[18]~ Ψαχνω για κάποια~
| How To Forget |
| yourself |
26 days before...
«Θα περάσω το απόγευμα να σε δω.» είπε η Ελένη και ξεφυσιξα.
«Καλααα. Θα σου στείλω την διεύθυνση...» είπα και τερμάτισα την κλήση.
Με τους μόνους που κράτησα επαφή είναι με την Ελένη η οποία δεν μένει πλέον μαζί με τον Γρηγόρη, διότι μου είπε ότι κάτι προέκυψε με τους δικούς της και θα μένει μαζί τους.
Πήρα μια βαθιά ανάσα και κατευθύνθηκα προς το δωμάτιο του Ορφέα.
Εκείνος, ήταν στο κρεβάτι με το λάπτοπ του και κάτι έγραφε σε ένα τετράδιο.
«Τι κάνει ο πράκτορας 007;» ρώτησα γελώντας, ενώ έκλεισα την πόρτα πίσω μου και κατευθύνθηκα προς το κρεβάτι.
«Βρήκα πολλές πληροφορίες για τον πατέρα σου.» είπε εκείνος και βολεύτηκα απέναντι του στο κρεβάτι.
«Όπως;» ρώτησα και πήρε μια βαθιά ανάσα.
«Ο Δημήτριος Αργυρόπουλος ήταν ο διάδοχος της εταιρείας με τα καλλυντικά και τις κρέμες που είχε ο πατέρας του, Αντώνιος Αργυρόπουλος. Είχε έναν αποτυχημένο γάμο που κράτησε πέντε χρόνια, με την νεαρή τότε Ειρήνη Ασημοπουλου.» είπε και θυμηθηκα την διευθύντρια του ιδρύματος μας.
«Δ-δηλαδη μου λες ο-οτι ο πατέρας μου ήταν παντρεμένος με εκείνη την γυναίκα;» ρώτησα ενώ σηκωθηκα όρθια και άρχισα να περιφέρομαι στο χώρο.
«Εμίλια μου, τι συμβαίνει;» ρώτησε πλησιάζοντας με και γύρισα να τον κοιτάξω.
«Η γυναίκα που παντρεύτηκε ο πατέρας μου, ήταν η διευθύντρια του ιδρύματος όπου με έδωσε η μάνα μου. Γαμωτο!» φώναξα ενώ τα μάτια μου βούρκωσαν.
Πώς τόλμησε η μητέρα μου να με δώσει σε αυτή την γυναίκα;
Και εκείνη να μου φέρεται λες και ήμουν ένας εγκληματίας.
Με χτυπούσε, με χτυπούσε πολύ.
Εκείνος με πλησίασε και με πήρε στην αγκαλιά του.
«Θα περάσει ψυχή μου..» ψιθύρισε και απομακρύνθηκε ελάχιστα για να μου σκουπίσει τα μάτια.
«Απλά δεν μπορώ να καταλάβω γιατί να με δώσει η μητέρα μου σε εκείνη... Εκτός και αν η συμφωνία με την γιαγιά μου ήταν να με παραδώσει στην γυναίκα του και εφόσον χωρίσανε, έπρεπε να με βγάλουν από την μέση για να μην μάθει ποτέ κανένας τίποτα. Και πονάει να θυμάμαι εκείνη να με χτυπάει και μετά τον Αχιλλέα να γίνεται βίαιος, έστω και αν δεν καταλάβαινε τι έκανε.» ψέλλισα και μείναμε να κοιταζόμαστε.
«Θέλω να ξεχάσω.» ψιθύρισα και εκείνος ήρθε κοντά μου, ενώ κοιτούσε τα χείλη μου.
«Άσε με να σε κάνω να ξεχάσεις.» ψιθύρισε και ο ίδιος, λίγο πριν μηδενίσει την απόσταση μεταξύ μας.
Θεέ μου, ο Ορφέας με φιλούσε.
Αλλά γιατί δεν αισθανόμουν τίποτα;
«Σε θέλω...» ψέλλισε εκείνος και του χαμόγελασα.
«Θέλω τα χείλη σου... Θέλω την αγκαλιά σου... Θέλω να σε προστατεύσω από όλα.» είπε και ακούμπησα το κεφάλι μου στο στέρνο του.
«Αχιλλέα, δεν είμαι έτοιμη.» ψιθύρισα και χαμογέλασε λοξά.
«Δεν σου ζήτησα σεξ, μωρό μου. Σου ζήτησα να μου δωθείς ψυχικά.» είπε και χαμογέλασα.
«Και πως θα γίνει αυτό;» ρώτησα και εκείνος πλησίασε τα χείλη του με τα δικά μου.
«Ανοίξου...»
Ο Ορφέας απομακρύνθηκε και κούνησα λιγάκι το κεφάλι μου για να συνέλθω.
«Πρ-πρεπει να π-παω μεχρι τ-το σουπερμάρκετ.» είπα και βγήκα με γρήγορα βήματα από το δωμάτιο, πηγαίνοντας στο δικό μου και παίρνοντας το κινητό μου και τα κλειδιά του παλιού μου σπιτιού.
Τι στο καλό σκεφτόμουν και τον άφησα να με φιλήσει;
Γιατί να είμαι τόσο ηλίθια;
Βγήκα από το σπίτι και κατευθυνθηκα προς το μόνο μέρος που θα έβρισκα την ηρεμία μου.
Άνοιξα την πόρτα και την έκλεισα γρήγορα, ξεφυσώντας.
«Τώρα τι κάνουμε με το χάλι που επικρατεί εδώ μέσα;» αναρωτήθηκα, κοιτάζοντας τον χώρο όπου ήταν ακριβώς όπως τον θυμόμουν.
Πήρα τις σκούπες από την αυλή και άρχισα να καθαρίζω, πετώντας τα γυαλιά σε μια σακούλα και σκουπίζοντας όλα τα δωμάτια, ενώ άνοιξα να αεριστει ο χώρος.
Έπειτα σφουγγάρισα και αφότου στέγνωσε, άρχισα να ξεσκονισω.
Μετά πέταξα το μαχαίρι στον κάδο και άλλαξα σεντόνια στα κρεβάτια, πετώντας το ματωμένο σεντόνι, στα σκουπίδια.
Ξάφνου, το τηλέφωνο μου χτύπησε και είδα στην οθόνη το όνομα της Ελένης.
«Ελα, που είσαι;»ρώτησε εκείνη και θυμήθηκα ότι της είχα δώσει την διεύθυνση όπου έμενε ο Ορφέας.
«Πήγαινε στο δωμάτιο μου και μάζεψε τα πράγματα μου. Μετά έλα στην διεύθυνση που θα σου πω, εντάξει;» ρώτησα και ταράχτηκε.
«Συμβαίνει κάτι;.. Τα ξανά βρήκες με τον Αχιλλέα;» ρώτησε και χαχάνισα.
«Θα σου πω μόλις έρθεις.» είπα τερματίζοντας την κλήση και στέλνοντας της την διεύθυνση.
Και τώρα ας πετάξουμε τα σκουπίδια.
{.......}
Γυρίζοντας στο σπίτι μου, αντί να δω την Ελένη να με περιμένει απέξω, είδα έναν ψηλό άντρα γύρω στα σαράντα πέντε, ντυμένος με κουστούμι, να περιμένει απέξω.
«Γεια σας..» είπα κοιτάζοντας τον περίεργα και όταν γύρισε να με κοιτάξει, ξαφνιάστηκε.
«Εσύ μένεις εδώ πέρα;» ρώτησε και εγνευσα καταφατικά.
«Τι θέλετε;» ρώτησα και με κοίταξε.
«Ψάχνω για κάποια...» είπε και η καρδιά μου έχασε ένα χτύπο.
Λες να;!
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro