Καινούργια στο τμήμα
Το ξυπνητήρι αρχίζει να χτυπάει με την ένταση να βρίσκεται στο τέρμα. Ο ήχος εισβάλει στα αυτιά μου, αναγκάζοντας κάθε κύτταρο του μυαλό μου να ξυπνήσει και να τεθεί σε δράση.
Σηκώνω ελάχιστα το χέρι μου και με το δάχτυλο μου, πατάω πάνω στην οθόνη του κινητού μου, κλείνοντας αυτόν τον εκνευριστικό ήχο για τα καλά.
Στο σχολείο δεν χρειάστηκε ποτέ να βάλω ξυπνητήρι. Οι γονείς μου πάντα σηκωνόντουσαν πριν από εμένα
για να πάνε στα κτήματα. Έτσι, ξυπνούσαν εμένα και τα αδέρφια μου για να πάμε. Από το δημοτικό μέχρι το Λύκειο. Στην σχολή όμως, οι καταστάσεις με υποχρέωναν να το χρησιμοποιώ. Αν αργούσα έστω και ένα λεπτό, η τιμωρία ήταν σκληρή. Λένε πως έτσι μας προετοίμαζαν για τις δυσκολίες που θα αντιμετωπίζαμε μετά στην ζωή μας. Βλακείες λέω εγώ, γιατί ποτέ δεν είδα κάποιον να περνάει αυτά που περνούσα εγώ.
Μια φορά, είχαν πάρει το ρολόι μου και αν δεν είχα ξυπνήσει λίγο νωρίτερα, δεν θα ήταν καλές οι συνέπειες. Πόσο μάλλον για εμένα.
Μπαίνω στο μικρό μπάνιο και ανοίγω την βρύση, ρίχνοντας μπόλικο νερό στο πρόσωπο μου. Πάλι καλά που δεν ξεσυνήθισα το πρωϊνό ξύπνημα. Θα είναι για πάντα τώρα, ένα κομμάτι της καθημερινότητας μου τώρα πια άλλωστε. Εκτός και αν κανένας κακεντρεχείς στο τμήμα, αποφασίσει πως δεν ανήκω εκεί και φέρει τον κόσμο τούμπα για να με διώξει.
Αχ Τζένη! Σταμάτα να σκέφτεσαι έτσι! Πρέπει να είσαι θετική. Είναι αρχή μιας καινούργιας ζωής. Πρέπει να πετύχω αυτό που ήρθα να κάνω. Ή τουλάχιστον να προσπαθήσω. Αλλιώς τόσα χρόνια αντοχής θα πάνε χαμένα. Δεν πρέπει να τα παρατήσω, ότι και αν συμβεί. Εξάλλου, δεν θα με αντιμετωπίσουν όλοι το ίδιο. Καταρχάς, δεν πιστεύω να είμαι η μοναδική μαύρη εκεί μέσα. Είμαι εκατό τα εκατό σίγουρη, πως υπάρχουν και οι παλιοί σαν εμένα. Θα το διαπιστώσω όταν φτάσω.
Σκουπίζομαι με την πετσέτα πρόσωπου και επιστρέφω στο κρεβάτι, όπου στην άκρη του, έχω απλώσει την στολή μου... Την στολή που μου δόθηκε από τον Κυβερνήτη του Λος Άντζελες, λίγες ώρες πριν την αναχώρηση μου από το Τέξας. Το βλέμμα όσο με κοιτούσε... Σαν να βασιζόταν σε εμένα για κάποιον λόγο. Ότι θα λύσω τα μεγαλύτερα και δυσκολότερα μυστήρια του κόσμου, σώζωντας τον κόσμο.
Την παίρνω στα χέρια και την φέρνω κοντά στα ρουθούνια μου... Μμμ, το άρωμα της δράσης και του μυστηρίου με έχει συνεπάρει για τα καλά. Η ανυπομονησία μου έχει φτάσει στα ύψη και αδημονώ να έρθει η ώρα που θα χρησιμοποιήσω το μυαλό μου, για να κάνω αυτόν τον κόσμο καλύτερο.
Βγάζω τις πιτζάμες μου και αρχίζω να φοράω ένα ένα τα κομμάτια της, με μεγάλη προσοχή για να μην την σκίσω καταλάθος. Αφού κουμπώσω και το τελευταίο κουμπί από το γαλάζιο πουκάμισο μου, σηκώνομαι όρθια και τακτοποιώ τα πράγματα μου στον σάκο μου. Λίγα δευτερόλεπτα πριν ανοίξω την πόρτα, αντικρίζω τον εαυτό μου στον καθρέφτη δίπλα από αυτήν. Στα μάτια μου όμως, δεν βλέπω την αντανάκλαση μου, αλλά αυτή του εννιάχρονου εαυτό μου, χρόνια νωρίτερα.
Ήμουν τόσο μικρή και αθώα... Δεν ήξερα τι θα αντιμετωπίσω, για να φτάσω εδώ που είμαι σήμερα. Και τώρα δεν γνωρίζω τι θα περάσω, για να κερδίσω την θέση μου στην αστυνομία. Πόνεσα, πληγώθηκα... Άπειρες φορές προσπάθησαν να με λιώσουν και μου κόψουν τα φτερά μου. Οι μόνοι που πίστεψαν σε εμένα και με βοήθησαν, ήταν η οικογένεια μου. Και αυτό ήταν αρκετό. Πρέπει να τα καταφέρω. Θα τους κάνω περήφανους... Αν και ξέρω πως είναι ήδη.
Προτού την κλείσω, βλέπω το σακουλάκι με τα πράγματα που μου είχε ετοιμάσει ο πατέρας μου, την μέρα που άφησα πίσω την ζωή μου στο Τέξας. Το άγχος στο βλέμμα του εκείνη την μέρα. Δεν μπορούσε να ελέγξει τα συναισθήματα. Αργότερα που είχα μιλήσει με την μητέρα μου, έμαθα πως έκλαιγε για μερικές ώρες. Κρυφά από όλους βέβαια.
"Μμμ... Μπα" μουρμουρίζω, κλείνοντας την πόρτα και ετοιμάζομαι να κλειδώσω, όταν από δίπλα μου περνάει ένας από τους τύπους που καθόταν χθες μπροστά από την τηλεόραση και παρακολουθούσε αθλητικά με έναν άλλον, κοντά στην ίδια ηλικία νομίζω.
"Πέρνα από το διαμέρισμα μου αν χρειαστείς κάτι κούκλα" τον ακούω να γελάει μετά από αυτό και αφού χαθεί από το οπτικό μου πεδίο, σπρώχνω ξανά την πόρτα και αρπάζω το σακουλάκι, ρίχνοντας το στην τσέπη του παντελονιού μου.
Άσε καλύτερα... Σε αυτές τις εποχές μου ζούμε, είναι καλύτερα ο άνθρωπος να παίρνει μέτρο που μπορεί, για να προφυλάξει τον εαυτό του. Και δεν το λέω μόνο για τις γυναίκες, αλλά και για τους άντρες. Και τα δύο φύλα, αντιμετωπίζουν στερεότυπα που οδηγούν σε προκαταλήψεις.
Βγαίνω από την πολυκατοικία και κατεβαίνω τα σκαλάκια, παρατηρώντας το μέρος και ψάχνοντας έναν τρόπο για να πάω στην υπηρεσία. Δεν έχω κάποιο αμάξι και δεν υπάρχει στάση λεωφορείου εδώ κοντά. Ούτε ταξί περνάνε... Και πρέπει να είμαι στο τμήμα σε είκοσι λεπτά για να παρουσιαστώ!
Τέλεια! Τώρα τι θα κάνω;!
Ξαφνικά ακούω την κόρνα ενός αμαξιού και τρομαγμένη, στρέφω τα μάτια μου προς τον δρόμο, βλέποντας ένα αμάξι σταματημένο πάνω στο πεζοδρόμιο. Το τζάμι από την πλευρά του οδηγού κατεβαίνει και μια γνωστή γυναικεία φιγούρα μου χαμογελάει, βγάζοντας τα γυαλιά ηλίου της.
"Σάρα! Καλημέρα! Πως και τόσο πρωινή;" την ρωτάω, πλησιάζοντας το αμάξι.
"Έπρεπε να πάω τα παιδιά μου σε έναν φίλο τους. Και τώρα έχω να πάω στην τράπεζα. Θες να σε πάω εγώ τμήμα; Γιατί δεν νομίζω να ντύθηκες έτσι για άλλο λόγο" λέει γελώντας και πάω προς την μεριά του συνοδηγού. Ανοίγω την πόρτα και βολεύομαι στο κάθισμα, φορώντας την ζώνη ασφαλείας.
Μέσα σε λίγα λεπτά, έχουμε απομακρυνθεί από αυτήν την γραφική και ταπεινή γειτονιά. Το αυτοκίνητο τώρα, ταξιδεύει ανάμεσα στα μεγάλα και υπερπολυτελή κτίρια της πόλης, παρέα και με άλλα αμάξια. Βέβαια, δεν κυκλοφορεί πολύς κόσμος. Λογικό, μιας και είναι έξι παρά δέκα το πρωΐ. Βέβαια, το καθήκον ενός αστυνομικού δεν έχει ποτέ συγκεκριμένο ωράριο, οπότε καλό θα ήταν να είμαι προετοιμασμένη για περιπτώσεις που ίσως δεν κοιμηθώ για μέρες.
Μετά από δύο ή τρεις απότομες στροφές, ένα φανάρι και την αποδοχή μερικών βρισιών από έναν οδηγό που μάλλον είχε τα νεύρα του, το αμάξι σταματάει έξω από το μεγάλο κτίριο, που στεγάζει το αστυνομικό τμήμα.
Είναι πραγματικά εντυπωσιακό. Οι φωτογραφίες που είδα, δεν μπορούν να συγκριθούν με το συναίσθημα που αισθάνομαι τώρα, βρισκόμενη μπροστά από αυτό. Μερικά βήματα... Και θα έχω περάσει το κατώφλι του. Το κυρίαρχο στοιχείο είναι το μπεζ μάρμαρο, το ξύλο και το γυαλί. Πρώτη φορά αντικρίζω τέτοιον συνδυασμό, μα λίγο με ενδιαφέρει αυτήν την στιγμή.
"Εδώ είμαστε. Ελπίζω να πάει καλά η πρώτη σου μέρα. Θα περάσω το βράδυ, για να σου δώσω ένα τάπερ με φαγητό. Δεν νομίζω να έχεις χρόνο για να μαγειρέψεις κάτι" μου λέει και της χαμογελάω.
"Σε ευχαριστώ πολύ. Για όλη την βοήθεια. Θα σου το ξεπληρώσω κάποια στιγμή" της λέω και με χτυπάει ελαφρά στο χέρι, έχοντας σκάσει στα γέλια.
"Έκανα αυτό που θα έκανε ο καθένας. Αντίο"
Βλέπω το αμάξι να απομακρύνεται και αρχίζω να βηματίζω προς την είσοδο του τμήματος, κοιτώντας την ώρα στο κινητό μου. Ακριβώς δύο λεπτά τις έξι ακριβώς. Πάλι καλά. Αν δεν ήταν η Σάρα, ποιός ξέρει τι ώρα θα έφτανα.
Μπαίνω μέσα και... Αυτό θα πει χαμός!
Διάφοροι αστυνομικοί, άντρες και γυναίκες, τρέχουν πάνω κάτω, κάνοντας δουλειές που υποθέτω έχουν αναλάβει. Κάποιοι από αυτούς, κρατάνε στα χέρια τους εγκληματίες, οι οποίοι είναι έτοιμοι να βρεθούν στην δικαιοσύνη και να πάρουν αυτό που τους αξίζει. Οι ομιλίες ακούγονται από κάθε γωνιά του κτιρίου. Ένα ακόμα χαρακτηριστικό... Είναι και οι πολλές σκάλες, οι οποίες οδηγούν στους πάνω ορόφους. Άλλοι ανεβοκατεβαίνουν με ταχύτητα, ενώ άλλοι αρκετά αργά, λόγω της κούρασης. Το σημαντικό είναι πως κάνουν την δουλειά τους, χωρίς αντιπερισπασμούς.
Το βλέμμα μου εντοπίζει την υποδοχή στο κέντρο του ισογείου και κατευθύνομαι προς τα εκεί με γοργό βήμα, όταν ένα άγνωστο σώμα πέφτει πάνω μου.
"Μα καλά δεν βλέπεις που πας;!" ακούω μια γυναικεία φωνή να με ρωτάει έξαλλη και δύο χέρια με σπρώχνουν προς τα πίσω, με αποτέλεσμα να πέσω κάτω.
Μπροστά μου στέκεται μια γυναίκα με μακριά μαύρα μαλλιά, ως την μέση. Τα μεγάλα μπλε μάτια της είναι καρφωμένα πάνω μου και ο θυμός ξεχειλίζει από αυτά. Τα χέρια της είναι σταυρωμένα κάτω από το στήθος της, έτοιμα να μου επιτεθούν και να μου βγάλουν τα μαλλιά.
"Εσύ έπεσες πάνω μου" απαντώ, διατηρώντας την ψυχραιμία μου και στηριζόμενη στις παλάμες μου, σηκώνομαι όρθια.
Στο πρόσωπο της διαγράφεται ένα διαβολικό χαμόγελο καθώς με πλησιάζει.
"Τύπισσες σαν και εσένα δεν έχουν θέση εδώ. Πάντα απορούσα γιατί υπάρχουν μαύροι αστυνομικοί. Αλλά αφού ήρθες, μάθε έναν βασικό κανόνα αν θες να τα πάμε καλά. Μείνε έξω από τον δρόμο μου, μην εμπλακείς ποτέ σε υποθέσεις μου και δεν θα μου πηγαίνεις κόντρα" δηλώνει με επικριτικό ύφος, δείχνοντας με το δάχτυλο της.
"Πρώτον, αυτοί είναι τρεις κανόνες. Δεύτερον, εγώ θα κάνω μόνο την δουλειά μου. Πρόσεξε εσύ να μην μπλεχτείς στα πόδια μου" της απαντώ στον ίδιο και συνεχίζω τον δρόμο μου για την υποδοχή, αφήνοντας την να βράσει στο ζουμί της και να νευριάσει.
Φτάνω στον πάγκο, όμως δεν βλέπω κανέναν. Άξαφνα, πίσω από την κολώνα, αποκαλύπτεται ένας αρκετά εύσωμος άντρας με κοντά, κοκκινόξανθα μαλλιά. Στα χέρια του, κρατάει ένα κουτί με ντόνατς και από ότι φαίνεται τα απολαμβάνει με την ψυχή του. Η διαίσθηση μου, μου λέει πως είναι ένας καλός και γλυκός χαρακτήρας. Ας το διαπιστώσω όμως.
"Συγνώμη" λέω και σταματάει απότομα να μασάει, κοιτώντας με, με γουρλωμένα μάτια. Αφήνει το κουτί βιαστικά στον πάγκο και έρχεται απέναντι μου, παίρνοντας την θέση του.
"Αστυνομικό τμήμα Λος Άντζελες. Έτοιμοι να σας προσφέρουμε την βοήθεια μας. Πως μπορώ να σας εξυπηρετήσω;" απευθύνεται σε εμένα και με ένα χαμόγελο, όμως τα μάγουλα παραμένουν ελάχιστα μπουκωμένα.
"Εμ, έχεις λίγα ψίχουλα στο μάγουλο σου" του δίνω ένα χαρτομάντιλο και αυτός καθαρίζεται, πετώντας το ύστερα στον κάδο.
"Συγνώμη, απλώς δεν είχα φάει πρωϊνό και πεινούσα" απολογείται και γελάω με την αστεία αντίδραση του.
"Όχι όχι, μην ανησυχείς. Δεν πειράζει. Λοιπόν, το θέμα είναι πως δεν ήρθα ως πολίτης. Πρέπει να παρουσιαστώ σήμερα. Με λένε Τζένη Ρόμπινσον και είμαι από τους νεοσύλλεκτους εδώ" του εξηγώ και πιάνει στα χέρια του ένα χαρτί και έπειτα στρέφει ξανά τα μάτια του πάνω μου, με έκπληκτο ύφος.
"Ναι, έχεις δίκιο. Είσαι η μοναδική που μας έστειλαν φέτος. Αυτό είναι μεγάλη τιμή, κατά την προσωπική μου άποψη. Όμως ελπίζω να μην περάσεις ότι πέρασαν οι σκουρόχρωμοι πριν από εσένα" μουρμουρίζει και αυτά τα λόγια, μπορώ να πω πως με άγχωσαν λίγο, όμως δεν θα τα αφήσω να με τρομάξουν. Θα κερδίσω την θέση μου.
"Ναι... Μπορείς να μου δείξεις που είναι η αίθουσα συγκέντρωσης;"
"Αααα ναι, με συγχωρείς! Πολλές φορές με πιάνει πολυλογία! Στρίψε δεξιά στο σημείο που στέκεσαι τώρα και ξεκίνα να περπατάς ευθεία. Θα την δεις μπροστά σου. Να εκεί" μου δείχνει με το δάχτυλο και αφού τον ευχαριστήσω, ακολουθώ καταγράμμα τις οδηγίες που μου έδωσε και φτάνω έξω στο δωμάτιο.
Σπρώχνω την πόρτα και μπαίνω μέσα. Τα πρόσωπα όλων στρέφονται προς το μέρος και ομολογώ πως αυτό με κάνει να νιώθω λίγο άβολα. Τα μάτια του εστιάζουν σε κάθε μου κίνηση, ενώ εγώ, προσπαθώντας να τους αγνοήσω, ψάχνω μια κενή θέση. Δυστυχώς, η μόνη διαθέσιμη για να κάτσω, είναι στο μπροστινό τραπέζι, δίπλα σε έναν νεαρό, γεμάτο τατουάζ. Πρέπει να είναι κοντά στην ηλικία μου, ίσως και λίγο μεγαλύτερος. Θα προτιμούσα βέβαια μια πίσω πίσω για να μην τραβάω την προσοχή, όμως πρέπει να κάτσω κάποια στιγμή.
Αφήνω μια ανάσα και πάω έως εκεί, αλλά πριν προλάβω να την τραβήξω, ο νεαρός από δίπλα κάνει αυτήν την κίνηση, χαμογελώντας.
"Καταλαβαίνω πως δεν είμαι το πρώτο άτομο που θα ήθελες να κάτσεις δίπλα, αλλά νομίζω δεν έχεις και πολλές επιλογές τώρα" αστειεύεται και κάθομαι δίπλα του τελικά.
"Μίκαελ Τζόουνς. Είναι η τρίτη μου χρονιά εδώ στο τμήμα. Ο τομέας μου είναι στα εργαστήρια. Εκεί δουλεύω περισσότερο. Αλλά βοηθάω και σε άλλα πράγματα όσο μπορώ. Χάρηκα για την γνωριμία... Το όνομα σου;" με ρωτάει και γελάω, έτοιμη να του απαντήσω.
"Τζένη Ρόμπινσον. Είναι η... Πρώτη μου μέρα"
"Ουαου, είχα ακούσει πως θα ερχόταν κάποια καινούργια. Πάντα μου αρέσει να γνωρίζω καινούργια άτομα. Ανυπομονώ να σε γνωρίσω καλύτερα" μου λέει και αρχίζω να αισθάνομαι κάπως πιο άνετα.
"Μίκαελ, γιατί μιλάς μαζί της; Τι θέλει αυτή εδώ πέρα;" όχι πάλι η φωνή της τύπισσας από την υποδοχή.
"Ροζίτα, πήγαινε στην θέση σου και παράτα μας" την αποπέρνει και αυτή πάει σε ένα τραπέζι πίσω, πιάνοντας κουβέντα με μια παρέα αντρών, παρατηρώντας με παράλληλα με θυμό.
"Η αδερφή είναι απλά... Χίλια συγνώμη, δεν ξέρω τι να πω" ξεφυσάει αγανακτισμένος και τον ακουμπάω φιλικά στον ώμο.
Αν αυτός περνάει δύσκολα με μια αδερφή σαν αυτήν την... Ροζίτα, που να 'ξερε τι έχω τραβήξει εγώ, μεγαλώνοντας με δέκα αδερφούς. Το Τζέρεμι δεν τον μετράω, μιας και είναι μόνο πέντε χρονών. Δεν λέω, υπήρχε πάντα αγάπη μεταξύ μας και με όλους έκανα καλή παρέα, άσχετα με την διαφορά στις ηλικίες, όμως πολλές φορές γινόντουσαν κάπως καταπιεστικοί μαζί μου. Ακόμα και ο Μαξ κάποιες φορές. Από αγάπη πάντα, αλλά και πάλι. Ειδικά στο θέμα με τα αγόρια. Όχι ότι έχω κάνει και πολλές σχέσεις στην ζωή μου. Μια έκανα μόνο στο Λύκειο και αυτή... Χάλασε.
Ξαφνικά, η πόρτα ανοίγει και όλες οι συζητήσεις σταματάνε απότομα, καθώς όποιος μπήκε μέσα, την έκλεισε με δύναμη. Τα μάτια αντικρίζουν ένα ψηλό, γυμνασμένο άντρα, με καστανά μαλλιά. Φαίνεται σαν μεσήλικας, όμως στο πρόσωπο δείχνει κάτω τον πενήντα. Η στολή του είναι πιο σκουρόχρωμη από όλων μας. Στα χέρια του κρατάει μερικούς φακέλους. Κατευθύνεται προς την έδρα και τους χτυπάει με δύναμη πάνω της, τραβώντας την προσοχή και σταματώντας τελείως και την τελευταία συνομιλία που ακούγονταν.
"Δεν έχω να πω πολλά. Τους κανόνες τους ξέρετε. Δεν θα σταθώ σε καλημέρες και αυτά. Αυτήν την περίοδο πνιγόμαστε στις υποθέσεις. Καταρχάς, έχουμε καινούργιους συναδέρφους κοντά μας από σήμερα, όμως δεν με νοιάζει"
Αυτό... Αυτό ήταν λίγο κακό. Όμως καλύτερα. Δεν θέλω να μάθω ακόμα τις απόψεις όλων των συναδέλφων μου για εμένα. Θα πέσουν πολλές προσβολές και δεν έχω όρεξη αυτήν την στιγμή.
"Δεύτερον... Όλοι σας ξέρετε πολλοί καλά την μια σημαντική υπόθεση που αφορά τους συμπολίτες μας και τα παιδιά τους. Οι απαγωγές έχουν σταματήσει τις τελευταίες δύο εβδομάδες, όμως δεν επαναπαυόμαστε για κανέναν λόγο. Δεν ξέρουμε αν το επόμενο θύμα θα είναι το δικό σας παιδί. Για αυτό... Τα μάτια σας δεκατέσσερα και τα αυτιά σας έτοιμα να ακούσουν το οτιδήποτε. Τουλάχιστον μέχρι να γυρίσει ο αστυνομικός που ανέλαβε την υπόθεση" τονίζει τα τελευταία του λόγια και αμέσως μετά, ανοίγει τους φακέλους και μοιράζει δουλειές σε όλους, φωνάζοντας τους με αλφαβητικοί σειρά από ότι κατάλαβα.
"Λοιπόν, εγώ πρέπει να κατέβω κάτω στο εργαστήριο. Έχω αναλάβει τις αναλύσεις των στοιχείων σχετικά με τις απαγωγές. Είναι... Είναι πολύ στενάχωρο. Μικρά παιδιά... Τους αξίζει κάτι καλύτερο από αυτόν τον διεστραμμένο κόσμο" μου λέει κατσουφιασμένος και αποχωρεί από το δωμάτιο.
Πραγματικά είναι απαίσιο. Με το που το άκουσα αυτό... Πόνεσε η καρδιά μου. Αν κάποιος έκανε κακό στον μικρό μου αδερφό, δεν ξέρω και εγώ πως θα αντιδρούσα. Υπάρχουν πολλά είδη εγκλημάτων που απεχθάνομαι, αλλά αυτό... Για εμένα, οι άνθρωποι που κάνουν κακό σε αυτά τα αθώα πλάσματα, δεν αξίζουν να ζουν. Όμως δεν πρέπει να λειτουργώ με βάση τα συναισθήματα μου και τα πιστεύω μου, αλλά με βάση τους νόμους. Χωρίς αυτούς, θα είχαμε καταντήσει ζούγκλα.
Συνειδητοποιώ πως έχω μείνει μόνο εγώ και ο αρχηγός, ο οποίος κοιτάζει μερικά χαρτιά. Οπλίζοντας τον εαυτό μου με θάρρος, πλησιάζω εκεί και βήχω διακριτικά, προκειμένου να με κοιτάξει για να μπορέσω να μιλήσω.
"Αρχηγέ εμ... Με λένε Τζένη Ρόμπινσον. Είμαι η καινούργια αστυνομικός από το Τέξας. Υποθέτω ξεχάσατε να με συστήσετε πριν και–"
"Δεν το ξέχασα. Απλά δεν με ενδιαφέρει να κάνω συστάσεις αυτήν την περίοδο, Ρόμπινσον. Άκουσες πόσο δύσκολη περίοδος είναι" με διακόπτει και μια σκέψη περνάω από το μυαλό μου.
"Μήπως... Μήπως θα μπορούσα να αναλάβω και εγώ δράση; Μην ξεχνάτε πως ήμουν η καλύτερη της τάξης μου, όλα τα χρόνια στην ακαδημία" του υπενθυμίζω και βγάζει τα γυαλιά του, ακουμπώντας το σώμα του στην καρέκλα. Από το βλέμμα του... Καταλαβαίνω πως μάλλον δεν έπρεπε να είχα ρωτήσει.
"Δεν το ξεχνάω. Δεν με αφήνεις να το κάνω. Λυπάμαι, αλλά δεν θα ρισκάρω να δώσω την υπόθεση σε μια άπειρη, που ακόμα δεν ξέρει να χρησιμοποιεί όπλο. Είμαστε σε κρίσιμη κατάσταση"
Ο απότομος τόνος του ήδη με έχει ενοχλήσει αρκετά, μα δεν πρέπει να ξεχάσω ότι είναι ο αρχηγός μου. Μια λάθος κίνηση, μια λάθος λέξη και μπορεί να πάρω πόδι από εδώ. Δεν ήρθα για να φύγω τόσο σύντομα. Όχι χωρίς να έχω προσπαθήσει για να κάνω τον κόσμο καλύτερο.
"Αρχηγέ, χωρίς παρεξήγηση, αλλά δεν είμαι διακοσμητική εδώ. Ήρθα για να κάνω το καθήκον μου"
"Ωραία. Στο αρχείο, υπάρχει ένας φάκελος με κάποιες υποθέσεις ρουτίνα από τον τελευταίο μήνα. Θέλω να πας να τις ελέγξεις και να λύσεις ότι δεν έχει λυθεί. Δεν θα δυσκολευτείς πιστεύω" μου απαντάει με ένα χαμόγελο και μου κάνει νόημα να βγω από το δωμάτιο.
Μη έχοντας άλλη επιλογή, υπακούω στις διαταγές του αποχωρώ, ελαφρώς νευριασμένη.
Τα λόγια του γεμάτα ειρωνεία και υποτίμηση. Λες και με στέλνει να κάνω καμία χαμαλοδουλειά. Δεν πίστεψα πως θα πάει έτσι η πρώτη μου μέρα, αλλά όλοι πρέπει να ξεκινήσουμε από κάπου σωστά; Έπρεπε να περιμένω πως δεν θα αναλάβω κάτι περίπλοκο από την πρώτη. Είμαι η καινούργια στο τμήμα άλλωστε. Θα κάνω αυτό που μου ανατέθηκε και ύστερα, ίσως μου δωθεί κάτι περισσότερο. Θα τα καταφέρω. Πόσο δύσκολο μπορεί να είναι;
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro