Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

μία ταράτσα με στάχτη κι' άστρα

✧ ✧ ✧

Οδός Κινδύνου. Στο σταυροδρόμι του πεσσιμισμού, της ματαιότητας και της οδύνης, στην ταράτσα μίας ετοιμόρροπης, γκρίζας πολυκατοικίας, πέντε "προβληματικοί" έφηβοι κάθονται και μαζεύουν άστρα.

Η Κλειώ κοιτάζει τον καπνό του τσιγάρου της καθώς εξατμίζεται και φεύγει και χάνεται, με συνοδεία την σιωπηλή κραυγή της, η Καλλιρρόη σεργιανίζει σε ανεξερεύνητους Ουράνιους κόσμους που κρέμονται από μία κλωστή, ο Λεωνίδας αναρωτιέται γιατί είναι αφέγγαρη η νύχτα και εάν τα αστέρια θλίβονται, καθώς η Σελήνη λείπει, η Ρωξάνη ατενίζει το κενό στο άπειρο του Ουρανού και κρύβει με ένα χαμόγελο την απελπισία και ο Ορέστης, που δεν ξέρει πως να διαχειριστεί τις ατέρμονες σιωπές απλώς ρωτάει: "Και τώρα τι κάνουμε;"

"Πείτε καμία βλακεία να περάσει η ώρα", προτείνει η Κλειώ, συνεχίζοντας ανενόχλητη να τραβά την τζούρα της και να παρατηρεί τις διάφορες μορφές που παίρνει ο καπνός, καθώς σκορπίζεται στον αέρα.

"Νομίζω πως δεν θα περάσω πουθενά", μουρμουρίζει κάπως πικραμένα ο Λεωνίδας, έχοντας το βλέμμα του στραμμένο προς τον Ουρανό. Ντρέπεται πολύ για να κοιτάξει τους άλλους στα μάτια.

"Αν σε παρηγορεί, ούτε εγώ με βλέπω να περνάω αγγλική φιλολογία", του λέει παρηγορητικά η Καλλιρρόη και του αγγίζει απαλά την πλάτη, στην προσπάθειά της να του δώσει κουράγιο.

"Μην χάνετε την ελπίδα σας... εε, έχουμε προετοιμαστεί...άρα θα τα καταφέρουμε...υποθέτω δηλαδή" αρχίζει να λέει με την γνωστή αμηχανία του ο εσωστρεφής, κλεισμένος σε έναν ολόδικό του, αυτο-δημιούργητο έναστρο κόσμο, Ορέστης, την ώρα που η γλυκιά, μελίρρυτη φωνή της Ρωξάνης ακούγεται σιγανά, μα και αποφασιστικά συγχρόνως και τον διακόπτει.

"Και τι σημασία έχει αν θα περάσουμε σε κάποια σχολή; Όλοι στο τέλος θα πεθάνουμε, άρα γιατί οτιδήποτε από όλα αυτά για τα οποία παλεύουμε να έχει κάποια αξία;"

Μέσα στην Ρωξάνη ξεσπά μία τεράστια θύελλα και ένας απροσδόκητος ανεμοστρόβιλος καταθλιπτικών στοχασμών και μαύρων συναισθημάτων, που κατασπαράζουν όποια μικρή, απειροελάχιστη, αισιόδοξη σκέψη και γλυκιά ανάμνηση υπάρχει, μα παραδόξως, μετά από αυτή την έκρηξη νιώθει λίγο καλύτερα.

Τα υπόλοιπα μέλη της συντροφιάς ωστόσο μένουν εμβρόνητα και αποσβολωμένα μετά από αυτό το απρόσμενο ξέσπασμα.

Η Καλλιρρόη αισθάνεται άσχημα και συλλογίζεται πόσο καιρό άραγε η Ρωξάνη έχει βυθιστεί στο μαύρο καζάνι της απόγνωσης, ο Λεωνίδας νιώθει ανόητος διότι συνειδητοποιεί πως μερικών ανθρώπων οι δαίμονες είναι μεγαλύτεροι και πιο τρομαχτικοί από έναν βαθμό στις πανελλαδικές και ο Ορέστης εγκλωβίζεται και πάλι σε μία σιωπή και βουτά την γλώσσα στην βιβλιοθήκη του μυαλού του, προκειμένου να βρει τα λεξικά, την ορθή σύνταξη, τις σωστές λέξεις, ώστε να δώσει ένα τέλος σε αυτή την φαινομενικά αέναη σιγή που τον ταράζει και τον αγχώνει.

Μόνο η Κλειώ δεν παραξενεύεται διόλου από το ξαφνικό - για τους άλλους - κύμα οργής της Ρωξάνης. Μάλιστα για αυτή, αυτό το ξέσπασμα, αυτός ο στιγμιαίος θυμός, αυτή η αστραπιαία έκφραση αγανάκτησης, είναι απότοκο ενός ενδελεχούς, αλλά ανείπωτου παραπόνου και αποτελεί το πιο φυσικό πράγμα του κόσμου. Γιατί, η Κλειώ ξέρει πως η μικροκαμωμένη, πρασινομάτα φίλη της δεν παίρνει καθόλου αγάπη, μήτε κατανόηση, μήτε στοργή από όλους αυτούς τους ανθρώπους που υποτίθεται πως υπογράφουν νοητά ένα λεπτομερές συμβόλαιο και μία λίστα πραγμάτων, στιγμών και συναισθημάτων που οφείλουν απλόχερα να σου προσφέρουν. Και η Κλειώ γνωρίζει από πρώτο χέρι πως είναι να σε χτυπάνε και να σε βρίζουν και να σε πονούν. Επίσης, γνωρίζει το πανέμορφο, μα υπερευαίσθητο μυαλό της Ρωξάνης και την απόλυτα αγνή, αλλά πληγωμένη ψυχή της. Και την αγαπά πολύ αυτή την ψυχή. Την αγαπά και θέλει να την προστατέψει.

"Ουυυ θάνατος. Κοίτα πως τρόμαξαν ρε λες και είναι παιδάκια... " αρχίζει να λέει κοροϊδευτικά η Κλειώ, προκειμένου να ελαφρύνει το κλίμα .

"Καταρχάς Καλλιρρόη πάψε να μυξοκλαις λες και σου κλέψαμε κανένα από αυτά τα ηλίθια, ροζ αρκουδάκια σου. Κατά δεύτερον, Λεωνίδα κλείσε τον στόμα σου γιατί θα μπει καμία μύγα, θα πάθεις τίποτα και δεν έχω όρεξη να τρέχω νυχτιάτικα στα νοσοκομεία. Και Ορέστη, σε παρακαλώ, σταμάτα να κάνεις αυτές τις ανούσιες, νευρικές κινήσεις και να ανοιγοκλείνεις συνεχώς τα μάτια σου λες και είσαι κανένα νευρόσπαστο. Όχι τίποτα άλλο, αλλα θα τρομάξεις την Καλλιρρόη και θα πρέπει να βρει έναν άλλο ξανθό, γαλανομάτη πρίγκιπα να ονειρεύεται, πράγμα δύσκολο γιατί οι Νορβηγοί συνεσταλμένοι έφηβοι με θεληματικό πηγούνι είναι είδος υπό εξαφάνιση στην χώρα μας." ολοκληρώνει τον μονόλογό της θριαμβευτικά και προκαλεί τα γάργαρα γέλια των υπολοίπων.

Όλοι γελούν ξένοιαστα, εκτός από την Καλλιρρόη και από τον Ορέστη βέβαια, καθώς η πρώτη αρχίζει να κοκκινίζει υπερβολικά και ο δεύτερος σκύβει ντροπαλά το κεφάλι και κρατά σφιχτά με το δεξί χέρι του το αριστερό, ώστε να αποτρέψει κάποια μελλοντική σπασμωδική κίνηση.

Ο Λεωνίδας, βλέποντας την εμφανή αμηχανία των δύο ερωτευμένων φίλων του που δεν τολμούν να παραδεχτούν τα αισθήματά τους - εάν και όλοι το ξέρουν πως είναι αμοιβαία - αποφασίζει να τους βγάλει από την άβολη θέση, κατευθύνοντας αλλού την συζήτηση.

"Πάντως, εάν όντως θέλετε να μιλήσουμε σοβαρά για τον Θάνατο, μάθετε, πως εγώ δεν τον φοβάμαι", δηλώνει περήφανα το βραχύσωμο αγόρι και φουσκώνει το στήθος του με προφανή περηφάνια και αυτοπεποίθηση.

"Γι'αυτό παίρνεις χασίσια;" ρωτάει αφελώς η Ρωξάνη, αποκαλύπτοντας ένα ακόμη μυστικό και κάνοντας το στήθος του Λεωνίδα να ξεφουσκώσει αμέσως από την σύγχυση και την συστολή.

Η Καλλιρρόη και ο Ορέστης μένουν και πάλι έκπληκτοι και προσπαθούν να επικοινωνήσουν με τα ορθάνοιχτα πλέον μάτια τους. "Το ήξερες;" τον ρωτάει η Καλλιρρόη νοητά. "Αν το ήξερα, θα στο'λεγα", της απαντά εκείνος με το βλέμμα του και με ελαφρώς θιγμένο ύφος.

Η Κλειώ, εάν και αρχικά μένει άναυδη, ακουμπά γοργά, σχεδόν μηχανικά, το πάνω χείλος της στο κάτω, την στιγμή που αντιλαμβάνεται πως το στόμα της είχε ανεπαίσθητα, διάπλατα ανοίξει και παίρνει για μία ακόμη φορά τον ρόλο του σοφού διδασκάλου, του ηγέτη που επαναφέρει την ηρεμία και την τάξη.

"Αγαπητέ Λεωνίδα, οφείλω να ομολογήσω πως σε αυτό το θέμα είμαι πιο κότα από εσένα. Βασικά, τρομάζω και μόνο στην ιδέα του Θανάτου. Για την ακρίβεια, φοβάμαι μην πεθάνω πριν την ώρα μου ή μη θαφτώ μόνη μου στο χώμα" λέει με θάρρος και περίσσεια ειλικρίνεια, ενώ παράλληλα ρίχνει ένα απειλητικό βλέμμα στην Ρωξάνη του τύπου "Καλά γιατί δεν μου το είχες πει ότι παίρνει πρέζα; Νόμιζα πως δεν έχουμε μυστικά".

Η Ρωξάνη, απ' ότι φαίνεται, αντιλαμβάνεται το οργίλο βλέμμα της κοκκινομάλλας κοπέλας και ξύνει νευρικά τα χέρια της σαν να νιώθει ένοχη και να απολογείται.

Στο μεταξύ, η Καλλιρρόη, σηκώνεται και στήνει όσο καλύτερα μπορεί το εξουθενωμένο, καχεκτικό κορμί της και λέει: "Εγώ δεν ξέρω τι πιστεύω για τον Θάνατο αλλά ξέρω τι θέλω να πιστεύω. Και αυτό που θέλω να πιστεύω είναι πως η ψυχή είναι αθάνατη και πως όλες οι θεωρίες του Πλάτωνα, που έχω μάθει, ισχύουν, γιατί ειδάλλως, δεν έχω ιδέα τι θα γράψω στο τέλος στο γνωστό".

Δυστυχώς, τα υπόλοιπα μέλη της παρέας την κοιτάζουν αδιάφορα, πλην του Ορέστη, διότι είναι διασκορπισμένα σε άλλες κατευθύνσεις, οπότε δεν αντιλαμβάνονται ποτέ καμία από τις πάμπολλες αναφορές που κάνει αρκετά συχνά η Καλλιρρόη στους αγαπημένους της αρχαίους, Έλληνες φιλοσόφους.

"Εσύ, Ορέστη, τί πιστεύεις;" τον ρωτά ενθαρρυντικά η Ρωξάνη, χαρίζοντάς του το πιο φωτεινό της χαμόγελο και ενδόμυχα εύχεται να μπορέσει ο αγχώδης φίλος τους να βάλει τις λέξεις σε μία σωστή σειρά, ώστε να τον καταλάβουν.

"Προσωπικά, πιστεύω πως η ψυχή δεν είναι αθάνατη. Γιατί στην φαντασία μου η ψυχή για να υφίσταται, χρειάζεται και ένα σώμα. Επίσης, εάν είναι όντως αθάνατη, τότε μετά από τα δισεκατομμύρια χρόνια που έχουν περάσει από την δημιουργία της Γης και τους εκατό δισεκατομμύρια ανθρώπους που έχουν ζήσει, αυτό σημαίνει πως εμείς δεν είμαστε εμείς. Είμαστε μόνο θραύσματα και απομεινάρια της ψυχής των πλωτόπλαστων ανθρώπων. Και εγώ δεν θέλω να είμαι άλλη μία μαριονέτα, ένα υποχείριο, ένα φερέφωνο λησμονημένων ανθρώπων, η απομίμηση μίας μακρινής, αρχικής ιδέας, μία ψεύτικη βιτρίνα. Θέλω να είμαι αυθεντικός. Να είμαι γνήσιος. Να μην φοράω μάσκες", λέει αποφασιστικά, με σιγουριά και κύρος το ξανθομάλλικο αγόρι, χωρίς να μπερδέψει ούτε μία λέξη, χωρίς να ξεχάσει ούτε μία τελεία, χωρίς έστω να τραυλίσει ή να κουνήσει νευρικά τα χέρια του.

Ίσως επειδή κάνει αυτές τις σκέψεις εδώ και πολύ καιρό. Ίσως επειδή νιώθει μπερδεμένος και μικρός και ασήμαντος και θέλει να ακουστεί επιτέλους.

Οι αντιδράσεις του ακροατηρίου του ποικίλουν. Η Κλειώ τρίβει το πηγούνι της και μοιάζει σκεπτική, ο Λεωνίδας τον επιδοκιμάζει για την ευφάνταστη θεωρία του και του χαμογελά, η Ρωξάνη καταγράφει στο μυαλό της όλες τις νέες πληροφορίες και προσπαθεί να τις αναλύσει διεξοδικά και να τις επεξεργαστεί, ενώ η Καλλιρρόη νεφελοβατεί και αναλογίζεται πως ο Ορέστης ενδεχομένως είναι βγαλμένος από βιβλίο. Γιατί, κατά την γνώμη της, οι φανταστικοί χαρακτήρες στα μυθιστορήματα και οι φτιαχτοί ήρωες στα παραμύθια είναι πιο ενδιαφέροντες, πιο ευφυείς και πιο άνθρωποι από τους ανθρώπους.

Έπειτα από μερικές ατελείωτες στιγμές που κανείς δεν μιλάει, ο Ορέστης αποπειράται να βρει τις κατάλληλες λέξεις για να γεμίσει το κενό αυτής της εκκωφαντικής σιωπής που επικρατεί.

Οι λέξεις όμως σαν να κρύβονται, οπότε εγκαταλείπει την προσπάθεια και απλώς πηγαίνει όλο και πιο κοντά στην Καλλιρρόη. Γιατί όταν είναι κοντά της, νιώθει μία ζεστασιά, μία ασφάλεια. Νιώθει σαν να είναι σπίτι.

Η Καλλιρρόη, μόλις διακρίνει τις μικρές, διστακτικές κινήσεις του Ορέστη, τον πλησιάζει ακόμη περισσότερο, τον κοιτά κατευθείαν στα μάτια και του αγγίζει απαλά το χέρι. Το πρόσωπο του Ορέστη παίρνει αυτομάτως ένα έντονο, ροδαλό χρώμα και το συνεσταλμένο, κεραυνοβολημένο από το μαγικό τόξο του Έρωτα αγόρι, στρέφει το βλέμμα του στον Ουρανό, χωρίς ωστόσο να αφήνει ούτε λεπτό το τρυφερό χέρι της Καλλιρρόης. Αντιθέτως, κρατά το μικροσκοπικό χεράκι της μέσα στην χούφτα του, αρκετά σφιχτά για να μην του ξεγλιστρήσει, μα και αρκετά απαλά ώστε να μην το σπάσει.

Με τα δάχτυλα του άλλου του χεριού ακουμπά αργά, μα σταθερά την πλάτη του Λεωνίδα, ο οποίος σαν να έχει βουρκώσει, και ο Ορέστης μέσω αυτού του καθησυχαστικού αγγίγματος του μεταφέρει φωναχτά ένα μήνυμα. "Δεν πειράζει. Μαζί θα τα ξεπεράσουμε όλα".

Ο Λεωνίδας χαμογελά, ζωγραφίζει ένα τεράστιο "ευχαριστώ" με τις ατίθασες ίριδες των καστανών ματιών του και με την σειρά του ακουμπά απαλά το γόνατο της Ρωξάνης, καθώς η τελευταία χώνεται στην ζέστη αγκαλιά της Κλειώς.

Και όπως κάθονται ο ένας δίπλα στον άλλον και θαυμάζουν την απεραντοσύνη του Ουρανού και το βαλς των άστρων, που απόψε κάπως μελαγχολικά χορεύουν, - αφού απουσιάζει το φεγγάρι -, νιώθουν όλοι τους μία όλο και αυξανόμενη αίσθηση πληρότητας, ηδονής και γαλήνης, λες και κατέβηκαν τα αστέρια από τον Ουρανό στην Γη, τους πήραν από το χέρι και τώρα ταξιδεύουν.

Δεν πατούν πια στην Γη. Αιωρούνται όλοι μαζί και αρμενίζουν στα σύννεφα με πυξίδα τα όνειρα και βάρκα την ελπίδα, έχοντας ως προορισμό τον Ουρανό, μακριά από τις έγνοιες και τα προβλήματα της Γης, μακριά από το χάος που μερικοί βαφτίζουν πραγματικότητα, ενώ είναι δυστοπία.

Και όπως περιπλανιούνται και ξαπλώνουν μέσα στα αφρώδη σύννεφα, που ενίοτε, όπως και τώρα, συχνάζουν σε ταράτσες, οι πέντε "προβληματικοί" έφηβοι χαζεύουν τον μικρό κόσμο τους από ψηλά και όλοι ανεξαιρέτως νιώθουν πως ακόμη κι' αν ο Θάνατος τελικά τους βρει νωρίτερα απ' ότι υπολογίζουν, κι' αν μετά από το ταξίδι της ζωής στην Γη δεν υπάρχει άλλος τόπος για αυτούς να εξερευνήσουν, κι' ακόμη κι' αν η ψυχή φθείρεται, αλλοιώνεται, καταστρέφεται κι' έπειτα οι Άγγελοι την λησμονούν και κάνουν πως δεν υπήρξε ποτέ, αυτοί δεν θα τον τρέμουν τον Θάνατο. Μήτε την ζωή. Γιατί, όσο μένουν μαζί, μπορούν να παλέψουν για κάτι καλύτερο. Μαζί, μπορούν να τα καταφέρουν.

CIAO!
  

Αυτό γράφτηκε σήμερα τα ξημερώματα *ναι, έχω αϋπνίες* και ίσως κατέβει αργότερα, επειδή δεν ξέρω αν όντως μου αρέσει.

Επίσης, το σωστό είναι "της Κλειώς" ή "της Κλειούς"; Το αρχαίο, το ορίτζιναλ είναι "της Κλειούς" εννοείται, αλλά ίσως έχει αλλάξει με το πέρασμα των χρόνων. I don't know, αλλά κράτησα το "της Κλειώς" επειδή, κατά την γνώμη μου είναι πιο εύηχο.

Αυτά για τώρα. Δεν ξέρω πως να κλείσω αυτό το σημείωμα, σόου αποχωρώ διακριτικά και τρέχω να διαβάσω Αγκάθα Κρίστι.

      Until next time,
    
Αθηνά ♡
      

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro