[43]~ Τι άλλο να ζητήσω όταν έχω όλον τον παράδεισο στα χέρια μου; ~
{ Αχιλλέα pov... }
Πραγματικά η νύχτα, κύλησε τοσο διαφορετικά από ότι είχα υπολογίσει.
Κοιτάζοντας την να κοιμάται στην αγκαλιά μου μετά από τόσο καιρό, έκανε την καρδιά μου να θέλει να βγει από το στήθος μου και να θέλει να γίνει ένα με την δικιά της.
Ο τρόπος που τα χέρια της ακουμπάνε το στέρνο μου, με κάνει να ανατριχιάζω όπως κάθε άλλη φορά.
Και όσο σκεφτομαι ότι πριν από κάτι ώρες, το σώμα της ήταν ένα με το δικό μου, κάνει το στομάχι μου να νιώθει περίεργα.
«Μωρό μου;» ψιθύρισα στο αυτί της και ένιωσα το κεφάλι της να ακουμπά το στέρνο μου ενώ τα χέρια της άρχισαν να χαϊδεύουν την περιοχή.
Τα μάτια της άνοιξαν και έμεινε να με κοιτάει.
«Αχιλλέα...» ψιθύρισε και της χάιδεψα τα μαλλιά.
«Κοιμήσου μωρό μου, είναι νωρίς ακόμη.» η φωνή μου τόσο βαριά, όσο και οι ανάσες που έπαιρνε.
«Εσύ;» ρώτησε και χαμόγελασα, έχοντας την στην αγκαλιά μου, να με κοιτάει με αυτά τα μάτια που με κάνουν να τρελαίνομαι.
«Εγώ μπορώ να κάτσω όλη μέρα και όλη νύχτα, χαζεύοντας σε.» ψέλλισα, κάνοντας την να ταραχτεί.
«Το μετάνιωσες όλο αυτό;» ρώτησε ξαφνικά, κάνοντας με να χαχανισω.
«Δεν μετανιώνω για τίποτα, Εμίλια... Έπρεπε να το ξέρεις αυτό.» σχολίασα και έπειτα επικράτησε σιωπή μεταξύ μας. «Εσυ; Μετάνιωσες; » ο τόνος στην φωνή μου μαρτυρούσε την ανησυχία μου.
«Δεν το μετάνιωσα...» είπε και βολεύτηκε, ακουμπώντας το κεφάλι της στην κοιλιά μου.
«Κοιμήσου τώρα.» ψιθύρισα και άρχισα να της χαϊδεύω τα μάτια, ακούγοντας την ανάσα της να ηρεμεί, ώρα με την ώρα, λες και ήταν το αγαπημένο μου τραγούδι.
Και η ώρα πέρασε γρήγορα, παρατηρώντας την κάθε κίνηση της ενώ κοιμάται· από τα μπλεγμένα μας πόδια, μεχρι τις εκφράσεις που παίρνει, ενώ βλέπει κάποιο όνειρο.
Τι κι αν δεν την ξανά έβλεπα ποτέ μου;
Θα πέθαινα για ένα της φιλί. Θα ήθελα να κοιμάμαι και να ξυπνάω στην αγκαλιά της. Να ζω λίγες στιγμές μαζί της, λες και θα ήταν οι τελευταίες. Άλλωστε, ξέρεις αν αύριο θα μπορείς να δεις την ανατολή του ηλίου ή αν θα μπορέσεις να αναπνεύσεις ξανά;
Κάποτε ζούσα στο σκοτάδι και ένιωθα όλους μου τους δαίμονες να παλεύουν για την σάρκα μου μα όταν είδα τα μάτια της, ολοι μου οι δαίμονες κλείστηκαν στο κλουβί, πετώντας το κλειδί στην θάλασσα.
Και έπειτα ζωή. Και ύστερα όλη η τέχνη, απλωμένη στα δυο μου χέρια. Το να την έχω ανάμεσα στα χέρια μου, με την ανάσα της να αγγίζει το γυμνό μου κορμί, είναι ένα όνειρο από τα πολλά που είχα.
Και βλέποντας την να μην φεύγει από πάνω μου με την φοβία ότι θα φύγω,με κάνει ακόμα πιο ευτυχισμένο. Γιατί μέσα μου ξέρω ότι δεν είμαι ο μόνος που το νιώθει αυτό.
Οι ακτίνες του ήλιου, με κάνουν να επανέλθω στην ζοφερή πραγματικότητα.
Κι αν μετανιώσει τώρα που θα γυρίσει στο σπίτι;
Δεν μπορεί να αλλάξει τόσο εύκολα αυτό, έτσι δεν είναι;
«Μωρό μου;» ψιθύρισα, φιλώντας της και εκείνη σουφρωσε τα χείλη της.
«Αν δεν θέλεις να κάνεις τον πατέρα σου να πάθει εγκεφαλικό, ξύπνα.» είπα και εκείνη χαχάνισε, κρύβοντας τον εαυτό της με το σεντόνι.
«Δεν νομίζω πως θα πάθει εγκεφαλικό.» ψέλλισε και με πλησίασε, κολλώντας τα χείλη της πάνω στα δικά μου.
«Ναι, δεν θα σε δει εκεί πέρα και θα νομίζει ότι πήγες βόλτα...» χλεύασα και με κοίταξε περίεργα.
«Το πολύ πολύ να με κάλυψε η πολυαγαπημένη μου φίλη.» αποκρίθηκε και πέρασε το χέρι της ανάμεσα από τα μαλλιά μου.
«Ας κάτσουμε λιγάκι στο κρεβάτι.» ψιθύρισε και εγνευσα καταφατικά, κλείνοντας τα μάτια μου.
Τι άλλο να ζητήσω όταν έχω όλον τον παράδεισο στα χέρια μου;
---------------------------------------------------------
Αυτό το βράδυ κράτησε περισσότερο από ότι είχα υπολογίσει τελικά.
Ουπςςς; 😂
Btw, τελείωσα τις διορθώσεις... Επιτέλους γιατί πρέπει να συνεχίσω κάπως την πλοκηηη...
Και πολύ το άργησα 😂
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro