[45]~ Πέντε μέρες ~
| Hºw Tº RemembeR |
| To travel far away from here |
[Εμίλιας pov…]
Γκρι. Περπατώντας στους μισο- άδειους δρόμους της πόλης, έμεινα να κοιτάζω τον ουρανό. Η ομίχλη δεν είχε πάψει να υπάρχει από την ώρα που έφυγα από το μοτέλ, ενώ το κρύο ήταν τόσο τσουχτερό, παρά την ώρα και την εποχή, κόντευε πια καλοκαίρι.
Μπαίνοντας στην μικρή καφετέρια που μου είπε η Ελένη να βρεθούμε, κοίταξα τριγύρω μου, μήπως με ακολουθούσε κανένας.
Ικανό έχω τον Ορφέα, να έχει βάλει κάμερες παντού.
Βλέποντας την όμως να μου κουνάει το χέρι, πήρα μια βαθιά ανάσα και την πλησίασα, χαμογελώντας.
Αν ερχόταν εδώ, δεν θα μπορούσε να κάνει τίποτα. Θα τον έδιωχναν.
«Εμίλια! Χρόνια και ζαμάνια.» σχολίασε ενώ εγώ έβγαλα το πανωφόρι μου και βολεύτηκα στην καρέκλα, απέναντι της. «Σιγά, πόσες μέρες έχεις να με δεις;» γέλασα και εκείνη ξερόβηξε.
«Πλάκα πλάκα, αυτός ο μήνας μου φάνηκε αιώνας. Έγιναν τόσα πράγματα…» άρχισε να λέει όταν ο σερβιτόρος την διέκοψε, λέγοντας μας αν ήμασταν έτοιμες να παραγγείλουμε.
Αφού του είπαμε τι θα θέλαμε, εκείνος έφυγε, αφήνοντας μας μόνες.
«Για πες.. Πως σου φάνηκε η Σκωτία;» πήρα το λόγο και εκείνη με κοίταξε, γελώντας. «Κοίτα, δεν είχα την ευκαιρία να δω και πολλά γιατί είχαμε έρθει εδώ με τον Γρηγόρη για να βρούμε τον Αχιλλέα και να τον ενημερώσουμε για το που τελικά είσαι– που μείναμε όταν σας είδαμε μαζί– όπως επίσης για να ψάξω εγώ τον αδερφό μου– που επίσης έμεινα όταν κατάλαβα ότι ήταν ο Πέτρος.»
«Είναι όντως λίγο πολλά, μαζεμένα.» παραδέχτηκα. «Εσένα πως σου φάνηκε η Σκωτία; Μίλησες πριν λες και όντως ζεις εδώ, για πολλά χρόνια.» ρώτησε και κοίταξα από το παράθυρο που υπήρχε δίπλα στην Ελένη, τον ουρανό.
«Στην αρχή, δεν ήξερα καν ότι ήμουν στην Σκωτία. Ο Πέτρος μου είχε πει ότι εδώ είναι η Σκωτία. Νιώθω βασικά, σαν να ζω από πάντα εδώ και ας έχει περάσει ένας μήνας. Έχω επισκεφτεί πολλά αξιοθέατα μαζί με τον Πέτρο, έχω φύγει και από το Εδιμβούργο και έχω πάει στη λίμνη του Λοχ Νες, για πικνίκ. Γενικά έχω ταξιδέψει πολύ.» ο σερβιτόρος μας έφερε τα ροφήματα και εκείνη ήπιε λίγο από το δικό της, γνέφοντας.
«Κάτι κατάλαβα. Και ο Ορφέας δεν σου είπε τίποτα που έφευγες από το σπίτι;» ρώτησε και έμεινα να την κοιτάζω. «Ξέρεις και εσύ τον Ορφέα;»
Εκείνη με κοίταξε, σαστισμένη για λίγο και έπειτα πήρε το λόγο. «Δεν θυμάσαι τίποτα;»
«Τι να θυμάμαι;» απόρησα και εκείνη πήρε μία βαθιά ανάσα. «Εσύ, τι θυμάσαι;»
Κοίταξα ξανά τον ουρανό.
Τι θυμάμαι;
«Θυμάμαι το ίδρυμα, μετά όταν το είχαμε σκάσει από εκεί μέσα και η μνήμη μου, σταματάει όταν ο Αχιλλέας με χτύπησε. Μετά, ξύπνησα στο νοσοκομείο και μετά είδα τον Ορφέα με την Μαριτίνα και εκείνη μου είχε πει ότι ο Αχιλλέας και οι φίλοι μου δεν ήθελαν να με ξαναδούν.» εκείνη έβαλε τα γέλια μα κοιτάζοντας με, σοβάρεψε. «Σοβαρά; Σου πούλησαν αυτό το παραμύθι;»
Κοίταξα το πάτωμα. «Βέβαια, δεν περίμενα τίποτα λιγότερο από αυτόν τον άνθρωπο. Εδώ ήρθε χθες και νόμιζε ότι σε έχουμε στο σπίτι κι όλας.» την κοίταξα, έκπληκτη. «Ήρθε εκεί ο Ορφέας;» να και κάτι που δεν είχαμε προβλέψει με τον Πέτρο.
Ποιον θα υποπτεύονταν πρώτο, ο Ορφέας;
Τον Αχιλλέα.
«Δυστυχώς, ναι.» έκανε μια γκριμάτσα αηδίας και άρχισα να θυμάμαι μια σκηνή, η οποία φάνταζε σαν όνειρο.
«Είσαι πανέμορφη...» είπε και έβαλε μπρος το αμάξι, ενώ τοποθέτησε το χέρι του στα μπούτια μου, κάνοντας την Ελένη να αρχίσει να βήχει σαν να μην υπάρχει αύριο.
«Καλέ τι με έπιασε;.. Ένα νερό βρε παιδιά...» είπε και ο Ορφέας σταμάτησε έξω από ένα περίπτερο.
«Περιμένετε εδώ.» είπε και εξαφανίστηκε, αφήνοντας μας για λίγο μόνες.
«Έπρεπε όμως να ήσουν από μια μεριά. Ο Αχιλλέας τον έκανε σκουπίδι. Πραγματικά, το ευχαριστήθηκα. Έπρεπε κάποιος να του υπενθυμίσει τις βλακείες του για να τις βάλει καλά στο μυαλό του, επιτέλους.» γέλασα, κάνοντας το εικόνα.
«Άρα με ψάχνει…» συμπέρανα, πίνοντας από το τσάι μου και εκείνη κούνησε το κεφάλι της. «Τώρα που ξέρει κι όλας για τον Πέτρο, το πιθανό είναι να πάει στο νοσοκομείο.» στο νοσοκομείο;
Ωω θεέ μου, ο Πέτρος!
«Ποιος του το είπε;» ρώτησα έντρομη και εκείνη δάγκωσε τα χείλη της. «Ο Αχιλλέας. Ρε, ξέχασα ότι έφυγες από το σπίτι. Που μένετε τώρα, στο σπίτι της Θωμαή;» ρώτησε και βλαστήμησα από μέσα μου.
«Δεν μπορεί να κρατήσει το στόμα του κλειστό; Τι λέω, ο,τι έχει να κάνει με εμένα και τον Πέτρο, φυσικά να του ξεφύγει.» εκείνη έβηξε και την κοίταξα. «Και όχι, δεν μένουμε εκεί. Μένουμε λίγο πιο κάτω από το νοσοκομείο, σε ένα μοτέλ.» εκείνη πήγε να μιλήσει μα τη διέκοψα.
«Μην πεις σε κανέναν τίποτα, εντάξει; Ο Ορφέας δεν θέλω να μάθει πού βρίσκομαι γιατί θα με αναγκάσει να πάω μαζί του στην Αμερική, ενώ ποιος ξέρει τι θα κάνει στον Πέτρο.» εκείνη κόντεψε να πνίγει. «Αμερική;»
«Ναι, ο πατέρας του από ότι κατάλαβα, τα είχε κανονίσει όλα αυτά. Για να μην με βρει ο Αχιλλέας, νομίζω.» εκείνη νευρίασε. «Αυτός ο άνθρωπος! Μέχρι που θα φτάσει; Το έπαιζε και καλός.» την κοίταξα ύποπτα.
«Ξέρεις τον μπαμπά του Ορφέα;» εκείνη χτύπησε το κεφάλι της με το χέρι της και προσπάθησε να ηρεμήσει. «Και εσύ τον ξέρεις. Είναι ο πατριός του Πέτρου και επίσης, πατέρας του Αχιλλέα».
«Τι;» ένιωθα πως δεν μπορώ να πάρω ανάσα.
Άρα, αν πηγαίναμε να μείνουμε με την μητέρα του, άνετα εκείνος, θα μας έδινε στον γιο του.
Και το πιο αστείο είναι ότι ο Αχιλλέας, είναι γιος του.
Μα καλά, πόσα παιδιά έχει αυτός ο άνθρωπος και γιατί όλοι πρέπει να έχουμε σχέσεις μεταξύ μας;
Αφού πληρώσαμε και μιλήσαμε για τα σχέδια της για το μέλλον, τον γάμο της που θα γίνει σε δύο μήνες από τώρα, υποσχεθήκαμε η μία στην άλλη πως ο,τι και να γίνει, όπως και να είμαστε, εκείνη θα με περιμένει στο γάμο και εγώ την αγκάλιασα σφιχτά, κοντεύοντας να βάλω τα κλάματα.
Πόσο μου είχε λείψει μια φίλη.
Πόσο μου είχε λείψει η Ελένη!
[…]
Μπαίνοντας στο δωμάτιο που είχαμε με τον Πέτρο, τον βρήκα να περιμένει, ξαπλωμένος στο κρεβάτι, ενώ στο ένα του χέρι κρατούσε ένα ποτήρι από αυτά που βάζουν τη σαμπάνια.
Εκείνος μόλις με είδε, έτρεξε πάνω μου και με σήκωσε στην αγκαλιά του, κάνοντας με να γελάσω.
«Τι γιορτάζουμε και γιατί είσαι τόσο χαρούμενος;» ρώτησα και εκείνος μόνο που δεν ούρλιαξε από τη χαρά του. «Λοιπόν, πριν μερικές μέρες έκανα τα χαρτιά μου για μια θέση που υπήρχε κενή σε ένα από τα δημοφιλέστερα νοσοκομεία στην Δανία.» άρχισε να λέει και του ένεψα να συνεχίσει.
«Είναι μια σύγχρονη κλινική και θα ήθελα να κάνω εκεί την πρακτική και έρευνα για να βρω διάφορα εμβόλια για διάφορες ασθένειες που δεν μπορούν να θεραπευτούν και οι άνθρωποι πεθαίνουν. Τέλος πάντων, στην αρχή νόμιζα ότι δεν θα με δεχτούν καν, αλλά σήμερα με φώναξε ο διευθυντής του νοσοκομείου και μου έδωσε έναν φάκελο από εκείνη την κλινική.» τα μάτια του έλαμπαν.
«Με δέχτηκαν. Το καταλαβαίνεις αυτό; Ένα μου όνειρο πραγματοποιείται.» χαμογέλασα μα έπειτα έπεσα στην μελαγχολία.
Θα φύγει; Και εγώ;
«Έμενα γιατί δεν μου το είπες;» είπα ήρεμα, προσπαθώντας να μην βάλω τα κλάματα. «Θα στο έλεγα, αλλά θεώρησα πως δεν θα με έπαιρναν.» άρχισε να λέει πάλι και με πλησίασε, πιάνοντας το χέρι μου.
«Έχω δει ήδη κάποια σπίτια αλλά ήθελα να έρθεις εσύ και να τα δούμε μαζί.» δεύτερη μαχαιριά στην καρδιά. «Δεν μπορούσες να το κάνεις μόνος σου;» η φωνή μου έσπασε και εκείνος με κοίταξε, ανήσυχα.
«Εμίλια; Είσαι καλά;» ρώτησε και έγνευσα, κάνοντας τον να με αγκαλιάσει. «Απλά θα φύγεις και θα με αφήσεις μόνη μου. Εσύ στην θέση μου πως θα ένιωθες;»
Εκείνος γέλασε. «Βρε χαζό, τι νομίζεις, ότι θα φύγω μόνος μου;» απομακρύνθηκε και με κοίταξε στα μάτια. «Περίμενα να έρθεις εσύ και να τα δούμε μαζί γιατί ήθελα να σου αρέσει και εσένα το σπίτι και θα αισθάνεσαι άνετα. Έχω μιλήσει με τους περισσότερους που έχουν αυτά που μου άρεσαν πιο πολύ, αλλά περίμενα και εσένα για να πούμε μαζί το οκευ.» τον αγκάλιασα και ένα δάκρυ έτρεξε στο μάγουλο μου.
«Μαζί θα φύγουμε;» εκείνος ένιωσα να μου χαϊδεύει τα μαλλιά. «Φυσικά. Θα έφευγα εγώ, χωρίς εσένα;»
Μετακόμιση στην Δανία; Μακριά από τον Ορφέα, από τον Αχιλλέα και από όλους τους άλλους; Μόνο οι δυο μας; Δεν είναι κακό…
«Και σε πόσες μέρες φεύγουμε;» ρώτησα και εκείνος, τύλιξε το χέρι του με το δικό μου.
«Σε πέντε μέρες.»
Πέντε μέρες.
Πέντε μέρες πριν το τέλος.
Πέντε μέρες πριν την καινούργια αρχή.
-----------------------------------------------------------
ΑΑΑΑΑ τα επόμενα δύο κεφάλαια που έρχονται, είναι φωτιά:)
Επίσης, μας μένουν τέσσερα κεφάλαια πριν τελειώσεις αυτοο το βιβλίο.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro