Μπελάδες
3 μέρες μετά...
Nick's POV
Δύο μέρες έχουν περάσει μετά από τον τσακωμό μας στην μέση του δρόμου... Και ούτε ένα τηλέφωνο. Έστω μήνυμα, ώστε να με ενημερώσει για το επόμενο βήμα μας. Πρέπει ακόμα να βρίσκεται στα σκοτάδια, δεν εξηγείται αλλιώς.
Όχι πως με νοιάζει για κάποιον άλλον λόγο. Θέλω απλώς να ξεμπερδεύω με αυτήν την ιστορία, μια για πάντα. Δεν με ενδιαφέρει τι θα απογίνει εκείνη αργότερα...
Τι λέω, με νοιάζει! Ή τουλάχιστον, πριν. Γιατί βαθιά μέσα μου... Πίστεψα πως εκείνη, θα μπορούσε να είναι διαφορετική. Επέστρεψα στον εαυτό μου να... Και έκανα μεγάλο λάθος από ότι φάνηκε, γιατί και η Τζένη αποδείχθηκε ένας άνθρωπος σαν όλους τους άλλους. Βασίστηκε στα λόγια ενός ξένου –τουλάχιστον για εκείνη– και σκέφτηκε αμέσως πως εγώ έφταιγα... Όπως έκαναν όλοι μια ζωή!
Δεν έχω σκοπό να συνεχίσω να σκέφτομαι τίποτα από τα γεγονότα που μου έχουν συμβεί τις τελευταίες μέρες. Ούτε η ίδια με έχει καλέσει, άρα μάλλον δεν με έχει ανάγκη πλέον... Ότι κι αν συμβεί όμως, όταν ολοκληρωθεί η έρευνα, θα φροντίσω να εξαφανιστώ από αυτήν την πόλη, μια για πάντα. Όσο κι αν με βόλευε όλα αυτά τα χρόνια... Κατάφερε να με απογοήτευση για άλλη μια φορά. Και το χειρότερο; Το επέτρεψα. Άφησα τον εαυτό μου να σκεφτεί την πιθανότητα να... Για λίγο νόμιζα... Ότι η Τζένη ήταν διαφορετική. Το ήθελα που να πάρει... Αυτό είναι απόδειξη ότι μετά από τόσα χρόνια, δεν έχω καθόλου καλή κρίση.
Αλλά τέλος με όλα αυτά. Δεν θα εμπιστευτώ ποτέ ξανά κανέναν. Όλοι τους είναι το ίδιο σκάρτοι και νομίζουν ότι η εμπιστοσύνη είναι κάτι δεδομένο. Έστω κι αν το κάνουν, μετά βγάζουν δικά τους συμπεράσματα και δεν ρωτούν. Πόσο το μισώ αυτό... Όλη μου την ζωή, το ίδιο περνούσα. Γιατί να ήταν τώρα διαφορετικά, που μεγάλωσα; Γιατί... Γιατί με άφησα να αισθανθώ ξανά παιδί και να εμπιστευτώ πρόσωπα, τα οποία με την πρώτη ευκαιρία, με κατηγόρησαν;
"Νικ! Νίκολας Άντερσον, είσαι στο σπίτι;" ακούω τον κολλητό μου να φωνάζει και σηκώνομαι από τον καναπέ, καθώς τον βλέπω να μπαίνει στο σαλόνι.
"Όπα! Τρίτη στην σειρά μέρα εδώ, δεν περίμενα να σε δω... Τι συνέβη κολλητέ, ετοιμάζουμε νέο σχέδιο;" με ρωτάει γελώντας, ακολουθώντας με στην κουζίνα.
"Δεν ξέρω Φιν. Δεν έχω μυαλό για αυτά τώρα" του απαντάω, γεμίζοντας για τρίτη φορά την κούπα μου με λίγο αχνιστό καφέ... Αρώματος βανίλια. Μου φαίνεται τα πάντα θα μου την θυμίζουν πλέον. Πρέπει να βρω καινούργιο είδος να μου αρέσει.
"Μπα; Μπορεί να έκοψες επαφές μαζί της, αλλά ο νους σου ακόμα εκεί τρέχει"
"Φιν, δεν έχω όρεξη για τα πειράγματα σου"
"Βλέπω είναι σοβαρά τα πράγματα... Την Τζένη την έχω δει δύο φορές και για λίγα δευτερόλεπτα. Για πες μου εσύ που γνωρίζεις περισσότερα, είναι όμορφη;"
"Τι; Που κολλάει αυτό;" με ρωτάει και στραβοκαταπίνω, με αυτές τις λέξεις να διαπερνούν τα αυτιά μου.
"Φιν, για όνομα του Θεού! Τι σχέση έχει το αν είναι όμορφη με το ότι... Είναι μια ψεύτρα;" λέω, με λίγη παραπάνω απογοήτευση από όση θα ήθελα να ακουστεί στον τόνο μου.
"Δεν ξέρω. Σκέφτηκα ότι μπορεί... Να σου αρέσει λίγο" μου απαντάει και ξεκαρδίζομαι στα γέλια, απιθώνοντας το πήλινο σκεύος πάνω στον πάγκο της κουζίνας.
"Τι λες μωρέ; Η Τζένη δεν έχει καμία σχέση με τις γυναίκες που έχω γνωρίσει! Είμαστε τα δύο αντίθετα άκρα. Άκους εκεί... Και είναι και μπάτσος! Εγώ δεν θα τα έφτιαχνα ποτέ με έναν μπάτσο Φιν και το ξέρεις" φωνάζω, μέσα από τα χαχανηά μου και αφού μπορέσω να ηρεμήσω λίγο, συνεχίζω να πίνω τον καφέ κανονικά, έχοντας κάτσει σε μια καρέκλα, σαν να μην υπόθηκε ποτέ αυτό ανάμεσα μας.
Πριν προλάβει να κάνει κάποιο άλλο σχόλιο, τον κοιτάω βλοσυρά –κάτι που κάνω για να δηλώσω ότι η συζήτηση έφτασε στο τέλος της– και εγκαταλείπει οποιαδήποτε προσπάθεια για να σπάσει πλάκα με το συγκεκριμένο θέμα. Κάνει την ίδια σειρά κινήσεων με εμένα και πίνοντας μια γουλιά καφέ, κάθεται απέναντι μου στο τραπέζι και λίγα λεπτά περνάνε χωρίς να ακούγεται τίποτα, πέρα από τον ζεστό αέρα του καλοκαιριού και το τιτίβισμα των πουλιών.
Έτσι νομίζουμε εμείς δηλαδή. Και αυτά στην πραγματικότητα μιλούν, απλώς στην δική τους παράξενη γλώσσα, που εμείς δεν καταλαβαίνουμε. Απλώς τα παρατηρούμε, τα κυνηγάμε και τα πληγωνούμε, αγνοώντας τις κραυγές και το σπάραγμα τους αργότερα... Ζούμε την ζωή μας φυσιολογικά, χωρίς να ενδιαφερόμαστε ούτε στο ελάχιστο για τον πόνο που προκαλούμε γύρω μας. Και μετά φυσικά, αποφεύγουμε να βρεθούμε μπροστά στις συνέπειες, όπως και να ακουσκουμε τις φωνές των άλλων.
Έμαθα να κάνω και εγώ το ίδιο, φροντίζοντας τον εαυτό μου, διότι δεν θα μπορούσα να επιβιώσω με άλλο τρόπο.. Και ο υπόλοιπος πληθυσμός, το μεταφράζει αυτό ως πονηριά, κλεψιά και απατεωνιά. Δεν κοιτάει καλύτερα πως έχει καταντήσει η κοινωνία;
"Θα είσαι για πολύ καιρό έτσι; Γιατί σκέφτομαι ένα καινούργιο σχέδιο–"
"Φιν... Όχι. Είπαμε πως μέχρι να τελειώσει η υπόθεση και να αλλάξουμε πολιτεία, δεν κάνουμε βήμα" του υπενθυμίζω, θέλοντας να αλλάξουμε θέμα, αλλά δεν θα μου κάνει την χάρη αυτήν ηνν φορά από ότι φαίνεται.
"Δεν κάνουμε βήμα λόγω αυτού, δεν κάνουμε βήμα για να μην μας πάρουν χαμπάρι οι μπάτσοι... Πως θα τα βγάλουμε πέρα Νικ; Τα λεφτά τελειώνουν και το ενοίκιο πλησιάζει, καλώντας να το πληρώσουμε. Για να μην πω για το άδειο ψυγείο. Έχουμε τόσο θέματα και εσύ–"
"Φιν! Έλεος πια! Δεν βλέπεις τι γίνεται; Ένα σωρό παιδιά βρίσκονται σε κίνδυνο αυτήν την στιγμή και εσύ μου μιλάς για δολάρια και σεντς. Υπάρχουν σοβαρότερα προβλήματα από τα δικά μας, άδεια στομάχια! Αμάν πια με την αναισθησία σου!" φωνάζει και με κοιτάει αποσβολωμένος, έχοντας μαρμαρώσει.
Αυτά τα λόγια... Μου βγήκαν εντελώς αυθόρμητα. Δεν εννοούσα ούτε μια λέξη. Για μας πάντα ήταν σημαντικό να ζήσουμε και μόνο. Τα θέματα των άλλων, έμπαιναν σε δεύτερη μοίρα ή μπορεί και σε καμία. Εγώ γιατί ξαφνικά... Φωνάζω στον καλύτερο μου φίλο για κάτι που δεν μας αφορά στην τελική; Καθαρά από συμφέρον συμφώνησα να βοηθήσω την Τζένη. Μετά είχα ένα πλάνο και δεν μου αρέσει που κάνω δεύτερες σκέψεις. Όταν ήμουν έφηβος, αποφάσισα να κάνω ότι μου έρχεται στο μυαλό και να μην μετανιώνω για τίποτα... Αυτή η αναπάντεχη συνάντηση με την Τζένη Ρόμπινσον με έχει επηρεάσει πιο πολύ από όσο θα έπρεπε... Και αυτό δεν είναι καλό σημάδι.
"Μάλιστα... Από ότι φαίνεται, εσύ αποφάσισες να πάρεις τον ευθύ δρόμο και δεν σε κατηγορώ για αυτό. Επιλογή σου είναι στο κάτω κάτω. Μπορείς λοιπόν να πάψεις να ασχολείσαι μαζί μου" μου λέει και είναι η δεύτερη μέσα σε πέντε μέρες που αισθάνομαι άσχημα. Πρώτα για την Τζένη... Και τώρα για τον τρόπο που μίλησα στον καλύτερο μου φίλο.
"Φιν–"
"Μπορείς να συνεχίσεις να μένεις εδώ, μέχρι να δεις τι θα κάνεις. Εγώ όμως, που δεν έχω λεφτά για να ζήσω, πρέπει να βρω μια λύση. Ασχολήσου με την ανανέωση σου και μην με σκέφτεσαι. Θα τα βγάλω πέρα. Φεύγω τώρα, γιατί πρέπει να σχεδιάσω το επόμενο κόλπο μου, μπας και πάρω κάτι να φάω σήμερα. Καλή τύχη Νικ" μου λέει με ανέκφραστο ύφος, διακόπτωντας με, και αποχωρεί από το δωμάτιο.
"Φιν περίμενε! Δεν είναι αυτό που–" κοπανάει την πόρτα, πριν μπορέσω να τον σταματήσω.
Ξεφυσάω απογοητευμένος, γνωρίζοντας πως αυτήν την στιγμή, δεν έχει κανένα νόημα να τον ψάξω. Θα έχει ήδη απομακρυνθεί από την πολυκατοικία... Πολλές φορές έχουμε μπλεχτεί σε ασήμαντους καυγάδες και ειλικρινά, θα το προτιμούσα από αυτό. Τουλάχιστον κανείς μας δεν καταλήγει να πληγώνεται και να κρατά αποστάσεις.
Είναι η δεύτερη φορά στην ζωή μας, που συμβαίνει αυτό. Την πρώτη... Ήμασταν στην εφηβεία. Κοντά στα δεκαέξι. Είχαμε πολλά θέματα τότε, ως νέοι που ήμασταν και με πολλά βάρη να μας δυσκολεύουν... Τον γνώρισα λίγα χρόνια νωρίτερα εγώ και από τότε, γίναμε το αχώριστο δίδυμο. Έτσι μας φώναζαν, γιατί κάναμε τα πάντα μαζί. Είχαμε ο ένας τον άλλον και μας έφτανε αυτό. Βρισκόμασταν ο καθένας στον κόσμο του και για αυτό ο Φιν πάντοτε είχε νεύρα και φερόταν απότομα, όπως και η εμπιστοσύνη ίσχυε εκατό τα εκατό... Αλλά παράλληλα η σχέση μας ήταν τόσο στενή. Δεν έχω σκεφτεί ποτέ τι μας συνέδεε και απλά κολλήσαμε. Πως λέει εκείνο το ρητό... Μαζί δεν κάνουμε και χώρια δεν μπορούμε.
Κάθομαι στον καναπέ και για άλλη μια φορά και βυθίζομαι στις σκέψεις μου, μη έχοντας και κάτι καλύτερο να κάνω.
Θα μπορούσα ίσως να πάω μια βόλτα, μα ακόμα και σε αυτήν την γειτονιά, υπάρχουν πολύ που με κοιτούν επικριτικά. Για τον τρόπο ζωής μου υποθέτω... Δεν ασχολούνται καλύτερα με τον δικό τους; Σε αυτόν τον κόσμο, αν δεν παλέψεις με τον τρόπο σου, δεν θα τα καταφέρεις. Και για να γίνει αυτό... Πρέπει να νοιάζεσαι μόνο για εσένα. Αλλιώς ποιό το νόημα να παλεύεις; Όλα αυτά ότι πρέπει να βρούμε σκοπό ζωής, εγώ προσωπικά δεν τα πιστεύω. Και είναι χαζός όποιος νομίζει πως θα λύσει τα προβλήματα του, αν βασιστεί στους άλλους. Είναι σίγουρο πως θα τον προδώσουν. Μόνο του καθένας... Αυτό είναι το σωστότερο.
Παίρνω το κινητό μου από το τραπέζι, για να ξοδέψω λίγη από την ώρα μου σε αυτό και από το πουθενά, η οθόνη φωτίζεται και βλέπω ένα μήνυμα να εμφανίζεται, από άγνωστο νούμερο... Τι στο καλό; Πατάω πάνω του και με βγάζει κατευθείαν στην εφαρμογή.
Από: Άγνωστο
Νικ, καλησπέρα. Η Τζένη είμαι. Ευελπιστώ να με θυμάσαι... Πρέπει να οπωσδήποτε να συναντηθούμε. Ήμουν απούσα σχεδόν τρεις μέρες, γιατί έκανα άνω κάτω τα αρχεία, μήπως βρω κάτι χρήσιμο και να ξαναπέρασα από το σημείο που συνέβη η τελευταία απαγωγή, ώστε να κάνω έναν πιο εξωνυχιστικό έλεγχο. Και νομίζω πως κάτι βρήκα! Αλλά σε χρειάζομαι. Σε παρακαλώ, έλα να με βρεις στο ίδιο σημείο που με πήρες από το τμήμα, σε μία ώρα. Είναι σημαντική η βοήθεια σου, Νικ. Αλλά θα το καταλάβω απόλυτα, αν δεν εμφανιστείς τελικά. Σε ευχαριστώ για την στήριξη💛
Δεν περίμενα να μου στείλει στα αλήθεια... Όχι πως το ήθελα δηλαδή. Αλλά θα μου έκανε εντύπωση. Θα κρατήσει την συμφωνία μας, αν θέλει να συνεχίσω να την βοηθήσω. Αλλιώς, δεν έχω εγώ κάποιο όφελος και εκείνη φυσικά, δεν θα μπορέσει να βγάλει την δουλειά της... Αν αυτό θεωρείται επάγγελμα. Αλλά έως εκεί φτάνω. Τέρμα η ψυχολογική υποστήριξη και οι χάρες. Είναι καλύτερα... Να είμαστε ξεκάθαροι ο ένας με τον άλλον. Αργότερα, που θα λήξει η συνεργασία μας, δεν θα έχουμε και επιρροή ο ένας στην ζωή του άλλου, καταστρέφοντας την.
Σηκώνομαι ξανά και κατευθύνομαι προς το δωμάτιο για να ετοιμαστώ. Είναι και κάποια ώρα, ώσπου να φτάσω στο μέρος που μου ζήτησε. Μόνο ένας Θεός ξέρει πάντως που βρίσκω την δύναμη να την συναντήσω, μετά τον τσακωμό μας.
[...]
Πλευρά συγγραφέα-αναγνώστη
Είχε πάει ακριβώς εφτά το απόγευμα. Μια νωρίτερα, η Τζένη είχε στείλει τον Νικ το μήνυμα για να την συναντήσει λίγα μέτρα μακριά από το αστυνομικό τμήμα, για να μην τους δει κανείς. Αν μάθαιναν οι συνάδελφοι της τα πάρε δώσε με ένα συχνό επισκέπτη στα κρατητήρια, αυτό μπορεί να είχε επιπτώσεις στην δουλειά και ήταν το τελευταίο που χρειαζόταν. Όμως, όσο κι αν ήθελε να βιαστεί για να φτάσει στο τέλος, το ένστικτό της, την παρότρυνε όλο και πιο έντονα να μην το κάνει. Ανακατεύονταν και οι ζωές αθώων παιδιών εδώ... Δεν μπορούσε να πράξει του κεφαλιού της.
"Τζένη;" άκουσε την φωνή του και πετάχτηκε όρθια.
"Χαίρομαι που σε βλέπω" του είπε και δίχως να το σκεφτεί, του χαμογέλασε.
"Δεν μπορώ να πω το ίδιο... Σοκολατάκι" της είπε και εκείνη άφησε μια ανάσα εκνευρισμού, στο άκουσμα αυτής της ονομασίας.
"Πάψε να με λες έτσι. Πόσες φορές θα σου πω;"
"Όσες θες, δεν έχω θέμα" της απάντησε και στο πρόσωπό του, η Τζένη είδε να διαγράφεται ένα δύσπιστο και ελαφρά ειρωνικό μειδίαμα.
Είχε αντικρίσει ξανά τον Νικ, τον οποίο γνώρισε πριν από λίγες μέρες. Ή μάλλον, το αληθινό του πρόσωπο, γιατί έξω από το γλυκοπωλείο, της είχε παρουσιαστεί σαν ένα γλυκός, ευγενικός και φιλικός άνθρωπος, που ενώ δεν έχει πολλά, δίνει την προσοχή που αξίζει στα λίγα. Τον ενδιέφερε μόνο να είναι καλός με τους γύρω του... Μερικές φορές, σκεφτόταν αν εκείνη την ημέρα, είχε δει το αληθινό του πρόσωπο. Μα η συμπεριφορά του τώρα, διέλυε κάθε αμφιβολία... Ίσως βέβαια έφταιγε και η ίδια για αυτό, ενθυμούμενη τον καυγά τους πριν τρεις μέρες.
Αποφασισμένη να προχωρήσει παρακάτω, ως προς τον κύριο λόγο που τον κάλεσε, προσπέρασε το σχόλιο και τον κοίταξε, ανοίγοντας το στόμα της για να μιλήσει.
"Λοιπόν, σου ζήτησα να έρθεις, γιατί νομίζω ανακάλυψα κάτι. Δεν ξέρω πόσο συνδέετε με την πρόσφατη απαγωγή... Αλλά ίσως μας οδηγήσει στις άλλες. Έλα να σου δείξω" του έκανε νόημα να την πλησιάσει και ύστερα, έβγαλε από την τσάντα της δύο κομμάτια χαρτί, με μια φωτογραφία αποτυπωμένη πάνω στο καθένα. Ο Νικ παραξενεμένος, υπάκουσε σιωπηλά.
"Τι είναι αυτά;"
"Συγγνώμη, τυφλός είσαι; Είναι το σημείο... Που συνέβη αυτό που είδες. Κοίτα όμως αυτή εδώ την πινακίδα. Δεν σου θυμίζει κάτι;"
"Ο αριθμός ενός αυτοκινήτου. Και τι με αυτό;" την ρώτησε με σηκωμένο το φρύδι και εκείνη, αγνοώντας το ύφος του, απομάκρυνε το πρώτο χαρτί, αποκαλύπτοντας την δεύτερη εικόνα.
"Πες μου σε παρακαλώ... Αυτή είναι μαυροντυμένη φιγούρα που είδες εσύ;"
Σχεδόν τον παρακαλούσε, παρά τον ρωτούσε. Και όντως, από την απάντηση του, εξαρτόντουσαν πολλά. Αν ήταν αρνητική, τότε δεν είχαν κανένα στοιχείο, που να τους δείχνει προς τα που να κινηθούν και ουσιαστικά επέστρεφαν στο μηδέν. Προσευχόταν να ακούσει το πολυπόθητο ναι, από την στιγμή που βρέθηκαν στα χέρια της αυτές οι δύο ενδείξεις. Ας μην πήγαιναν χαμένες... Αλλιώς δεν είχε την παραμικρή ιδέα τι θα έκανε.
"Ναι... Ναι, αυτή είναι. Δεν είναι ξεκάθαρο, αλλά μπορώ να αναγνωρίσω την όψη της. Και πάλι όμως, δεν μπορώ να πω με σιγουριά αν είναι άντρας η γυναίκα" είπε και η Τζένη ξεφύσηξε από ανακούφιση. Έμαθε αυτό που ήθελε. Όλα τα άλλα, έμπαιναν στην άκρη για την ώρα.
"Δεν είναι κάτι που μας απασχολεί για την ώρα. Έχουμε άλλη δουλειά"
"Για πες. Με ενδιαφέρει πολύ να μάθω" δεν ήξερε αν το εννοούσε ή όχι, να δεν ενδιαφέρθηκε να μάθει. Άλλα προείχαν και όχι ο τρόπος του.
"Έκανα μια έρευνα στο σύστημα... Και εντόπισα τον αριθμό. Τελευταία φορά, ήταν σε ένα αμάξι... Το οποίο βρισκόταν στην περιοχή Ράντζο Πάλος Βέρντες, σε μια αποθήκη με οχήματα. Αν βιαστούμε, ίσως την προλάβουμε ανοιχτή, γιατί κλείνει σε δύο ώρες. Έλα πάμε" του είπε και άρχισε να περπατάει προς το αμάξι, όταν κατάλαβε πως ο Νικ είχε μείνει στάσιμος στο ίδιο σημείο. Παραξενεμένη, επέστρεψε εκεί
"Εμ, θα έρθεις;"
"Θα ερχόμουν, αλλά το θέμα είναι πως πας προς την λάθος κατεύθυνση"
"Ααααα... Ναι, πιθανότατα έχεις δίκιο... Ωραία, θα μας οδηγήσεις εσύ, μιας και ξέρεις την πόλη καλύτερα από εμένα" του είπε και ο Νικ στραβοκατάπιε στην σκέψη αυτή.
"Εμ, ναι βέβαια. Απλώς θα είναι λίγο δύσκολο, γιατί έχω καιρό να πάω εκεί"
"Δεν πειράζει. Είμαι σίγουρη πως όταν ξεκινήσουμε, σιγά σιγά η διαδρομή θα επιστρέψει στην μνήμη σου" του εξήγησε και αρπάζοντας τον από το χέρι, κατευθύνθηκαν προς το αμάξι.
Φυσικά και έλεγε ψέματα. Όχι μόνο θυμόταν πως να βρεθεί εκεί, αλλά μάλιστα ήξερε τόσο καλά πως θα πάει, που θα μπορούσε να φτάσει και με κλειστά μάτια.
Σύχναζε συχνά εκεί, όταν ήταν πιο νέος. Έκανε και κάποιες γνωριμίες που του άλλαξαν την ζωή... Μα και αυτές αποδείχτηκαν ένα μεγάλο λάθος. Έχοντας ζήσει μια εμπειρία που τον πλήγωσε βαθιά σε εκείνο το μέρος, αποφάσισε να μην πατήσει το πόδι του εκεί ξανά. Όσο εντυπωσιακό κι αν ήταν, όσο χλιδάτο και αν έδειχνε στους ανθρώπους που δεν κατοικούσαν εκεί... Ο Νικ γνώριζε πολύ καλά την βρώμα που είχε φωλιάσει εκεί και την παρανομία, πίσω από την επιφανειακά πλούσια ομορφιά του τόπου. Εξάλλου, δεν είχε άλλη επιλογή από το να εξαφανιστεί. Οι συνέπειες θα ήταν τρομερές και ευτυχώς, κανείς δεν είχε καταφέρει να τον βρει.
Ήταν πολύ μεγάλο το ρίσκο που πήγαινε να πάρει... Κάτι μέσα του, σαν Προαίσθημα, επέμενε να προσπαθήσει να της αλλάξει γνώμη, αλλά και μια άλλη, λεπτή φωνούλα, τον εκλιπαρούσε να αποδιώξει αυτές τις σκέψεις και να κάνει το σωστό... Παραδόξως, αυτή ήταν που τον κέρδισε, αλλά είχε αποφασίσει να μην παραδόσει τα όπλα τόσο εύκολα. Έπρεπε να καθυστερήσει την άφιξη τους εκεί, με κάθε δυνατό τρόπο. Τουλάχιστον έτσι, θα απέφευγαν να γίνουν αντιληπτοί υπό το φως της ημέρας.
[...]
Είχε νυχτώσει για τα καλά. Το σκοτάδι είχε σκεπάσει τα πάντα και μόνο μερικά φώτα στους δρόμους, διευκόλυναν την κυκλοφορία. Ευτυχώς δηλαδή, γιατί αλλιώς οι οδηγοί θα μπορούσαν να υποστούν κάποιο ατύχημα. Σε πολλά σημεία οι δρόμοι ήταν στενοί και χωρίς προσοχή... Το σημαντικό, ήταν ο αργός τρόπος κίνησης.
Η Τζένη χάρηκε, όταν επιτέλους έφτασαν. Οδηγούσε ώρες και η ελπίδα ότι θα προλάβαιναν την αποθήκη ανοιχτή. Βέβαια, δεν είχε κοιτάξει η ίδια καθόλου την ώρα και όταν ρώτησε τον Νικ, εκείνος της είχε πει ψέματα. Θα θύμωνε πάρα πολύ, αν μάθαινε ότι όλες αυτές οι ώρες στον δρόμο, δεν άξιζαν τον κόπο. Ίσως να ήταν και το αντίθετο, αλλά δεν θα το μάθαινε ακόμα.
Έπαθε σοκ, όταν αντίκρισε τα σπίτια... Τι σπίτια, κανονικές βίλες, με τα όλα τους! Όλες κατάσπρες, με μπλε παράθυρα και μια πισίνα. Ελάχιστα ήταν τα βαμμένα σε απόχρωση του μπεζ κτίρια, με τις παραδοσιακές σκεπές από κεραμμύδια. Αυτό ήταν που ποθούσε η Τζένη. Η πλούτος και η χλιδή, δεν ανήκαν ποτέ στα όνειρα της. Μια ωραία μονοκατοικία, σε αυτήν την μορφή, και έναν μεγάλο κήπο να την περιτριγυρίζει, θα ήταν ότι πρέπει μετά από κάποια χρόνια. Ίσως και ένας καλός σύντροφος, να ολοκλήρωναν την φαντασίωση, μιας και επιθυμούσε να ζήσει έναν έρωτα, σαν αυτόν των γονιών της, που κατέληξε σε γάμο.
"Δεν θα ήθελες να έχεις μια από αυτές τις βίλες;" την ρώτησε ο Νικ και εκείνη γέλασε.
"Μπα, δεν νομίζω. Θα επιθυμούσα κάτι πιο απλό"
Ο Νικ προσποιήθηκε πως δεν την άκουσε και συνέχισε να θαυμάζει. Έχοντας ζήσει μέσα στην φτώχεια όλη του την ζωή, αυτά τα μεγαλεία τον συγκινούσαν. Αγαπούσε την σκέψη να ζήσει σε ένα από αυτά κάποτε. Αλλά ταυτόχρονα, μισούσε και τους ανθρώπους που τα είχαν στην κατοχή τους... Αχ, αυτοί και το χρήμα τους. Δεν του μισούσε εξαιτίας του πλούτου, αλλά της τάσης τους να υποτιμούν το οτιδήποτε που δεν ανήκε στην κοινωνική τους τάξη και να το κατακρίνουν, λες και αυτοί ήταν καλύτεροι, επειδή ξόδευαν ασυλλόγιστα τα λεφτά τους δεξιά και αριστερά, κάνοντας τα μόστρα.
Και μετά φυσικά, κατηγορούσαν τους φτωχούς ότι τους έκλεβαν, αρνούμενη να δεχτούν το γεγονός ότι κάποιος δικός τους, τους πρόδωσε στην ψύχρα. Ε μα φυσικά, πως θα έριχναν το φταίξιμο στο δεξί τους χέρι; Ας την πληρώσει τον μοναδικό άτομο που ήθελε απλά να κάνει καλό.
Ο αναστεναγμός του ήταν πιο έντονος από όσο ήθελε και τράβηξε αμέσως την προσοχή της Τζένης.
"Είσαι καλά;"
"Ναι, είμαι καλά" απάντησε απότομα και η Τζένη ενοχλημένη και αποφάσισε να μην ασχοληθεί ξανά μαζί του.
Από το πρώτο λεπτό της συνάντησης τους, έδειξε την αντιπάθεια που τρέφει για εκείνη και η ειρωνεία δεν σταματούσε να ξεπηδάει από το στόμα του. Δεν υπήρχε λόγος να προσπαθεί να φτιάξουν τα πράγματα ανάμεσα τους λοιπόν. Δεν άξιζε τον κόπο. Χαμένη υπόθεση ήταν αυτός ο άντρας. Σύντομα, θα τελείωνε μια για πάντα μαζί του.
Είχε εξοργιστεί με τον εαυτό της... Που τον άφησε να πιστέψει ότι θα μπορούσαν αυτοί οι δύο να γίνουν φίλοι. Αν είναι δυνατόν! Με έναν τέτοιον, συμφεροντολόγο άνθρωπο, εξαρχής δεν έπρεπε να μπλέξει. Έπρεπε να το σκεφτεί παραπάνω. Θα τα είχε καταφέρει και μόνη της, με πλέον ήταν αργά για να κάνει πίσω.
Όταν η Τζένη πρόσεξε αρκετά αμάξια από απόσταση με την άκρη του ματιού της, συνειδητοποίησε ότι επιτέλους είχαν φτάσει. Εκεί που τα σπίτια άρχιζαν να λιγοστεύουν, βρισκόταν και η αποθήκη, με κάθε είδος παλιού αυτοκινήτου που μπορούσε το μυαλό κάποιου να σκεφτεί.
Πάρκαρε απ' έξω και βγήκε από το όχημα της βιαστικά. Αφού το έκανε και ο Νικ, το κλείδωσε και έτρεξε προς την είσοδο... Αλλά προς μεγάλη της απογοήτευση, είδε μια αλυσίδα και μια κλειδαριά να κρέμεται από αυτήν. Είχαν καθυστερήσει... Μα πως
"Αργήσαμε. Κλείδωσε"
"Πφφφφ... Και να φανταστώ πως δεν έχεις ένταλμα. Τι κρίμα" της είπε δήθεν λυπημένος και η Τζένη από τον τόνο της φωνής του, έβγαλε ένα και μοναδικό συμπέρασμα. Αυτό που συνέβη.. Ήταν και η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι!
"Μας καθυστέρησες επίτηδες! Εσύ φταις για όλα!" τον πλησίασε με γοργό βήμα και άρχισε να τον χτυπάει στο στήθος, με όλη της την δύναμη, καθώς ο θυμός της είχε περάσει το κόκκινο... Και αυτό εξαιτίας του Νικ! Που να πάρει, τι θα έκαναν τώρα;!
Ο Νικ αντέδρασε λίγα δευτερόλεπτα μετά, πιάνοντας την από τους καρπούς. Η μεγαλύτερη σωματική διάπλαση σου, κατέστησε εύκολη την απόπειρα να την σταματήσει.
"Ηρέμησε γαμώτο" είπε όσο πιο ψύχραιμα μπορούσε στην γυναίκα που είχε απέναντι του, μα αυτή εξοργίστηκε ακόμα πιο πολύ.
"Γιατί; Γιατί να το κάνεις αυτό που να πάρει;" τον ρώτησε, σπρώχνωντας τον μακριά.
"Δεν σε καταλαβαίνω. Σου εξήγησα πως δεν θυμάμαι την διαδρομή"
"Τρεις ώρες! Τρεις ώρες και η μνήμη σου μπλόκαρε! Επίτηδες το έκανες!"
"Ακόμα και να ισχύει κάτι τέτοιο, τόσο δύσκολο είναι να έρθουμε αύριο;! Δεν θα αλλάξει κάτι"
Πως μπορούσε να είναι τόσο αναίσθητος;! Δεν καταλάβαινε την σοβαρότητα της κατάστασης;! Τώρα η εξέλιξη των πραγμάτων, μπορεί να ήταν εντελώς διαφορετική, επειδή δεν έφτασαν στην ώρα τους! Μπορεί να έχαναν κάποιο σημαντικό στοιχείο ή ακόμα χειρότερα... Την ίδια ώρα να είχαν αρπάξει κάποιο άλλο παιδί!
"Κάθε λεπτό που περνάει είναι κρίσιμο! Ένας Θεός ξέρει τι μπορεί να κάνουν στα παιδάκια..." ψέλλισε με βουρκωμένα μάτια, αλλά τα σκούπισε αμέσως.
Μια φορά έκανε το λάθος να λυγίσει μπροστά του. Και τα λάθη, δεν πρέπει να επαναλαμβάνονται, είτε είναι σημαντικά είτε όχι. Αυτό δείχνει ανευθυνότητα... Και αδυναμία.
"Γιατί μου είπες ψέματα;! Είσαι ένας ψεύτης! Με ακούς, ένας αλήτης του δρόμου!" ούρλιαξε στο πρόσωπο και ήταν η σειρά του Νικ να χάσει τον έλεγχο του εαυτού του, με αποτέλεσμα να φωνάξει και αυτός.
"Γιατί δεν χρωστάω τίποτα στους μπάτσους! Και πολύ περισσότερο σε εσένα! Αν δεν μπόρεσε η αστυνομία να βγάλει άκρη, νομίζεις πως θα το κάνεις εσύ! Είσαι πολύ πιο ανόητη από όσο πίστευα!"
"Προσπαθώ να κάνω το σωστό! Να φέρω τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα, για να ηρεμήσουν οι οικογένειες αυτών των αθώων ζωών!"
"Ε τότε ας έβαζαν αληθινό αστυνομικό για μια τόσο σημαντική έρευνα!"
Τα συναισθήματα και των δύο ήταν πλέος εκτός ελέγχου. Κανείς τους δεν είχε ξεσπάει με τέτοιον τρόπο στην ζωή του προς ένα άλλο πρόσωπο. Ίσως αργότερα να το μετάνιωναν και το γνώριζαν αυτό, αλλά εκείνη την στιγμή, προείχε να πουν όλα αυτά που ήθελαν και δεν μπορούσαν να κρατήσουν άλλο μέσα τους. Αυτό όμως που δεν ήξεραν... Ήταν ότι όλο αυτό, θα τους οδηγούσε αργότερα σε ένα σημείο, στο οποίο δεν είχαν φανταστεί ποτέ τους ότι θα έφταναν, από την αρχή της γνωριμίας τους. Είχαν ξεκινήσει ένα ταξίδι... Το οποίο δεν είχε τελειώσει ακόμα.
"Τι ζόρι τραβάς επιτέλους;! Αν με δεις να αποτυγχάνω, θα αισθανθείς καλύτερα για την θλιβερή και μίζερη ζωή σου;!"
"Τι σε κάνει να νομίζεις ότι δεν απολαμβάνω την ζωή μου και την αποκαλείς έτσι;!"
"Τότε είσαι κακός άνθρωπος! Γιατί μόνο ένας κακός άνθρωπος κλέβει από τους άλλους για να ζήσει!"
"Αυτό λέγεται επιβίωση! Αλλά βέβαια, τι να περιμένω από εσένα;! Μια κακομαθημένη μαύρη είσαι που μεγάλωσε με τον κόσμο στα πόδια της!"
Δεν άντεξε... Ένα δάκρυ ξέφυγε από το μάτια της και κύλησε πάνω στα κατακόκκινα μάγουλα της, κάνοντας το αγριεμένο ύφος της να χαλαρώσει.
"Ήταν λάθος να πιστέψω ότι μπορούμε να τα πάμε καλά..." μουρμούρισε μέσα από τα δόντια της, μα όχι τόσο σιγανά για να μην ακουστεί.
"Λοιπόν, αυτό ισχύει και για εμένα από ότι φαίνεται... Θα επιστρέψω με τα πόδια" της είπε ξερά και βημάτισε προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Και ξαφνικά... Ένας ήχος διαπέρασε την ατμόσφαιρα. Ένας ήχος γνωστός στον Νικ, που έκανε το σώμα του να τρέμει και την καρδιά του να χτυπάει πιο γρήγορα από ποτέ, σε σημείο που θα μπορούσε από στιγμή σε στιγμή να πεταχτεί έξω. Κάποιος είχε πυροβολήσει και ο κρότος του όπλου, ακούστηκε πιο δυνατά και από το άνοιγμα σαμπάνιας, σχίζοντας τον αέρα. Και αφού ο ίδιος δεν αισθάνθηκε κάποιον πόνο στο σώμα... Μόνο ένα άλλο άτομο που ήταν μαζί του, θα είχε πετύχει η σφαίρα.
Φοβισμένος με αυτήν ηνν σκέψη που διαπέρασε το μυαλό του, γύρισε γρήγορα από την άλλη και αντίκρισε την Τζένη... Με αίματα να τρέχουν από το χέρι της και εκείνη να πασχίζει να μην ουρλιάξει από τον πόνο! Γονατισμένη όπως ήταν, δεν κατάφερε να συγκρατήσει τους λυγμούς της παρόλα αυτά. Ο Νικ έτρεξε και έσκυψε μπροστά της.
"Τζένη! Τζένη, είσαι καλά;! Μίλησε μου, σε παρακαλώ!"
"Πο... Πονάω πολύ Νικ..." ψέλλισε μέσα από τα δάκρυα της.
"Ηρέμησε Τζένη... Δεν θα συμβεί τίποτα κακό"
Ήταν σαν να μην είχε γίνει ποτέ ο καυγάς ανάμεσα τους. Και οι δύο ξέχασαν μέχρι και τον λόγο που προκάλεσε αυτήν την ένταση. Το ενδιαφέρον τους επικεντρώθηκε στο φλέγον θέμα, το οποίο δεν ήταν άλλο, από τον τραυματισμό της Τζένης και... Ο υπεύθυνος για αυτό.
"Φοβάμαι Νικ... Τι συμβαίνει;" ρώτησε με όση δύναμη της είχε απομείνει.
Την έβαλε στην αγκαλιά του, παρατηρώντας το σημείο, από το οποίο έτρεχε ασταμάτητα το αίμα. Πρέπει να την είχε διαπεράσει η σφαίρα, αλλά να μην είχε χτυπήσει ζωτικό όργανο, γιατί αλλιώς τα πράγματα θα ήταν πολύ χειρότερα.
"Πονάω Νικ!" φώναξε σπαρακτικά και την έσφιξε πάνω του πιο πολύ, έχοντας δει τρεις άντρες να τους πλησιάζουν...
Τους αναγνώρισε σχεδόν αμέσως. Αυτό δεν ήταν καλό σημάδι. Μόνο ένα πράγμα σήμαινε η εμφάνιση τους... Τρόμαξε μέσα του και δεν το έκρυψε. Όχι για τον εαυτό του, αλλά... Η Τζένη αιμορραγούσε στα χέρια του. Και έπρεπε να δεχτεί αμέσως ιατροφαρμακευτική φροντίδα. Ένας Θεός ξέρει αν την φρόντιζαν τα ρεμάλια εκείνου... Εκείνου του αχρείου, που κρατούσε προκειμένου να πετύχει τον στόχο του, θα έκανε τα πάντα.
"Όλα θα πάνε καλά..." ψιθύρισε στο αυτί της, χαϊδεύοντας την στα μαλλιά. Η Τζένη βέβαια δεν τον άκουσε, καθώς είχε χάσει τις αισθήσεις και δεν μπορούσε να αντιληφθεί τίποτα.
Ο Νικ, έχοντας στραμμένη την προσοχή του σε εκείνη, δεν πρόσεχε πως οι τρεις άντρες με τα μαύρα κουστούμια στέκονταν πίσω τους και παρακολουθούσαν την σκηνή, σαν αγάλματα, ακούνιτα, αμίλητα και αγέλαστα. Καμία έκφραση, η οποία να δήλωνε καποιο συναίσθημα.
"Δεν το έκανα εγώ... Δεν έφταιγα εγώ"
Αυτά ήταν τα τελευταία λόγια που είπε, προτού δεχτεί ένα χτύπημα στο κεφάλι, με αποτέλεσμα να πέσει στο έδαφος και τα πάντα να σκοτεινιάσουν γύρω του... Τουλάχιστον κρατούσε ακόμα την Τζένη. Δεν ήθελε να την άφησε λεπτό από κοντά του. Έπρεπε να την προσέχει. Το ήθελε και πολύ μάλιστα. Δεν το είχε παραδεχτεί στον εαυτό του, αλλά θα το έκανε σύντομα... Παρόλο που τους είχε ήδη βάλει σε μεγάλους μπελάδες.
Γειά σας δελφινάκια μου🐬🐬🐬🐬🐬
Τι μου κάνετε;
Πως νιώθετε που σε δύο μέρες ανοίγουν τα σχολεία και μια ακόμα χρονιά θα ξεκινήσει;
Εγώ... Τι να σας πω;
Θεωρώ πως θα πάει καλά, μιας και θα ασχολούμαι με μαθήματα που μου αρέσουν στην κατεύθυνση μου😄😄😄
Anyway!
Σας άρεσε το κεφάλαιο;
Ο Νικ μας βρίσκεται σε άρνηση!
Και φυσικά, αυτό είχε επιπτώσεις και στους γύρω του!
Θα τα βρει με τον Φιν άραγε;
Η συνάντηση με την Τζένη ξεκίνησε σχετικά ομαλά... Και κατέληξε σε μια μικρή τραγωδία😢
Ποιοί άραγε είναι αυτοί που τους βρήκαν;
Μήπως το επόμενο κεφάλαιο, είναι και η αρχή για να καταφέρουν επιτέλους να τα βρουν οι πρωταγωνιστές μας;
Θα τα μάθουμε τότε και ελπίζω να σας αρέσει η συνέχεια που έχω σκοπό να δώσω στην ιστορία μας αυτή😉😋
Μέχρι το επόμενο...
Peace❤️💛✌️
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro