Περσόνα της ερημιάς
Παράξενα που απλώνεται αυτή η ηρεμία,
σιωπή απρόσμενη στην πόλη, σαν σαγήνη.
Αδειάζουν δρόμοι ολόγυρα με βήματα βιασύνης,
λες όλοι έχουνε στο νου την ώρα να αγναντέψουν.
Φιγούρες σκόρπιες, βλοσυρές κινούνται στο σκοτάδι,
αμίλητοι κι αγέλαστοι,στο φόβο φορτωμένοι.
Ποιο αύριο άραγε άγνωστο το νου τους θρυμματίζει,
ποια δύναμη ευνούχισε της αγκαλιάς τη θέρμη;
Βαρύ το βήμα σέρνουνε, οι ώρες τους στη νύχτα,
για σένα τώρα ο χρόνος σου στο χώρο να σαλέψεις.
Το φως σου άγρυπνο σκιές με χρώμα τις ορίζει.
Βλέπω τα χέρια σου αδρά τη φορεσιά ετοιμάζεις,
κείνο το σκούρο φόρεμα το σώμα σου αγκαλιάζει
και τις πληγές στο πρόσωπο γυρεύεις να καλύψεις.
Μπρος στον καθρέφτη στέκεσαι διστάζεις να αντικρίσεις,
με φόβο και με δισταγμό της θέας σου η όψη.
Τι βάθος και τι έκφραση, τι φλόγα στη θωριά σου,
τι δέος κι ορμή αλλόκοτη την όψη σου αγκαλιάζουν.
Και κάθε βήμα σου βαρύ στο πάτωμα αντηχίζει.
Μεσάνυχτα σημάνανε των ρολογιών οι χτύποι,
και ναι, η ώρα σου έφτασε τη στράτα σου να ορίσεις.
Έρημη πόλη ολάκερη σου ανοίγει την αγκάλη,
να σε δεχθεί, ορμητική και αλήθεια οργισμένη.
Τα βήματά σου αντηχούν στην άσφαλτο του δρόμου,
στις πλάκες των πεζόδρομων κυλάει η περπατησιά σου,
σκιές απλώνονται παντού, να σε αρπάξουν θέλουν
στης αγκαλιάς τους την αδρή και υδαρή ομίχλη.
Είναι ο κόσμος σου εκεί, με εκείνον συντροφεύεις,
είναι οι ώρες σου αυτές με αυτά να διαφεντέψεις.
Λεν κάποιοι άνθρωποι λοιπόν ότι η αγκαλιά τους λείπει.
Στενάχωρο τους φαίνεται τα χέρια σαν χωρίζουν.
Σκέφτονται τι τους έμελλε στις άγιες τούτες μέρες,
μοναχικά Χριστούγεννα, έχοντας ορμήνια, για να κάνουν.
Δικούς φοβούνται δεν θα δουν, και δυνατά φωνάζουν.
Οι γέροι τους, οι αδύνατοι, οι συγγενείς και φίλοι.
Πως θα 'ναι τώρα ο χώρος τους χωρίς τον ερχομό τους.
Τις έρημες ξορκίζουνε, τις πόλεις τις μεγάλες,
δεσμά, με φόβους και ενοχές, για ευθύνες τους φορτώσαν.
Σ' όλων τα στόματα βουβά Χριστούγεννα φαντάζουν,
πώς θα τα αντέξουν; Έρχεται ο αναστεναγμός μεγάλος.
Και εσύ ακούς, κοιτάς βουβά κι πλέρια ανανταριάζεις
κι οργή μεγάλη μέσα σου στα σωθικά φουντώνει.
Χαμόγελο πικρό κι ειρωνικό, τα χείλη ζωγραφίζει
και γέλιο αλλόκοτο, ηχηρό, με στόμφο φτερουγίζει.
Τι τάχα μου υποκριτές και ψεύτες δα μεγάλοι.
Δείξ' τους λοιπόν εμφαντικά ευθύνες τους δικές τους,
και κάλεσέ τους για να δουν των έργων τους τη θέα.
Που ήταν σαν οι αδύναμοι τη στήριξη ζητούσαν;
που ήταν σαν οι απόκληροι για φως εκλιπαρούσαν!
Ποια αγκαλιά τους, άνοιξαν στους ντροπαλούς της πλάσης;
Τους γέροντες, πού έκλεισαν σε ιδρύματα της λήθης,
παιδιά τους που απόδιωξαν διωγμό στα όνειρά τους.
Γυναίκες, κόρες βίασαν, με βία και με θράσος,
ζωστήρα σήκωσαν οξύ του κράτους οι αρχόντοι.
Ο πλούτος τους, φαρμάκι φονικό το μόχθο να κουρσέψει
τη δύναμή τους έδειξαν εκεί που τους περνούσε,
στου περιθώριου τις ψυχές, στα σώματα των άλλων.
Η πίκρα, ο πόνος, η οργή, η μοναξιά κι η θλίψη,
τ' άδικο, το παράταιρο, το μίσος και το ψέμμα,
τη μοναξιά τους έστρωσαν με είδωλα σκουπίδια,
Το σώμα σου, η όψη σου σκληρά μεταλλαχτήκαν
μια μίξη φρίκης άσχημης κι αρρώστιας μεγάλης.
Έτσι μονάχη θέριεψες με τρόμο μες στο βλέμμα.
Τώρα τους δρόμους άλωσες της έρημης της πόλης,
εσύ μονάχη, ανίκητη, σκληρά μεταλλαγμένη,
σκιάχτρο βαρύ, στους φόβους τους βασίλισσα να γίνεις,
για να θυμίσεις στους θνητούς ανίκητοι δεν είναι
και το εγώ τους άρρωστο την Νέμεσι θα φέρει.
Σε εκείνους που αψηφίσανε της ανθρωπιάς τη χάρη,
και σε σκοτάδια θα κρυφτούν για να γλιτώσουν τάχα
απ της οργής σου την ορμή και του χεριού το ξίφος.
Περσόνα εσύ της ερημιάς, του σκοταδιού η Νύμφη.
Η "Περσόνα της ερημιάς" δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στις 18 Δεκέμβρη 2020. Πήρε μέρος στο 26ο Δικτυακό συμπόσιο ποίησης, που διοργανώνει το blog "Η ζωή είναι ωραία" (http://princess-airis.blogspot.com/2020/12/26oSymposioPoiisis.html) και διακρίθηκε στην 3η θέση ανάμεσα σε 24 άλλα εξαίρετα ποιήματα.
Σημείο αναφοράς του διαγωνισμού ήταν η "Έρημη πόλη" με ότι αυτό το βίωμα εμπνέει.
Να σας πω και λίγα λόγια για την "Περσόνα της ερημιάς"
Ποια είναι άραγε αυτή η ασαφής μορφή, αποκρουστική, ερεβώδης και ομιχλώδης, που γυροφέρνει της άγριες αυτές νύχτες της ερημιάς και της εγκατάλειψης στην πόλη της αρρώστιας και της πανδημίας;
Είναι μια μορφή γέννημα θρέμμα της δικής μας ανεπάρκειας στην ανθρωπιά, στην αλληλεγγύη, στην αγάπη, στα συναισθήματα και στον αλτρουισμό. Είναι ένα έκτρωμα δισυπόστατο, παραμορφωμένο που στην τερατώδη υφή της κουβαλά όλες εκείνες τις αρνητικές αναθυμιάσεις ενός παρηκμασμένου κοινωνικού ιστού. Είναι μια μορφή που καθώς "αίρει όλες αυτές τις αμαρτίες" θα κυριαρχήσει στο δικό της βασίλειο της ερημιάς.
Ένα πλάσμα, "Σκοτεινός ιππότης" ενός αλλόκοτου κόσμου.
Ομολογώ ότι η έμπνευση ενός τέτοιου σκοτεινού πλάσματος, ικανού να προκαλέσει φόβο, τρόμο αλλά και συμπόνοια, οφείλεται στις δικές μου αναγωγές από το μεγάλο έργο του Christopher Nolan "Σκοτεινός ιππότης"
Σημείωση: Ακολουθείστε το blog μου: https://giannispitarokilis.wordpress.com/
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro