Κεφάλαιο Τριάντα Οκτώ - Αιώνια Αγάπη
Καλή κυριακή αγαπημένοι μου ελπίζω να είστε ολοι καλά και να χαμογελάτε ! Μένει μια τελευταία εξέλιξη ανάμεσα στους ήρωες μας επειδή ξέρω οτι τους αγαπάτε και δεν επιθυμείτε να τελειώσει μένει να το δείτε στην πορεία. @Rose_17a1981 ElliPam91 Feggari70 elenitsentzou KontrafouriDimitra grammenou dimfil nikollll_19 user38769999 KaterinaSyriopoulou KikiMoutafidou KordadonopoulouElen ❤❤
《Αντίο ; Μα γιατί με αποχαιρετάς αγαπημένε μου τόσο βίαια ; Θεωρείς πως θα μπορέσω να αντέξω την αβάσταχτη αιωνιότητα χωρίς την λυτρωτική αγάπη σου για συντροφιά..; Ξέχνα το..! Είμαι εδώ ακόμη..!》αναφώνησε θυμωμένη η ψυχή μου αρνούμενη να εγκαταλείψει τον άνδρα που έδωσε μάχες να κερδίσει τόσο άδοξα ολομόναχο με τέσσερα αγγελούδια.
Δίχως αντιρρήσεις χαστούκισα με ένα βίαιο ράπισμα τον αδυσώπητο θάνατο που έστεκε χαμογελαστός ενώπιον μου με μορφή τρομακτική και απόκοσμη επιβάλλοντας το δικό μου θέλημα και στην μοίρα μου που έστεκε παραπέρα σκίζοντας το ένδυμα της ζωής μου που έγνεφε τόσο καιρό.
《ΣΥΝΈΧΙΣΕ ΝΑ ΓΝΈΦΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΕΊΑ ΤΗΣ ΥΠΟΛΟΙΠΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ ! ΔΕΝ ΉΡΘΕ Η ΩΡΑ ΝΑ ΠΕΘΑΝΩ ΑΚΟΜΗ ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΘΑ ΜΟΥ ΤΗΝ ΕΠΙΒΆΛΛΕΙ Η ΙΔΙΑ ΘΑ ΤΗΝ ΕΠΙΛΈΞΩ !》Διέταξα οργισμένη παραμερίζοντας ακόμη και τα άυλα σώματα τους για να συναντήσω εκ νέου το δικό μου που κείτονταν ακριβώς κάτω απο τα πόδια μου άψυχο και βουβό με έναν ζωντανό νεκρό Κρίστιαν πλάι .
Με μια δυνατή ώθηση επέστρεψα παρά τον αφόρητο πόνο στο κορμί μου ανυπόμονη να ακουμπήσω το πρόσωπο του διώχνοντας τα δάκρυα του θρήνου οριστικά.
Για μερικά λεπτά η ανάσα μου φάνταζε αχνή και οι μύες μουδιασμένοι η καρδιά χτυπούσε ακανόνιστα και οι φλέβες είχαν πετρώσει μα δεν το έβαζα κάτω θα επιζούσα ο κόσμος να γυρνούσε ανάποδα.
Είχα εκκρεμότητες ακόμη επι γής τα πολύτιμα παιδιά μου κι έναν συντετριμμένο σύζυγο που θα επιθυμούσε να με ακολουθήσει σύντομα στο μοιραίο κατώφλι αγνοώντας τις εκκλήσεις των παιδιών για την βοήθεια του.
Κατόρθωσα επιτέλους να πεταρίσω τα βλέφαρα μου αντικρίζοντας τα μάυρα στιλπνά μαλλιά του καθώς είχε ακουμπήσει κλαίγοντας το κεφάλι του στην κοιλιά μου.
《Εγώ φταίω για όλα ..εξαιτίας μου χάθηκες..θεέ μου τι θα κάνω πως θα ζήσω χωρίς εσένα..; Θέλω να πεθάνω μαζί σου τούτη την ώρα..!》φώναζε εξοργισμένος μεμφόμενος τον ίδιο τον εαυτό του.
Δοκίμασα να σηκώσω αργά το χέρι μου χαιδέυοντας τρυφερά τα μαλλιά του δίψως να έχει αντιληφθεί πως οι αισθήσεις μου είχαν επανέλθει στα φυσιολογικά επίπεδα τους κι πως δεν ξέμεινε μονάχος στον σκληρό τούτο κόσμο να αναθρέφει τέσσερα παιδιά δίχως την παρουσία μου.
《Κρίστιαν..γιατί θρηνείς..;》κατάφερα επιτέλους έπειτα απο μεγάλη προσπάθεια να ψιθυρίσω αχνά ατενίζοντας επιτέλους τα τεράστια μάτια του να τεντώνονται διάπλατα καθώς περιεργάζονταν με λαχτάρα το πρόσωπο μου.
《Μαρίνα..δεν μπορεί να ξύπνησες..πρέπει να ονειρέυομαι αλλα δεν θέλω να τελειώσει αυτό το όνειρο..! Αγάπη μου γύρνα πίσω μαζί μου τα παιδιά μας περιμένουν..!》ικέτευσε μαλακά δίχως να συγκρατεί τα δάκρυα που αυλάκωναν απ άκρη σε άκρη το όμορφο πρόσωπο του.
Ξέσπασα σε δυνατά γέλια ευτυχίας τραβώντας το σώμα του μαλακά προς το μέρος μου επιθυμώντας διακαώς ένα απ τα θεσπέσια φιλιά του που μου είχαν λείψει.
《Κοίτα καρδιά μου δεν ονειρεύεσαι είμαι αληθινή στέκομαι ενώπιον σου..φίλα με και θα το διαπιστώσεις..》τον προέτρεψα προκλητικά πλησιάζοντας αργά τα χείλη μου στα δικά του ανυπόμονη.
Οι ματιές διασταυρώθηκαν οι ανάσες το ίδιο προτού τα χείλη ενωθούν με ορμή και δύναμη σαν να με συναντούσε για πρώτη φορά.
《Χμ..έχεις δίκιο είσαι πράγματι εδώ κοντά μου αφού τούτη την υπέροχη γέυση των χειλιών σου που ομοιάζει με ώριμη ζουμερή φράουλα φαντάζει αδύνατο να την πλάσει ένα απλό όνειρο..!》ψέλλισε ανακουφισμένος γελώντας δειλά καθώς έτριβε τα χείλη του διψασμένος στα δικά μου προτού τα διεκδικήσει ξανά και ξανά.
《Πάμε να φύγουμε απο αυτό το άθλιο μέρος ..! Βιάζομαι να φροντίσω τον νεογέννητο Νίκολας μαζί με τα πανέμορφα αγγελούδια μας..》σχολίασα βιαστική επιθυμώντας να δοθεί το όνομα του εκλιπόντα πατέρα μου στον νεογέννητο γιο μας δίχως να το έχω συζητήσει κάν μαζί του.
《Α..ώστε Νίκολας θέλεις να ονομαστεί ο μικρός μας ..; Ξέρεις θα σου το πρότεινα και εγώ ! Μα πως γίνεται να σκεφτόμαστε και να αισθανόμαστε ακριβώς τα ίδια ..;》αναρωτήθηκε ενθουσιασμένος έχοντας σβήσει απο το ελκυστικό πανέμορφο πρόσωπο του μια για πάντα το σύννεφο του αβάσταχτου πένθους .
Έμοιαζε πράγματι με ολοζώντανο όνειρο η εξωσωματική εμπειρία που μόλις είχα βιώσει εκτιμώντας αυτομάτως το θείο δώρο της ζωής που σαν δοθεί απο τον δημιουργό στον καθένα μας ξεχωριστά οφείλουμε να το τιμάμε με κάθε πιθανό τρόπο.
Στιγμές απ την μέχρι τώρα πορεία μου εμφανίστηκαν σαν ασπρόμαυρο παλιό φίλμ ενώπιον των ματιών μου αντικρίζοντας την μορφή μου απο παιδί έως την στιγμή που δοκίμασα να θέσω ένα τέλος στην μίζερη ύπαρξη που είχα μετατραπεί χωρίς την νεογέννητη Άρτεμις.
Θάυμασα ξανά τον ρωμαλέο άνδρα που ερωτεύτηκα ο οποίος πρωταγωνιστούσε σχεδόν σε κάθε σκέψη και σκηνή απο την μικρή ζωή που έζησα κι ομως αισθανόμουν πως παρά τα όσα είχα βιώσει στο πλευρό του επιθυμούσα να αποθηκέυσω στην ψυχή ολοένα περισσότερες αναμνήσεις .
Ποτέ δεν πίστευα πως ο έρωτας μπορεί να εξελιχθεί σταδιακά σε ένα υπέροχο ομορφο ταξίδι δίχως τελειωμό όπου χαρές και λύπες θα εναλλάσσονταν αρμονικά ακόμη κι αν οι θλίψεις μας λύγιζαν άπειρες φορές .
Όλα στην ζωή είχαν ένα απέραντο αιώνιο σκοπό που ο καθένας απο εμάς καλείτε να ανακαλύψει μέσα απο τις διαφορές συγκυρίες και φουρτούνες που κλυδωνίζουν το πλοιάριο της ψυχής προτού με τους σωστούς χειρισμούς σε οδηγήσουν σε απάνεμο λιμάνι ξεγνοιασιάς.
Οι αναμνήσεις κοντά του αμέτρητες και συνάμα πολύτιμες το πηγαίο χαμόγελο του που χάριζε μονάχα σε εμένα οι τρυφερή του αγκαλιά ο παθιασμένος έρωτας του όλα περιστρέφονταν γύρω μου σαν μικρές κρυστάλλινες οθόνες του παρελθόντος εως οτου επιστρέψω κοντά του.
《Σ αγαπάω αιώνια και παντοτινά καρδιά μου για χάρη σου πάλεψα να μείνω ζωντανή..》πρόφερα συγκινημένη σκουπίζοντας τα δάκρυα του ένα ένα με την ζεστή παλάμη μου
εγκαταλείποντας παράλληλα με αργές κινήσεις το κρεββάτι για να πέσω στην βελούδινη σαν σύννεφο αγκαλιά του .
《Η επιθυμία σου διαταγή καρδιά μου..! Μα πως..; Νόμιζα πως χάθηκες για πάντα..》σχολίασε σοκαρισμένος αδυνατώντας ακόμη να πιστέψει πως ήμουν παρόν και μάλιστα συνομιλούσε μαζί μου .
《Ακουσε με καλά ποτέ..δεν πρόκειται να σε εγκαταλείψω θα με ανέχεσαι για άπειρα έτη ακόμη κύριε Μπάλτον..》
《Άπειρα ..! Εως την αιωνιότητα και πάλι δεν μου φθάνουν.. είσαι όλη μου η ύπαρξη..》ψιθύρισε ανακουφισμένος δίχως να χορταίνει να ατενίζει το πρόσωπο μου στιγμή και κυρίως τα βουρκωμένα μάτια μου που καθρέπτιζαν το είδωλο του.
Την επόμενη αμέσως ημέρα έπειτα απο την βραδιά των θαυμάτων που φρόντισα να απολάυσω μιλώντας επι ώρες μαζί του χωμένη στα δύο του χέρια εμφανίστηκα όρθια ενώπιον των κατάπληκτων ιατρών που με φρόντιζαν όσο καιρό ονειρευόμουν μακριά ζητώντας επιτακτικά να μου δώσουν επιτέλους εξιτήριο παρά τις έντονες αντιρρήσεις τους .
Δίχως να τους αφήσω επιλογές τελικά υπέγραψαν το εξιτήριο επιτρέποντας επιτέλους να τρέξω στην αγκαλιά του χαμογελαστού συζύγου μου που με ανέμενε στην έξοδο του νοσοκομείου ευτυχισμένος.
Ξεχύθηκα στην αγκαλιά του σφίγγοντας το σώμα του ανάμεσα στα δάκτυλα μου συγκρατώντας με δυσκολία τα δάκρυα χαράς προτού κυλήσουν απ τα μάτια αφού νιώθαμε πως ζούσαμε ένα υπέροχο όνειρο ευτυχίας κάθε δευτερόλεπτο.
《Πήγαινε με στον παράδεισο..επιτέλους !》πρόσταξα ανέμελα ανοίγοντας διάπλατα τα χέρια μου να αδράξω τον ορμητικό ούριο άνεμο που φυσούσε πλέον τα πανιά μας.
《Φύγαμε καρδιά μου..! Μας περιμένουν πολλές όμορφες στιγμές να ζήσουμε ακόμη..!》με διαβεβαίωσε σηκώνοντας σαν πούπουλο το βάρος μου στην αγκαλιά του στροβιλίζοντας το περιχαρής στον άνεμο γελώντας σαν μικρό παιδί όπως παλιά.
《Σ αγαπάω Κρίστιαν Μπάλτον είσαι ο έρωτας της ζωής μου και δεν θα άντεχα στιγμή να μείνω μακριά σου ούτε σε χίλιες αιωνιότητες..!》αναφώνησα τυλίγοντας τα χέρια μου ανέμελα γύρω απο το λαιμό του κολλώντας το μέτωπο μου ταυτόχρονα στο δικό του.
Αισθανόμουν την καρδιά να πεταρίζει σαν πουλί που αφέθηκε ελέυθερο έπειτα απο χιλιάδες χρόνια αιχμαλωσίας να πετάξει ξανά βρίσκοντας τις ρίζες του κοντά σε αυτους που αγαπούσε περισσότερο απο όλα .
Εκείνος παρά τα λάθη που έπραξε συνέχιζε πάντοτε να αποτελεί την αρχή και συνάμα το τέλος του ερωτικού σκιρτήματος στην ψυχή μου .
Ήξερα απο την πρώτη στιγμή που τον γνώρισα πως δεν θα τον ξερίζωνε απο μέσα μου ποτέ κανένας άλλος άνδρας ακόμη και ο ομορφότερος του πλανήτη αφού οσες φορές κι αν προσπάθησα να τον ξεχάσω πάντοτε επέστρεφε στην μνήμη μου να με στοιχειώσει .
Η μορφή του ξεπηδουσε αγριεμένη απο κάθε γωνιά της μνήμης κρατώντας άγρυπνα τα βράδια μου να αναλογίζομαι πιθανούς τρόπους να επιστρέψω κοντά του όμως το αναθεματισμένο εκείνο συμβόλαιο δέσμευε την ζωή μου .
Τα τσιράκια της οργάνωσης βρίσκονταν διάσπαρτα παντού ολόγυρα μου ακόμη και στον χώρο εργασίας μου είχαν εισχωρήσει παριστάνοντας τους δήθεν φίλους μου για να μαθαίνουν πληροφορίες εκ των έσω.
Όσα χρόνια είχα χάσει απ την οικογενειακή θαλπωρή φάνταζαν πλέον αμέτρητα και δυστυχώς δεν θα κατόρθωνα να αναπληρώσω ποτέ τα κενά και τα χάσματα που δημιούργησε βαθειά μες τις ψυχές μας τούτη η οδυνηρή απομάκρυνση .
Κι ομως εκείνος στάθηκε βράχος δίπλα μου σε όλες τις δυσκολίες και τα εμπόδια που ορθώθηκαν στο δύσβατο σπαρμένο απο αγκάθια μονοπάτι που κληθήκαμε να βαδίσουμε παλέυοντας ενάντια σε κύκλωπες και λαιστρυγόνες με σκοπό να επιστρέψει σώος στην δική μου μαγική Ιθάκη.
Σαν ξύπνησα απο εκείνο το φρικτό κώμμα που κατόρθωσε να μου στερήσει ακόμη περισσότερες οικογενειακές στιγμές η μοναδική ανακούφιση στον αφόρητο πόνο της ψυχής ήταν η αρμονική παρουσία του στο πλευρό μου.
Ακίνητος φρουρός άγρυπνος φύλακας άγγελος της ζωής μου ανέμενε προσευχόμενος ένα ύστατο θάυμα που θα με μετέφερε απο τον μακρινό κόσμο των κεκοιμημένων πίσω στην ζωή.
《Θέλω να μοιραστώ κι εγώ μαζί σου κάτι καρδιά μου..όταν σε έχασα υποσχέθηκα να σβήσω μαζί σου Μαρίνα..》εξομολογήθηκε με απόλυτη ειλικρίνεια χαμηλόφωνα ατενίζοντας μακριά το γαλανό πέλαγος της πλανέυτρας Σκιάθου που μας φιλοξενούσε.
Αυτομάτως κάλυψα το στόμα του με τα δάκτυλα μου ζητώντας επιτακτικά να πάψει να με μαστιγώνει με λόγια και σκέψεις που ουδέποτε περίμενα να ακούσω απο τα χείλη του.
《Μην το ξαναπείς ούτε για αστείο αυτό..! Που θα άφηνες τα παιδιά μας μου λές ; Το νεογνό μας που θα ορφάνευε δεν το σκέφτηκες..;》ρώτησα θλιμμένη σφίγγοντας το σώμα του με όλες μου τις δυνάμεις λες και φοβόμουν μην διαπεράσει σαν αέρας την αγκάλη μου και σβήσει σαν καπνός.
《Ξέρω οτι θα ακουστεί εγωιστικό ομως δεν με ενδιέφερε να ζήσω ούτε ένα λεπτό παραπάνω αν δεν υπήρχε η παρουσία σου να δίνει χρώμα στον άχρωμο μουντό καμβά της ζωής..》αποκρίθηκε χαιδέυοντας με τον αντίχειρα του μαλακά το μάγουλο μου πασχίζοντας να με καθησυχάσει καθώς βαδίζαμε αγκαλιασμένοι προς το αυτοκίνητο μας.
《Η αγάπη σου με συγκλονίζει πλέον..δεν βρίσκω λόγια να περιγράψω τα συναισθήματα που κατακλύζουν την καρδιά μου..είμαι πολύ τυχερή που σε συνάντησα..》πρόσθεσα μελιστάλαχτα παίρνοντας θέση στο πλευρό του ανυπόμονη να αγκαλιάσω ξανά το μικρό μας.
Η διαδρομή έμοιαζε βγαλμένη απο παραμύθι η φύση οργίαζε ολόγυρα μας με πανέμορφα καταπράσινα βουνά με έλατα και διαφόρων ειδών δέντρα να πλαισιώνουν τον μικρό δρόμο προς το λιμάνι παντρέυοντας αρμονικά το απέραντο γαλάζιο με εκείνο του ουρανού της ατέρμονης θάλασσας.
Καθώς προσεγγίζαμε αργά στο λιμάνι δυνατές φωνές έφθασαν στα αυτιά μας διαταρράσοντας την σιωπή που πλαισίωνε τις γαλήνιες ψυχές μας στο δευτερόλεπτο.
Έσφιξα το χέρι του ασυναίσθητα καθώς έσβηνε την μηχανή εξίσου μαγκωμένος μαζί μου προετοιμασμένος για το χειρότερο δυνατό σενάριο χωρίς να επιθυμεί να με ταράξει.
《Μωρό μου κάτι συμβαίνει..τι είδους φωνές ειναι αυτές μοιάζουν με κραυγές..》ψέλλισα ταραγμένη ανοίγοντας την πόρτα πλάι μου τρομοκρατημένη για να αντικρίσω μια εικόνα που ανάγκασε τα γόνατα μου να λυγίσουν.
《Άρτεμις..όχιιι !》ούρλιαξα αυτομάτως τρέχοντας αλαφιασμένη προς το μέρος του αχρείου Αλέξανδρου που δεν δίστασε όπως παλιά να απειλήσει την ζωή της τοποθετώντας ένα όπλο στον κρόταφο της.
Το κοριτσάκι μου έτρεμε σαν το ψάρι ανάμεσα στα τραχειά χέρια που θώπευαν το σώμα της βίαια ξεσπώντας μονομιάς το συσσωρευμένο μίσος του για εμάς επάνω της.
Η μητέρα μου στεκόταν ενώπιον του εκλιπαρόντας κλαίγοντας να την ελευθερώσει παλέυοντας παράλληλα να κρατήσει τον εξαγριωμένο Έκτορα μακριά απο το πεδίο βολής του.
《Σε παρακαλώ Αλέξανδρε μην βλάψεις την εγγονή μου άσε κάτω τα όπλα και ξέχνα επιτέλους το οδυνηρό παρελθόν..》
《Σκάσε επιτέλους κυρά μου ! Όλα έυκολα φαντάζουν για εσάς τους λεφτάδες έτσι ; Ο Μπάλτον και η καταρραμμένη οικογένεια του να βιώνει την απόλυτη ευημερία όσο η δική μου καταστρέφεται..! Αυτη η κοπέλα φύτεψε το σπόρο του μίσους στην καρδιά του γιου μου..! Θα πληρώσει με το αίμα της το αντίτιμο..!》ούρλιαζε εκτός εαυτού πιέζοντας ολοένα σαν μέγκενη τα βρώμικα χέρια του γύρω απο τον ντελικάτο λαιμό της βάζοντας τα δυνατά του να την βασανίσει στον υπέρτατο βαθμό.
《Άφησε με..ο Ορέστης ποτέ δεν σε μίσησε είσαι ο πατέρας του σε λατρέυει...!》ψέλλιζε ξέπνοο το μωρό μου σε μια ύστατη προσπάθεια να μεταπείσει έναν παρανοϊκό άνδρα να συγχωρέσει σφάλματα του παρελθόντος που δεν όφειλε η ίδια να πληρώσει.
Μέσα σε μερικά δευτερόλεπτα με την καρδιά μου να χτυπά στο στήθος σαν ταμπούρλο έφθασα ενώπιον τους προσπερνώντας αδιάφορα την έκπληξη που ζωγραφίστηκε στα πρόσωπα τους σαν με αντίκρισαν ολοζώντανη .
《Αρκετά άσε ήσυχο το παιδί μου επιτέλους κάθαρμα ! Τι κακό σου έπραξε άκαρδε ; Εγώ είμαι η υπεύθυνη για τα δεινά που οπως λές βίωσες ! Ορίστε λοιπόν φύτεψε την σφαίρα σου στο σώμα μου κι βάλε τέρμα σε τούτο το ατέρμονο μένος !》φώναξα με θάρρος προτάσσοντας για ακόμη μια φορά τα στήθια μου ενώπιον του επίμονου θανάτου που δεν είχε πάψει να με κατατρέχει.
《Χα..ώστε αναστήθηκες απο τους νεκρούς Μαρινάκι ; Θεωρούσα πως είχα καθαρίσει πλέον μαζί σου εκείνο το σκοτεινό βράδυ όπου εισχώρησα σαν σκιά στο θάλαμο σου τοποθετώντας ένα μαξιλάρι στο άθλιο πρόσωπο σου..! Αλλα ζείς ! Για ακόμη μια φορά απέτυχα να σε εξοντώσω !》ομολόγησε ανοιχτά δίχως ίχνος ντροπής την απόπειρα δολοφονίας εις βάρος μου που ελάχιστα θυμόμουν .
《Εσύ ήσουν..εξαιτίας σου έπεσα σε κώμμα..》ψέλλισα σαστισμένη φέρνωντας στο νού μου διάσπαρτες σκοτεινές εικόνες με μια μορφή ενός αγριωπού άνδρα να στέκει στο μισοσκόταδο πλάι μου πιέζοντας με φόρα ένα μαξιλάρι στο πρόσωπο μου φράζοντας μονομιάς τις διόδους του οξυγόνου.
Ένιωσα το ανακουφιστικό άγγιγμα του στον ώμο μου νιώθοντας μια ελαφριά ανακούφιση γνωρίζοντας πως δεν ήμουν μονάχη απέναντι στον ορκισμένο εχθρό μας .
Ξάφνου ο φρικτός ήχος ενός δυνατού πυροβολισμού έσκιζε την αγωνιώδη σιωπή στα δύο κόβοντας την ανάσα στα δύο.
《Οχι θεέ μου κοριτσάκι μου ..!!》ούρλιαξα αντικρίζοντας σοκαρισμένη το σώμα της να σωριάζεται στο κρύο τσιμέντο ενώπιον του εμβρόντητου Αλέξανδρου ο οποίος πίεζε με δύναμη μια πληγή που αιμοραγγούσε στο στομάχι του .
Μια διάχυτη μυρωδιά απο μπαρούτι αναμεμειγμένη με εκείνη του θανάτου εισχωρούσε ευθύς στα ρουθούνια μου ρίχνοντας λάδι στην φωτιά της αγωνίας που ήδη μάστιζε την ψυχή μου.
《Κρίστιαν..τον σκότωσες γιέ μου..!》άκουσα την τρεμάμενη φωνή της μητέρας μου να επισημαίνει την ειδεχθή πράξη του δίχως να πιστέυει την εικόνα που μετέδιδαν τα μάτια της.
Στράφηκα έκπληκτη προς το μέρος του εξοργισμένου συζύγου μου που κρατούσε ακόμη το πιστόλι του στο ύψος της καρδιάς αναμένοντας το επόμενο έναυσμα για να αποτελειώσει την πράξη του μια για πάντα.
《Μην ταράζεσαι αγάπη μου ! Κάποιος όπως βλέπεις αναζητούσε διακάως να συναντήσει πρόωρα το μοιραίο τέλος του απο τα δικά μου χέρια ! Αλέξανδρε ανόητο κάθαρμα δεν ξέρω πως δραπέτευσες απο το σκοτεινό κελί σου αλλα την οικογένεια μου δεν θα την ενοχλήσεις ξανά..!》ξέσπασε εναντίον του ταρακουνώντας το τραυματισμένο σώμα του εκτός εαυτού όσο η ίδια πάλευα να συνεφέρω την τρομαγμένη κόρη μας.
《Άρτεμις αγάπη μου άνοιξε τα ματάκια σου μωρό μου ..όλα θα πάνε καλά..》ψιθύριζα απαλά στο αυτί της καθώς περνούσα τα δάκτυλα μου τρυφερά μέσα απ τα ξανθά μαλλιά της .
《Μπάλτον ..κάθαρμα οπως πάντα..τι έγινε θυμήθηκες το σκοτεινό δολοφονικό παρελθόν σου όπου δεν δίστασες να στείλεις στον θάνατο άπειρους ανθρώπους..; Ένα σου λέω ακόμη κι αν με σκοτώσεις ένας άθλιος κρετίνος θα παραμείνεις..》ψέλλιζε ξέπνοος βαστώντας την κοιλιά του που αιμοραγγούσε ενώπιον μας ξεχειλίζοντας απο μίσος ακόμη και τις τελευταίες του στιγμές επι γής.
《Μα τι κάνετε ακριβώς..; Δεν γίνεται να τον αφήσετε να ξεχυχήσει ενώπιον μας και ο Κρίστιαν να καταδικαστεί για τον φόνο του έτσι δεν είναι ..;》κράυγασε ανήσυχη παραμερίζοντας δίχως περαιτέρω λόγια τον θυμό της η μητέρα μου η οποία έσπευσε ευθύς να του παράσχει τις πρώτες βοήθειες .
Η όψη του με τρομοκράτησε σαν αναζήτησα πελαγωμένη το καθάριο καθησυχαστικό βλέμμα που πάντοτε ανακούφιζε κάθε φόβο μα τούτη την στιγμή η αρχική πραότητα του είχε χαθεί κι στην θέση της βασίλευε ένα απροσδιόριστο σκότος.
《Αγάπη μου..κάλεσε ένα ασθενοφόρο ας μην του στερήσουμε εμείς την ζωή τόσο άδικα..》φώναξα προς το μέρος του παρακλητικά μα ο ίδιος έγνεψε αρνητικά στενέυοντας τα μάτια του μοχθηρά σαν να απολάμβανε ξαφνικά την οδύνη και το βασανιστήριο του.
《Μαμά..σας παρακαλώ μην τον αφήσετε να ..πεθάνει..ο καημένος ο Ορέστης θα πονέσει αδυσώπητα..》πρόφερε αργόσυρτα παράλληλα ζαλισμένη και η Άρτεμις κουνώντας πέρα δώθε το κεφάλι της ανήσυχη ανάμεσα στα χέρια μου.
《 Τον γιό μου μην τον ξαναπιάσεις στο στόμα σου ακούς..; Εσύ οπως η μητέρα σου είστε γεννημένες να σκορπάτε τον όλεθρο και την καταστροφή ολόγυρα..》φώναξε παρά το αφόρητο πόνο που αισθανόταν μέσα απο σφιγμένα δόντια του πέφτωντας στο παγερό τσιμέντο νικημένος απο την αιμορραγία χάνοντας παράλληλα και τις αισθήσεις του.
《Πέθανε..! Οχι ...οχι αποκλείεται να ζούμε κι αυτό το δράμα στις ζωές μας..! Κρίστιαν..τον..σκότωσες..!》έσκουξε ανεξέλεγκτα η μητέρα μου σε πλήρη παραλλήρημα αδιαφορώντας ακόμη και για την παρουσία του Έκτορα λίγα μέτρα πιο πέρα παρακολουθώντας αμίλητος τις εξελίξεις.
《Για το θεό μητέρα δεν είναι ώρα για υστερίες πρέπει να κάνεις κουράγιο για τα παιδιά..! Μόλις κάλεσα ασθενοφόρο και βρίσκεται καθ οδόν ..》
《Μαρίνα δεν σου ζήτησε κανείς να επέμβεις..! Αν δεν πέθαινε εκείνος στην θέση του θα θρηνούσαμε την κόρη μας..ειλικρινά δεν σας καταλαβαίνω..!》αναφώνησε με πρωτόγνωρη οργή εκείνος εκτοξεύοντας κεραυνούς και αστραπές σε κάθε κοφτερό βλέμμα του.
《Έλα μαζί μου Έκτορα ..δεν είναι φρόνιμο να παρακολουθείς αυτό το ζοφερό αιματοκύλισμα..ελπίζω να αντιλαμβάνεσαι την αιτία που πυροβόλισα αυτόν τον άνδρα..》πρόσθεσε αγκαλίαζοντας εξίσου ταραγμένος τον γιό μας οδηγώντας τον με ασφάλεια στο εσωτερικό του σκάφους όπου για καλή μας τύχη κοιμόταν ακόμη η Κριστίνα και το μωρό.
Η μητέρα μου πλησίασε τρεκλίζοντας κοντά μας ακουμπώντας μουδιασμένη το ιδρωμένο μέτωπο της αδυνατώντας να χωνέψει πως ο Κρίστιαν κατόρθωσε με ευκολία να τραυματίσει ακόμη και τον εχθρό του δίχως ίχνος ανθρωπιάς να τον διέπει.
《Κορίτσι μου καλως όρισες..! Δεν πρόλαβα βλέπεις με αυτά και με εκείνα να χαρώ που επέστρεψες σώα κοντά μας..! Τόσες οι εξελίξεις και οι κίνδυνοι..έχω χάσει πια το μέτρημα..》
《Καλώς σας βρήκα μανούλα..! Δυστυχώς απο την αρχή της πορείας μας οι εχθροί και οι εντάσεις δεν έπαψαν στιγμή να μαστίζουν τις ζωές μας..όμως δεν ευθύνεται εκείνος για τούτο το κακό άδικα τον κατηγόρησες βρισκόταν σε νόμιμη άμυνα..》αποκρίθηκα αβέβαια με το βλέμμα μου μετέωρο να πλανιέται απο την μια στον ξαπλωμένο κατάχαμα Αλέξανδρο κι απο την άλλη ανέμενα εναγωνίως την επιστροφή του εξαγριωμένου συζύγου μου.
Η εικόνα του να πυροβολεί έναν άνθρωπο που κάποτε θεωρούσα φίλο μου σίγουρα θα χαράσονταν ανεξίτηλα μέσα στην μνήμη φέρνωντας ανάμεικτα συναισθήματα στην καρδιά .
Άραγε πράγματι αισθανόμουν ήρεμη την συνείδηση μου που διεσώθει η ζωή της κόρης μας θυσιάζοντας παράλληλα μια άλλη ;
Όσο κακό κι αν μας έκανε δεν επιθυμούσα ποτέ να τον αντικρίσω να πεθαίνει ενώπιον μου ..φάνταζε σενάριο βγαλμένο απο ταινία τρόμου.
Ξάφνου ο Κρίστιαν εμφανίστηκε ξανά στο οπτικό μου πεδίο τρέχοντας προς το μέρος μας όμοιος με αστραπή που διαπερνά τον ουράνιο θόλο μα παράλληλα την προσοχή μου τράβηξε απότομα και μια άλλη κίνηση στα δεξιά μου.
Προτού κάν προλάβω να στρέψω το βλέμμα μου προς τα εκεί σαν σε όραμα αντίκρισα με την άκρη του ματιού τον αιμόφυρτο φαινομενικά αναίσθητο Αλέξανδρο να υψώνει απότομα το χέρι του στοχέυοντας τον Κρίστιαν για πολοστή φορά ενώ στα μάτια του καθρεπτίζονταν ο όλεθρος.
《Αγάπη μου όχι !》αναφώνησα έντρομη πασχίζοντας παρά το σοκ που βρισκόμουν να τον προειδοποιήσω για τον επερχόμενο κίνδυνο που για μια ακόμη φορά μας είχε στο στόχαστρο του.
Ακολούθησε βιαστικά την φωνή μου προβαίνοντας να καλυφθεί απο την πρώτη σφαίρα όπου ξέφυγε απο την κάννη του όπλου καταλήγοντας στα βαθειά νερά της θάλασσας.
《Επιτέλους μπάσταρδε Μπάλτον ψόφα ! Αν δεν σε πάρω μαζι μου στην κόλαση δεν θα ησυχάσω..!》στρίγκλισε για ύστατη φορά πυροβολώντας στα τυφλά για πέντε ακόμη φορές .
Η τελευταία σφαίρα εξοστρακίστηκε καταλήγοντας στο χέρι του Ορέστη όπου σαν απο μηχανής θεός εμφανίστηκε την τελευταία στιγμή τοποθετώντας το σώμα του ασπίδα ενώπιον του Κρίστιαν σώζοντας την ζωή του .
《Ορέστη ! Τι κάνεις ; Παιδί μου..δεν το πιστεύω γιατί μπήκες μπροστά να σώσεις αυτό το κάθαρμα..γιε μου...!》ούρλιαξε εμβρόντητος σέρνοντας αργά το σώμα του προς το μέρος του τραυματισμένου γιού του αδυνατώντας να πιστέψει το θέαμα που μετέδιδαν οι οφθαλμοί.
Το σώμα του άτυχου νεαρού σωριάστηκε ανάμεσα στα τρεμάμενα χέρια του συζύγου μου ο οποίος σήκωσε αργά το βλέμμα του επιζητώντας σιωπηρά να συναντήσει το δικό μου λες και ολη πυγμή και η δύναμη του μονομιάς είχε χαθεί.
《Έχει δίκιο για πρώτη φορά ο πατέρας σου ! Οσο κάθαρμα κι υπήρξε απέναντι μας δεν πάυω να θλίβομαι για το κακό που σου προξένησε άθελα του..! Γιατί μπήκες μπροστά να με σώσεις..》ρώτουσε σαστισμένος κοιτάζοντας για πρώτη φορά με οίκτο τον άνδρα απέναντι του.
《Μην τον αφήσεις να πεθάνει για το θεό Κρίστιαν έχεις κι εσύ έναν γιό ..κατάλαβε με..συγχώρα με..》ικέτευσε ξαφνικά πλημμύριζοντας με δάκρυα το αδύναμο σώμα του παιδιού του παραβλέποντας τα δικά του τράυματα.
《Μια στιγμή..ο λόγος που σε έσωσα είναι ότι αγαπάω την Άρτεμις πιο πολύ κι απ την ζωή μου..! Αν σε έχανε θα πέθαινε κι εκείνη μαζί σου ταυτόχρονα μην ανησυχείτε για εμένα..επιτέλους έκανα το χρέος μου..》πρόφερε βιαστικά με δυσκολία μα ταυτόχρονα έναν πρωτόγνωρο ενθουσιασμό και θάρρος ο Ορέστης κατορθώνοντας να λυγίσει ακόμη και την σκληρή καρδιά του δύσπιστου Κρίστιαν.
《Μαρίνα..δεν πρέπει να συνέλθει το κορίτσι μας και να τον δεί σε τούτη την κατάσταση..》τράυλισε σοκαρισμένος απο τα αλλεπάλληλα γεγονότα που φάνταζαν με σενάριο απο ταινία δράσης κι ομως εμείς την βιώναμε στο πετσί μας.
Γνέφοντας καταφατικά συνειδητοποίησα πως η μικρή μου κείτονταν ακόμη στο πλάι μου αναίσθητη κι δίχως να χάσω χρόνο άδραξα την πολύτιμη ευκαιρία να την μεταφέρω με ασφάλεια στο εσωτερικό του σκάφους προτού αντικρίσει τον έρωτα της ζωής της να χάνεται.
《Μητέρα μην με παρατηρείς σαστισμένη πρέπει να αναλάβουμε δράση προτού το κορίτσι μας ξυπνήσει.. βοήθησε με να την σηκώσουμε..》μουρμούρισα αποφασιστικά παλέυοντας να σηκώσω με ολες τις δυνάμεις μου το βάρος της μα φάνταζε μάταιο.
《Μαμά άφησε την αδερφούλα μου σε εμένα..εσύ δεν χρειάζεται να ανησυχείς..》έσπευσε εκ νέου να με ξαλαφρώσει το μωρό μου σηκώνοντας με ευκολία το σώμα της προχωρώντας προς το εσωτερικό αργά και σταθερά χαρίζοντας πολύτιμα λεπτά περισυλλογής σε εμάς.
《Τα έχω χαμένα Μαρίνα μου πραγματικά η ζωή σας πλέον μοιάζει με ταινία..! Αλλα αυτός ο νεαρός κατόρθωσε να με συγκινήσει..τέτοια αυτοθυσία οφείλουμε να την αναγνωρίσουμε..》πρόσθεσε σκεπτική η μητέρα ακολουθώντας ξοπίσω απο τον Έκτορα ταραγμένη με μάτια βουρκωμένα.
Ο Αλέξανδρος άπλωσε αδύναμα το χέρι του στο κενό ζητώντας σιωπηρά να ακουμπήσει το δικό μου με ύφος πονεμένο και πρόσωπο αυλακωμένο απο τα δάκρυα .
《Σε παρακαλώ..Μαρίνα..πρέπει αυτή την φορά να με συγχωρέσεις..κι κυρίως τον γιό μου..πεθαίνει για την κόρη σου . Δεν το περίμενα ποτέ πως η μοίρα που δεν ένωσε κάποτε εμάς θα διαστάυρωνε τις διαδρομές ζωής των παιδιών μας . Εγώ..θα πεθάνω ομως..μην τον αφήσετε μονάχο..》μονολογούσε ασθμαίνοντας ανάμεσα σε λυγμούς και πικρά δάκρυα μετανοίας για το άσβεστο μίσος που έμελε να πληρώσει με το σκληρότερο τίμημα ενός γονιού.
《Μην τον πιστέψεις Μαρίνα ισως είναι παγίδα..πρόσεχε..!》γρύλισε κοφτά ο Κρίστιαν παίρνοντας θέση άμυνας απέναντι του έτοιμος για ακόμη μια επικείμενη επίθεση.
《Όχι..τούτη την φορά τα δάκρυα δεν είναι κροκοδείλια αγάπη μου..ο Αλέξανδρος υπήρξε κάποτε φίλος μεταμορφώθηκε σε εχθρό απο φθόνο ομως το πλήρωσε..πονάει πολύ..!》πρόφερα χαμηλόφωνα νιώθοντας την οδύνη που σπάραζε την πατρική ψυχή του την δεδομένη στιγμή έως τα μύχια της ψυχής μου.
Ακούμπησα δειλά το χέρι του σε ένδειξη συμφιλίωσης έπειτα απο είκοσι ολόκληρα χρόνια έχθρας και μένους το οποίο πήγαζε απο ένα απωθημένο για τον έρωτα που δεν βίωσε κάποτε στο πλευρό μου.
《Ο γιος σου είναι πολύ θαραλλέος ..έσωσε την ζωή του άνδρα που αγαπάω με όλη την καρδιά μου..! Όμως έστω κι την τελευταία στιγμή θελω να ξέρεις πως ποτέ δεν σου κράτησα κακία ..για εμένα παρέμεινες ο αγαπημένος φίλος μου απ το νησί ..》εξομολογήθηκα συγκινημένη αφήνοντας τα δάκρυα σαν πολύτιμα διαμάντια να ξεχυθούν απ τις κόγχες των ματιών σβήνοντας μονομιάς τις άσκοπες κόντρες του παρελθόντος οριστικά.
《Σε αγάπησα πολύ Μαρίνα..αλλα ποτέ οσο εκείνος..να προσέχεις..》ψιθύρισε χαμηλόφωνα στρέφοντας εκ νέου την προσοχή του προς το μέρος του ακίνητου Ορέστη που παρατηρούσε ζαλισμένος τριγύρω του.
《Αρκετά με τους αποχαιρετισμούς δεν νομίζετε..; Μόλις ήρθε το ασθενοφόρο αλλα πάνω στην συγκίνηση σας ούτε το αντιληφθήκατε..》σχολίασε ενοχλημένος ο Κρίστιαν εκτοξέυοντας σπίθες φθόνου προς το μέρος μας ακόμη κι έπειτα απο τόσα χρόνια.
《Μείνε ήσυχος πια Μπάλτον η γυναίκα σου ανήκει σε εσένα ολοκληρωτικά άλλωστε δεν δίστασε να σε παντρευτεί για δέυτερη φορά ! Να την αποχαιρετήσω μονάχα αξιοπρεπώς επιθυμούσα..δεν σκοπέυω θα σας ενοχλήσω ξανά..》πρόλαβε να του εξηγήσει ασθμαίνοντας ακουμπώντας παράλληλα ταραγμένος το μέτωπο του γιού του που ίδρωνε υπερβολικά.
《Μπα ..και τι θα σε εμποδίσει να μας απειλήσεις ξανά..;》κάγχασε εξαγριωμένος ρίχνοντας το βλέμμα του φευγαλέα προς το μέρος μου διακρίνοντας ολοκάθαρα την αντίθεση μου στα λεγόμενα και τις ειρωνείες του μια τόσο δυσχερή στιγμή .
《Αγάπη μου ..μην το τραβάμε άλλο υποφέρει..》
《Ενώ εμείς Μαρίνα μου απολαμβάναμε τα εφιαλτικά δευτερόλεπτα που απειλούσε την Άρτεμις ο αχρείος με ένα όπλο σφηνωμένο στον κρόταφο της έτσι..; Δεν σε καταλαβαίνω πραγματικά η ευσπλαχνία ξέρεις έχει κι όρια κι έυκολα μετατρέπεται σε ασυδοσία ..!》αναφώνησε φανερά εκτός εαυτού παρά την τραγωδία που εκτυλίσσονταν ενώπιον μας .
《Απ εδώ παιδιά βοήθηστε τον γιό μου ..δεν θέλω να πάθει κακό..!》φώναζε απελπισμένος ο καημένος ο Αλέξανδρος λουσμένος στον ιδρώτα και χλωμός θυμίζοντας νεκρό ανάμεσα σε χιλιάδες ζωντανούς ανθρώπους .
Η όψη του μαρτυρούσε αφόρητο πόνο και ειλικρινή μεταμέλεια για όσα δεινά είχε διαπράξει στο παρελθόν τόσο απέναντι στην οικογένεια μας όσο και παράλληλα τα αμέτρητα χρόνια που βρισκόταν μπλεγμένος στα θανατηφόρα γρανάζια της οργάνωσης.
Οι διασώστες έσπευσαν να προσφέρουν τις πρώτες βοήθειες στους τραυματισμένους άνδρες τοποθετώντας πρώτο τον αναίσθητο Ορέστη στο ασθενοφόρο δίνοντας εντολή στους γιατρούς να τους περιμένουν στην είσοδο καθότι η κατάσταση του έδειχνε κρίσιμη.
《Πείτε μου ..τι έχει το παιδί μου..μιλήστε να σας πάρει..》επέμενε αδιάκοπα ο πατέρας του σε κατάσταση σόκ αδιαφορώντας πλήρως για τα δικά του τράυματα.
《Ησυχάστε κύριε είστε κι εσείς τραυματισμένος ομως δυστυχώς ο γιός σας έχει υποστεί ένα ισχυρό πλήγμα..όλα είναι πιθανά..》ανακοίνωσε παγερά ο νεαρός διασώστης ραγίζοντας την καρδιά μας σε δύο κομμάτια μονομιάς καθώς στο νού ζωγραφίζονταν η μορφή της αθώας μου Άρτεμις που θα υπέφερε απίστευτα.
《Μαρίνα..εγώ φταίω ο θεός με τιμωρεί..》ψέλλισε μετανιωμένος με δάκρυα να κοσμούν τα άλλοτε μοχθηρά του μάτια καθώς επιβιβαζόταν μαζί του στο όχημα με ένα επιπόλαιο τράυμα στο μπράτσο που οι διασώστες φρόντισαν να περιδέσουν προσεκτικά.
《Κουράγιο Άλεξ..ο θεός ποτέ δεν τιμωρεί μονάχα μας παιδαγωγεί για το καλό μας ..ίσως είναι ο απλώς μια δοκιμασία..》του φώναξα βαδίζοντας σκεπτική στην τσιμεντένια προβλήτα αφήνοντας μερικά μέτρα ξοπίσω μου τον εξαγριωμένο σύζυγο μου.
Οι σειρήνες των ασθενοφόρων ξεσήκωσαν σύντομα ολόκληρο το νησί αναστατώνοντας τους γύρω κατοίκους οι οποίοι έντρομοι με ρωτούσαν πληροφορίες που δεν ήμουν όμως διατεθειμένη να δώσω.
Βρισκόμουν υπο την επήρεια ενος ισχυρού σοκ που είχε κλονίσει μονομιάς την διάνοια και τον ψυχισμό μου παλέυοντας να επιπλέυσω σε έναν αφρισμένο ωκεανό απο συνεχόμενα προβλήματα.
Καθώς περπατούσα αργά πλάι στα αραγμένα καράβια και τις μικρές λευκές βαρκούλες αναλογιζόμουν για πολοστή φορά πόσες συμφορές είχα βιώσει τα τελευταία χρόνια με αποκορύφωμα την αρπαγή της μικρής μου.
Κι ομως όλα τα άσχημα και σκοτεινά μονοπάτια που βάδιζα ολομόναχη αρχικά νιώθοντας ξεχασμένη απο τον μοναδικό άνδρα που αγάπησα οδηγούσαν σταδιακά στο φώς της αγάπης όπου επανήθλε στην ζωή μου.
Κάθε δάκρυ που πλημμύριζε τους ωκεανούς των ματιών μας φάνταζε ένα βήμα πιο κοντά στην πιο παραδεισένια στεριά που θα επέφερε νηνεμία και πάλι στην φουρτούνα της ψυχής.
Αν ο Κρίστιαν δεν είχε βρεθεί τυχαία εκεινο το παγερό πρωινό στο αστυνομικο τμήμα ενώπιον μου ισως να μην είχα ποτέ την ευκαιρία να τον ξαναδώ και οι δρόμοι της επανένωσης να παρέμεναν κλεισμένοι οριστικά.
Στο νού μου ξαφνικά τρύπωσε η μορφή του λεπτεπίλεπτου βρέφους όπου κράτησα στα χέρια μου για μερικά μετρημένα λεπτά προτού χάσω τις αισθήσεις ξαφνικά απο την έντονη ταλαιπωρία όπου είχα υποστεί.
Η μήτρα μου δεν θα φιλοξενούσε πλέον άλλο παιδί είχε ολοκληρώσει με τον ομορφότερο τρόπο την αποστολή της κουβαλώντας το βάρος του γιού μας δίχως να καταρρέυσει οπως ανέμεναν οι γιατροί οι οποίοι αρνούνταν πεισματικά να με αναλάβουν.
Πλέον δεν θα έμενα έγκυος ξανά ο κύκλος της μητρότητας έκλεινε οριστικά για εμένα με τον πιο θαυματουργικό και όμορφο τρόπο τα παιδιά μου που θα έδινα τον καλύτερο μου εαυτό να αναθρέψω.
Πήρα τον δρόμο της επιστροφής προς το σκάφος ανυπομονωντας να αγκαλιάσω τα μικρά μου μα κυρίως τον νεογέννητο Νίκολας όπως συμφωνήσαμε να τον βαφτίσουμε ως ελάχιστο φόρο τιμής στον υπερόχο πατέρα μου.
Μερικά μέτρα μακριά αντίκρισα εκείνον να με παρατηρεί φοβισμένος και ανήσυχος με τα χέρια του σταυρωμένα πασχίζοντας να διαβάσει τις σκέψεις που ταλάνιζαν το νου μου.
"Αχ ο γλυκός μου πρέπει να φαντάζεται τα χειρότερα.." αναλογιζόμουν χαράσοντας ένα ζεστό πρόσχαρο χαμόγελο στα χείλη καθώς τον πλησίαζα επιζητώντας σιωπηρά να βρώ την θέση μου στην αγκαλιά του.
《Έχεις θυμώσει πριγκιπέσσα έτσι δεν είναι..; Σε ενόχλησε που αμύνθηκα στην επίθεση του φίλου σου..κι μην κάνεις τον κόπο να αρνηθείς..》σχολίασε μπερδεμένος στενέυοντας τα μάτια του καθώς με παρατηρούσε εξεταστικά με ψίγματα φόβου να καθρεπτίζονται στα λατρεμένα μάτια του.
《Έλα εδώ αγάπη μου ..πως θα μπορούσα ποτέ να σου κρατήσω κακία που προσπάθησες να σώσεις την κόρη μας..; Απλώς τα γεγονότα κατόρθωσαν για άλλη μια φορά να συνταράξουν τις ισορροπίες μου..》ψιθύρισα μελιστάλαχτα καθώς τον αγκάλιαζα τρυφερά κουρνιάζοντας στο λακκάκι του λαιμού του απολαμβάνοντας την άπλετη τρυφερότητα κι την μυρωδιά του.
《Η καρδιά μου επέστρεψε στην θέση της λοιπόν..για μερικά δευτερόλεπτα πέρασε απο το μυαλό μου οτι ακόμη κι να χωρίσουμε θα ήθελες εξαιτίας του..》πρόφερε μελαγχολικά σφίγγοντας το σώμα μου ανάμεσα στα χέρια του πασχίζοντας να μου μεταδώσει με κάθε τρόπο την αγάπη που έτρεφε εσωτερικά του λες και ποτέ στο παρελθόν δεν μου την έδειξε.
《Μάλλον τρελάθηκες κύριε Μπάλτον ! Τι ανόητα πράγματα βάζεις με τον νού σου..; Δεν είναι παιχνίδι τα διαζύγια καρδιά μου ειδικά τώρα που έχουμε ένα ακόμη μέλος στην οικογένεια..! Ας μην αργούμε πήγαινε με να τον φροντίσω λιγάκι..》παρακάλεσα ναζιάρικα με τον μοναδικό τρόπο που γνώριζα πως γκρέμιζε μονομιάς τα οχυρά του κορμιού κι της ψυχής του αφού παντοτε μου παραδινόταν αμαχητί.
《Τώρα γιατί με βασανίζεις θέλεις να σε γδύσω επι τόπου μπροστά σε τόσο κόσμο ..; Χτυπάς κάτω απο την μέση κουκλάρα μου..》ψιθύρισε ερεθισμένος στο αυτί μου ανεβάζοντας το χέρι του αυτομάτως απο την σφικτή μέση μου στο πληθωρικό στήθος μου χαιδέυοντας επάνω απο το αέρινο ύφασμα του φορέματος μου τις παρυφές του .
《Δεν σου κρύβω πως με γοητεύει απίστευτα η ιδέα να κυκλοφορώ γυμνή ανάμεσα στο πλήθος ..》σχολίασα ανάλαφρα αντικρίζοντας τα μάτια του αυτομάτως να γουρλώνουν απο έκπληξη και συνάμα τα χείλη του να σουφρώνουν θυμωμένα.
《Μωρό μου..σαν πολύ φόρα έχεις πάρει ..δεν θα επιδεικνύεις το σώμα σου δεξιά κι αριστερά μονάχα εγώ θα το θαυμάζω..!》τόνισε ενοχλημένος επιστρέφοντας στο αυστηρό προφίλ το οποίο υιοθετούσε μονάχα για να αμυνθεί όταν αισθανόταν εκτεθειμένος το ειχα εμπεδώσει πολύ καλά πια.
Έσκασα στα γέλια αυτομάτως παρατηρώντας την ενοχλημένη όψη του αφού η προσπάθεια μου να τον πειράξω στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία ρισκάροντας να τον ταράξω βέβαια και να παίξω με τα νέυρα του .
《Έπεσες ξανά στην παγίδα μωρό μου ! Σε πειράζω τόση ώρα μα που χάθηκε η αίσθηση του χιούμορ σου..;》τον ενημέρωσα γελώντας νευρικά χωρίς να μπορώ να σταματήσω καθώς η έκφραση του για καλή μου τύχη μαλάκωσε και στα βελούδινα χείλη του έλαμψε ένα αχνό χαμόγελο ανακούφισης.
《Με όσα περάσαμε καρδιά μου ξέχασα ακόμη και πως είναι να αστειεύεσαι ..πλέον την ζωή την παίρνω πολύ στα σοβαρά και δεν χρειάζεται αλλα τώρα που γύρισες κοντά μας θα μου διδάξεις απ την αρχή την έννοια της ευτυχίας..》πρόφερε μελαγχολικά τυλίγοντας τα χέρια του εκ νέου στην μέση μου παλέυοντας να με κρατήσει κοντά του για πάντα.
《Ησύχασε ψυχή μου ..θα προσπαθήσω ακόμη και τις πιο γκρίζες μουντές ημέρες μας να τις πλημμύριζω με χαμόγελα και ευτυχία..όμως τι λές θα με πάς επιτέλους στον γιό μας..;》
《Εννοειτε θα σε οδηγήσω στο μικρό μας αγάπη μου..αν και είχα κατα νού να σε ξεμοναχιάσω σε κάποια γωνία του νησιού αλλα η επιθυμία σου αποτελεί διαταγή μου..》πρόσθεσε κλείνοντας το μάτι του συνομωτικά καθώς έκλεινε τα δάκτυλα μου ανάμεσα στα δικά του προχωρώντας μπροστά προς το σκάφος.
Σαν αντίκρισα το μικροσκοπικό στρουμπουλό σωματάκι του ντυμένο με ένα γαλάζιο φορμάκι με διάφορα παιδικά σχέδια να το κοσμούν καθώς κοιμόταν γαλήνιος στην λευκή του κούνια τα μάτια μου γέμισαν δάκρυα.
Η καρδιά μου χτυπούσε ακανόνιστα δίχως να μετράω πλέον τους παλμούς ενώ παράλληλα η ψυχή μου αγαλλίαζε ενώπιον στην αθώα ομορφιά που ατένιζαν οι οφθαλμοί .
"Είναι δυνατόν αυτό το πανέμορφο τοσοδούλικο πλασματάκι να βγήκε απο μέσα μου..;" αναρωτιόμουν ευτυχισμένη ατενίζοντας παράλληλα τον άνδρα που μου προσέφερε απλόχερα με τον έρωτα του το θείο δώρο της μητρότητας.
Βρισκόταν προσηλωμένος στο μικρό μας χαιδέυοντας με απεριόριστη στοργή απαλά την κοιλίτσα του ενώ κι στα δικά του μάτια εξίσου φιγουράριζαν τα πρώτα δάκρυα ευτυχίας.
《Ξέρεις τι περνάει απο το νού μου καθώς αντικρίζω κι το τέταρτο θάυμα του έρωτα μας..;》ψιθύρισε σκεπτικός δίχως να παίρνει τα μάτια του απ το βρέφος οπου παρατηρούσε με έκδηλη συγκίνηση.
《Πολύ θα ήθελα να το μάθω καρδιά μου..》
《Αναλογίζομαι με άπλετο θαυμασμό την γυναίκα που άλλαξε την ζωή μου με ένα της βλέμμα και κατόρθωσε να διδάξει στην απρόσιτη κλειδωμένη καρδιά μου να αγαπάει δίχως όρους..σου χρωστάω ακόμη την ψυχή μου ολοκληρη αγάπη μου..》πρόφερε γλυκά καλύπτοντας με μικρές δρασκελιές την απόσταση που μας χώριζε για να τυλίξει τα χέρια του γύρω απο το σώμα μου προστατευτικά κατηφορίζοντας με τα χείλη του πρόστυχα το μονοπάτι του λαιμού μου υποδεικνύοντας για πολοστή φορά πως επιθυμούσε να αισθανθεί τον έρωτα μου .
《Σε θέλω τούτη την ώρα σαν τρελός..πάμε στην καμπίνα μας..》πρόσθεσε χαμηλόφωνα θωπέυοντας ερωτικά κάθε σημείο του σώματος μου πασχίζοντας να ξυπνήσει τις ορμές μου με τον ομορφότερο γλυκό του τρόπο .
《Αχ ..μωράκι μου ασυγκράτητο σου υπόσχομαι το πιο ερωτικό βράδυ της ζωής σου το βράδυ αντέχεις..;》ικέτευσα ναζιάρικα απολαμβάνοντας την ζεστασιά και τα κολασμένα χάδια του στο έπακρο .
Πάνω στην ώρα το μικροσκοπικό κεφαλάκι της Κριστίνα ξεπρόβαλε στην ανοιχτή πόρτα της καμπίνας φοβισμένη με ύφος μελαγχολικό.
《Μπαμπά μου είδα την μανούλα στον ύπνο μου..δεν θα γυρίσει ξανά..; Την έχουν κλέψει οι κακοί πάλι έτσι..;》μουρμόυριζε νυσταγμένα κλαψουρίζοντας ζαλισμένη δίχως καν να έχει παρατηρήσει πως βρισκόμουν κρυμμένη στην αγκαλιά του .
Ευθύς κάλυψα την απόσταση που μας χώριζε συγκινημένη κλείνοντας το σωματάκι της σφικτά ανάμεσα στα χέρια μου παλέυοντας να αντικαταστήσω την χαμένη ασφάλεια της με την απεριόριστη μητρική αγάπη μου.
《Εδώ είμαι ψυχή μου ..ένας εφιάλτης κακός ήταν όσα ζήσαμε και πλέον το παραμύθι μας αρχίζει πλάι στον όμορφο πρίγκηπα που πάντοτε χρησιμοποιούσα στις ιστορίες που σου έλεγα θυμάσαι μικρό μου..;》ρώτησα μελιστάλαχτα θαυμάζοντας τα μικροσκοπικά πράσινα ματάκια της να ατενίζουν με μια παράξενη λάμψη τα δικά μου διώχνοντας μακριά τα δάκρυα που τα στόλιζαν σαν σμαραγδένια διαμάντια.
《Μανούλα μου γλυκιά μην φύγεις ποτέ ξανά ! Θέλω όπως η θλιμμένη πριγκίπισσα ξαναβρήκε το χαμόγελο της όταν συνάντησε ξανά τον εξαφανισμένο αγαπημένο της έτσι κι εσύ φόρεσες εκείνο το λευκό φόρεμα πλάι στον μπαμπάκα μου ! Αλήθεια εκείνος δεν ήταν ο εξαφανισμένος πρίγκηπας στο παραμύθι που πάντοτε έκλαιγες στο τέλος του μαμά..;》 αποκάλυψε με την παιδική της αθωότητα άλλο ένα απο τα μυστικά που σχεδίαζα η ίδια να ψιθυρίσω στο αυτί του έπειτα απ την εκρηκτική ένωση μας.
《Μωρό μου νομίζω πως χρωστάς σε εμένα και το πλασματάκι μου μια απάντηση..》επενέβει όπως περίμενα αργά η γρήγορα εκείνος τρυφερά τυλίγοντας εξίσου τα χέρια του γύρω απο τα σώματα μας προστατευτικά ως άλλη παραμυθένια ασπίδα του πρίγκηπα οπου περιέγραφα.
Χαμογέλασα τρυφερά απολαμβάνοντας κάθε στιγμή θαλπωρής κοντά τους με μια γλυκιά πληρότητα να σχηματίζεται στο λεπτεπίλεπτο μέρος της ψυχής εκει οπου χωρούσαν μονάχα οι άνθρωποι που αγαπάς πραγματικά.
Έστρεψα το βλέμμα μου προς το μέρος του αφήνοντας την αγάπη μου να ξεχειλίσει κι παράλληλα ακούμπησα μαλακα το μάγουλο του δίχως να αφήσω απο τα χέρια μου το μικρό μας.
《Το παραμύθι μου τελείωνε πάντοτε με δάκρυα διότι δεν ήσουνα εκεί να τα σκορπίσεις στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα ..》αποκρίθηκα συγκινημένη αφήνοντας τις ματιές να μιλήσουν ανάμεσα μας προτού ο γιος μας αποφασίσει να ξυπνήσει γκρινιάζοντας πεινασμένος.
《Ωχ...μαμά ξύπνησε πάλι ο μπέμπης ειναι πολύ ανήσυχος τελευταία κι συνέχεια πεινάει..》παραπονέθηκε ναζιάρικα η Κριστίνα κλέβοντας την θέση μου ανάμεσα στα χέρια του μπαμπά της κτητικά.
《Μωράκι είναι ψυχή μου θα κλάψει κιόλας δεν έχει άλλο τρόπο να μας ειδοποιήσει πως κάτι του συμβαίνει..αλλα έπρεπε να έβλεπες εσύ τον εαυτό σου όταν βρισκόσουν στην ηλικία του..δεν ησυχάζες ούτε για μια ώρα..》σχολίασα πειρακτικά καθώς άπλωνα απαλά τα χέρια μου να αγκαλιάσω το νέο μας μέλος οπου με είχε στερηθεί έστω και για λίγες ημέρες οπως ο Έκτορας κατα τραγική ειρωνεία.
Σαν αγκάλιασα σφαιρικά το σωματάκι του οι διαμαρτυρίες του σίγησαν και στα σκούρα μάτια του ανέτειλε ένας υπερλαμπρός ήλιος ανακούφισης και ασφάλειας κι το μικρό του δακτυλάκι τυλίχθηκε γύρω απο το δικό μου με δύναμη.
《Εσένα χρειαζόταν μωρό μου..επέστρεψες και οι ζωές μας ξαναπήραν χρώμα..μην τολμήσεις να το κουνήσεις απο δίπλα μου ξανά !》με διαβεβαίωσε μελιστάλαχτα ο άγγελος μου.
《Ποτέ αγάπη μου..για εσάς πάλεψα να ξεφύγω απ τα γρανάζια του θανάτου κι τα κατάφερα ! Είμαι εδώ..》
《Κι εδώ να μείνεις μανούλα να είμαστε ξανά οικογένεια..ενωμένοι !》πρόφερε αργόσυρτα το μωράκι μου τυλίγοντας σφικτά τα χεράκια της γύρω απο το σώμα μου.
Ξάφνου ενώ ετοιμαζόμουν να θηλάσω το γιό μου ο ήχος απο το κινητό μου έσπασε την αγαπησιάρικη σιωπή που απλωνόταν ως προστατευτικό πέπλο μετά σφοδρή την καταιγίδα που βιώσαμε ξανά ολόγυρα μας.
《Αγάπη μου ..σε καλεί ο ..Άρης..δεν ήξερα πως είχατε ακόμη επαφές..》σχολίασε εμφανώς ενοχλημένος άξαφνα ο Κρίστιαν καθώς μου προσέφερε το κινητό με σβησμένο χαμόγελο.
"Ο Άρης που στο καλό με θυμήθηκε τώρα..κι αν ο Κρίστιαν θεωρήσει πως διατηρώ παράνομη σχέση μαζί του..;"
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro