Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Πυροβολισμός

Jenny's POV

"Ένα ευχαριστώ δεν είναι αρκετό για τη βοήθεια σας, κύριε Μποντλέρ" του λέω, στρέφοντας το βλέμμα μου σε αυτόν για λίγο.

Με παίρνει από το χέρι και με οδηγεί έξω από δωμάτιο, μέσα στο οποίο εξετάζεται το υλικό από την βιντεοκάμερα.

Κατάφερε ένας έμπιστος του να την ενεργοποιήσει με κάποιον άγνωστο σε εμένα τρόπο. Εδώ και δύο ώρες περίπου, κάθομαι μπροστά από την οθόνη και παρατηρώ όλα όσα πρόλαβε να τραβήξει, μέχρι να τελειώσει η μπαταρία της. Και δεν έχω ανακαλύψει τίποτα άξιο λόγου έως τώρα. Μόνο κάποιοι τυχαίοι περαστικοί. Τίποτα ύποπτο. Κανένα στοιχείο που να με φέρνει πιο κοντά στον αδερφό μου.

"Πρώτον, Λενάρντ για εσένα, Τζένη. Και δεύτερον, δεν χρειάζεται να με ευχαριστείς. Σου χρωστούσα χάρη, μιας και δεν έκανες τότε μήνυση στην αστυνομία" ανταπαντά, χτυπώντας με φιλικά στον ώμο.

"Δεν ήταν η προτεραιότητα μου τότε. Αλλά δεν θα σου πω ψέματα, ακόμα δεν ξέρω τι θα κάνω μ' αυτό το θέμα. Λενάρντ, αυτό που έκανες ήταν λάθος. Αν δεν είχες ανακαλύψει ότι ο Νικ είναι αθώος, τι είχες σκοπό να μας κάνεις;" τον ρωτάω και από την έκφραση του, καταλαβαίνω ότι η ερώτηση μου τον φέρνει σε δύσκολη θέση.

"Δεν ξέρω. Αλλά σίγουρα δεν είχα σκοπό να σας σκοτώσω. Ποτέ δεν έχω κάνει τέτοιες σκέψεις, ούτε καν για τους χειρότερους αντιπάλους μου. Το παραδέχομαι ότι καταφεύγω σε εκφοβισμούς πολλές φορές. Αλλά δεν έχω ξεπεράσει ποτέ τα όρια"

"Και η απαγωγή είναι ποινικό αδίκημα, Λενάρντ" του εξηγώ και αυτός σταυρώνει τα χέρια κάτω από το στήθος, ενώ ακόμα δεν με κοιτάζει κατάματα.

"Το ξέρω... Και θέλω να ξέρεις ότι αν το αποφασίσετε εσύ και ο Νικ, είμαι έτοιμος να πληρώσω γι' αυτό που έκανα. Ακόμα και τώρα. Μόνο σε παρακαλώ, υποσχέσου μου ότι θα είσαι δίπλα στην κόρη μου. Μετά από τόσο καιρό, βρίσκεται ανάμεσα σε φίλους. Σε λίγο καιρό, θα παντρευτεί τον άντρα που αγαπάει. Θέλω να ξέρω ότι θα είναι ασφαλής.

Και τότε επιτέλους οι ματιές μας συναντιούνται. Πίσω από αυτό το καστανό χρώμα, μπορώ να διακρίνω την αλήθεια σε όσα μου λέει. Είναι πράγματι διατεθειμένος να μπει στην φυλακή.

Η προθυμία του με διχάζει πιο πολύ. Από την μία, θέλω να παραμείνω πιστή σε αυτά που έμαθα και στις αρχές που με δίδαξαν. Να κάνω το καθήκον μου. Από την άλλη όμως, δεν μπορώ να πάψω να σκέφτομαι τις συνέπειες αυτής της απόφασης. Η Τζούλι χρειαζετα τον πατέρα της. Μπορεί να έπραξε εσφαλμένα, αλλά δεν είναι κακός άνθρωπος. Διότι διαφορετικά, θα είχε βρει χίλιους δυο τρόπους για να αποφύγει τις συνέπειες...

Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι αυτό που με καίει τώρα. Και σίγουρα, πρέπει να το συζητήσω με τον Νικ, προτού δω τι θα κάνω. Τον αφορά και εκείνον τον ζήτημα άλλωστε.

"Αυτήν την στιγμή, το μόνο που θέλω είναι να βρω τον αδερφό μου"

"Το καταλαβαίνω. Να ξέρεις πως θα έχεις την πλήρη υποστήριξη μου πάντως από εδώ και πέρα, ό,τι κι αν κάνεις. Κι ο Νικ, φυσικά. Έκανε τόσα πολλά για την κόρη μου, παρόλο που τον αδίκησα" ψελλίζει και του χαμογελάω.

"Δεν σου κρατάει καμία κακία, πίστεψε με. Το καλό με τον Νικ είναι ότι ξέρει να συγχωρεί. Μόνο αυτούς που το αξίζουν, προφανώς"

"Έχεις απόλυτο δίκιο... Πήγαινε τώρα πάνω. Αν δούμε κάτι, θα σε φωνάξω εγώ, εντάξει;"

Γνέφω θετικά και επιστρέφω στον επάνω όροφο, ελπίζοντας ότι δεν θα αργήσει να με φωνάξει πάλι κάτω. Όσο περνάνε οι ώρες, τόσο περισσότερο αυξάνεται η αγωνία μου και εγώ δυσκολεύομαι να διαχειριστώ το άγχος μου. Αποφεύγω να απαντήσω στα τηλεφωνήματα των γονιών μου, γιατί δεν ξέρω τι να τους πω. Αφήνω τον Μαξ να μιλήσει μαζί τους, όντας πιο ψύχραιμος από εμένα. Με εμένα μπορεί να είναι και θυμωμένοι, οπότε δεν νομίζω ότι η φωνή μου θα είναι ό,τι πιο ευχάριστο για εκείνους αυτήν την στιγμή.

Φτάνω στο καθιστικό και τον βρίσκω μόνο του, να μιλάει στο κινητό. Μόλις με βλέπει, μουρμουρίζει κάτι μέσα από τα δόντια του και το κλείνει.

"Οι γονείς κοντεύουν να τρελαθούν. Δεν ξέρω για πόσο ακόμα μπορώ να τους καθησυχάζω, αδερφούλα"

"Τους είπες ό,τι κάνουμε τα πάντα για να βρούμε τον Τζέρεμι, σωστά;"

"Ναι βρε Τζένη μου, αλλά δεν νομίζω να λειτουργούν με βάση τη λογική. Και δεν πρόκειται, μέχρι να σωθεί ο μικρός μας αδερφός"

"Σωστά..." ξεφυσάω και κάθομαι δίπλα του στον καναπέ, γέρνοντας το κεφάλι μου στον ώμο του.

Μπορεί στην αρχή να ήμουν αντίθετη που ήρθε μαζί μου, αλλά βαθιά μέσα μου πλέον, χαίρομαι που το έκανε. Η στήριξη των φίλων μου είναι πολύ σημαντική για εμένα, αλλά με βοηθάει πολύ να ξέρω πως έχω δίπλα μου και ένα μέλος της οικογένειας μου σε όλο αυτό. Πόσο μάλλον, όταν αυτό είναι ο μεγάλος αδερφός μου. Έστω κι' αν με περνάει μόνο έξι μήνες. Δεν θα ήταν το ίδιο, αν ο Μαξ δεν μου έδινε κουράγιο. Αγαπώ όλα τα αδέρφια μου ανεξαιρέτως, μα μόνο αυτός είναι και ο καλύτερος μου φίλος. Δεν θα το παραδεχτώ ποτέ μπροστά του, αλλά το πείσμα του είναι ένας από τους λόγους που τον λατρεύω.

"Πού είναι οι άλλοι;"

"Ο Φιν έχει πάει στην τουαλέτα, ο Νικ δεν έχω ιδέα και η Τζούλι... Πήρε τηλέφωνο ο αρραβωνιαστικός της και βγήκε έξω για να απαντήσει" μου απαντάει και στο τέλος, διακρίνω ζήλια στα λόγια του.

"Νομίζω δεν σου αρέσει και πολύ αυτό" λέω δήθεν αδιάφορα, χαμογελώντας παιχνιδιάρικα.

Αντί για απάντηση, μου ρίχνει μια δολοφονική ματιά και ακουμπάει την πλάτη του στον καναπέ, σπάζοντας την οπτική επαφή ανάμεσα μας. Ξύνει νευρικά το σβέρκο του και μετακινεί τα χέρια του πίσω από το κεφάλι του, μπλέκοντας τα δάχτυλα του μεταξύ τους. Προσπαθεί να κρύψει το άγχος του, αλλά ξέρει πολύ καλά πως είναι μάταιο, όταν είναι μαζί μου. Κανείς δεν γνωρίζει τον αδερφό μου όπως εγώ. Και από την καλή, και από την ανάποδη. Οπότε, η σιωπή του προς απάντηση μου.

"Δεν θες να το συζητήσουμε;"

"Δεν υπάρχει κάτι να συζητήσουμε, Τζένη" μου απαντάει και ετοιμάζεται να σηκωθεί, αλλά τον σπρώχνω πάλι πίσω απαλά.

"Μαξ, πες μου την αλήθεια. Σου αρέσει η Τζούλι;"

"Μην φωνάζεις" με παρακαλάει, κάλυπτοντας το στόμα μου με την παλάμη του.

"Δεν μπορείς να κρύψεις τίποτα από την αδερφή σου. Πες μου λοιπόν την αλήθεια, δεν μας ακούει κανείς"

"Ποιά αλήθεια ρε Τζένη; Έχει σημασία; Παντρεύεται η φίλη σου. Τι θα αλλάξει;" αποκρίνεται και ομολογώ πως έχει ένα δίκιο σε αυτά που λέει.

"Πιθανότατα όχι. Αλλά εσύ θα το έχεις βγάλει από μέσα σου. Θα νιώσεις καλύτερα" χαϊδεύω τρυφερά το χέρι του, χωρίς να τον πειράζω αυτήν την στιγμή.

Γιατί το βλέπω ότι έχει ανάγκη να τον ακούσει κάποιος. Να μιλήσει ανοιχτά γι' αυτά που νιώθει. Από ό,τι καταλαβαίνω, τα κρατάει πολύ καιρό μέσα του και το γεγονός πως του αρέσει κάποια, η οποία είναι δεσμευμένη, τον ενοχλεί πάρα πολύ, αλλά παρόλα αυτά, αποφεύγει να το δείχνει. Θεωρεί, όπως και σε άλλες περιπτώσεις, ότι δεν αξίζει τον κόπο να ασχοληθεί, εφόσον είναι χαμένη υπόθεση. Τουλάχιστον στο δικό του μυαλό. Παλιότερα το έκανε σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό, αλλά έχει μάθει να το περιορίζει. Βέβαια, ακόμα δυσκολεύεται. Λογικό, μετά από όσα έχει περάσει. Αλλά όπως εκείνος με κρατά προσγειωμένη στην πραγματικότητα, έτσι και εγώ τον βοηθάω να δει ότι υπάρχουν άνθρωποι που μπορεί με εμπιστεύεται.

"Ναι, μου αρέσει. Πολύ. Πάρα πολύ. Χάρηκες τώρα;"

"Μαξ... Ξέρεις ότι δεν μου αρέσει να σε βλέπω στεναχωρημένο" αποκρίνομαι και τον κλείνω στην αγκαλιά μου.

"Όταν την είδα... Η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει δυνατά. Ένα ζεστό συναίσθημα με κατέκλυσε. Και με πονάει τόσο πολύ, που δεν μπορώ να το διαχειριστώ" ψελλίζει και βλέπω λίγα δάκρυα να κυλάνε στα μάγουλα του.

Πρώτη φορά τον βλέπω σε αυτήν την κατάσταση, μετά από πολύ καιρό... Ερωτευμένο. Στα πατώματα και λυπημένο, για μια γυναίκα που δεν μπορεί να έχει. Και δεν έχω ιδέα πώς να τον βοηθήσω. Μπορώ μονάχα να σταθώ δίπλα του. Όπως και τότε, που ερωτεύτηκε και πάλι, όμως το τέλος εκείνης της σχέσης δεν ήταν το ιδανικό.

"Ομολογώ πάντως ότι... Χαίρομαι λίγο. Μην με παρεξηγείς. Απλώς, είχες μείνει για πάρα πολύ καιρό κολλημένος στο παρελθόν. Όλοι φοβόμασταν πως δεν θα κατάφερνες ποτέ να προχωρήσεις. Θα προτιμούσα βέβαια να ήταν με κάποια που θα έβρισκες ανταπόκριση, αλλά δεν πειράζει. Εκτός κι αν..."

"Αν;" σκουπίζει βιαστικά τα μάτια του.

"Τιποτα συγκεκριμένο. Απλώς να θυμάσαι ότι η ζωή μας επιφυλάσσει πολλές εκπλήξεις. Εσύ κοίτα να προχωρήσεις και μην αγχώνεσαι για τίποτα" του λέω και τα χείλη του σχηματίζουν ένα χαμόγελο.

"Μακάρι να ακολουθούσες η ίδια τις συμβουλές που δίνεις και στους άλλους" με πειράζει στα μαλλιά και θέλω να τον χτυπήσω. Ξέρει πόσο με ενοχλεί.

Την συζήτηση μας διακόπτουν φωνές. Στο σαλόνι μπαίνει ο Νικ με τον Φιν, τους οποίους έχει πιάσει νευρικό γέλιο.

"Γιατί γελάτε εσείς οι δύο;" τους ρωτάει ο Μαξ και στρέφονται προς το μέρος μας.

"Θυμηθήκαμε τα παλιά" απαντάει χαλαρά και βάζει τα χέρια του στις τσέπες.

Ο Νικ κάθεται δίπλα μου, αφού ηρεμήσει, και περνάει το χέρι του στους ώμους μου, κοιτώντας με μάτια που ξεχειλίζουν από ανησυχία.

"Βρήκατε τίποτα με τον Λενάρντ κάτω;"

"Όπως το είπες. Τίποτα. Και για να σου πω την αλήθεια, έχω αρχίσει να πιστεύω πως θα δεν θα υπάρξει κάτι"

"Μην το λες αυτό. Είμαι απολύτως σίγουρος ότι κάτι θα γίνει. Το αισθάνομαι ότι βρισκόμαστε κοντά στον αδερφό, αλλά και στον ένοχο. Μην φοβάσαι, όλα καλά θα πάνε" προσπαθεί να μην καθησυχάσει και μπορώ να πω ότι τα καταφέρνει έως έναν βαθμό.

Μόνο εκείνος μπορεί να το καταφέρει αυτό, στις πιο δύσκολες στιγμές. Μου είχε λείψει να τον έχω δίπλα μου. Είμαι πολύ χαρούμενη που τα βρήκαμε και έχω ξανά τον κολλητό μου στην ζωή μου.

Από την στιγμή που ήρθα στο Λος Άντζελες, πολλά άτομα με στήριξαν και θα είμαι ευγνώμων σε όλους για πάντα. Μα ο Νικ ήταν η έκπληξη που δεν περίμενα. Η γνωριμία ήταν περίεργη και στην αρχή, τον αντιπαθούσα απίστευτα. Δεν ήθελα ούτε να τον βλέπω. Όμως οι περιστάσεις με ανάγκασαν να ζητήσω τη βοήθεια του. Και στην πορεία αυτής της διαδρομής που διανύσαμε, συνειδητοποίησα πόσα κοινά έχουμε και πως χρειαζόμαστε ο ένας την παρέα του άλλους. Γι' αυτό κάνω διάφορες σκέψεις για το τι θα μπορούσε να γίνει, εφόσον τελειώσουν όλα αυτά...

"Κοίτα το ζευγαράκι" λέει κοροϊδευτικά ο Φιν και ο Νικ του δείχνει με πολύ υπερηφάνια το μεσαίο δάχτυλο του, ενώ ο Μαξ χαχανίζει.

"Από πότε είστε κολλητοί εσείς οι δύο;" τους ρωτάω.

"Από τότε που εσείς είστε φίλοι και πάλι"

Συνεχίζουμε να μιλάμε περί ανέμων και υδάτων, χωρίς να λείπουν τα πειράγματα του αδερφού μου και του Φιν, ώσπου από το πουθενά ο Λενάρντ εμφανίζεται στο δωμάτιο φουριόζος.

"Νικ, Τζένη! Ελάτε κάτω γρήγορα!" μας φωνάζει και εμείς σηκωνόμαστε γρήγορα, ακολουθώντας τον στο υπόγειο, όσο οι άλλοι περιμένουν πάνω.

"Τι έγινε;"

"Πέρασε λίγη ώρα αφότου ανέβηκες. Νόμιζα ότι δεν θα εμφανιζόταν κάτι ενδιαφέρον... Μέχρι που είδα αυτό" μου απαντάει και ύστερα ψιθυρίζει κάτι στον βοηθό του.

Εκείνος πατάει μερικά κουμπιά στην κονσόλα και η κίνηση στην οθόνη αρχίζει να πηγαίνει προς τα πίσω λίγα λεπτά. Πλέον, δύο άτομα στέκονται στο στενό που είχα κρύψει την κάμερα. Έναν άντρας και μία γυναίκα Δείχνουν να συζητάνε δυνατά. Οριακά φωνάζουν. Ακόμα και στις κινήσεις τους είναι φανερή η ένταση που αισθάνονται.

Κάνω μερικά βήματα μπροστά και τους παρατηρώ λίγο καλύτερα... Είναι ένας άντρας και μία γυναίκα. Αυτός είναι σίγουρα πιο νέος, ενώ εκείνη είναι μέσης ηλικίας και για κάποιον λόγο, μου φαίνεται ότι την ξέρω από κάπου. Είναι πολύ γνωστή φυσιογνωμία. Και μάλιστα, δεν την έχω δει μόνο μία φορά, γιατί αλλιώς δεν θα την θυμόμουν. Καστανά μαλλιά, πιασμένα σε ένα χαμηλό κότσο, μαύρα ρούχα και μία γλυκύτητα που σου εμπνέει εμπιστοσύνη.

"Τζένη; Όλα εντάξει;" ο Νικ με πλησιάζει, κοιτώντας με παραξενεμένος.

Θεέ μου... Δεν το πιστεύω!

"Μπορώ να έχω αυτό το συγκεκριμένο μέρος του βίντεο σε κάποιο στικάκι;"

Ο νεαρός, αντί μου απαντήσει, τοποθετεί ένα στικάκι σε μία θύρα και περνάει το βίντεο σε αυτό μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα.

"Έτοιμο, δεσποινίς" μειδιά με ένα τρόπο που κάνει να νιώθω άβολα καθώς μου το παραδίδει, μα δεν είναι αυτό το φλέγον ζήτημα τώρα.

Παίρνω τον Νικ από το χέρι και ανεβαίνουμε πάλι πάνω, πηγαίνοντας προς την έξοδο αυτήν την φορά. Ο Μαξ και ο Φιν μας ακολουθούν σιωπηλοί, ενώ ο Νικ προσπαθεί να καταβάλει γιατί φεύγουμε τόσο ξαφνικά.

"Θα σου εξηγήσω όταν μείνουμε οι δυό μας" του ψιθυρίζω μόλις μπούμε στο αμάξι.

Βάζω μπροστά τη μηχανή και αμέσως βγαίνω στο δρόμο, με το άγχος μου αυξάνεται... Ελπίζω να μην είναι πολύ αργά.

[...]

"Μιλάς σοβαρά;" με ρωτάει σοκαρισμένος, όσο εγώ συνεχίζω να βλέπω μόνο τον δρόμο μπροστά μου.

Του είπα όλες τις σκέψεις που έκανα, αφότου είδαμε εκείνο το κομμάτι του βίντεο, και αυτή είναι η αντίδραση του. Αλλά προφανώς, δεν έχει κανέναν λόγο να με αμφισβητήσει.

"Μου φαίνεται απίστευτο... Τελικά, μετά από πόσο καιρό μπορείς να πεις ότι ξέρεις κάποιον;"

"Νομίζω ποτέ, αν δεν το θελήσει ο ίδιος" αποκρίνομαι θυμωμένη, αλλά και με μία δόση απογοήτευσης στον τόνο μου.

Τα αισθήματα μου είναι ανάμεικτα γενικότερα αυτήν την στιγμή. Νιώθω οργισμένη, στεναχωρημένη και πάρα πολύ ηλίθια. Διότι έδειξα υπερβολική εμπιστοσύνη σε ένα συγκεκριμένο άτομο, ενώ υπήρχαν ενδείξεις πως δεν έπρεπε να το είχα κάνει. Πάρα πολλές συμπτώσεις, πάρα πολλές τυχαίες συναντήσεις... Πολύ πιθανόν το βίντεο να μην είναι αρκετό από μόνο του, αλλά αν παραθέσω με τον σωστό τρόπο τις σκέψεις μου και του παρουσιάσω τα γεγονότα όπως πρέπει, θα δει και ο ίδιος τη σύνδεση που υπάρχει και θα πειστεί. Ή τουλάχιστον, θα θελήσει να το ψάξει.

Δεν ξέρω πώς να διαχειριστώ την όλη κατάσταση, αλλά προσπαθώ να παραμείνω ψύχραιμη. Αυτό είναι το πιο σημαντικό. Διαφορετικά, η ζωή του Τζέρεμι θα τεθεί σε κίνδυνο. Ακόμα περισσότερο. Οπότε, παίρνω μια βαθιά ανάσα, φέρνω μπροστά το στήθος μου και η φλόγα της αισιοδοξίας αναγεννάται μέσα μου.

"Άρα τι κάνουμε τώρα;"

"Πάμε στο τμήμα. Αρκετά έδρασα μόνη μου. Τώρα θα το αναλάβει η αστυνομία. Δεν ρισκάρω άλλο την ζωή του Τζέρεμι" του απαντώ και σταματώ στο φανάρι.

"Βλέπω σε άλλαξε πολύ η όλη περιπέτεια. Και μιλάω από την αρχή"

"Όπως και εσένα" ανταπαντώ με ένα μειδίαμα αποτυπωμένο στο πρόσωπο μου, κοιτάζοντας τον για λίγα δεύτερα.

Το φανάρι γίνεται πράσινο και ξεκινάω πάλι. Με την άκρη του ματιού, βλέπω από τον πλαϊνό καθρέφτη ένα μαύρο αμάξι πίσω από το δικό μας... Μας ακολουθεί αρκετή ώρα τώρα.

"Σοκολατάκι, να σου πω–"

"Ξέρω Νικ" τον διακόπτω και βγάζω τις τούφες από το πρόσωπο μου.

Μην αγχώνεσαι, Τζένη... Δεν θα σε ωφελήσει αυτήν την στιγμή.

Συνεχίζω να οδηγώ, όταν ξαφνικά το αυτοκίνητο δέχεται ένα δυνατό χτύπημα από πίσω και τραντάζεται. Με τον Νικ αναπηδάμε στα καθίσματα μας, αλλά ευτυχώς καταφέρνω να μην χάσω τον έλεγχο του οχήματος.

"Τι έγινε τώρα;!"

"Δεν νομίζω πως μας ακολουθεί τυχαία!"

Αυξάνω ταχύτητα όσο περισσότερο με παίρνει, δεδομένου ότι υπάρχουν και άλλοι οδηγοί γύρω μου. Μερικοί κορνάρουν, αλλά αυτό είναι το τελευταίο που με απασχολεί αυτήν την στιγμή. Προσπερνάω όσα περισσότερα αμάξια μπορώ, όμως εκείνο το συγκεκριμένο δεν παύει να βρίσκεται λεπτό πίσω μας. Όπου και αν πάω, όπου κι αν στρίψω, συνεχίζει να έρχεται. Ο πανικός αρχίζει να φωλιάζει μέσα μου, αλλά παλεύω να μην τον αφήσω να κυριαρχήσει.

"Τζένη, μπες σε εκείνο το στενό!" φωνάζει ο Νικ και δεν το πολυσκέφτομαι.

Κάνω αυτό που μου είπε και στρίβω με μία απότομη κίνηση. Ίσα ίσα χωράει, αλλά τουλάχιστον, καταφέρνουμε να ξεφύγουμε, έστω και για λίγο. Δεν βλέπω πουθενά το μαύρο αμάξι.

Το στενό μας βγάζει σε μια αλάνα, με πολλά παλιά σπίτια τριγύρω. Το παρκάρω γρήγορα σε μια μία τυχαία θέση στα χρώματα και κατεβαίνουμε και οι δύο, με την αδρεναλίνη μας να έχει φτάσει στα ύψη. Πριν προλάβω να κάνω βήμα, με κλείνει στην αγκαλιά του. Τα δάχτυλα του μπλέκονται στα μαλλιά μου και τον ακούω να παίρνει μια βαθιά ανάσα. Τυλίγω και εγώ τα χέρια μου γύρω από τη μέση μου και μένουμε έτσι για λίγο, ενώ παράλληλα προσπαθούμε να ελέγξουμε τον ακανόνιστο ρυθμό της αναπνοής μας... Ξέρουμε ότι δεν έχουμε πολύ χρόνο, αλλά έχουμε ανάγκη να ξεκουραστούμε από όλο αυτό, έστω και για λίγο.

Αποφασίζουμε να προχωρήσουμε πεζοί. Ο Νικ γνωρίζει πολύ καλά αυτό το μέρος της πόλης και λέει πως το αστυνομικό τμήμα δεν είναι μακριά από εδώ. Έτσι λοιπόν, κατευθυνόμαστε προς τα εκεί, όσο εγώ κρατάω σφιχτά το στικάκι στα χέρια μου... Δεν πρέπει να το χάσω, αλλά δεν μπορώ να ξέρω πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα σήμερα. Και πρέπει να είμαι προετοιμασμένη για κάθε ενδεχόμενο.

Βγάζω το κινητό μου από την τσέπη και στέλνω ένα μήνυμα στον Μπεν, εξηγώντας όσο πιο αναλυτικά μπορώ την κατάσταση. Του στέλνω και πινέζα, ώστε να γνωρίζει την τοποθεσία μας.

"Τζένη..."

"Ναι;"

Δεν αργώ να καταλάβω τι θέλει... Με μία γρήγορη ματιά πίσω μου, διακρίνω δύο άντρες να μας πλησιάζουν με γοργό βήμα. Με τον Νικ ανταλλάζουμε ένα βλέμμα και ξέρουμε τι πρέπει να κάνουμε.

Ξεκινάμε να τρέχουμε με όλη μας την δύναμη. Παρόλη τη δυσκολία, δεν σταματάμε ούτε για λίγο. Η ζωή μας παίζεται κορώνα γράμματα. Τα πόδια μου αρχίζουν υποφέρουν σταδιακά. Ο πόνος φτάνει μέχρι τους γλουτούς μου και ένα οδυνηρό αίσθημα κατακλύει κάθε εκατοστό του κορμιού μου.

Και οι δύο μορφάζουμε, αλλά η επιθυμία μας να μείνουμε ζωντανοί είναι πιο δυνατή, οπότε τον αγνοούμε. Πιο πολύ προσέχω να μην πέσω πάνω σε κάτι και τελειώσουν όλα. Όλος ο αγώνας που κάνω για να σώσω τον αδερφό μου από την στιγμή που πάτησα το πόδι μου στο Λος Άντζελες.

Από το πουθενά, βλέπω ένα εγκαταλειλημένο κτίριο. Δίχως να το σκεφτώ πολύ, τον αρπάζω από το χέρι και μπαίνουμε μέσα, προσπερνώντας κάποια οικοδομικά υλικά. Γλιστράμε πάνω σε έναν τσιμεντένιο τοίχο, βαριανασαίνοντας. Μετά από αρκετά εισπνοές και εκπνοές, κατορθώνουμαι να ηρεμήσουμε. Νιώθω τους παλμούς μου να καταλαγιάζουν και τα μάτια μου τσούζουν. Σκουπίζω τον ιδρώτα από το μέτωπο μου.

"Λες να μας έχασαν;" ψιθυρίζω, φοβούμενη ότι μπορεί να πεταχτούν από οπουδήποτε.

"Δεν ξέρω..."

Περιμένουμε λίγη ώρα και ύστερα, αποφασίζουμε να βγούμε από την κρυψώνα μας.

"Τζένη!"

Αυτή... Αυτή είναι η φωνή του Τζέρεμι!

"Τζέρεμι! Αδερφέ μου, πού είσαι;!" φωνάζω πανικόβλητη. Χάθηκε κάθε ίχνος λογικής με το που τον άκουσα.

"Τζένη, ηρέμησε!"

"Δεν μπορεί να μην τον άκουσες!"

"Τζένη..." τον ακούω ξανά... Μόνο που μου φαίνεται ότι βρίσκεται πιο κοντά αυτήν την φορά. Και πως τρέμει...

Γυρνάω αργά από την άλλη μεριά... Και τον βλέπω να στέκεται απέναντι μου, κάτω από το δοκάρι μίας παλιάς πόρτας. Τα μαλλιά του είναι ανακατεμένα και υπάρχει βρωμιά σε πολλά σημεία πάνω του. Ευτυχώς, με μία πρώτη ματιά, δεν φαίνεται κάποια μελανιά ή σοβαρό χτύπημα, αλλά το γεγονός ότι έχει πλαντάξει στο κλάμα, είναι αρκετό από μόνο του, για να με εκνευρίσει πολύ. Ο θυμός μέσα μου σιγοβράζει και αυτό που θέλω περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, είναι να καταστρέψω το άτομο που οδήγησε τον αδερφό μου σε αυτήν την κατάσταση.

Επιχειρεί να τρέξει προς το μέρος μου, αλλά ένα χέρι τον πιάνει από τον ώμο και τον τραβάει πίσω... Μια γυναίκα. Μια γυναίκα που εμπιστεύτηκα σχεδόν από την πρώτη στιγμή, αλλά έκανα λάθος, όπως αποδεικνύεται περίτρανα.

"Τζέρεμι, δεν σου έμαθε η μαμά σου τρόπους; Δεν τρέχουμε έτσι στους καλεσμένους μας" λέει η Σάρα με ένα χαιρέκακο χαμόγελο, το οποίο επίσης θέλω να σβήσω από το πρόσωπο της.

"Άφησε τον να φύγει, Σάρα. Αυτό είναι ανάμεσα σε εμένα και σε εσένα. Δεν έχεις λόγο να ανακατεύεις ένα αθώο παιδί" αποκρίνομαι σε ουδέτερο τόνο, αφήνοντας να φανεί όμως λίγη από την οργή που αισθάνομαι.

"Μου χάλασες τη δουλειά, Τζένη. Οπότε, κάπως πρέπει να εκδικηθώ, δεν νομίζεις;" με ρωτάει ειρωνικά και ετοιμάζομαι να της επιτεθώ, όταν ο Νικ με εμποδίζει, πιάνοντας με από τους ώμους.

"Είσαι παρανοϊκή! Πώς γίνεται να θεωρείς την απαγωγή μικρών παιδιών δουλειά;!" ουρλιάζω, όσο ο Νικ μα συγκρατεί.

"Καλή μου, δεν είχα σκοπό να τους κάνω κακό"

"Να σου θυμίσω πώς ήταν όταν τα βρήκα;!"

"Και που δεν τα σκότωσα, χάρη τους έκανα! Και στους γονείς τους!"

"Έχεις πει τόσα ψέματα και συνεχίζεις να κάνεις αστεία;! Είσαι σοβαρή;!"

"Πάρα πολύ! Γιατί όλοι οι άλλοι να μεγαλώνουν τα παιδιά τους... Και εγώ να έχασα το δικό μου;" τα μάτια μου ανοίγουν διάπλατα σε αυτά τα λόγια.

Αυτό είναι το τελευταίο που περίμενα να ακούσω... Όταν συνειδητοποίησα πως εκείνη ήταν ο απαγωγέας, συνδύασα όλα τα γεγονότα στο μυαλό μου. Ήρθε να δηλώσει την εξαφάνιση του γιού της κάποτε. Του ανύπαρκτου γιού της. Το έκανε για να μας ρίξει στάχτη στα μάτια και να μπορεί να παρακολουθεί τις κινήσεις μας. Ήμουν λοιπόν εντελώς σίγουρη ότι είχε πει ψέματα. Και τώρα, μου φαίνεται αδύνατον που το ακούω.

"Ήταν πέντε χρόνων! Ένα μικρό και τρυφερό παιδί! Το λάτρευα! Ήταν όλος μου ο κόσμος... Μέχρι που εξαφανίστηκε. Μετανιώνω εκείνο το ένα λεπτό που γύρισα να κοιτάξω κάπου αλλού και άφησα το χέρι του..." λέει και η φωνή της ραγίζει.

Το χέρι της κουνιέται, καθώς συνεχίζει την αφήγηση.

"Και η αστυνομία δεν έκανε τίποτα. Έναν μήνα τον έψαξαν μόνο. Και μετά; Όλοι συμπεριφέρονταν λες και είχε πεθάνει. Ακόμα και ο άντρας μου με χώρισε, για να προχωρήσει την ζωή του με κάποια άλλη γυναίκα. Κάποια που θα κρατούσε το παιδί του ζωντανό. Επιχείρησα να κάνω το ίδιο. Μα κάθε φορά που έβλεπα τους γονείς με τα παιδιά τους έξω στον δρόμο, με κυρίευε η ζήλια. Όλοι αυτοί θα ζούσαν κοντά στα παιδιά τους, ενώ εγώ όχι... Ήταν και είναι άδικο! Έτσι λοιπόν, φρόντισα να βιώσουν όλοι το μαρτύριο που πέρασε" ολοκληρώνει και θα έλεγα ψέματα, αν δεν παραδεχόμουν πως η ιστορία της με συγκίνησε λίγο.

Προφανώς και δεν μπορώ να το κατανοήσω αυτή την στιγμή, δεδομένου ότι δεν έχω χάσει αγαπημένο πρόσωπο, ούτε έχω αποκτήσει παιδί... Αλλά πρέπει να είναι φριχτό για έναν γονιό να χάνει το παιδί. Μια μάνα να χάνει τον γιό που γέννησε, ενώ έπρεπε να τον δει να μεγαλώνει και ζει. Να νιώθει υπερήφανη που βλέπει το παιδί της να κάνει τα όνειρα του πραγματικότητα.

Ωστόσο, δεν μπορώ να την δικαιολογήσω. Και πιο πολύ, με στεναχωρεί το ότι μια μάνα, προκειμένου να απαλύνει τον δικό της πόνο, είναι διατεθειμένη να βλάψει τους άλλους γύρω της. Άθελά μου, συγκρίνω την Σάρα με την μητέρα μου. Πρόκειται για δύο διαφορετικούς ανθρώπους, που αντιμετώπισαν πολλές δυσκολίες και βίωσαν αρκετές απώλειες... Και η καθεμία το διαχειρίστηκε αλλιώς.

"Σάρα, σε καταλαβαίνω, αλλά–"

"Όχι, δεν καταλαβαίνεις! Ποτέ σου δεν θα το κάνεις! Δεν είσαι μάνα για να μπορείς και σου εύχομαι να μην γίνεις ποτέ!"

Τελικά, ισχύει αυτό που λένε για τις λέξεις... Τις περισσότερες φορές, πληγώνουν περισσότερο από ένα βαρύ χτύπημα. Νομίζω όποιος και να μου το έλεγε, την ίδια λύπη θα ένιωθα.

"Σε παρακαλώ... Κάνε ότι θες σε εμένα, αλλά μην πειράξεις τον αδερφό μου. Άσε με να πάρω εγώ την θέση του... Μόνο μην του κάνεις άλλο κακό..." ψελλίζω, συγκρατώντας τα δάκρυα μου.

Αντιθέτως, εκείνη γελάει... Σαν να χαίρεται με όλα αυτά που συμβαίνουν.

"Νομίζεις πως θα διαπραγματευτώ μαζί σου, Τζένη; Μετά από όσα μου έκανες;" με ρωτάει, χαϊδεύοντας το πρόσωπο του και θέλω να της κόψω το χέρι.

"Στα αλήθεια πίστεψες πως–"

Δεν προλαβαίνει να ολοκληρώσει, γιατί ο αδερφός μου δαγκώνει το χέρι της και εκείνη ουρλιάζει από τον πόνο. Δεν ξέρω ποιός του έμαθε αυτά τα κόλπα, αλλά δεν θεωρώ πως έχει και κάποια ιδιαίτερη σημασία. Εγώ είμαι απλώς υπερήφανη γι' αυτόν.

Τρέχει προς το μέρος μου αμέσως η ανακούφιση αντικαθιστά τις ανησυχίες μου. Είναι καλά, είναι εδώ. Τον κρατάω στα χέρια μου και νιώθω τόσο ευτυχισμένη. Θα τα καταφέρω να φτιάξω αναμνήσεις μαζί του τελικά και αυτό μου είναι αρκετό...

Βλέπω την Σάρα να σηκώνεται όρθια και βάζει το χέρι της στην μέση της, βγάζοντας ένα όπλο που τη θήκη μου εμφανίζει. Τεντώνει το χέρι της και με σημαδεύει με αυτό... Δεν θέλω ο Τζέρεμι να δει κάτι που θα τον τραυματίσει σε όλη του την ζωή.

Στρέφομαι προς τον Νικ και λέω στον Τζέρεμι να τρέξει προς το μέρος του. Εκείνος με κοιτάζει με απορία, αλλά στο τέλος κάνει αυτό που το λέω. Και τη στιγμή που ο Νικ τον παίρνει στην αγκαλιά... Ένας πυροβολισμός σκίζει την αέρα και ξαφνικά, αισθάνομαι μια έντονη ενόχληση στο στομάχι... Ή στην κοιλιά... Δεν ξέρω που, πάντως είναι σίγουρα από την μέση και πάνω...

Το βλέμμα μου συναντά του Νικ... Από τα μάτια μας, περνάνε μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα όλες οι λέξεις δεν αδυνατούν τώρα να ειπωθούν ανάμεσα μας. Και ο τρόμος που διαγράφεται στο πρόσωπο του είναι το τελευταίο πράγμα μου βλέπω και οι σειρήνες το τελευταίο πράγμα που ακούω, προτού χάσω τις αισθήσεις μου.




Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro