Κεφάλαιο Δεκατρία - Το Άρωμα της Νύχτας
Αγαπημένοι αναγνώστες σήμερα γιορτάζει ο έρωτας γι αυτό και οι δύο ήρωες μας δεν μπορούσαν να λείπουν ! ❤❤
Χρόνια πολλά σε όσους νιώθουν τσιμπήματα έρωτα στις καρδούλες τους αυτο το κεφάλαιο είναι αφιερωμένο σε όλους σας ! Αλλα οπως κάθε φορά δεν ξεχνώ να ευχαριστήσω ιδιαιτέρως τα κορίτσια μου @Rose_17 DianaRay1 Dionysia1980 dimfil _ioannidouu Feggari70 ElliPam91
Ο χρόνος είχε παγώσει το ίδιο κι εγώ όπου με μάτια βουρκωμένα αναζητούσα στις στάχτες του γάμου μας φωτιά σαν ανόητος όταν εκείνη φλέρταρε ασύστολα με τον καλύτερο μου φίλο σε ρομαντική εκδρομούλα που προφανώς κανείς δεν με προσκάλεσε.
Μα κάτι δεν μου κολλούσε στο παράξενο πάζλ πως απο την καρδιά της Νέας Υόρκης ο Τσέην βρέθηκε ξαφνικά στην Ελλάδα και πόσο μάλλον στο ίδιο χιονοδρομικό με την Μαρίνα αν δεν διατηρούσαν επαφές ; Συμπτώσεις σπάνια υφίστανται στην ζωή.
"Κρίστιαν αγόρι μου είσαι πολύ ανόητος μπροστά σου είναι οι αποδείξεις και εσύ αρνήσε περισματικά να τις διακρίνεις. Εκείνη τον κάλεσε κρυφά απο εσένα για να συνεβρεθούν αφού εσύ δεν της έδειξες πόσο πολύ καίγεσαι για εκείνη !"
Ούρλιαζε εξαγριωμένη η συνείδηση μου σε συνδυασμό με την λογική που είχε πάει περίπατο καθώς παρατηρούσα το βλέμμα του να κινείτε επάνω στο κορμί της δικιάς μου Μαρίνας !
Έσφιξα οσο δεν έπαιρνε τις γροθιές μου εξαγριωμένος με τις φλέβες στην βάση του λαιμού να απειλούν να εκραγούν τινάσοντας κόκκινους καυτούς πήδακες αίματος ολόγυρα μα κυρίως στο πρόσωπο της αφού για εκείνη να πάρει έβραζα σαν καζάνι στην φωτιά.
Είχα αποφασίσει να την ακολουθήσω στο συνέδριο με σκοπό να εξακριβώσω εάν διατηρούσε σχέσεις με τον πρύτανη η οποιονδήποτε άλλο συνάδελφο της.
Μα κυρίως επιθυμούσα να μου διαλευκάνει το τοπίο σχετικά με όσα με στόμφο είχε ξεστομίσει στον καυγά μας το πρωί σχετικά με την κακοποίηση της .
Απο εκείνη την ώρα ένα ενοχλητικό "γιατί"μου ροκάνιζε τα σωθικά σαν τρωκτικό πεινασμένο που όσο περνούσε η ώρα μετατρέπονταν σε πόνο αμβλή και βαθύ σαν να με είχε μαχαιρώσει κατευθείαν στα σπλάχνα το δικό της χέρι .
Κανείς τους δεν μιλούσε μονάχα η ενοχλητική ερωτική μουσική διαπερνούσε τα ευάισθητα μου ώτα θρέφοντας τους φόβους κι συνάμα την αχαλίνωτη ζήλεια που με προκαλούσε να υπερβώ τα όρια όσο τα φλογερά βλέμματα μεταξύ τους έδιναν και έπαιρναν.
Να πάρει η οργή αν ήξερε πόσο γοητευτική φάνταζε απόψε φορώντας αυτό το κολασμένο μάυρο φόρεμα που τα δάκτυλα μου κράυγαζαν εδώ και ώρα να σκίσω δεν θα με παρατηρούσε χλωμή κι απορημένη τούτη την στιγμή.
《Λοιπόν Μαρίνα..περιμένω μια αναθεματισμένη απάντηση ! Είναι ο Τσέην ο πατέρας της κόρης σου ναί η όχι..!》γρύλισα επιθετικά δίχως να συγκρατώ πλέον την οργή και το πάθος που κυλούσε πια στις φλέβες μου καυτό όμοιο με μάγμα θαμμένο στα κοιλώματα της γής.
Μα και πάλι δεν απάντησε μονάχα με κοιτούσε σαστισμένη λες και πάσχιζε να ξεχωρίσει εαν ήμουν αλήθεια η οφθαλμαπάτη αφού τελευταία στιγμή της χάλασα προφανώς το ρομαντικό ραντεβουδάκι .
《Ακούς τι ξεστομίζει επιτέλους το στόμα σου ..; Αναρωτιέμαι έχεις ιδέα πόσο οικτρά με προσβάλουν τα ανόητα λεγόμενα σου ; Ποιός σου έδωσε το δικαίωμα να με εξευτελίζεις μπροστά στον φίλο σου κατ αυτό τον πανάθλιο τρόπο ; 》αναφώνησε με φωνή σπασμένη δίχως καν να με κοιτάζει .
《Όσο.. πάει απογοητέυομαι ολοένα απο εσένα..》συμπλήρωσε έπειτα απο μια βασανιστική πάυση βαστώντας με τα βίας τα δάκρυα της.
《Φίλε συγνώμη που επεμβαίνω στα δικά σας αλλα η Μαρίνα στην προκειμένη περίπτωση έχει δίκιο πως την μειώνεις έτσι μπροστά σε τόσο κόσμο..!》επενέβει ευθύς ο αγαπητικός της με σκοπό σαν άλλος ιππότης να την υπερασπιστεί μετα παρρησίας μα ορκίζομαι πως εαν είχε αγγίξει έστω και μια τρίχα απ τα μαλλιά της θα τον σάπιζα στο ξύλο.
《Χα ..μην ανησυχείς δεν καταφέρομαι εναντίον της μονάχα απαίτω εξίσου κι απο εσένα να μου λύσεις κάποιες απορίες..τι γυρεύεις εδώ Τσέην ; Πως ήξερες πως η γυναίκα μου βρισκόταν σε αυτό το συγκεκριμένο σαλέ ; Εμένα πας να κοροϊδέψεις ..;》 επέμεινα διακρίνοντας το πηγούνι του να σφίγγεται μια συνηθισμένη κίνηση του φίλου μου όταν θύμωνε.
《Σύνελθε αγόρι μου κανένας μας δεν έχει σκοπό να παίξει με την νοημοσύνη σου απλώς σε έχει τυφλώσει η ζήλεια ! Έλα κάθισε εδώ πιές ενα ουίσκι μαζί μου να τα πούμε λιγάκι έπειτα απο τόσα χρόνια..!》αποκρίθηκε παρά τον εκνευρισμό του σε ήπιο τόνο ο άλλοτε οξύθυμος Τσέην που και καλημέρα να του έλεγες σου απαντούσε με βρισιά διαπίστωσα μπερδεμένος .
Μια σκέψη διαπέρασε σαν φλεγόμενο βέλος το διαταραγμένο νού μου ρίχνοντας οχι απλά λάδι στην φωτιά που μαινόταν εσωτερικά μου μα βενζίνη .
"Μήπως για την παράξενη αλλαγή στον χαρακτήρα κι αυτού του αλύγιστου άνδρα ευθύνονταν η αγάπη της ίδιας γυναίκας ; " αναρωτιόμουν τρελαμένος διότι εαν πράγματι αυτή η θεωρία μου επαληθευόταν θα έχανα κυριολεκτικά τα λογικά μου.
Κατόπτευα κι την παραμικρή κίνηση των μυών τόσο του προσώπου όσο και του γυμνασμένου σώματος του που παρά τα χρόνια παρέμενε αναλλοίωτο με βλέμμα μοχθηρό πιο σκοτεινό κι απο την παγωμένη νύχτα που μας κύκλωνε.
《Σοβαρά απο την ζήλεια μου τυφλώθηκα η μήπως απο την απέραντη εμπιστοσύνη που της είχα όλα αυτά τα χρόνια προδόθηκα ; Βλέπεις η κυρία με κάποιον έχει αποκτήσει άλλο ένα παιδί όμως το κρατάει επτασφράγιστο μυστικό..!》φώναζα καταμεσής του κατάμεστου μπάρ τινάζοντας με δύναμη στο δάπεδο το μάυρο παλτό μου.
Πάνω που σήκωνα τα μανίκια μου να επιτεθώ κατα παντώς υπεύθυνου σαν άγριο θεριό της ζούγκλας τοποθέτησε το χέρι της στο στέρνο μου ακριβώς στο μέρος της καρδιάς που ακόμη πάλλονταν ερημωμένη ανακόπτοντας μονομιάς τις άγριες προθέσεις μου.
Ύψωσε τα πονεμένα μάτια της προς το μέρος μου ικετευτικά με ένα παράπονο βαθύ κρυμμένο στις κόγχες τους που αναζητούσε τρόπο να εκφραστεί μα δεν υπήρχε.
《Αρκετά Κρίστιαν τι πάς να κάνεις επιτέλους..; Θα φθάσεις στο σημείο να επιτεθείς στον φίλο σου για μια ανόητη υπόνοια ; Δεν βρίσκω πια την δύναμη να αθρώσω φράση μα αν δεν ενώσω τις λέξεις που μου καίνε την γλώσσα σε μια πρόταση δεν θα βρώ ησυχία ποτέ ξανά !》
《Ποιές λέξεις μίλα Μαρίνα διότι εχω ξεπεράσει πια τα δυσδιάκριτα όρια μου κι είμαι ικανός για τα πάντα ! Είναι εραστής σου ; 》φώναξα εκ νέου ταρακουνώντας ελαφρά τους ώμους της απηυδισμένος.
《ΌΧΙ ΚΑΤΗΓΟΡΙΜΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΡΗΤΆ ! ΔΙΟΤΙ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΣΕ ΑΠΑΤΗΣΑ ΟΥΤΕ ΜΙΑ ΦΟΡΑ..!》Ούρλιαξε κατάμουτρα
για ακόμη μια φορά παγώνοντας τις αντιδράσεις μου κι προτού προλάβω να ζητήσω περαιτέρω εξηγήσεις , άρπαξε την μάυρη τσάντα της απο την μπάρα κι στράφηκε προς το μέρος του ντροπιασμένη.
《Με συγχωρείς για το σκηνικό που παρακολούθησες Τσέην αλλα γνωρίζεις τον εκρηκτικό χαρακτήρα του φίλου σου..!》πρόφερε σιγανά απολογούμενη για τις δικές μου πράξεις σαν να προσπαθούσε να διατηρήσει την χρόνια φιλία μας αλώβητη.
《Μην ανησυχείς ..όταν ζηλέυουμε ολοι ίδιοι γινόμαστε..》πρόφερε καθησυχαστικά με στόμφο υπενθυμίζοντας βιαστικά στον εαυτό του τα δικά του καμώματα πριν πολλά χρόνια.
Χαμογέλασε ευγενικά κι έπειτα αποχώρησε μετρώντας ένα ένα τα καυτά βλέμματα συναδέλφων που την στόχευαν γεμάτα περιέργεια καθώς έπειτα απο τόσα χρόνια σιωπής η ανέραστη ξαφνικά είχε αποκτήσει δύο πανέμορφους άνδρες που φιλονικούσαν για τα μάτια της.
Μείναμε μονάχοι να κοιτάζουμε ο ένας θυμωμένα τον άλλο σαν δύο μαλωμένα αδέρφια που κάνουν πείσματα ο ένας στον άλλο έπειτα απο καυγά.
Ο Τσέην ανακάθισε ήρεμα στο δερμάτινο σκαμπό κάνοντας νόημα να καθίσω απέναντι του με ύφος αδιάλλακτο σαν να είχε πολλά ράμματα για την γούνα μου.
《Έλα ζηλιάρη κάθισε λιγάκι να τα πούμε χάθηκες που χάθηκες απο όταν παντρεύτηκες δεν θέλεις τουλάχιστον να εξωτερικέυσεις όσα αισθάνεσαι..;》πρόφερε μεταξύ αστείου κι σοβαρού σπρώχνοντας με τον δείκτη του ένα ποτήρι ουίσκι προς το μέρος μου.
Ένευσα καταφατικά σκυθρωπός κι ακολούθησα ευθύς την συμβουλή του κατεβάζοντας το καυτό οινόπνευμα στο λεπτό σαν νεράκι .
《Για ποιό γάμο μου μιλάς τον διαλυμένο..; Μας παράτησε μια ωραία πρωία εμένα κι τα παιδιά μας πάνω που νόμιζα ο τρελός πως η ευτυχία δεν υφίστανται μονάχα στα παραμύθια..》εξέφρασα επιτέλους πικραμένος την θαμμένη οδύνη μου στον άνθρωπο που εμπιστεύομουν περισσότερο απο όλους.
Μοιάζαμε τόσο πολύ με τον Τσέην που έυκολα θα έλεγε κανείς πως βγήκαμε απο την ίδια μήτρα αφού ακόμη και οι ανεξίτηλες πληγές που φέραμε στις ψυχές μας προέρχονταν απο τους πιο κοντινούς μας ανθρώπους.
Μόρφασε πονεμένα σαν να διαισθανόταν στο πετσί του όσα του περιέγραφα γλαφυρά προκαλώντας την έκπληξη μου με την θεαματική του αλλαγή κι συνάμα την ανθρωπιά που αντιμετώπιζε τα θέματα .
《Κατανοώ πως αισθάνεσαι..μα αυτή η γυναίκα δεν μου μοιάζει μοχθηρή κι αριβίστρια όπως άλλες ! Κι γνωρίζεις ήδη απο πρώτο χέρι πως έχω συναναστραφεί με διαφόρων ειδών και ηθών θηλυκά..》προσέθεσε ειλικρινά απαλύνοντας ξάφνου με τα λεγόμενα του το βάναυσο κάψιμο που αισθανόμουν κατάστηθα σαν επανέφερα τις μνήμες στο μυαλό.
《Όσο γι αυτό δεν υπάρχει αμφιβολία πως δεν μοιάζει με καμιά ανήθικη εκει έξω.. γι αυτό την ερωτεύτηκα με τόσο πάθος..την ξεχώρισα αμέσως απο τα πλήθη. Όμως δεν πάυει να με εξοργίζει το γεγονός πως τίναξε στον αέρα τις ζωές μας ! Για ποιόν μένει μονάχα να μάθω..》μουρμούρισα πικραμένος.
Παρά την φορτισμένη ατμόσφαιρα ανάμεσα μας άξαφνα έσκασε στα γέλια δίχως λόγο υψώνοντας το δεξί του φρύδι .
《Ώστε ο αμετανόητος γυναικάς της Νέας Υόρκης τρυπήθηκε τελικά απο το βέλος του φτερωτού θεού ; Κι αν θυμάσαι σου τα έλεγα κάποτε πως θα έρθει μέρα που μια γυναίκα θα εισβάλει στην ζωή σου σαν τυφώνας κι επαληθεύτηκα..》
《Πράγματι ..αν κι δεν πίστευα σε ανόητες θεωρίες έρωτα και λατρείας χόρεψε σαν οπτασία μπροστά μου ένα βράδυ συνταράσοντας το είναι μου συθέμελα..!》
《Σου έκανε και στριπτίζ μπράβο Μαρινάκι..》
《Εί κόφτο για να μην σε λούσω με το ουίσκι ορίστε μας ! Σε ένα κλάμπ την πρωτοείδα καθώς έπινα αμέριμνος το ποτό μου έπειτα απο μια κουραστική ημέρα. Κι σαν ύψωσα το βλέμμα μου στο πρόσωπο της χάθηκα..》πρόφερα νοσταλγικά με ένα χαμόγελο γλυκό χαραγμένο στα δύο μου χείλη.
Πόσο όμορφη και αθώα φάνταζε στα μάτια μου παρά την θηλυκότητα που εξέπεμπε κάθε λίκνισμα του κορμιού της που φούντωνε την πείνα μου χαμηλά αναλογιζόμουν ζαλισμένος απο το ίδιο ακριβώς πόθο.
Ήπιε μια γουλιά απο το δικό του ποτό γελώντας σαν ξερόλας όσο ο ίδιος περιπλανιόμουν στα σοκάκια των αναμνήσεων κατεβάζοντας άλλο ένα ποτηράκι ουίσκι με φόρα πασχίζοντας να σβήσω την κάψα που αισθανόμουν.
《Μην πίνεις άλλο ρε φίλε σε χαλάει..πήγαινε βρες την μιλήστε ..》
《Εύκολο το έχεις..την έκανα σκουπίδι ενώπιον σου..》
《Ξέχασε το ! Απλώς ζήλεψες όπως ένα αρσενικό που σέβεται τον εαυτό του δεν χρειάζεται να απολογείσαι σε εμένα !》για ακόμη μια φορά με εξέπληξε με την δομημένη ώριμη σκέψη που τον διακατείχε πλέον σβήνοντας για πάντα απο το νού μου την παλαιότερη εικόνα του.
《Ρε συ μετάλλαξη έπαθες ; Εσύ ήσουν απίστευτα κυνικός ..για πες έκανε τελικά καλή δουλειά ε ..;》ρώτησα παιχνιδιάρικα αναφερόμενος στην γλυκύτατη σύζυγο του που έτυχε να γνωρίσω πριν χρόνια άραγε να παρέμεινε στο πλάι του ;
Απέφυγε να απαντήσει στην ερώτηση μου στρέφοντας το βλέμμα του απευθείας στο μουντό συννεφιασμένο ουράνιο θόλο σαν να πάλευε κι εκείνος εσωτερικά με τους δικούς του δαίμονες.
《Λοιπόν πέρασε η ώρα έχω συνάντηση με τους ιδιοκτήτες του ξενοδοχείου άυριο στις επτά ακριβώς για το κλείσιμο μιας σημαντικής συμφωνίας ..θα σε δώ κι αύριο !》σχολίασε βιαστικά ξεγλιστρώντας περίτεχνα απο τις δαγκάνες μου.
《Καληνύχτα ..θα τα πούμε..》αποκρίθηκα κοφτά παραγγέλωντας ακόμη ένα ουίσκι προτού έρθω αντιμέτωπος ξανά με την ταπεινωμένη σύζυγο μου όμως άραγε που να είχε πάει ; Να κλειδώθηκε στο δωμάτιο της κλαίγοντας..η μήπως αποφάσισε να περιπλανηθεί παρα την κακοκαιρία στην πόλη..;
Βύθιζα τα πόδια μου στο παγωμένο μαλακό χίονι περπατώντας σκεπτική εν μέσω κακοκαιρίας οι άνεμοι έπνεαν ανεξέλεγκτα παρασύροντας τις λευκές νιφάδες προς όλες τις κατευθύνσεις κι συνάμα περώνιαζαν το σώμα μου σαν χιλιάδες βελόνες.
Όμως δεν κατόρθωσα να παραμείνω στο ζεστό εσωτερικό περιστοιχισμένη απο συναδέλφους που ρωτούσαν αδιάκριτα τι είδους σχέση διατηρούσα με τον μυστηριώδη άγροικο που αναστάτωσε το βράδυ τους.
Για την ακρίβεια συνέβαινε απολύτως το αντίθετο αφού το σκάνδαλο που με εξέθεσε ανεπανόρθωτα ενώπιον τους έδωσε πνοή στο ανιαρό χιονισμένο βράδυ τους κι σίγουρα θα με κουτσομπόλευαν για μέρες.
Πραγματικά αδιαφορούσα για κάθε είδους σχολιασμό που θα έφθανε αργότερα στα αυτιά μου αφού εσωτερικά πνιγόμουν.
Τα ψέματα που με τόση ευκολία εκτόξευα πειστικά στο πρόσωπο του είχαν γιγαντωθεί προκαλώντας ενα γιγαντιαίο γυάλινο τείχος μπροστά απο την καρδιά μου.
Αν δοκίμαζα άραγε να του μιλήσω τι είδους μεταχείριση θα λάμβανα ; Θα χλεύαζε τα λεγόμενα μου θεωρώντας πως για ακόμη μια φορά τον κοροιδέυω η θα πάλευε στο πλευρό μου για την ανεύρεση της κόρης του..;
Αλίμονο κι αν ήξερε πόσες φορές η γλώσσα ήταν έτοιμη να αποκαλύψει μια μια τις αληθείες συναντώντας σθεναρή αντίσταση απο την ψυχρή λογική μου σε έναν πόλεμο αδιάκοπο του εγώ με την καρδιά.
Τα λεγόμενα του πονούσαν τόσο βαθειά γδέρνοντας παλαιότερες πληγές ξεχασμένες που όμως η ψυχή δεν έλεγε να επουλώσει ολοσχερώς .
Δίχως αμφιβολία στην ψυχή του φώλιαζε απύθμενη οργή που είχε επισκιάσει κάθε μορφή αγάπης που είχε ξεμείνει στην σφραγισμένη καρδιά του.
Πως να τολμήσω να του αποκαλύψω την οδυνηρή αλήθεια όταν μου έφραζε με τον αδάμαστο εγωισμό τις πύλες προς την λύτρωση ; Ήμουν βέβαιη πως δεν θα πίστευε λέξη απο την θλιβερή μου ιστορία.
Άλλωστε πως θα μπορούσε να φανταστεί οτι τα καθάρματα που με απήγαγαν με εκβίαζαν μετέπειτα να παραδώσω το μωρό μας με υπογεγραμένο συμβόλαιο ώστε να το στείλει η οργάνωση σε δικούς της αδίστακτους ανθρώπους ; Πράγματι ακόμη κι η πιο νοσηρή φαντασία δεν το χωρούσε.
Περπατούσα αδιάκοπα χαμένη στις σκέψεις παρα το πολικό ψύχος που επικρατούσε ολόγυρα απολάμβανα για πρώτη φορά τους ψίθυρους της ολοζώντανης φύσης στα αυτιά μου σαν μελωδικό κελάηδισμα.
Τα κλαριά των χιονισμένων δέντρων έτριζαν απαλά μπρός στην δύναμη του ορμητικού ανέμου που ολοένα δυνάμωνε την ισχύ του , οι φυλλωσιές θρόιζαν υποταγμένες στο θέλημα του όσο ο θεός έντυνε στα λευκά κάθε πράσινο σημείο τους που έμεινε ακάλυπτο.
Ολόγυρα μου δεν υπήρχε κανένας διαβάτης ήμουν ολομόναχη ανάμεσα στην μάνα φύση που οργίαζε προσφέροντας ένα απίστευτο θέαμα καθώς το λευκό τοπίο ερχόταν σε απόλυτη αντίθεση με τον σκοτεινό συννεφιασμένο ουρανό .
Το φεγγάρι έπαιζε κρυφτό ανάμεσα τους σαν άτακτο παιδί που κρυβόταν απο τους γονείς του μα το φώς του αρκούσε για να μου χαράξει το δρόμο που ακολουθούσα.
Σε κάποιο σημείο χωμένη ανάμεσα στα πυκνά έλατα ένιωσα πως είχα άθελα μου απομακρυνθεί αισθητά απο το ξενοδοχείο κι αρκούσε μονάχα ένα φευγαλέο βλέμμα προς τα πίσω για να το πιστοποιήσει.
Είχα απομακρυνθεί τόσο πολύ που ακόμη και τα διάσπαρτα φαναράκια που κοσμούσαν την εξωτερική αυλή του σαλέ δεν διακρίνονταν μέσα στο σκοτάδι.
Φόβος με κατέκλυσε καθώς ένιωσα σταδιακά τα παγωμένα πόδια μου να μουδιάζουν κι συνάμα να πονούν αφόρητα μιας και μπότες που φορούσα είχαν βραχεί εσωτερικά.
"Πως κατόρθωσα να περπατήσω τόσο βαθειά στο πυκνόφυτο δάσος δίχως να το αντιληφθώ ;" αναρωτήθηκα βαδίζοντας στα χνάρια που είχαν αφήσει για καλή μου τύχη σε μερικά σημεία τα παπούτσια μου.
Αισθάνθηκα ένα αντικείμενο κρυμμένο στο χιόνι να χτυπά στο πόδι μου με αποτέλεσμα να σκοντάψω κι να πέσω ευτυχώς στο μαλακό στρώμα του χιονιού που ξεπερνούσε το ένα μέτρο.
Όταν προσπάθησα να σηκωθώ κατέληξα ξανά το έδαφος καθώς το πόδι μου είχε φρακάρει σε αυτό το αντικείμενο δίχως να μπορώ να περπατήσω.
Αναζήτησα τρομαγμένη ανάμεσα στο παγωμένο στρώμα του χιονιού την πηγή που με κρατούσε καθηλωμένη εως ότου τα κοκκαλωμένα δάκτυλα μου ψιλάφισαν ένα σιδερένιο αντικείμενο που έμοιαζε με παγίδα.
Ξεροκατάπια πασχίζοντας να διατηρήσω την ψυχραιμία μου μα φάνταζε αδύνατο καθώς πανικός με είχε κυριεύσει.
"Ησύχασε σίγουρα θα αντιληφθεί κάποιος την απουσία σου απο το ξενοδοχείο κι θα ψάξει να σε βρεί ..ή μήπως οχι..;"
Δίχως να χάσω χρόνο προσπάθησα να απεγκλωβίσω το τραυματισμένο πόδι μου απο την παγίδα που είχε προφανώς πιαστεί μα δεν μπορούσα τα δάκτυλα γλιστρούσαν στην σιδερένια επιφάνεια που με έσφιγγε ολοένα πιο πολύ.
《Θέε μου..τι θα κάνω..αν δεν με βρούνε σύντομα θα ανασύρουν άυριο το νεκρό κουφάρι μου αφού θα έχω πεθάνει απο υποθερμία..》μονολογούσα αδείαζοντας το περιεχόμενο της τσάντας μου ολόγυρα αρπάζοντας βίαια το κινητό μου.
Διαπίστωσα σοκαρισμένη πως ή ώρα ήταν ήδη μιάμιση και πως οι γραμμούλες που υποδεικνύουν την ποιότητα του σήματος δεν διαφαίνονταν καν στην οθόνη.
Η ανάσα μου άρχισε να αραιώνει τα άκρα μου να παγώνουν όσο ο χρόνος και το δριμύ ψύχος ροκάνιζαν τις αντοχές του σώματος μου .
Ζαλιζόμουν ξαφνικά πολυ έντονα το ονειρικό τοπίο έσβηνε σταδιακά απο τα μάτια μου που θόλωναν επικίνδυνα θυμίζοντας χαλασμένη παλιά τηλεόραση .
《Μην λιποθύμησεις τώρα Μαρίνα αυτό θα σημάνει το τέλος σου..》υπενθύμισα βιαστικά στον εαυτό μου δοκιμάζοντας να δώσω το στίγμα μου φωνάζοντας με ολη μου την δύναμη.
《Βοήθεια με ακούει κανένας ; Το πόδι μου έχει πιαστεί σε μια σιδερένια παγίδα και δεν δύναμαι να το τραβήξω σας παρακαλώ βοήθεια !》ούρλιαξα φοβισμένη διαταράσοντας την τάξη και την σιωπή της νύχτας με την φωνή να επιστρέφει στα αυτία μου σαν αντίλαλος.
Όμως κανείς δεν ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα μου ολοι βρίσκονταν ήδη στα ζεστά τους κρεββάτια απολαμβάνοντας την γαλήνη του γλυκού ύπνου οσο εγώ χανόμουν.
Δοκίμασα για ακόμη μια φορά να απομακρύνω το πόδι μου απ το βαρύ αντικείμενο μα ο πόνος που διαπέρασε την σάρκα μου ήταν αβάσταχτος.
《Βοήθεια..σας παρακαλώ..》ψέλλισα νικημένη απο τον παγετό καθώς ξάπλωνα στο χιόνισμενο μου κρεββάτι.
Παραπατώντας ανέβηκα αργά εως το δωμάτιο του πρώτου ορόφου που μου είχαν υποδείξει οι υπάλληλοι στην ρεσεψιόν πως ήταν δικό της η καρδιά βροντούσε σαν τύμπανο πολέμου στο στέρνο ομως δεν θα δείλιαζα.
Άνοιξα την πόρτα με το κλειδί που προμηθεύτηκα απο τους ιδίους αναζητώντας απεγνωσμένα την μορφή της ανάμεσα στις σκιές .
《Μαρίνα πρέπει να μιλήσουμε..》πρόφερα αγριωπά ανάβοντας το φώς απο τον ασημένιο διακόπτη στο πλάι της θύρας.
Κοίταξα απευθείας στο κρεββάτι μα το σώμα της δεν κοσμούσε την επιφάνεια του αντιθέτως ήταν στρωμένο κι ανέγγιχτο όπως ακριβώς το είχαν ετοιμάσει οι καμαριέρες το πρωί.
Συνοφρυώθηκα καθώς μια σκέψη φώλιαζε σταδιακά στην ψυχή που δεν άντεχα να αποδεχθώ έπειτα απο όσα προηγήθηκαν στο μπάρ όμως ίσως απολάμβανε ένα καυτό μπάνιο προτού ξαπλώσει.
Εισέβαλα σαν πρωτόγονος στο αδειανό μπάνιο οπου ολα παραδόξως ήταν τακτοποιημένα και ανέγγιχτα όπως το υπόλοιπο δώματιο που αν η κόκκινη μισάνοιχτη βαλίτσα της στην γωνία δεν υπήρχε θα θεωρούσα πως δεν διέμενε κανένας σε αυτό.
Άνοιξα θυμωμένος τις λευκές κουρτίνες αναζητώντας ακόμη και στην χιονισμένη ξύλινη βεράντα την μορφή της που όπως φυσικά υπολόγιζα δεν φαινόταν πουθενά.
Έσφιξα με δύναμη τις γροθιές μου ξεροκαταπίνοντας αφού δεν υπήρχε αμφιβολία πως δεν θα περνούσε το βράδυ της στο συγκεκριμένο δωμάτιο αλλα ίσως μοιράζονταν το ζεστό κρεββάτι του φίλου μου .
《Θα σας πάρει και θα σας σηκώσει και τους δύο εαν τολμήσατε να παίξετε τέτοιο βρώμερο παιχνίδι στις πλάτες μου..》 μα οσο ένωνα τα κομμάτια μια μονάχα εικόνα δημιουργούνταν στο μυαλό .
Η άτακτη αποχώρηση της απο το μπαρ δίχως πρωτίστως ξεχάσει να απολογηθεί ευγενικά στον καλό της για την συμπεριφορά του άξεστου απατημένου συζύγου της , σε συνδυασμό με την βιασύνη του Τσέην να διακόψει την κουβέντα μας συνηγορούσαν στο ίδιο συμπέρασμα.
《Κοιμάται μαζί του..!》αναφώνησα απογοητευμένος χτυπώντας με δύναμη την γροθιά μου στο θολωμένο τζάμι που για καλή μου τύχη δεν συνέθλιψα πάνω στην οργή μου.
Τι μπορούσα όμως να κάνω ; Ήξερα πως εάν την αντίκριζα χωμένη στην αγκαλιά του κανένας δεν θα ήταν αρκετά ικανός να με σταματήσει προτού την στραγγαλίσω με τα ίδια μου τα χέρια .
Άραγε να περίμενω άπραγος σαν ανόητος σε τούτο το παγερό δωμάτιο οσο εκείνη απολαμβάνει ανομολόγητες ηδονές σε ξένα χέρια ήταν προτιμότερο ; συλλογιζόμουν μπερδεμένος βηματίζοντας πάνω κάτω όσο οι λογισμοί με σκότωναν.
Πως άντεχε να με κοιτάζει στα μάτια φωνάζοντας πως ήταν αθώα για οσα την κατηγορούσα πως ουδέποτε με απάτησε με κανέναν και το παιδί ; Απο που προέρχονταν μήπως απο τράπεζα σπέρματος ; Διότι το ενδεχόμενο να είναι δικό μου δεν υφίσταντο.
Κι όμως το ήθελα με όλη την δύναμη της μάυρης ψυχής μου να ήταν..να μην είχε παραδοθεί ουδέποτε σε χέρια ξένα το κορμί της κι αυτό το κοριτσάκι να ήταν κομμάτι απο την δική μου σάρκα ένας ακόμη καρπός του έρωτα μας.
Η πόρτα του δωματίου χτύπησε με φόρα τέσσερις φορές διαλύοντας τις ζοφερές σκέψεις που δεν ωφελούσαν την κατάσταση μας .
《Κυρία Αδαμίδου είστε εδώ..;》ρωτούσε μια γλυκιά ντελικάτη φωνή που έμοιαζε πολύ με εκείνη της κόρης μου .
Έτρεξα παραξενεμένος να ανοίξω με σκοπό να βάλω επιτέλους ένα τέλος στις ατελείωτες απορίες μου αντικρίζοντας πράγματι στο κατώφλι την βρεγμένη κόρη μου να με παρατηρεί έκθαμβη με εκείνα τα γλυκά καταγάλανα μάτια της.
《Μπαμπά ! Μα τι γυρέυεις εσύ στο δωμάτιο.. 》ακολούθησε μια μικρή ανάπαυλα περισυλλογής προτού ψελλίσει ξεψυχισμένα. 《Γιατί δεν μου το είπες ;》 πέφτωντας με κλάματα στην αγκαλιά μου συνδέοντας απο μόνη της τα κομμάτια δίχως να χρειαστούν περαιτέρω εξηγήσεις.
《Σςς..ησύχασε μωρό μου..δεν ήθελα να σε πονέσω παραπάνω προτού λύσουμε τις μεταξύ μας διαφορές ...》ψιθύρισα καθησυχαστικά χαιδέυοντας τρυφερά τα μαλλάκια της εξίσου βουρκωμένος.
《Κι αφού είδε πόσο πολύ λαχταρούσα να την ξαναβρώ της το εξομολογήθηκα η ίδια την πρώτη μέρα που την συνάντησα στο πανεπιστήμιο.. γιατί μου είπε ψέματα παίζοντας θέατρο πως είναι μια ξένη..; 》μονολογούσε μπερδεμένη σπαράζοντας ανάμεσα στα μπράτσα μου σαν παιδί.
Έκλεισα αθόρυβα την πόρτα κι την έβαλα να καθίσει στην δερμάτινη πολυθρόνα γονατίζοντας εμπρός της ντροπιασμένος καθότι σε αυτή την ιστορία δεν έφταιγε μονάχα η Μαρίνα.
《Καρδιά μου η μόνη που μπορεί να λύσει τις απορίες μας είναι εκείνη ! Όμως μην κλαίς πια ..δες την θετική πλευρά πως είναι σώα και ασφαλής κοντά μας..》
《Δεν αντιλέγω αλλα δεν μας θελει στην ζωή της πια ! Μονάχα η εξαφανισμένη κόρη της έχει σημασία εμάς μας ξέχασε μπαμπά !》σχολίασε πικραμένη θέτοντας πρόχειρα σε τάξη τις σκέψεις της. 《Μα για μια στιγμή..πως μπόρεσα να αγνοήσω το γεγονός πως αυτό το κορίτσι είναι αδερφή μου και συνάμα κόρη σου !》αναφώνησε εκ νέου ενθουσιασμένη που απέκτησε ακόμη μια μικρή αδερφούλα.
Έσκυψα το κεφάλι σκεπτικός αφού πλέον δεν ήξερα πως να διαχειριστώ την λεπτή κατάσταση δίχως να πληγώσω ανεπανόρθωτα τα αισθήματα της κι συνάμα του Έκτορα.
《Ναί γλυκιά μου η μικρή είναι πράγματι αδερφή σου..》πρόφερα απρόθυμα κρύβοντας καλά την πικρία μου για αυτό το αγνώστου πατρός πλάσμα.
《Ει ..πατερούλη τι μούτρα είναι αυτά ! Έχεις ακόμη μια κόρη εσύ έπρεπε να πετάς απο την χαρά σου..συμβαίνει κάτι που δεν ξέρω..;》
"Τι να σου αποκριθώ τώρα κοριτσάκι μου γλυκό πως να μην πληγώσω τα λεπτά αισθήματα σου ξεμπροστίαζοντας τα αίσχη της μητρός σου ; Όχι ..δεν τολμώ να σε συντρίψω.." αποφάσισα ενδόμυχα στρέφοντας για μερικά λεπτά την πλάτη μου πασχίζοντας να κρατήσω στο παρασκήνιο την δυσαρέσκεια μου.
Όμως η κόρη μου σαν γνήσια Μπάλτον επέμεινε οπως πάντα να ξεδιαλύνει μια μια τις πτυχές της μυστηριώδους εξαφάνισης της μητρός της και φυσικά με το δίκιο της.
"Ας τα βγάλεις πέρα μόνη σου απέναντι στα αναπάντητα ερωτήματα των παιδιών μας .." δικαιολόγησα πρόχειρα τον εαυτό μου για το επόμενο ψέμα που ετοιμαζόμουν να ξεστομίσω για το καλό της.
Εστίασα ξανά τα δύο μου μάτια στο θλιμμένο μουτράκι της θαυμάζοντας την ομορφιά του πλάσματος που κράτησα πρώτη φορά στα χέρια μου τρέμωντας απο αγάπη ένα συναίσθημα που για παρθενική φορά εισέβαλε δυναμικά στην καρδιά μου.
Έκτοτε σαν μια κρυμμένη στοά με θησαυρούς θαμμένη καλά μες τα ανεξερεύνητα σοκάκια της ψυχής να είχε ανοίξει τις πύλες της καλώντας με να αναγνωρίσω τα ανεξήγητα δυνατά αισθήματα που έτρεφα για την γυναίκα μου .
Η αθωότητα της τα σκούρα μακριά μαλλιά τα πορφυρά χείλη που με κάθε φιλί οι χρυσές πύλες του υπερλαμπρού παραδεισου ανοίγονταν στους ορίζοντες μου.
《Μπαμπά μου θα μου μιλήσεις επιτέλους ανοιχτά μεγάλο κορίτσι είμαι πια ! Άφου το βλέπω πως κάτι σε κατατρώει..》η φωνή της έσβησε απο τα μάτια την μακρινή ονειροπόληση μου επαναφέροντας την κρίσιμη απόκριση που περίμενε να δώσω.
《Χαρόυμενος είμαι κορίτσι μου σαφώς που έχουμε ένα ακόμη μέλος στην οικογένεια μας ..》πρόφερα διόλου πειστικά χαράζοντας ένα ψέυτικο χαμόγελο στα χείλη .
Με πλησίασε τρυφερά χαιδέυοντας τα ιδρωμένα μαλλιά μου με τόση στοργή που η καρδιά μου έλιωνε σταδιακά σαν βούτηρο στα χέρια της.
《Γιατί δεν μπορώ να πιστέψω αυτή την φορά τα λεγόμενα σου ; Επίσης μυρίζεις απο χιλιόμετρα μακριά αλκόολ γιατί ξεκίνησες να πίνεις πάλι αφου την βρήκες..;》
《Γλυκιά μου υπάρχουν πολλά που πρέπει ακόμη να ξεκαθαρίσουμε με την μητέρα σου δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα..έλειψε απο κοντά μας δέκα ολόκληρα χρόνια οι ζωές μας άλλαξαν..》
《Η καρδιά σου ; Άραγε άλλαξε μαζί με τις εποχές κι εκείνη ;》ψιθύρισε σκυθρωπή λες και γκρέμισα μονομιάς τα σχέδια της για μια ενωμένη οικογένεια που τόσο της είχε λείψει.
Ατένισα τον μουντό βραδυνό ουρανό που δεν έπαυε να στολίζει την πλάση με ολόλευκες πινελιές μπερδεμένος κι ανήμπορος να διελευκάνω το κουβάρι των συναισθημάτων που εναλλάσσονταν ανα λεπτό με κυρίαρχο τον θυμό να σέρνει το χορό .
《Τι με ρωτάς κι εσύ βραδιάτικα κορίτσι μου ..δεν είναι η κατάλληλη στιγμή να αναλύσουμε σε τόσο βάθος την κατάσταση προέχει..》
《Να βρεθεί η αδερφή μου !》συμπλήρωσε ανήσυχη συμπληρώνοντας την φράση μου ενώ παράλληλα δεν έπαιρνε το εξεταστικό βλέμμα της απο πάνω μου.
《Ναι ..θα βρεθεί οπου να ναι ευελπιστώ πως είναι απλά θέμα χρόνου..》
《Γι αυτό είσαι προβληματισμένος μωρέ..πόσο ανόητη είμαι που δεν το αναλογίστικα τόση ώρα ! Που είναι όμως η μητέρα ήρθα με σκοπό να της μιλήσω λιγάκι..》
Μόλις μου υπενθύμισε την απουσία της καμπανάκια ήχησαν στο εσωτερικό του μυαλού μου μα πράγματι που βρισκόταν τόση ώρα ; Άραγε θα κοιμόταν όλη νύχτα μαζί του..;
Κοίταξα φευγαλέα το ασημένιο ρολόι στον καρπό μου η ώρα ήταν περασμένες τρείς τα ξημερώματα που γυρνούσε εως αυτή την ώρα ;
《Δεν έχω ιδέα κορίτσι μου ..κι εγώ εκείνη περιμένω..》
Η όψη της μονομιάς μεταλλάχθηκε τα μάτια της βούρκωσαν και τα ροδαλά χείλη της σταδιακά άρχισαν να τρέμουν .
《Αγάπη μου τι συμβαίνει μήπως δεν αισθάνεσαι καλά ;》πρόφερα αλαφιασμένος βαστώντας πρόχειρα το σώμα της ανάμεσα στα χέρια απο φόβο μην μου σωριαστεί.
《Κάτι κακό της συνέβει.. το νιώθω ένας καθηγητής πριν ανέβω με ενημέρωσε πως νωρίτερα την είχε εντοπίσει να φέυγει απο το ξενοδοχείο κλαίγοντας..!》ανακοίνωσε τρομαγμένη ανεβάζοντας απευθείας τους παλμούς.
Παράπατησα ανήσυχος κοιτάζοντας πέρα δώθε ταραγμένος δίχως να γνωρίζω απο που να αρχίσω την αναζήτηση της.
Άδραξα απαλά τους ώμους της παλέυοντας να μην φανερώσω πόσο πολύ με είχαν συνταράξει οι πληροφορίες που μόλις μου έδωσε για να μην την τρομοκρατήσω περαιτέρω.
《Άκουσε με προσεχτικά εγώ θα ξεχυθώ αμέσως να την ψάξω ..απο εσένα ζητώ μονάχα ένα πράγμα να παραμείνεις ψύχραιμη επιστρέφοντας στο δωμάτιο σου..》
《Όχι αποκλείεται να τι μου λες τώρα μπαμπά πως να ηρεμήσω όσο εκείνη αγνοείται προτού καν την χορτάσω..! Θα σε ακολουθήσω ..》
《Άρτεμις θα υπακούσεις σε ότι σου λέω ! Η μαμά σου δεν είναι δα κανένα μικρό βρέφος σίγουρα θα βολτάρει στην φύση και θα ξεχάστηκε..》πρόσταξα με ύφος που δεν σήκωνε αμφισβήτηση.
《Καλά αφού ξερω πως ειναι αδύνατο να σε πείσω θα περιμένω νέα σου άγρυπνη μόλις την βρείς τρέξε αμέσως να με ενημερώσεις..》 συμφώνησε εν τέλει να παραμείνει στο δωμάτιο της εως ότου την ενημερώσω πως η μητέρα της βρισκόταν σώα ξανά στην αγκαλιά μου..παράξενο συναίσθημα να την κρατώ ανάμεσα στα μπράτσα μου ξανά μα τουλάχιστον όχι ανεπιθύμητο.
Βγήκαμε μαζί απο το δωμάτιο κι αφού την άφησα έξω απο το δικό της όρμησα τρελαμένος μες την παγωμένη νύχτα με χίλια δύο πιθανά σενάρια να βομβαρδίζουν σαν πολυβόλα το μυαλό.
Ο κρύος αέρας με χτύπησε σαν χαστούκι καταπρόσωπο καθώς η καλοκαιρία επιδεινώνονταν ραγδαία όσο η ώρα περνούσε εως το πρωί όμως δεν θα με πτοούσε τίποτα να την βρώ.
Εντόπισα στο χιόνι κάποιες αχνές πατημασιές οι οποίες ήλπιζα να ανήκουν στην ίδια καθώς τα ακολουθούσα σιωπηλός και αγχωμένος.
Οι νιφάδες κολλούσαν με φόρα στο πρόσωπο σε συνδυασμό με τον παγερό αγέρα που μου έκοβε την ανάσα καθώς ανέβαινα σταδιακά σε ένα μικρό λοφάκι λίγα μέτρα μακριά απο το σαλέ.
《Μαρίνα...που είσαι ; Με ακούς ;》έσκουξα καταμεσής του δάσους δίχως να λάβω καμιά απόκριση .
Μονάχα κάποιες κραυγές άγριων ζώων απο την κορυφή του απέναντι βουνού αντηχούσαν στα αυτιά μου προκαλώντας περισσότερο άγχος απο όσο μπορούσα να διαχειριστώ.
《Που είσαι επιτέλους Μαρίνα δεν είναι δυνατόν κάθε φορά που πιέζεσαι να εξαφανίζεσαι ..》μουρμούριζα καθώς βάδιζα λαχανιασμένος ατελείωτα χιλιόμετρα στα τυφλά αφού σταδιακά και τα χνάρια είχαν καλυφθεί απο πυκνό χιόνι.
Το σώμα μου απ άκρη σε άκρη είχε μετατραπεί σε κινητό παγόβουνο καθώς τα άκρα είχαν σχεδόν πετρώσει απο την παγωνιά που επικρατούσε σε τόσο βαθμό που ακόμη κι αν τα έσπαγα δεν θα αντιλαμβανόμουν πόνο κι όμως συνέχιζα.
Η υγρασία εισχωρούσε ως το μεδούλι μου κυριολεκτικά προκαλώντας μου ανεξέλεγκτο ρίγος μα δεν θα επέστρεφα πίσω χωρίς εκείνη δεν υπήρχε πιθανότητα.
Έχοντας περπατήσει αρκετά χιλιόμετρα μακριά απο το ξενοδοχείο διέκρινα το μάυρο πλεκτό φόρεμα της να ανεμίζει στον δυνατό άνεμο συνοδέυοντας το αναίσθητο σώμα της που κείτονταν στο λευκό χιόνι.
Τα γόνατα μου λύγισαν αρνούμενα να κινηθούν προς το μέρος της για να βοηθήσω μα και μόνον στην σκέψη πως ίσως να είχε χάσει την ζωή της αρρώσταινα.
Πίεσα τον εαυτό μου να διανύσω την απόσταση εως το κορμί της όπου γονάτισα ανασηκώνοντας ελαφρά το κεφάλι της με σκοπό να παρατηρήσω εάν τυχόν είχε τραυματιστεί.
《Μαρίνα μωρό μου μίλησε μου..τι σου συνέβει..;》ψέλλισα τρομοκρατημένος .
Το δέρμα της είχε παγώσει κι τα μελανά χείλη της είχε καλύψει ένα λεπτό στρώμα πάγου το ίδιο κι τις μακριές βλεφαρίδες της που κοσμούσαν τα σφαλισμένα εκφραστικά μάτια της.
Δοκίμασα να την σηκώσω στην αγκαλιά μου παρατηρώντας για πρώτη φορά πως το δεξί της πόδι είχε παγιδευτεί σε ένα αιχμηρό αντικείμενο κάτω απο το έδαφος.
Δίχως ανάσα βάλθηκα να σκάβω στο χιόνι σαν τρελός εως ότου ανακαλύψω μια παγίδα για αρκούδες που είχε κλείσει γύρω απο την μπότα της δίχως ευτυχώς να προκαλέσει σοβαρό τραυματισμό.
Τράβηξα με όλη την δύναμη μου τις δύο αιχμηρές πλευρές της πεισματικά μέχρι τελικά να υποταχθούν στο ισχυρό θέλημα μου απελευθερώνοντας επιτέλους το πόδι της.
Δεν άφησα περιττό χρόνο να πάει χαμένος εξετάζοντας την πληγή εν μέσω του ψύχους αφού κάλλιστα μπορούσα να το πράξω στην ζεστασιά του δωματίου πλάι στο αναμμένο τζάκι.
Την σήκωσα στα χέρια μου απαλά με φόρα κατηφορίζοντας προσεχτικά το ολισθηρό μονοπάτι με την ελπίδα να ατενίσω ξανά τα δύο της μάτια να φεγγοβολούν οπως το ολόγιωμο αυγουστιάτικο φεγγάρι.
Κατέφθασα σε χρόνο ρεκόρ στο φωταγωγημένο λόμπι του ξενοδοχείου κεντρίζοντας ευθύς το βλέμμα του ηλικιωμένου ρεσεψιονίστ ο οποίος προσφέρθηκε να με βοηθήσει να την μεταφέρω έως το δωμάτιο .
《Σας ευχαριστώ για την ευγενική σας χειρονομία αλλα τα καταφέρνω και μόνος..》πρόφερα λαχανιασμένος ανεβαίνοντας αργά την ξύλινη σκάλα .
Ακούμπησα το σώμα της ευλαβικά στο αναπαυτικό στρώμα και έσπευσα να ανάψω το τζάκι καθώς το δωμάτιο παρά την αυτόνομη θέρμανση που παρέχονταν παρέμενε αρκετά κρύο.
Αφού έριξα μερικά κούτσουρα στο τζάκι ανάβοντας γρήγορα την φωτιά ξαναγύρισα δίχως καθυστέρηση κοντά της αφαιρώντας προσεκτικά την δερμάτινη μάυρη μπότα απο το τραυματισμένο πόδι της.
Η πληγή αν και μικρής έκτασης αφού τα εσωτερικά καρφιά που διέθετε η παγίδα δεν είχαν κατορθώσει να διαπεράσουν τις στοιβάδες του δέρματος προκαλώντας βλάβη η και κάταγμα σε κάποιο κόκκαλο.
《Αχ κορίτσι μου πως σου συνέβει πάλι αυτό ; Γιατί δεν πρόσεξες..;》ψιθύρισα χαμένος κάπου ανάμεσα στο παραμυθένιο πράο πρόσωπο της και τα παγωμένα χείλη της που επιζητούσαν ένα φιλί μου να τα ζεστάνει.
《Χμ..κάπου πρέπει να υπάρχει μέσα στο χώρο ένα κουτί πρώτων βοηθειών..》 μονολογούσα σκεπτικός βηματίζοντας βιαστικά εως το μπάνιο οπου πράγματι σε ενα απο τα ντουλάπια βρήκα αμέσως αυτό που αναζητούσα.
Ανακάθισα στο κάτω μέρος του στρώματος ακουμπώντας το χτυπημένο πόδι της στο γόνατο μου δίχως βέβαια να παραβλέψω την θέα του καυτού λευκού εσωρούχου που ξεχώριζε κάτω απο το βρεγμένο φόρεμα.
Το σώμα μου πυρώθηκε ως σίδερο στην φωτιά σε χρόνο μηδέν καθώς τα αμαρτωλά μάτια μου ανηφόριζαν ήδη προς το ευάισθητο σημείο που καιγόμουν να αισθανθώ να με κυκλώνει.
Δάγκωσα τα χείλη ιδρωμένος πασχίζοντας να επικεντρωθώ στην περιποίηση της πληγής δίχως αποτέλεσμα αφού τα μάτια σαν μαγνήτης ολοένα εκεί γυρνούσαν.
Καθώς το καθαρό οινόπνευμα ακούμπησε την σάρκα της αναδέυτηκε μορφάζοντας πονεμένα ψελλίζοντας ακατανόητα λόγια που στα αυτιά μου μεταδίδονταν σαν λάγνοι αναστεναγμοί .
《Γιατί μου το κάνεις αυτό ..; Πως επιδράς τόσο έντονα στο σώμα μου..ακόμη..;》ψέλλιζα με στόμα ξερό αφού η εσωτερική δίψα μου με είχε αφυδατώσει ολοσχερώς.
Απόλαυσα την αίσθηση του απαλού καθαρού δέρματος της επάνω στο δικό μου κλείνοντας τα μάτια σαν να πάλευα να αποθήκευσω την στιγμή στις οθόνες του μυαλού μου.
《Κρίστιαν..τι..κάνεις εκεί κάτω..;》ψιθύρισε με μάτια σφαλισμένα μα ένα πονηρό χαμόγελο χαραγμένο στα χείλη.
《Τι άλλο περιποιούμαι την πληγή σου..αφού σε βρήκα λιπόθυμη σε κατάσταση υποθερμίας μέσα στο δάσος. Πως αισθάνεσαι ..;》
《Εξαίσια μπορώ να πώ εαν συνεχίσεις να με χαιδέυεις ειδικά..》σχολίασε με την γνώριμη μπάσα χροιά που γνώριζε πολύ καλά πως φάνταζε αδύνατον να αντισταθώ.
《Μην με προκαλείς..!》
《Χμ..γιατί ..τι είσαι ικανός να μου κάνεις..;》συνέχισε το ερωτικό ξελόγιασμα που απογείωνε τις αισθήσεις μου λικνίζοντας απαλά τους γοφούς της στο στρώμα αποδεικνύοντας πόσο πολύ καιγόταν χαμηλά.
《Δεν έχεις ιδέα πόσα βρώμικα παιχνίδια έχω κατα νού τούτη την στιγμή να δοκιμάσω στην πρόθυμη σάρκα σου..》μουρμούρισα μαγεμένος απο το πορκλητικό θέαμα που αντίκριζα εμπρός μου.
Ευθύς άνοιξα την μπαλκονόπορτα ζητώντας απεγνωσμένα απο τον κρύο παγωμένο αγέρα να σβήσει το καμίνι που πυρπολούσε βασανιστικά το κορμί μου εδώ κι ώρες απο την στιγμή που την συνάντησα στο μπαρ νωρίτερα.
Όμως τα πράγματα έμελε να εξελιχθούν πολύ χειρότερα αφότου
παρατήρησα με την άκρη του ματιού να σηκώνεται όρθια με γυρισμένη την πλάτη της προς τα εμένα ενώ βάλθηκε να αφαιρέσει το μάυρο πλεκτό φόρεμα μένοντας μονάχα με τα διάφανα αποκαλυπτικά εσώρουχα.
Η κίνηση της φάνταζε κόκκινο πανί σε μαινόμενο τάυρο που επιθυμούσε οσο τίποτα να ξεσκίσει τις σάρκες του ταυρομάχου που τον προκαλούσε κάπως έτσι αισθανόμουν κι εγώ χαμένος στον πόθο .
Δίχως να με νοιάζει πια το οδυνηρό παρελθόν εισέβαλα τρελαμένος στο δωμάτιο πλησιάζοντας αργά το σώμα της απο πίσω καθώς ανταποκρίνονταν με θέρμη στο άγγιγμα μου.
Έσυρα τον αντίχειρα μου στον μακρύ ντελικάτο λαιμό της νιώθοντας το κάθε θηλάκιο των τριχών της να ανασηκώνεται καλωσορίζοντας εκ νέου τον άνδρα που το εκτόξευε βραδιές ολόκληρες σε άλλους γαλαξίες.
Ένας βαθύς αναστεναγμός σαν ψίθυρος εξήλθε απο τα κατακόκκινα ερεθισμένα χείλη της που δάγκωνε συνεχόμενα καθώς τα επιδέξια χέρια μου ταξίδευαν με ανοιχτά πανιά στου κορμιού της τα φουρτουνιασμένα πελάγη.
Τα δάκτυλα μου κύκλωσαν τις ερεθισμένες θηλές της ακουμπώντας ανεπαίσθητα τις παρυφές τους παρατείνοντας για μερικά λεπτά ακόμη την ατελείωτη δίψα μας.
《Θέλω να σε νιώσω..》ψέλλισε ζαλισμένη χαιδέυοντας παράλληλα το γκαβάλο μου με την αναστροφή του χεριού της.
Έγυρε στο πλάι το κεφάλι κι με μάτια κλειστά απολάμβανε κάθε κίνηση μου σαν να την ακουμπούσα για πρώτη και συνάμα ύστατη φορά.
Έπειτα κατηφόρισα στους σφικτούς κοιλιακούς της ανασάινοντας γοργά καθώς περνούσα το χέρι μου μέσα απο το βρεγμένο εσώρουχο της ικανοποιημένος που με ποθούσε με την ίδια ένταση.
Κι έπειτα σαν τα δάκτυλα ακούμπησαν την υγρή ήβη της απελευθερώθηκαν απο τα αόρατα δεσμά τους πατώντας ένα ένα σωστά τα πλήκτρα που θα μας οδηγούσαν στην απόλυτη σαρωτική έκσταση.
Αναστέναζε βαθειά παραδομένη παντελώς στα χέρια μου έχοντας γύρει ελαφρά το σώμα της προς τα εμπρός με αποτέλεσμα οι ολοστρόγγυλοι γλουτοί της να εφάπτουν στον ερεθισμένο ανδρισμό που κράυγαζε απελπισμένος για λύτρωση.
《Μην σταματάς..》μουρμούριζε μεθυσμένη απο το νέκταρ των αισθήσεων που περικύκλωναν το είναι μας.
Πάνω που αισθάνθηκα πως πλησίαζε η θεαματική κορύφωση της κατέβασα με φόρα το εσώρουχο της ξεκούμπωσα βιαστικά το παντελόνι μου
και αφού έσπρωξα απότομα το σώμα της στο στρώμα εισχώρησα επιτέλους ανήμπορος πλέον να συγκρατηθώ στο ερημωμένο μου λιμάνι.
Τίναξε το κεφάλι της προς τα πίσω αφήνοντας έναν βρυχηθμό ατελέυτητης ικανοποίησης να ενωθεί με τις δικές μου κραυγές ηδονής που έδιναν κι έπαιρναν καθώς τα ηλεκτρισμένα σώματα αλληλεπιδρούσαν ζωηρά.
Μέσα της χανόμουν κυριολεκτικά ξεχνούσα ακόμη και το όνομα μου το παρελθόν το παρόν και το μέλλον αφού
σαν ροδοπέταλα τα κύτταρα μου διασκορπίζονταν σε κάποια σκοτεινή αθέατη γωνία του υγρού πυρήνα της που δεν ήθελα ποτέ ξανά να αποχωριστώ .
Τα ηνία του παιχνιδιού πέρασαν απότομα στα δικά της χέρια καθώς άρχισε να λικνίζει σαν να χόρευε ανεξέλεγκτα και κυκλικά τους γλουτούς της επάνω στην φλογισμένη μου σάρκα που έλιωνε σε κάθε ώθηση.
《Αχ..Μαρίνα..》βογγούσα επιτέλους ελεύθερος απο τον βαθύ θυμό που με κρατούσε αποξενωμένο απο το βωμό της.
Έσπρωχνα με ολοένα περισσότερη φόρα τον ανδρισμό μου πιο βαθειά στον καυτό κρατήρα της ευτυχισμένος καθώς παρά το δριμύ κύμα του πόθου που εξουσίαζε το κορμί τα κλειδωμένα συναισθήματα μου είχαν αρχίσει σταδιακά να αναδύονται προσφέροντας πληρότητα.
Ιδρώτας κι λάβα ξεχύνονταν στα κορμιά μας συνειδητοποιώντας επιτέλους πως δεν είχα ξανανιώσει με καμία γυναίκα τέτοια έξαψη όσες κι αν πέρασαν ακόμη κι με την Βικτώρια η λογική μου δεν χανόταν παρέμενε σε επικοινωνία με το υπόλοιπο σώμα.
Μόνο μαζί της ένιωθα τις πέντε αισθήσεις σε πλήρη λειτουργία με την όραση μου χάιδευα τα αθέατα σημεία του κορμιού που δεν έφθαναν τα χέρια , με την ακοή απολάμβανα τις κραυγές της ηδονής.
Με την όσφρηση πλημμύριζαν τα ρουθούνια μου απο το πικάντικο άρωμα της με την αφή μου διασθανόμουν κάθε πόρο της σάρκας να κραυγάζει το όνομα μου ενω τέλος με γευόμουν λαίμαργα κάθε φλογερό φιλί απο τα χείλη της.
Με μια βίαιη κίνηση με τράβηξε κοντά της στο στρώμα ανεβαίνοντας σαν αλλη αμαζόνα πάνω στο κορμί μου χαμογελώντας ικανοποίημενη που κατορθώσε να με αποσυντονίσει.
《Χμ..νομίζεις οτι νίκησες ..;》ψέλλισα αυξάνοντας την ένταση του έρωτα μου με αποτέλεσμα τα σώματα μας να χοροπηδούν κυριολεκτικά πλησιάζοντας ενα βήμα πριν τον παράδεισο.
《Είσαι τρελός..》
《Για εσένα..σίγουρα..》ψιθύρισα σφίγγοντας τα μαλλιά της ανάμεσα στις ιδρωμένες παλάμες μου καθώς οι αντοχές σταδιακά ελλατώνονταν.
Ο φλεγόμενος τροχός της περιστρέφονταν γύρω απο τον πυρήνα μου με απίστευτη φορά δοκιμάζοντας την αυτοσυγκράτηση μου καθώς έτρεμα πλέον σύγκρομος κάτω απο το κολασμένο άγγιγμα της.
《Τέλειωσε μαζί μου..》πρόσταξα κοφτά ανεβάζοντας τους παλμούς σε εκρηκτικό βαθμό εως ότου αισθάνθηκα τους καυτούς πήδακες της ηδονής μας να ενώνονται όπως ακριβώς οι κραυγές μας.
《Θεε μου Μαρίνα..》κατόρθωσα να αρθρώσω ενθουσιασμένος αφού πλέον το υλικό μου σώμα δεν βρισκόταν επι της γής είχε ταξιδέψει με το διαστημόπλοιο του έρωτα σε άλλο πλανήτη .
Ακούμπησε στο στέρνο μου αναψοκοκκινισμένη χαιδέυοντας τα μαλλιά μου όπως ήξερε πως λάτρευα ανασύροντας αναμνήσεις για ακόμη μια φορά .
《Κρίστιαν..γλυκέ μου..》
《Μη..μην διανοηθείς να το προφέρεις !》
《Μην ανησυχείς ξέρω πλέον πως ακόμη και το σ αγαπώ έχασε την ισχύ του ..αναρωτιέμαι όμως τι ακριβώς κάναμε μόλις τώρα..;》ψιθύρισε σκυθρωπή θαυμάζοντας το ιδρωμένο πρόσωπο μου όσο ο ίδιος κρατούσα τα βλέφαρα κλειστά κρύβοντας την υγρή τους επιφάνεια.
《Γιατί με βασανίζεις ; Σου ζήτησα να μην ψιθυρίσεις καν αυτή την αναθεματισμένη λέξη που όλοι καίγονται να ακούσουν μα κανείς δεν εννοεί..!》
《Κι όμως δεν έχω σκοπό να σε ταράξω..όμως για κάποιους άλλους ανθρώπους εκει έξω όλη η ύπαρξη τους έχει στηριχθεί επάνω στην έννοια της αγάπης..》πρόφερε αναφερόμενη προφανώς στον εαυτό της θα μπορούσα να την αντικρούσω ομως δεν ήθελα να καταστρέψω την γλυκιά γαλήνη που βασίλευε μετά απο καιρό στην καρδιά.
《Κοιμήσου πριγκιπέσσα μην διαλύσεις την μαγεία..κι αυτό το μαγικό άρωμα που πλανιέται στην ατμόσφαιρα..το άρωμα της νύχτας..》της ζήτησα στοργικά σκεπάζοντας τα κορμιά μας με το μπορτνό πουπουλένιο πάπλωμα αφήνοντας τα όνειρα μας να διασταυρωθούν .
Μια γλυκιά ανακούφιση πλημμύρισε εξίσου την καρδιά αφού πλέον την κρατούσα εγω στην αγκαλιά μου και όχι κάποιος άλλος.
Η πόρτα υποτάχθηκε σιωπηρά στο θέλημα του μαυροφορεμένου άνδρα με τα δερμάτινα γάντια που εισέβαλε βαδίζοντας στις μύτες των ποδιών κοντά στο ζευγάρι που κοιμόταν αγκαλιασμένο.
Η εικόνα προκάλεσε τον ανεξέλεγκτο θυμό του τόσο έντονα που εαν είχε λάβει ήδη την πολυπόθητη εντολή απο άνωθεν θα τους εκτελούσε επι τόπου με μια σφαίρα στο κεφάλι.
"Εντάξει η αποστολή μου ολοκληρώθηκε είναι ώρα να ενημερωθεί το αφεντικό.." αναλογίστικε καθώς στεκόταν πάνω απο το προσκεφάλι της Μαρίνας η οποία σαν να διαισθάνθηκε τον κίνδυνο πετάρισε στο σκοτάδι τα βλέφαρα της αντικρίζοντας δύο δολοφονικά μάτια να καρφώνονται επάνω της.
《Θεε μου τι γυρέυεις εδώ φύγε χάσου !》αναφώνησα τρομαγμένη ξυπνώντας παράλληλα και τον Κρίστιαν .
《Τι συμβαίνει κορίτσι μου ησύχασε ένας εφιάλτης ήτανε μόνο..》ψιθύρισε χαιδέυοντας καθησυχαστικά τα μαλλιά μου όμως για εμένα δεν αποτελούσε απλά ένα άκακο όνειρο αλλα μια απτή αλήθεια καθώς ο άνδρας που μόλις με ένα σάλτο είχε αποχωρήσει απο το δωμάτιο είχε σταλεί σίγουρα απο την οργάνωση.
《Κρίστιαν..δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα ..δυστυχώς..》
《Τότε πως είναι ; Μίλησε μου Μαρίνα ποιός σε καταδιώκει..;》
《Δώσε μου λίγο χρόνο και θα μάθεις..》ψιθύρισα κρύβοντας το πρόσωπο μου ανάμεσα στα ζεστά μπράτσα του αναζητώντας την χαμένη μου ευτυχία όση ώρα τα υποχθόνια σχέδια τους εναντίον μου βρίσκονταν σε πλήρη εξέλιξη.
Ενας ήχος διαπεραστικός τρυπούσε απο νωρίς τα αυτιά μου μα δεν ήθελα καν να ασχοληθώ γι αυτό γύρισα πλευρό νυσταγμένα συνεχίζοντας τον γαλήνιο ύπνο μου στο πλευρό του.
Πόσο γλυκιά κι υπέροχη αίσθηση μπορούσε να δημιουργήσει η παρουσία του αγαπημένου σου κοντά σου άλλαζε τα πάντα ακόμη κι την ρόη του αίματος προς την καρδιά που χτυπούσε μελωδικά.
Ο παράξενος ήχος συνέχισε να παρενοχλεί τον ύπνο μου δίχως να τολμάω πλέον να τον αγνοήσω άνοιξα τα μάτια μου ατενίζοντας απέναντι μου το χιονισμένο βουνό με μια απροσδόκητη χαρά να φωλιάζει στην καρδιά μου .
Αναζήτησα με το βλέμμα μου αμέσως εκείνον πλάι μου
φοβισμένη μήπως όσα βιώσαμε το περασμένο βράδυ δεν ήταν τίποτα παραπάνω απο μια νυχτερινή φαντασία.
Το γυμνό ρωμαλέο σώμα του πλάι μου στο στρώμα πιστοποιούσε στο ακέραιο πως μοιραστήκαμε μια καυτή βραδιά έρωτα έπειτα απο ατέλειωτους παγωμένους χειμώνες μοναξιάς.
Γύρισα προσεχτικά προς το μέρος του χαιδέυοντας ανεπαίσθητα τις μακριές βλεφαρίδες που σκέπαζαν προστατευτικά τα σφαλισμένα μάτια που λάτρευα.
《Αγάπη μου..σε ευχαριστώ που μου έδωσες πίσω την χαρά..》ψιθύρισα χαμογελώντας συγκινημένη αφήνοντας το δάκρυ μου να βρέξει το πρόσωπο του ευτυχώς δίχως να τον ξυπνήσει.
Το κινητό μου διέκοψε για ακόμη μια φορά την πολύτιμη στιγμή μου δονώντας επίμονα για αρκετά λεπτά αναταράσοντας στο λεπτό την ερωτική σιωπή που μας κύκλωνε.
Η σκέψη και μόνον της μικρής μου Κρίστινα αρκούσε για να πεταχτώ έντρομη απο το κρεββάτι αρπάζοντας την συσκευή στα χέρια μου σε χρόνο μηδέν βγαίνοντας αθόρυβα στο μπαλκόνι.
《Τι θέλετε πάλι σας είπα πως θα τηρήσω την συμφωνία μας στο ακέραιο..》διαμαρτυρήθηκα κρύβοντας καλά τον φόβο πίσω απο μια δήθεν γενναιότητα.
《Τι μας λες και πως ακριβώς έχεις σκοπό να τον εξοντώσεις κάνοντας αχαλίνωτο σέξ μαζί του ; Τελείωσε η διορία Αδαμίδου αν θες να ξαναδείς τελευταία φορά την κόρη σου ανέβα γρήγορα προς το δάσος..》
《Τι πράγμα ; Τι λες τρελάθηκατε σας έδωσα τον λόγο μου πως θα το πράξω το γεγονός οτι του δόθηκα αποτελεί ξεκάθαρα μέρος του σχεδίου..!》αναφώνησα υστερικά βηματίζοντας στο ξύλινο μπαλκόνι δίχως να αναλογιστώ σαν ανόητη πως ίσως ο Κρίστιαν να με άκουγε κι ας κοιμόταν φαινομενικά.
《Επαναλαμβάνω αν θες να την αγκαλιάσεις για τελευταία φορά τρέξε στο βουνό θα μας συναντήσεις εκεί..και μην ρωτάς..》γρύλισε τερματίζοντας βίαια την γραμμή δίχως να μου αφήσει περιθώρια να αμυνθώ.
Με κυρίευσε επι τόπου πανικός τα πόδια μου κόπηκαν και συνάμα η αναπνοή μου όμως δυστυχώς με είχαν φέρει προ τετελεσμένου γεγονότος οπότε η άμμος στην κλεψύδρα κυλούσε ήδη γοργά κι αντίστροφα.
Δίχως να το σκεφτώ φόρεσα μηχανικά ένα τζίν παντελόνι κι ένα μπέζ πουλόβερ έπιασα τα μαλλιά μου σε μια χαλαρή αλογοουρά άφησα ένα σημείωμα στον άνδρα μου που ακόμη κοιμόταν και σαν σίφουνας εγκατέλειψα το δωμάτιο.
Σαν αφουγράστηκε την ξύλινη πόρτα πίσω της σήκωσε το κεφάλι του σκυθρωπός καθώς εδώ και ώρα προσποιούνταν πως κοιμόταν με σκοπό να αλιέυσει κάποιες πληροφορίες τις οποίες δεν άργησε να αλιέυσει τελικά.
《Α..ώστε έχεις τελικά κάποιο σχέδιο κατα νού έτσι Μαρίνα γι αυτό πρόθυμα μοιράστηκες το κορμί σου μαζί μου.
Κι εγώ σαν μαλάκας πίστεψα ξανά σε εμάς..》ψιθύρισε εξοργισμένος χτυπώντας με δύναμη την γροθιά του στο στρώμα καθώς η απογοήτευση τον τύλιγε στην άσπλαχνη αγκαλιά της ξανά...
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro