Κεφάλαιο Ένατο - Υπάρχει Ακόμη Ελπίδα ;
Αφιερωμένο με τεράστια ευγνωμοσύνη και αγάπη σε όλους σας και στις αγαπημένες μου @Rose_17 DianaRay1 _Sumela_01 Dionysia1980
Ευχαριστώ ολόψυχα για την στήριξη σας !!❤
Πετάχτηκα θέση μου σαστισμένη εκτινάσοντας με φόρα την φθαρμένη γκρίζα καρέκλα προς τον εκρού ξεβαμμένο τοίχο ακριβώς πίσω απο το σώμα μου αδιαφορώντας για τον κρότο που διέσπασε την ήδη ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα.
Πάσχιζα να αρθρώσω λέξη μα τα χείλη μου είχαν μουδιάσει λες και τόνοι πάγου είχαν σχηματίσει ένα λεπτό στρώμα γύρω απο την επιφάνεια τους.《Δεν.. μπορεί να μιλάτε σοβαρά ; Με.. προφυλακίζεται χωρίς να έχετε συλλέξει καν τις απαραίτητες χειροπιαστές αποδείξεις για το έαν εγώ του επιτέθηκα ; Αν είναι δυνατόν !》φώναξα αγανακτισμένη με δυσκολία ακουμπώντας παράλληλα το αδειανό στομάχι μου που πονούσε σαν να ειχα δεχτεί κλωτσιά κατευθείαν στο κέντρο του .
《Καθίστε κάτω κυρία Αδαμίδου ξέρουμε καλά την δουλειά μας !》Πρόσταξε κοφτά δίχως να τραβήξει το καυστικό βλέμμα του απο το δικό μου λες και αποκωδικοποιούσε και την παραμικρή σύσπαση των μυών μου.
Έπειτα απο μια αμήχανη πάυση οπου μονάχα η γρήγορη ανάσα μου αντηχούσε στο παγερό γραφείο πίνοντας μια γουλιά απο το κρυστάλλινο νερό που βρισκόταν ακουμπισμένο πλάι του συμπλήρωσε σκεπτικός.
《Ωραία..κι ας υποθέσουμε πως πράγματι έχουμε λάθος όπως λέτε γιατί δεν αναλαμβάνετε να μας διαφωτίσετε εσείς ; Ποίος κρύβεται πίσω απ την απόπειρα και κυρίως γιατί τον καλύπτεται;》πέρασε απευθείας στην επίθεση υψώνοντας τον στιβαρό ήχο της φωνής του σαν να βιαζόταν να με καταδικάσει δίχως αποδεικτικά.
Επιθυμούσε φαίνεται να επιστρέψει οσο το δυνατόν γρηγορότερα και με ήρεμη συνείδηση στο ζεστό του σπιτάκι θεωρόντας πως έπραξε ορθά το καθήκον του .
Η κακούργα θα βρίσκόταν πλέον πίσω απο τα κάγκελα ενώ οι πραγματικοί κακοποιοί έξωθεν της φυλακής θα βασανίζαν ανενόχλητοι με την σφραγίδα του νόμου το παιδάκι μου αναλογιζόμουν σφίγγοντας τις γροθιές μου .
"Τι απόκριση σκοπέυεις να δώσεις τώρα Μαρίνα ; Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να υποψιαστούν την οργάνωση..δεν γίνεται να θέσεις σε μεγαλύτερο κίνδυνο το αγγελούδι σου" υπενθύμιζα κάθε λεπτό στο θολωμένο νου μου προλαμβάνοντας ενα τεράστιο σφάλμα που θα κόστιζε την αθώα ζωή του παιδιού μου.
Έστρεψα μηχανικά το βλέμμα μου προς το παράθυρο με τα κατεβασμένα στόρια στα δεξιά μου πασχίζοντας να διακρίνω μέσα απ τα μικροσκοπικά τους ανοίγματα μια αχνή αχτίδα φωτός που θα γεννούσε στην καρδιά μου εκ νέου την χαμένη μου ελπίδα .
Είχα ανάγκη να πιστέψω πως όλα όσα βίωνα ήταν απλά μια καταιγίδα σαρωτική που με την ίδια ορμή που είχε χτυπήσει άξαφνα τις ήρεμες ζωές μας τόσο πιο γρήγορα θα έχανε μια για πάντα την ισχύ της .
Τα μάυρα πυκνά σύννεφα που είχαν θολώσει την όραση μας εν ριπεί οφθαλμού θα έσβηναν και ένα πολύχρωμο ουράνιο τόξο θα ανέτειλε φωτεινό και ελπιδοφόρο επιτέλους στον ουρανό μας.
Προς το παρόν βέβαια η συννεφιά εσωτερικά μου ολοένα πύκνωνε παρομοίως και ο άνεμος της καταπιεσμένης οργής που σιγόβραζε στα στήθια μου δίχως να βρίσκει διέξοδο όσο το δίλημμα γιγαντώνονταν .
Ο άνδρας απέναντι μου ξεφύσιξε ανυπόμονα σμίγοντας τα φρύδια του σαν να πάσχιζε να συγκρατήσει τον εαυτό του .
《Σκοπέυεται να περάσετε ολόκληρη την ημέρα σας στο γραφείο μου ; Συντομέυεται παρακαλώ έχω χιλιάδες άλλες υποθέσεις να ασχοληθώ ! Ποιός κρύβεται πίσω απο την απόπειρα..;》επέμεινε έχοντας φτάσει στα όρια της υπομονής του.
《Δεν ξέρω πραγματικά σας μιλάω !Τυχαίνει να έχει πολλούς εχθρούς ο σύζυγος μου ..βλέπετε δεν είναι δυστυχώς η πρώτη φορά που απειλείται η ζωή του..》σχολίασα με έκδηλη πικρία σέρνωντας αργά την καρέκλα προς την αρχική της θέση έτοιμη να προσφέρω περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με την απαγωγή του που ποτέ δεν μου ζητήθηκαν.
《Μάλιστα ..μιλάτε όμως αόριστα και γενικά δίχως να μας δίνετε εικόνα της κατάστασης..! Με τι είδους ανθρώπους συναναστρέφεται ο Μπάλτον ..;
Μα το κυριότερο απο όλα γιατί αποκρύψατε απο τις αρχές πως είσασταν παντρεμένη αλλάζοντας επίθετο και συνάμα χώρα ..;》πρόφερε αργόσυρτα και καχύποπτα λες και γνώριζε εξαρχής την ιστορία μου με λεπτομέρεια και ακρίβεια αναμένοντας μια απλή επιβεβαίωση απο τα χείλη μου.
Ανακάθισα στην θέση μου κρατώντας το ηθικό μου ψηλά κρύβοντας περίτεχνα τον φόβο που ελώχευε στις σκιές της ψυχής μου πίσω απο το παγερό προσωπείο που είχα υιοθετήσει.
《Επιχειρηματικές κυρίως συναναστροφές είχε αναπτύξει ολόκληρο ναυτιλιακό κολοσσό διοικεί ..! Όσο για το επίθετο που προαναφέρατε πιστέψτε με δεν αποτελεί πειστήριο εγκλήματος οτι ένα ζευγάρι αποφάσισε να ζήσει χωριστά..》 αποκρίθηκα εξίσου σαρκαστικά θαυμάζοντας την ψυχραιμία με την οποία διαχειρίστηκα την ερώτηση παγίδα.
Χαμογέλασε λοξά και παντελώς παγερά σβήνοντας μονομιάς την διάχυτη υπερηφάνεια που με είχε κατακλύσει για μερικά δευτερόλεπτα προσπαθώντας να με εκμηδενίσει ώστε να αλιέυσει τις πληροφορίες που θέλει.
《Χα..δεν με πείθεται κυρία μου..πολύ λυπάμαι γι αυτό ! Έχω αρχίσει και χάνω την υπομονή μου . Μίλα και μην με καθυστερείς περαιτέρω πες μου αυτός ευθύνεται για την αρπαγή της κόρης σου ; Μην με αναγκάσεις να ψάξω πιο βαθειά γιατί πίστεψε με θα βλαστημήσεις την ώρα που γεννήθηκες..》με απείλησε ανοιχτά περνώντας απότομα απο τον πληθυντικό ευγενείας σε έναν άκρως επιθετικό ενικό χτυπώντας με δύναμη τα χέρια του στην σιδερένια επιφάνεια του γραφείου δημιουργώντας έναν ενοχλητικό απόηχο.
Δεν θα με πτοούσε όμως με τους ανόητους τραμπουκισμούς του καθότι ήξερα πολύ καλά πως με την τακτική που ακολουθούσε προσπαθούσε απλώς να με εκφοβίσει ώστε να σπάσω πιο εύκολα την σιωπή μου.
《Ξέρετε κάτι οι απειλές σας δεν με τρομοκρατούν διόλου ! Ψάξτε όσο βαθειά θέλετε στο τέλος εσείς θα μείνετε με τα χέρια σταυρωμένα όταν διαπιστώσετε πως δεν έχουμε διαπράξει ουδεμία παρανομία με τον σύζυγο μου..》πρόφερα κοροιδευτικά με θράσος.
《Χα..αυτό μην το λές ! Εφοπλιστής είναι ο ανδρούλης σου η περιουσία του ανέρχεται σε αμέτρητα μηδενικά σοβαρά πιστεύεις πως πράττει σύμφωνα με το τελευταίο γράμμα του νόμου ; Μην γίνεσαι γελοία..!》
Το πόδι μου μηχανικά κινούνταν σπασμωδικά πάνω κάτω υποδεικνύοντας τον διάχυτο εκνευρισμό που πάσχιζα τόση ώρα να αποκρύψω υπομονετικά.
Μα τα όρια μου διέθεταν προς το τέλος της διαδρομής τους ένα πολύ μικρό σύνορο όπου εάν δοκίμαζε να ξεπεράσει θα ευχόταν ο ίδιος να μην είχε γεννηθεί.
《Ακούστε κύριε για να είμαστε ρεαλιστές ο μοναδικός που αυτή την στιγμή γελοιοποιείτε ανάμεσα σε εμάς τους δύο είστε ξεκάθαρα εσείς ! Σας κατέθεσα όσα γνωρίζω και εσείς επιμένεται να γίνεστε αναιδής και προσβλητικός το τονίζω χωρίς αποδείξεις. Γι αυτό σας παρακαλώ θερμά για ύστατη φορά βγάλτε μου αυτές τις αναθεματισμένες χειροπέδες και αφήστε με να πάω στον τραυματισμένο σύζυγο μου !》ξέσπασα αδιαφορώντας παντελώς για τις συνέπειες της αυθάδειας μου ακόμη και αν με καταδίκαζαν ισόβια.
Μονάχα το υλικό μου σώμα θα επωμιζόταν τις ολέθριες αυτές συνέπεις
τις ανυπακοής μου σε νόμους και κανόνες αφού το πνέυμα μου βρισκόταν στο πλάι του απο την πρώτη στιγμή.
Η ενέργεια μου κύκλωνε το σώμα του χαράζοντας το ασφαλέστερο μονοπάτι της θριαμβευτικής επιστροφής του στον κόσμο μας , η καρδιά μου παλλόταν μαζί με την δική του και το ζεστό αίμα μου έρεε στις φλέβες του ζωτικό και ταυτόχρονα δυναμωτικό.
Η ψυχή μου τον καλούσε απεγνωσμένα πίσω κι ας έλειπε η φυσική μου παρουσία δίπλα του βρισκόμουν φυλακισμένη μέσα του αντλώντας ζωή απ την δικιά του η οποία αν χανόταν τότε μαζί του θα εξανεμιζόμουν στο λεπτό σαν σκόνη του δρόμου κι εγώ.
Χαμένη στις σκέψεις μου ούτε που παρατήρησα τον ανακριτή ο οποίος είχε εγκαταλείψει την βολική θέση του πλησιάζοντας απειλητικά προς το μέρος μου με βλέμμα ανεξιχνίαστο .
Κοντοστάθηκε έμπροσθεν του σώματος μου σφίγγωντας υπερβολικά το τετραγωνισμένο πηγούνι του δίνοντας την αίσθηση πως αποφάσιζε εκείνο το λεπτό για την τύχη μου .
《Λοιπόν Αδαμίδου επειδή βαρέθηκα να ασχολούμαι με την πάρτη σου σε παραπέμπω αμέσως στον εισαγγελέα Θα προσθέσω μάλιστα στις ήδη υπάρχουσες κατηγορίες που σε βαραίνουν τις..εξής απείθεια και εξίσου αγενής συμπεριφορά προς τις αρχές..!》ανακοίνωσε χαιρέκακα φωνάζοντας το καθίκι που με απειλούσε νωρίτερα να με οδηγήσει στο κελί μου.
《Σπύρο τελειώσαμε έλα να πάρεις την κυρία..》
Γέλασα με την καρδιά μου διότι μονάχα κατ αυτόν το τρόπο μπορούσα να αντιδράσω στα παράλογα γεγονότα που βίωνα απο το χθεσινό βράδυ σερί σαν ταινία δράσης που ο σεναριογράφος ξέχασε να γράψει το τέλος.
《Χώσε με και στην χειρότερη φυλακή του κόσμου εγώ και πάλι γελοίο θα σε αποκαλώ ! Κοιτάτε μονάχα να ξεσπάσετε το ασυγκράτητο μένος σας σε αδύναμες γυναίκες όταν αληθινοί εγκληματίες μαστίζουν την κοινωνία μας καθημερινά ανεξέλεγκτοι! Ντροπή σας !》αναφώνησα θυμωμένη κοιτάζοντας δίχως φόβο κατάμουτρα τον πουλημένο ανακριτή που δεν είχε στάλα ηθικής στην ασπλαχνή ψυχή του.

《Μην συνεχίζεις να επιβαρύνεις την θέση σου Αδαμίδου ήδη έχεις μπλέξει πολύ άσχημα με την σιωπή σου..! Είναι φανερό πως συγκαλύπτεις παράνομες δραστηριότητες ..》πρόσθεσε νευριασμένος την ώρα που η θύρα του γραφείου άνοιγε διάπλατα.
《Κανέναν δεν συγκαλύπτω θα το διαπιστώσετε σύντομα..》πρόφερα αχνά διακρίνοντας με την άκρη των ματιών μου τον σκληροτράχυλο Σπύρο να με παρατηρεί με ύφος μοχθηρό και ένα ανάλαφρο μειδίαμα ικανοποίησης χαραγμένο στα λεπτά του χείλη καθώς εισέβαλε φουρίοζος στο γραφείο .
Μέ έπιασε απο το μπράτσο έτοιμος να εκτελέσει σαν σωστό πειθήνιο όργανο οποιαδήποτε εντολή.
《Τι θέλετε να κάνω μαζί της..;》ρώτησε κοφτά τον ανώτερο του κοιτάζοντας λοξά διακριτικά προς το μέρος μου γνέφοντας επιδοκιμαστικά αφού προφανώς είχε κρυφακούσει ολόκληρη την συζήτηση μας.
《Πήγαινε την ευθύς στο κρατητήριο εως ότου περάσει ακρόαση απο τον εισαγγελέα.. ο οποίος θα την παραπέμψει με την σειρά του σε δίκη αρκετό χρόνο έχασα μαζί της !》πρόσταξε κοφτά ανοίγοντας μπροστά του έναν άλλο λευκό φάκελο προετοιμάζοντας μια επόμενη καταδίκη δίχως στοιχεία προφανώς γνέφοντας ταυτόχρονα απαξιωτικά να περάσουμε έξω απο το γραφείο .
《Εις το επανιδείν αγαπητέ..! Μονάχα ένα θα σας πω και να το θυμάστε προσέξτε μην τα φέρει η ζωή να αλλάξουμε θέση κάποια μέρα και βρεθείτε ξαφνικά εσείς κατηγορούμενος..》τον προειδοποίησα αυστηρά όση ώρα ο άξεστος αστυνομικός ξοπίσω μου τραβούσε τα χέρια μου λες και ήταν πλασμένα απο λάστιχο προκαλώντας μου αφόρητο πόνο.
《Πέρνα έξω αναιδεστάτη αμέσως !》φώναξε κλείνοντας με φόρα την βαριά πόρτα του ενοχλημένος όχι όμως απο την δική μου γνώμη την οποία του εξέφρασα άφοβα .
Η αυστηρή συνείδηση του ήταν εκείνη που τον δίκαζε ήδη εσωτερικά κραυγάζοντας στα ορθάνοιχτα ώτα της ψυχής του πως με φυλάκισε άδικα κι ας πάσχιζε με χίλιους τρόπους να την φιμώσει.
Κατέβαινα αργά τις σκάλες που οδηγούσαν στο ισόγειο αγέρωχη με το κεφάλι ψηλά παρα τις κατηγορίες που είχαν φορτώσει αναίτια στις πλάτες μου .
Άντεχα ακόμη πολλά καψώνια και βάσανα για χάρη των παιδιών μου κι φυσικά με την σκέψη του Κρίστιαν να με ενδυναμώνει αόρατα λες και η ψυχή του στεκόταν βράχος στο πλευρό μου παρά τον κίνδυνο που το σώμα του αντιμετώπιζε.
《Φέρθηκες σαν καλό κορίτσι ..γι αυτό ίσως σήμερα σε αφήσουν να μιλήσεις για μερικά λεπτά στην κορούλα σου ...》ψιθύρισε στο αυτί μου βραχνά ο Σπύρος χαιδέυοντας ερωτικά τον λαιμό μου .
《Πάρε τα ματωμένα χέρια σου απο την καθαρή μου σάρκα αυτό το λεπτό !》γρύλισα σπρώχνοντας μακριά απο το δέρμα μου την παλάμη του.
《Μπα γιατί ενοχλήθηκες ομορφούλα ; Μονάχα ο φλώρος ο Μπάλτον θέλεις να σε αγγίζει ; Μήπως είναι και άβατο το κορμάκι σου για άλλους άνδρες ;》βιάστηκε να προσθέσει κοροιδευτικά κοζάροντας προκλητικά απο πάνω έως κάτω το κορμί μου που διαγράφονταν ολοκάθαρα μέσα απο τα βρεγμένα ρούχα μου
Έγνεψα θετικά αηδιασμένη αποφέυγοντας την τελευταία στιγμή αλλο ένα ανυπόφορο άγγιγμα του . 《Πολύ σωστά το έθεσες ! Σε έναν μονάχα άνδρα ανήκει αυτό το σώμα που θαυμάζεις σαν ξελιγωμένος τόση ώρα !》σχολίασα ειρωνικά χωρίς δισταγμό και φόβο.
Κοντοστάθηκε στην σκάλα που χώριζε τον δέυτερο απο τον πρώτο όροφο του κτιρίου απ όπου μόλις κατεβήκαμε κοιτώντας προς το μέρος μου μοχθηρά στενέυοντας τα γαλανά μάτια του.
Έπειτα ακούμπησε βίαια το πηγούνι μου θυμωμένος στρέφοντας αναγκαστικά ξανά το βλέμμα μου προς το αποκρουστικό πρόσωπο του που μονάχα ναυτία μου προκαλούσε.
Τα γαλανά μάτια του εξεπεμπάν πονηριά και απίστευτη μοχθηρία τα ρουθούνια του εξαπέλυαν φλόγες όμοιες με αυτές της μαρτυρικής κολάσεως όσο για τα γεμάτα χείλη του έσταζαν αίμα αθώων ανθρώπων.
《Κρίμα γλύκα εσύ χάνεις διότι αν συνέργαζοσουν έστω κι λίγο μαζί μου ίσως ..αποκτούσες έναν σύμμαχο μέσα στην οργάνωση . Μονάχα ένα βράδυ θα περνούσες μαζί μου κι έπειτα θα πρέσβευα ακόμη και στον μεγάλο για εσένα..!》ψιθυρισε μελιστάλαχτα στο αυτί μου θωπέυοντας με θράσος το στήθος μου αγνοώντας τις προειδοποιήσεις μου.
Μόρφασα αηδιασμένη απο όσα άκουγα αποστρέφοντας στο λεπτό το πρόσωπο μου παλέυοντας με νύχια και με δόντια παρα τις χειροπέδες που δέσμευαν τα χέρια μου να αποφύγω το ρυπαρό άγγιγμα του .
《Ποτέ μου δεν θα πλάγιαζα με έναν κακούργο σαν εσένα που εκμεταλλέυεται την θέση του στην υπηρεσία για να προκαλέσει κακό σε μικρά απροστάτευτα παιδάκια. Αντί να καταδίδει όσους ευθύνονται στις αρχές ! Μου προκαλείς ναυτία ειλικρινά γι αυτό βιάσου οδήγησε με στο κελί μου κι έπειτα μην ξαναεμφανιστείς μπροστά μου άσε με εκεί μέσα να σαπίσω !》ψιθύρισα θαραλλέα αδιαφορώντας για τις συνέπειες που θα επακολουθούσαν.
《Θα το πληρώσεις αυτό σκρόφα..》με απείλησε ψιθυριστά χαμογελώντας χαιρέκακα καθώς φθάναμε επιτέλους στο ισόγειο για την προκαθορισμένη φωτογράφηση που έβλεπα μονάχα στις ταινίες.
Πατώντας σταθερά στο τελευταίο σκαλοπάτι το βλέμμα μου ασυναίσθητα στράφηκε προς την κεντρική είσοδο του τμήματος απ όπου εισέρχονταν πολλά άτομα .
Διέκρινα ανάμεσα τους μια γνώριμη γυναικεία φιγούρα και ευθύς η ανάσα μου κόπηκε να πάρει την ήξερα καλά την συγκεκριμένη κοπέλα κι ας προσπαθούσα να ξεχάσω την ενοχλητική παρουσία της.
Δεν τολμούσα να ξεριζώσω απο την μνήμη μου βλέπεις πως για κάποιο χρονικό διάστημα προτού τα βρόντηξω και φύγω αποτελούσε καθημερινά το μήλον της έριδος ανάμεσα σε εμένα και τον Κρίστιαν ροκανίζοντας αργά τα θεμέλια του γάμου μας.
Θυμόμουν ολοκάθαρα το μοιραίο απόγευμα που την αντίκρισα για πρώτη φορά στην υποδοχή της ναυτιλιακής να βαδίζει αγέρωχα φορώντας ένα κοντό κόκκινο προκλητικό φόρεμα που άφηνε τα ψηλά μακριά πόδια της ακάλυπτα σε συνδυασμό με τα μάυρα δερμάτινα πέδιλα που αντηχούσαν στο δάπεδο σαγηνευτικά.
Στην θέα της τα έχασα αισθάνθηκα ένα ασήμαντο ανθρωπάκι εμπρός στην ομορφιά και την ανεπιτήδευτη γοητεία που σκορπούσε σαν εισέβαλε δυναμικά στον χώρο κεντρίζοντας αστραπιαία σαν μαγνήτης τα φλογερά βλέμματα των ανδρών που ξεχειλίζαν πόθο.
Θυμάμαι να παρατηρώ αυτομάτως το μάυρο πανάκριβο βραδυνό με παγέτες φόρεμα που κοσμούσε το αδύνατο σώμα μου υποτιμητικά .
Παράλληλα να επιθεωρώ τις καλοχτενισμένες χρυσαφένιες μπούκλες που πλαισίωναν τους ώμους μου ξερά στάχια μπροστά στους δικούς της καστανούς καταρράκτες που ξεχύνονταν έως το αβυσσαλέο ντεκολτέ της.
Για πρώτη φορά έπειτα απο τόσα χρόνια έγγαμου βίου και άπειρων προσωπικών βοηθών που είχα γνωρίσει άλλοτε εντυπωσιακών αλλότε πάλι πιο αδιάφορων εμφανισιακά αισθάνθηκα το δηλητηριώδες βέλος της ζήλειας να μπήγεται κατάστηθα σκοτώνοντας ακαριαία την εμπιστοσύνη μου.
Η συγκεκριμένη ομολογουμένως ήταν καλλονή μπροστά στις παλαιότερες αναζητούσα απελπισμένα μια τόση δά ατέλεια επάνω στο πανέμορφο νεανικό πρόσωπο της που θύμιζε την λεία επιφάνεια του υπέρλαμπρου φεγγαριού.
Όσο εξεταστικά κι αν την παρατηρούσα δεν μπορούσα να εντοπίσω ούτε ένα μικροσκοπικό σημαδάκι που να αλλοιώνει την αλαβάστρινη λευκή επιδερμίδα της , όσο για τα ζουμερά πορφυρά χείλη της θα κόλαζαν ακόμη και γυναίκες.
Ξεφύσιξα απογοητευμένη καθώς η έξοδος έπειτα απο τόσο καιρό είχε επίσημα καταστραφεί με τι κέφι θα συναντούσα τώρα τον σύζυγο μου ο οποίος με περίμενε στον τελευταίο όροφο του κτιρίου να περάσω να τον πάρω με προορισμό το θέατρο ;
Πως να χαμογελάω ανέμελα στο πλευρό του ποζάροντας με αυτοπεποίθηση στον φακό όταν μπροστά μου είχε εμφανιστεί νωρίτερα αυτό το παραδεισένιο πλάσμα..;
Είμασταν ανάμεσα στους επίτιμους χορηγούς και συνάμα καλεσμένους μιας δημοφιλούς παράστασης κι όπως είναι σύνηθες στις πρεμιέρες όλα τα φλάς θα ήταν στραμμένα επάνω μας γεμίζοντας πλήθος φυλλάδων και blog με τις απεικονίσεις της ουτοπικής μας ευτυχίας.
"Δεν πρέπει Μαρίνα σε καμία περίπτωση να αφήσεις αυτήν την συνάντηση να σε επηρεάσει τόσο πολύ με αποτέλεσμα να καταστρέψεις και την βραδιά του Κρίστιαν.." με συμβούλευε η λογική αντιμαχόμενη την καρδιά που σκιρτούσε σαν φοβισμένο πουλί .
Στήλωσα τα ασημένια μου πέδιλα στο δάπεδο της υποδοχής βαδίζοντας αγέρωχα πλάι της κρύβοντας την αμηχανία πίσω απο το πηγαίο χαμόγελο μου ρισκάροντας οι γνωστοί μου στην εταιρεία να με συγκρίνουν μοιραία μαζί της .
Ήταν η πρώτη μου επίσημη εμφάνιση έπειτα απο την δέυτερη γέννα μου και όπως συνέβαινε σε άπειρες γυναίκες ανα τον κόσμο δυσκολέυτηκα πολύ να χάσω τα περιττά κιλά της εγκυμοσύνης.
Δεν άντεχα να κοιταχτώ στον ολόσωμο καθρέπτη του δωματίου μου ένιωθα πως η σιλουέτα μου είχε καταστραφεί ολοσχερώς έπειτα απο τα δεκαπέντε ολόκληρα κιλά που βάραιναν το σώμα.
Μα απόψε στάθηκα θαραλλέα εμπρός του προβάροντας το προκλητικό φόρεμα μου αδιαφορώντας για την έγκριση ενός άψυχου γυαλιού αφού η ίδια αισθανόμουν επιτέλους ποθητή .
Η μοναδική μου ατέλεια παρέμενε ακόμη η κοιλιά μου που αν και εμφανώς αδυνατισμένη πλέον έπειτα απο άμετρητους κοιλιακούς διακρίνονταν ακόμη μέσα απ τις λεπτές πτυχές του στενού φορέματος που αγκάλιαζε παρόλα αυτά ιδανικά τις καμπύλες μου.
Όμως σαν την αντίκρισα οι πεποιθήσεις μονομιάς κατέρρευσαν εμπρός στα μάτια μου ξεσκεπάζοντας τον μόνιμο μοχθηρό εχθρό που ελώχευε στις σκιές να με κατασπαράξει.
Οι χιλιάδες ανασφάλειες μου ξεχύθηκαν δηλητηριώδεις και επιθετικές απο το σκοτεινό μπουντρούμι που τις είχα κλειδώσει μονάχα για απόψε κι ευθύς η ψυχολογία που πάσχιζα να χτίσω κατακρημνίστηκε στο δευτερόλεπτο.
《Μαρίνα καλώς ήρθες ..》μου φώναξε χαρωπά γνέφοντας η ευγενέστατη ξανθιά κοπέλα της ρεσεψίον η οποία ουδέποτε διέγειρε την αδάμαστη ζήλεια μου όσες φορές κι αν την είχα πετύχει να συνομιλεί με τον Κρίστιαν.
Φρόντισα βέβαια να την φακελώσω απο την πρώτη κιόλας στιγμή που την προσέλαβε παίρνοντας τις απαραίτητες πληροφορίες για εκείνη απο έμπιστα άτομα μέσα στην εταιρεία όπως έπραττα με κάθε γυναίκα που τον πλαισίωνε κι ας φάνταζε εμμονικό.
Απορούσα πως μου είχε διαφύγει η συγκεκριμένη αλλα η απάντηση δυστυχώς ήταν προφανής αναγράφονταν σχεδόν στο κούτελο μου κι ας εθελοτυφλούσα σκόπιμα.
Έπειτα απο την γέννηση του μικρού κλείστηκα στο σπίτι οικειοθελώς νιώθοντας την ανάγκη να αφιερωθώ στα μικρά μου πλάσματα εγκαταλείποντας ακόμη και την διοικητική θέση μου στην εταιρεία του Νίκολας.
Μοχθούσα καθημερινά για το υγιές μεγάλωμα των παιδιών αφήνοντας άθελα μου τον πανέμορφο σύζυγο μου βορά στις ορέξεις της κάθε αριβίστριας διαπίστωνα μεμφόμενη τον εαυτό μου που τώρα καιγόταν στο καυτό καμίνι της ζήλειας .
《Τι κάνεις Γκίλντα πως πάει ; Ο σύζυγος μου είναι επάνω..;》αποκρίθηκα αφηρημένη κεντρίζοντας για πρώτη φορά το φαρμακερό βλέμμα της που στόχευσε σαν βέλος το πρόσωπο μου.
Προτού η κοπέλα προλάβει να μου απαντήσει η μοιραία γυναίκα κοντοστάθηκε εμπρός μου απλώνοντας το χέρι της ευγενικά προς το μέρος μου διατηρώντας παράλληλα αμυντική στάση σώματος με τα πόδια της ελαφρώς ανοιγμένα σαν να ετοιμαζόταν να με κλωτσήσει.
《Καλησπέρα κυρία Άστον.. επιτρέψτε μου να συστηθώ ονομάζομαι Βικτώρια Ντιμπάλ. Εδώ και ένα μήνα είμαι ιδιαιτέρα γραμματέας του συζύγου σας..》ανακοίνωσε παγερά με ένα ανταγωνιστικό μειδίαμα χαραγμένο στο μοχθηρό πρόσωπο της.
Δεν άπλωσα καν το χέρι μου να την χαιρετήσω κι ας με χαρακτήριζε αγενή και άξεστη ποσώς με ενδιέφερε αφού οσο πιο κοντά της πλησίαζα τόσο πιο ασήμαντη αισθανόμουν.
Όσο για τα λεγόμενα της πυροδότησαν εσωτερικά τον ξεχασμένο συναγερμό της καρδιάς που ουδέποτε είχε ηχήσει τόσο γοερά προειδοποιώντας τον εγκέφαλο μου πως μόλις είχα αποκτήσει μια ισχυρή αντίζηλο.
Χαμογέλασα βεβιασμένα κουνώντας απλά το κεφάλι μου σε ένδειξη χαιρετισμού όσο το μυαλό μου επεξεργάζονταν όλα τα πιθανά σενάρια.
《Χάρηκα ..με συγχωρείς τώρα βιάζομαι με περίμενει ο..》
《Ο Κρίστιαν μα φυσικά απο νωρίς και ήδη έχετε αργήσει..》με διέκοψε με θράσος επιδεικνύοντας με μπρίο το ολόχρυσο ρολόι με μπριγιάν που κοσμούσε τον καρπό της.
Η καρδιά μου βούλιαξε στα παγωμένα νερά του Ατλαντικού ξοπίσω σαν σύγχρονος Τιτανικός καθότι γνώριζα απο πρώτο χέρι πως με έναν μισθό σαν τον δικό της δεν αγοράζονταν ένα τέτοιο πανάκριβο κομψοτέχνημα.
《Δεν θα σου δώσουμε αναφορά..κάνε στην άκρη..!》πρόφερα άκομψα σαν κακιασμένη στρίγγλα προσπερνώντας βιαστικά το σώμα της τρέχοντας αλαφιασμένη προς το ασανσέρ αδημονώντας να κλείσουν οι θύρες για να καταρρέυσω στην επιφάνεια τους.
Δάκρυα ανέβηκαν στα μάτια μου καθώς οι υποψίες αποκτούσαν πλέον σάρκα και οστά μπροστά στα έκπληκτα μάτια μου.
Ξάφνου όσα φοβόμουν απο καιρό να αντιμετωπίσω καλύπτοντας πρόχειρα τα σημάδια με διάφορες δικαιολογίες τελικά ξεπηδούσαν σαν εφιάλτες απρόσμενα στα μισά της κοινής μας διαδρομής όπου ξέμεινα να βαδίζω μόνη.
Δάγκωνα τα χείλη μου αδυνατώντας να πιστέψω πως είχα εξαπατηθεί τόσο έυκολα σβήνοντας παράλληλα άτσαλα απο τα μάγουλα μου τα μικροσκοπικά ρυάκια που χάρασαν οι διάφανες σταγόνες απογοήτευσης που κυλούσαν αδιάκοπα .
Η εξήγηση ήταν πάντοτε προφανής κι ας αρνιόμουν να την αντικρίσω κατάματα αφού πλέον τα ανακουφιστικά σενάρια που έπλαθε αμυντικά ο νούς δεν μπορούσαν να με παρηγορήσουν.
《Με απατάει ..θεε μου..εκείνος της αγόρασε το πανάκριβο ρολόι..γι αυτό αργέι τα βράδια με την πρόφαση πως δήθεν εργάζεται εως αργά..πάει τον έχασες Μαρίνα..!》μονολογούσα πικραμένη πνίγοντας τους λυγμούς όσο οι όροφοι προχωρούσαν μια ανάσα πιο κοντά του.
Σαν άνοιξαν οι πόρτες του ανελκυστήρα παρέμεινα στο ίδιο σημείο ακίνητη να ατενίζω τις κλειστές συρόμενες πόρτες του γραφείου του σαν ανόητη μετέωρη ανάμεσα σε έναν ανούσιο καυγά η ένα περίτεχνο θέατρο .
Ένα διαζύγιο δεν θα αποτελούσε έυκολη υπόθεση πια εφόσον στην μέση υπήρχαν δύο μικρά παιδιά που απαιτούσαν την απεριόριστη προσοχή και των δύο μας .
Όμως εκτός απο τα αγγελούδια μας υπήρχε άλλο ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο που μου έφραζε τον δύσβατο δρόμο προς την ελευθερία ο απύθμενος έρωτας που αισθανόμουν ακόμη για εκείνον.
Διάλεξα χωρίς σκέψη να παίξω θέατρο εως ότου δρομολογήσω τις επόμενες κινήσεις μου ζωγραφίζοντας με τα αόρατα πινέλα της πικρίας μου ένα ψέυτικο πλατύ αστραφτερό χαμόγελο στα κόκκινα χείλη μου προχωρώντας αγέρωχη μπροστά καλύπτοντας πρόχειρα την λύπη.
Άνοιξα χωρίς καν να χτυπήσω την πόρτα του εισβάλοντας στον χώρο με αέρα διάσημου μοντέλου σε πασαρέλα.
Λίκνιζα αργά τις καμπύλες μου ξεχειλίζοντας ψέυτικη αυτοπεποίθηση τινάσοντας τις πυκνές μεταξένιες μπούκλες μου ερωτικά αποκαλύπτοντας τον λαιμό μου σαν να τον γνώριζα για πρώτη φορά.
《Καλησπέρα μωρό μου..!》πρόφερα λάγνα με μια παράξενη χροιά που κρατούσα κρυμμένη για χρόνια στα βάθυ του λαιμού.
Τα έγγραφα που βαστούσε στα χέρια του αίφνης μετατράπηκαν σε χαρτοπόλεμο καθώς έπεφταν το ένα πίσω απο το αλλο στα μάυρα γυαλιστερά πλακάκια.
Με παρατηρούσε με το στόμα του ανοιχτό πεταρίζοντας αδιάκοπα τα βλέφαρα του σαν να αντίκριζε φάντασμα.
《Μαρίνα..είσαι..μια οπτασία !》τράυλισε ζαλισμένος απο την γοητεία της γυναίκας που κάποτε αγάπησε με πάθος η μήπως τελικά ήμουν μονάχα ενα λάθος στην ζωή του ; αναρωτιόμουν ενδόμυχα χαμογελώντας αμήχανα σαν χαζή. 《Άργησα μήπως..;》συμπλήρωσα ναζιάρικα με την ίδια βαθειά ερωτική χροιά που ήξερα πόσο πολύ τον διέγειρε ξεκλειδώνοντας ξεχασμένες αναμνήσεις απ τους δύο μας που ίσως μου χάριζαν θριαμβευτικά την νίκη στο τέλος αυτού του ακήρυχτου πολέμου.
Απο σήμερα όλα θα άλλαζαν αν δεν είχα χάσει ήδη το παιχνίδι δηλαδή καθώς ο Κρίστιαν παρέμενε ένας ακαταμάχητος άνδρας και το αίμα στις φλέβες του έβραζε .
Πάντοτε διατηρούσα στο πίσω μέρος του μυαλού την σκέψη πως εφόσον στο μακρινό μας παρελθόν υπήρξε μεγάλος γυναικάς , ο οποίος με ένα μονάχα βλέμμα του σαγήνευε αιθέριες παρουσίες ίσως έπειτα απο τόσα χρόνια γάμου να επέστρεφε στις παλίες του συνήθειες.
《Πράγματι άργησες.. να εξάψεις τις πιο σκοτεινές φαντασιώσεις μου..》ψέλλισε βραχνά πλησίαζοντας αργά .
Βαδίζε κυκλικά γύρω απο το σώμα μου θαυμάζοντας εκστασιασμένος την τρομακτική μεταμόρφωση μου απο μια απλή νοικοκυρά σε πραγματική έξαψη που εξαπλώνονταν στο κορμί σαν πυρκαγιά.
《Τί συμβαίνει αγάπη μου ..τι επιθεωρείς με τόση προσήλωση ;》ρώτησα έυθυμα απολαμβάνοντας στο έπακρο να με θαυμάζει προτού του διδάξω την άγρια πλευρά του πάθους την οποία ουδέποτε είχαμε γευτεί.
《Πλάκα μου κάνεις τώρα σε κοιτάζω και λιώνω κυριολεκτικά Μαρίνα τι στο καλό άλλαξες επάνω σου απο το πρωί ..;》σχολίασε ξέπνοος με χείλη του στεγνά .
Ένα μειδιάμα αινιγματικό χαράχθηκε στα χείλη μου πεταρίζοντας γοητευτικά της μακριές μου βλεφαρίδες .
"Έτσι να καίγεσαι απο προσμονή για εμένα μονάχα Μπάλτον καμιά άλλη δεν θα σε ικανοποιήσει όπως εγώ..!"αναλογιζόμουν αποφασισμένη να τον κερδίσω πίσω ξανά.
《 Συμπεραίνώ απο τα λεγόμενα σου πως μάλλον δεν με προσέχεις και πολύ τελευταία καρδιά μου..》σχολίασα μελιστάλαχτα παίζοντας με τα κουμπιά του πουκαμίσου του.
Με μια κίνηση αιχμαλώτισε τα δύο μου χέρια πίσω απο την πλάτη μου σέρνωντας τα ζεστά χείλη του στον λαιμό μου ερεθιστικά.
《Λάθος μου μεγάλο..αλλα θα επανορθώσω αμέσως..》ψιθύρισε παθιασμένα εξερευνώντας λαίμαργα με τα απαλά δάκτυλα του τις παρυφές του ερεθισμένου στήθους μου.
Διαπιστώσε ευθύς πως είχα παραλείψει να φορέσω ενα απο τα άβολα φαρδυά λευκά σουτιέν θηλασμού που συνήθιζα να χρησιμοποιώ τελευταία σβήνοντας λίγο λίγο απο τα μάτια του την ποθητή γυναίκα που αγάπησε.
《Χμ..είσαι πολύ άτακτη απόψε..》 ψιθύρισε αφήνοντας έναν πνικτό αναστεναγμό να πλημμυρίσει τον κατεδαφισμένο κόσμο μου ξεγελώντας τον νού με άλλο ένα όμορφο ψέμα .
Τον τράβηξα με φόρα επάνω μου ξηλωνόντας ένα κουμπί απο το κατάλευκο πουκάμισο του το οποίο κυλούσε αθόρυβα στο δάπεδο για μερικά δευτερόλεπτα.
《Πάντοτε ήμουν..απλώς άργησες να το ανακαλύψεις..》ψιθύρισα εκ νέου αινιγματικά σκύβοντας ακριβώς μπροστά απο τα φλογισμένα μάτια του να μαζέψω το κουμπί απο κάτω.
Ένιωσα το άγγιγμα του στους γλουτούς μου καυτό όπως ακριβώς το είχα υπολογίσει και την πίεση της σκληρής στύσης του να μου ζητά απεγνωσμένα να τον απελευθέρωσω απο το φρικτό μαρτύριο που τον υπέβαλα.
《Τι μου κάνεις Μαρίνα μονάχα να είχες ιδέα..!》μουρμούρισε παίζοντας ξανά με τις ρώγες μου θέλοντας να μοιραστεί τον ζυγό του μαρτυρίου μαζί μου.
《Αχ..λυπάμαι που θα περιμένεις μέχρι το βράδυ μωρό μου για να με γευτείς πρέπει να φύγουμε ..》υπενθύμισα παίζοντας με την απωλεσμένη λογική του παρατείνοντας την έκσταση προς όφελος μου.
《Μην μου το ζητάς αυτό με σκοτώνει..δεν κρατιέμαι θέλω να σε κάνω δική μου αυτή κιόλας την στιγμή..》παραπονέθηκε λαχανιασμένος χαιδέυοντας με περισσότερη ένταση το κορμί μου κατεβάζοντας το φερμουάρ του φορέματος ανυπόμονος .
Με μια κίνηση με γύρισε ξανά προς το μέρος του φιλώντας τα χείλη μου με απίστευτη ορμή που είχαμε καιρό να μοιραστούμε αφού ακόμη και τα τελέυταια βράδια που κάναμε έρωτα κάτι έλειπε .
Με μια κίνηση σήκωσε την λεκάνη μου ακουμπώντας τους γλουτούς μου στην γυάλινη επιφάνεια του γραφείου κατεβάζοντας με φόρα το μικροσκοπικό μάυρο εσώρουχο μου απολαμβάνοντας την άισθηση του υγρού μου πυρήνα στα δάκτυλα του.
《Θα τρελαθώ απόψε..δεν έχω νιώσει πιο ξαναμμένος ποτέ στην ζωή μου..! Θα σου σκίσω το φόρεμα..》μουρμούριζε φιλώντας ζαλισμένος τα χείλη μου ενώ τα δάκτυλα του χάιδευαν την ήβη μου προκαλώντας ρίγος.
Βύθισα τα δάκτυλα μου στα πυκνά περιποιημένα μαλλιά του στενάζοντας ηδονικά καθώς πατούσε ένα προς ένα τα σωστά πλήκτρα της έκστασης.
Αποφάσισα να του προσφέρω την ικανοποίηση που με εκλιπαρούσε χαράσοντας στην σάρκα το σημάδι του ερωτά μου όπως μονάχα εγώ γνώριζα.
《Έντάξει μωρό μου ώρα να παίξουμε το δικό μου παιχνίδι τώρα..》πρόφερα αυστηρά απομακρύνοντας τα χέρια του απο το ευαίσθητο σημείο μου προτού εκραγώ.
Έσκυψα προκλητικά σαν να χόρευα προς τα κάτω χαιδέυοντας τον ανδρισμό του επάνω απο το τσιτωμένο ύφασμα του παντελονιού απολαμβάνοντας την γλυκιά παράδοση του στα χέρια μου.
《Τι ποθείς να σου κάνω..; 》ρώτησα βραχνά εφόσον είχα ανακτήσει πλέον τα ηνία του παιχνιδιού γρατζουνώντας με τα μακριά περιποιημένα μπορντό νύχια μου τον λαιμό του απαλά.
《Χμ..θέλω να νιώσω τα χείλη σου να κλείνουν γύρω μου..γρήγορα κτητικά άγρια..》πρόσταξε ασθαίνοντας με το κορμί του κυριολεκτικά να φλέγεται απο προσμονή τραβώντας ασυναίσθητα τα μαλλιά μου.
Βάλθηκα να ξεκουμπώνω το φερμουάρ του καβάλο διατηρώντας οπτική επαφή συνεχώς με τα γυαλιστερά μάτια του ενω η σάρκα του έτρεμε κάτω απο το άγγιγμα μου.
《Κύριε Κρίστιαν..》αντήχησε εκκωφαντική η φωνή της ερωμένης του απο το βάθος προκαλώντας μου αφόρητη ενόχληση και συνάμα πόνο που διαπερνούσε σαν λόγχη τις στιβάδες της επιδερμίδας.
Στράφηκε ενοχλημένος προς το μέρος της ισιώνοντας βιαστικά τα ρούχα του αδιαφορώντας για την δική μου προκλητική περιβολή.
《Σου έχω πεί χίλιες φορές να μην με ενοχλεί κανείς όταν είμαι με την γυναίκα μου..!》την επιτίμησε αυστηρά για τα μάτια του κόσμου.
《Το θυμάμαι πολύ καλά αλλα δεν φαντάστηκα..θέλω να πώ πως θα ερωτοτροπούσατε εδώ μέσα..》σχολίασε ξαφνιασμένη τρέμοντας σύγκορμη δίχως να ξεκολλά τα δακρυσμένα μάτια της απ τα δικά μου.
《Δεν καταλαβαίνεις πότε γίνεσαι αδιάκριτη ..; Μια απλή υπάλληλος είσαι επιτέλους..!》ξέσπασα μπήγοντας τα νύχια στην παλάμη του δεξιού χεριού μου .
《Αγάπη μου σε παρακαλώ μην χαλάς την διάθεση σου για ένα σφάλμα . Όσο για σένα βγές αμέσως απο το γραφείο μου Βικτώρια κι άλλη φορά να χτυπάς πριν εισβάλεις !》φώναξε αυστηρά φορώντας παράλληλα το λευκό παπιγιόν που είχε πάρει μαζί του απο το πρωί για την πρεμιέρα αδιάφορα.
Ρουθούνισε σαστισμένη κοιτάζοντας με παράπονο προς το μέρος του σαν να αναρωτιόταν ενδόμυχα πως μπορούσε να ποθεί ακόμη την σύζυγο του.
《Μάλιστα κύριε..εγώ να χτυπήσω όμως άλλη φορά μην ξεχάσετε να κλείσετε την πόρτα προτού επιδοθείτε σε περιπτύξεις..!》σχολίασε ειρωνικά ενώνοντας με φόρα τις δύο πόρτες αποχωρόντας.
Ακολούθησε σιωπή αμήχανη ίσως και ενοχική αφού η φωτιά που έκαιγε μεταξύ μας χωρίς αιτία είχε μετατραπεί σε χιονοθύελλα που πάγωσε ολοσχερώς τις ψυχές μας.
Μονάχα η ανάσα μου ακουγόταν ολόγυρα γρήγορη και κοφτή καθώς ο θυμός μου πλέον δεν χαλιναγωγούνταν ήταν εμφανές πως παρακολουθούσα μια σκηνή ζηλοτυπίας ενώπιον μου δίχως ίχνος αντίδρασης απ την πλευρά του.
《Είχε το θράσος να μας παρακολουθήσει..; Ως εδώ Κρίστιαν απαιτώ να μου εξηγήσεις τι είδους δικαιώματα της έχεις δώσει να εισβάλει στον χώρο σου κατ αυτό τον αδιάκριτο τρόπο ;》ρώτησα ξέπνοη ατενίζοντας προς το παρόν μονάχα την γυρισμένη πλάτη του.
Στράφηκε χαμογελώντας λοξά προς το μέρος μου παίζοντας θέατρο παλεύοντας να αποφύγει την άβολη συζητήση και τον καυγά που θα επακολουθούσε.
《Τι έβαλες με το μυαλό σου ..;》
《Τίποτα απολύτως καλέ μου..μονάχα το ολόχρυσο ρολόι στο χέρι της να δεί κάποιος νοήμων θα καταλάβει πως σου πουλήθηκε για τα φράγκα..!》αναφώνησα αποχωρόντας έξαλλη απο το γραφέιο.
Δεν αντάλλαξα κουβέντα μαζί του κατα την διάρκεια της παράστασης όσο κι αν προσπαθούσε μάταια να ανοίξει συζήτηση μαζί μου σχολιάζοντας ψιθυριστά τα κοστούμια και τα φτωχά κατα την άποψη του σκηνικά που μάλιστα είχε πληρώσει .
Κοιτούσα πεισματικά την σκηνή μπροστά μου οπου οι νέοι ηθοποιοί πάλευαν να ξεδιπλώσουν τις υποκριτικές τους ικανότητες καταπλήσοντας το κοινό όσο η ίδια αδιαφορούσα παντελώς για όσα διαδραματίζονταν στο έργο.
Ανυπομονούσα να τελείωσει η παράσταση που δίναμε κι οι ίδιοι μπροστά σε κάμερες και φωτογράφους που μας κυνηγούσαν για μια δήλωση κι να μπορέσω επιτέλους να κλειδωθώ στον γυάλινο κόσμο μου .
Ένιωσα το χέρι του να χαιδέυει το πόδι μου ερωτικά διαγράφοντας κύκλους προκλητικά κάτω απο το ύφασμα πλησιάζοντας ολοένα στον καυτό πυρήνα μου την ίδια ώρα που η ανάσα του στο αυτί μου με αποπλανούσε παρά την θέληση μου.
《Κρίστιαν..μη..》ψέλλιζα ζαλισμένη ξεχνώντας για λίγο τον θυμό και τον κόσμο ολόγυρα αφήνοντας τον εαυτό μου ελέυθερο να ταξιδέψει στις αισθήσεις.
《Μονάχα εσένα ποθώ..》με διαβεβαίωσε χαμηλόφωνα διαλύοντας προς το παρόν τις υποψίες μου εως ότου θεριέψουν ξανά μετέπειτα .
《Αδαμίδου σου μιλάω σύνελθε φάντασμα είδες μπροστά σου..;》διαμαρτύρονταν νευριασμένος ο Σπύρος ταρακουνώντας το σώμα μου λες και προσπαθούσε να με ξυπνήσει απο τον λήθαργο των αναμνήσεων που είχα περιέλθει.
Μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου επανέφερα καρέ καρέ την κάθε στιγμή εκείνης της ζοφερής ημέρας σαν αντίκρισα ξανά εμπρός μου την γυναίκα που ευεργέτησε στο έπακρο η απουσία μου.
《Τίποτα ..μια στιγμιαία αδιαθεσία μονάχα..》ψιθύρισα παρατηρώντας με προσήλωση το κορμί που πλέον που μονοπωλούσε τα ακόλαστα παθιασμένα βράδια του.
Περιφέρονταν στους διαδρόμους ρωτώντας όσους συναντούσε για τον Κρίστιαν απολαμβάνοντας τα αδιάκριτα σχόλια που της έκαναν οι αστυνομικοί μαγεμένοι απο την ανηθικότητα που εξέπεμπε.
"Καημένε μου ..δεν πρόκειται ποτέ να εισπράξεις αγάπη απο τούτο το θηλυκό.."αναλογιζόμουν πολεμώντας την ζήλεια που με τρυπούσε σαν καρφί.
Χτένιζε ανήσυχη τον χώρο
ολόγυρα αναζητώντας προφανώς εκείνον το βλέμμα της πάγωσε μοιραία στο πρόσωπο μου .
Ευθύς διέκρινα ολοκάθαρα πύρινες γλώσσες να τυλίγουν στο λεπτό το σώμα της και μπορούσα να αφουγκραστώ απο μακριά την εκκωφαντική έκρηξη του θυμού που την κατέλαβε.
Το στόμα της άνοιξε διάπλατα οι κόρες των ματιών της διεστάλισαν και οι γροθιές της σφίχτηκαν αστραπιαία ανίκανη να κινηθεί στεκόταν απέναντι μου κατασπαράζοντας την σάρκα μου μονάχα με τα μάτια.
Δίχως να χάσει χρόνο έτρεξε να προφθάσει την συρόμενη πόρτα του ανελκυστήρα που οδηγούσε στα κρατητήρια που στεγάζονταν στον τελευταίο όροφο του κτιρίου.
Κατέφθασε εγκαίρως ακινητοποιώντας την τελευταία στιγμή με τις γροθιές της την αυτόματη θύρα ατενίζοντας με απίστευτο μένος την μορφή μου.
《Εσύ εδώ..; Ώστε για εσένα ταξίδεψε έως την Ελλάδα έτσι ; Τι ζητάς επιτέλους απο την ζωή του άφησε τον ήσυχο !》έσκουξε εξαγριωμένη ακονίζοντας τα νύχια της για επικείμενη επίθεση .
《Δεν καταλαβαίνω τι λές κοπέλα μου τρελάθηκες ;》
《Προσποιήσε πως δεν με αναγνωρίζεις τώρα βρωμιάρα ; Ένα σου λέω και βάλτο καλά στο νού σου εαν επιχειρήσεις να αναμετρήθεις μαζί μου θα το πληρώσεις με αίμα..!》μουρμούρισε απειλητικά υπο την παρουσία του αστυνομικού που δεν την πτόησε στο ελάχιστο.
《Σε παρακαλώ πολύ άσε ήσυχη την κρατούμενη..αλλιώς θα συλλάβω κι εσένα..》 επενέβει την κατάλληλη στιγμή εκείνος.
《Εμένα γιατί αστυνόμε τι άνομο διέπραξα ; Επειδή ήρθα απο την άλλη άκρη του κόσμου αναζητώντας τον εξαφανισμένο Κρίστιαν Μπάλτον..;》ρώτησε με θράσος συνεχίζοντας να με παρατηρεί με μίσος.
Παρά την αμοιβαία αντιπάθεια που μοιραζόμασταν για ένα λεπτό την σπλαχνίστηκα θαυμάζοντας στιγμιαία την ειλικρίνεια που υπέδειξε για μια φορά στην ζωή της.
《Μπάλτον είπες ; Τι γίνεται πλέον με αυτόν το τύπο όλες οι γυναίκες σφάζονται για πάρτη του ..; 》μουρμούρισε σκεπτικός προτού της δώσει τις πληροφορίες που απεγνωσμένα επιζητούσε.
《Λοιπόν κοπελιά άδικα τον ψάχνεις εδώ ! Δώσε μου το κινητό σου να σημειώσω αυτή την διεύθυνση . Ο καλός σου νοσηλέυεται σε κρίσιμη κατάσταση !》συμπλήρωσε αποθηκέυοντας την διεύθυνση του νοσοκομείου στο κινητό της.
Οι μύες του προσώπου της συσπάστηκαν απότομα και στην όψη της ζωγραφίστηκε βαθειά ειλικρινής λύπη .
《Είναι ..ζωντανός..;》τράυλισε κοιτάζοντας εκ νέου εξοργισμένη προς το μέρος μου. 《Εσύ του επιτέθηκες έτσι ;》φώναξε ορμώντας σαν πεινασμένη λύκαινα στο εσωτερικό με απώτερο σκοπό να με χαστουκίσει.
Επενέβει δραστικά ο Σπύρος πράττοντας για μια φορά σωστά το καθήκον του γραπώνοντας στον αέρα το υψωμένο χέρι της.
《Έι .. κοπελιά κόψε το αμέσως δεν έχεις δικαίωμα να βιαιοπραγείς εναντίον κανενός !》
《Αυτή εδώ η βρώμα φταίει για όλα..! Μονάχα εσύ..πάντα εσύ κρύβεσαι πίσω απο κάθε τι κακό που του συμβαίνει δεν έχω αμφιβολία ! Αφού απο την στιγμή που εισέβαλες στην ζωή του μονάχα δάκρυα και πόνο τον κέρασες !》έφτυνε κατάμουτρα τις λέξεις σαν πολυβόλο κατευθείαν στο πρόσωπο με προορισμό την καρδιά.
Έκλεισα για ένα λεπτό τα μάτια μου αφήνοντας τα αδυσώπητα λόγια να επιδράσουν στο κορμί σαν δηλητήριο παραλύοντας τους μύες διαπιστώνοντας ταυτόχρονα με πικρία πως ο γάμος μας είχε διαλυθεί οριστικά χωρίς καμιά πιθανότητα για επανένωση.
《Ξέρεις κάτι κοπέλα μου..άσε με ήσυχη τρέξε σε εκείνον που με τόση θέρμη υπερασπίζεσαι και παράτα με !》ξέσπασα με την σειρά μου δίνοντας παράλληλα μια δυνατή ώθηση στο σώμα της με σκοπό να την πετάξω έξω απο τον κλειστό χώρο προκαλώντας μου ασφυξία.
Βαστώντας μετα βίας τα δάκρυα μου πατούσα στα τυφλά τα κουμπιά του ταμπλό αναζητώντα μια στοργική αγκαλιά να κουρνιάσω και δυστυχώς οχι μια οποιαδήποτε αφού μονάχα εκείνη είχε την ιδιότητα να με αναπάυει.
Βγαίνοντας απο τον ανελκυστήρα ο άνδρας δίπλα μου γέλασε εριστικά καθως ξεκλείδωνε το γκρίζο μοναχικό κελί που θα με φιλοξενούσε ο θεός γνώριζε για πόσο σπρώχνοντας βίαια το σώμα μου στο εσωτερικό του σαν να ήμουν σκουπίδι .
《Μεγάλη πέραση έχει ο άνδρας σου ..κι εσύ καημενούλα μου σαν ανόητη νόμιζες πως είσαι η μοναδική..》
Ακούμπησα τα κάγκελα θυμωμένη κοιτάζοντας κατάματα το κάθαρμα που είχε το θράσος να διακωμωδεί την ζωή μου όταν η δική του αποτελούνταν απο σάπια κουφάρια , συντρίμια και θάνατο.
《Βούλωσε το επιτέλους ξεκουμπίσου κι άσε με μόνη..!》γρύλισα με ικανοποίηση απολαμβανοντας παρα τις αντίξοες συνθήκες το γελοίο προσωπείο του να συντρίβεται ενώπιον μου με κρότο.
Ήταν και οι τελευταίες λέξεις που βγήκαν απο τα χείλη μου αφού έκτοτε βυθίστηκα σε βαθειά περισυλλογή επιτρέποντας στην μαυρίλα του κελιού να εισχωρήσει στην ψυχή μου.
Μια εβδομάδα πέρασε κιόλας επτά βασανιστικές ημέρες που στα μάτια μου φάνταζαν αιώνες νεκρικής σιγής και απαρηγόρητης μοναξιάς .
Δεν έφθανε κανένα νέο απ το νοσοκομείο στα αυτιά μου κυριαρχούσε μια παράξενη σιωπή δεν γνώριζα αν ζούσε η αν είχε σβήσει σαν φλόγα απο κερί.
Ούτε για την κορούλα μου είχα ενημέρωση και σταδιακά η λογική μου έκανε φτερά λες και με υπέβαλαν στο χειρότερο βασανιστήριο .
Οι υπεύθυνοι φύλακες που επισκέπτονταν καθημερινά το κελί μεταφέροντας εκείνο το απαίσιο ανάλατο φαγητό και καθαρό νερό δεν είχαν ιδέα για την υπόθεση μου.
Τα πρωινά οι απαλές αχτίνες του ήλιου ζέσταιναν απο τον φεγγίτη την ψυχή μου διώχνοντας μακριά τις ζοφερές σκιές που κατέκλυζαν τον χώρο τα κρύα ανοιξιάτικα βράδια .
Γονατιστή πλάι στο κρεββάτι περνούσα τον άπλετο χρόνο μου προσευχόμενη για τον Κρίστιαν και την άγνωστη κορούλα του που τόσο ήθελε να τον γνωρίσει .
Ζητούσα ακατάπαυστα απο τον θεό να ενδυναμώσει το λαβωμένο σώμα του επουλώνοντας παράλληλα με την απέραντη αγάπη του κάθε πληγή που άνοιξε στην καρδιά του η βάναυση εγκατάλειψη μου.
Έτσι περνούσαν άσκοπα οι ώρες και οι μέρες με μοναδική συντροφιά τις παγωμένες αναμνήσεις μου που γέμιζαν τις γωνιές του μυαλού με πολύχρωμες οικογενειακές στιγμές .
Κάποιες φορές τα γάργαρα γέλια μας καθώς παίζαμε όλοι μαζί στον κήπο κυνηγητό αντηχούσαν στο κελί απόηχοι μιας άλλης ζωής που έσβησε άδικα σαν τσιγάρο απο τα δικά μου χέρια.
Κάποιες φορές έκλαιγα άλλες γελούσα θεωρώντας πια τον εαυτό μου μισότρελο αφού δεν ήλεγχα στο ελάχιστο τα συναισθήματα και τις αντιδράσεις μου.
Για έβδομο συνεχόμενο παγωμένο βράδυ η θύμηση τους αναστάτωσε ξανά τον λιγοστό ύπνο που με επισκέπτονταν αραιά πλέον αφού σαν έκλεινα τα μάτια οι μορφές τους ζωντάνευαν εμπρός μου απαιτώντας δικαίωση.
Πετάχτηκα αλαφιασμένη βυθισμένη στο απόλυτο πυκνό σκοτάδι αναζητώντας στο κρύο σκληρό στρώμα το ζεστό χεράκι της Κριστίνα όπως συνήθιζα τα βράδια που κούρνιαζε στο κρεββάτι μου.
Μα για ακόμη μια φορά το μοναδικό αντικείμενο που κατόρθωσα να ψηλαφίσω ήταν τα κοφτερά σίδερα που στήριζαν το κρεββάτι.
Τίναξα στο πάτωμα την κουβέρτα θυμωμένη βηματίζοντας ανήσυχη πάνω κάτω με τις αντοχές μου οριακές πια αφού η λέξη ελπίδα δεν αναγράφονταν πια εδώ και μέρες στο λεξικό της ψυχής μου.
《Να πάρει πρέπει να ξυπνήσεις Κρίστιαν μονάχα εσύ μπορείς να μας βοηθήσεις..》αναφώνησα χτυπώντας την γροθιά μου στον τοίχο ενώπιον μου αφήνοντας ελέυθερη την ευχή μου να πλανηθεί στον ισχυρό άνεμο με προορισμό την καρδιά του.
Σε μια άλλη γωνιά της Αθήνας περνούσα άλλο ένα σιωπηλό αδυσώπητο βράδυ ξάγρυπνη καθισμένη με ένα καφέ στο χέρι στην αναμονή του νοσοκομείου με την Χριστίνα βράχο στο πλευρό μου να κοιμάται ακουμπισμένη στον ώμο μου.
Ο πατέρας δεν έλεγε να εξέλθει επιτέλους απο το βαθύ έρρεβος που ταξίδευε ο λογισμός στο πολύχρωμο ξέφωτο της ζωής εγείροντας προβληματισμούς στους θεράποντες ιατρούς οι οποίοι είχαν συγκαλέσει έκτακτο συμβούλιο για την περίπτωση του.
Κοίταξα για τέταρτη συνεχόμενη φορά νευρική το λευκό ρολόι που κοσμούσε τον καρπό μου διαπιστώνοντας πως η δείχτες του είχαν παγώσει.
Κάλυψα το νυσταγμένο πρόσωπο μου με τα δύο μου χέρια παλέυοντας να νικήσω την θλίψη που επιθυμούσε να φωλιάσει για πάντα στην ψυχή σπέρνοντας φόβο και κατάθλιψη.
《Άρτεμις..!》αντήχησε μέσα στην παραζάλη της άψυχης
νύχτας μια γνώριμη ανδρική φωνή να καλεί το όνομα μου.
Ευθύς ύψωσα το κεφάλι μου απορημένη διακρίνοντας απέναντι στην είσοδο του νοσοκομείου αλαφιασμένο τον Ορέστη που κοιτούσε προς το μέρος μου ανήσυχος.
Η καρδιά σκίρτησε χαρμόσυνα συναισθανόμενη την παρουσία του άνδρα που την πολιορκούσε ακατάπαυστα εδώ και μέρες έπειτα απο το φλογερό φιλί που είχαμε ανταλλάξει.
《Ορέστη..σε χρειαζόμουν..》πρόφερα ενθουσιασμένη πέφτωντας ευθύς στην αγκαλιά του αδιαφορώντας για τις φήμες που διαδίδονταν στο πανεπιστήμιο για εκείνον μου αρκούσε που βρισκόταν μεσάνυχτα κοντά μου.
Τα δάκρυα μου ξεχείλισαν ασυγκράτητα στην ζεστή αγκαλιά του που ευθύς έκλεισε γύρω απο το σώμα μου προστατευτικά.
《Είμαι εδώ γλυκιά μου κι ας άργησα βλέπεις σήμερα μόλις το έμαθα απο την Χριστίνα ..》ψιθύρισε καθησυχάστικά στο αυτί μου χαιδέυοντας τρυφερά τα ανακατεμμένα μαλλιά μου.
《Μιλάτε ; Νομιζα πως δεν γνωριζόσασταν..》
《Με το δίκιο σου να το πιστέυεις αφού προ ημερών συναντήθηκαν οι δρόμοι μας . Όμως με την Χριστίνα δεν μας συνδέει απλά μια γνωριμία αλλα μια στενή φιλία χρόνων..! Ξέρεις ο πατέρας μου εργαζόταν ως υπάλληλος κάποτε στο ξενοδοχείο του Πάυλου..!》εξιστορούσε χαμογελαστός δίχως να με αφήνει να ξεγλιστρήσω απο τα χέρια του.
《Μην φύγεις απο κοντά μου..》ψιθύρισα ατενίζοντας απο πολύ κοντά τα στρόγγυλα γυαλιστερά μάτια του να καθρεπτίζουν το έιδωλο μου.
Παρατηρούσε επίμονα τα τρεμάμενα χείλη μου διστακτικός επιθυμώντας προφανώς να με φίλησει μα φοβόταν την αντίδραση μου.
Τα μισάνοιξα προκλητικά ανασάινοντας γρήγορα με την καρδιά στα στήθια να καλπάζει σαν ατίθασο άττι άραγε μπορούσε να την αφουγκραστεί;
Δαγκώθηκε μπερδεμένος δίνοντας μάχη με την ακατανίκητη επιθυμία να κουρσέψει ξανά σαν πρωτοπόρος το απόρθητο φρούριο των χειλιών μου.
《Κάντο μην καταπιέζεις όσα νιώθεις..》ψέλλισα δειλά εφάπτοντας το μέτωπο μου στο ζεστό δικό του έως την μαγική στιγμή που οι δισταγμοί μονομιάς εξανεμίστηκαν και τα χείλη μας ενώθηκαν γλυκά.
Το φιλί του άξαφνα πλημμύρισε το ταλαιπωρημένο σώμα μου ενέργεια και την ταλαιπωρημένη μου ψυχή εξίσου με πίστη και ελπίδα που έπειτα απο τόσες ημέρες είχε κλονιστεί .
Με κράτησε ανάμεσα στα χέρια του προστατευτικά σαν να φοβόταν μήν ξεγλιστρήσω και πετάξω μακριά σαν πουλί ταξιδιάρικο που αναζητά ένα καλύτερο τόπο να φωλιάσει.
《Δεσποινίς Μπάλτον συγγνώμη που διακόπτω ..είναι ανάγκη να με ακολουθήσετε αμέσως στο θάλαμο του πατέρα σας..》άκουσα μερικά μέτρα μακριά μου τον θεράπων ιατρό του να με αναζητά.
Η καρδιά μου σκίρτησε απο φόβο και ευθύς έσφιξα το χέρι του Ορέστη φοβισμένη για οτι θα επακολουθούσε ακόμη και να ρωτήσω .
《Έπαθε..κάτι...》ψέλλισα δίχως να με συγκρατούν περαιτέρω τα γόνατα μου.
《Αντιθέτως άρχισε να επανέρχεται και χρειάζεται κάποιον κοντά του..》με διαβεβαίωσε χαμογελαστός ζωντανέυοντας εκ νέου το άνθος της χαράς στην καρδιά που κόντευε να μαραθεί .
Ένα πλατύ γυαλιστερό χαμόγελο απλώθηκε και στα δικά μου χείλη ενώνοντας το βλέμμα στιγμιαία εκείνο του Ορέστη .
《Άκουσες συνέρχεται..θα γίνει καλά..!》πρόφερα ενθουσιασμένη τυλίγοντας εκ νέου τα χέρια μου γύρω απο το σώμα του .
《Το ήξερα γλυκιά μου εξαρχής είναι δυνατός άνδρας ο μπαμπάς σου..άντε τρέξε γρήγορα κοντά του μην χάνεις χρόνο..》πρόφερε ενθαρρυντικά κλείνοντας το μάτι.
《Μην φύγεις.. θα με περιμένεις έτσι ;》αναρωτήθηκα ατενίζοντας το πρόσωπο του με ανασφάλεια.
《Μπορώ να σε αφήσω μονάχη μια τέτοια στιγμή ..; Ούτε κατα διάνοια μην προβληματίζεσαι κάν για εμένα εδώ θα είμαι Άρτεμις κι όλο το βράδυ αν χρειαστεί..》ψίθυρισε χαμηλόφωνα χαιδέυοντας μια τούφα απο τα μαλλιά μου βυθισμένος στα βάθυ των ματιών μου.
Του έκλεισα το μάτι χαμογελώντας γλυκά ακολουθώντας με την ψυχή να φτερουγίζει απο χαρά στο δωμάτιο τον γιατρό αφού όλες τις προηγούμενες ημέρες απαγορευόταν αυστηρά να εισέλθουμε σε αυτό.
Η κατάσταση του ήταν κρίσιμη τα τελευταία εικοσιτετράωρα και συνεχώς επιδεινωνόταν αφού το χτύπημα στο κεφάλι ήταν βαθύ και είχε προκαλέσει αίματωμα το οποίο δεν έλεγε να απορροφηθεί παρά τις κοπιαστικές προσπάθειες των ιατρών.
Η χαριστική βολή μου όμως έμελε να είναι η χθεσινή απόφαση του ιατρικού συμβουλίου το οποίο ομόφωνα είχε καταλήξει πως απο την μεριά τους είχαν πράξει όσα ήταν ανθρωπίνως δυνατά και πως υπήρχε μεγάλη πιθανότητα να μην άνοιγε ποτέ ξανά τα υπέροχα μάτια του παραμένοντας βυθισμένος σε κώμα.
Στο άκουσμα της διάγνωσης κατέρρευσα τα μάτια μου έσταζαν δάκρυα ανεξέλεγκτα και η ψυχή μου καλούσε ενδόμυχα συνεχώς την μητέρα αφού μονάχα εκείνη είχε την δύναμη να τον αναστηλώσει.
Αναλογιζόμενη τις ώρες αγωνίας που βίωσα αποφάσισα να μάθω τι ακριβώς άλλαξε την ροή των γεγονότων. 《Γιατρέ πως..έγινε αυτό το θάυμα..;》ρώτησα χαμηλόφωνα βαδίζοντας πλάι του στον μακρύ διάδρομο με τους αμέτρητους θαλάμους .
《Θάυμα είναι όπως ακριβώς το ανέφερες..! Αφού δεν σου κρύβω πως είχαμε καταθέσει τα όπλα σχετικά με την κατάσταση του..》αποκάλυψε πλέον εμφανώς ανακουφισμένος.
《Θα ζήσει τώρα έτσι δεν είναι ..;》
《Ναι κορίτσι μου πλέον έχει διαφύγει τον κίνδυνο το μόνο που εκκρεμεί είναι να ξυπνήσει για να βεβαιωθούμε πως το χτύπημα δεν επέφερε δυσάρεστες συνέπειες..》σχολίασε ανοίγοντας την πορτοκαλί πόρτα του θαλάμου γνέφοντας να περάσω πρώτη.
Αντικρίσα τον πατέρα διασωληνωμένο με το κεφάλι του δεμένο με καθαρές γάζα να ψελλίζει σαν σε παραλήρημα κάποια ακατανόητα λόγια κουνώντας ταραγμένος τα δάκτυλα των χεριών του σαν να μαχόταν με κάποιο αόρατο εχθρό.
Έτρεξα ευθύς κοντά του κλείνοντας το ζεστό του χέρι ανάμεσα στα δικά μου στοργικά μεμφόμενη τον εαυτό μου για το κακό που του συνέβει.
《Μπαμπάκα μου με ακούς ; Είμαι εδώ κοντά σου η μικρή σου πριγκίπισσα ησύχασε δεν είσαι μόνος σου πέρασαν πια τα δύσκολα..》ψέλλισα συγκινημένη ακουμπώντας το κεφάλι μου απαλά στο στέρνο του.
《Τα κύματα..θα ..την σκοτώσουν..》ψέλλιζε ξανά και ξανά ταραγμένος κινώντας σπασμωδικά τα άκρα του ενώ απο το μέτωπο του έσταζε κρύος ιδρώτας.
《Μπαμπά μου..ξύπνα σε παρακαλώ κανείς δεν κινδυνεύει άνοιξε επιτέλους τα μάτια σου..》τον παρακάλεσα εκ νέου σφουγγίζοντας με μια χαρτοπετσέτα το μέτωπο του παρατηρώντας ανήσυχη τον γιατρό απέναντι μου.
《Άδικα αγχώνεσαι επανέρχεται σιγά σιγά ..ίσως του πάρει λίγη ώρα..》
《Γιατί παραμιλάει γιατρέ δείχνει σαν να μην διατηρεί επικοινωνία με το περιβάλλον..》
《Μην ανησυχείς το παραμιλητό σχετίζεται με τον υψηλό πυρετό που ανέβασε νωρίτερα μα ευτυχώς πέφτει σταδιακά. Ωστόσο μείνε για λίγο μαζί του εως ότου επιστρέψω έχω πολύ δουλειά βλέπεις στις μονάδες..》απολογήθηκε αποχωρόντας σιωπηλά.
Κάθισα πλάι του στο κρεββάτι με τα μάτια στηλωμένα στο αγαπημένο πρόσωπο του καλού μου αγγέλου που μας μεγάλωσε με απέραντη αγάπη και αυταπάρνηση.
Χάιδευα με τον αντίχειρα μου την παλάμη του προσφέροντας ζεστασιά απ την δική μου εξομαλύνοντας οσο περισσότερο μπορούσα την επιστροφή του στον κόσμο μας.
Σαν μικρό παιδί πετάρισε ελαφρά τα βλέφαρά του πασχίζοντας να συνηθίσει το δυνατό λευκό φώς που τον χτυπούσε καταπρόσωπο .
Άφού εξέτασε εξονυχιστικά για μερικά δευτερόλεπτα το χώρο ολόγυρα το βλέμμα του σταμάτησε στο πρόσωπο μου κι η γνώριμη ρυτίδα αγωνίας σχηματίστηκε ανάμεσα στα φρύδια του.
《Που είναι η μητέρα σου ; Πνίγηκε έτσι δεν είναι ;》με ρώτησε αδύναμα και κοφτά ενεργοποιώντας την αγωνία εσωτερικά σχετικά με τις επιπτώσεις του χτυπήματος .
《Μπαμπά τι λές η μαμά μας έχει εγκαταλείψει εδώ και χρόνια δεν θυμάσαι..; Πως νιώθεις πονάς μήπως ..;》Ρωτούσα τρελαμένη απο ανήσυχια διακρίνοντας ολοκάθαρα στο χλωμό πρόσωπο του πόσο πονούσε κι ας μην το εξέφραζε .
《Δεν καταλαβαίνεις ..ήμουν μαζί της ..βούτηξα στην θάλασσα για χάρη της Άρτεμις..αχ..》αναφώνησε αδύναμα μορφάζοντας πονεμένα αφήνοντας μισή την ασυνάρτητη διήγηση του.
《Ήρέμησε μπαμπάκα μου πάω να φωνάξω τον γιατρό αμέσως εσύ υποφέρεις..!》
《Όχι..μείνε κοντά μου..δεν με ενοχλεί ο σωματικός πόνος.. πες μου για την μητέρα σου..!》επέμεινε ανυπόμονος σφίγγοντας με όση δύναμη διατηρούσε το κορμί τις γροθιές του θάβοντας όπως πάντα όσα αισθανόταν γενναία.
Κούνησα ανήσυχη δεξιά και αριστερά το κεφάλι μου δίχως να βρίσκω τον κατάλληλο τρόπο να διαχειριστώ την δύσκολη κατάσταση του.
《Γλυκέ μου μπαμπά δεν έχω ιδέα για τι πράγμα μιλάς ..》πρόφερα μελιστάλαχτα φοβισμένη μήπως τον αναστάτωναν περισσότερο τα λόγια μου.
Η τραχειά του όψη μαλάκωσε σταδιακά ακουμπώντας στο μαξιλάρι πίσω του σκεπτικός δαγκώνοντας τα ξερά χείλη του.
《Αγάπη μου με συγχωρείς αν σε τρόμαξα..μα ξέρεις πόσο νοιάζομαι για την μητέρα σου.. ακόμη..》απολογήθηκε μερικά σιωπηλά λεπτά περισυλλογής αργότερα.
Ξεφυσώντας ανακουφισμένη βούτηξα εκ νέου στην αγκαλιά του ελαφριά σαν πούπουλο υπενθυμίζοντας στον εαυτό μου μια εκκρεμότητα που όφειλα να διεκπεραίωσω για να αποτινάξω τις ενοχές οριστικά απο πάνω μου.
《Συγχώρα με..εγω ευθύνομαι για ότι σου συνέβει ..αν δεν είχα φύγει..αν..σε άκουγα ..》
《Δεν θα είχα ξαναδεί ποτέ στην ζωή μου την Μαρίνα..》συμπλήρωσε χαμηλόφωνα προκαλώντας την έυλογη απορία μου.
《Μα εσύ.. πράγματι σοβαρολογείς δηλαδή συνάντησες πράγματι την μαμά ..;》διαπίστωσα δειλά μετρώντας τους παλμούς της καρδιάς μου έναν προς έναν για να βεβαιωθώ πως δεν ονειρευόμουν έπειτα απο τόσα θάυματα μέσα σε μια νύχτα.
Έγνεψε θετικά χαμογελώντας αχνά με μια γλυκιά θαλπωρή να απλώνεται τόσο στην δική μου ψυχή όσο και στην πηγαία γλυκύτητα που αντανακλούσε έπειτα απο χρόνια η όψη του.
Προτού προλάβει να μου εξιστορήσει τα γεγονότα η θύρα του θαλάμου άνοιξε αργά διώχνοντας άξαφνα την γαλήνη που βασίλευε προσωρινά στην καρδιά του .
Το πρόσωπο του αστραπιαία σκοτείνιασε τα μάτια του κύκλωσε πυκνή ομίχλη η οποία ζηλέυοντας την λάμψη της ανοιξιάτικης λιακάδας που κυριαρχούσε έκλεψε μονομιάς την θέση της βυθίζοντας ξανά στο σκοτάδι τα όνειρα του.
《Είσαι εδώ για να μου μεταφέρεις τα μαντάτα ..;》πρόφερε αργά με φωνή σπασμένη χαμένη κάπου στα βάθυ του λαιμού και χείλη που έτρεμαν για πρώτη φορά .
Στράφηκα με την σειρά μου προς το κατώφλι αντικρίζοντας έκπληκτη μια νεαρή αστυνομικό να στέκεται στην πόρτα σοβαρή λες και μετέφερε πράγματι άσχημα νέα.
《Καλημέρα κύριε Μπάλτον με συγχωρείτε για την ενόχληση σας εύχομαι καλή ανάρρωση..! Δεν θα σας απασχολήσω πολύ είστε σε θέση να δώσετε κατάθεση..;》ρώτησε διστακτικά σε αυστηρό επαγγελματικό τόνο.
《Μια ..στιγμή τι είδους κατάθεση ; Δεν καταλαβαίνω εξηγήστε μου παρακαλώ..》
《Μπαμπά μου μην ταράζεσαι..θέλει να σου πάρει κατάθεση σχετικά με την δολοφονική επίθεση που δέχθηκες προφανώς..περάστε μέσα αστυνόμε εγώ σας αφήνω για λίγο μόνους..》ανακοίνωσα ευγενικά ανυπομονώντας να βρεθώ και πάλι κοντά στον Ορέστη.
Στο κατώφλι το χέρι της με ακινητοποιήσε απαλά διεγείροντας αυτομάτως την περιέργεια μου .《Χρειάζεστε τίποτα..;》
《Μια ερώτηση μονάχα είσαι η Άρτεμις έτσι δεν είναι ;》τράυλισε σκεπτική κοιτάζοντας τις ατελείωτες σημειώσεις που κουβαλούσε μαζί της σε ένα λευκό ντοσιέ.
《Μάλιστα ..θέλετε μήπως να καταθέσω και η ίδια ;》
《Όχι.. προς το παρόν ..απλώς ήθελα να εξακριβώσω την ταυτότητα σου..καλή σου μέρα ..》αποκρίθηκε υπεκφέυγοντας εισβάλοντας φουριόζα στο δωμάτιο βαδίζοντας κατευθείαν προς την λευκή καρέκλα πλάι στο κρεββάτι του.
Σαν αντίκρισα την αστυνομικό στο κατώφλι η ψυχή γλίστρησε απο τα χείλη μου σαν πνοή γνωρίζοντας πως ο λόγος της επίσκεψης ήταν η τυπική ανακοίνωση του θανάτου της.
Παρακολουθούσα κάθε κίνηση της απο την στιγμή που εισήλθε στο δωμάτιο δίχως να μιλώ αφού και τα λόγια μου πλέον είχαν στερέψει .
《Λοιπόν κύριε Μπάλτον προτού ξεκινήσουμε τις ερωτήσεις επιτρέψτε μου να σας ενημερώσω πως η σύζυγος σας κατηγορείτε για απόπειρα ανθρωποκτονίας εις βάρος σας και έχει προφυλακιστεί ..》ανακοίνωσε παγερά αναποδογυρίζοντας ολοσχερώς τον κόσμο μου.
《Πως.. είπατε ; Η σύζυγος μου..; 》επανέλαβα μπερδεμένος παλέυοντας να βγάλω άκρη απο τα παράδοξα που συνέβαιναν.
《Μάλιστα ..στην κυρία Μαρίνα Αδαμίδου πάυλα Άστον αναφέρομαι μα καλά δεν γνωρίζατε πως διαμένει μόνιμα στην Ελλάδα αλλάζοντας μονάχα το επίθετο της ;》
Άνοιξα διάπλατα το στόμα μου καταπίνοντας άτσαλα το σάλιο μου αδυνατώντας να παράξω ήχο μήτε να μιλήσω.
Το σώμα άρχισε να τρέμει τα μάτια γέμισαν δάκρυα φυλαγμένα απο χρόνια για την μοναδική στιγμή της θριαμβευτικής επιστροφής που θα ανέμενα έως το τέλος της ζωής μου.
《Είστε καλά χάσατε το χρώμα σας .. μα για να σα δω καλύτερα εσείς τρέμετε κιόλας ..》
《Μια χαρά είμαι ! Απλώς δεν είχα ιδέα πως άλλαξε επίθετο ..έχω χρόνια να την δώ.
Με εγκατέλειψε μια μέρα ξαφνικά χωρίς αιτία με δύο μικρά παιδιά υπο την φροντίδα μου. Μα είστε βέβαιη για όσα μου λέτε ;》πρόφερα με δυσκολία παλέυοντας να ελέγξω τα συναισθήματα που κατέκλυζαν την καρδιά που λίγο ήθελε να σπάσει.
Ευθύς τράβηξε ένα χαρτί απο τον φακελό απλώνοντας το χέρι της προς το μέρος μου με σκοπό να μου το παραδώσει.
《Κάνω εκτενεί έρευνα προτού πράξω κύριε Μπάλτον ορίστε βεβαιωθείτε κι εσέις σας παραδίδω την ληξιαρχική πράξη του γάμου σας ..》
Ακούμπησα την λεία επιφάνεια του χαρτιού με όραση θολή αφού τα δάκρυα που πάσχιζα να συγκρατήσω επέμεναν να συσσωρεύονται ακατάπαυστα στις λίμνες των ματιών.
Πράγματι η αστυνομικός έλεγε την αλήθεια στο χαρτί αναγράφονταν τα ακριβή στοιχεία της όπως και τα δικά μου αντίστοιχα μέχρι και τα ονόματα των παιδιών.
《Χα..Δεν μπόρεσες τελικά να μου κρυφτείς Μαρίνα η μοίρα σε έσπρωξε πάλι στον δρόμο μου..》μουρμούρισα συγκλονισμένος αγνοώντας την ύπαρξη της αστυνόμου μα μια σκέψη ήταν αρκετή να μου κάψει τα σωθικά.
《Προφυλακίστηκε είπατε η εγώ άκουσα λάθος ..;》ρώτησα σαν ανόητος έπειτα απο μερικά λεπτά αφού μόλις συνειδητοποιούσα καθυστερημένα πως η γυναίκα μου με χρειαζόταν.
Έγνεψε καταφατικά σημειώνοντας κάτι στα έγγραφα μπροστά της 《Μάλιστα αυτό ακριβώς σας ανακοίνωσα εξαρχής ! Πείτε μου παρακαλώ εκείνη προσπάθησε να σας σκοτώσει ..;》
Η ερώτηση της ευθύς γέμισε τις οθόνες του μυαλού με εικόνες διάσπαρτες των όσων έλαβαν χώρα στην παραλία .
Την αντίκριζα να βαδίζει αποφασισμένη εμπρός μου με τα μάτια της να στάζουν φόβο απόγνωση και μίσος.
Έπειτα ένιωθα ξανά να τυλίγει τα μεταξένια χέρια της γύρω απο το λαιμό μου σαν στιγνή δολοφόνος που αντλούσε ικανοποίηση απο την ολοκληρωτική υποταγή μου.
《Όχι !》πρόφερα κοφτά και στιβαρά σβήνοντας όσα είχαν προηγηθεί διαπαντός απ την μνήμη. 《Ουδέποτε θα δοκίμαζε να μου κάνει το παραμικρό τρελαθήκατε με τι είδους αποδεικτικά στοιχεία την κλείσατε φυλακή ..; Απαιτώ να απελευθερωθεί πάραυτα..!》πρόσταξα αυστηρά θυμωμένος πλάθοντας με την φαντασία μου την θλιμμένη μορφή της πίσω απο τα κάγκελα ολομόναχη με ναυαγισμένη ελπίδα.
Η γυναίκα απέναντι μου γέλασε ειρωνικά θεωρώντας πως προσπαθούσα προφανώς να την καλύψω τώρα που γνώριζα την αληθινή της ταυτότητα αλλα δεν είχε ιδέα πόσο επίκινδυνος μπορούσα κι εγώ να γίνω.
《Δεν είστε σε θέση να απαιτείται τίποτα απολύτως κύριε μου και μην παλεύεται μάταια να μας διαψευσετε προστατεύοντας την αδίστακτη γυναίκα σας ! Υπάρχουν σημάδια στραγγαλισμού στο λαιμό σας και ένα χτύπημα στο πίσω μέρος του κεφαλιού..!》
《Αν σταματήσεις να παριστάνεις την έξυπνη δίχως λόγο θα σου εξηγήσω αμέσως για ποιό λόγο πρέπει να αποφυλακιστεί αμέσως..!》γρύλισα ξερά.
Στραβοτάπιε αμήχανα ισιώνοντας τον γιακά απο το πουκάμισο της στολής αποφεύγοντας να με κοιτάξει λες και το έντονο βλέμμα μου για κάποιο ανεξήγητο λόγο την ενοχλούσε .
《Πολύ καλά λοιπόν σας ακούω..》τράυλισε παίζοντας με το μπλέ στυλό νευρικά.
《Αρχικά συναντηθήκαμε με την σύζυγο μου στην αγαπημένη μας παραλία με σκοπό να συζητήσουμε για κάποια προσωπικά μας θέματα .Τελικά καταλήξαμε να κάνουμε έρωτα πάνω στα βράχια..απο εκεί προέρχονται κι τα σημάδια..》αποκάλυψα παρατηρώντας το μέτωπο της να ιδρώνει ασυνήθιστα ενω η θερμοκρασία στο δωμάτιο παρέμενε φυσιολογική.
"Θέε μου είναι τόσο γοητευτικός άνδρας τόσο που κοντεύω να παραστρατήσω και η ίδια.. πως να μην τον ποθήσει μια γυναίκα..! Κοίτα μάτια ..χείλη.." αναλογιζόταν ζαλισμένη απο την γοητεία που ακόμη κι τραυματισμένος εξεπεμπέ.
Δαγκώνε τα χείλη της αμήχανη ενώ τα μάτια της με έγδυναν κανονικότατα απο πάνω έως κάτω .
《Πολύ πειστική η δικαιολογία σας κύριε Μπάλτον αλλα δυστυχώς δεν σας πιστεύω. Τα σημάδια στο λαιμό προέρχονται ξεκάθαρα απο απόπειρα στραγγαλισμού γιατί επιμένεται να την υπερασπίζεσται..;》
《Καλά δεν γνωρίζεται πως υπάρχουν παράξενα σεξουαλικά παιχνίδια ..γιατί σας εκπλήσει..;》ψιθύρισα πονηρά καλύπτοντας με επιτυχία τα πραγματικά γεγονότα με απίστευτη δεξιότητα ξεφυσώντας ανακουφισμένος .
Πνίγηκε με το ίδιο το σάλιο της έπειτα απο το φιάσκο που υπέστει 《Δηλαδή..είναι αθώα αυτό μου λές.; εδώ αγνοείτε ένα μικρό παιδί δεν είναι απλή υπόθεση..!》ξέσπασε εναντίον μου παρακινώντας σταδιακά κι εμένα να ξεπεράσω ακόμη και τα δικά μου όρια.
Σήκωθηκα ευθύς όρθιος παρά την ελαφριά ζαλάδα που αισθανόμουν σταυρώνοντας τα χέρια στο στήθος αποφασιστικά.
《Πολλά είπες αρκετά ! Περίμενε να ντυθώ και έπειτα θα σπεύσουμε αμέσως στο τμήμα για να βγάλω σήμερα κιόλας απο την φυλακή την γυναίκα μου..!》γρύλισα απειλητικά δίχως να αφήνω περιθώρια για αντιρρήσεις.
《Τρελάθηκες μόλις συνήλθες..》
《Δεν σε αφορά ! Δεν σκοπέυω να αφήσω την Μαρίνα κλεισμένη σε ένα κελί για κάτι που ουδέποτε διέπραξε..》μούγκρισα ξερά κλείνοντας την πόρτα του μπάνιου ξοπίσω.
Σε δέκα λεπτά ήμουν έτοιμος και δίχως να δώσω αναφορά σε κανέναν το έσκασα με την συνοδεία της σιωπηλής αστυνομικού που πάσχιζε να χωνέψει την ήττα της.
Άφήνοντας ένα πρόχειρο σημείωμα πλάι στο κρεββάτι ώστε να μην ανησυχήσει η κόρη μου έτρεξα σαν τρελός κοντά της κι ας πάλευε ο νούς με την καρδιά και ο θυμός με την λησμονιά σαν τιτάνες μέσα μου.
Κάθισα στην θέση του συνοδηγού στο περιπολικό μετρώντας τα λεπτά για να την ξαναδώ φοβισμένος πως ίσως είχε αποπειραθεί να διαπράξει καμιά απονενοημένη πράξη.
Όταν επιτέλους φθάσαμε στο τμήμα η καρδιά χτυπούσε στο στήθος σαν τρελή και η αδρεναλίνη στο αίμα μου έρεε άφθονη στην σκέψη της μονάχα.
Αποβιβάστηκα βιαστικά αγνοώντας τον ενοχλητικό πόνο τρέχοντας προς το εσωτερικό με προορισμό το γραφείο του ανακριτή που θα πλήρωνα αδρά αρκεί να έδινε εντολή να την απελευθερώσουν άμεσα.
Εισέβαλα στο γραφείο του θυμωμένος όμοιος με τυφώνα που θα παρέσυρε τα πάντα στο πέρασμα του αιφνιδιάζοντας τον.
《Πως τολμάτε να μπαίνετε στο γραφείο μου κύριε περάστε έξω..!》διαμαρτυρήθηκε τινάσοντας το σώμα απο την καρέκλα.
《Δύο λόγια εχω να σου πω ελευθέρωσε αμέσως την Μαρίνα Αδαμίδου ..!》
《Ποιός είσαι εσύ που θα τολμήσεις να με απειλήσεις κιόλας απόβρασμα ..!》σχολίασε απαξιωτικά προκαλώντας το άγριο ξέσπασμα μου.
Τοποθέτησα τα δύο μου χέρια επάνω στο γραφείο του στηλώνοντας τα φλογισμένα μάτια μου στα δικά του διαπιστώνοντας ευχαριστημένος πόσο πολύ με φοβόταν.
《Έίμαι ο Κρίστιαν Μπάλτον και επέτρεψε μου να σε ενημερώσω πως απο άυριο απόβρασμα της κοινωνίας θα είσαι εσύ. Αφόυ θα σε πετάξουν έξω απο το σώμα έπειτα απο το ατιμωτικό φιάσκο που διέπραξες κλείνοντας στην φυλακή μια αθώα ! Γι αυτό εχω να σου προτείνω κάτι καλύτερο κράτα αυτήν την επιταγή κι άσε ελέυθερη την γυναίκα μου..τι λές συμφωνείς ;》ψιθύρισα πετώντας την επιταγή σαν σκουπίδι ενώπιον του.
Παρέμεινε για μερικά λεπτά σιωπηλός κοιτάζοντας το χαρτί που θα του εξασφάλιζε μια πιο άνετη ζωή δίχως να χάσει την δουλειά του .
Σήκωσε αμίλητος το ακουστικό της συσκευής πληκτρολογώντας τον εσωτερικό αριθμό του αρχιφύλακα .
《Η Αδαμίδου απαλλάσσεται απο κάθε κατηγορία οδήγησε τον κύριο Μπάλτον κοντά της..》πρόσταξε γνέφοντας προς το μέρος μου .《Έπραξα όπως ήθελες ..είναι ελεύθερη ..》ψιθύρισε ντροπιασμένος .
《Ας τολμούσες να κάνεις κι αλλιώς δεν ατένιζες τον ήλιο ξανά θα σε έλιωνα !》μουρμούρισα με σφιγμένα χείλη διακρίνοντας ανακουφισμένος τον φύλακα στο κατώφλι να μου γνέφει να τον ακολουθήσω στο κελί που κρατούνταν.
Δίχως δέυτερη σκέψη τον ακολούθησα τρέχοντας αλαφιασμένος με όσες δυνάμεις μου απέμεναν στο διάδρομο παρά την εξάντληση που αισθανόμουν τίποτα δεν με ενδιέφερε.
Σαν ξεκλειδώσε την γκρίζα σιδερένια πόρτα του κελιού η καρδιά αναπήδησε στο στήθος αντικρίζοντας την φιγούρα της καθισμένη σε μια γωνία στο πάτωμα με το κεφάλι σκυμμένο.
Δεν αντέδρασε καν στο άκουσμα των βημάτων μου που πλησίαζαν κοντά της φόβος και θλίψη πλημμύρισαν την ψυχή μου στο λεπτό σαν παρατήρησα τα γεμάτα πιάτα παρατημένα λίγο παραπέρα ανέγγιχτα.
《Μαρίνα ..για το θεό τι κάνεις κοριτσι μου εσύ εδώ προσπαθείς να λιμοκτονήσεις ..;》ψέλλισα συγκινημένος αντικρίζοντας ενώπιον μου την εικοσάχρονη κοπελίτσα που ερωτεύτηκα.
Στο άκουσμα της φωνής μου ύψωσε έκπληκτη το κεφάλι της χαμογελώντας πλατιά δίχως να πιστεύει πως στεκόμουν ολοζώντανος εμπρός της.
《Κρίστιαν..!》κράυγασε τρέχοντας να χωθεί στην αγκαλιά μου με δάκρυα να κυλούν ελεύθερα στα μάτια της σφίγγοντας το κορμί μου πάνω στο δικό της .《Πες μου πως είσαι αληθινός κσι δεν πρόκειται να σβήσεις σαν οπτασία απο τα μάτια μου..;》ψέλλισε ενώνοντας το βλέμμα της με το δικό μου χαιδέυοντας το μάγουλο μου χωρίς να μου κρύβει την ταυτότητα της.
《Όχι..εδώ είμαι αλήθεια κοντά σου..έλα πάμε κάπου να φάμε κι ξέχνα τα υπόλοιπα έχουμε χρόνο να τα λύσουμε θα μου πέσεις κάτω ..》πρότεινα ανακουφισμένος που το χαμένο κομμάτι μου έβρισκε ξανά την θέση του .
《Μα πως..θέε μου ζείς νόμιζα για μια στιγμή πως σε χάθηκες για πάντα..νομίζω έχω αρχίσει να τρελαίνομαι ..!》ψιθύριζε ταραγμένη τρέμωντας σύγκορμη.
《Ησύχασε ..δεν πεθαίνουν οι μαχητές σαν εμένα φαντάζομαι το ήξερες αυτό..》σχολίασα με νόημα αναμένοντας να μου εξομολογηθεί ακόμη και τώρα την αλήθεια .
《Πάρε απο εδώ μέσα..》πρόσταξε κοφτά δίχως να ξεγλιστρήσει απο την αγκαλιά μου σαν να της είχε λείψει οσο κι η δική της σε εμένα.
《Πάμε κάπου να φάμε και να μιλήσουμε έχουμε πολλά να πούμε..!》σχολίασα σκεπτικός καθώς ένα ερώτημα βασάνιζε το μυαλό μου σε ολόκληρη την διαδρομή.
Απομακρύνθηκε προς στιγμήν δίχως να σβήσει το πανέμορφο χαμόγελο της απο τα χείλη 《Ρώτα με οτι θές δεν με ενδιαφέρει πια ξέρεις γιατί ;》
《Όχι..θα ήθελα να μάθω..》
《Διότι σαν σε αντίκρισα η χαμένη μου ελπίδα διαπέρασε σαν φώς την ψυχή μου διώχνοντας μακριά τις σκιές και ρα σκοτεινά μου φαντάσματα. Μπορώ να αντιμετωπίσω ξανά την ζωή με θάρρος..!》ψέλλισε συγκινημένη ατενίζοντας τα μάτια μου με λατρεία.
《Έχεις δίκιο..μαρίνα ήθελα να σε ρωτήσω κάτι που μου καίει την γλώσσα εδώ και ώρα ..το παιδί σου είπες πως είναι αγνώστου πατρός ..》
《Ναί..έτσι είναι..》τράυλισε φοβισμένη μήπως η παράσταση που είχε στήσει περίτεχνα όλα αυτά τα χρόνια σε ένα λεπτό ξεσκεπαζόταν.
《Ωραία ποιός είναι λοιπόν ο πατέρας γιατί δεν το αναγνώρισε ..;》στόχευσα ρίχνοντας το βέλος μου προσποιούμενος πως δεν ήξερα την αλήθεια ...
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro