Αλήθειες
Jenny's POV
2 μέρες μετά...
Δεν μπορώ να καταλάβω τι στο καλό συμβαίνει το τελευταίο σαρανταοκτάωρο. Είναι λες και από εκεί που επικρατούσε η συνήθεις αστική γαλήνη στο γραφικό Λος Άντζελες, από του πουθενά κάτι έγινε και ό,τι την διατηρούσε κάποτε, πλέον έχει καταρρεύσει.
Μετά τα γεγονότα που συνέβησαν κατά την διάρκεια της συνέντευξης, τα πάντα γύρω μου έχουν αλλάξει. Οπουδήποτε στην πόλη, επικρατεί το απόλυτο χάος. Καυγάδες, ξυλοδαρμοί... Και δυστυχώς, αρκετά θύματα καταλήγουν στο νοσοκομείο. Είμαστε τυχεροί που ακόμα δεν έχουν υπάρξει παράπλευρες απόπειρες. Αλλά δεν ξέρω για πόσο ακόμα θα το αποφεύγουμε, όσο στενάχωρο κι αν ακούγεται. Πόσους αστυνομικούς θα διαθέσει πια ο αρχηγός; Από το ισόγειο και πάνω, είναι στιγμές που ο χώρος είναι άδειος. Και εκτός αυτού, τα κρατητήρια κάτω είναι γεμάτα και δεν έχω ιδέα πού θα πάνε όσοι έχουν ήδη συλληφθεί ή θα προσαχθούν στο άμεσο μέλλον.
Πώς γίνεται η κατάσταση να έχει ξεφύγει τόσο πολύ μέσα σε δύο μόνο ημέρες; Ειλικρινά, δεν μπορώ να καταλάβω από τι προκλήθηκε αυτός ο πανικός. Ούτε γιατί έχει εγαγριωθεί η πλειονότητα του πληθυσμού. Επιτίθενται ο ένας στον άλλον, σαν να έχουν ξεχάσει ότι πριν από λίγες μέρες έπιναν μαζί καφέ ή έκανα βόλτα σε κάποιο πάρκο, γελώντας και περνώντας καλά. Σαν να έχουν διαγραφεί όλες οι καλές στιγμές και να απέμεινε μονάχα το μίσος... Θεωρούσα πως το ανθρώπινο είδος, είχε αφήσει πίσω του αυτές τις εποχές. Τις εποχές που κυριαρχούσαν η αγριότητα και τα στερεότυπα.
Για παράδειγμα, το τελευταίο συμβάν, αφορούσε έναν έγχρωμο πολίτη, ο οποίος είχε χτυπηθεί πολύ άσχημα. Ράγισε η καρδιά μου όταν τον είδα τόσο ταλαιπωρημένο. Δεν ξέρω πλέον τι να πιστέψω γι' αυτό τόνο κόσμο... Μπορεί πράγματι να γίνει καλύτερος ή οι πεποιθήσεις με τις οποίες με ανάθρεψαν και πιστεύω, σταδιακά διαψεύδονται;
"Ρόμπινσον! Δεν με ακούς που σου μιλάω;"
Η δυνατή φωνή του αρχηγού, με επαναφέρει στην πραγματικότητα και πετάγομαι απότομα από την θέση μου. Κάνω μια πλήρη στροφή και αμέσως με διακατέχει ένα περίεργο συναίσθημα, αντικρίζοντας το κατάκοπο βλέμμα του, αλλά και την ψυχρή έκφραση του.
Αυτές οι τελευταίες ώρες, είναι πολύ δύσκολες για εκείνον. Οργανώνει καινούργια σχέδια ακατάπαυστα, δίνει την μία εντολή μετά την άλλη και τα νεύρα του είναι διαρκώς τσιτωμένα. Έτυχε να ξεσπάσει σε ορισμένους συναδέλφους, στους βέβαια απολογήθηκε αργότερα για την ανάρμοστη συμπεριφορά του. Μπορεί να μην έχουμε και την καλύτερη σχέση, αλλά κατανοώ τον εκνευρισμό του. Μόνο να φανταστώ μπορώ πόσο δύσκολο είναι να διευθύνει κανείς ένα ολόκληρο τμήμα και να λειτουργείς όλη την ώρα υπό την πίεση της κάθε υπόθεσης... Πόσο μάλλον τώρα που τα περιστατικά πολλαπλασιάστηκαν.
Ίσως τελικά έκανα λάθος για εκείνον. Δεν έπρεπε να τον κρίνω τόσο έντονα, χωρίς να ξέρω τι έχει βιώσει σε αυτόν εδώ τον χώρο. Και πράγματι, δεν ήμουν τόσο υπάκουη όταν πρωτοήρθα εδώ. Ήθελα τόσο πολύ να αποδείξω την αξία μου, που ποτέ δεν σκέφτηκα τι προβλήματα προκάλεσα. Χαίρομαι που τουλάχιστον τώρα έχουμε βρει μια ισορροπία μεταξύ μας. Ακόμα είναι λίγο επιφυλακτικός, αλλά μου δίνει ευκαιρίες και αυτό είναι πολύ σημαντικό βήμα.
"Με συγχωρείτε. Απλώς σκεφτόμουν διάφορα, σχετικά με αυτά που συμβαίνουν"
"Καταλαβαίνω, αλλά μην σου γίνει συνήθεια. Πρέπει να προλάβουμε τα χειρότερα, προτού γίνουν. Να μην ξαναγίνει, εντάξει;" με ρωτάει και κουνάω το κεφάλι μου καταφατικά... Κάποια στιγμή, θα τον πείσω να με εμπιστευτεί, που θα πάει!
"Σε τι με χρειάζεστε;"
"Λάβαμε μια κλήση για ληστείες στο Γουέστ Μοντ. Ξεκίνησαν από εχθές το βράδυ, αλλά σήμερα κάποιος είδε τους δράστες και κάλεσε ανώνυμα. Πρέπει να δρουν εκεί. Θέλω να το αναλάβεις. Μπορείς;"
"Φυσικά αρχηγέ. Αμέσως" αποκρίνομαι και μαζεύω τα πράγματα που θα χρειαστώ.
"Ωραία. Ο Μπεν θα σου δώσει μερικά στοιχεία. Είναι στην υποδοχή. Πάρε τα και μετά πήγαινε αμέσως"
"Μάλιστα αρχηγέ" τον διαβεβαιώ πως θα το κάνω και ύστερα κατευθύνομαι προς εκεί που μου υπέδειξε αφήνοντας τον με κάποιους άλλους αστυνομικούς στο δωμάτιο.
Φτάνω στην υποδοχή και βλέπω τον Μπεν να συνομιλεί μαζί με τον Μίκαελ. Δείχνουν αρκετά χαλαροί, παρά τα όσα συμβαίνουν. Καλό αυτό. Χρειαζόμαστε πάντα και μερικά άτομα στον χώρο εργασίας μας, τα οποία θα εκπέμπουν θετική ενέργεια στις πιο δύσκολες καταστάσεις και θα εμψωχώνουν τους άλλους, όταν το ηθικό τους έχει πέσει. Η ψυχραιμία τους είναι απαραίτητη.
"Γειά σας αγόρια!" τους χαιρετάω και σταματάνε να μιλάνε, γυρνώντας προς το μέρος μου.
"Γειά Τζένη. Πώς είσαι;" με ρωτάει ο Μπεν, κάπως μονότονα ωστόσο. Και ο Μίκαελ, αποφεύγει να με κοιτάξει κατάματα... Όχι μόνο τώρα, αλλά και κατά την διάρκεια αυτών των δύο ημερών.
"Έχω υπάρξει και καλύτερα. Ευελπιστώ αυτή η καταιγίδα να κοπάσει σύντομα"
"Όπως όλοι μας" λέει απότομα ο Μίκαελ και παραξενεύομαι από την συμπεριφορά του... Τι στο καλό έχει πάθει;
Και αυτοί και πολλοί άλλοι από εδώ μέσα, είτε με αντιμετωπίζουν έτσι είτε κάνουν σαν να μην υπάρχω. Αν εξαιρέσω κάποιους, οι οποίοι άρχισαν να μου φέρονται φιλικά, τίποτα δεν έχει αλλάξει. Η αλήθεια είναι πως το περίμενα. Δεν γίνεται όλοι να με συμπαθήσουν, πόσο μάλλον να κερδίσω το σεβασμό τους από πρώτη επιτυχία. Δεν με πείραξε αυτό, κάποτε θα αλλάξει... Με απογοητεύει όμως το γεγονός ότι συγκεκριμένα άτομα με αγνοούν εντελώς. Και όταν πρέπει να μιλήσω αναγκαστικά μαζί τους, δεν κρύβουν το πόσο θα ήθελαν λήξει αυτή η συζήτηση το συντομότερο δυνατόν.
Με θλίβει αυτό το γεγονός και το χειρότερο; Δεν έχω την παραμικρή ιδέα ούτε για το τι έκανα, ούτε τι θα μπορούσα να κάνω για να επανορθώσω... Και αυτό είναι πολύ άδικο.
"Μίκαελ... Πώς μπορώ να σε βοηθήσω Τζένη;" χαμογελάει αυτήν ηνν φορά, αλλά η λύπη στην φωνή δεν περνάει απαρατήρητη από την προσοχή μου.
"Ο αρχηγός με έστειλε. Μπορείς να μου δώσεις τα στοιχεία, σχετικά με τις κλοπές στο Γουέστ Μοντ; Πρέπει να φύγω άμεσα" του απαντώ και γνέφει θετικά... Μόλις επιστρέψω, θα κάνω μια πολύ σοβαρή κουβέντα μαζί του.
Βλέποντας πως έχει απομακρυνθεί, αποφασίζω να ξεκαθαρίσω τα πράγματα και με τον Μίκαελ. Δεν γίνεται να συνεχιστεί άλλο αυτή η κατάσταση, και μάλιστα χωρίς να πάρω μια εξήγηση. Μου αρέσει πάρα πολύ και με στεναχωρεί αφάνταστα το πώς είμαστε... Ούτε εκείνο το ραντεβού βγήκαμε ποτέ. Δεν πέρασε να με πάρει και θύμωσα πάρα πολύ, αλλά σκέφτηκα κιόλας πως ίσως είχε σοβαρό λόγο. Και την επόμενη ημέρα, ούτε καν καλημέρα δεν μου είπε. Τι συμπέρασμα να βγάλω εγώ από αυτήν του την στάση λοιπόν;
"Μίκαελ, όλα καλά; Γιατί είσαι έτσι; Με αγνοείς και όταν πρέπει να μιλήσουμε όσον αφορά την δουλειά, το κάνεις λες και βρίσκεσαι σε καταναγκαστικά έργα. Μπορείς να μου πεις τι σου συμβαίνει;" τον ρωτάω, με μια δόση θυμού στον τόνο μου, γιατί πραγματικά με έχει φτάσει στα όρια μου.
"Στα αλήθεια δεν μπορείς να καταλάβεις; Ή είναι όντως έτσι, ή... Απλώς είσαι ο πιο αναίσθητος άνθρωπος που έχω γνωρίσει" αποκρίνεται και νιώθω κάτι μέσα να ραγίζει σε χίλια κομμάτια.
Πώς είναι δυνατόν να πιστεύει κάτι τέτοιο για εμένα, μετά από όσα έχουμε περάσει από την αρχή της γνωριμίας μας; Ο Μίκαελ ήταν διατεθειμένος να χάσει την δουλειά του, προκειμένου να βοηθήσει εμένα. Παραδέχτηκε ότι του αρέσω και εγώ... Πώς εξαφανίστηκαν αυτά τα συναισθήματα μέσα σε τόσο μικρό, χρονικό διάστημα;
"Αδυνατώ να πιστέψω αυτό που μόλις άκουσα..."
"Δεν πειράζει. Και εγώ αδυνατώ να πιστέψω πόσο λάθος έκανα για εσένα" αντιγυρίζει και αρχίζει να περπατάει προς την αντίθετη κατεύθυνση.
"Μίκαελ–"
"Ορίστε αυτά που ζήτησες" με διακόπτει ο Μπεν, αφήνοντας έναν φάκελο μπροστά μου στον πάγκο.
"Σε ευχαριστώ... Μπεν, γιατί είστε τόσο ψυχροί απέναντι μου;" τον ρωτάω και δαγκώνει το κάτω χείλος, κοιτώντας με απολογητικά... Μα γιατί όμως, δεν μπορώ να καταλάβω!
"Νομίζω πως αν το σκεφτείς, θα καταλάβεις και μόνη σου... Πάντως να ξέρεις ότι εγώ δεν παρεξηγώ" μου λέει και φεύγει, αφήνοντας με σύξυλη να αναρωτιέμαι ξανά και ξανά το ίδιο ακριβώς πράγμα.
Αποχωρώ από το τμήμα, έχοντας πολύ περισσότερα ερωτηματικά να τριβελίζουν το μυαλό μου και υπάρχει μόνο ένας τρόπος για να σταματήσουν να υπάρχουν, αλλά κανένας δεν με βοηθάει να φτάσω εκεί. Για ποιόν λόγο δεν με παρεξηγεί ο Μπεν; Γιατί ο Μίκαελ με αποφεύγει συμπεριφέρεται σαν να μην τρέχει τίποτα ανάμεσα μας; Πώς γίνεται ξαφνικά όλοι να με αγνοούν, αλλά για τελείως διαφορετικούς λόγους από ότι θα περίμενα;
Δεν το περίμενα από κανέναν τους... Και ιδιαίτερα από τον καλύτερο μου φίλο, τον Νικ. Τον πρώτο αληθινό φίλο που έκανα σε όλη μου την ζωή και τον εμπιστεύτηκα χωρίς δεύτερη σκέψη όταν έπρεπε. Ήθελα να είναι δίπλα μου σε μια τόσο δύσκολη περίοδο, μα ακόμα και εκείνος έχει εξαφανιστεί. Αν η αδιαφορία του Μπεν και του Μίκαελ με πληγώνει μία, η απουσία του Νικ από την ζωή πονάει πολύ περισσότερο. Με αυτόν τον άνθρωπο, νιώθω πως απέκτησα μια ιδιαίτερη σχέση. Υποσχεθήκαμε πως πάντα θα στηρίζουμε ο ένας τον άλλον... Τώρα όμως πού βρίσκεται;
Ένιωσα πως αναπτύχθηκε μια ιδιαίτερη σχέση ανάμεσα μας. Γίναμε φίλοι κάτω από περίεργες συνθήκες, αλλά δεν μετανιώνω για όσα περάσαμε μαζί. Είναι από τα πρώτα άτομα που πίστεψε πραγματικά σε εμένα και δεν με έκρινε βάσει του χρώματος μου. Επικοινωνούσαμε, δίχως να πρέπει να ειπωθούν λέξεις μεταξύ μας. Ήταν κοντά μου στον κίνδυνο και δεν δίστασε να μπει μπροστά, για να με προστατέψει... Να πάρει, ευελπιστώ απλά να έπεσε η μπαταρία του κινητού και να μην μπορεί να το φορτίσει. Διότι αν και αυτός φύγει... Δεν ξέρω πώς θα διαχειριστώ την δική του απώλεια από την ζωή μου.
Μετά από αρκετή ώρα οδήγησης και εμβάθυνσης στις σκέψεις μου, φτάνω επιτέλους στην περιοχή. Παρκάρω στην πρώτη θέση που βρίσκω και προτού βγω από το αμάξι, μελετώ λίγο τα στοιχεία... Από ότι φαίνεται, ο κλέφτης έχει ληστέψει από μαγαζιά και έχει πάρει πολύτιμα αντικείμενα αρκετά άτομα. Από ό,τι βλέπω, δεν υπάρχει καμία περιγραφή του δράστη, που σημαίνει ότι ψάχνω ψύλλους στα άχυρα. Θα μπορούσε να είναι ο οποιοσδήποτε, οπότε δεν ξέρω αν θα καταφέρω να ξεμπερδέψω σήμερα. Θα είμαι πολύ τυχερή, εάν τον πιάσω επ αυτοφώρω.
Βγάζω από την ζώνη μου και κρατώντας τον φάκελο στα χέρια μου, βγαίνω από το όχημα και ξεκινώ την έρευνα μου.
Καθώς περπατάω, δεν γίνεται να μην παρατηρήσω το πόσο όμορφη είναι η γειτονιά αυτή. Ίσως μια από τις πιο προσεγμένες που έχω βρεθεί από τότε που ήρθα. Φροντισμένα κτίρια, περιποιημένη κήποι, χαρούμενοι άνθρωποι που περπατούν στον δρόμο... Ίσως γι' αυτό επέλεξε αυτό το μέρος ο δράστης. Σφύζει από ζωή ο τόπος και θα έχει να διαλέξει ανάμεσα σε πολλά, πριν κάνει την επόμενη κίνηση του. Ίσως αν πάω στην κεντρική πλατεία, να–
"Βοήθεια! Κλέφτης!" ακούω ξαφνικά μια φωνή και θέτω κάθε μόριο στο σώμα σε λειτουργία, ώστε να είμαι έτοιμη για όλα.
Βλέπω μια ηλικιωμένη γυναίκα να τρέχει προς το μέρος μου, με όση δύναμη διαθέτει, πανικόβλητη. Τρέχουν δάκρυα από τα μάτια της και η θλιμμένη έκταση της, κάνει την καρδιά μου να λιώσει σε δευτερόλεπτα... Οι ηλικιωμένοι άνθρωποι κατέχουν ένα κομμάτι της καρδιάς μου. Πάντα μου άρεσε να τους φροντίζω, ακόμα και όταν απεχθάνονταν το άγγιγμα μου. Για εμένα δεν είχε σημασία όμως όταν ήμουν παιδί. Όπως και τώρα, ήθελα μόνο ο κόσμο να γίνει καλύτερος.
Τρέχω κοντά της, για να μην χρειαστεί να καταβάλει άλλη προσπάθεια να με πλησιάσει. Βαριανασαίνοντας, υψώνει το κεφάλι της και με κοιτάει κατάματα, μην μπορώντας να μιλήσει.
"Ηρεμήστε, σας παρακαλώ! Πάρτε βαθιές ανάσες και πείτε μου" την παροτρύνω να κάνει και αφού ακολουθεί την συμβουλή μου, ανοίγει το στόμα της για να μιλήσει.
"Ένας άντρας πέρασε ξυστά από δίπλα μου και άρπαξε την τσάντα μου! Φορούσε κουκούλα, δεν είδα το πρόσωπο του! Ήταν η αγαπημένη, καφέ με χρυσές λεπτομέρειες! Εκεί μέσα... Εκεί μέσα είχα πολύτιμα αντικείμενα!" λέει μέσα από τις λυγμούς της και βάζω τα χέρια μου στους ώμους της, θέλοντας να την καθησυχάσω.
"Κυρία μου, μην ανησυχείτε! Σας υπόσχομαι πως θα τον βρω και θα πάρετε πίσω τα πράγματα σας! Δείξτε μου προς τα που πήγε και μείνετε στο αμάξι, έως ότου να γυρίσω! Όλα θα πάνε καλά!"
Την αφήνω να κάτσει μέσα στο αμάξι με ανοιχτά παράθυρα, λόγω της ζέστης και ύστερα αρχίζω να τρέχω προς την κατεύθυνση που μου υπέδειξε. Βάζοντας όλη μου την δύναμη, δεν σταματάω πουθενά και για κανέναν λόγο. Ευτυχώς που το χέρι μου είναι καλά πλέον. Ακόμα έχω μερικές ενοχλήσεις, αλλά είναι υποφερτές. Προσέχω να μην σηκώνω βαρύ και οι κινήσεις είναι πάντα πολύ μελετημένες. Θέλω να αποφύγω άλλους τραυματισμούς για όσο περισσότερο μπορώ.
Πολλές βρισιές περαστικών που πατάω φτάνουν στα αυτιά μου, αλλά ειδικά αυτήν την στιγμή, δεν έχω καθόλου χρόνο, ούτε και διάθεση να ασχοληθώ... Είναι πιο σημαντικό να πιάσω αυτόν τον κλέφτη, παρά να σπαταλήσω χρόνο σε άτομα που δεν αξίζουν. Το έμαθα καλά αυτό πια...
Μη μπορώντας να αγνοήσω άλλο τον πόνο στα πόδια μου, σταματάω να τρέχω για ένα λεπτό, ώστε να πάρω μια ανάσα. Νιώθω πως τα πνευμόνια μου θα σκάσουν από λεπτό σε λεπτό... Και τότε τον βλέπω, ευθεία μπροστά μου, να αδειάζει την τσάντα... Καδς με χρυσές λεπτομέρειες, ακριβώς όπως μου την περιέγραψε εκείνη η γυναίκα. Ο τύπος παραείναι ηλίθιος. Το ότι ολοκληρώνει το έργο σε κοινή θέα, μπροστά σε τόσους μάρτυρες, λέει πολλά. Αλλά δεν πειράζει, καλύτερα για εμένα! Ποιός κλέβει από ηλικιωμένους, για όνομα του Θεού!
"Έι, εσύ! Σταμάτα εκεί που είσαι!" του φωνάζω, βγάζοντας το όπλο από την θήκη στην ζώνη μου και σημαδεύοντας τον.
Πριν προλάβω να τον πλησιάσω, ξεκινάει να τρέχει και δίχως δεύτερη σκέψη, αυξάνω πάλι ταχύτητα, ώστε να τον προλάβω... Μπορεί εκείνος να δείχνει έξυπνος, αλλά δεν φοίτησε σε μία από τις καλύτερες αστυνομικές ακαδημίες του πλανήτη, εξελίσσοντας τις ικανότητες του στο έπακρο. Για εμένα, μια από αυτές ήταν η ικανότητα μου να κινούμαι ποπ γρήγορα από όλους τους άλλους. Εκείνος δεν έχει εξασκηθεί και πολύ σε αυτό, από ό,τι φαίνεται.
Τον βλέπω να στρίβει σε ένα στενό και πριν προλάβει να χαθεί από οπτικό μου πεδίο –απέχοντας μονάχα ελάχιστα ελάχιστα μέτρα από αυτόν– επιχειρώ ένα άλμα, ελπίζοντας πως θα πετύχει και δεν θα τραυματιστώ... Προς μεγάλη μου έκπληξη, καταφέρνω να προσγειωθώ πάνω του, με αποτέλεσμα να πέσουμε να δύναμη στο έδαφος και όλα τα κλοπιμαία να σκορπιστούν πάνω στο τσιμέντο.
Πόσο χαίρομαι που τελικά έγινε αυτό που είχα στο μυαλό μου!
"Σε έπιασα! Νόμιζες θα γλιτώσεις;! Ώρα να οδηγηθείς στην δικαιοσύνη, παλιο–"
Την στιγμή που τραβάω την μαύρη κουκούλα από το κεφάλι του, νιώθω πως ταυτόχρονα χάνεται η γη κάτω από τα πόδια μου. Τα μάτια μου γουρλώνουν και στον λαιμό που δημιουργείται ένας σφιχτός κόμπος, εμποδίζοντας με να καταπιώ και να αναπνεύσω σωστά. Το σοκ κατακλύζει κάθε μόριο σε ολόκληρο το σώμα μου και παρόλο χιλιάδες σκέψεις περνάνε από το μυαλό μου γι' όσα θα ήθελα να πω, αδυνατώ να αρθρώσω έστω και μια λέξη. Τα δάχτυλα μου τρέμουν, καθώς πετάω μακριά το μαύρο κομμάτι υφάσματος και κοιτάζω κατάματα το άτομο που έχω απέναντι, νιώθοντας μια αίσθηση πόνο να κάθεται πάνω στο στήθος μου. Ανοιγοκλείνω μερικές φορές τα βλέφαρα μου, ευελπιστόντας ότι ο άντρας μπροστά μου θα εξαφανιστεί...
Όχι... Όχι, είναι αδύνατον!
"Σου έλειψα... Σοκολατάκι;" με ρωτάει με μια δόση ειρωνείας στον τόνο του και ξαφνιάζομαι.
"Νικ... Τι στο καλό;!" αναφωνώ εκνευρισμένη, σηκώνοντας τον πάνω και περνώντας χειροπέδες στα χέρια του "Μου είχες υποσχεθεί ότι τελείωσες με όλα αυτά. Θα σε βοηθούσα να βρεις μια τίμια δουλειά" ψελλίζω, απογοητευμένη που μετά από όσα περάσαμε μαζί, γυρίσαμε πάλι στην αρχική μας συνάντηση... Εγώ, μια αστυνομικός και εκείνος ο δράστης, που πρέπει να συλλάβω.
"Πολλά άλλαξαν από τότε" λέει απότομα και δεν ξέρω αν πρέπει να θυμώσω ή προβληματιστώ από το ύφος του, που ήδη με εκνευρίζει αρκετά.
"Νικ–"
"Απλά πάμε στο τμήμα, να τελειώνουμε. Δεν σου χρωστάω εξηγήσεις" αποκρίνεται και ξεφυσάω, σκεπτόμενη τι μπορεί να έχει γίνει.
Δεν μπορώ να καταλάβω... Γιατί κύλησε πάλι σε αυτές τις συνήθειες; Είναι τρόπος ζωής αυτός; Τι απέγινε όλη η διάθεση να γυρίσει σελίδα στην ζωή του; Αυτός δεν είναι ο Νικ που ξέρω... Σε καμία περίπτωση!
[...]
Ανοίγω την πόρτα για να μπούμε μέσα στο κτίριο και με το που πατάμε το πόδι μας στο μαρμάρινο πάτωμα, όλα τα βλέμματα στρέφονται πάνω μου. Προς μεγάλη μου έκπληξη, τα περισσότερα από αυτά σοκαρισμένα.
Παρά το επιβαρυμένο του μητρώο, μετά τα γεγονότα της υπόθεσης που φέραμε εις πέρας, έγινε ιδιαίτερα αντιπαθής σε ορισμένους. Είχε περάσει μερικές φορές από το τμήμα για να με δει και παρόλο που σε αρκετούς έκανε εντύπωση, το κλίμα απέναντι του ήταν φιλικό. Και εκείνος έδειχνε ευδιάθετος. Ό,τι έκανε, εκτιμήθηκε πάρα πολύ από πολλούς. Για μια στιγμή, είχα σκεφτεί πόσο θα του ταίριαζε να εργάζεται σε αυτόν τον χώρο. Γιατί βαθιά μέσα του, έχει τα ίδια όνειρα με εμένα. Να παλέψει για έναν πιο δίκαιο κόσμο... Και τώρα βλέπω ότι αυτή η επιθυμία του ξεθώριασε, έτσι ξαφνικά, δίχως λόγο. Κι αν υπάρχει κάποιος, αρνείται να μου πει.
Αγνοώντας το πλήθος, τον οδηγώ προς τα κρατητήρια. Και πάλι, διαισθάνομαι τους πάντες να μας καρφώνουν με τα μάτια τους, λες και δεν έχουν άλλες δουλειές να κάνουν. Ελπίζω να υπάρχει έστω ένα κελί κάτω για να τον τακτοποιήσω, μέχρι να έρθει κάποιος να τον μαζέψει... Εάν μπορέσει δηλαδή.
Για καλή μου τύχη, βρίσκω ένα άδειο –ίσως το μοναδικό– και αδιαφορώντας για τα σχόλια των υπόλοιπων κρατουμένων, τον σπρώχνω μέσα και κλείνω τα κάγκελα με δύναμη... Ίσως αυτός να μην ήταν απαραίτητο, αλλά δεν με νοιάζει! Έχω εκνευριστεί πάρα πολύ!
"Γιατί; Απλά πες μου γιατί; Μετά από τόσες συζητήσεις... Γιατί επιμένεις να καταστρέφεις την ζωή σου;" τον ρωτάω ξανά, σε μια προσπάθεια να δικαιολογήσω έστω την ανεξήγητη συμπεριφορά του.
Συνεχίζει να αγνοεί, όπως έκανε και στο αμάξι. Κάθεται απλά στο κρεβάτι και παρατηρεί τον πέτρινο τοίχο με βλέμμα απλανές... Που να τον πάρει και να τον σηκώσει, με έχει φτάσει στα όρια μου! Τυλίγω τα δάχτυλα μου γύρω από τα κάγκελα, θέλοντας να διοχετεύσω κάπου τα νεύρα μου. Τα σφίγγω τόσο πολύ, που οι αρθρώσεις μου δεν αργούν να ασπρίσουν.
"Νομίζω μπορείς να καταλάβεις και μόνη σου"
Έλεος!
"Φτάνει πια με τους γρίφους! Μίλα ξεκάθαρα!"
Ξαφνικά σηκώνεται όρθιος και πλησιάζει προς την πόρτα. Με καρφώνει το πιο σοβαροφανές ύφος που έχω δει ποτέ σε άνθρωπο και αισθάνομαι να με διαπερνά ένα ρίγος. Δεν τον έχω ξαναδεί έτσι. Είναι σοβαρός όταν το επιβάλλουν οι περιστάσεις, αλλά εδώ είναι διαφορετικά. Μπορώ να πω με σιγουριά πως εάν τα βλέμματα μπορούσαν να σκοτώσουν, τώρα θα ήμουν νεκρή.
" 'Σκάσε πια. Εσύ και όλοι οι λευκοί που νομίζουν ότι είναι καλύτεροι από εμάς. Όλοι οι λευκοί είστε το ίδιο και δεν θα αλλάξετε ποτέ. Ρατσιστές, χωρίς ενσυναίσθηση και νοιάζεστε μόνο για τον εαυτό σας... Σας αξίζει ότι κι αν πάθετε' " μιμείται τον τόνο της φωνής και καθώς οι αναμνήσεις από την νύχτα της συνέντευξης επιστρέφουν αποσπασματικά, συνεχίζει απτόητος "Ή μήπως το άλλο, το πετυχημένο που είπες... Πώς ήταν... Ααααα ναι! Ότι δεν βρέθηκε κανείςνα σου φερθεί ως ισάξια τόσα χρόνια και ότι όλοι οι λευκοί είμαστε το ίδιο μήπως;" μου λέει με ένα ειρωνικό χαμόγελο αποτυπωμένο στο πρόσωπο του.
"Ναι! Γιατί δεν υπάρχει ούτε ένας που να μου έχει φερθεί ως ισάξια τόσα χρόνια! Όπως είπα, όλοι είναι ίδιοι!"
Παγώνω, φέροντας ξανά στον νου μου αυτά τα λόγια και πλέον, όλα βγάζουν νόημα. Οι ματιές, οι ψίθυροι, ο θυμός στα μάτια του Μίκαελ και ο απογοητευμένος Μπεν... Και τώρα η προδομένη έκφραση του κολλητού μου, την οποία έχει καλύψει με μια μάσκα, για να κρύψει τον πόνο που τον έχει καταβάλει. Τον οποίο εγώ του προκάλεσα άθελα, όταν τα συναισθήματα υπερίσχυσαν της λογικής και είπα λόγια που δεν έπρεπε ποτέ να ξεστομίσω... Θεέ μου, τι έκανα;!
Περπατώ μερικά μέτρα πίσω, ανήμπορη να μιλήσω ή να συναντήσω την ματιά του. Η καρδιά μου χτυπάει τόσο δυνατά, που μπορεί να πεταχτεί έξω από λεπτό σε λεπτό. Περνάω από τα χέρια από τα μαλλιά και τα τραβάω, με την ελπίδα πως δεν θα πονέσω και ότι μάλλον όλο αυτό είναι ένα κακό όνειρο... Αλλά τελικά, τα αποτελέσματα ήταν εντελώς αντίθετα!
"Μήπως υπάρχει και κάτι που θα ήθελες να μοιραστείς; Είμαι εδώ να ακούσω οποιαδήποτε κριτική"
"Νικ... Εγώ... Δεν είχα ιδέα, λυπάμαι πάρα πολύ" αποκρίνομαι απολογητικά και εκείνος γελάει ειρωνικά.
"Λυπάσαι πολύ, φαίνεται. Άντε παράτα μας Τζένη"
"Νικ, ξέρεις πως δεν θα εννοούσα όλα αυτά που είπα. Πάνω στον θυμό μου, μίλησα εσφαλμένα. Όλοι, όταν είμαστε συναισθηματικά φορτισμένοι, λέμε πράγματα που δεν τα εννοούμε"
"Έχεις δίκιο. Αλλά αμφιβάλλω εάν εσύ όντως δεν τα εννοούσες"
"Πώς μπορείς να το λες αυτό; Ξέρεις τι άνθρωπος είμαι, με γνώρισες καλύτερα από τον καθένα τόσον καιρό"
Αποκλείεται να τα είπα όλα αυτά και να ήταν αλήθεια κιόλας. Δεν είμαι έτσι εγώ. Το ξέρω ότι δεν σκέφτομαι πάντα προτού πω κάτι ή επιχειρήσω μια πράξη, αλλά δεν πλήγωνα με την θέληση μου ποτέ κανέναν με τόσο άσχημο τρόπο. Έχω... Έχω μάθει να αγνοώ τα πικρόχολα σχόλια των άλλων. Μια ικανότητα που απέκτησα με πολύ κόπο και ενώ ήδη είχα βιώσει τον απόλυτο εξεφτελισμό σε πολλές φάσεις της ζωής μου έως τώρα. Δεν μπορεί να σήμαινε κάτι αυτό το ξέσπασμα.... Μπορεί;
"Σε γνώρισα στα αλήθεια, Τζένη; Γιατί ασχέτως με την αρχική αντιπάθεια που έτρεφα για εσένα, δεν αρνούμαι ότι σε θαύμασα. Για την αποφασιστικότητα και το κουράγιο σου. Την επιμονή και την θέληση σου. Αυτήν την γυναίκα γνώρισα εγώ και επέλεξα να βάλω στην ζωή μου. Εκείνη όμως αντίκρισα στην οθόνη... Ήταν ένας άλλος άνθρωπος. Δεν λες τόσα σκληρά λόγια, χωρίς να τα εννοείς. Ήταν ένα απωθημένο, που απλά περίμενε την κατάλληλη στιγμή για να βγει προς τα έξω"
Όχι... Όχι, δεν γίνεται να συμβαίνει αυτό.
"Έθαψες μέσα σου κάθε πιθανότητα να γίνει αυτό που απέρριπτες τόσα χρόνια με πείσμα... Μια ρατσίστρια, που στα δικά της μάτια, πάντα κάτι είναι αταίριαστο στην όχι και τόσο αγγελικά πλασμένη κοινωνία μας" παίρνει μια βαθιά ανάσα και εγώ δεν τολμάω να διακόψω τον ειρμό του "Έγινες αυτό που απεχθανόσουν όλη σου την ζωή. Έκρινες τους άλλους, δίχως να σκεφτείς ότι υπάρχουν άτομα που σε αποδέχονται γι' αυτό που σου είσαι και δεν τους άξιζε τέτοια αντιμετώπιση. Η Σάρα, ο Μπεν, ο Μίκαελ... Εγώ. Εγώ που πίστεψα σε εσένα και μέσα σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα, σε εμπιστεύτηκα. Κάτι που ίσως να μην συνέβαινε ποτέ με κάποιον άλλον"
"Νικ..."
Δεν μπορώ να πω τίποτα άλλο... Ο εαυτός μου δεν με αφήνει. Οι λέξεις του, είναι σαν νέες βελόνες, που διαπερνούν το δέρμα όλες μαζί σε δευτερόλεπτα και χτυπάνε έντονα εκεί που συσσωρεύονται όλα τα ανθρώπινα συναισθήματα. Ο αέρας έχει λιγοστέψει στα πνευμόνια μου κάθε ανάσα που παίρνω, είναι πιο επώδυνη από την προηγούμενη.
"Κοίτα γύρω σου, όταν βγεις από εδώ. Αναλογίσου πώς ξεκίνησε όλο αυτό το πανδαιμόνιο και θα καταλάβεις ότι αυτά που λέμε, καμιά φορά, έχουν και συνέπειες. Και στην συνέχεια, συζήτα με τον εαυτό σου τι πραγματικά θες μέσα σου... Μήπως εσύ η ίδια δεν έχεις αποδεχτεί ότι γεννήθηκες μαύρη; Γιατί είμαι απόλυτα σίγουρος πως αν ίσχυε κάτι τέτοιο, τότε εξαρχής δεν θα σχολίαζες την κριτική του αρχηγού. Θα έκανες την δουλειά και θα πάλευες να ανέβεις ψηλά, επειδή κάνεις αυτό που αγαπάς και όχι για να αποδείξεις κάτι στους γύρω σου. Συνήθως τότε ο άνθρωπος, ανεξαρτήτως φυλετικής καταγωγής, φύλου ή θρησκείας, είναι ευτυχισμένος. Γιατί ο ίδιος είναι καλά με τον εαυτό του και μετράνε μόνο οι άνθρωποι που δεν θα επιδιώξουν να τον αλλάξουν, αλλά θα του σταθούν. Εσύ δεν πιστεύω ότι εκτίμησες πραγματικά αυτούς τους λίγους... Γιατί έψαχνες την αποδοχή όλων. Λες και είχε καμιά σημασία ποτέ"
Έχω μείνει να τον κοιτάω αποσβολωμένη. Τρέμω ολόκληρη, αλλά δυστυχώς είναι καλοκαίρι και δεν μπορώ να χρησιμοποιήσω το κρύο του χειμώνα ως δικαιολογία.
"Μην με κρίνεις λοιπόν για την ζωή που έκανα και θα συνεχίσω να κάνω. Αυτήν έμαθα και δεν θα μου δοθεί ποτέ η ευκαιρία για κάτι καλύτερο. Αλλά εγώ είμαι εντάξει με αυτό, γιατί ποτέ μου δεν προσπάθησα ιδιαίτερα και το αναγνωρίζω. Μπορείς να φύγεις τώρα και σου εγγυώμαι ότι δεν πρόκειται να με ξαναδείς... Όχι ως φίλο σου τουλάχιστον. Αντίο Τζένη Ρόμπινσον"
Ολοκληρώνοντας τον λόγο, πέφτει πάλι στο κρεβάτι και μου γυρνάει την πλάτη, δείχνοντας ότι η συζήτηση έχει τελειώσει. Και δεν έχει καμία διάθεση να ακούσει την δική μου πλευρά... Αλλά υπάρχει κάτι να ειπωθεί από αυτήν άραγε;
"Ωωω Νικ... Πραγματικά λυπάμαι πολύ. Και ξέρω ότι θα προτιμούσες τώρα να εξαφανιστώ, οπότε θα το κάνω. Αλλά να θυμάσαι ένα πράγμα. Ό,τι έκανες τις τελευταίες εβδομάδες, δεν το έκανες για να αποδείξεις κάτι στους άλλους, αλλά για να ξαναθυμηθείς την καλή πλευρά του εαυτού σου. Εκείνη που νοιάζεται, που έδινε όλο της το ψωμί στον συνάνθρωπο του, εάν δεν είχε να φάει. Μπορείς να ζήσεις αλλιώς. Σου αξίζει κάτι πολύ καλύτερο και είναι κρίμα να μην το κυνηγήσεις. Δεν το βλέπεις; Μην πετάς την ζωή σου στα σκουπίδια. Ποτέ δεν είναι αργά... Για να αλλάξουμε ό,τι δεν μας αρέσει, τουλάχιστον σε ατομικό επίπεδο. Όσον αφορά την κοινωνία, χρειάζεται λίγος παραπάνω χρόνος η αλήθεια είναι" αποκρίνομαι και ξεφυσώντας, αποχωρώ, αποτυγχάνοντας να βάλω τις σκέψεις μου σε μία σειρά.
Αφού ενημερώσω τον αρχηγό, μου επιτρέπει να πάω σπίτι μου για υπόλοιπη μέρα και δέχομαι με χαρά. Μακάρι να είχα και τον Μαξ για παρέα, αλλά έφυγε πριν λίγες μέρες... Συνειδητοποιώ πόσο μου λείπει η οικογένεια μου. Το σπίτι μου. Η ζεστασιά και ασφάλεια που ένιωθα εκεί... Η σιγουριά πως τίποτα και κανείς δεν θα με βλάψει ποτέ.
Φεύγω από το τμήμα, μη περιμένοντας ότι κάποιος θα με σταματήσει... Και γιατί να το κάνει στην τελική; Έκαψα κάθε πιθανότητα να γίνω συμπαθής. Μα το πιο σημαντικό, έχασα άτομα που η δική τους γνώμη θα έπρεπε να μετράει πραγματικά για εμένα... Θεέ μου, το χειρότερο είναι ότι ο Νικ εντέλει είχε δίκιο. Αντί να αντιμετωπίσω εγώ η ίδια τις ανασφάλειες που και να γίνω καλύτερος άνθρωπος, διαρκώς έριχνα το φταίξιμο στους άλλους. Προφανώς, ευθύνονεται έως έναν βαθμό, γιατί με γέμισε με αυτές από όταν θυμάμαι τον εαυτό μου. Αλλά δεν είμαι μωρό πια. Ούτε παιδί, ούτε έφηβη. Μεγάλωσα και αντίκρισα τον αληθινό κόσμο. Τίποτα δεν αποτελεί δικαιολογία για ό,τι έκανα... Και εξαιτίας μου, καταστρέφονται τόσες ζωές. Και αυτό γιατί; Επειδή εγώ στάθηκα ανίκανη να αναλάβω τις ευθύνες που μου αναλογούσαν και να επικεντρωθώ στο πώς να με βοηθήσω, αντί να επιτρέπω στην αυτολύπηση να απορροφά στην σκοτεινή της δίνη.
Νιώθω βουλιάζω σταδιακά σε έναν λάκκο... Και δεν υπάρχει κανένας τρόπος να βγω από εκεί.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro