
Τα κορίτσια μιλούν ταυτόχρονα.
«Σύμφωνοι!»
«Δώστε μου τώρα ένα φιλί και ευχηθείτε μου καλή τύχη»
Αυτές σηκώνονται απ' το κρεβάτι, τον πλησιάζουν και του δίνουν από ένα φιλί σε κάθε μάγουλο. Τότε, αυτός παίρνει τα πράγματα του και φεύγει απ' το δωμάτιο ενώ τα κορίτσια ετοιμάζονται για τη βόλτα τους.
Περίπου μισή ώρα αργότερα, αυτός στέκεται μπροστά στο κτίριο όπου θα γίνει η συνάντηση με τους επενδυτές και διαβάζει εφημερίδα. Δεν μπαίνει μέχρι την ακριβή ώρα του ραντεβού, ακολουθώντας τη συμβουλή του πατέρα του. "Να είσαι πάντα συνεπής στα ραντεβού σου, αλλά ποτέ μην εμφανίζεσαι νωρίτερα. Δείχνει αδυναμία". Κοιτάζει το ρολόι του. Δύο λεπτά απομένουν. Διπλώνει την εφημερίδα, ισιώνει το σακάκι και τη γραβάτα του και προχωράει στην είσοδο του κτιρίου. Οι Γάλλοι επενδυτές στέκονται ήδη στην πόρτα και περιμένουν. Τα βλέμματά τους γυρίζουν νευρικά προς όλες τις κατευθύνσεις, δείχνοντας την ανυπομονησία τους, κάτι που κάνει τον Στέφανο να χαμογελά. Για άλλη μια φορά, ο πατέρας του είχε δίκιο. Έτσι, αυτός παίρνει μια βαθιά ανάσα, σηκώνει το κεφάλι του και το γλυκό του πρόσωπο παίρνει την επαγγελματική του έκφραση.
«Ας το κάνουμε, Τίγρη!»
Αλλά επειδή όλα αυτά τα επαγγελματικά πράγματα είναι απίστευτα βαρετά, θ' αφήσουμε για λίγο τον Στέφανο με τους επενδυτές και θ' ακολουθήσουμε τα κορίτσια στους δρόμους της Μονμάρτρης, όπου, ντυμένες σαν γνήσιες Γαλλίδες, τριγυρίζουν στα γραφικά σοκάκια, φωτογραφίζοντας τα πάντα με τα κινητά τους.
«Ω, Θεέ μου! Ο μπαμπάς μου είπε πόσο όμορφα είναι εδώ. Μου έδειξε ακόμη και φωτογραφίες, αλλά η πραγματικότητα είναι χίλιες φορές καλύτερη»
«Λες και βρισκόμαστε σε άλλη εποχή»
Αυτές τριγυρίζουν χωρίς προορισμό. Σταματούν σε κάθε μαγαζί και κοιτάζουν τις βιτρίνες, ενώ τους τρέχουν τα σάλια μπροστά σε κάθε ζαχαροπλαστείο.
«Θεέ μου! Δες πόσο δελεαστικά και νόστιμα φαίνονται όλα αυτά τα γλυκά. Θέλω να τα φάω όλα»
«Ηρέμησε, κορίτσι, γιατί αν το κάνεις, δεν θα μπορούμε να γυρίσουμε σπίτι»
«Γιατί;»
«Επειδή το αεροπλάνο δεν θα μπορεί ν' απογειωθεί λόγω του επιπλέον βάρους»
Η Πανδώρα αρχίζει να γελάει ενώ η Αριάδνη συνοφρυώνεται.
«Πολύ αστείο, σκύλα!»
Αυτές φλερτάρουν με όλους και με όλες. Χορεύουν και τραγουδούν μαζί με μουσικούς του δρόμου και ποζάρουν για τους πλανόδιους ζωγράφους. Και κάπως έτσι, ο χρόνος κυλάει σαν νερό. Είναι ήδη δύο το μεσημέρι όταν η Πανδώρα κοιτάζει το ρολόι της νιώθοντας το στομάχι της να γουργουρίζει.
«Εντάξει. Παρόλο που περνάμε υπέροχα, έχω αρχίσει να πεινάω επικίνδυνα. Πού είναι ο Στέφανος; Πότε θα τελειώσει;»
Η Αριάδνη κοιτάζει κι εκείνη το ρολόι της.
«Αν όλα πήγαν σύμφωνα με το σχέδιο, θα τηλεφωνήσει ανά πάσα στιγμή»
Η Πανδώρα την κοιτάζει με απορία.
«Τι εννοείς με το αν όλα πήγαν σύμφωνα με το σχέδιο; Δεν έχουν συμφωνηθεί όλα εκ των προτέρων ή κάτι τέτοιο; Ο Στέφανος πήγε μόνο για τις υπογραφές, έτσι δεν είναι;»
«Δεν λειτουργεί έτσι. Σε τόσο μεγάλες συμφωνίες, με τόσα χρήματα να διακυβεύονται, μπορεί να υπάρξουν προβλήματα»
«Τι είδους προβλήματα;»
«Θέλεις πραγματικά να μάθεις;»
«Ξέρεις κάτι; Όχι, δεν θέλω. Όλα αυτά τα επαγγελματικά πράγματα με κουράζουν τρομερά»
«Έτσι νιώθουν όλα τα κοριτσάκια του μπαμπά που δεν έχουν δουλέψει ούτε μια μέρα στη ζωή τους. Βαριούνται με τέτοια πράγματα»
«Έη! Δεν ξέρω για τους άλλους, αλλά με μένα δεν είναι καθόλου έτσι. Δουλεύω από τεσσάρων χρονών. Τα λεφτά που έχω είναι δικά μου, όχι των μπαμπάδων μου. Τα κέρδισα αυτά τα χρήματα και, προς ενημέρωση σου, δούλεψα πολύ σκληρά»
«Τι εννοείς;»
«Εκτός απ' τα λεφτά που μου χάρισε η Κατερίνα, η παρένθετη μαμά μου, όλα αυτά τα χρόνια, ο μπαμπάς Οδυσσέας έπαιρνε τις αμοιβές μου απ' τις διαφημίσεις και τις επιδείξεις μόδας και έβαζε τα χρήματα σ' έναν λογαριασμό στ' όνομα μου. Όταν έκλεισα τα δεκαοχτώ, πήρα εγώ την διαχείριση. Έκτοτε, εκτός απ' τη στέγη και το φαγητό, εγώ πληρώνω τα έξοδα μου και όχι οι μπαμπάδες μου»
«Α! Δεν το ήξερα αυτό. Νόμιζα ότι ...»
«Ότι είμαι ένα κακομαθημένο πλουσιοκόριτσο που ξοδεύει τα λεφτά του μπαμπά, ε;»
«Κάτι τέτοιο, ναι. Συγγνώμη!»
«Δεν πειράζει, κοριτσάκι. Απλώς σκεφτόσουν αυτό που σκέφτονται όλοι. Δεν χρειάζεται ν' απολογείσαι»
«Γαμώτο! Νιώθω απαίσια τώρα»
«Έη! Έη! Πώς είναι δυνατόν; Είμαστε στο Παρίσι, μωρή! Δεν υπάρχει τίποτα απαίσιο εδώ. Άλλαξε διάθεση τώρα!»
«Αυτό είναι διαταγή;»
«Εννοείται! Είναι διαταγή απ' το κακομαθημένο πλουσιοκόριτσο που μπορεί να γίνει μια πραγματική σκύλα όταν κάποιος την παρακούει»
Η Αριάδνη, βλέποντας ότι το ατόπημα της δεν πείραξε την φίλη της, χαμογελάει.
«Θεός φυλάξει!»
«Έτσι!»
Τα δύο κορίτσια γελούν υστερικά όταν ξαφνικά το κινητό της Πανδώρας αρχίζει να χτυπάει με ένα πολύ συγκεκριμένο τραγούδι ...
* Je veux d'l'amour, d'la joie, de la bonne humeur ... C'n'est pas votre argent qui f'ra mon bonheur ... Moi, j'veux crever la main sur le cœur ... Papala-papapala ... Allons ensemble, découvrir ma liberté ... Oubliez donc tous vos clichés ... Bienvenue dans ma réalité *
Αυτή βγάζει το τηλέφωνο απ' την πίσω τσέπη της ενώ η Αριάδνη μορφάζει.
«Σοβαρά τώρα; Γαλλικό τραγούδι;»
«Παρίσι, σκύλα. Παρίσι! Άλλωστε αυτό το τραγούδι μου ταιριάζει απόλυτα. Θέλω αγάπη, χαρά και καλή διάθεση. Τα λεφτά δεν θα με κάνουν ευτυχισμένη»
Η Αριάδνη γυρίζει τα μάτια της.
«Σήκωσε το, Δώρα!»
Η Πανδώρα φέρνει το τηλέφωνο στ' αυτί της και μιλάει με άπταιστη γαλλική προφορά.
«Allo?»
Ο Στέφανος της απαντάει με τον ίδιο τρόπο.
«Bonsoir, Petite Chose, ça va?»
«Très bien, merci. E tu?»
«Je suis un peu fatigué et j'ai une faim de loup. Tu veux manger avec moi?»
Επειδή όμως Γαλλικά μιλάει μόνο ο Στέφανος και όχι η Πανδώρα ...
«Ουάου! Ουάου! Με ποια νομίζεις ότι μιλάς; Με την Κατρίν Ντενέβ; Απ' όλα αυτά που είπες, κατάλαβα μόνο το avec moi. Μετέφρασε!»
Ο Στέφανος ξεσπάει σε γέλια.
«Είσαι ένα αστείο Πραγματάκι. Όπως σου είπα, είμαι λίγο κουρασμένος και πεινάω σαν λύκος. Θέλεις να φας μαζί μου;»
«Α! Αυτό είπες, ε; Εντάξει. Τέλος πάντων! Κι εμείς πεινάμε, αλλά που θα πάμε; Έχεις καμία ιδέα;»
«Για την ακρίβεια, σας έχω μια έκπληξη»
«Λατρεύω τις εκπλήξεις»
«Το ξέρω. Λοιπόν, άκου τι πρέπει να κάνετε. Θα βρείτε ένα ταξί και μόλις μπείτε μέσα, θα με καλέσετε και θα δώσετε το τηλέφωνο στον οδηγό για να του πω πού να πάει. Εγώ θα περάσω απ' το ξενοδοχείο ν' αλλάξω και θα σας βρω εκεί. Σύμφωνοι;»
«Σύμφωνοι! Είμαι τόσο ενθουσιασμένη!»
«A tout à l'heure, Petite Chose»
«Ε;»
«Τα λέμε σε λίγο, Πραγματάκι»
«Α! Εντάξει! Τα λέμε, Ομορφόπαιδο»
Πολύ αργότερα, γύρω στις τρεις, τα δύο κορίτσια, έχοντας κάνει ακριβώς αυτό που τους είπε ο Στέφανος, φτάνουν με το ταξί στο εστιατόριο Le Jules Verne στους πρόποδες του Πύργου του Άιφελ, όπου περιέργως τους περιμένει ήδη αυτός, έχοντας αλλάξει ρούχα. Τώρα φοράει μαύρο δερμάτινο παντελόνι, σκούρα μωβ μπλούζα Armani και ένα αξιολάτρευτο σκουφάκι σε μια πιο ανοιχτή απόχρωση του μωβ. Για άλλη μια φορά είναι υπέροχος!
«Αργήσατε! Γιατί αργήσατε; Λιμοκτονώ!»
Η Αριάδνη τον αγριοκοιτάζει.
«Έη, Τότο! Δεν είμαστε πια στο Κάνσας. Είχε απίστευτη κίνηση»
Η Πανδώρα γελάει καθώς ο Στέφανος κάνει γκριμάτσες.
«Αυτό ήταν καλό!»
«Ναι, ξεκαρδιστικό! Πάμε μέσα τώρα»
«Τι είναι αυτό το μέρος;»
«Αυτό το μέρος, Πραγματάκι, είναι ένα απ' τα καλύτερα εστιατόρια στο Παρίσι. Δεν ξέρω καν πόσα αστέρια Michelin έχει. Θα γευματίσεις βασιλικά, κυριολεκτικά στα πόδια του Πύργο του Άιφελ»
«Σ' αγαπάω, ρε γαμώτο!»
«Εσύ και όλες οι άλλες γυναίκες»
Η Αριάδνη γυρίζει τα μάτια της.
«Για όνομα του Θεού πια!»
Οι τρεις τους μπαίνουν στο εστιατόριο και η hostess τους οδηγεί στο τραπέζι που είχε κρατήσει ο Στέφανος τηλεφωνικά. Αυτοί δίνουν την παραγγελία τους ... Ο Στέφανος δηλαδή και μετά, αυτοί τρώνε και πίνουν, μιλώντας και γελώντας.
Κάποια στιγμή, μια όμορφη ξανθιά γυναίκα, κάπου γύρω στα σαράντα πέντε, μπαίνει στο εστιατόριο μαζί με έναν νεαρό, γοητευτικό άντρα γύρω στα είκοσι πέντε και κάθονται σ' ένα τραπέζι απέναντι απ' τους ήρωες μας.
Αλλά πριν σας πω τι συμβαίνει μ' αυτό το παράξενο ζευγάρι που μπήκε στο εστιατόριο, θ' αφήσουμε για λίγο τη γαλλική επικράτεια και θα πετάξουμε πίσω στην Ελλαδίτσα μας, όπου κάτι πρόκειται να συμβεί κι αυτό το κάτι δεν είναι καθόλου καλό.
~ ΚΤΗΜΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ~ ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗ ~
~ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΤΖΑΚΟΥ & ΤΗΣ ΜΑΙΡΗΣ ~
Μιας και είμαστε μία ώρα μπροστά απ' το Παρίσι, είναι περασμένες τέσσερις και ο Τζάκος με τον Αλέκο είναι ακόμα στη δουλειά. Ο Βίκος έχει πάει σ' ένα απ' τα εστιατόρια του, ενώ ο Οδυσσέας έχει πάει σε μια επαγγελματική συνάντηση. Ο Άρης είναι στην αντιπροσωπεία του κι ο Ορέστης στο φωτογραφικό του στούντιο. Όσο για τις γυναίκες, η Μαίρη είναι στο ατελιέ της, όπως κάνει σχεδόν κάθε μεσημέρι. Η Θαλασσινή μαγειρεύει το βραδινό στην κουζίνα της, ενώ η Σελήνη και η Χλόη είναι στο γυμναστήριο. Τα παιδιά, έχοντας γυρίσει μόλις απ' το σχολείο, είναι όλα μαζεμένα στο σαλόνι κι ετοιμάζονται για την καθιερωμένη βόλτα με τον αγαπημένο τους σωματοφύλακα, τον Μικρούλη, ο οποίος κάθε Τετάρτη τους πηγαίνει για μπέργκερ και μετά Λούνα Παρκ. Τα μικρότερα τρέχουν τριγύρω σαν δαιμονισμένα και η Εύα με τον Αδάμ και τον Γιώργο προσπαθούν να τους συγκρατήσουν.
«Ελάτε, ρε παιδιά! Μην κάνετε σαν μωρά. Πρέπει να φύγουμε. Μη με κάνετε να φωνάξω τη μαμά Μαίρη»
Ο Νικόλας αγριοκοιτάζει την αδερφή του.
«Προδότρια!»
«Ναι, είμαι!»
Ο Αδάμ προσπαθεί να τους μιλήσει λογικά.
«Παιδιά, ο Μικρούλης είναι έξω και ξέρετε πολύ καλά ότι δεν του αρέσει να περιμένει»
Ο Γιώργος βάζει τα χέρια στην μέση του.
«Έλενα, κατέβα απ' το πιάνο! Ερμή, βοήθα την, γιατί αν την πιάσω στα χέρια μου ...»
Η Έλενα του βγάζει ξεδιάντροπα την γλώσσα.
«Όχι, δεν κατεβαίνω!»
«Γιατί;»
«Γιατί μ' ανάγκασες να πάω το πρωί στο σχολείο»
Η Εύα την κοιτάζει με απορία.
«Γιατί δεν σ' αρέσει το νηπιαγωγείο, Κουταβάκι; Είναι ωραία εκεί»
«Όχι, δεν είναι. Τα άλλα παιδιά μυρίζουν τσίσα»
Ο Ερμής γυρίζει τα μάτια του.
«Έλα τώρα, Έλενα! Πόσες φορές σου έχει πει ο μπαμπάς ν' αναπνέεις απ' το στόμα όταν δεν σου αρέσει μια μυρωδιά;»
«Όχι! Δεν μ' αρέσει ν' αναπνέω απ' το στόμα»
Ο Αδάμ δεν αντέχει άλλο και χρησιμοποιεί το υπέρτατο όπλο.
«Εντάξει! Αυτό ήταν! Παίρνω τον πατέρα σου τώρα. Χρειάζεσαι λίγη πειθαρχία, νεαρή μου»
Η Έλενα πανικοβάλλεται λίγο.
«Όχι! Όχι! Μην το κάνεις αυτό! Έρχομαι»
«Δόξα τω Θεώ!»
Η Εύα χαχανίζει.
«Δόξα τον Λύκο, βασικά»
«Ναι»
Και αφού η Έλενα συμμορφώνεται, παίρνουν όλοι τα πράγματα τους και είναι έτοιμοι να φύγουν, αλλά τότε η Μαργαρίτα βάζει τις φωνές.
«Παιδιά! Παιδιά! Περιμένετε ένα λεπτό!»
Η Εύα εκνευρίζεται.
«Τι έγινε πάλι, Ρίτα;»
«Ο Στέφανος μας είναι στην τηλεόραση»
«Τι;»
«Κοιτάξτε!»
Όλοι γυρίζουν και κοιτάζουν την τηλεόραση, η οποία ήταν σε σίγαση όλη αυτή την ώρα. Η Έυα αναστατώνεται.
«Τι...; Πού είναι το τηλεκοντρόλ;»
Ο Νικόλας το πιάνει απ' το τραπεζάκι, της το δίνει κι εκείνη ανεβάζει την ένταση για ν' ακούσουν τον διάσημο παρουσιαστή του καναλιού Ζήτα, Ερρίκο Κάραλη, που καθισμένος στον μπλε καναπέ του στούντιο της κουτσομπολίστικης μεσημεριανής εκπομπής του, Λόγια Σταράτα, που δυστυχώς έχει την υψηλότερη τηλεθέαση, κάνει μία ανακοίνωση γεμάτος χαρά.
«Αγαπημένοι μου φίλοι και φίλες ... Μην χάσετε απόψε το βράδυ στις εννιά την έκτακτη εκπομπή μας όπου η Αφροδίτη Μαρκουλάκη, η πρώην σύντροφος του Στέφανου Ηλιόπουλου, του πιο περιζήτητου εργένη της χώρας, θα δώσει μια αποκαλυπτική συνέντευξη εφ' όλης της ύλης. Η πολλά υποσχόμενη και ταλαντούχα ηθοποιός, θα αποκαλύψει μερικές άγνωστες πτυχές του πρώην αγαπημένου της, αλλά και κάτι άλλο. Κάτι μεγάλο και δυνατό που θα προκαλέσει ισχυρό σεισμό. Μέχρι τότε ... Μείνετε συντονισμένοι στο κανάλι μας!»
Η ανακοίνωση φτάνει στο τέλος της και τα παιδιά κοιτάζονται μεταξύ τους, μη πιστεύοντας αυτό που μόλις άκουσαν. Η Εύα κυριολεκτικά τραβάει τις κοτσίδες της.
«Δεν το πιστεύω!»
Ο Αδάμ κοιτάζει τον αδερφό του.
«Το έκανε τελικά»
«Ποιος ξέρει τι ψέματα θα αραδιάσει»
Η Έλενα τραβάει το μανίκι της Εύας.
«Ποια είναι αυτή η Αφροδίτη; Δεν την ξέρω»
«Δεν είχες γεννηθεί ακόμα όταν ο Στέφανος χώρισε μαζί της. Ευτυχώς για σένα, δεν τη γνώρισες ποτέ»
«Δεν μ' αρέσει καθόλου»
Ο Αδάμ την σηκώνει στην αγκαλιά του.
«Σε κανέναν μας δεν αρέσει αυτή, Κουταβάκι»
Η Μαργαρίτα πιάνει το χέρι του Ερμή.
«Ερμή μου, τι είναι αυτές οι άγνωστες πτυχές που είπε; Δεν κατάλαβα»
«Μυστικά, Ρίτα μου. Μυστικά που ο Στέφανος δεν θέλει ν' αποκαλυφθούν»
«Α!»
Ο Νικόλας κοιτάζει την αδερφή του.
«Τι θα κάνουμε, Εύα;»
«Πρέπει να το πούμε στους μεγάλους»
Ο Γιώργος βγάζει το μπουφάν του.
«Θα ενημερώσω τον Μικρούλη ότι η βόλτα αναβάλλεται»
Η Εύα, σαν γνήσια Ηλιοπούλου, παίρνει την κατάσταση στα χέρια της.
«Ναι. Κάνε αυτό. Όσο για μας ... Αδάμ, τηλεφώνησε στο Λημέρι και ενημέρωσε τον Νέγρο. Νικόλα, τρέχα να φωνάξεις τη θεία Θαλασσινή. Ερμή, πήγαινε να βρεις τη μαμά σου και την Χλόη. Δεν ξέρω που είναι αυτές, ψάξε τις μυρωδιές τους. Μαργαρίτα, εσύ πήγαινε στη μαμά μου. Αυτή είναι στο ατελιέ της. Εγώ θα πάρω τηλέφωνο την Αναΐς και τον Νάκο»
Ο Αδάμ βάζει κάτω την Έλενα, η οποία τρέχει στην Εύα.
«Εγώ τι να κάνω;»
«Εσύ, Κουταβάκι, πάρε το κινητό μου και άκου μουσική»
«Έχεις τα τραγούδια του μπαμπά μου;»
«Ναι. Στο φάκελο με τον λύκο. Βάλε ακουστικά. Είναι στην μπροστινή τσέπη της τσάντας μου»
«Εντάξει»
«Μπράβο το κορίτσι μου!»
Ενώ η μικρή Έλενα βάζει τ' ακουστικά στ' αυτιά της και τ' άλλα παιδιά τρέχουν να καλέσουν τις μητέρες τους, η Εύα καλεί τον αριθμό του σπιτιού του Στέφανου για να ενημερώσει το ζευγάρι. Η Αναΐς το σηκώνει μετά από πολλά χτυπήματα, προφανώς μισοξύπνια.
«Μμμμ ...;»
Η φωνή της Εύας γίνεται λίγο τσιριχτή.
«Ακόμα κοιμάσαι; Εδώ ελευθερώθηκαν όλοι οι δαίμονες της κόλασης!»
«Εύα; Εσύ είσαι; Τι έγινε; Τι ώρα είναι;»
«Είναι περασμένες τέσσερις, Αναΐς»
«Τέσσερις; Το μεσημέρι; Σκατά! Γιατί κοιμηθήκαμε τόσο πολύ;»
«Προφανώς γιατί κάτι σας κράτησε ξύπνιους όλο το βράδυ. Τέλος πάντων! Τώρα ξυπνήστε, γιατί όπως σου είπα, ελευθερώθηκε η κόλαση. Κόκκινος συναγερμός, Αναΐς! Κόκκινος συναγερμός! Πού είναι ο Νάκος;»
«Κοιμάται»
«Ξύπνα τον! Τώρα!»
Λίγο αργότερα ο Ιάσονας έχει ήδη ξυπνήσει και η Εύα τους ενημερώνει για τη συνέντευξη της Αφροδίτης.
«Δεν την πιστεύω τη σκύλα!»
«Εύα, το είπες στη Δώρα;»
«Όχι και δεν πρόκειται να το κάνω. Είναι στο Παρίσι. Ας μην την επιβαρύνουμε και της χαλάσουμε το ταξίδι»
«Σωστά»
«Εύακι, θα την δούμε την εκπομπή. Ευχαριστώ για την προειδοποίηση»
«Και μην ξεχάσεις να μας ενημερώσεις για τις αποφάσεις. Εντάξει;»
«Εντάξει. Θα σας πάρω όταν έχω νέα»
Λίγα λεπτά αργότερα, οι γυναίκες και ο Μικρούλης έχουν μαζευτεί στο σαλόνι και τα παιδιά τους κάνουν μια σύντομη ενημέρωση.
Η Μαίρη χαμογελάει για να μην αρχίσει να ουρλιάζει.
«Αυτό ήταν! Θα τη σκοτώσω!»
Η Σελήνη έχει την ίδια αντίδραση.
«Συμφωνώ μαζί σου. Δεν φαίνεται να έμαθε το μάθημα της. Προσπαθεί να ρεζιλέψει τον Στέφανο. Δεν μπορούμε να τ' αφήσουμε να συμβεί»
Η Θαλασσινή και η Χλόη προσπαθούν να τις ηρεμήσουν.
«Περιμένετε λίγο, βρε κορίτσια»
«Πρέπει πρώτα να ηρεμήσουμε για να μην πάρουμε κάποια λάθος απόφαση»
Η Μαίρη κουνάει το κεφάλι της αρνητικά.
«Δεν μπορώ να ηρεμήσω, Χλόη. Μιλάμε για τον γιο μου. Ποιος ξέρει τι θα πει αυτή η ... Τέλος πάντων! Ποιος ξέρει τι θα πει αυτό το ανόητο κορίτσι!»
Η Σελήνη σιγοντάρει.
«Έχει δίκιο η Μαίρη. Θα αποκαλύψει την ύπαρξη του παιδιού. Θα τα πει όλα απ' την δική της πλευρά και θα κάνει τον Στέφανο να μοιάζει με τον κακό της ιστορίας. Ο αδίστακτος πλέι μπόι που δεν νοιάζεται για το παιδί του»
Ο Μικρούλης ξεροβήχει.
«Κυρά μου, μπορώ να πω κάτι;»
Η Σελήνη του γνέφει καταφατικά.
«Όσο κι αν θέλω να κάψω ζωντανή αυτή τη γυναίκα, αν το σκεφτούμε καλύτερα, θα δούμε ότι αυτή η κίνηση της μπορεί να γυρίσει υπέρ μας»
«Συνέχισε να μιλάς»
«Θα πρέπει να περιμένουμε να δούμε τι θα πει, και μετά μπορούμε να βγούμε και να πούμε την ιστορία όπως είναι στην πραγματικότητα. Θα δηλώσουμε κατηγορηματικά ότι ο Στέφανος είναι διατεθειμένος ν' αναγνωρίσει νομικά το παιδί αν και μόνο αν αυτή συμφωνήσει για το τεστ DNA, το οποίο τώρα αρνείται κατηγορηματικά να κάνει»
«Αυτή είναι μια πολύ καλή ιδέα, αλλά αν μας ρωτήσουν γιατί έχουμε αμφιβολίες για την πατρότητα;»
«Θα πούμε την αλήθεια. Ότι αυτή είχε αρκετούς εραστές εκείνη την εποχή και γι' αυτό ο Στέφανος την παράτησε»
Η Μαίρη μορφάζει.
«Δεν μ' αρέσει αυτό. Δεν θέλω να βγουν στη φόρα όλα αυτά. Ο Στέφανος θα γίνει έξαλλος. Έκανε τα πάντα εκείνη την εποχή για ν' αποτρέψει να βγει στο φως η πραγματική αιτία του χωρισμού τους»
Η Σελήνη καγχάζει.
«Για να προστατέψει αυτήν, όχι τον εαυτό του. Όλοι ξέρουμε ότι σε μια υπόθεση απιστίας, οι άνθρωποι λιθοβολούν τον μοιχό και όχι αυτόν που τρώει το κέρατο»
Η Θαλασσινή και η Χλόη συμφωνούν.
«Η Σελήνη έχει δίκιο»
«Ναι. Ο Στέφανος δεν θα θέλει πια να την προστατεύει»
Η Μαίρη νιώθει πελαγωμένη.
«Δεν ξέρω! Δεν ξέρω! Δεν μπορώ να σκεφτώ καθαρά. Χρειάζομαι τον Τζάκο. Κάποιος να τον πάρει τηλέφωνο. Σας παρακαλώ!»
Η Εύα της πιάνει το χέρι.
«Θα το κάνω εγώ, Μαμά»
«Ευχαριστώ, μωρό μου»
Ο Ερμής αγκαλιάζει την Σελήνη.
«Κι εσύ πρέπει να τηλεφωνήσεις στον μπαμπά, Μαμά. Αυτός θα πάρει την τελική απόφαση για το τι πρέπει να κάνουμε»
Αυτή του χαϊδεύει τα μαλλιά.
«Όσο κι αν με εκνευρίζει αυτό, έχεις δίκιο, Κουτάβι μου. Πρέπει να τον πάρουμε»
Η Χλόη βγάζει το κινητό της και ετοιμάζεται να πάρει τον Ορέστη, αλλά η μικρή Μαργαρίτα της τραβάει το τηλέφωνο.
«Άσε με να του μιλήσω εγώ»
Αυτή της χαμογελάει.
«Κάτσε να του εξηγήσω εγώ τι συνέβη πρώτα και μετά ο μπαμπάς σου θα είναι όλος δικός σου. Εντάξει;»
Η μικρή συμβιβάζεται την ίδια στιγμή που η Θαλασσινή παίρνει τον Βίκο, ο οποίος την ενημερώνει ότι είναι ήδη στο δρόμο για το σπίτι. Εντωμεταξύ, όσο η Εύα μιλάει με τον Τζάκο, ο Νικόλας, περισσότερο τρομαγμένος απ' όλους για τον αδερφό του, τρυπώνει στην αγκαλιά της Μαίρης.
«Μαμά, πρέπει να ειδοποιήσουμε τον θείο Οδυσσέα»
«Όχι ακόμα, αγοράκι μου. Ο θείος Οδυσσέας είναι σε μια πολύ σημαντική επαγγελματική συνάντηση και δεν πρέπει να τον ενοχλήσουμε. Θα του το πούμε όταν έρθει»
«Ό,τι πεις, Μαμά»
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro