Ρουσλάνα, 40 χρόνων
Η Ρουσλάνα μαγείρευε ήσυχα τις φακές στην κουζίνα ακούγοντας με προσοχή τις κουβέντες της κυράς της, της Θεοδώρας και ενός συνεργάτη της, του Νίκου Παππά.
««Αμάν πια βρε Νίκο. Τίποτε δεν μπορείς να κάνεις σωστά!»» διαμαρτυρόταν με δυνατή φωνή στον εδώ και χρόνια βοηθό της στις παράνομες δραστηριότητες της ο οποίος είχε αράξει στην καρέκλα του δήθεν άνετος προσπαθώντας να ηρεμήσει τα τεντωμένα της νεύρα :
«« Ηρέμησε μωρό μου! Όλα τα έχω υπό έλεγχο! Αρρώστησε το παιδί όμως και έπρεπε να το πάω στο νοσοκομείο! Τι να κάνω?»» δικαιολογήθηκε ο άνδρας. Ήταν ένας άνθρωπος ο οποίος σου προκαλούσε τρόμο και ένα αίσθημα αναγούλας. Το χοντρό πρόσωπο του με το μαύρο του γένι, το βρωμερό στόμα του που μόνο αισχρόλογα ξεστόμιζε στις άμοιρες κοπέλες συν το γεγονός της μεγάλης του κοιλιάς τον έκαναν αντιπαθητικό από την πρώτη κιόλας ματιά. Ήταν απορίας άξιο πώς αυτός ο άνθρωπος είχε οικογένεια πόσω μάλλον παιδί με μια υπέροχη γυναίκα, την Έλενα η οποία δεν είχε ιδέα για το τι έκανε ο σύζυγος της όταν έφευγε από το σπίτι τους.
««Να κάνεις σωστά την δουλειά σου! Ορίστε, δες πώς τα έκανες τώρα, δεν μπορώ να κατεβάσω τα κορίτσια στα Γιάννενα! Καταραμένοι έλεγχοι»» ξεφύσηξε σκασμένη ενώ σωριάστηκε σε μια πολυθρόνα ανοίγοντας τον υπολογιστή της με τις συνεντεύξεις κοριτσιών και τις φωτογραφίες τους - ενδεχομένως υποψήφια θύματα της εν ευθέτω χρόνω.
««Δεν μου λες... Ποια είναι αυτή?»» απόρησε ο άνδρας δείχνοντας με το δάχτυλο την στραμμένη προς τον νεροχύτη Ρουσλάνα η οποία έβαζε νερό στα ποτήρια για τις υπόλοιπες«« συγκρατούμενες»» της.
««Έννοια σου και δε μιλάει αυτή. Είναι η αγαπημένη μου κωφάλαλη πόρνη.Είναι από την Ρωσία και με έχει γεμίσει χρήμα. Να σου πω την αλήθεια, χρειαζόμαστε και άτομα τέτοια, τουλάχιστον από το στόμα της δεν θα βγει λέξη αν ποτέ ξεφύγει»» τόνισε με κακία η Θεοδώρα.
Η Ρουσλάνα έσφιξε το ποτήρι με το νερό που κρατούσε στο χέρι της. Πόσο θα ήθελε να το πετάξει ίσια στο κεφάλι αυτής της σιχαμένης που είχε ρουφήξει την ζωή από χιλιάδες κορίτσια. Όμως, έκανε υπομονή. Δεν μπορεί, κάποια στιγμή το λάθος θα γινόταν και εκείνη θα έπαιρνε την εκδίκηση της από όλα αυτά τα τέρατα. Διατήρησε το πρόσωπό της μετά βίας ανέκφραστο. Η Θεοδώρα αγνοούσε την εκφρατικότητα της νοηματικής γλώσσας , που η ίδια της είχε διδάξει.
Η Ρουσλάνα κατέβηκε με προσοχή τις σκάλες που οδηγούσαν στο υπόγειο του σπιτιού κρατώντας τον δίσκο με το πολύτιμο φαγητό. Πλέον δεν το θεωρούσε δεδομένο καθώς κάποτε ικέτευε να της δώσουν μια γουλιά νερό ή λίγο ψωμί. Καθώς κατέβαινε η απαίσια μυρωδιά της μούχλας και του φαγητού που έτρωγε ο Αντρέας της γέμισε τα ρουθούνια. Εδώ ο κόσμος καιγόταν και ο μπράβος είχε πέσει με τα μούτρα στο φαγητό σαν να μην υπήρχε αύριο. Και το γεγονός ότι το έκανε μπροστά σε ανθρώπους οι οποίοι είχαν πολύ καιρό να απολαύσουν ένα κανονικό γεύμα, το έκανε ακόμη χειρότερο. Εκείνος με το που την είδε, της άνοιξε την μεγάλη ξύλινη πόρτα που αντιπροσώπευε την εξαθλίωση με όλη την έννοια της λέξης.
Το δωμάτιο αποτελούνταν από τέσσερα κρεβάτια με λεπτά σκεπάσματα τα οποία είχαν δει καλύτερες ημέρες ενώ είχαν καιρό να πλυθούν. Το πάτωμα όσο και να το έτριβε με μανία με την σφουγγαρίστρα, αν κυκλοφορούσες ξυπόλητη μαύριζαν οι πατούσες από την βρώμα . Το κρύο εκεί κάτω ειδικά τους χειμερινούς μήνες ήταν διαολεμένο και δεν είχαν ούτε καν ένα φούτερ, ένα χονδρό ρούχο της προκοπής ή μια μάλλινη κουβέρτα να προστατευτούν από το αγιάζι. Παράθυρα δεν υπήρχαν ούτε για δείγμα ενώ το μπάνιο δεν βρισκόταν σε καλύτερη κατάσταση. Σε μια γωνιά, υπήρχαν κουβάδες με νερό και σφουγγάρια ώστε να πλύνουν οι γυναίκες την ευαίσθητη περιοχή τους σε μία απέλπιδα προσπάθεια να καθαρίσουν έστω το σώμα τους. Για ντουλάπες βέβαια ούτε λόγος. Δίπλα από κάθε κρεβάτι, υπήρχε και ένας καλόγερος στον οποίο έβαζαν τα λιγοστά τους υπάρχοντα, όσα τους είχαν αφήσει δηλαδή. Βέβαια, σε μια γωνιά υπήρχε και ένα μικρό γραφειάκι το οποίο είχε καλλυντικά όχι της καλύτερης ποιότητας ωστόσο έκαναν την δουλειά τους και αυτό μετρούσε.
Σταμάτησε στο πρώτο κρεβάτι το οποίο φιλοξενούσε την μικρή Μένια, μια νόστιμη μελαχρινή κοπέλα 16 χρόνων που προσπαθούσε να βάψει τα νύχια της. Εκείνη της χαμογέλασε παίρνοντας το πιάτο της με ένα κουτάλι και ένα ποτήρι με νερό ακουμπώντας τα με προσοχή στο κρεβάτι. Σειρά είχε η Σοφία, μια 22χρονη μικροκαμωμένη ξανθιά η οποία έπεσε θύμα απάτης από τον ίδιο της τον σύζυγο. Για το τέλος άφησε την 33χρονη Ελπίδα μια Βουλγάρα, μητέρα ενός αξιολάτρευτου κοριτσιού το οποίο της έστελνε τακτικά γράμματα. Η μητέρα του του είχε πει ότι πηγαίνει για δουλειά αφήνοντας την στα έμπιστα χέρια της γιαγιάς της. Όμως,πολλές φορές τα γράμματα της κόρης της δεν έφθαναν στα χέρια της αφού παρακρατούνταν από την Θεοδώρα ως μέσο εκφοβισμού.
Η ίδια πήρε το μερίδιο που της αναλογούσε και επέστρεψε στο κρεβάτι της, όπου πάνω από το κεφάλι της είχε τοποθετήσει την μαυρισμένη εικόνα της μάνας όλων των ανθρώπων, της Παναγίας. Εκείνη έκανε το σταυρό της και άρχισε να ετοιμάζεται για ακόμη ένα δύσκολο βράδυ....
Στην φωτογραφία η Ρουσλάνα...
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro