Διάβολοι
Lydia pov:
"Ατσου!" Φτερνίζεται η Ελπίδα και τρίβει την μυτούλα της με το μανίκι της πιτζάμας της.
"Γιτσες." Της λέω και της δίνω ένα χαρτομάντιλο.
Χθες το βράδυ κοιμήθηκε έξω στην βροχή και την βρήκαμε τα ξημερώματα, ενώ σήμερα είναι άρρωστη κι εγώ πολύ θυμωμένη μαζί της.
Κόντεψα να πεθάνω από την αγωνία μου!
Την ακούω να βήχει δυνατά και σφίγγεται η καρδιά μου που την βλέπω έτσι αλλά δεν σκοπεύω να της δείξω ότι την συγχώρεσα τόσο εύκολα.
Πρέπει να μάθει πως δεν είναι σωστό να εξαφανίζεται έτσι στα ξαφνικά χωρίς να μας λέει που είναι.
Αν πάθαινε κάτι εγώ τι θα έκανα;
Θα τρελαινόμουν!
"Λυδία;" Με ρωτάει με αδύναμη φωνή και αρχίζει πάλι να βήχει δυνατά.
"Τι είναι;" Την ρωτάω απότομα και με κοιτάζει με βουρκωμένα μάτια.
Ωχ.
Μην κλάψεις σε παρακαλώ!
"Συγγνώμη. Δεν ήθελα να σε ανησυχήσω, ούτε να αρρωστήσω απλά αποκοιμήθηκα και ένιωθα πολύ κουρασμένη. Σε παρακαλώ μην με αφήσεις." Μου λέει και βάζει τα κλάματα.
Ναι οκέυ φτάνει με το μάθημα καλής συμπεριφοράς.
Κάθομαι δίπλα της και την αγκλιάζω σφυχτά.
"Όλα καλά κουκλίτσα μου. Δεν πρόκειται να σε αφήσω ποτέ." Της λέω και την ακούω να ρουφάει την μυτούλα της.
"Α-αλήθεια;" Με ρωτάει κοιτώντας με με αυτά τα γαλανά ματάκια της και ασυναίσθητα χαμογελάω.
"Ναι αγάπη μου. Θα είμαι πάντα εδώ για εσένα." Της λέω και αφήνω ενα φιλί στο κεφάλι της.
Εκείνη βγαίνει από την αγκαλιά μου και μου χαμογελάει, όμως μετά αρχίζει να τρίβει την μύτη της με το δάχτυλο της.
"Τι έχεις καλέ;" Την ρωτάω.
"Με ενοχλεί η μυτούλα-Α-Ατσου!" Φτερνίζεται και μαζεύει τα γόνατα της στο στήθος της σαν μία μπαλίτσα.
"Κρυώνεις;" Την ρωτάω και γνέφει καταφατικά.
Γαμώτο!
Μάλλον της ανεβαίνει ο πυρετός.
Την βάζω να ξαπλώσει ξανά και την σκεπάζω μέχρι πάνω.
"Πάω να φέρω το θερμόμετρο." Της λέω και γνέφει θετικά.
Πηγαίνω σε ένα άλλο δωμάτιο που έχουμε ένα από τα φαρμακεία και παίρνω ένα θερμόμετρο και πηγαίνω ξανά στο δωμάτιο της.
Βάζω το θερμόμετρο κάτω από την μασχάλη της και την κρατάω στην αγκαλιά μου.
"Μην ανησυχείς. Έχω περάσει και χειρότερα. Α-αλήθεια." Μου λέει και ακούω την φωνή της να τρέμει ένα τα μάτια της βουρκώνουν ξανά.
Τι μπορεί να πέρασε;
"Θες να μου πεις;" Την ρωτάω και γνέφουμε αρνητικά.
Δεν θα την πιέσω.
Κάθε φορά που ρωτάω κάτι σχετικά με το παρελθόν της απομακρύνεται.
Κι εγώ δεν θέλω να την χάσω.
Την αγαπάω υπερβολικά πολύ για να την χάσω.
Και θα κάνω τα πάντα για αυτήν.
Τα πάντα.
Author pov:
Η ξανθιά γυναίκα τρομερά εκνευρισμένη συνέχισε να πηγαίνει πάνω κάτω στο γραφείο του άντρα της.
Εκείνος, για να διώξει τον εκνευρισμό του, ανάβει ένα πούρο και αρχίζει να καπνίζει αργά προσπαθώντας να καταλαγιάσει την μπόρα μέσα του και να βάλει σε μια τάξη τις σκέψεις του.
"Στο είπα εγώ ότι το σκατόπαιδο της αδελφής σου θα μας φέρει προβλήματα! Αλλά όχι εκεί! Να μην την αφήσουμε να πάει στο ορφανοτροφείο! Όχι! Θα μας φανεί χρήσιμη!" Λέει η μεγάλη γυναίκα μέσα στην υστερία της.
"Κλάρα ήταν η καλύτερη λύση. Και διώξαμε τις φήμες από επάνω μας για ανικανότητα γονιμοποίησης αλλά και θα την παντρέψουμε για να κερδίσουμε περισσότερα λεφτά." Της απαντάει ο άντρας της.
"Ανάθεμα πια κι αυτή η ηλίθια! Δεν μπορούσε να μην μοιάσει στην αδελφή σου; Τα ίδια σκατά είναι και οι δύο!" Φωνάζει η Κλάρα στον σύζυγο της συγχυσμένη.
Η Άλκηστις Παπαχρήστου ήταν η κατά οχτώ χρόνια μικρότερη αδελφή του Λευτέρη. Ένα ελεύθερο πνεύμα, καλόκαρδη, πεισματάρα και ανίδεη, όπως την χαρακτήριζε ο αδελφός της.
Ποτέ δεν κατάλαβε την διαφορά λευκών και μαύρων, πλουσίων και φτωχών.
"Όλοι άνθρωποι είμαστε!" Έλεγε.
"Το χρώμα και η περιουσία δεν μας κάνουν κατώτερους ή ανώτερους!" Έλεγε.
"Όλοι διαφορετικοί, όλοι ίσοι!" Έλεγε.
Ο πατέρας τους και η μητέρα τους είχαν αγανακτίσει μαζί της.
Η μόνη που την υποστήριζε ήταν η θεία τους.
Η Ελβίρα.
Η μόνη που συμμεριζόταν τις απόψεις της και ήταν περήφανη για το επαναστατικό πνεύμα της ανιψιάς της.
Η ίδια δεν είχε παιδιά και έβλεπε την Άλκηστις σαν δική της κόρη.
Οι γονείς της ένιωσαν ότι ξεπέρασε τα όρια όταν ερωτεύτηκε έναν 'δασκαλάκο της συμφοράς' όπως τον αποκαλούσαν.
Τον Σήφη Χαριτάκη.
Η Άλκηστις ήταν μόνο είκοσι ενός όταν τον γνώρισε. Μία πολύ όμορφη και ρομαντική ιστορία.
Η Άλκηστις εγκατέλειψε το σπίτι της για εκείνον.
Και έμεινε έγκυος στο παιδί του.
Στην Λυδία τους.
Όμως δυστυχώς πέθαναν σε ένα τραγικό αυτοκινητιστικό δυστύχημα.
Κανείς δεν ξέρεις την ιστορία τους.
Ή τουλάχιστον σχεδόν κανείς.
Η μόνη που την ξέρει και την θυμάται μέχρι και σήμερα είναι η θεία Ελβίρα.
Η πλέον πενήντα εφτά χρονών γυναίκα ζει σε ένα γηροκομείο εδώ και δεκαπέντε χρόνια.
Δεν ανοίγει ποτέ το στόμα της και να μιλήσει.
Μόνο στον ύπνο της μουρμουρίζει ένα όνομα.
Λυδία.
"Κάτι πρέπει να κάνουμε Λευτέρη. Δεν σκοπεύω να χαλάσω την συμφωνία!" Λέει η Κλάρα.
"Ούτε ο Ανδρέας θέλει να την παντρευτεί πάντως. Ποτέ δεν ήθελε. Όμως έχω μιλήσει μαζί τους και θα τον πείσουν. Η μικρή αδελφή του χρειάζεται ξανά ιατρική βοήθεια οπότε θα τον εκβιάσουν μαζί της." Απαντάει χαιρέκακα ο άντρας.
"Ωραία. Αλλά με την δική μας την βλαμμένη τι γίνεται; Η Ζηνοβία έφυγε και δεν υπάρχει κάποιος άλλος τρόπος να την εκβιάσουμε."
"Έχω στείλει ήδη έναν δικό μας άνθρωπο να την παρακολουθεί. Μην ανησυχείς. Σε λίγο καιρό θα μάθουμε όλες τις αδυναμίες της γλυκιάς μας ανιψιάς."
______________________________________
Γεια σας παιδιά!
Τι κάνετε;
Ελπίζω να είστε καλά.
Πως σας φάνηκε το κεφάλαιο;
Αρχικά είδαμε άλλη μια γλυκιά σκηνή ανάμεσα στην Ελπίδα και στην Λυδία.
Πως σας φάνηκε;
Και τι εννοούσε η Ελπίδα όταν είπε ότι έχε περάσει και χειρότερα;
Τι θα μπορούσε να έχει περάσει ένα μικρό κοριτσάκι;
Επίσης είδαμε ξανά τους 'γονείς' της Λυδίας.
Ή μάλλον τους θείους.
Την περιμένατε αυτήν την ανατροπή;
Θα θέλατε να δείτε κάποια αποσπάσματα από την ιστορία των γονιών της;
Επιπλέον ο Ανδρέας δεν ήθελε ούτε θέλει να παντρευτεί την Λυδία αλλά τον εκβιάζουν με την μικρή του αδελφή.
Έχω την εντύπωση ότι αυτό το βιβλίο έγινε λίγο τουρκικό σίριαλ 😂.
Τέλος πάντων.
Τι λέτε να κάνει το διαβολικό ζευγάρι;
Τα λέμε σύντομα μπάιι!
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro