Κεφάλαιο Εικοσιέξι - Μην Με Εγκαταλείπεις
Αγαπημένοι μου αναγνώστες πως είστε ; Έυχομαι καλή ανάσταση σε όλους και ένα όμορφο και ειρηνικό Πάσχα με υγεία χαρά και όλα τα καλά του θεού .
Ευχαριστώ απο καρδιάς όπως πάντα τις αγαπημένες αναγνώστριες που στηρίζουν και ομορφαίνουν με κάθε ψήφο και σχόλιο τα κεφάλαια @Rose_17 DianaRay1 _ioannidouu Dionysia1980 fontana1981 Feggari70 elenitsentzou grammenou dimfil KontrafouriDimitra nikollll_19 KikiMoutafidou KaterinaSyriopoulou user38769999 ElliPam91
Κάτι συνταρακτικό συνέβαινε μπορούσα να το οσμησθώ στην ατμόσφαιρα τριγύρω μου μια μυρωδιά παράξενα βαθειά και παράξενη που προμήνυε θάνατο και αποχωρισμό.
Πυροβολισμός η ισχυρός κεραυνός ήταν άραγε αυτός ο υπόκωφος ήχος που έφθασε απο κάπου μακριά στα αυτιά μου κι ας βρισκόμουν θεωρητικά χαμένος σε ένα κώμα.
Πάλευα με νύχια και με δόντια να επιστρέψω στην κανονική ζωή να αφήσω πίσω την ουτοπική ηρεμία στην οποία βυθιζόμουν ώρα με την ώρα κινδυνεύοντας να εγκλωβιστώ στα δίχτυα της για πάντα.
"Ξύπνα Κρίστιαν άμεσα ! Ο χρόνος λιγοστέυει η άμμος στην κλεψύδρα τελειώνει οτι αγαπάς ξεγλιστρά απο τα χέρια σου σαν πνοή μήτε καν να αντιληφθείς πως το βαστούσες κάποτε ανάμεσα στα δάκτυλα σου.." με καλούσε μια γυναικεία γλυκιά φωνή που ομοίαζε αρκετά με της αγαπημένης μου .
《Μαρίνα ..που είσαι τι σου συμβαίνει..;》παραμιλούσα μπερδεμένος πολεμώντας με όλες τις δυνάμεις μου να ανοίξω τα βαριά σαν αλυσίδες βλέφαρα μου που δεν έλεγαν μήτε να κινηθούν.
Άκουγα πνικτούς θορύβους σαν κάτι να έσερναν στο έδαφος κι συνάμα βήματα βιαστικά ολόγυρα μου μα δεν ήμουν σε θέση να έχω οπτική επαφή με το περιβάλλον.
Οι αισθήσεις μου επέστρεψαν αργά σχεδόν μαζί με μια έντονη ζάλη και πόνο διαπεραστικό εσωτερικά του δέρματος λες και στις φλέβες μου κυλούσε φωτιά και θειάφι.
Κουνούσα το σώμα μου μα η οδύνη δεν έλεγε να σταματήσει συνάμα και η αγωνία που κατέτρωγε το είναι μου πως όσο καιρό απουσίαζα απο κοντά τους η οικογένεια μου είχε ξεκληριστεί .
Έμοιαζε σχεδόν βεβαιότητα εσωτερικά μου πως αφότου έλειψα έστω και για λίγες ώρες οι εχθροί που παραμόνευαν στο σκοτάδι την κατάλληλη ευκαιρία να επιτεθούν είχαν ήδη όρμησει καταπάνω τους.
Κι εγώ ήμουν ακόμη τυλιγμένος στον λεπτό ιστό της αράχνης του παρελθόντος που δεν έλεγε να με απαγκυστρώσει επιτέλους απο τα δεσμά της οσο κι αν πάλευα.
Βρισκόμουν μετέωρος ανάμεσα σε δύο διαστάσεις τον κόσμο των έμψυχων οντοτήτων όπου ο έρωτας γεννιόταν κι πέθαινε κι μια άλλη παράλληλη διάσταση όπου η φαντασία αναμιγνύονταν με την άυλη αιωνιότητα .
Η όψη αυτης της διάστασης σαγήνευε και τους πιο απαιτητικούς και δεν είχαν άδικο αφού μήτε πόνο αισθανόσουν μήτε μοναξιά μονάχα μια απέραντη αγαλλίαση που σε καλούσε σαν την πιο γοητευτική σειρήνα σταδιακά να εγκαταλείψεις την πρόσκαιρη φθαρτή ζωή σου για να σαλπάρεις με το πλοίο της δίχως γυρισμό.
Όσο κι αν με μάγευε το άσμα παρέμενα αγκυστρωμένος απ τους δεσμούς της αγάπης όπου μου είχε εμπιστευθεί εκείνη που αρνιόμουν να φύγω επιζητώντας σαν απελπισμένος μιαν ακόμη ευκαιρία.
Τίποτα δεν έιχα ζήσει κοντά της μονάχα μετρημένες στα δάκτυλα στιγμές έρωτα ηδονής σαγήνης όπου ο πόθος κυριαρχούσε κι παρέσυρε σαν κύμα τις σάρκες μα οχι το ρομάντζο που τόσα χρόνια αναζητούσε η ψυχούλα της.
Με όλο μου το είναι κράυγαζα απεγνωσμένα με μια φωνή ταραχώδη και βραχνή που αντηχούσε στην παράλληλη διάσταση που απειλούσε να με απορροφήσει σαν αντίλαλος προς τον θεό που γνώριζα πως δεν θα με αγνοούσε.
《Την χρειάζομαι πρέπει να επιστρέψω κοντά της ! Ξέρω ..πως φέρθηκα ανώριμα σαν ανόητος θεωρόντας πως είμαι πλασμένος απο ατσάλι και καμία συμφορά δεν ήταν ικανή να με τσακίσει. Μα ήταν λάθος δεν ήμουν δα παρά ένας κοινός τυφλός θνητός που αναζητούσε στα σκοτάδια του εγωισμού τον φάρο της ανιδιοτελούς αγάπης . Άκου με δώσε μου την άδεια να μείνω πλάι της θέλω να την δώ να χαμογελάει ξανά !》
Ούρλιαζε η ψυχή μου καλώντας τον θεό να δεχθεί το άιτημα που με θλίψη και συνάμα οδύνη του απέυθυνα γνωρίζοντας σαν μια έκτη αίσθηση να με προειδοποιούσε πως η Μαρίνα κινδύνευε.
Ξάφνου μια αστραπή τύφλωσε τους οφθαλμούς της ψυχης με την οποία βάδιζα τρομαγμένος το μονοπάτι της αιωνιότητας αργά χωρίς γυρισμό .
Έστρεψα γενναία προς την εκτυφλωτική του λάμψη κι ας με έκαιγε επιθυμώντας οσο τίποτα στον κόσμο να λάβω απάντηση στην απεγνωσμένη κραυγή που μόλις είχα απευθύνει.
《Πές πως είναι οιωνός η εμφάνιση αυτού του φωτός που όμοιο του στην γή δεν υφίσταται ούτε κάν ο καυτός ήλιος δεν τολμάει να το συναγωνιστεί..! Θέλω να γυρίσω κοντά της με χρειάζεται..》πρόφερα θαραλλέα νιώθοντας μια γλυκιά ευφορία να με περικυκλώνει σταδιακά επιφέροντας μια νηνεμία στην άγρια καταιγίδα που μάστιζε την ψυχή μου.
《Η προσευχή σου εισακούστηκε κι θα έχεις άλλη μια ευκαιρία με την γυναίκα που τόσο λατρέυεις και τα αθώα σας παιδιά που σε περιμένουν ! Προτού όμως ανοίξεις τα μάτια σου θυμήσου ώστε να μην διαπράξεις τα ίδια σφάλματα..》άκουστηκε μια φωνή στιβαρή μα συνάμα στοργική που μετέδωσε μια δόση αγαλλίασης κι ελπίδας εσωτερικά καθώς σταδιακά το εκτυφλωτικό φώς αποσύρονταν.
Ξάφνου διάσπαρτες εικόνες της ζωής μου περικύκλωσαν τον άυλο εαυτό μου σαν ένα τείχος απο βίντεο του παρελθόντος με πρωταγωνιστή εμένα .
Διέκρινα την μητέρα μου νέα να με βαστάει συγκινημένη στην αγκαλιά της ψιθυρίζοντας απαλά νανουρίσματα σε ένα δωμάτιο μισοσκότεινο πλάι απο την γαλάζια κούνια μου .
Σε ένα άλλο στιγμιότυπο ο απρόσιτος και σκληρός πατέρας με κρατούσε χαμογελαστός στην αγκαλιά του ως βρέφος παίζοντας μαζί μου στον κήπο του σπιτιού μας όπως κάθε άλλος φυσιολογικός πατέρας.
Κι έπειτα στιγμές της ζωής μου διάσπαρτες απ τα εφηβικά μου χρόνια όπου οι καταχρήσεις με είχαν παρασύρει σε μια φλεγόμενη δίνη που σύντομα θα οδηγούσε σε θάνατο .
Κι ξάφνου ως άλλη μια βροντερή αστραπή που έσκασε εμπρός απο τα μάτια μου σαν αναλαμπή διέκρινα το ζεστό χαμόγελο της κι βυθίστηκα στα πελάγη των ματιών της όπου συνάντησα επιτέλους το λιμάνι μου όπου μια θέση αδειανή έγραφε το όνομα μου αναμένοντας την θριαμβευτική επιστροφή μου.
Πίσω απο το λαμπερό χαμόγελο της όμως εμφανίζονταν ως σκιές οι αμέτρητοι καυγάδες μας που ροκάνιζαν αργά το οικοδόμημα του γάμου μας απο τα θεμέλια του.
Φωνές κλάματα θλίψη κι όλα αυτά ύπο το πρίσμα μιας ατελέυτητης αγάπης δίχως φραγμούς και σύνορα πάνω που ένιωσα γεμάτος και πλήρως αποφασισμένος να επιστρέψω κοντά της μια αόρατη δύναμη με συγκράτησε έως ότου έρθω αντιμέτωπος ξανά με την ανάμνηση του εφιάλτη μου.
Στο όραμα του παρελθόντος που ατένιζα θλιμμένος γιατροί σκεπτικοί πλαισίωναν το λαβωμένο βαθειά απο τις σφαίρες της οργάνωσης σώμα μου ανταλλάσσοντας ματιές συνομωτικές.
《Τι συμβαίνει μιλήστε μου ! Θα πεθάνω η θα ζήσω τελικά τι αποφάσισε η μοίρα για εμένα..;》απαιτούσα ζαλισμένος νιώθοντας τις φλέβες μου να εκρήγνυται κάθε ένα λεπτό.
《Δυστυχώς Μπάλτον εάν δεν υποβληθείς άμεσα σε μεταμόσχευση νεφρών δεν πρόκειται να επιβιώσεις είναι μηδαμινές οι πιθανότητες..》
《Τι μου λέτε τώρα ; Ποίος θα βρεθεί να δώσει ένα τόσο σημαντικό όργανο του σε εμένα για να σωθώ..; Αφήστε με να απαντήσω ο ίδιος για εσάς κανείς ! Το τέλος μου είναι επιβεβαιωμένο..》πρόφερα με μάτια βουρκωμένος περνώντας τις υπόλοιπες βασανιστικές ημέρες της αναμονής με φρικτούς πόνους κι αφόρητη μοναξιά μετρώντας αντίστροφα έως κι τα δευτερόλεπτα .
Ήξερα πως πλησίαζε το τέλος και το είχα αποδεχθεί στοικά παλέυοντας καθημερινά με τα όνειρα και τις φιλοδοξίες που λάμβαναν καθημερινά την μορφή του εφιάλτη που αναστάτωνε τα όνειρα μου.
Κανέναν δεν ήθελα να βλέπω μήτε το φώς του λαμπερού ηλίου που ανέτειλε και συνάμα έδυε κάθημερινά ομοιάζοντας στον κύκλο της ζωής μας που μας προσπερνά γρηγορότερα απο ποτέ αδιαφορώντας για τα συντρίμια σου που σκορπά ολόγυρα.
Μα κάτι άλλαξε άξαφνα ένα θερινό ζεστό απόγευμα όπου είχα επιλέξει να περνάω καθισμένος στο κρεββάτι του νοσοκομείου διαβάζοντας ένα απο τα αγαπημένα μου βιβλία όταν απ το πουθενά ξεπρόβαλε ο γιατρός μου.
《Μπάλτον σου φέρνω επιτέλους καλά νέα ! Βρέθηκε δότης μια νεαρή κοπέλα προσήλθε σήμερα συγκινημένη απο την έκκληση για βοήθεια που μεταδόθηκε απο όλα τα μέσα της χώρας και μάντεψε ζήτησε να υποβληθεί άμεσα στην επέμβαση που θα σου χαρίσει την ζωή !》μου ανήγγειλε συγκινημένος χαμογελώντας μου πατρικά για πρώτη φορά έπειτα απο τέσσερις ολόκληρους μήνες οδύνης.
Αρνήθηκα να χαμογελάσω μπροστά του δίχως να πιστεύω την ξαφνική μεταστροφή της οδυνηρής μου μοίρας θεωρόντας πως μου έδιναν ψέυτικες ελπίδες σωτηρίας.
Κι όμως η θαραλλέα νεαρή που ποτέ δεν έμαθα ούτε κάν το όνομα της πάλεψε με τις αντιξοότητες κι τις επιπλοκές που την ταλαιπώρησαν αρκετά έπειτα απο το χειρουργίο κι πράγματι σαν άλλος ήρωας μου χάρισε απλόχερα την ζωή .
Το όραμα τελείωσε σαν ταινία του σινεμά με μια λέξη να σχηματίζεται σταδιακά μπροστά στα μάτια μου με κατακόκκινα γράμματα η λέξη Θυμήσου .
Κι έπειτα όλα έσβησαν εμπρός μου σαν φώτα κι το σώμα μου άρχισε να στροβιλίζεται αδιάκοπα αφημένο στην δίνη του ανέμου της επιστροφής που με είχε αγκαλιάσει.
Ακολούθησε μια δυνατή πρόσκρουση σε άγνωστο έδαφος κι αποτελούσε την στιγμή οπου άνοιξα επιτέλους τα μάτια μου αντικρίζοντας ξανά το φώς του ηλίου.
Ζαλισμένος χτένισα με το βλέμμα μου κάθε σπιθαμή του φωτεινού δωματίου όπου με είχαν τοποθετήσει αναζητώντας ένα σημάδι της μα δεν βρισκόταν πουθενά.
《Μαρίνα..》ψέλλισα αγχωμένος αδιαφορώντας για τον καυστικό πόνο που διαπερνούσε σαν λόγχη κάθε τόσο το σώμα μου απ άκρη σε άκρη.
Προσπάθησα να σηκωθώ με σκοπό να την αναζητήσω σε ολόκληρο το νοσοκομείο έαν ήταν δυνατό καθώς η αίσθηση του κινδύνου που την κύκλωνε ηχούσε ολοένα πιο δυνατά στα αυτιά μου.
Δοκίμασα να ακουμπήσω τα πόδια μου στο έδαφος την στιγμή όπου η θύρα εμπρός μου άνοιξε αποκαλύπτοντας το απεχθές πρόσωπο της Βικτώρια ενώπιον μου αντί για το δικό της.
Τα έχασε σαν τα βλέμματα μας διασταυρώθηκαν μένοντας να με παρατηρεί στο ίδιο ακριβώς σημείο παγωμένη με το στόμα της ανοιχτό.
《Κρίστιαν..πως και είσαι ακόμη ζωντανός..ε συγχώρα απο την ταραχή μου δεν ξέρω τι ξεστομίζω ..θέλω να πώ καλώς μας ήρθες πίσω καλέ μου έπειτα απο την απόπειρα ανθρωποκτονίας που δοκίμασε να διαπράξει η ύπουλη οχιά η γυναίκα σου..!》σχολίασε έκπληκτη προσποιούμενη πως χαιρόνταν που στεκόμουν ακμαίος ενώπιον της.
《Βούλωσε το δεν σου επιτρέπω να μιλάς έτσι για την Μαρίνα..!》γρύλισα κοφτά αρνούμενος να πιστέψω έως και τα θαυμαστικά απο όσα μου έλεγε με στόμφο.
《Χα ..σε πονάει η αλήθεια για ακόμη μια φορά έτσι γλυκέ μου ; Κι ας μου φέρεσαι απαίσια η ίδια δεν σκοπέυω να σου την αποκρύψω κι ας είναι η τελευταία φορά που σου μιλώ..! Εξαιτίας της βρίσκεσαι στο νοσοκομείο δοκίμασε να σε δηλητηριάσει Κρίστιαν έριξε στον καφέ σου ισχυρό δηλητήριο..!》αναφώνησε σθεναρά παγώνοντας το αίμα μου.
《Τι..τι ασυναρτησίες είναι πάλι αυτές ; Απέτυχε το κόλπο της εγκυμοσύνης και αναζητάς νέους τρόπους να με απομακρύνεις απο εκείνη ; Δεν έχεις αποδείξεις Βικτώρια για όσα ισχυρίζεσαι γι αυτό δίνε του άμεσα προτού χάσω τον έλεγχο..!》αντέκρουσα για ακόμη μια φορά τα οδυνηρά ψέματα που ξεχείλιζαν ποταμός απο τα χείλη της κάθε λεπτό .
Απ ότι φαίνεται όμως δεν είχε παίξει ακόμη το τελευταίο της χαρτί που σύντομα σκόπευε να ρίξει στην καταπράσινη τσόχα καθώς αναζητούσε ένα έγγραφο στην δερμάτινη καφέ τσάντα της .
Μου το προσέφερε περιχαρής με ένα χαμόγελο ειρωνικό χαραγμένο στα χείλη της 《Ορίστε αφού επιμένεις να την υπερασπίζεσαι θαρρώ πως τα αποτελέσματα των αναλύσεων των αιματολογικών σου εξετάσεων θα σε πείσουν ..! Διάβασε τι γράφει ολοκάθαρα με έντονα γράμματα στο τέλος..!》με παρότρυνε αποφασιστικά.
Άρπαξα εξαγριωμένος το χαρτί απο τα χέρια της με κίνδυνο να το σκίσω διαβάζοντας άναυδος στο τέλος της σελίδας με τους ατελείωτους αριθμούς τα εξής : Ο ασθενής υπέστη αναμφίβολα οξεία δηλητηρίαση απο κάποιου είδους ρόφημα. Εντοπίστηκε λιγοστή καφεΐνη αναμεμιγμένη με το δηλητήριο .
"Είναι αλήθεια λοιπόν..; Πραγματι αποπειράθηκε να με σκοτώσει η Μαρίνα ; Μα γιατί ; Ποιός ο λόγος να προβεί σε μια τέτοια ανόητη ενέργεια..;" αναρωτήθηκα παγωμένος αφήνοντας σταδιακά το χαρτί να ξεγλιστρήσει απο τα χέρια μου καταλήγοντας στο κρύο δάπεδο.
《Βλέπεις λοιπόν που τελικά δεν είχα άδικο ; Η μήπως συνεχίζεις να την δικαιολογείς ;》με ρώτησε κοροιδευτικά σταυρώνοντας τα χέρια στο στήθος της.
《Αποκλείεται να διέπραξε ένα τέτοιο τερατουργήμα η Μαρίνα ! Εκείνη με αγαπάει ακόμη παρά τα όσα συνέβησαν..》
《Έτσι σε έκανε να νομίζεις παίζοντας πολύ σωστά το θέατρο της εμπρος σου ! Κι όμως είχε κίνητρο γλυκέ μου διότι προτού την επισκεφθείς στο σπίτι της πρόσθασα να της αποκαλύψω πως είμαι έγκυος..!》με ενημέρωσε προκαλώντας την έντονη αντίδραση που ακολούθησε.
《Πως μπόρεσες να την γεμίσεις ψέματα ; Σε είχα προειδοποίησει να μείνεις μακριά απο την οικογένεια μου μα εσύ με παράκουσες γι αυτό ετοιμάσου να πληρώσεις τις συνέπειες ακριβά !》πρόφερα εξαγριωμένος πλησιάζοντας με αργά ασταθή βήματα κοντά της.
《Τι νομίζεις πως κερδίζεις απειλώντας με ; Κρίστιαν θα σου το ξαναπώ δεν σε φοβάμαι στο ελάχιστο μήτε εσένα μήτε την γυναικούλα σου οφείλεις να αναγνωρίσεις το παιδί σου..!》φώναξε την στιγμή που τύλιγα τα χέρια μου εξαγριωμένος γύρω απο τον απαλό λαιμό της έτοιμος να διαπράξω κι ο ίδιος φόνο.
《Ποιό παιδί μπαμπά τι λέει αυτή ;》επενέβει η Άρτεμις σοκαρισμένη παρατηρώντας με μάτια γουρλωμένα την σκηνή που διαδραματίζονταν ενώπιον της.
《Για να σε δώ τώρα Μπάλτον με τι θάρρος θα το αποκαλύψεις στην κόρη σου..!》
《Βούλωσε το πια ! Όλα είναι ένα ψέμα και ουδέποτε και δεν έχω σκοπό να το αναπαράγω..!》
《Μίλα μπαμπά τι στο καλό συμβαίνει πλέον στην οικογένεια μας ; Έχουμε βυθιστεί σε έναν ωκεανό μυστικών και ψέυδους πια που αδυνατώ να διακρίνω την αλήθεια..》επέμεινε με το γνωστό της πείσμα η κόρη μου πλησιάζοντας θυμωμένη την Βικτώρια.
《Αφού εκείνος δεν μου αποκαλύπτει την αιτία του διαπληκτισμού σας πες μου τουλάχιστον εσύ το απαιτώ !》συμπλήρωσε εκτός εαυτού .
《Ευχαρίστως γλυκιά μου..! Άλλωστε σύντομα θα γίνω μέλος της οικογένειας σας εφόσον θα γεννήσω το ετεροθαλή αδερφάκι σας !》ανακοίνωσε γελώντας μοχθηρά προς το μέρος μου σαν να αντλούσε επιτέλους ικανοποίηση απο τον πόνο και το χάος που σκορπούσε.
《Μπαμπά..; Δεν μπορεί να μας το έκανες αυτό ! Αποκλείεται ονειρεύομαι ακόμη προφανώς ειδάλλως έαν πράγματι ισχύουν όσα ακούω δεν έχω σκοπό να σου μιλήσω ποτέ ξανά..》πρόφερε σοκαρισμένη η κόρη μου κάνοντας δύο βήματα πίσω δίχως να πιστεύει όσα συνέβαιναν.
《Κορούλα μου άκουσε με ..!》
《Τίποτα δεν επιθυμώ να ακούσω απ υα χείλη σου ! Μην με αποκαλέσεις ποτέ ξανά με αυτό το υποκοριστικό εσύ ευθύνεσαι για όσα άσχημα μας συνέβησαν που η μαμά αγνοείτε ξανά ! Θέε μου εάν έμαθε η πράξη σου την συνέτριψε παντελώς..!》πέρασε με ευκολία στο κατηγορητήριο δίχως να με αφήσει να αρθρώσω ούτε συλλαβή .
《Μια στιγμή επιτέλους κορίτσι μου ! Να βάλουμε τα πράγματα σε μια σειρά αρχικά δεν υπάρχει περίπτωση η Βικτώρια να λέει την αλήθεια μονάχα να μας αναστατώσει περαιτέρω προσπαθεί κι είναι ολοφάνερο..! Όμως απο τον χείμμαρο που εκτόξευσες εναντίον μου συγκράτησα μονάχα δύο λέξεις αγνοείτε η Μαρίνα..;》ξέσπασα μουδιασμένος δίχως να γνωρίζω πως να φερθώ αφού ακόμη κι το μυαλό μου είχε παγώσει σε μια ξεθωριασμένη εικόνα της απο το παρελθόν.
Παρατήρησα ευθύς αμέσως πως το χρώμα απο το πρόσωπο της κόρης μου σβήστηκε σαν πινελιά σε λευκό καμβά όπου ο ζωγράφος του τελευταία στιγμή επέλεξε να σβήσει ότι είχε σχηματίσει στο χαρτί.
《Μπαμπά..ο εφιάλτης αναβίωσε μπορστά στα μάτια μου απο νωρίς το πρωί σαν έπεσε στην αντίληψη μου πως η μητέρα εξαφανίστηκε ξαφνικά χθές το βράδυ δίχως να αφήσει ούτε σημάδι ξοπίσω της..! Έφυγε ξανά..!》πρόφερε παραπονεμένα πνίγοντας έναν λυγμό στα βάθυ του λαιμού της προτού ξεσπάσει σε κλάματα εμπρός μου επιδεικνύοντας την ευαισθησία που με πολύ κόπο έκρυβε.
Η μηχανή του χρόνου ξάφνου με γύρισε σε όσα θεωρούσα ξεχασμένα απο την στιγμή που βρέθηκε ξανά στο διάβα μου εκείνο το βροχερό πρωινό στο αστυνομικό τμήμα.
Οι ζοφερές μνήμες της εγκατάλειψης επαναστάτησαν ξανά στα έγκατα του εγκεφάλου προβάλλοντας σαν σε ταινία μπροστά στα μάτια μου τις οδυνηρές νύχτες που πέρασα πνίγοντας την θλίψη στο καυστικό αλκοόλ .
Τα μάτια μου γέμισαν δάκρυα στο δευτερόλεπτο μα δεν θα έδειχνα τι αισθάνομαι στην ηθική αυτουργό της δυστυχίας μας .
Τύλιξα εξαγριωμένος την παλάμη μου γύρω απο το μπράτσο της Βικτώρια τραντάζοντας με ανεξέλεγκτη φορά το σώμα της παντελώς θολωμένος.
《Χαίρεσαι έτσι ; Η μάυρη ψυχή σου πλημμυρίζει αγαλλίαση τώρα που η δική μου κατακρημνίζεται ξανά ! Εσυ ευθύνεσαι για την δέυτερη φυγή της ! Πίστεψε στα αισχρά λόγια σου κι επέλεξε να αποσυρθεί σιωπηρά ! Θα σε σκοτώσω με τα ίδια μου τα χέρια αν δεν εξαφανιστείς απ μπροστά μου..!》ούρλιαζα σε κατάσταση σόκ εως ότου η φωνή μου έκλεισε κι ο γνώριμος καυστικός πόνος έκοψε την ανάσα μου καθώς γίνονταν ένα με το ψυχικό άλγος που με ταλάνιζε .
《Μπαμπά μου ησύχασε σε παρακάλω σκέψου την υγεία σου..! Φύγε Βικτώρια δεν βλέπεις πως είναι ικανός για όλα πλέον άφησε μας ήσυχους πια αρκετό κακό μας έκανες ! Δεν ικανοποιήθηκε ο χαιρέκακος εαυτός σου πλέον;》επενέβει εκ νέου η Άρτεμις τραβώντας προς τα πίσω το σώμα της Βικτώρια υπο τον φόβο πως θα προέβαινα ακόμη και σε φόνο την δεδομένη στιγμή παραφροσύνης .
《Πάρτε τα χέρια σας και οι δύο απο πάνω μου ! Αρκετά ανέκτηκα τις προσβολές και τα ανούσια υστερικά ξεσπάσματα σας ! Αλλού οφείλεις να ξεσπάσεις την οργή σου καλέ μου Κρίστιαν στην αληθινή υπαίτια..》είχε το θράσος να ξεστομίσει πυροδοτώντας εκ νέου την ωρολογιακή βόμβα εσωτερικά μου.
Τα χέρια μου απέκτησαν δική τους βούληση μηχανικά απο τα μπράτσα στο λαιμό της πιέζοντας το μαλακό σημείο με ολη μου την δύναμη κόβοντας επιτέλους και την δική της ανάσα.
《Θα σε σκοτώσω μονάχα αυτο σου αρμόζει φίδι !》αναφώνησα έχοντας ξεπεράσει κατα πολύ πλέον τις αντοχές του εαυτού μου κι ομοίαζα με τρένο που εκτροχιάζεται παρασύροντας στο διάβα του οποιοδήποτε εμπόδιο του φράζει το δρόμο.
Τα μύνυγγια μου σφυροκοπούσαν η καρδιά μου είχε πάψει απο ώρα πια να χτυπάει όσο για την λιγοστή στοιχειώδη λογική που κάποτε με υπηρετούσε πιστά πλέον είχε ναρκωθεί ολοσχερώς απο την είδηση της φυγής της.
《Άφησε την πατέρα έχει μελανιάσει ολόκληρη δεν το βλέπεις πως πνίγεται ! Δεν αξίζει να πάς φυλακή για μια άσπλαχνη σαν αυτή..!》φώναζε απο κάπου μακριά έντρομη η κόρη μου παλέυοντας να απομακρύνει τα χέρια μου απ την λεπτεπίλεπτη επιφάνεια του λευκού λαιμού της.
Τα μάτια μου ατένιζαν φλεγόμενα και δολοφονικά τα δακρυσμένα μάτια της που εκλιπαρούσαν σιωπηρά για εκεχειρία όπου δεν ήμουν διατεθειμένος να αποδώσω .
《Άσε..με..》κατόρθωσε να ψελλίσει μπήγοντας τα μακριά κατακόκκινα νύχια της στην σάρκα μου προκαλώντας μου αφόρητο πόνο μα και πάλι δεν έλεγαν τα δάκτυλα να υπακούσουν στις εντολές του εγκεφάλου .
《Μπαμπά..σκέψου εμάς τους τρείς τα παιδιά σου που είμαστε χαμένοι χωρίς εσένα..》εκτόξευσε και το τελευταίο φλεγόμενο βέλος που απέμεινε στην φαρέτρα της η μικρή μου πετυχαίνοντας τον στόχο της να λυγίσει την πέτρινη καρδιά μου.
Φαντάστηκα για μια στιγμή πως θα κυλούσε πλέον η ζωή τους χωρίς μητρική μα και πατρική καθοδήγηση ατα δύσβατα μονοπάτια της ζωής όπου έυκολα κανείς μπορεί να παραστρατίσει.
Δεν χρειάστηκε παραπάνω σκέψη για να σπρώξω τελικά το μισητό της σώμα μακριά μου καθώς ανακάθισα με φόρα στο κρεββάτι λαχανιασμένος .
《 Για χάρη των παιδιών μου σε άφησα να ζήσεις ..》γρύλισα προς το μέρος της αποφεύγοντας ακόμη κι την οπτική έπαφη μαζί της αφού η παρουσία της με αηδίαζε κυριολεκτικά.
Κοντοστέκονταν τρομαγμένη βήχοντας πλάι στην πόρτα του θαλάμου λίγα μέτρα απ την κάτασπρη μικρούλα μου που πλέον είχε χάσει πάσα ιδέα για τον ισχυρό άνδρα που την μεγάλωσε.
《Θα σκοτώνες μαζί με εμένα κι το παιδί σου που τρέφω στα σπλάχνα..δεν τελειώσαμε ακόμη Μπάλτον θα πληρώσεις για όλα !》ψέλλισε με τα βίας ξέπνοη καθώς αποχωρούσε τρέχοντας απο το δωμάτιο.
Επικράτησε σιωπή ένοχη πνιγηρή απόκρυμνη σαν μια γωνιά ένος ψηλού βράχου στην μέση του πουθενά που σαν απλώσεις το πόδι σου στο κενό σε καταπίνει αμέσως το απόλυτο χάος παρόμοιο με αυτό που βασίλευε ξανά περιχαρής στο θρόνο της ψυχής μου .
《Συγνώμη μικρή μου..》ψέλλισα κρύβοντας το πρόσωπο μου ανάμεσα στις παλάμες μου έχοντας χάσει για ακόμη μια φορά τον προσανατολισμό μου.
Σύντομα άισθανθηκα το απαλό άγγιγμα της να απομακρύνει τις παλάμες μου απο το αυλακωμένο πρόσωπο που πάλευα να αποκρύψω.
《Δεν την χρωστάς σε εμένα αυτή την απολογία μπαμπάκα μου..εμείς πάντοτε θα σε αγαπάμε όσο κι αν μας πικράνεις είμαστε κομμάτι απο την σάρκα κι το αίμα σου. Όμως για την μητέρα τα τόσα απανωτά χτυπήματα ίσως αποβούν μοιραία..》ψιθύρισε τρυφερά μιλώντας σοφά σαν γυναίκα που είχε γευτεί τις απογοητεύσεις της ζωής στο έπακρο
《Κορίτσι μου μιλάς τόσο ώριμα που οφείλω πραγματικά να σκύψω το κεφάλι εμπρός σου ζητώντας ταπεινά να μου διδάξεις την αγάπη που κρύβεις στην καρδούλα σου..》
《Ποιά αγάπη να σου διδάξω γλυκέ μου πατέρα αυτήν που εισέπραξα και σπούδασα κοντά σου τόσα χρόνια ; Πάντοτε φρόντιζες να την καμουφλάρεις με χίλια δύο τεχνάσματα μα κι πάλι αναδύονταν απ τις σκιές. Γι αυτό βρές την κι φέρε την πίσω οριστικά..》ζήτησε μελιστάλαχτα την ώρα που ο ήχος ενός μηνύματος στο κινητό μου που βρισκόταν ακουμπισμένο στο κομοδίνο πλάι μου διέκοψε την συναισθηματικά φορτισμένη στιγμή ανάμεσα μας.
《Μπαμπά άκουσες έχεις μήνυμα ίσως είναι απο εκείνη μην χάνεις χρόνο άνοιξε το !》με παρότρυνε ενθουσιασμένη προσφέροντας μου την συσκευή.
Ανοίγοντας ομως δυστυχώς το μήνυμα απο άγνωστο άριθμο τα άκρα μου μυρμήγκιασαν καθώς δεν προέρχονταν απο εκείνη μα απο τον ιδιωτικό ερευνητή που είχα αναθέσει την ανέυρεση της μικρής μου Κριστίνα.
《Κύριε Μπάλτον έπειτα απο δύο μέρες λεπτομερούς αναζήτησης είμαι στην ευχάριστη θέση να σας καταθέσω την ακριβή τοποθεσία όπου φυλάσουν την κόρη σας . Σας την στέλνω με μορφή συντεταγμένων που μονάχα η συσκευή σας μπορεί να αποκωδικοποιήσει..》
《Την βρήκαμε !》αναφώνησα σαστισμένος αγκαλιάζοντας αυθόρμητα την Άρτεμις που αγωνιούσε πλάι μου να της μεταφέρω τα μαντάτα.
《 Το ήξερα γλυκέ μου πως θα επικοινωνούσε αργά η γρήγορα μαζί μας η μητέρα δεν θα μας άφηνε ξανά !》σχολίαζε χαμογελώντας ανακουφισμένη δίχως να έχει αντιληφθεί πως το μήνυμα δεν προέρχονταν απ την Μαρίνα.
Στάθηκα αντικριστά απ το πρόσωπο της στηλώνοντας τα μάτια μου ευθέως στα δικά της δειλιάζοντας να αφαιρέσω την χαρά που τα πλημμύριζε με δύο λέξεις.
《Το μήνυμα..δεν έχει να κάνει με την μητέρα σου κορίτσι μου ! Όμως είναι εξίσου χαρμόσυνο διότι γνωρίζω επιτέλους που κρατούν οι κακούργοι την αδερφούλα σου..κι ήρθε επιτέλους η ώρα επιτέλους να την σφίξω στην αγκαλιά μου..》ανακοίνωσα αποφασισμένος αφαιρόντας για ακόμη μια φορά τον ορό απο την φλέβα μου αγνοώντας τον πόνο αναζητώντας τα ρούχα μου ώστε να τρέξω κοντά της.
《Είναι τρέλα να φύγεις τούτη την στιγμή απο το νοσοκομείο μπαμπά λογικέψου έχεις υποστεί δηλητηρίαση η επίδραση του δεν έχει περάσει ακόμη..》
《Δεν με νοιάζει ο εαυτός μου κορίτσι μου μονάχα εσείς τα παιδιά μου και το ολόγλυκο χαμόγελο ευδαιμονίας στα χείλη της μητέρας σου με ενδιέφεραν πάντοτε δεν έχω σκοπό λοιπόν να τα χαραμίσω για ένα ανόητο πρόβλημα υγείας ..!》σχολίασα απαλά κρύβοντας το ολοστρόγγυλο πρόσωπο της ανάμεσα στις δύο ζεστές μου παλάμες όπως ακριβώς έπρατα όταν ήταν μικρή για να την καθησυχάσω.
《Τι λές τώρα πατέρα κόντεψες να χάσεις την ζωή σου διατρέχεις ακόμη κίνδυνο..》
《Το ίδιο κι η απροστάτευτη μικρή σου αδερφούλα που εάν δεν σπέυσω σύντομα κοντά της ένας θεός ξέρει για πόσο θα αντέχει την άθλια συμπεριφορά τους. Το υποσχέθηκα Άρτεμις με περιμένει..》ψιθύρισα εν τέλει ανταλλάσσοντας ένα βλέμμα μαζί της
που δεν χωρούσε πλέον ουδεμία αμφισβήτηση .
Έγνεψε θετικά έπειτα απο μερικά λεπτά σιωπηλής περισυλλογής όπου η αγωνία συναγωνίζονταν τον φόβο σε έναν αγώνα άνισο στην αρένα της ζωής.
《Έχεις δίκιο ..δεν τολμάω να σταθώ εμπόδιο στην βούληση σου όμως επέτρεψε μου να σε ακολουθήσω ..ίσως σου την έχουν στημένη αυτοί οι απαίσιοι άνδρες..!》
《Ξέχνα το ! Δεν θα ρισκάρω την ζωή σου ! Άκουσε με γύρνα στο νεοκλασικό όπου ίσως βρίσκεται η μητέρα σου και απλώς ξεκουράζεται όσο εμείς πλάθουμε ανούσια σενάρια φυγής σύντομα θα έχεις νέα μου..》την συμβούλευσα μαλακά ακουμπώντας τους ώμους της τρυφερά σε μια προσπάθεια να την πείσω να πειθαρχήσει έστω και για ύστατη φορά σε όσα της ζήτησα.
Το βλέμμα της συνάντησε το λευκό δάπεδο όσο οι σκέψεις έκαιγαν τόσο το μυαλό οσο και την καρδιά της μπορούσα να το συναισθανθώ όμως πραγματικά δεν είχε ιδέα με τι είδους ακάθαρτους ανθρώπους ερχόμασταν αντιμέτωποι.
《Τρέξτε γρήγορα μια γυναίκα κείτεται νεκρή στην αποθήκη του καθαρισμού !》ούρλιαζε απο το πουθενά μια γυναίκα σε παραλλήρημα έξωθεν του θαλάμου παγώνοντας το αίμα μου.
《Μπαμπά ..》ψέλλισε το ίδιο σοκαρισμένη και η κόρη μου που μοιραζόταν το ίδιο φρικτό προαίσθημα με το δικό μου που κυριολεκτικά τρυπούσε την καρδιά .
《Δεν γίνεται να είναι εκείνη κορίτσι μου μείνε εδώ..》αποκρίθηκα οσο πιο ψύχραιμα μπορούσα βγαίνοντας έντρομος στον χαοτικό διάδρομο όπου πλήθος κόσμου βρισκόταν μαζεμένο έξω απο μια γκρίζα μεγάλη πόρτα στο τέλος του.
Τα πόδια μου ακόμη δεν με βαστούσαν μα έτρεξα με όση δύναμη άντλησα απο την ασίγαστη αγάπη και συνάμα περιέργεια που με κατέτρωγε εσωτερικά να αντικρίσω το πτώμα ακόμη και μιας άγνωστης γυναίκας για να βεβαιωθώ πως η Μαρίνα μου ήταν σώα.
Προσπέρασα το μαινόμενο πλήθος ανθρώπων και γιατρών οπου είχαν φράξει την είσοδο κι εισέβαλα στην αποθήκη με φόρα αδιαφορώντας για τις υποδείξεις των ανδρών της ασφάλειας.
《Σας παρακαλώ περάστε έξω κύριε ο χώρος ερευνείτε απο την αστυνομία !》
《Αδιαφορώ τ ακούς ! Αναζητώ την γυναίκα μου που έχει να δώσει σημεία ζωής απο χθές το βράδυ γι αυτό κάνε στην άκρη κι άσε με να αντικρίσω το πρόσωπο αυτής της γυναίκας..!》τσίριξα υστερικά σπρώχνοντας τον μυώδη άνδρα που μου έφραζε την είσοδο επίμονα κατορθώνοντας να τον παραμερίσω .
《Πρέπει να περιμένετε κύριε μου απαγορεύεται να εισβάλετε αυθαίρετα η αστυνομία μας έχει απαγορεύσει ρητά την είσοδο αγνώστων..!》
《Πάψε ! Μην μιλάς ! Κόβεται η ανάσα μου..το οξυγόνο ολόγυρα δεν μου επαρκεί τα πνευμόνια μου καίνε λες και βράζω στα καζάνια της κολάσεως..》ψέλλισα πανικόβλητος έχοντας χάσει τον οιρμό των σκέψεων της πνοής αλλα και της ίδιας της ζωής μου σαν αντίκρισα στο δάπεδο εμπρός μου την Μαρίνα .
Ήταν ξαπλωμένη σε εμβρυακή στάση αναίσθητη και κάτασπρη λες και κάποιος της είχε χρωματίσει το πρόσωπο με λευκή μπογιά ενώ γύρω απ το ντελικάτο σώμα της σχηματίζονταν μια μικρή λιμνούλα αίματος.
Όλα γύρω σιώπησαν ο χρόνος σταμάτησε να κυλά παρομοίως κι εγώ μαρμάρωσα στην θέση μου σαν άγαλμα αρνούμενος να κινηθώ .
《Κύριε Μπάλτον τι γυρέυετε εσείς εδω μέσα δεν επιτρέπεται να κινείστε ακόμη..》διαμαρτύρονταν με την σειρά του πλάι μου κι ο θεράπων ιατρός μου όπου εισήλθε στο στενό χώρο της αποθήκης σαν με αντίκρισε βαδίζοντας αμέριμνος στον διάδρομο.
Μα η φωνή του δεν έφθανε στα αυτιά μου τίποτε δεν αφουγκραζόμουν πλέον μονάχα τους γοργούς αναρίθμητους χτύπους της καρδιάς μου που ψυχοραγούσε μαζί της.
Ένιωσα το άγγιγμα του άνδρα στο δεξί μου ώμο και απλά τον τίναξα ενοχλημένος υψώνοντας αργά το χέρι μου ζητώντας σιωπηρά να πάψουν να διαταράσουν την ηρεμία του θανάτου που απλώνονταν ολόγυρα μας σαν μελωδία την ίδια ακριβώς με εκείνη που συντρόφευε τα όνειρα μου νωρίτερα.
Ένα κομμάτι μου αρνιόταν να πιστέψει ότι οι οφθαλμοί μετέδιδαν ταχέως στα οπτικά νέυρα του εγκεφάλου καθότι η εικόνα της να μου χαμογελά ολοζώντανη λίγες ώρες νωρίτερα δεν έλεγε να ξεθωριάσει απ τις οθόνες τους .
Έσκυψα αργά πλάι της βάφοντας το μπέζ παντελόνι μου το χρώμα του αίματος της που κυλούσε και στις δικές μου φλέβες ψάχνοντας τρόπο να της το μεταγγίσω για να ζήσει.
Σήκωσα απαλά το κεφάλι της που πλέον φάνταζε πόυπουλο ανάμεσα στα τρεμάμενα μουδιασμένα χέρια μου κι το ακούμπησα στα γόνατα μου.
《Μαρίνα..αγάπη μου γλυκιά δεν μπορεί να με εγκατέλειψες τόσο έυκολα σε τούτο τον παγερό κι άσπλαχνο κόσμο που χωρίς την αγάπη σου φαντάζει μουντό κι άχρωμο βασανιστήριο. Άνοιξε τα μαγευτικά μάτια που μου έκλεψαν την καρδιά πες μου πως είναι ψέμα..》ψιθύριζα συντετριμένος αφήνοντας τα δάκρυα να κυλήσουν ελέυθερα στις κόγχες των ματιών.
《Κουράγιο φίλε μου ..είναι δύσκολη ώρα..》σχολίασε σοκαρισμένος και ο φύλακας λίγα μέτρα ξοπίσω κι ας λογοφέραμε μερικά λεπτά νωρίτερα .
Ακούμπησα το αυτί της στην καρδιά μου θέλοντας να μεταδώσω λίγη απ την ενέργεια της αγάπης που ζωοποιεί και ανασταίνει σαν την αισθανθείς με την ελπίδα να γίνει ένα θάυμα να γυρίσει κοντά μου.
《Γύρνα σου απαγορέυω να χαθείς έτσι έυκολα απ την ζωή μου γλυκιά μου επαναστάτρια ...εσύ που πάντοτε μαχόσουν σθεναρά για την αγάπη μας πως κατόρθωσες να κάνεις ανακωχή με τον θάνατο στην πιο κρίσιμη μάχη ;》συνέχισα να μονολογώ ακροβατώντας σε ένα τεντωμένο σχοινί όπου χώριζε το όνειρο απ τις ψευδαισθήσεις και την παράνοια απ την επώδυνη λογική.
《Βρήκα παλμό είναι ακόμη ζωντανή γρήγορα να την μεταφέρουμε στα επείγοντα..!》αναφώνησε ο γιατρός πλάι μου εξετάζοντας ως πιο ψύχραιμος το σφυγμό της όπως όφειλα να κάνω εξαρχής μα απ την ταραχή το παρέλειψα.
《Θέλω να ζήσει !》πρόσταξα κοφτά με την σειρά μου νιώθοντας ξανά ζωντανός καθώς όλες οι ζωτικές μου λειτουργίες επέστρεψαν δριμύτερες στο κανονικό τους μαζί με την αναγγελία του ιατρού που έδωσε ξανά φτερά στα όνειρα μου.
《Κρατήσου καρδιά μου.. και σου υπόσχομαι όλους τους εφιάλτες σου να τους μετατρεψω σε αρμονικά ρόζ σύννεφα ανεξάντλητης αγάπης..》ψιθύρισα τρυφερά στο αυτί της καθώς σήκωνα στην αγκαλιά μου το λαβωμένο σώμα της με σκοπό να την μεταφέρω στον χώρο εξέτασης.
《Μην την σηκώνεις Κρίστιαν κι η δική σου υγεία βρίσκεται σε κίνδυνο να σου θυμίσω. Θα φωνάξω τους νοσοκόμους να την μεταφέρουν μέ ένα φορείο..》επενέβει για ακόμη μια φορά ο γιατρός παίζοντας με τα τεντωμένα απ την αγωνία νέυρα μου μια διόλου αρμονική μελωδία.
《Δεν θα αφήσω την γυναίκα της ζωής μου στα χέρια κανενός ! Ο ίδιος θα την ξαπλώσω στο κρεββάτι εξέτασης κι παράλληλα θα παραμείνω στο πλευρό της έγινα κατανοητός..;》πρόφερα αυταρχικά λες και όριζα την μοίρα και τις πράξεις καθενός τους.
《Έλα τρελέ αργοπορείς και θα την χάσουμε..》σχολίασε έυθυμα εκείνος σπάζοντας με το δικό του τρόπο την παγερή ατμόσφαιρα που πλαισίωνε τον χώρο ολόγυρα.
《Προχώρα μπροστά για να μου δείξεις το συντομότερο δρόμο..》ψέλλισα ξέπνοος καθώς περνούσα επιτέλους το κατώφλι του φρικτού εκείνου δωματίου όπου παρολίγο να σφραγίσει την μοίρα μου αιώνια .
Καθως την περιέφερα οσο πιο γρήγορα μπορούσα άνάμεσα στους πολυσύχναστους διαδρόμους κέντριζοντας όλα τα βλέμματα στο πέρασμα μας διέκρινα σοκαρισμένος κόκκινες κηλίδες να στάζουν στο λευκό δάπεδο διαγράφοντας ένα ανεξίτηλο θανάσιμο μονοπάτι που αν δεν βιαζόμουν λίγο ακόμη ίσως τελικά να διάβαινε.
《Κοντέυουμε ..χάνει ακόμη αίμα..》ρωτούσα λαχανιασμένος τον γιατρό που έτρεχε με την σειρά του ενώπιον μου ανοίγοντας πόρτες όπου επιτρέπονταν η είσοδος μονάχα στο προσωπικό.
《Φθάσαμε σχεδόν ..προσπάθησε να φανείς ψύχραιμος έχουμε μάχη να δώσουμε δέχθηκε σφαίρα..》με ενημέρωσε κοφτά ανοίγοντας κι την τελευταία κλειδωμένη θύρα στο τέλος του διαδρόμου όπου επιτέλους διέκρινα το ειδικό κρεββάτι εξέτασης.
《Έλα ακούμπησε το κορμί της μαλακά στο στρώμα κι έπειτα σε παρακαλώ να αποχωρήσεις διότι πρέπει πάση θυσία να αφαιρέσουμε άμεσα την σφαίρα..!》με διέταξε φουριόζος ο γιατρός προετοιμάζοντας τα αποστειρωμένα εργαλεία του λίγα μέτρα πιο πέρα.
《Ξέχνα το ! Μονάχη δεν την αφήνω ξανά ! Με έχει ανάγκη πλάι της να κρατάω το χέρι της..》σχολίασα νευριασμένος απωθέτοντας ευλαβικά σαν να ήταν βρέφος το σώμα της στα καθαρά σεντόνια φιλώντας ανάλαφρα τα χείλη της.
《Είμαι κοντά σου μωρό μου δεν πρόκειται ποτέ ξανά να επιτρέψω να χαθείς απ την ζωή μου..》ψιθύρισα μελιστάλαχτα σφίγγοντας το παγωμένο χέρι της ανάμεσα στα ζεστά δικά μου τρυφερά.
Ο γιατρός απολύμανε την πληγή με καθαρό οινόπνευμα που προφανώς της προκάλεσε απίστευτο πόνο αφού μόρφαζε επανειλημμένα μετακινώντας ανήσυχη τα άκρα της.
《Συνέρχεται σταδιακά γι αυτό κράτησε την ακίνητη για όσο περισσότερο γίνεται..》πρόσταξε αυστηρά μετρώντας παράλληλα την πίεση της όπου απ την αντίδραση του διαπίστωσα έντρομος πως ήταν εξαιρετικά χαμηλή.
《Ήρεμα κορίτσι μου γλυκό όλα θα πάνε καλά..είμαι μαζί σου ..》συνέχισα να την καθησυχάζω μαλακά συγκρατώντας το αμφιταλεντευόμενο σώμα της που τραντάζονταν συνεχώς.
《Ένα σου λέω η γυναίκα σου με βάση τους άγραφους κανόνες της ιατρικής θεωρείτε νεκρή..! Η πίεση της κοντέυει να πιάσει πάτο !》με ενημέρωσε τοποθετώντας διάφορα σωληνάκια ολόγυρα στο σώμα της δίνοντας παράλληλα διαταγή στις βοηθούς του να ετοιμάσουν το χειρουργείο.
《Κάνε θάυματα μαγικά δεν με ενδιαφέρει η Μαρίνα πρέπει να σωθεί !》αναφωνούσα ξέπνοος τρέμωντας σύγκορμος διακρίνοντας φευγαλέα τα δύο τεράστια μάτια της να με εστιάζουν στο πρόσωπο μου .
《Κρίστιαν..με βρήκες..; Εκείνη η γυναίκα.. το παιδί..》παραμιλούσε ζαλισμένη λίγο προτού η αναισθησιολόγος τοποθετήσει την διάφανη μάσκα στο πρόσωπο της.
《Μια στιγμή προτού την πάρετε για ακόμη μια φορά μακριά μου έχω ανάγκη να της αποκαλύψω πως αισθάνομαι ..》ικέτευσα αγχωμένος την ηκικιωμένη νοσοκόμα η οποία σεβόμενη την στιγμή απομακρύνθηκε σιωπηλά .
Φίλησα την αναστροφή του χεριού της συγκινημένος πασχίζοντας να κρύψω την αγωνία που με ταλάνιζε απ την εξεταστική ματιά της που επιθεωρούσε αθόρυβα κάθε σπιθαμή του προσώπου μου δίχως αποτέλεσμα.
《Μην κλαίς..τουλάχιστον είσαι εσύ καλά..》
《Στα τσακίδια να πάω έαν κάτι σου συμβεί ..! Δεν θα αντέξω να σε χάσω ξανά Μαρίνα μην με αφήνεις σε χρειάζομαι είσαι το φώς των ματιών μου η ανάσα ο λόγος να υπάρχω..! Αν χαθείς θα σβήσω μαζί σου..》εξομολογήθηκα όλα όσα έκρυβα στοιβαγμένα στην ψυχή μου τόσα χρόνια για εκείνη νιώθοντας ένα βάρος να αποχωρεί απ τις πλάτες μου.
Χαμογέλασε αχνά ενω απ τα μάτια της έσταξε ένα δάκρυ που σκούπισα με τα καυτά χείλη μου προτού κυλήσει και χαθεί στις παρυφές του κορμιού της.
《Τόσο αργά για αυτά τα λόγια..τουλάχιστον ξέρω πως με αγάπησες κάποτε..》ψέλλισε κλειδώνοντας ξανά τα παραθυρόφυλλα των ματιών της επιτρέποντας στο σκοτάδι να κυριαρχήσει στο σώμα και την ψυχή της αφήνοντας εμένα ολομόναχο έξω στο κρύο χωρίς την ζεστασιά της αγάπης της.
《Τι λες Μαρίνα ; Ακόμη σε αγαπάω ποτέ δεν έπαψα να σε λατρέυω !》αναφώνησα με όλη μου την δύναμη ταρακουνόντας ελαφρά τους ώμους της καθώς αποζητούσα σιωπηρά την ίδια λέξη να ακούσω απ τα χείλη της διψασμένος μα ήδη είχε παραδοθεί στο γλυκό νανούρισμα της μέθης ανέμελη .
Ο γιατρός με πλησίασε σοβαρός γνέφοντας να αποσυρθώ απο το χώρο διότι θα ξεκινούσε το χειρουργείο δίχως άλλη αναβολή .
《Να ξέρεις πως κι εκείνη όσο εσύ κινδύνευες στεκόταν συνεχώς πλάι σου κι κράυγαζε τις ίδιες ακριβώς λέξεις..》ψιθύρισε χαμογελώντας φιλικά σαν να υπόσχονταν σιωπηρά να πράξει το αδύνατο για να την ξαναφέρει κοντά μου υγιή.
Κούνησα απλώς καταφατικά το κεφάλι μου και εξήλθα απ το χώρο κοιτάζοντας διαρκώς το πρόσωπο της αφού ακόμη και σε αυτή την δύσκολη στιγμή που βρισκόταν φάνταζε πανέμορφη σαν την ωραία κοιμωμένη της καρδιάς μου.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro