Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

[37]~ Μέχρι που... ~

| How To Forget |

| Tell Me Who |

1 day before...

«Όλα έτοιμα;» ρώτησα τον πατέρα μου που καθόταν στο καθιστικό και όταν γύρισε προς το μέρος μου, έμεινε να με κοιτάει μαγεμένος.

«Απλά... Πανέμορφη.» είπε με έκπληξη και χαμογέλασα.

Το φόρεμα που επέλεξα να φορέσω ήταν ένα στενό μαύρο φόρεμα μέχρι τα μπούτια που τόνιζε τις καμπύλες μου και τις αναδείκνυε, ενώ τα σπαστά μαλλιά μου τα είχα αφήσει να ανεμίζουν.

«Σε ευχαριστώ πολύ μπαμπά μου. Εσύ είσαι έτοιμος;» ρώτησα και πριν πει το οτιδήποτε, μπήκε στο δωμάτιο η "γιαγιά" μου, ο Ορφέας ντυμένος λες και θα πήγαινε σε κανέναν γάμο και η Ελένη ντυμένη με ένα υπέροχο μπλε φόρεμα μεχρι τα γόνατα, που αναδείκνυε το μπούστο της, ενώ τα μαλλιά της τα είχε ίσια.

«Πώς και από δω;» ρώτησα την "γιαγιά" και εκείνη μου χαμογέλασε ειρωνικά.

«Αν δεν έχεις καταλάβει, το σπίτι είναι δικό μου.» είπε και ο πατέρας μου ξεροβηξε.

«Μητέρα, δεν πάμε σιγά σιγά;» ρώτησε και έπειτα κοίταξε τον Ορφέα και ύστερα την Ελένη.

«Ελένη, στις ομορφιές σου σήμερα!» είπε χαμογελώντας και εκείνη χαχάνισε.

«Σας ευχαριστώ πολύ..» είπε και κατευθύνθηκε προς το μέρος μου.

«Ορφέα, πρόσεξε με το αυτοκίνητο. Από εβδομάδα όμως να ξέρεις ότι θα την πηγαίνει στην δουλειά, σοφέρ.» είπε και εκείνος εγνευσε καταφατικά, ενοχλημένος.

Με αυτά και με αυτά, βγήκαμε από το σπίτι και κατευθυνθήκαμε προς το αυτοκίνητο του Ορφέα, μαζί με την Ελένη.

Εκείνος μου άνοιξε την πόρτα, κάνοντας με να γελάσω ενώ η Ελένη τον κοίταξε με μισό μάτι.

Αφότου μπήκαμε στο αυτοκίνητο, εκείνος μου έπιασε το χέρι.

«Είσαι πανέμορφη...» είπε και έβαλε μπρος το αμάξι, ενώ τοποθέτησε το χέρι του στα μπούτια μου, κάνοντας την Ελένη να αρχίσει να βήχει σαν να μην υπάρχει αύριο.

«Καλέ τι με έπιασε;.. Ένα νερό βρε παιδιά...» είπε και ο Ορφέας σταμάτησε έξω από ένα περίπτερο.

«Περιμένετε εδώ.» είπε και εξαφανίστηκε, αφήνοντας μας για λίγο μόνες.

«Καλά ρε Ελένη, είσαι σοβαρή;» ρώτησα και εκείνη άρχισε να γελάει.

«Γιατί γελάς;» ρώτησα πάλι, κουρασμένη από την συμπεριφορά της.

«Φρόντισε να περάσεις καλά απόψε... Βασικά τι λέω;.. Θα με ευγνωμονείς για την αποψινή βράδια.» είπε με ένα χαμόγελο μεχρι τα αυτιά,κάνοντας με να ανησυχώ.

«Να φοβάμαι;» ρώτησα και εγνευσε αντιφατικά.

«Θα με ευγνωμονείς ρε...» είπε με χαμόγελο και ο Ορφέας μπήκε ξανά και της έδωσε το μπουκάλι με το νερό.

«Ευχαριστώ πολύ ρε συ Ορφέα... Άντε και με κάποια καλή κοπέλα!» είπε πίνοντας από το νερό, ενώ ο Ορφέας γύρισε να με κοιτάξει περίεργα και ανασήκωσα τους ώμους μου.

{.......}

Η δεξίωση ήταν πολύ βαρετή.

Ευτυχώς που είχε μπουφέ με φαγητά, γιατί ίσως να μην την έβγαζα καθαρή.

«Πώς περνάς;» ρώτησε η Ελένη που τόσην ώρα ήταν στο πάγκο με τα ποτά.

«Βαρετά, εσύ μην γίνεις μπεκρής... Θέλουμε να σε πάμε και σπίτι μετά.» είπα και γέλασε.

«Μην ανησυχείς για εμένα κοπελιά... Φρόντισε απλά να περάσεις όσο πιο καλά την σημερινή βραδιά. Όσο για εμένα, θα βρω τον Γρηγόρη και θα φύγουμε μαζί από αυτό το "παρτυ".» είπε και την κοίταξα παράξενα.

«Ήρθε και ο Γρηγόρης;.. Που είναι;» ρώτησα και πήγα να φύγω μα με σταμάτησε.

«Δεν είναι εδώ αυτή την στιγμή... Θα έρθει αργότερα, αλλά δεν θα είσαι εδώ.» είπε με ένα χαμόγελο έως τα αυτιά και την κοίταξα απορημένη.

«Τι εννοείς;.. Δεν καταλαβαίνω.» είπα και εκείνη με κοίταξε πονηρά.

«Σήμερα είναι η τυχερή σου μέρα κορίτσι μου. Έτσι και σε δει ο άλλος με αυτό το φόρεμα, δεν θα σε ξανά αφήσει να φύγεις από κοντά του.» είπε χαρούμενη και συνέχισα να μην καταλαβαίνω, αρχίζοντας να τα παίρνω.

«Μίλα ρε Ελένη πιο ξεκάθαρα και μην μιλάς με γρίφους. Ποιος να με δει με αυτό το φόρεμα και δεν θα με αφήνει να φύγω;» ρώτησα και με κοίταξε περίεργα.

«Είσαι ντιπ χαζό... ΜΑΝΤΕΨΕ!» φώναξε και κάποια κεφάλια γύρισαν προς τα εμάς, κάνοντας με να ξεροβηξω.

«Αμάν ρε Ελένη... Και συ, γιατί είσαι τόσο χαρούμενη;» ρώτησα χαμογελώντας και εκείνη μόνο που δεν έβγαλε καρδούλες από τα μάτια.

«Σήμερα ένα όνειρο εμένα και του Γρηγόρη, θα γίνει πραγματικότητα. Δεν το πιστεύω!» είπε γεμάτη ενθουσιασμό, κάνοντας με να γελάσω.

«Πόσο μ'αρεσει αυτή η Ελένη!» ψέλλισα και γέλασε.

«Και που είσαι ακόμα!» είπε κλείνοντας μου το μάτι και έπειτα εξαφανίστηκε.

Αχχχ αυτό το κορίτσι...

{......}

Αφότου τελείωσε ο λόγος του πατέρα μου και μίλησα και εγώ, οι "καλεσμένοι" άρχισαν να απομακρύνονται από την "σκηνή" και ο Ορφέας με πλησίασε.

«Μωρό μου, ήσουν υπέροχη. Είμαι ο πιο τυχερός άνθρωπος στον κόσμο.» είπε και τον φίλησα στο μάγουλο.

«Υπερβάλλεις τώρα!» είπα και άνοιξα το κινητό μου, βλέποντας μήνυμα του.

«Και τι με αυτό;! Άλλη Εμίλια ήξερα εγώ. Η Εμίλια τότε στο ίδρυμα ήταν ο άγγελος μου. Ήταν τόσο γλυκιά και παρόλο τις δυσκολίες της ζωής δεν το έβαζε κάτω. Που πήγε εκείνη η Εμίλια;»

Έγραφε το μύνημα και έμεινα να το διαβάζω.

«Τι διαβάζεις εκεί;» ρώτησε ο Ορφέας και εκεί ξεροκαταπια.

«Τ-τιποτα το ιδιαίτερο.» γιατί τραυλίζεις τώρα Εμίλια;

«Τι τίποτα το ιδιαίτερο;.. Δώσε μου να δω τι διαβάζεις.» είπε και πριν προλάβω να αντιδράσω, μου το πήρε από τα χέρια.

Εκεί ήταν που πάγωσα...

Έμεινε να κοιτάζει το τηλέφωνο χωρίς να με κοιτάει.

«Μιλάς ακόμη με αυτόν;» ρώτησε προσπαθώντας να ηρεμήσει τα νεύρα του και ξεφυσιξα.

«Να σου εξ–» πήγα να πω μα με διέκοψε.

«Τι να μου εξηγήσεις;» ρώτησε, προσπαθώντας να μην μου φωνάξει ενώ μου έπιασε δυνατά τον καρπό και με έσυρε έξω από την αίθουσα.

«Αυτός μου έστειλε μήνυμα, εντάξει;» παραδέχτηκα και εκείνος μου άφησε τον καρπό.

«Αυτός σου έστειλε μήνυμα;.. Αν ήσουν εντάξει, δεν θα του μιλούσες καν!» ύψωσε τον τόνο της φωνής του και τον κοίταξα νευριασμένη.

«Με τον Αχιλλέα, εκτός από ζευγάρι ήμασταν και φίλοι. Εκείνος μου στάθηκε όταν μου έλειπαν οι γονείς μου. Εκείνος με έσωσε από τις κοπέλες που με κορόιδευαν. Τον ξέρω πόσα χρόνια, δεν μπορώ να μην του απαντήσω, διότι είναι φίλος μου.» είπα και εκείνος πήρε μια βαθιά ανάσα.

«Αφού είναι φίλος σου, οκευ... Σκέψου εγώ τι είμαι για σένα και όταν το βρεις, ξέρεις που θα με βρεις!» είπε πιο ήρεμα τώρα, δίνοντας μου το κινητό και εξαφανίστηκε από μπροστά μου, αφήνοντας με μόνη.

Κοίταξα την ώρα και ύστερα την πόρτα.

Μια βόλτα δεν θα βλάψει και κανέναν, έτσι;

Χωρίς πολλά πολλά, βγήκα έξω με αργά και σταθερά βήματα, ώσπου άκουσα φωνες από το πίσω μέρος του κτηρίου.

Πλησίασα σχεδόν φοβισμένη για το τι ακριβώς θα αντικρίσω και κάθε βήμα μου έκρυβε, τον δισταγμό που ένιωθα εκείνη την στιγμή.

Ξαφνικά, βρέθηκα αντιμέτωπη με τον καπνό και την έντονη μυρωδιά της φωτιάς, ενώ τα μάτια μου άρχισαν να δακρύζουν.

«Είναι κανείς εδώ;» ρώτησα, φοβισμένη και πλησίασα ακόμα πιο κοντά.

Η μορφή που αντίκρισα μέσα από τον καπνό με έκανε να ανοιγοκλείσω τα μάτια μου.

Δ-δεν μπορεί...

Δεν μπορεί να είναι εκείνος...
Εκείνος που έπρεπε να είχα ξεχάσει!

-----------------------------------------------------------

Δεν πρέπει να ξεχνάμε γιατί ίσως επαναλάβουμε τα ίδια λάθη που κάναμε στο παρελθόν, στο μέλλον...

Επίσης... ΣΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΘΑ ΔΟΥΜΕ ΕΝΑΝ ΗΡΩΑ, ΘΑ ΔΟΥΜΕ ΜΙΑ ΒΟΛΤΑ ΚΑΙ ΕΝΑ ΔΩΡΑΚΙ ;)

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro