Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφάλαιο 4: Ερωτικά μονοπάτια στην καταιγίδα. 🔞🔞🔞

Σημείωση: ΠΡΟΣΟΧΗ Θέμα ανάγνωσης μόνο για ΕΝΗΛΙΚΟΥΣ (Σεξ)

Τα βαριά μολυβένια σύννεφα είχαν απλώσει τη σκιά τους πάνω τα ανοιχτά λιβάδια της κοιλάδας λίγο έξω απ' το Λονδίνο. Ένας υγρός άνεμος έσυρε τις ριπές του στους ολάνθιστους αγρούς. Το φως της μέρας χλωμό κάτω απ' την επερχόμενη καταιγίδα.

Το άλογο της Ναντίν χλιμίντρισε αγέρωχο. Κατάλευκο, αρχοντικό κι ατίθασο. Σαν την αμαζόνα αναβάτισά του, που κρατούσε τα γκέμια με περισσή αποφασιστικότητα. Δίπλα της ο Γκάμπριελ, καβάλα σε ένα ασπρόμαυρο άτι, την ακολουθούσε διακριτικά ελάχιστα πιο πίσω.

"Μ' αρέσει να ιππεύω καρτερώντας την καταιγίδα", ακούστηκε η φωνή της, την ίδια στιγμή που οι ριπές του υγρού νοτιά ράπιζαν τα πρόσωπά τους.

"Στοχάζομαι την αψάδα σου Ναντίν, δεν έχει όρια μήτε σταματημό", της απάντησε καθώς έφτασε σχεδόν δίπλα της.

Με μιας κέντρισε το άλογό της δυνατά. Το κατάλευκο άτι ξεχύθηκε στα λιβάδια ασυγκράτητο.

"Τρελή!", ακούστηκε η φωνή του Γκάμπριελ καθώς την ακολουθούσε με την ίδια ορμή και δύναμη λίγα μέτρα πιο πίσω.

Τα δυό άλογα κάλπαζαν αέρινα, αρχοντικά, δρασκελώντας στο διάβα τους κάθε εμπόδιο και δυσκολία. Και από μακριά έμοιαζαν με τους αναβάτες τους σαν ολοστρόγγυλες σφαίρες που χάνονταν στον ορίζοντα. Την ίδια ακριβώς στιγμή που οι πρώτες σταγόνες της βροχής αυλάκωναν τη γη με δύναμη και βρόντο.

Σε λίγο ο ορίζοντας χάθηκε στα μάτια τους. Ο ουρανός έγινε ένα με τη γη. Έκοψαν το ρυθμό τους και βρήκαν καταφύγιο σε μια παλιά καλύβα, που την χρησιμοποιούσαν αγρότες για τα σπαρτά.

Πρώτη έφτασε η Ναντίν. Ξεπέζεψε. Την ακολούθησε ο Γκάμπριελ. Τράβηξαν τα άλογά τους κάτω από το κιόσκι και τα προφύλαξαν απ την καταιγίδα που λυσσομανούσε πια ολόγυρά τους.

"Πόσο όμορφα είναι!" ακούστηκε εκείνη.

"Τι γυναίκα είσαι εσύ;" απάντησε ο Γκάμπριελ κοιτώντας την με θαυμασμό.

"Νιώσε τη δύναμη της φύσης! Δεν βλέπεις πόσο μπορεί να μας αλλάξει; κοίτα πόση απ αυτή τη δύναμη περνάει στο κορμί μας".

"Έλα μέσα, γίναμε μούσκεμα", της είπε και δρασκέλισε την είσοδο της καλύβας. Μπήκαν στο εσωτερικό της. Ένα καταφύγιο για τους κυνηγούς. Η Ναντίν πήγε προς το κέντρο. Ο Γκάμπριελ έκατσε σε ένα σκαμνί βγάζοντας το σακάκι του που είχε βραχεί. Σε λίγα λεπτά το βλέμμα του συνάντησε την Ναντίν που γδυνόταν. Το ημίγυμνο σώμα της ζωγραφιζόταν στα αποσβολωμένα μάτια του. Τον είδε και το πρόσεξε. Τον κοίταξε λάγνα. Έπαιξε με το βλέμμα του, αναστάτωσε την προσδοκία του. Προκαλούσε την ανάσα του καθώς αφαιρούσε σχεδόν όλα της τα ρούχα. Ο νεαρός έψαχνε να βρει τη λαλιά του και τις ανάσες του. Πήγε κοντά του, στάθηκε σχεδόν από πάνω του με κάποιες σταγόνες υπόλοιπο της βροχής να σχηματίζονται στα γυμνά της στήθη και να κυλούν μικρά ποταμάκια ψηλά ανάμεσα στα πόδια της.

Την άρπαξε ασυγκράτητος χωρίς να μπορεί να ελέγξει τον πόθο του. Με μια της κίνηση τον πέταξε πάνω σε ένα πρόχειρο ξύλινο ράντζο. Άπλωσε τα χέρια του να την αγγίξει. Τα απώθησε αποφασιστικά. Πήγε δίπλα του. Με τα χέρια της χάιδευε τα δύο της στήθη και τις σκληρές τους άκρες, φορτωμένες με ερεθισμό. Στην συνέχεια γονάτισε λίγα εκατοστά μπροστά του. Οδήγησε τα χέρια της στα πόδια της πάνω από τα γόνατά της. Με πρόσωπο γεμάτο πρόκληση άρχισε να χαϊδεύει τους μηρούς της προς τα πάνω φτάνοντας στο σμίξιμό τους. Ο Γκάμπριελ παρακολουθούσε με έκσταση παντελώς παραδομένος. Τα χέρια της διψασμένα διάβηκαν το καυτό της σημείο. Βύθισε τα δάχτυλά της στη λάβα του ηφαιστείου της και τα άπλωσε υγρά στα διψασμένα του χείλη. Αχόρταγα εκείνος γεύτηκε το νέκταρ της ζωής της. Το πρόσωπό του είχε πάρει την έκφραση του πόθου.

"Κάνε μου έρωτα τώρα! Βίαια!" του είπε με μια φωνή που ριγούσε από ηδονή.

Σαν σε σύνθημα έκρηξης, ο Γκάμπριελ έγειρε μπροστά της. Απλώθηκε σαν χαλί υφαντής ηδονής επάνω στο κορμί της ταξιδεύοντας σε κάθε του εκατοστό. Στα χείλη, στο στήθος, παντού. Άνοιξε προκλητικά τα όμορφα και δυνατά της πόδια μπροστά του τρελαίνοντας το ήδη αλλοπαρμένο νου του. Σαν ερωτική ιεροτελεστία η γλώσσα του άνοιξε τρυφερά και διεκδικητικά τα χείλη από το αιδοίο της. Διάβηκε λαχταριστά στο μήκος τους, έπαιξε με την κλειτορίδα της, προκαλώντας σπασμούς. Κράτησε τους μηρούς της και μπήκε μέσα της με βία προκαλώντας απανωτούς αναστεναγμούς και ανείπωτες λέξεις της. Άρχισε να λικνίζεται στο ρυθμό του σαν Μαινάδα. Μια ερωτική κόλαση στους ήχους της βροχής. Γύρισε το κορμί της στα γόνατα, ταξίδεψε και ψηλάφισε στους γοφούς της. Άνοιξε με τα χέρια του τις δύο σφιχτές καμπύλες της και άρχισε να την χαϊδεύει εκεί. Με τα χέρια της, τράβηξε τη στύση του στην στενή της είσοδο.

"Εδώ... μπες μέσα μου!" Ακούστηκε βραχνή απ' την ηδονή η φωνή της.

Έβαλε στην άκρη τους δισταγμούς του και μπήκε αργά αλλά αποφασιστικά. Κάθε εκατοστό που βυθιζόταν μέσα της ήταν και μια ξεχωριστή ανατριχίλα ερεθισμού. Ο πόνος της έγινε ηδονή. Τον καλούσε να μπει όλο και πιο βαθιά. Την άρπαξε από τη μέση και όπως ήταν γονατιστή μπροστά στα θολά μάτια του, με τα πόδια της ανοιχτά, άρχισε να μπαινοβγαίνει σαν έμβολο. Η στύση του βυθίστηκε στην στενή της είσοδο ανοίγοντάς την σαν τριαντάφυλλο. Σ' αυτό το σμίξιμο που δεν είχε ξαναζήσει ποτέ του ξανά. Της έκανε έρωτα σαρώνοντας τα "πρέπει" και τα "μη" με κάθε ιδιαίτερο τρόπο. Με τα ξεφωνητά της και την κίνηση των γοφών της, τον οδήγησε σε πρωτόγνωρες ηδονές, την ίδια στιγμή που εκείνην ξεπερνούσε κάθε "θεμιτό" όριο "ηθικής".

"Μην σταματάς.. πιο βαθιά..." τον κάλεσε τρελαίνοντάς τον.

Ένας ερωτικός δαίμονας. Η είσοδος ανάμεσα στους γοφούς της παραδόθηκε στη σκληρή του στύση χωρίς φραγμό. Κάθε στιγμή έβγαινε από μέσα της και καθώς την κρατούσε από τους γοφούς, έμπαινε πάλι ακόμα βαθύτερα, πιο σκληρά.

"Μην βγεις!" του είπε λάγνα ξέπνοα, "Θέλω να τελειώσεις εκεί! Μέσα μου!" συνέχισε.

Την άρπαξε πιο δυνατά. Τράβηξε τους γοφούς της πάνω του ενώνοντας το κορμί του με το δικό της.

"Τώρα!", του φώναξε, "Σε θέλω" πρόσταξε αγκομαχώντας την ώρα που τα δάχτυλά της έτριβαν μανιασμένα την κλειτορίδα της.

Τον τρέλανε, στην κυριολεξία.

"Ναντίν....", ψέλλισε, μην μπορώντας πια να αντέξει.

Έπιασε το αλαβάστρινο σώμα της από τους γοφούς στα πλάγια. Τους ανασήκωσε προς το μέρος του. Ήταν και ένιωθε την κορύφωση να έρχεται.

Άνοιξε με τα χέρια του τους σφιχτούς γλουτούς της. Οι χυμοί του, καυτοί, άρχισαν να τρέχουν προσπαθώντας να σβήσουν και τη δική της φωτιά καθώς σχημάτιζαν μικρά ρυάκια ηδονής στο εσωτερικό από τα μπούτια της, ζητώντας διέξοδο στις γάμπες της.

"Που μπορεί να κρύβεται τέτοιος πόθος;" ήταν οι πρώτες κουβέντες που κατάφερε να πει καθώς ένιωσε να συνέρχεται από τη φωτιά του κορμιού της. Εκείνη τον κοίταξε σιωπηρή. Ο Γκάμπριελ συνέχισε καθώς προσπαθούσε αργά να καλύψει την απόλυτη γύμνια του. Την κοίταξε.

"Ναντίν, κάνεις έρωτα λες και και κάτι θέλει να βγει από μέσα σου"

"Σαν τι;", τον ρώτησε εκφραστικά.

"Δεν ξέρω, λες και ανοίγει μια πόρτα και ανείπωτες δυνάμεις ξεφεύγουν από εκεί μέσα. Σαν να θέλεις να αφαιρέσεις κάτι που σε βαραίνει, κάτι ...ξένο, κάτι που σε βασανίζει, σε τυραννάει".

"Ο Έρωτας είναι πόνος!", του είπε ήρεμα και συνέχισε, "Είναι μια δύναμη που την κουβαλάμε βαθιά μέσα μας, φυλακισμένη θαρρείς. Είναι μια φωτιά που καίει σε ένα καμίνι καλά κλεισμένο σε εφτασφάλιστες πόρτες. Μα σαν βρει τη δύναμη να λιώσει τα μέταλλα, τις αλυσίδες και τα κλειδιά, τότε πετάγεται ακράτητη καίγοντας τα πάντα στο διάβα της. Ποιοι και πόσοι νομίζεις ότι μπορούν να τη διαχειριστούν ε;"

Ο Γκάμπριελ απολάμβανε να την κοιτάζει σαν εκείνη συνέχιζε να μιλά.

"Και όσοι μωροί και αλαζόνες νόμισαν ότι μπορεί να την βαστάξουν το μετάνιωσαν την ίδια στιγμή..."

"Αυτές τις στιγμές βλέπω σαν να θέλεις να είσαι κάτι άλλο. Κάτι...."

"Κάτι τι; " τον ρώτησε με λάγνο χαμόγελο, μην θέλοντας καν να κρύψει την προκλητική στάση του γυμνού και μουσκεμένου κορμιού της μπροστά του. Σαν να το έκανε επίτηδες.

"Σε φοβάμαι έτσι! Έχεις κάτι που με τρομάζει!"

Γέλασε ελαφρά και του είπε: "Τι θαρρείς πως είναι ο έρωτας μικρέ μου; βαρκούλα με μικρό πανί σε ούριο άνεμο; Όχι δα! Αν θες να ζήσεις πραγματικά θα μπεις στην καταιγίδα που θα σε πάει στη φωτιά του. Και σαν επιβιώσεις και γυρίσεις ζωντανός τότε να ξέρεις ότι ποτέ πια δεν θα είσαι ο ίδιος!"

"Ναντίν, τι είμαι για σένα!"

Τον κοίταξε λες στοργικά και του απάντησε:

"Γιατί θες τούτες τις στιγμές να τις ορίσεις με κάτι; γιατί θες να τις βάλεις σε ένα κουτί;"

"Νιώθω ένα παιχνίδι στα χέρια σου", της απάντησε "...σαν να δοκιμάζεις το κορμί μου σε κάτι δικό σου. Ασκείς πάνω μου μια εξουσία που με τρομάζει"

Μάζεψε το σάλι της. Είχε πια ντυθεί.

"Πάμε;", του είπε με χαμόγελο.

Εκείνος συμφώνησε βουβά. Μονάχα ένας αναστεναγμός του, γέμισε τη μικρή καλύβα. Έξω η καταιγίδα είχε σωπάσει. Τα βαριά σύννεφα είχαν ταξιδέψει κατά το Βορρά. Καθώς γύριζαν πίσω, καβάλα στα άλογά τους, νόμιζες πως όλη αυτή η εικόνα δεν υπήρχε καν και όλα ήταν ένα όνειρο.

(Συνεχίζεται...)


Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro