Κεφάλαιο Τριάντα Τρία - Μην με Προκαλείς
《Απαιτώ να μου εξηγήσεις ποιός σου εξέδωσε αυτό το έκτρωμα που κρατάω στα χέρια μου και με τι είδους δικαιολογητικά ;》στρίγγλισε με κίνδυνο να ξυπνήσει το μωρό .
《Κάποιος που άκουσε με προσοχή την κατάθεση μου και έκρινε την κατασταση όπως άρμοζε .Λοιπόν δεν υπάρχει γυρισμός απόψε θα πάρω την μικρή μαζί μου ! » έστριψε το μαχαίρι πιο βαθειά στην πληγή .
«Όχι !..Αποκλείεται δεν σου δίνω το παιδί μου ! Πόσα τον πλήρωσες ; Είσαι ένα κάθαρμα ! Θέλεις να με καταστρέψεις εντελώς έτσι ; Δεν σε ενδιαφέρει στο ελάχιστο ένα αθώο πλάσμα να μεγαλώσει χωρίς την μητέρα του ; Είσαι ίδιος ο πατέρας σου !
Θεε μου τι κακό σου έκανα πια Κρίστιαν εγω μόνον αγάπη σου έδωσα ! Δεν μπορεί να μην έχεις έστω λίγη καρδιά μέσα σου ! Μολις βγήκε από την θερμοκοιτίδα δεν επιτρέπεται να ταξιδέψει !» ούρλιαζε απεγνωσμένη σαν χείμαρρος αφου δεν κατάφερνε να συγκρατήσει τον θυμό της .
«Ρώτησα τον γιατρό μην ανησυχείς εκείνος μου έδωσε την άδεια δεν υπάρχει τίποτα μέσα μου Μαρίνα γι αυτο το λόγο δεν πρόκειται να αφήσω να μεγαλώσει το παιδί μου ένα αλήτης . Σ αφήνω να ζείς τον έρωτα σου μακριά από την κόρη σου αξίζω λιγο χρονο μαζι της δεν νομιζεις ; Σε προειδοποίησα μα με αγνόησες εαν σε περίπτωση αλλάξεις γνώμη φυσικά θα είσαι ευπρόσδεκτη .!» σχολίασε ειρωνικά οργισμένος .
«Όχι !Οχι ! Αρνούμαι κατηγορηματικά Γιατί μου το κάνεις αυτό ; Γιατί με μισείς τόσο ; Δεν το βλέπεις πως είναι η ζωή μου γιατί το κάνεις αυτό ; Θέλεις εκδίκηση ; Για ποιο αδίκημα επιτέλους ζητάς εξιλέωση ;»ψέλλισε ανάμεσα σε λυγμούς μα όπως πάντα τα λόγια της δεν είχαν αντίκρυσμα.
Έκεινος στεκόταν βράχος αμετακίνητος απέναντι της ούτε τα δάκρυα της δεν τον συγκινούσαν πια .
«Δεν σε εχθρεύομαι αντίθετα σου ειμαι ευγνώμων γέννησες το παιδί μου μα εφόσον έχεις κάνει τις επιλογές σου επέστρεψε μου να κινηθώ όπως πρέπει . Πως το φαντάστηκες ε ; Να είμαι εγω ο παρείσακτος στην Αμερική ενω εσυ στην Ελλάδα θα μεγαλώνεις το δικο μου παιδί με έναν άλλον για πατέρα ; Δεν είχα άλλη επιλογή πίστεψε με σου ζήτησα να επιστρέψεις μα γνώριζα εκ των προτέρων την απάντηση .
Οπότε φροντίσα να λάβω τα μέτρα μου θα την φροντίζει η γιαγιά σου μια χαρά μεχρι να γυρίσεις ! »προσθεσε με σιγουριά προκαλώντας την εύλογη απορία της .
Μα πως γίνεται να γνωρίζει την αλήθεια ; Αναρωτήθηκε μέσα στην ταραχή της βέβαια η Αφροδίτη ίσως υπέκυψε τελικώς στις πιέσεις του κι του διηγήθηκε την ιστορια .
Προς το παρόν το προσπέρασε δίχως την ενδιαφέρει και χύμηξε καταπάνω αγριεμένη όμοια με πεινασμένη ύαινα τον χτυπούσε με ολες της δυνάμεις .
Εκείνος παραδόξως δεν έκανε τον κοπο να την συγκρατήσει την άφηνε να ξεσπάσει την οργή της .
«Κάθαρμα δεν θα μου την πάρεις .! Ζηλεύεις που δεν σε θέλω στην ζωή μου κι αποζητάς να με καταστρέψεις ! Δεν θα σε αφήσω να την πληγώσεις όχι ! Ειν δικιά μου εγω την γέννησα είμαι η μητέρα της να πάρει ! 》Ούρλιαζε έχοντας απωλέσει κάθε έλεγχο .
Την άδραξε με δύναμη από τα μπράτσα και την ακινητοποίησε .
«Τελείωσε η παράσταση Μαρίνα ! Πάρτο απόφαση παω να την πάρω ήρεμα κι ωραία . Αν θέλεις μπορείς ακόμη να ετοιμάσεις τα πράγματα σου κι να αφήσεις στην άκρη τους ανόητους εγωισμούς !» έδωσε παρολα αυτά την ύστατη ευκαιρία .
«Δεν γυρίζω ποτε ξανα κοντά σου !. Ξέχνα ότι θα έχεις την κόρη μου !»επέμεινε στο πείσμα της δεν του άφηνε άλλη επιλογή .
«Τότε αποχαιρέτησε την ! » πρόφερε αυστηρά με πρόσωπο σαν γρανίτη . κάνοντας νόημα στους άνδρες του . «Φέρτε το παιδί εδώ !» διέταξε δίχως να δείξει οίκτο στην καημενη την Μαρίνα που σπαράζε λίγα εκατοστά δίπλα του .
Φυσικά δεν στάθηκε θεατής σε ολη αυτήν την κατάσταση οσο απειλούνταν το σπλάχνο της.
Τοποθέτησε το σώμα της εμπόδιο μπροστά στην σκάλα που οδηγούσε στο δωματιάκι του παιδιού εμποδίζοντας να ανέβουν οι απεσταλμένοι του.
«Κανείς δεν την παίρνει την κόρη μου . !Ακομη κι φυλακή να με βάλουν δεν πρόκειται να την αποχωριστώ ! » ανακοίνωσε ξέπνοη αγριεμένη οσο ποτέ άλλοτε .
Ομως δεν υπολόγιζε πως απέναντι της βρισκόταν ένας ακόμη πιο οργισμένος Κρίστιαν που παρέμενε ψύχραιμος φαινομενικά μα μέσα του έβραζε .
Πλησίασε κοντά της κι την τράβηξε βίαια ώστε να ανοίξει τον δρόμο να του φέρουν το μωρό .
«Μην το συνεχίζεις αυτό για όνομα του θεού Κρίστιαν δεν το αντέχω να χάσω το παιδί μου !
Θα μπορείς να έχεις οσο καιρό θέλεις μαζί της δώσμου μόνον λίγο χρόνο να βρω μια λύση για να την βλέπεις συνεχώς μόνο μην μου την πάρεις !» ικέτευσε σαν τρελή περιμένοντας καρτερικά να δείξει έστω μια ένδειξη επιείκειας από μεριάς του .
Μάταια βέβαια αφου η στάση του παρέμενε ίδια το σώμα του φάνταζε πετρωμένο σε στάση άμυνας έτοιμο να επιτεθεί .
Το βλέμμα του παγερό σαν την ψυχή του «Θα έχεις το χρόνο σου οσο εγω θα εχω την μπέμπα μαζι μου μόλις τελικά καταλήξεις σε μια λύση .
Δεν θα σε εμποδίσει κανένας να την πλησιάσεις ξανά δεν σου εχω καμία εμπιστοσύνη. Μπορεί να εξαφανιστείς για άλλη μια φορά ..για αλλο μέρος του κόσμου » εξέφρασε επιτέλους τον αληθινό του φόβο.
Το λόγο που τον προέτρεψε να απαιτήσει αυτά τα μέτρα πάντοτε πρόσεχε πολύ τις κινήσεις του φρόντιζε να προνοεί.
Ποσο μάλλον τώρα που αφορούσε το ιδιο του το αιμα ξεφύσιξε ανυπόμονα ελπίζοντας να την λυπηθεί εστω κι την τελευταία στιγμή.
Ηταν βέβαιη έπειτα απο τόσο καιρό χωριστά πως τον αγάπησε για την πιο τρυφερή πλευρά του .
Δεν μπορεί να έπεσε τοσο εξω μαζί του επανέφερε στην μνήμη της κάποια παλιά λεγόμενα του για το πόσο τον ενοχλούσε να την βλέπει να υποφέρει .
Αραγε τώρα να το διασκεδαζε ;
«Δεν θα τολμουσα να το κανω .. !
Καταλαβαίνω τι αισθάνεσαι για εκείνη! Αφησε την μου μπορεις να βάλεις κάποιον από τους άνδρες σου να με παρακολουθεί θα εισαι βέβαιος τότε ; » διαπραγματέυοταν με θάρρος
σε μια ύστατη προσπάθεια να τον μεταπείσει .
Τον είδε να αναστατώνεται περισσότερο με τις λύσεις που του πρότεινε αναρωτήθηκε τι θα τον ικανοποιούσε πλήρως ώστε να σταματήσει αυτό το μαρτύριο .
Ο πανικος όμως της μπλόκαρε παντελώς το μυαλό έτρεμε ολόκληρη ενώ οι κάνουλες των ματιών της έτρεχαν ασταμάτητα .
Καθώς τον παρακολουθούσε να χτυπάει νευρικά το πόδι του στο πάτωμα με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος του βαριανασαίνοντας.
Μόρφαζε κυνικά αποφευγωντας να την κοιταξει ίσως τελικά να μην άντεχε να την λιώνει στον πόνο !.
Οι άνδρες οπως τους πρόσταξε μετέφεραν προστατευτικά το μωρό με τα πράγματα του .
Σαν αντίκρισε αυτήν την εικόνα το στόμα της στέγνωσε επικίνδυνα έχασε την μιλιά της τα μάτια της θόλωσαν με αλλα λόγια ήθελε να πεθάνει επι τόπου ! .
Ανοιγόκλεισε τα βλέφαρα της αδυνατώντας να πιστεψει αυτό που αντικρίζε σταμάτησαν ακριβώς μπροστά της με το μωράκι να διαμαρτύρεται στα χέρια τους .
Ανέμεναν την επόμενη εντολή από το αφεντικό τους η οποία δεν δόθηκε ποτέ την άφησε να χαιρετήσει το μωρό ως έπρεπε.
Ακούμπησε με το τρεμάμενο χερι της στο προσωπάκι της που είχε κοκκινισει από τα κλάματα χάιδεψε τα λιγοστά ξανθά μαλλάκια που κάλυπταν το κεφαλάκι της κι έπειτα έστρεψε ξανα το βλέμμα της στον απαθή συζυγο της .
Κουνώντας το κεφάλι της πέρα δωθε σε ένδειξη άρνησης δίχως να νοιαστεί για τον πόνο που προκαλούσε προχώρησε
προς την έξοδο αμέριμνος.
Κάλυψε τα χείλη της με την παλάμη της τρέχοντας να τον προλαβει το ακούμπησε ανεπαίσθητα στον ωμο με κορμί να τραντάζεται από λυγμους .
«Όχι...!» ψέλλισε με φωνή ανύπαρκτη σαν να μην άκουσε σήκωσε το μωρό στην αγκαλιά του κι εισέβαλλε βιαστικα στο τζιπ .
«Με χρειάζεται!» επέμεινε λες κι δεν ειχε πλέον ψυχή καθώς η φωνή της μετα βιας έφτανε μέχρι τα δικα της αυτιά από την λαχτάρα της παραδόθηκε .
Θα έκανε τα πάντα για να βρίσκεται κοντά στο σπλάχνο της οτι κι αν της ζητούσε λίγο προτού να ξεκινήσει ο σοφέρ του δήλωσε αποφασισμένη
« Θα έρθω μαζι σας! Θελω μόνο λιγο χρόνο να ετοιμάσω τα πράγματα μου ! » φάνηκε να πιάνει σκέφτηκε βλεπωντας τον να συνοφρυώνεται .
«Άργησες ..καλή μου ..»ψέλισσε σκληρά ενώ της έκλεινε το παράθυρο στα μούτρα.
《Άνοιξε μου Κρίστιαν δεν γίνεται να είσαι τόσο κακός ..θελω να γυρίσω μαζί σας ..》φώναζε χτυπώντας τα χέρια επιθετικά στο φιμέ τζαμί.
Μέχρι που ξεκίνησαν πάτησαν γκάζι και χάθηκαν μακριά παίρνοντας μαζί τους την ψυχή της που κρεμάστηκε ξοπίσω τους.
Έτρεξε άσκοπα ξοπίσω τους για μερικά μέτρα μα ήταν ανώφελο γονάτισε στην άσφαλτο κι έπιασε το κεφάλι της .
«Το παιδί μου ! »αναφώνησε σπαρλαζωντας εκει στην μέση του δρόμου ! Δίχως καμία παρηγοριά.
Γύρισε σερνόμενη σπίτι έκλεισε βιαστικά παντζούρια κι κλειδώθηκε στην θλίψη της .
Αυτο ήταν η ζωή της τελείωσε εκείνη την ημέρα ανέβηκε με αργά βήματα στο δωματιάκι της γονάτισε πλάι στην αδεια κούνια .
«Γιατι ; »μονολογούσε καθώς ολη η αγάπη που αισθάνθηκε για εκείνον κάποτε χάθηκε μονομιάς .
Μετατράπηκε σε μια ανεξέλεγκτη μανία να τον καταστρέψει εως ότου να τον δει νεκρό μπροστα στα πόδια της .
Αυτη η σκέψη γέμισε απόλυτα το ταραγμένο της μυαλο που μόνον απέχθεια έτρεφε πλέον για το άτομο του άραγε τι θα έκανε τώρα ; αναρωτιόταν εξαγριωμένη.
Ανεβηκε στο υπερπολυτελες τζετ του μαζί με την κόρη του η οποία δεν έπαψε να κλαίει σε όλη την διάρκεια της διαδρομής .
Δεν ήξερε από αυτά ..πασχιζε να την ηρεμήσει της μιλούσε καθησυχαστικά μα τίποτα δεν την κάλμαρε .
Ανήσυχος ζήτησε την βοήθεια του προσωπικού του ιατρού που δεν έχανε ποτε πτήση του ειδικότερα τις υπερατλαντικές .
Αφου εξέτασε για μερικά λεπτά το μωρό έβγαλε τα συμπεράσματα του .
«Δεν διακρίνω κάποιο παθολογικό αίτιο ..μάλλον ο αποχωρισμός της από την μητέρα της ειν το μυστικό .»αποφάνθηκε μορφάζοντας .
Αφού επεξεργάστηκε για άλλη μια φορά την απόφαση του έκανε σήμα στον πιλότο να ξεκινήσουν .
Κάθισε στην θέση του αποφεύγοντας να κοιτάξει την άδεια δερμάτινη πολυθρόνα απέναντι του .
Ατένιζε τις ομορφιές του νησιου που την εγκατέλειπε εξω από το παράθυρο λυπημένος.
Δεν του άρεσε αυτό που της προκαλούσε μα δεν του άφηνε περιθωρια για λυσεις .
Του πρότεινε ανώφελα πράγματα η ουσία ήταν μια δεν επιθυμούσε να γυρίσει εξαιτίας του ειδύλλιου της με εκείνον τον βλάκα !
Το αίμα του έβραζε σαν θυμόταν την στιγμή οπου εισέβαλε στο δωμάτιο του νοσοκομείου και τους βρήκε πρόσωπο με πρόσωπο να κάνουν σχέδια για το διαζύγιο .
Αργότερα βέβαια σαν να μην έφθανε το πρώτο σοκ
είχε το θράσος να παραδεχτεί ευθέως τον έρωτα που έτρεφε για τον εραστή της καταμουτρα !.
Άντεξε πολλά κι έκανε υπομονή μα η απροσέγγιστη συμπεριφορά της πυροδότησε αυτή του την κίνηση .
Θα έκανε τα πάντα για να εξαφανιστεί ξανά από την ζωή του εφόσον το έπραξε μια φορά θα το ξαναπροσπαθούσε εκ νέου για να τον αποξενώνει διαπαντός απο την κόρη του .
Εδώ κατάφερε να φτασει εως την ακρη του κόσμου για να του κρυφτεί χωρίς προφανή λόγο τώρα ενας θεός ξερει σε ποια χώρα θα κατέφευγε .
Του είχε δήλωσει τόσες φορές με στόμφο πως δεν αποτελούσε κομμάτι της ζωή της πια κι τώρα που καταλαβε πως η απειλες του δεν ηταν απλα λογια με σκοπό τον εκφοβισμό προσπάθησε να θολώσει τα νερά κι να κερδίσει χρόνο.
Ένα κομμάτι μέσα του ράγισε διαπαντός χάνοντας πάσα ιδεα για την γυναίκα του .
Τελικά έπαιζε θέατρο μαζί του τόσο καιρό τον ξεγελούσε με κλάματα κι αλλα παρόμοια κόλπα για να καταφέρει να την ερωτευτεί .
Πόσο εξω είχε πέσει μαζί της απογοητεύτηκε με τον τρόπο της φυσικά απο μεριάς του αναγνώριζε το ποσό την είχε πληγώσει χωρίς να το θέλει μα πραγματικά προσπάθησε να επανορθώσει .
Δυστυχώς ομως η ίδια δεν του άφησε ουδεμία επιλογή απο το να φύγει από το νησί με την νεογέννητη κόρη του στο πλευρό του αυτο μετρούσε μονο για εκείνον !
Σαν οι τουρμπίνες πήραν μπρός και το αεροπλάνο επιτάχυνε κράτησε σφικτά στα χέρια του το μικρό σωματάκι αντλώντας δύναμη καθώς σταδιακά άφηναν χιλιάδες πόδια μακριά τα Κύθηρα ..κι εκείνη.
Κόντευε να ξημερώσει μα για εκείνη ειχε χαθεί ο χρόνος βρισκόταν επι ώρες καθηλωμένη στο ίδιο σημείο να ατενίζει το κενό και το απέραντο βαθύ σκοτάδι .
Η απουσία της μικρής της μια πληγή που αιμορραγουσε ακατάπαυστα κι ίσως την σκότωνε .
Σκέψεις άρρωστες κυκλώναν ολοένα το ανταριασμένο μυαλό της άραγε ποτε θα έβλεπε ξανα το παιδί της ;
Ίσως κι ποτε εάν δεν έκανε άμεσα κάποια κίνηση δεν ήθελε με τίποτα να την χάσει .
Λίγο χρόνο του ζήτησε μονο να ετοιμασει τα πραγματα της υποκύπτοντας στον εκβιασμό του αλλα εκ του αποτελέσματος φάνηκε ενα ψέμα ολα οσα της έλεγε.
Δεν είχε ιδέα πόσο δύσκολο της φάνηκε να ξεστομίσει κατι τέτοιο και να συνθηκολογήσει παρα την θέληση της μα φυσικά ούτε τον ένοιαζε .
Τώρα ένιωθε κυρίαρχος αφου η κόρη της βρισκόταν στα χέρια του προτόυ της δωθεί η ευκαιρία να την γνωρίσει .
Να πάρει τα βρήκε ολα έτοιμα έδαφος πρόσφορο ενα μωρό που δεν κοπίασε να φέρει στον κόσμο ούτε διακινδυνεύσε παλεύοντας
με τον θάνατο για την ζωή της.
Κι όμως σαν κλέφτης ήρθε αναστάτωσε την ήρεμη καθημερινότητα διεκδίκησε με παράνομα μέσα την πατρότητα του και τελικώς κέρδισε εξαπολύοντας βέλη δηλητήριο εναντίον της.
Το μόνο ίσως που την παρηγορούσε ήταν το γεγονός πως η γιαγιά της διέμενε ακόμη στην έπαυλη και θα φρόντιζε το βρέφος οπως την ίδια.
Μάζεψε τα κομμάτια της για να καταφέρει να σκεφθεί καθαρά μια και δεν υπήρχε άλλος δρόμος .
Χαμογέλασε χαιρέκακα σκεπτόμενη την επικείμενη τελειωτική επίθεση η οποία θα έφερνε για πάντα το παιδί στην αγκαλιά της δίχως την ενοχλητική κτητικότητα του .
Ναι είχε έρθει η ώρα να πάρει την εκδίκηση της δίνοντας οριστική λύση στο μαρτύριο που ονομαζόταν Κρίστιαν Μπάλτον.
Μια εβδομάδα είχε να την δει η να επικοινωνήσει μαζί της ο Αλέξανδρος οπού σήμερα χτυπούσε απελπισμένα την αμπαρωμένη πόρτα .
Αν κι ενδόμυχα θεωρούσε ανώφελο να επιμείνει μιας κι ήταν μαθηματικά πια βέβαιο πως προφανώς είχε φύγει πλέον μαζί του πίσω στην Αμερική οπως ο ίδιος ειχε προβλέψει.
Προσπάθησε να καλέσει για πολλοστή φορά στον απενεργοποιημένο αριθμό της μα και πάλι δεν έδινε κανένα σημάδι ζωής λες και η γραμμή είχε νεκρώσει .
Ένιωσε προδομένος καθώς με το που επέστρεψε πίσω άσωτος βρέθηκε παραμερισμένος σε μια γωνιά με τον χειρότερο τρόπο.
Έστω ένα μήνυμα μπορούσε να του στείλει ως ελάχιστη ένδειξη πως τον νοιαζόταν ας του έγραφε πως αποφάσισε να επιστρέψει στον πατέρα του παιδιού της παρά να τον αφήσει σύξυλο.
Άυπνο επι μέρες να αναλογίζεται ολοένα συντροφιά με αλκοολ και απέραντες αστροφεγγίες αν τα πράγματα μπορούσαν να αλλάξουν τροχιά.
Ονειρευόταν να ακούσει ενα μαγικό χτύπημα στην πόρτα του αναπάντεχο σαν κεραυνός μες την καταιγίδα να την αντικρίζε στο κατώφλι του .
Χαμογελαστή με τρυφερότητα να αστράφτει στα μάτια της και ενα κορμί πρόχειρο να του δωθεί να ξεκινήσουν μαζί απ το μηδέν .
《Ήρθα αγάπη μου τον έδιωξα δεν σήμαινε τίποτα πια για εμένα! Ας μείνει ως σκιά στο μαύρο μου παρελθόν..σ αγαπάω..》μονο να το άκουγε μια φορά απ τα χείλη της και θα γινόταν χαλί να τον πατήσει.
Μα βλέπεις οι ονειροπόλησεις δεν τους οδήγησαν πουθενά ο Κρίστιαν υπερείχε σε όλους τους τομείς έμπαινε φράγμα σε όσα έχτιζε εξαρχής.
Μα τι περίμενε πως θα παρατούσε το σπλάχνο του στην τύχη του δίχως πατρική φιγούρα ; Ας έλεγε το ναι και ολα θα της τα πρόσφερε.
《Αχ Μαρίνα.. λίγο να με ένιωθες ..》
Έτοιμος πλέον να αποχωρήσει κάτι ξάφνου τον κράτησε σαν άκουσε έναν πνικτό ηχο σαν κατι να έσπασε προερχόμενο από το εσωτερικό .
Μια ελπίδα άνθισε μέσα του κι άρχισε να φωνάζει το όνομα της προσπαθώντας να σπάσει την πόρτα καθώς φαινόταν πως κάτι δεν πήγαινε καλά .
Ακούγοντας τις φωνές κι τα δυνατά χτυπήματα στην πόρτα της βιαζόταν να τελειώσει αυτό που είχε κατά νου εδω και μέρες να το επεξεργάζεται.
Μια εβδομάδα κλεισμένη στο σπίτι να προσπαθεί απεγνωσμένα καθημερινά να επικοινωνήσει με εκείνον να μάθει νέα για την κόρη της .
Χωρίς αποτέλεσμα ακόμη κι η γιαγιά της δεν τηλεφωνούσε φαίνεται είχε απαγορευτεί ρητά κάθε επαφή μαζί της διαγράφοντας την ύπαρξη της διαπαντός.
Πλέον η Ρεββέκα ως κακή μητριά του παραμυθιού θα ανέτρεφε την δική της χιονάτη μερικά χρόνια εως οτου γεννούσε το δικό της καρπό που θα δηλητηρίαζε ως αλλο μήλο την μικρή πριγκίπισσα.
Προδομένη οσο ποτέ κι απελπισμένη δίχως ύπνο τα βράδια με πλήθος αντικαταθλιπτικών που της χορήγησαν οι γιατροί αφου διαγνωσθεί με επιλόχιο κατάθλιψη.
Πορευόταν βασανιστικά εως σήμερα που αποφασισμένη πλέον πως δεν θα ξανάβλεπε την κόρη της ..βάλθηκε να δώσει τέλος στην ζωή της !
Ναι το μόνο που αναζητούσε η διαλυμένη της ψυχή ήταν η λύτρωση του θανάτου ίσως τότε μόνον καταλάβαιναν οσοι την έβλαψαν πόσο κακό της προκάλεσαν .
Τελειώνοντας με το χειρόγραφο σημείωμα στο οποίο εξηγούσε τους λόγους που την έφτασαν στον πάτο διατυπώνοντας ως τελευταία της επιθυμία να μεγαλώσει η Μιράντα την κόρη της .
Με δάκρυα στα μάτια έριξε μια τελευταία μάτια γύρω της αποχαιρετώντας σιωπηρά την μοναξια της .
Σφικτά στα χέρια της κρατούσε το σκουφάκι της που διατηρούσε την γλυκιά μυρωδιά της .
Πλησίασε αργά με τρεμάμενα χέρι το κοφτερό γυαλί στον καρπό της με σκοπο να κόψει τις φλέβες της .!
Δεν φανταζόταν ότι θα έφτανε ποτε στην ζωή της σε αυτό το σημείο καθότι το θεωρούσε υπέρτατη πράξη δειλίας να διαλέγεις μόνος σου τον επίλογο .
Με χιλιάδες σκέψεις μπερδεμένες κουβάρι στο ανακατεμένο μυαλό της κι ενα μπουκαλι αδειανό θα έσβηνε .
Μια σκέψη μόνον κυριαρχούσε σαν μικρή αναδρομή σε όλα εκείνα που πέρασε στην σύντομη διαδρομη της στον κόσμο διαπίστωσε πως γεύτηκε τα πάντα .
Ενα μεγάλο έρωτα που δεν φανταζόταν πως για χάρη του θα πέθαινε στιγμές μητρότητας και της ανείπωτης ευτυχίας που επιφέρει σκληρότητα και εν κατακλείδι απώλεια.
Ακούμπησε το κοφτερό γυαλί στην βάση αριστερού χεριού αυτό ηταν όλα τελείωσαν αναλογίστικε αποφασισμένη .
Πίεσε την άκρη του στην επάνω στο δέρμα της διστακτικά παίρνοντας τις τελευταίες βαθιές ανάσες .
Ευτυχώς δεν έτρεξε ευθυς αμέσως αίμα μα δάγκωσε τα χείλη εμμένοντας σε ενα ξαφνικό φινάλε .
Ο πόνος οξυς μα δεν την ένοιαζε πια αιμα άρχισε να αναβλύζει ποτάμι έκλεισε τα μάτια καρτερικά κι περίμενε .
Ύστερα από σκληρή προσπάθεια κατάφερε να εισβάλει στο αμπαρωμένο σπίτι σίγουρος πλεον πως κατι πολύ κακο θα συνέβαινε από λεπτο σε λεπτο .
Το θέαμα του σπιτιού άλλωστε μαρτυρούσε την κατάσταση αντικρίζε ολόγυρα του διάσπαρτα ρούχα πεταμένα στο καθιστικό δίπλα απο μπουκάλια αλκοόλ αδεια πεταμένα και στο τραπέζακι πλάι ενα κουτί απο χάπια.
《Μαρίνα που στο καλό βρίσκεσαι κορίτσι μου ; 》φώναξε με τον αντίλαλο να τροφοδοτεί την καρδιά του περαιτέρω με φόβο για το χειρότερο .
Πήρε μερικές βαθιές ανάσες καθώς ανέβαινε στο δωμάτιο του μωρού άνοιγοντας την πόρτα πάγωσε !
«Τι έκανες εκεί τρελάθηκες ;»
στρίγγλισε καθώς την σήκωνε αιμόφυρτη στα χέρια του .
Το μυαλό του είχε θολώσει απόλυτα πσο εκείνη πάλευε να ξεφύγει απ τα χέρια δίχως μα θέλει να την σώσει κανένας . «Φύγε άφησε με θέλω να φύγω δεν αντέχω άλλο ! »φώναξε μα εκείνος δεν έδωσε καμία σημασία συνέχισε να την κατεβάζει φουρίοζος ένα ένα τα σκαλιά .
Την ακούμπησε στον καναπέ τρέχοντας πανικόβλητος στο μπάνιο με σκοπό να καταφέρει να ελέγξει με κάποια γάζα την αιμορραγία .
Τα λεπτά κυλούσαν αντίστροφα εναντίον του άνοιξε το αυτοσχέδιο φαρμακείο κι προς ανακούφιση του βρήκε αποστηρωμένες γάζες κι καθαρό οινόπνευμα .
Σαν τρελός πέταξε τα πάντα κάτω και αρπάζοντας τα βιαστικά ξαναγύρισε κοντά της.
Ευτυχώς για τον ίδιο δεν δοκίμασε να ξεφύγει άλλωστε προφανώς οι δυνάμεις της δεν την ευνοούσαν είχε χάσει ηδη αρκετό αίμα τόσο που το προσωπο της ειχε χλωμιάσει .
Πίεσε με χειρουργικές κινήσεις το βαμβάκι το σημείο κι η αιμορραγία άρχισε να σταματά σταδιακά .
Έπειτα τύλιξε τις γάζες γύρω από τον καρπό της ενώ κατάφερε να μετριάσει κάπως την αιμορραγία
καλεσε ασθενοφορο .
Τον παρατηρουσε απογοητευμένη σαν παιδί που το είχαν μαλώσει «Γιατι με βοήθησες δεν ήθελα ...να ζήσω ξέρεις τι βάσανο ειν να μην έχεις κοντά σου το μονο πράγμα που αγαπάς σε αυτόν τον κόσμο ; Μου την πήρε .!»
ψέλισσε χαμηλόφωνα καθώε ο πόνος ζωγραφιζόταν ξεκάθαρα στο άλλοτε όμορφο πρόσωπο της που λες κι είχε μεταμορφωθεί .
Κράτησε την αναπνοή του ερχόμενος στην θέση της ποσο άτυχη σκέφτηκε δίχως να της δείξει πως αισθανόταν .
Ξεφύσιξε κι πήρε το χέρι της ανάμεσα στο δικό του «Καταλαβαίνω αλλα σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί λύση η αυτοχειρία σκόπευες να του χαρίσεις το μωρό σου αμαχητί ; Διότι αυτό θα γινόταν θα του έκανες την χάρη να πεθάνεις να βγείς απ το πλάνο κι να κρατήσει το παιδί σου .
Οχι γλυκιά μου υπάρχουν πολλοι λόγοι για να ζήσεις την κόρη σου δεν την σκέφτηκες καθόλου πως θα μεγάλωνε σε τι χέρια ; Δεν σε αναγνωρίζω ! Πέρασες τοσα για να την φέρεις στον κόσμο κι τωρα τι ; Βάζεις απλα μια τέλεια κι φεύγεις για αλλού ; »
το ερώτημα σαφώς είχε ρητορικό χαρακτήρα .
Δεν του απάντησε μα έδειχνε τουλάχιστον μετανιωμένη κουρνιασμένη στην αγκαλιά του σκεφτόταν την απερισκεψία που έπραξε .
Ευτυχώς ο θεός δεν άφησε να χάσει την ζωή της το μωράκι της θα μεγάλωνε χωρίς μητέρα.
Ποτισμένη μόνον μίσος για το πρόσωπο της που θα καλλιεργούσε ο πατέρας της .
Μεταφερθηκε για άλλη μια φορά στο νοσοκομείο του νησιού που οι γιατροί περιποιήθηκαν τις πληγές επιτυχώς και κατάφεραν να την θέσουν αμέσως εκτος κινδύνου .
Ο γιατρός σαφώς ήταν καταπέλτης στα λεγόμενα του έχοντας απεναντι του τον Αλέξανδρο .
«Δώσαμε μια μικρή μάχη αλλα τα καταφέραμε κοιμάται τωρα με το ηρεμιστικό που της χορήγησαμε .Μα οπως καταλαβαίνεις η ψυχολογία της λόγο και του πρόσφατου τοκετού επιασε πάτο θα χρειαστεί παρακολούθηση.
Μια απόπειρα αυτοκτονίας μπορεί να απέτυχε την πρώτη φορα μα κανεις δεν μπορεί να προβλέψει εάν θα επιχειρήσει κατι παρόμοιο. Να βρίσκεται κοντά της κάποιος μην την αφήσετε μόνη ουτε για αστείο..» ακουγε προσεκτικά συγκλονισμένος δίνοντας υποσχέσεις να την κρατήσει ασφαλή κάτω απ τις φτερούγες της αγάπης του .
Με ένα απέραντο μίσος να σιγοκαίει στην καρδιά για τον άνδρα που την έφτασε τελικώς εως την τρέλα με τον καλπάζων εγωισμό του .
Έμεινε μαζί της ολη την νύχτα κοιμόταν δίπλα της δεν είχε ακούσει νεα της από την ημέρα που την άφησε σπίτι της από το μαιευτήριο.
Ήθελε να τον αναζητήσει η ίδια κάτι που λόγο περιστάσεων δεν έγινε ποτέ χιλιάδες σκέψεις περασαν από το μυαλο του μα σε καμια περίπτωση δεν περιμενε τετοια καταληξη .
Ήλπιζε σε ένα happy end για εκείνη οσο κι να τον πονούσε οσο αναλογιζόταν πως αν δεν προλαβαινε ..θα την έχανε για πάντα έτρεμε στην σκέψη πως δεν θα ζούσε η καλή του σήμερα .
Πρωί πλέον άνοιξε τα μάτια ξαπλωμένη στην κρεβατοκάμαρα της εκει οπου ξεκίνησαν όλα το πρόσωπο της κόρης της εμφανίστηκε εμπρός της να την δικάσει .
Φυσικά όχι στην πραγματικότητα οι ενοχές της δημιουργούσαν αυτές τις παραισθήσεις ίσως κι η έλλειψη της .
Το βλέμμα της έπεσε στο τραυματισμένο χέρι της που ηταν δεμένο σφικτά .
Δίπλα της κοιμόταν ο Αλέξανδρος οπως πάντα πιστός σκοπός στο πλευρό της αναλογίστικε συνειδητοποιημένη πλέον πως απο εδώ κι πέρα ολοι θα την αντιμετώπιζαν σαν παράφρων εφόσον αυτοτραυματίστηκε .
Δεν ήμουν δειλή μα ξαφνικά έγινα σκέφτηκε με λύπη παραλογίστικα έχασα κάθε μέτρο ήθελα μονάχα να παψω να πονάω δικαιολογήθηκε στον εαυτό της .
Σκούντησε τον Αλέξανδρο μαλακά εφόσον πλέον δεν είχε χρόνο για χάσιμο κι ήθελε σε κάποιον να μιλήσει .
Αφου παραπονέθηκε ελαφρά άνοιξε απρόθυμα τα μάτια του κι της χαμογέλασε νυσταγμένα .
Πήρε πρώτη τον λόγο «Συγγνώμη που σε ξυπνάω τοσο νωρίς μα εχω να σου πω τόσα πολλά που δεν κρατιέμαι ..» πρόφερε θλιμμένα .
«Μην ανησυχείς καλη μου μπορεις να μου πείς ότι θέλεις » την καθησύχασε γλυκά κι εκείνη με την σειρά της ανασηκώθηκε στο κρεβάτι κι έσφιξε αγχωμένη τα χείλη . «Τι έκανα Αλεξ ;
Δεν πιστεύω ότι έφτασα εως εδώ δεν είμαι άνθρωπος που το βάζει κάτω μα ένιωσα θεε μου ! Τόσο αβοήθητη ! Πήρε την μικρή με εισαγγελική εντολή κι εγω έμεινα πίσω να τα εχω εντελώς χαμένα !Πνιγόμουν θέλω να με καταλάβεις !» ικέτευσε απελπισμένα κι οι μύες του προσώπου της συσπάστηκαν φανερωνοντας το ποσο πολύ πονουσε .
Κάθισε δίπλα της κι την πήρε στην αγκαλιά του τόσο απαλα λες κι θα έσπαγε σε χιλια κομματια .
Η τρυφεροτητα της στιγμής την συνεπήρε κι προς στιγμήν ξέχασε το που βρισκόταν .
« Σίγουρα μπορώ να σε καταλάβω γλυκιά μου μα αυτό που επιχείρησες δεν ηταν αστείο κι εάν δεν ημουν εκει τώρα θα σε θρηνούσαμε .
Θα αφηνες την κόρη σου στα χέρια του αχρείου μα οχι εσύ δεν είσαι τετοια μητέρα .Μπορεί να κέρδισε την μάχη αλλα όχι κι τον πόλεμο . Κανένα δικαστήριο δεν διατάζει να πάρουν ένα βρέφος από την μητέρα του χωρίς σοβαρά κίνητρα .Απο εδώ κι πέρα έχεις πολλούς λόγους για να ζήσεις καλή μου !» την εμψύχωσε βλέποντας ποσο άσχημα ένιωθε .
Κούνησε το κεφάλι της ενω πήρε μια βαθειά ανάσα.
«Ένας είναι ο σκοπός μου από εδώ κι περα ! Εκδίκηση !» του απάντησε σκληρά με ένα χαιρέκακο χαμόγελο ζωγραφισμένο στο χλωμό της πρόσωπο .
Τρομοκρατήθηκε με την αντίδραση της μήπως τελικά είχε χάσει τα λογικά της; Αναρωτήθηκε καθώς απομακρυνόταν από κοντά της σκεπτικός.
«Πως σκοπεύεις να εκδικηθείς για το κακο που σου εχει κάνει ; » ρωτησε ανήσυχος .
Το βλέμμα της σκοτείνιασε κι ένα μοχθηρό ύφος επιβεβαίωνε τους φόβους του . «Έννοια σου ένας τρόπος μονο υπάρχει κι πίστεψε με θα τα καταφέρω !»ανακοίνωσε αποφασισμένη .
«Ποιός τρόπος δηλαδή ; Γλυκιά μου με τρομάζεις έλα στα λογικά σου σε παρακαλώ!» τον κατακεραύνωσε με τον αυστηρό βλέμμα της που για πρώτη φορά καθρεπτιζόταν μίσος.
«Λυπάμαι αλλα δεν με νιώθεις ..μου πήρε ότι πιο σημαντικό εχω στον κόσμο ! Ακόμη κι εσυ με θεωρείς τρελή ετσι ;
Αλλα φυσικά εσύ δεν πόνεσες ποτε σου !Θέλω το παιδί μου αλλιώς θα τρελαθώ πραγματικά !» σιγοψιθύρισε νευριασμένη .
« Φυσικά σε νιώθω εξαρχής κι το ξέρεις δεν θεωρώ τρέλα να ζητάς την κόρη σου μα μιλώντας για εκδίκηση με τόσο μίσος ζωγραφισμένο στο πρόσωπο σου τι περιμένεις να σκεφτώ ; Ολα θα πανε καλα θα πάρεις πίσω το μωρό σου χωρίς βια .
Κι αν θες να ξέρεις πονάω που σε βλέπω ετσι αυτή την στιγμή !»της πέταξε κατάμουτρα σε μια κακή στιγμή κι για τους δυο .
Κοίταξε αλλού αμήχανη με την παράξενη ένταση ανάμεσα τους .
«Τον μισώ ειλικρινά !Δεν τρελάθηκα αν αυτό πιστεύεις φύγε ! Αλλα η δικαιοσύνη μου θα αποδώθεί οπως εγω προσταζω ! » του απάντησε θυμωμένη υψώνοντας το δεξί της φρύδι σαν να υπολόγιζε κάτι εφιαλτικό.
Αποχώρησε σκεπτικός για να μην ρίξει άλλο λαδι στην φωτιά άλλωστε στην κατάσταση οπου βρισκόταν δεν θα κατάφερναν να συνεννοηθούν .
Λυπόταν πολύ που την έβλεπε να βασανίζεται κι να χει χάσει το μυαλό της .
Αν και παρακουσε τις εντολές του γιατρού που αυστηρά ζητήσε να μην την αφήνει μόνη τα πρώτα εικοσιτετράωρα τουλάχιστον για να ηρεμήσει κάπως .
Τα ξεσπάσματα της ανησυχούσαν ιδιαίτερα τους γιατρούς που της χορήγησαν μια αγωγή για λίγες ημέρες εως οτου ηρεμήσει .
Την ιδια μερα τι βραδάκι το κουδούνι του χτυπούσε επίμονα σκεπτικός σηκώθηκε απο τον καναπέ πάτησε παύση στην ταινία που έβλεπε και προχώρησε να ανοίξει.
Την αντίκρισε εμπρός του όπως ακριβώς είχε ονειρευτεί κρατούσε ανα χείρας την βαλίτσα της κοιτώντας τον με ύφος βλοσσυρό .
《Μαρίνα πως και τέτοια ώρα εδώ ;》
《Ελπίζω να μην ενοχλώ..μπορώ να σε απασχόλησω για μερικά λεπτά;》ρώτησε παγερά.
《Πέρασε γλυκία μου αν και φαντάζομαι περι τίνος πρόκειται..》
Παρατηρούσε τριγύρω της το χώρο σκεπτικός προς στιγμήν διέκρινε μια σπίθα στο άλλοτε άψυχο βλέμμα των τελευταίων ημερών .
Γύρισε προς το μέρος του ενθουσιασμένη «Μου αρέσει πολύ το σπίτι σου ειν πανέμορφο !»σχολίασε χαρωπά .
Άφησε κατω την βαλίτσα με τα λιγα ρούχα οπου ειχε μαζέψει από το σπιτι της κι πλησίασε κοντά του τόσο που τα πρόσωπα τους έφθασαν σε απόσταση αναπνοής .
Έδειχνε να επιζητεί περισσότερα απ εκείνον ετούτη την φορά κοιτάχτηκαν για μερικά δευτερόλεπτα αμίλητοι .
Διάχυτος ηλεκτρισμός διαπέρασε τα κορμιά τους τα χείλη του ακούμπησαν τα δικά της διστακτικά .
Έπειτα έκλεισαν γυρω τους με πάθος μετά από μερικα δευτερόλεπτα που νόμιζε που βρισκόταν στον παράδεισο γευόμενος τα βελούδινα χείλια πουβτου είχε αρνηθεί.
Ομως το όνειρο δεν κράτησε πολύ τραβήχτηκε πίσω κι τον χαστούκισε ενοχλημένη κι ύστερα έφυγε τρέχοντας προς τον κήπο του μικρού οικήματος .
Την ακολούθησε άφωνος κι την αδραξε απαλά από το μπράτσο. «Συγγνώμη ..παρασύρθηκα από την στιγμή και τα συναισθήματα που τρέφω για εσένα.
Ήρθες πρώτη φορά σπίτι μου κι το ονειρευόμουν πολύ καιρο ολο αυτό !» δικαιολογήθηκε ξέπνοος .
Τράβηξε το χέρι της βαριανασαίνοντας πολύ θυμωμένη«Εκμεταλέυθηκες μια ακόμη αδυναμία μου ! Δεν είμαι έτοιμη για σχέσεις κι ανούσια φιλία. Για εμενα προέχει ενα και μοναδικό η κόρη μου κατάλαβε το !» του τόνισε σκληρά .
«Το ξέρω γλυκιά μου ξέφυγα το παραδέχομαι. Μα μην αρνήσε πως δεν ένιωσες τίποτα ανταποκρίθηκες προς στιγμήν !» το σχόλιο του την εξόργισε περισσότερο .
«Λάθος κάνεις μεγάλο ! Δεν το περίμενα να επιχειρήσεις ξανά να με φιλήσεις ειδικά τώρα σε μια τοσο δύσκολη φάση για εμένα ..» συνέχισε τον διαπληκτισμό τους σε υψηλούς τόνους .
«Δεν μπορεί να αγαπάς ακόμη αυτό το τερας έπειτα απο οσα σου έκανε ! Δεν ήθελα σε καμία περίπτωση να σε προσβάλω ελα ας το ξεχάσουμε σαν να μην έγινε ποτε .Ας πάμε μια βόλτα να περπατήσουμε τι λες ;»
Κοντοστάθηκε σε μια άκρη για μερικά λεπτά σκεπτική με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος .
Δεν ήθελε να τον βλέπει πρς στιγμήν ούτε και να του μιλά μας πως τόλμησε ξανά να την φιλήσει ;
Της υπενθύμισε προς στιγμήν τον τρόπο που την φιλούσε εκείνος και κρίνοντας απ τις αντιδράσεις της μάλλον θα αηδίαζε από εδώ κι μπρος με όποιον επιχειρούσε να την προσεγγίσει .
Έτρεμε ολόκληρη η αγκαλιά της ήταν άδεια κι πονούσε να πάρει πολύ που την είχαν χωρίσει από την μικρούλα της τόσο άκαρδα .
Ατένιζε μακριά την φουρτουνιασμένη θάλασσα έγινε ένα μαζί της ξάφνου ένιωσε να την παρασύρουν τα αφρώδη κύματα της να την χτυπούν με απίστευτη δύναμη στα βράχια κι να την τραβούν πάλι πίσω .
Έτσι ένιωθε κάθε πτυχή της ψυχής της λικνίζοταν σε μια τρικυμία κι εκεί κάπου απέναντι στην μακρινή στεριά μια φωνούλα την καλούσε .
Άπλωσε τα χέρια της μα δεν την έφτανε γονάτισε στο χώμα απελπισμένη, νικημένη αν και δεν της ταίριαζε καθόλου αυτός ο ρόλος .
Χρειαζόταν την κόρη της τούτη ακριβώς την στιγμή ! Χωρίς να το σκεφτεί δεύτερη φορά επέστρεψε στο καθιστικό που την περίμενε ανήσυχος ο Αλέξανδρος.
Σήκωσε την βαλίτσα της από το πάτωμα αποφασισμένη δίχως να πει λέξη ενω προχωρούσε προς την πόρτα .
«Φεύγω από το νησί σήμερα κιόλας..δεν αντέχω άλλο μακριά της !»ανακοίνωσε δίχως να την νοιάξει το θλιμμένο του ύφος.
«Εγω φτφταίω έτσι ; Συγχώρα με δεν θα επαναληφθεί στο ορκίζομαι ! Δεν μπορείς να με αφήσεις εδώ ! Εχεις χτίσει μια ζωή σ αυτό τον τόπο.
Μην εγκαταλείπεις αν γυρίσεις πίσω δεν θα σε αφήσει να επιστρέψεις » παλεψε να την μεταπείσει .
«Η ζωή μου δεν εχει νόημα μακριά της θα μιλάμε στο τηλέφωνο για λίγο θα λείψω μονάχα . Δεν μπορώ να την αφήσω σε εκείνον οπου ξαφνικά την αγάπησε .Βέβαια δεν εχω ιδέα τι θα συναντήσω πίσω στην Αμερική . Συγχώρα με και για το χαστούκι ολη αυτή η κατάσταση απειλεί να με τρελάνει ! Θεωρώ πως σε λάθος φάση σε γνώρισα Αληθεια . Ισως αν ..να σε ειχα αγαπήσει το αξίζεις ! Δεν θα σε ξεχάσω ποτέ ! »
Έκμυστηρεύτηκε ειλικρινά σκουπίζοντας το δάκρυ που έσταζε στο μάγουλο του .
Έκλαψε κι εκείνη σε αυτόν τον απροσδόκητο αποχαιρετισμό.
«Μην φεύγεις τουλάχιστον μέχρι να γίνεις καλά θα σου κάνει κι άλλο κακό ! Σ αγαπάω πολύ Μαρίνα !»ψέλλισε ανάμεσα σε δάκρυα ενώ την αγκάλιαζε σφικτά κι έκρυψε το πρόσωπο του στο λαιμό της .
«Είμαι μισή εδώ ..δεν το βλέπεις ;
Δυστυχώς δεν υπάρχει αλλη λύση δεν θα μου αφήσει περιθώρια το ξέρω μα θα πολεμήσω ! Αλλιώς το φαντάστηκα πίστεψε με .
Αλλα εφόσον η ζωή εχει σχέδια διαφορετικά οφείλω να ακολουθήσω σε αγάπησα πραγματικά σαν ..φίλο μα φυσικά μπορείς να έρθεις όποτε να με συναντήσεις εκεί » τον παρηγόρησε .
Έπειτα του χαμογέλασε ενθαρρυντικά καθώς άνοιγε την πόρτα και εκείνος ξοπίσω έκλαιγε σαν μικρό παιδί.
«Πως θα ζήσω εδώ δίχως την παρουσία σου ; Θα έρθω να σε δω κάποια στιγμή ! Σέβομαι άλλωστε πόσο σημαντικη είναι η μικρή για εσένα .
Ελα τουλάχιστον άφησε με να παω στο αεροδρόμιο να μείνω μαζί σου λίγο ακόμα !» της ζήτησε σχεδόν ικετευτικά .
Πέρασε από το σπίτι της μάζεψε όλα τα υπόλοιπα ρούχα της κι αφου βεβαιώθηκε πως είχε τακτοποιήσει το σπίτι σφραγίζοντας πίσω την πόρτα έτοιμη για την μεγάλη επιστροφή .
Αναχώρησαν για το αεροδρόμιο που βρήκε την ύστατη στιγμή εισιτήριο για την τελευταία πτήση της ημέρας οπου αναχωρούσε σε λίγα λεπτά .
Στάθηκε απέναντι του κι χαμογέλασε συγκινημένη «Δεν είναι το τέλος αυτό για εμάς έχουμε πολύ καιρο μπροστά μας .Κράτησε το φιλί μας σαν ένα δώρο. Για όλα εκεινα τα ομορφα που μου χάρισες είσαι οικογένεια μου να θυμάσαι..» τον διαβεβαίωσε βλέποντας τον σκυθρωπό κι θλιμμένο σε ολο το δρομο .
«Θα ξεχάσεις γλυκιά μου μολις σε κλείσει στην αγκαλιά του θα κρυφτείς στο γλυκό του ψέμα ξανά !» εξέφρασε με απογοήτευση κι σιγουριά συνάμα .
«Πίστεψε με εχω τόση οργή μεσα μου που θα προτιμούσα να του ξεσκίσω την σάρκα με τα νύχια μου παρα να πέσω στην αγκαλιά του» ψέλισσε κοφτα αποφασισμένη .
Ανακοινώθηκε από τα μεγάφωνα του αεροδρομίου η επικείμενη αναχώρησην αγκαλιάστηκαν δίχως να πουν κατι άλλο πλεον μιλουσε η σιωπή για αυτούς .
Ανέβηκε στο αεροπλάνο έκλεισε σφικτά τα μάτια της καθώς το αεροπλάνο απογειώνοταν αυτο ήταν .
Η μεγάλη επιστροφή ήταν πλέον θέμα ωρών ολα είχαν δρομολογηθεί ατενιζε με ανησυχία από το παράθυρο την γαλάζια θάλασσα που της φάνηκε σαν να την αποχαιρετουσε κι εκεινη με την σειρά της .
Δεν μπορούσε να συγκρατήσει την αγωνία της για την στιγμή που θα ερχόταν ξανά αντιμέτωπη μαζί του .
Θα αντικρίζε το παγωμένο του βλέμμα που αν αρνιόταν να της δώσει την μικρή ουτε φανταζόταν τι τον περιμενε !
Μ αυτή την σκέψη βολεύτηκε στην θέση της κι προσευχήθηκε να περάσουν γρήγορα οι ώρες της πτήσης .
Κάποιος χτυπούσε επίμονα σχεδόν υστερικά την εξώπορτα της έπαυλης των ώρα που διάβαζε ενα παραμύθι στο μωρό .
Θορυβημένος την τοποθέτησε στο ροζ κορότσακι απαλά ωστε να μην την τρομάξει κι προχώρησε για να χειριστεί ο ίδιος τον.. επίμονο επισκέπτη .
Δεν περίμενε ομολογουμένως να την αντικρίσει στο κατώφλι του τοσο σύντομα και συνάμα τόσο οργισμένη .
Στεκοταν ενώπιον του βαριανασαίνοντας λαχανιασμένη με μάτια που πετούσαν φλόγες .
«Θέλω το παιδί μου !» γρύλλισε σφίγγοντας τα χείλη μέχρι που άσπρισαν .
Έκανε ένα βήμα εμπρός αποφασισμένη σπρώχνοντας τον μάλιστα εισβάλοντας με φλορα στο εσωτερικό του πρωην σπιτιού της .
Παρέβλεψε το συναίσθημα που δημιουργήθηκε μέσα της σαν αντικρίσε το χώρο που είχε περάσει τόσα .
Αδιαφοροντας για το σαστισμα στο πρόσωπο του χτένισε με το βλέμμα της κάθε πτυχή του χολ αναζητώντας την.
Ποσό της έλειπε μονάχα να την κρατήσει στην αγκαλιά ασφαλή να αισθανθεί την ζεστασιά κι δεν την ενδιέφερε τιποτα παραπάνω.
Ούτε πλέον ο άνδρας που στεκόταν λίγα μέτρα πισω της .
«Καλώς ήρθες σπίτι !»ειρωνευτηκε με το γνωστό υφάκι του μα αυτην τηνφορά
τα λόγια του ούτε που την άγγιζαν.
Στράφηκε προς το μέρος του με μοχθηρό βλέμμα σκοτεινό . «Που είναι ; Θελω να την δω !» ζήτησε επιτακτικά χωρίς να του αφήνει περιθώρια για περιττές κουβέντες .
Όντως κατι διαφορετικό είχε επάνω της δεν την ξανα ειχε δει ποτε τόσο θυμωμένη .
«Ελα πέρασε στο γραφείο μου να τα πούμε »την παρότρυνε ήρεμα ακουμπώντας την ελαφρά στον ώμο .
Φυσικά αντέδρασε λες κι την χτυπούσαν χιλιάδες βολτ μαζί αποτραβηχτήκε με απέχθεια ώστε να κάνει σαφής τις προθέσεις της .
«Νομίζω ήμουν ξεκάθαρη στο ερώτημα μου που είναι η κόρη μου ; 》
«Νομίζεις ότι θα με τρομοκρατήσεις με αυτό σου το στυλάκι ; Κοιμάται προς το παρών θα την δεις αργότερα !» πρόφερε αυστηρά ενω της έλεγε την μιση αλήθεια .
Αυτό ήταν ! Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι εφόσον ακόμη και τώρα της απαγορευε να την δεί την ανάγκαζε να πράξει αναλόγως .
Προχώρησε προς το γραφείο με ένα σατανικό χαμόγελο ικανοποίησης χαραγμένο στο προσωπο της δεν της άφηνε άλλη επιλογή αν δεν ειχε ολοκληρωτικά το παιδί της θα έφτανε στα άκρα .
Τον παρακολουθούσε να περνά αγέρωχος και να κάθεται όπως πάντα στο γραφείο του με τον γνώριμο του αέρα νικητη .
«Λοιπόν το πήρες απόφαση να γυρίσεις σε μένα !» διαπίστωσε ικανοποιημένος .
«Ξέρεις καλά πως δεν επέστρεψα για εσένα μα για εκείνη ! Δεν θα την άφηνα έρμαιο στα χέρια σου σε καμία περίπτωση ! Μην έχεις αυταπάτες » αντέτεινε επιθετικά .
«Κοψε αυτό το ύφος γιατί δεν σε παίρνει ακόμη δεν ηρθες κι αμέσως βάλθηκες να προστάζεις ! Αναρωτιέμαι σου πήρε καιρό να αποχαιρετίσεις τον εραστή σου ;»
«Δεν έχεις ιδέα τι πέρασα αυτές τις ημέρες γι αυτό μην παίζεις με την υπομονή μου Κρίστιαν .
Θέλω να την δω εδώ κι τώρα .!
Μόνο μαζί της θα φύγω από εδώ μεσα !»
« Χα ξέχνα το ! Μπα μπα ήρθες βλέπω με άκρως επιθετικές διαθέσεις. Αν θελω θα σε αφήσω να την δεις . Οπότε χαλάρωσε λιγάκι γιατί σαν πολλά μας τα λες !» την περιέπαιζε εκνευρισμένος με την στάση της .
Μα δεν είχε ιδέα τι είχε κατα νου να κάνει μια μητέρα που της στέρουσαν το παιδί της χωρίς αιτία.
《Πολύ καλά εσυ το επέλεξες !!》ψιθύρισε απειλητικά καθώς με μια απότομη κοφτή κίνηση τράβηξε ένα πιστόλι από την τσάντα της ειμαστε σημαδέυοντας κατευθείαν στην καρδιά.
Μουδιασε ολόκληρος προς στιγμην ενω βάλθηκε να σηκωθεί αργα από την θεση του .
«Σου ξεκαθάρισα πως δεν παίζω Κρίστιαν η θα μου δώσεις την κόρη μου η θα σε εκτελέσω εν ψυχρώ εδώ κι τώρα !» τον απείλησε ξεχειλίζοντας οργή .
Αυτην την φορά δεν αστειευόταν φαινόταν ξεκάθαρα πέρασε την γλώσσα του πανω από τα ξεραμένα χείλη του ταραγμένος .
Στεκόταν μερικά μέτρα μακριά του κι τον σημάδευε διακρίνοντας στο σφιγμένο πρόσωπο της πως θα το τολμούσε δίχως αναστολές .
Άνοιξε τα χέρια του σε μια κίνηση πρόκλησης «Κάντο ελα μην διστάζεις. Βγάλε με από την μέση ! Κράτησε την κόρη μας μόνη σου ! Σκότωσε με επιτέλους !» φώναξε δίχως να τον ενδιαφέρει εάν θα ζούσε η θα πέθαινε .
Δεν είχε φοβηθεί στην ζωή τίποτα αν αυτό λοιπόν ήταν της μοίρας το γραμμένο θα το αποδεχόταν με ηρωισμό χωρίς δεύτερη σκέψη .
Το χέρι της έτρεμε κι τα μάτια της λαμποκοπούσαν σαν το φως της αυγής . «Σταμάτα μην με προκαλείς ..!» φωναξε με την σειρά της κραδαίνοντας το όπλο έτοιμη να απασφαλίσει.
Παρατηρησε στο χέρι της κατι που πριν είχε αγνοήσει έμοιαζε με γάζα περασμένη γύρω από τον καρπό της .
Αν και δεν μπορούσε να διακρίνει καθσρά εφόσον το μανίκι από το παλτό που φορούσε το κάλυπτε .
Πλησίασε κοντά της ατρόμητος δίχως να φοβηθεί μεχρι που η κάννη του όπλου ακουμπούσε κυριολεκτικά το στέρνο του .
Παρατηρούσε πως τα έχασε προς στιγμήν μα έπειτα επανήλθε βράζοντας απο οργή η ανάσα της έφθανε στα αυτιά του βαριά και κουρασμένη ομοια με λαβωμένου ζώου.
«Σκότωσε με λοιπόν τι περιμένεις ;
Με σιχαίνεσαι ετσι δεν είναι ; Τωρα αγαπάς άλλον ..Τελείωσε με επιτέλους !» ούρλιαξε καθώς πίεζε με το σώμα του το όπλο δίχως ιχνος τρόμου λες κι επιζητούσε την λύτρωση του θανάτου .
Ένας πυροβολισμός αντήχησε κατα μήκος της έπαυλης αναστατώνοντας το προσωπικό μα κυρίως την Αφροδίτη την ώρα που έπαιζε με την δισεγγονή της .
《Ελα κοριτσακι μου εσύ όμορφο ελα στην γιαγιά να σε κανακέψει μπουμπούκι μου ..μα θεε μου τι ήχος ήταν αυτός ; Έμοιαζε με πυροβολισμό ..》..
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro