Κεφάλαιο Τριάντα - Μικρό Θαύμα
Έστριψε βιαστικά σε ένα στενό εισπνέοντας ανεξέλεγκτα και γρήγορα με την γυναίκα που για κάποιο ανεξήγητο λόγο την γνώριζε να την ακολουθεί κατα πόδας .
Τα χε χαμένα κυριολεκτικά καθώς η βροχή συνέχιζε αλύπητα να μαστιγώνει το πρόσωπο της παρα την ομπρέλα που κρατούσε λόγω του δυνατού ανέμου που σάρωνε την πλάση.
Ρίχνοντας μια πρόχειρη ματιά ολόγυρα αναζητούσε ενα μέρος να κρυφτεί μα να πάρει το πέτρινο λιθόστρωτο γλιστρούσε θανάσιμα θέτοντας μεγαλύτερα εμπόδια.
Χώθηκε σε ενα στενό σκοτεινό σαν στοά δρομάκι ανάμεσα σε δύο αναπαλαιωμένα κτίρια με την ελπίδα η γνωστή του να την παρατήσει στην ησυχία της .
Έμοιαζε εφιάλτης πως κάποια στον τόπο την αναγνώρισε μα το χειρότερο ήξερε πως είναι παντρεμένη οπως επίσης και με ποιόν.
Κοντοστάθηκε για λίγα λεπτά στο σκοτάδι παίρνοντας βαθιες ανάσες σίγουρη πλέον πως κατάφερε να ξεφύγει .
Ομως δεν υπολόγισε σωστά εντος ολίγου βρέθηκε μπροστά στην πιο δυσάρεστη έκπληξη μα τι στο λαλό γύρευε η γυναίκα αυτή εδώ αναρωτήθηκε σοκαρισμένη.
Βάδιζε προς το μέρος της με ένα ειρωνικό χαμόγελο στα χείλη παρόμοιο όπως ακριβώς τότε όταν την είχε πιάσει να φιλά τον σύζυγο της τόσο αδιάντροπα η υποχθόνια εχθρός της από την αρχή .
«Ώστε λοιπόν εσυ είσαι ! Μικρή πονηρή νόμιζες πως θα μου ξεφύγεις αλλα έκανες λάθος . Απ τα δικά μου κανείς δεν μου ξεφεύγει.
Παρολίγο να χαλάσω τις πανάκριβες γόβες μου εξαιτίας σου ! Από ότι βλέπω περιμένεις παιδί από ποιόν άραγε ;
Ο καημένος ο γλυκός μου ο Κρίστιαν θα πρέπει να υπήρξε μεγάλο θύμα στα χέρια σου ευτυχώς που έφυγες κι μάλιστα τόσο μακριά . Αποτελούσες τεράστιο εμπόδιο στην καθημερινότητα του παραπονιόταν συνεχώς πως δεν αντέχει άλλο την ζωή μαζί σου .Καιρός να του δώσεις το διαζύγιο δεν νομίζεις ;» ειρωνέυτηκε κοιτάζοντας την με μίσος .
«Τι ζητάς από εμένα Ρεβέκκα ; Νομίζω πως πήρες αυτό που ήθελες απ οσο θυμάμαι ο Κρίστιαν είναι δικός σου. Ποτε δεν ήταν πραγματικά δοσμένος στην σχέση μας οπως νόμιζα .
Ξέρεις σε αυτο τον τόπο είμαι επιτέλους πολύ ευτυχισμένη εφόσον κι για εμένα εξίσου αυτός ο αποτυχημένος γάμος αποτελούσε μεγάλο μαρτύριο . Εσένα τι σε νοιάζει αν θα του δώσω τελικά ομως διαζύγιο η όχι ; Πρόβλημα μου !»
Φώναξε οργισμένη σφίγγοντας τις γροθιές της για να μην την χαστουκίσει αφου αυτό της χρειαζόταν.
Το υστερικό γέλιο της τέντωσε ακόμη πιο πολύ τα νεύρα της.
«Λυπάμαι που δεν αποτελεί μόνον δικό σου πρόβλημα πλέον καθώς ο Κρίστιαν μου ζήτησε οταν χωρίσει με το καλό να παντρευτούμε .!
Δυστυχώς εξακολουθείς να μας εμποδίζεις εφόσον ζεις όπως λες ευτυχισμένη εδώ σ αυτό το μικρό νησί στην άκρη του πουθενά .Δεν θα σε πειράζει να τον αποδεσμεύσεις οριστικά επιτέλους αχ κοίτα δεν είναι υπέροχο το μονόπετρο που μου χάρισε είμαστε τοσο ευτυχισμένοι !. Απο την ημέρα που έφυγες ζούμε κάθε μερα μαζι ! Κατορθώσαμε σε σύντομο χρονικό διάστημα και ξεχρεώσαμε την εταιρεία που κατέστρεψε ο πατερούλης σου βγές επιτέλους οριστικά από το δρόμο μας !» ούρλιαξε ξεσπώντας ολο της το μένος σε μια εγκυμονούσα .
Παρατηρούσε αποσβολωμένη το αστραφτερό διαμάντι στα χέρια της με μάτια υγρά δεν πίστευε στα αυτιά της ώστε λοιπόν θα ξαναπαντρευόταν ;
«Ειλικρινά χαίρομαι για εσάς ταιριάζετε τόσο πολύ .! Είστε κι οι δύο από την ίδια κοψία στιγνοι επιχειρηματίες δίχως καρδιά.
Σας εύχομαι ότι το καλύτερο αν και λυπάμαι που θα στο χαλάσω δεν σκοπεύω να δώσω διαζύγιο στον αντρούλη μου ! Οποτε βρείτε άλλο τρόπο ! Ήθελα μονάχα να ξερα δεν σου έφτασαν τόσοι αποτυχημένοι γάμοι που έζησες ; Καλα πρέπει να είσαι πολύ ανόητη αν νομίζεις πως σ αγαπάει τα λεφτά κι την εξουσία σου εποφθαλμιά άλλωστε μην ξεχνάμε είσαι πολύ μεγαλύτερη του. Άντε τώρα δίνε του χάσου από μπροστά μου κι στείλε τους χαιρετισμούς μου στον καλό σου ! »
ξέσπασε κι η ίδια επιτέλους πασχίζοντας να δείχνει σκληρή και αλύγιστη μα μέσα της χανόταν.
Κοκκίνισε ολόκληρη από τον εκνευρισμό που την πλημμύρισε πλησίασε σε απόσταση αναπνοής με βλέμμα σκοτεινό μαύρο σαν την ψυχή της και χωρίς ενδοιασμούς την απείλησε.
«Στο είχα πει να μην παίζεις μαζι μου αλλα δεν με άκουσες ! Σε προειδοποιήσω για ύστατη φορά λοιπόν να μην ξαναβρεθείς στο δρόμο του άφησε τον ήσυχο ! Ειδάλλως δεν θα βγείς ζωντανή από τα χέρια μου ! Ζήσε την ανιαρή και ανέραατη ζωή σου εδώ κι ξεχνά τον μια για πάντα . Ακόμη κι αν είναι δικό του το παιδί μην τολμήσεις να έρθεις ουδέποτε σε επαφή μαζί μας θα το πληρώσεις !» ψέλλισε σπρώχνοντας την αντλώντας ικανοποίηση απ τον πόνο της.
Οι αντοχές της πλέον άγγιξαν στα όρια τους 《Φυγε απο μπροστά μου σιχαμερό φίδι ! 》 ούρλιαξε τρέμοντας σύγκορμη απο τα νεύρα δίχως να καταφέρει να συγκρατήσει τον εαυτό της .
《 Σιχαμερή και αηδιαστική ειναι η δική σου ύπαρξη μην τον ενοχλήσεις ποτε ξανά !! 》
Πρόφερε απειλητικά η Ρεβέκκα καθώς αποχωρούσε γελώντας δυνατά εις βάρος της .
《Θεε μου ..πρέπει να ηρεμήσω θέτω σε κίνδυνο το μωρό μου χωρίς να το θέλω!》παρακάλεσε ενδόμυχα με καρδιά πραγματικά συντρίμια .
Μα για ποιο λόγο η γιαγιά μου συνεχίζει να μου λέει ψέματα πως θέλει να μείνει μόνος; Κι αν αποφάσιζα να γυρίσω τι θα γινόταν ; Θα με έδιωχνε για να απολαύσει τα προνόμια που προσέφερε αυτή η κακόψυχη γυναίκα ;
Όφειλα να ξέρω όμως πως σκόπευε να ξαναφτιάξει τοσο σύντομα την γκρεμισμένη μίζερη ζωή που οσο κι αν την γέμιζε με υλικά αγαθά τόσο πιο ερειπωμένη φάνταζε .
Αναλογιζόταν βουλιάζοντας απρόθυμα σε εναν κυκεώνα σκέψεων και οδύνης φάνταζε λες κι ο ερχομός αυτής της αποκρουστικής ύπαρξης κουβάλησε μαζί της ολο τον πόνο που είχε ναρκώσει περίτεχνα προ πολλού.
Πήρε μερικές βαθιές ανάσες στο ίδιο σημείο πασχίζοντας να καλμάρει κάπως την αδρεναλίνη που υποχρέωνε την καρδιά να κοντεύει να σπάσει από τον θυμό .
Έπειτα σαν ανέκτησε κάπως την χαμένη αυτοκυριαρχία της άνοιξε εκ νέου την ομπρέλα της συνέχισε το δρόμο της εως το φαρμακείο .
Μπαίνοντας στο αυτοκίνητο της ξανά έπειτα από την αναπάντεχη συνάντηση που είχε η Ρεβέκκα δεν έχασε καιρό .
Έβγαλε το τελευταίας τεχνολογίας κινητό από την τσάντα της κι ετοιμάστηκε να ρίξει την βόμβα χαμογελώντας χαιρέκακα .
Άραγε τι γνώμη θα είχε ο Κρίστιαν ; Την είχε ξεπεράσει ;
«Ρεββέκα τι στο καλό συμβαίνει και καλείς τέσσερις τα ξημερώματα ;»άκούστηκε σχεδόν αμέσως η νυσταγμένη βραχνή φωνή του .
«Σε ξύπνησα γλυκέ μου αχ τι κρίμα !Ομως εχω να σου πω κατι που ισως σε ενδιαφέρει !》
«Τι είναι τόσο σημαντικό που δεν μπορεί να περιμένει εως το πρωί ; Είμαι πολύ κουρασμένος κατάφερες να κλείσεις συμφωνία με τους Έλληνες εταίρους ;»
«Μμμ...όχι ακόμη αγάπη μου αλλα βρίσκομαι ήδη πολύ κοντά στην επίτευξη της .
Δεν μπορείς ομως να φανταστείς τι εκπλήξεις επιφυλάσσει αυτό το νησί καλέ μου !» πρόφερε ειρωνικά διασκεδάζοντας την αγωνία του .
«Μπές στο ψητό » αποκρίθηκε κοφτά εκνευρισμένος λίγο προτού τερματίσει την ανούσια κλήση.
«Ωραία λοιπόν εχω να σου θέσω ενα ερώτημα σκέφτεσαι ακόμη την εξαφανισμένη γυναικούλα σου ; »
«Μα τι ειν αυτά που λες βραδιάτικα ; Είσαι μεθυσμένη μάλλον κλείνω τα λέμε άλλη ώρα ..! »
«Περίμενε ανυπόμονε την βρήκα μένει μόνιμα στο νησί και μάλιστα προφανώς δεν είναι μόνη .. αφου περιμένει κι παιδί !
«Τι είπες ; Μα πως ; Η Μαρίνα τι γυρεύει στην Ελλάδα ; Ειν σίγουρα εκείνη ; 》ρωτούσε ξαφνιασμένος καθώς τινάχτηκε από το κρεββατι βηματίζοντας νευρικά πάνω κάτω .
«Δεν υπάρχει αμφιβολία γλυκέ μου μόλις μίλησα μου ζήτησε να σου μεταφέρω πως πολύ καλά εδώ ευτυχισμένη .
Κι πως θέλει οπωσδήποτε διαζύγιο για να παντρευτεί τον πατέρα του παιδιού της !»
«Ώστε αυτό σου είπε ε ; Πόσο μηνών είναι μπόρεσες να προσδιορίσεις ; »
«Μμμ...κοντεύει να γεννήσει νομίζω αφου είναι φουσκωμένη για τα καλά !Αμα δεις πως έγινε θα ευχαριστήσεις τον θεο που σε παρατήσε κι γλιτώσες απο δάυτη ! Θεώρησα πρέπων να σε ενημερώσω για να μην νομίζεις πως κακοπερνάει κιόλας η δόλια !»
«Ποτέ την είδες ; » συνέχισε να ρωτάει αλαφιασμένος αδιαφορώντας πλήρως για τα κακόβουλα σχόλια της.
«Πριν από λίγα λεπτά βρισκόμουν μαζί της όπως σου είπα εξαρχής στην αρχή με απέφευγε βέβαια μα έπειτα την στρίμωξα σε ένα στενό κι έτσι αναγκαστικά με αντιμετώπισε.
Ξέρεις άλλωστε πως τίποτα δεν μου ξεφεύγει ! Λοιπόν μόλις γυρίσω θα έρθεις να με πάρεις από το αεροδρόμιο ;» άλλαξε θέμα περίτεχνα έχοντας αρπάξει φωτιά απ την ζήλεια της.
«Μην τολμήσεις να την πλησιάσεις ξανα άκουσες ; Στην κατάσταση της μπορεί να πάθαινε οτιδήποτε . Φυσικά κι δεν θα έρθω να σε πάρω Ρεββέκα δεν θέλω να είμαστε μαζί κατάλαβε το επιτέλους ! Κλείνω αντίο !»
《Μισο λεπτό κι ολα αυτά που ζήσαμε τελευταία ; Τα θυσιάζεις λοιπόν ολα στο βωμό αυτου του πάθους ; Σε εγκατέλειψε Κρίστιαν !》ξέσπασε αγανακτισμένη καθώς δάκρυα άρχισαν να ξεπροβάλλουν στο βαμμένο πρόσωπο της.
《Τίποτα δεν θυσιάζω δεν σου οφείλω εξηγήσεις ! 》
《Ετσι νομίζεις γλυκέ μου αν αποσύρω τα χρήματα μου απο τις εταιρείες σου χάθηκες ! Τοτε να δω αν θα μου κάνεις το αφεντικό ! Απαιτώ να παντρευτούμε..!》
《Απαιτείς τι ; Ω Ελα τώρα Ρεββέκα για ενα βράδυ που περάσαμε μαζί που εγώ σημειωτέον δεν θυμάμαι καν με απειλείς να αποσύρεις το κεφάλαιο θα έχεις ζημιά και η ίδια ! 》
《Δεν με ενδιαφέρει τίποτα δεν υπολογίζω θα την βρώ και θα της μιλήσω τότε για την νύχτα που περάσαμε μαζί !》
《Μην τολμήσεις ! Ρεββέκα..σου μιλάω..!》φώναζε καθώς του έκλεινε το τηλέφωνο κατάμουτρα οργισμένη οσο ποτέ με το μίσος να ην έχει κατακλύσει.
《Ακολούθησε τα χνάρια αυτής της ηλίθιας δεν εχω τελειώσει ακόμη μαζί της !》πρόσταξε τον σοφέρ της αυστηρά εκσφεντονίζοντας το περιεχόμενο της τσάντας ολόγυρα. 《 Θα μου το πληρώσεις αυτό Κρίστιαν νόμιζα πως σε είχα στο χέρι! Μα εσύ δεν λες να την ξεχάσεις..θα πληρώσεις γι αυτό !》ψιθύριζε αναζητώντας την μορφή της στο βρεγμένο δρόμο .
Έμεινε αποσβολωμένος να παρατηρεί το κινητό βάζοντας τις σκόρπιες πληροφορίες σε μια τάξη.
Νησί; Μόνιμη κάτοικος εκεί; Στα Κύθηρα; Μα για μια στιγμή φυσικά η Αφροδίτη γεννήθηκε σε εκεινο το μέρος συνήθιζε να μιλά πολύ συχνά για εκείνο.
Άραγε είχε φύγει σαν τον κλέφτη τοσο μακριά με σκοπό να του αποκρύψει το παιδί ; Είναι δικό μου χωρίς αμφιβολία άλλωστε οι μήνες που ζούμε χωριστά το αποδεικνύουν περίτρανα .
Μα πως μπόρεσε να μην του πεί τίποτα ;
Μα καλά τι σκέφτεται να μεγαλώσει το μωρό μακριά του καθώς δεν πίστεψε λεπτό πως έμεινε έγκυος από άλλον δεν θα μπορούσε να το κάνει .
Θα έπαιρνε την κατάσταση στα χέρια του άμεσα ! Πέρασε με δύναμη το χέρι του μέσα από τα μαλλιά του μπερδεμένος οσο ποτέ .
Φυσικά η λύση ήταν μια κι προφανής τα νεα τον συντάραξαν εως τα μύχια της ψυχής ουδέποτε περίμενε να βρεί την εξαφανισμένη Μαρίνα στην άλλη άκρη του πλανήτη .
Ποσο μάλλον να του αποκρύπτει ένα μυστικό τόσο ιερό κοίταξε ολόγυρα ανησυχος χωρίς να ξέρει απο που να αρχίσει ενα ήταν βέβαιο δεν θα κοιμόταν άλλο αποψε είχε πολλά πράγματα να ρυθμίσει !
Ο δρόμος για το σπίτι της φάνηκε μαρτύριο καθώς η αδιαθεσία που ένιωθε εδω και λίγη ώρα δεν έλεγε να περάσει έπειτα από την καταραμένη συνάντηση που της επιφύλασσε η μερα.
Τα μάτια δεν σταμάτησαν να τρέχουν δάκρυα παρομοίως κι η καρδιά της είχε ματώσει.
Νόμιζε πως είχε αφήσει πίσω τόσο καιρό την αισχρή προδοσία του ανδρός της και πάσχιζε να διαγράψει καθημερινά από την μνήμη της το φιλί τους .
Μα να που την βρήκε εκ νέου μπροστά της ακόμη κι στην άλλη άκρη του νησιού μια μαύρη μερσεντές σταμάτησε πλάι της .
Παραξενέυτηκε επιταχύνοντας προτού το φιμέ τζαμί αποκαλύψει το αποκρουστικό πρόσωπο της ξανά .
《Μαρίνα μισό λεπτό πρέπει να ξέρεις και κάτι άλλο ..ο άνδρας σου το βράδυ που έλειπες στο πατρικό σου μου έκανε έρωτα επάνω στο συζυγικό κρεβάτι σας ! Εκεί που έπαιρνε κι εσένα!》
Κάλυψε με την παλάμη το στόμα της βγάζοντας μια ανάρθρη κραυγή 《Δεν γίνεται να διακινδύνευσε τόσο εαν επέστρεφα και σας έπιανα ! Οχι δεν είναι ανόητος λες ψέματα..!》
《Καλώς που ξέρεις ίσως και εγώ σε εννέα μήνες αποκτήσω εναν μικρό απόγονο του ..Τότε θα με πιστέψεις!》ψέλλισε ειρωνικά κλείνοντας το παράθυρο .
Καθώς η κούρσα χανόταν στο βάθος του δρόμου αφήνοντας ξοπίσω ενα λευκό κύμα καπνού αισθάνθηκε τα πόδια να μην την κρατάνε.
Τόση προδοσία πως να χωρέσει στην καρδιά ; Η ομπρέλα βρέθηκε στο έδαφος αφήνοντας την βροχή να την εξαγνίσει σβήνοντας απο το κορμί τα σημεία που την άγγιξε.
Δεν θα ρίσκαρε να χαλάσει ο αρραβώνας που πάλευε σθεναρά να πετύχει χρόνια τώρα θα το έφθανε στα άκρα ακόμη και με ψεύτικη εγκυμοσύνη κατέληξε .
Και μπορεί σαν γυναίκα να μην έλεγε τίποτα μα σαν επιχειρηματίας μετρούσε και πολύ μάλιστα φαίνεται αυτο το κίνητρο έφερε τον πανέξυπνο Κρίστιαν κοντά της .
Ζύγισε στιγμιαία τα πράγματα κι είδε πως κοντα στην ίδια δεν θα είχε μέλλον απέναντι σε έναν ανταγωνιστικό επιχειρηματικό κόσμο που βασίλευε η οικονομική εξουσία.
Εφόσον την δοκίμασε μια δυο φορές καιρός ήταν να ζήσει νεες περιπέτειες με την προϋπόθεση όμως πως αυτή την φορά θα κέρδιζε κι σε επαγγελματικό επίπεδο .
Κατά βάθος δεν τον κατέκρινε για την επιλογή του κοιτούσε το συμφέρον του κι δεν υπολόγιζε κανέναν άλλωστε της το ειχε επισημάνει πολλές φορές πως δεν ήξερε να αγαπάει απλά να περνά καλά.
Μα σαν ανόητη έπεφτε σε ολες του τις παγίδες του σαν αρχάρεια γιατί την πονούσε τοσο πολύ το να αποχωριστούν για πάντα ;
Να αφήσει να χαθεί κάθε δέσμευση μεταξύ τους με ένα χαρτί υπογεγραμμένο κι από τους δύο .
Βέβαια τα πράγματα δεν θα τελείωναν κατ αυτο τον τρόπο εφόσον η υπέρτατη δέσμευση ανάμεσα τους βρισκόταν ήδη καθ οδον αυτό το μωρο θα τους ένωνε αιώνια .
Ενα κομμάτι της ψυχής του όπως κι δικό της συνέθεσαν το μικρό θαύμα που κυοφορούσε με χίλια βάσανα.
Χαμένη στις σκέψεις της παρατήρησε έπειτα απο ώρα τυφλής περιπλάνησης πως είχε χαθεί .
Γύρω της πλεόν δεν υπήρχαν σπίτια κι διάσπαρτα ανοιχτά μαγαζιά όπως στην χώρα .
Πρέπει να χε πάρει λάθος δρόμο διαπίστωσε πανικόβλητη αναζητώντας στην ερημιά για κάποιο ταξί η οτιδήποτε θα μπορούσε να την μεταφέρει σωα κι αβλαβή το συντομότερο στο σπίτι .
Έψαξε τις τσέπες του παντελονιού της για το κινητό της ματαια καθώς δεν το ειχε παρει μαζι το είχε αφήσει να φορτίζει.
Τώρα ο φόβος την κυρίευσε για τα καλά 《Που βρίσκομαι; Τι μερος ειναι αυτό μονο χωράφια εχει τριγύρω ! Μα πως φέρθηκα τόσο ανόητα..》ψέλλιζε πασχίζοντας να γυρίσει πίσω.
Προχωρησε μερικά βήματα για να βρει μια διέξοδο αφού δεν ήταν δυνατόν να απομακρύνθηκε δα πια τόσο πολύ .
Δεν είχε βγεί ποτέ για βόλτα στο νησί πέρα από την χώρα οπότε δεν είχε ιδεα που βρισκόταν κι η κατάσταση της δεν της επέτρεπε τον έντονο εκνευρισμό που αισθανόταν .
Οσο περνούσε η ώρα ολο κι πιο πολύ χανόταν αντικρίζοντας δεξια λαι αριστερά της κτίρια και δρόμους που δεν είχε ξαναπερπατήσει κι ούτε ενας περαστικός .
Ξάφνου ένα πόνος στην κοιλιά της έκοψε την ανάσα κοντοστάθηκε να ξαποστάσει σε μια γωνιά εισπνέοντας βαθειά «Όχι όχι δεν γεννάω όλα ειν μια χαρά δεν είμαι στο μήνα μου ακόμη μονο να ηρεμήσω πρέπει αυτό ειν ολο» μονολογούσε τρομαγμένη .
Μέχρι που ο πόνος επανήλθε κι αυτην την φορά δριμύτερος τόσο αβάσταχτος που την ανάγκασε να διπλωθεί βογγώντας «Θεε μου να ζήσει το παιδι μου !»προσευχήθηκε απ τα βαθύ της καρδιάς.
Αναζητουσε τριγύρω ενα στεγνό μέρος οπου θα μπορούσε να καθίσει μέχρι να περάσει .
Αποφάσισε δίχως πολλές επιλογές με αργα συρτά βήματα να διασχίσει ένα μικρό χωράφι που βρισκόταν κοντά με σκοπό να βρει καταφύγιο κάτω απο μια λευκή τέντα προσωρινά.
Οσο για τον πονο απ την μια έφευγε για μερικά λεπτά μα σαν επέστρεφε ένιωθε την κοιλιά να την πίεζει πολύ έτοιμη να εκραγεί .
Πλέον δεν είχε αμφιβολία πως οι οδύνες του τοκετού μόλις είχαν ξεκινήσει κι έπρεπε να παραμείνει ψύχραιμη αν επιθυμούσε να επιβιώσει .
Στο δρόμο δεν κυκλοφορούσε ψυχή λογω της μεγάλης νεροποντής που μάστιζε αποβραδίς τον τόπο.
Τι θα έκανε τώρα μόνη της πως θα έφερνε στον κόσμο το παιδί χωρίς ιατρική βοήθεια ;
Η εγκυμοσύνη της μονο εύκολη δεν χαρακτηριζόταν κατέληξε σοκαρισμένη τα γονατα της λύγισαν ενώ αισθανόταν με κάθε βήμα υγρό να στάζει ανάμεσα στα πόδια της .
Εντρομη παρατήρησε πως καθώς προχωρούσε άφηνε ξοπίσω κόκκινα σημάδια στην βρεγμένη άσφαλτο .
Κρύος ιδρώτας την έλουζε καθώς αιμοραγούσε χαμένη στην αλλη άκρη του νησιού αβοήθητη βέβαιη πλέον πως δεν θα επιζούσε μήτε η ίδια μήτε το μωρό .
Σωριάστηκε στο βρεγμένο χώμα ανήμπορη να αντιμετωπίσει την κατάσταση .
Αρχισε να μουδιάζει αρχικά ο κορμός της κι έπειτα το υπόλοιπο σώμα καθώς ο πόνος την διχοτομούσε σε κάθε σπασμό ολοένα περισσότερο.
Σε μια ύστατη προσπάθεια μάζεψε οσο κουράγιο είχε καλώντας σε βοήθεια μα προς απογοήτευση δεν ελαβε καμία απάντηση πέραν απο τον αντίλαλο της φωνής της .
Δεν υπήρχε κανένας τριγύρω αναλογίστικε αγχωμένη αφου θα πέθαινε παρατημένη κι μόνη .
Μπροστά από τα μάτια της πέρασε σχεδόν σαν αναλαμπή ολη της η ζωή στιγμέ με τους γονείς , γενέθλια ,διακοπές ,γιορτές .
Ο παραμυθένιος γάμος της , το πηγαίο γοητευτικό χαμόγελο του , η νύχτα που έγιναν ένα ,η προδοσία και τέλος τα όνειρα για τον ερχομό του παιδιού τους .
《Αχ..πονάω..δεν με ακούει κανείς; 》έσκουξε αρνούμενη να παραιτηθεί.
Άρχισε να βλέπει ηδη θολα κι να ζαλίζεται καθώς μια γλυκιά νάρκη απλωνόταν στις φλέβες της τοσο που δεν αισθανόταν να πονά πλέον τοσο πολύ .
« Μικρό μου ..»ψέλλισε προτού αφουγκραστεί ενα ελαφρύ θρόισμα ανάμεσα στα σπαρτά .
Σήκωσε το κεφάλι της με προσδοκία την ώρα που ενας ακόμη σπασμός τράνταξε το κορμί της .
«Εδώ βρισκομαι ας με βοηθήσει κάποιος παρακαλώ γεννάω» πρόφερε στα λίγα ελληνικά που θυμόταν ξεψυχισμένα.
Προτού οι ελπίδες πετάξουν μακριά σαν πουλιά ταξιδιάρικα ακολούθως και οι ψυχές τους μια γυναίκα ξεπρόβαλε μες απ τα σπαρτά κοιτώντας την ανήσυχα.
Δεν μπορούσε να διακρίνει πρόσωπο μέσα στην θολούρα της μόνον την απαλή φωνή της κατάφερε να αφουγκραστεί.
«Χάνεις πολύ αίμα ασε με να δω τι συμβαίνει..» ζήτησε αν κι καταλαβαίνε λιγα από τα λεγόμενα της θα δεχόταν κάθε είδους βοήθεια στην κατάσταση της .
«Αχ..πονάω παρακαλώ ..» ψέλλισε στα ελληνικά μισολιπόθυμη αρμενίζοντας στα βαλτώδη νερά του Άδη αναμένοντας τον βάρκαρη των ψυχών να την μεταφέρει.
Η γυναίκα ψιλάφισε την κοιλιά της επιβεβαιώνοντας πως βρισκόταν σε διαδικασία τοκετού .
Αντικρίζοντας πως είχε χάσει επαφή με το περιβάλλον της κατέβασε προσεχτικά την μουσκεμένη γκρίζα φόρμα που φορούσε ερχόμενη αντιμέτωπη με μια πρωτόγνωρη κατάσταση .
Κάθε λεπτό που περνούσε ολοένα έχανε αιμα κι μάλλον δεν θα τα κατάφερνε . «Ελα μαζί μου από εδώ πιο κάτω βρίσκεται το σπίτι μου ελα να σε βοηθήσω να σηκωθείς από εκει θα καλέσω ασθενοφόρο » πρότεινε βοηθώντας να σταθεί όρθια ασθμαίνοντας .
Κατάφερε να περπατήσει με δυσκολία λίγα μέτρα πιο κάτω εως το σπίτι της άγνωστης ευγενικής γυναίκας.
Σαν πέρασαν το κατώφλι
αστραπιαία την έβαλε πρόχειρα να ξαπλώσει σε ένα ξύλινο καναπέ φωνάζοντας μια νεαρή κοπέλα να βοηθήσει .
《Δέσποινα τρέξε συνάντησα τυχαία μια κοπέλα ετοιμόγεννη στο χωράφι μας ! Χρειάζομαι βοήθεια κάλεσε ενα ασθενοφόρο!》
《Θα..ζήσω..;》ψιθύρισε με αγωνία να αυλακώνει το κάτασπρο πρόσωπο της .
«Ησύχασε καλή μου σε λίγο θα έρθει το ασθενοφόρο όλα θα πάνε καλα» την διαβεβαίωσαν .
«Μαρίνα ..» συστήθηκε καθώς οι πόνοι δυναμώναν επικίνδυν νιώθοντας παράλληλα να κατεβαίνει το μωρό γλιστρώντας απ την μήτρα της .
《Αχ...ποναωωωω!!! Βοηθηστε με δεν αντέχω !!!》κράυγασε σφίγγοντας τα χερούλια του καναπέ συνάμα και τα δόντια .
Αφουγκράστηκε από δίπλα της ανήσυχους ψιθύρους που μετατρέπονταν σε κραυγές βοήθειας στο ανταριασμένο μυαλό.
«Δεν προλαβαίνουμε θα γεννήσει από λεπτό σε λεπτό φέρε μου μια πετσέτα κι μια λεκάνη » πρόσταξε η μεσήλικη ξανθιά άγνωστη με το αγγελικό πρόσωπο.
Η νεαρή μελαχρινή κοπέλα γύρω στα δεκαπέντε απομακρύνθηκε τρέχοντας από το δωμάτιο «Ελα γλυκιά μου σπρώξε πλησιάζει η ώρα έρχεται βιαστικό το μωράκι σου» πρόφερε καθησυχαστικά η γυναίκα δίνοντας δύναμη.
Έσπρωξε κι ένιωσε το σώμα της να μουδιαζει εκ νέου και η ψυχή της να αποστρακίζεται καθώς ο πόνος νομιζε πως θα της προκαλέσει ανακοπή τελικά .
«Ααααχ...δεν μπορώ αλλο » φώναζε καθώς έσπρωχνε δυνατά ξανά κι ξανά δίχως αποτέλεσμα .
«Ελα κορίτσι μου κοντεύουμε κσνε κουράγιο ...» την παρότρυνε εν τω μεταξύ επέστρεψε με μια κόκκινη λεκάνη ένα ψαλιδι κι μια πετσέτα η κοπέλα που παραδόξως συγκλονισμένη της κράτησε το χέρι στοργικά.
«Όλα θα πάνε καλά το ονομα μου ειν Δέσποινα κι αυτή εδώ ειν η μητέρα μου η Έυα είμαστε διπλα σου» μίλησε επιτέλους στην μητρική γλώσσα της καθότι τόση ωρα καταλάβαινε τα μισά.
Με οση δύναμη ξέκλεψε κατόρθωσε να χαμογελάσει φευγαλέα στην ευγενική κοπέλα 《Thank you ..》ψέλλισε με ευγνωμοσύνη και στις δύο.
《Ελα κορίτσι μου σπρώξε ξανα και μας ευχαριστείς αργότερα..!》πρόσταξε ιδρωμένη η Έυα ανήσυχη που δεν είχε φανεί το κεφαλάκι .
Συνέχισε στοικά να σπρώχνει χωρίς αποτέλεσμα ζαλιζόταν πλέον υπερβολικά πολύ κι δεν αισθανόταν το μωρό να κατεβαίνει .
«Δεν ..νιώθω ..τίποτα ...»παραπονέθηκε κουρασμένη από την υπερπροσπάθεια που κατέβαλε .
«Βλέπω επιτέλους το κεφαλάκι του κανε κουράγιο λίγο ακόμη εισαι δυνατή » της μετέφρασε η μικρή.
«Κρίστιαν να σουν εδώ τώρα...» ψέλισσε δίνοντας την τελική ώθηση συγκινημένη με δάκρυα να τρέχουν .
《Πάμε κρατήσου απ εμας κοπέλα μου ..μια ανάσα είναι γίνεσαι μητέρα! Ο Κρίστιαν ειναι τυχερός που σε έχει !》της φώναζε παράλληλα η Δέσποινα .
Σαν κλειδί που γύρισε εσωτερικά της ξεκλειδώνοντας ενα μυστικό κουτάκι δύναμης το άκουσμα του ονόματος του την ταρακούνησε.
Έσφιξε τα δόντια παίζοντας τα όλα για όλα έβγαλε μια κραυγή και έπειτα το κεφάλι της τινάχτηκε προς τα πίσω ξαλαφρωμένο.
Ξάφνου ο αβάσταχτος πονος έπειτα απ μερικά λεπτά ελαττώθηκε κι πνικτή σιωπή απλώθηκε στο καθιστικό.
Διέκρινε θολά μανα κι κόρη να κοιτάζονται απορημένες προτού ακουστεί το πρώτο κλάμα του μωρού της καθαρό κι δυνατό .
Στο άκουσμα του η καρδιά της σκίρτησε κι δάκρυα χαράς επιτέλους έτρεξαν από τα μάτια τα οποία έκλεισε ανακουφισμένη .
Μετα από λίγη ώρα αντίκρισε την γλυκύτατη Έυα να πλησιάζει με το μωράκι αγκαλιά .
Το είχε πλύνει και τυλίξει σε μια ροζ κουβερτούλα αφότου το είχε καθαρίσει τελείως απ τα αίματα .
«Σου έφερα την κορούλα σου γλυκιά μου ειν πολύ μικρούλα αλλα νομίζω τα κατάφερε ! »σχολίασε χαμογελώντας καθώς την παρέδωσε στην αγκαλιά της.
《Κορίτσι μου..! Αγάπη μου ..ζωή μου ..》ψιθύρισε ολοκληρώνοντας ενα θεάρεστο έργο με πρωτόγνωρη αγάπη να κατακλύζει την ψυχή.
Αντικρίζοντας εμπρόσθεν της ένα τόσοδουλικο σωματάκι με ταλαιπωρημένη φατσούλα καταπράσινα ματάκια και ροδαλά μαγουλάκια .
Ενα θαύμα της ζωής ένα πανέμορφο δημιούργημα άξιζε τοσος πόνος κι αλλος τόσος για να αντικρίσεις τον εαυτό σου να καθρεφτίζεται απροστάτευτο εμπρός σου !
Σαν τύλιξε το δάκτυλο της στο μικροσκοπικό χεράκι την φίλησε τρυφερά στο μέτωπο κλαίγοντας από ευτυχία ! «Κρατήσου πλασματάκι μου» ψιθύρισε στο αυτί της .
Ύστερα στράφηκε προς τις δυο γυναίκες με ευγνωμοσύνη απέραντη να λαμποκοπά στα μάτια «Σας ευχαριστώ για όλα αν δεν σας συναντούσα μάλλον θα είχαμε πεθάνει..»
Έσκυψαν το κεφάλι ταπεινά αγκαλιασμένες μάνα και κόρη βιώνοντας το θαύμα της ζωής .
《Να σου ζήσει..μου θύμισες την ημέρα που γεννήθηκε η Δέσποινα μου παρομοιως με εσένα κόντεψα να πεθάνω !》
《Και ο πατέρας της ;》
《Μας εγκατέλειψε σαν το έμαθε μονάχη την μεγάλωσα μέχρι που παντρεύτηκα και περιμένουμε το δεύτερο θαυμα μας σύντομα!》
《Αχ πόσο χαίρομαι..!》
Σχολίασε καθώς η σειρήνα του ασθενοφόρου δήλωνε παρόν διακόπτοντας την γνωριμία τους .
Την μετεφεραν στο νοσοκομειο με την κορούλα της αγκαλιά που δεν έλεγε να την αποχωριστεί με τίποτα.
Μέχρι την στιγμή που μεταφέρθηκε αναγκαστικά για να την εξετάσουν και οπωσδήποτε να τοποθετηθεί σε θερμοκοιτίδα διότι ήταν πρόωρη κι δεν είχε προλάβει να αναπτυχθεί οργανικά πλήρως .
Οσο για την ίδια αφέθηκε στον πιο ευτυχισμένο ύπνο της ζωής της συντροφιά με το προσωπάκι του θαύματος της .
Νωρίς το επόμενο πρωί ..
Ο Αλέξανδρος άνοιξε αθόρυβα την πόρτα κρατώντας ανα χείρας ένα τεράστιο μπουκέτο φρέσκα τριαντάφυλλα μαζί με ένα μικρό ροζ αρκουδάκι κι της χαμογέλασε .
«Καλημερίζω την πιο όμορφη μητέρα του κόσμου ! Πως νιώθεις σήμερα γλυκιά μου ; »
Αγουροξυπνημένη ακόμη τον καλωσόρισε με ένα χαμογελο πλατύ να φωτίζει το άλλοτε θλιμμένο πρόσωπο της.
«Καλώς τον ! Έλα κάθισε πως μας βρήκες; Και για να μην ξεχνιόμαστε τι κουβαλάς παλι ;
Έχεις βαλθεί να μου γεμίσεις το δωμάτιο με δώρα !» αστειέυτηκε την στιγμή που καθόταν δίπλα της στο κρεβάτι κρατώντας σφικτά το χέρι της.
«Τρελάθηκα από την αγωνία μου σε καλούσα στο κινητό ολη νύχτα πέρασα κι από το σπίτι ..μα πως στο καλό βρέθηκες σε εκείνο το μέρος στην κατάσταση σου ; Ο γιατρός είχε συστήσει ολική ακινησία παρολίγον να σου κοστίσει την ζωή η τρέλα που επιχείρησες το ξέρεις ; » την μάλωσε ξεφυσόντας επιτέλους ανακουφισμένος.
Χαμήλωσε το κεφάλι της επαναφέροντας τα περιστατικά της προηγούμενης θαυματουργικής ήμερας .
«Εχεις δίκιο ..δεν μπορείς να φανταστείς τι στιγμές πέρασα και ακόμη ανησυχώ πολύ κι για την υγεία της μικρής ..γεννήθηκε πρόωρα κι χρήζει ιατρικής παρακολούθησης .
Ολα ξεκίνησαν οταν μου τελείωσαν οι βιταμίνες ντύθηκα και πετάχτηκα να πάρω.
Μα ύστερα έπεσα επάνω σε αυτήν την μέγαιρα κι από κει κι πέρα χάθηκα σε σκέψεις κι ζοφερές αναμνήσεις βαδίζοντας στο άγνωστο.
Οπότε αντι να γυρίσω σπίτι ουτε που ξερω που βρέθηκα ..Με κυρίευσε ο πανικός σαν κατάλαβα πως γεννούσα μάλιστα την στιγμή που είδα πλεον πως αιμοραγούσα σχεδόν παραδόθηκα αμαχητί στον θάνατο.
Δεν είχα την δύναμη να πολεμήσω ...εως οτου βρέθηκε στο δρομο μου μια καλή κυρία .
Η οποία με μετέφερε μάλιστα σπιτι της και εκείνη με ξεγέννησε» του διηγήθηκε με πόνο καθώς την παρατηρούσε απορημένος.
«Ποια γυναίκα βρέθηκε στο δρομο σου καλη μου ; Η Πολυξένη μήπως και τι σου είπε ωστε να σε κάνει να χάσεις τελείως τον προσανατολισμο σου ; Πες μου» ζήτησε ανυπόμονα φανερά ταραγμένος.
Κοίταξε προς άλλη κατεύθυνση για να μην προλάβει να διακρίνει την θλίψη που επανήλθε στο προσωπο της.
«Ηταν..αυτή που με απάτησε ο σύζυγος μου Αλεξ ..βρέθηκε εδώ για δουλειές το πιστεύεις; Με αναγνώρισε κι ενώ προσπάθησα να της ξεφύγω δεν τα κατάφερα.
Με στρίμωξε κυριολεκτικά κι άρχισε την ανελέητη επίθεση της..αυτό που με συντάραξε πιο πολύ απ όλα ειν πως την ζήτησε σε γάμο ! Δεν το αντεξα λυγισα πόνεσα πολύ .
Ιδιαίτερα όταν με απείλησε να βγω από την ζωή της κι να του δώσω διαζύγιο ειδάλλως θα μου κάνει κακό » έκπληκτη τον ειδε να πετάγεται όρθιος.
«Μια στιγμή ..εισαι παντρεμένη ;
Νόμιζα τοσο καιρό πως το μωρό ήταν αποτέλεσμα μιας μακροχρόνιας σχέσης η οποία κατέληξε άσχημα.
Και τωρα μου ανακοινώνεις έπειτα απο μήνες πως μου κρύβεις κατι τοσο σοβαρό ; Ωστε λοιπόν αυτού του είδους προδοσία σε ανάγκασε να φύγεις. Πως τόλμησε να σου μιλήσει ετσι ..φαντάζομαι θα πρέπει να περιμένουμε κάποια άφιξη από μερα σε μερα» σχολίασε ενοχλημένος μιλώντας σαν χείμαρρος ασταμάτητος .
«Αλεξ ειλικρινά δεν ήθελα κανένας να ξέρει για έναν γαμο που δεν εχει πλέον σημασία για εμένα.
Ηθελα να ξεχάσω μα η εγκυμοσύνη βλέπεις τα ανέτρεψε μονομιάς όλα θα σου μιλούσα κάποια στιγμή .Οσο για την άφιξη που υπονοείς μην ανησυχείς ο Κρίστιαν με εχει διαγράψει ολοσχερώς πλέον . Δεν πρόκειται ουτε να ασχολείθει εχει σημαντικότερα ζητήματα άλλωστε ..» αποκρίθηκε με πικρία.
Έμοιαζε απόλυτα χαμένος σε σκέψεις καθώς άλλαζαν διαπαντός τα δεδομένα στην ζωή του αφου η γυναίκα που αγαπούσε σαν τρελόε ήταν τελικά παντρεμένη !
«Το παιδί όμως θα πάρει το επίθετο του οσο είστε παντρεμένοι πως δεν θα μάθει την ύπαρξη του ; »ρώτησε τρελαμενος του εκανε νοημα να καθισει κι ακούμπησε καθησυχαστικά το χερι της στο δικό του .
«Ησύχασε ο Κρίστιαν ποτε δεν ήθελε παιδια κι οικογένεια κάποια μέρα θα μιλήσω στην κόρη μου για τον πατέρα της.
Ανηκει στην κρίση της αν θελήσει να τον γνωρίσει δικαίωμα της μα μέχρι τοτε θα πάρει το δικό μου επίθετο και την μεγαλωσω μονη .
Δεν θέλω τίποτα κι κανένας να την πληγώσει !»
«Δεν μπορείς να του στερήσεις το παιδι του...»ψιθύρισε λυπημένος .
«Μπορώ ...κι θα το κάνω ..σου εχω μιλήσει νομίζω για το ποσο σκληρός άνθρωπος ειναι .
Ένας Θεός ξέρει πως θα φερθεί στην κόρη μας αν μάθει τελικώς την ύπαρξη της .
Τέλος πάντων το βασικό ειν όλα να πάνε καλά με την υγεία της να παρω από εδώ το μωρό και έπειτα τίποτα άλλο δεν με νοιάζει !» ανακοίνωσε λήγοντας την κουβέντα .
«Ωραια λοιπόν εγω θα μαι εδώ για εσένα όπως κι να χει .
Θελω το καλύτερο για εσένα κι το μωρακι σου αλήθεια πως σκέφτεσαι να την ονομασεις ; »
«Μμμ..δεν εχω ιδέα ακόμη ..δεδομένου ότι δεν ήξερα το φύλλο του παιδιού δεν εχω αποφασίσει ! Θα επιλέξω ενα όνομα όμορφο κι συνάμα γλυκό όπως εκείνη ..αχ έπρεπε να την δεις πως έμοιαζε στην αγκαλιά μου τοσο μικρούλα κι απροστάτευτη !»
Η νοσοκόμα εισέβαλε απότομα για να μοιράσει φαγητό στο θάλαμο ενημερώνοντας παράλληλα τον Αλέξανδρο πως έπρεπε να αποχωρήσει από το δωμάτιο.
«Ξεκουράσου θα περάσω να σε δω το απόγευμα !» σχολίασε έυθυμα άφησε ένα απαλό φιλί σαν φυλαχτό στο μέτωπο κι χάθηκε .
Αφότου έβγαλε γάλα στο θήλαστρο για την μικρή αποκοιμήθηκε αποκαμωμένη αφου δεν της επέτρεπαν ακόμη να σηκωθεί λόγω της αιμορραγίας που υπέστη.
Της μετάγγισαν αρκετο αιμα κι πηρε κάπως τα πανω της καθώς τα τελευταία εικοσιτετράωρα έδωσε σκληρές μάχες χρειαζόταν απόλυτα την ξεκούραση .
Η πόρτα του θαλάμου άνοιξε με ενα ελαφρύ τρίγμο καθώς μια φιγούρα ντυμένη στα μάυρα την παρακολουθούσε γλιστρώντας αθόρυβα στο δωμάτιο..
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro