Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Kεφάλαιο 30ο

Η διαδρομή για το ορυχείο είχε μείνει καλά χαραγμένη στο μυαλό μου. Μπορεί να είχα κοιτάξει το χάρτη μόνο για μερικά λεπτά, αλλά θυμόμουν πολύ καθαρά όλες τις παρακάμψεις που έπρεπε να κάνουμε, για να το βρούμε.

Πήραμε τα άλογα μας και κατευθύνθηκαν δυτικά της πόλης. Είχαμε πολύ μεγάλο δρόμο μπροστά μας, καθώς το σημείο βρισκόταν σχεδόν στα όρια της Πολιτείας. Φρόντισα να πάρω μαζί μας λίγο φαγητό και όσο περισσότερο νερό μπορούσα να κουβαλήσω, για να αντέξουμε το ταξίδι. Ξεκινήσαμε νύχτα, αλλά το πρωί θα ήταν πολύ δύσκολο να αντιμετωπίσουμε τον καυτό ήλιο και τις υψηλές θερμοκρασίες.

Κινούμασταν αργά στο σκοτάδι, έχοντας μόνο το αχνό φως δυο μικρών φαναριών να μας συντροφεύουν. Ο προσανατολισμός μου δεν ήταν και ο καλύτερος στο χαμηλό φωτισμό και έτσι αναγκαστήκαμε να γυρίσουμε και να αλλάξουμε πορεία αρκετές φορές, για να ακολουθήσουμε το σωστό δρόμο.

Μόλις ο Ήλιος άρχισε να ανατέλλει, αποφασίσαμε να σταματήσουμε για λίγο, για να ξεκουραστούμε τα άλογα. Ο Χοακίν έστρωσε ένα φαρδύ σάλι στο έδαφος και μου έκανε νόημα να καθίσω. Καθίσαμε ο ένας δίπλα στον άλλο και φάγαμε αμίλητοι το ψωμί και τα αλλαντικά που είχα πάρει μαζί μου.

«Για ποιο λόγο άφησες τον Τζέρεμι;» Ρώτησε ξαφνικά εκείνος σπάζοντας τη σιωπή.

Η ερώτηση του με έπιασε απροετοίμαστη και ξεροκατάπια βήχοντας δυνατά.

«Είναι μπερδεμένη ιστορία.» Μονολόγησα.

«Εντάξει, δε σε πιέζω.» Είπε εκείνος σηκώνοντας το χέρι του. «Ήταν λάθος μου να ρωτήσω.» Μια αμήχανη σιωπή απλώθηκε στην ατμόσφαιρα και μείναμε αμίλητοι για αρκετά λεπτά.

«Θα σου πω την αλήθεια Χοακίν.» Κατέληξα. «Δεν θέλω να παντρευτώ.»

Εκείνος κούνησε το κεφάλι του καταφατικά, χωρίς όμως να μου απαντήσει.

«Υποθέτω ότι θα το θεωρείς εξωφρενικό για μια γυναίκα να επιλέξει να μείνει μόνη της, αλλά δεν ήταν ποτέ το όνειρο μου να περάσω όλη μου τη ζωή κλεισμένη σε ένα σπίτι.» Συνέχισα. «Από μικρό παιδί, το μόνο που με τραβούσε ήταν η περιπέτεια. Αυτό που μου δίνει ζωή είναι ο κίνδυνος. Να σταματάω ληστές και καθάρματα σαν τον Πινέντα. Δε θα μπορέσω ποτέ να αφοσιωθώ σε έναν σύζυγο.»

«Ο γάμος όμως, δε σημαίνει απαραίτητα ότι θα τα χάσεις όλα αυτά.» Μου είπε σκεπτικός.

«Και ποιος άντρας, θα αφήσει τη γυναίκα του να τρέχει μόνη της στις ερημιές;» Τον ρώτησα και χαμογέλασα με την ειρωνεία της κατάστασης. «Το είπες και μόνος σου ότι ούτε εσύ θα άντεχες να σκέφτεσαι, ότι βρίσκομαι σε κίνδυνο.»

«Αυτό που είπα, ήταν ότι δεν θα ήθελα να σε αφήσω μόνη σου σε κίνδυνο.» Είπε τονίζοντας με νόημα τις τελευταίες λέξεις.

Γύρισα και τον κοίταξα.

«Και η οικογένεια; Πως θα μπορούσα να κάνω παιδιά, ενώ έχω τέτοια ζωή;» Απόρησα.

«Λοιπόν... Ο πατέρας σου έκανε εσένα.» Μου απάντησε, προκαλώντας μου ένα δυνατό γέλιο.

«Είδαμε πόσο καλά εξελίχθηκε αυτό!» Αναφώνησα και γέλασε και αυτός μαζί μου.

«Ότι και να επιλέξεις, εγώ θα σε στηρίξω.» Μου είπε τελικά και το δέχτηκα χαμογελώντας.

Το τέλος της διαδρομής ήταν θολό στο μυαλό μου. Με το φως του ήλιου όμως, καταφέραμε να ακολουθήσουμε φρέσκα ίχνη από μια άμαξα και άλογα, που το πιο πιθανόν ήταν να ανήκαν στον Πινέντα.

Μετά από αρκετή ώρα, αντικρίσαμε στο βάθος του δρόμου το ορυχείο. Ήταν μια τεράστια κατασκευή με ψηλές σκαλωσιές και μικρά ξύλινα οικοδομήματα, που φαινόταν να βγαίνει μέσα από ένα σύννεφο σκόνης. Οι θόρυβοι από αξίνες που έσκαβαν και οι μακρινές φωνές ανθρώπων, μας έκαναν να καταλάβουμε ότι είχαμε φτάσει στο σωστό μέρος. Ξεπεζέψαμε τα άλογα και αποφασίσαμε να συνεχίσουμε πεζοί, για να μπορούμε να κρυφτούμε πιο εύκολα από το δρόμο.

Μόλις φτάσαμε στο δρόμο που οδηγούσε στην είσοδο του ορυχείου, είδαμε δύο φρουρούς να κάθονται και να συζητάνε σιγανά. Ο Χοακίν, μου έκανε νόημα και τους πλησιάσαμε αθόρυβα από πίσω. Πήρα στα χέρια μου μία αξίνα πού βρισκόταν πεσμένη δίπλα στους δύο άντρες και χτύπησα τον έναν από αυτούς στο κεφάλι, την ίδια ώρα που ο Χοακίν, έπιανε τον δεύτερο από το λαιμό. Οι δύο άντρες έπεσαν αναίσθητοι στο έδαφος. Τραβήξαμε τα σώματά τους, για να τα κρύψουμε από την κοινή θέα, πίσω από έναν μεγάλο βράχο. Ο ένας φρουρός, είχε ένα κομμάτι σκοινί περασμένο στη ζώνη του, το οποίο ο Χοακίν το χρησιμοποίησε για να δέσει τους δύο άντρες. Εγώ έβγαλα τα μαντήλια που φορούσαν στο λαιμό τους και τα έχωσα βαθιά στο στόμα τους, έτσι ώστε όταν ξυπνούσαν, να μην μπορέσουν να φωνάξουν δυνατά.

«Δύο προβλήματα λιγότερα.» Είπε ο Χοακίν και μου έκλεισε το μάτι.

Ένιωσα ένα τσίμπημα στο στομάχι μου, αλλά αγνόησα την αίσθηση και προχώρησα μπροστά στο μονοπάτι. Μόλις πλησιάσαμε το ορυχείο, είδαμε δεκάδες ανθρώπους να δουλεύουν σκληρά, κάτω από τον καυτό ήλιο. Οι περισσότεροι φορούσαν κουρελιασμένα ρούχα, ενώ φαινόταν εξαντλημένοι από την κούραση. Ο Χοακίν με τράβηξε απότομα προς το μέρος του και κρυφτήκαμε πίσω από μία ξύλινη καλύβα, ακριβώς την στιγμή που μία παρέα φρουρών, ερχόταν προς το μέρος μας.

«Πόσο ακόμα θα κρατάμε φυλακισμένο το Ζορό στο τούνελ;» Ρώτησε ο ένας με βαριά φωνή και η καρδιά μου αναπήδησε στο στήθος μου. Κράτησα την ανάσα μου, ώστε να μπορέσω να ακούσω όσο καλύτερα γινόταν τη συνομιλία.

«Το αφεντικό θέλει να δώσει ένα παράδειγμα στους σκλάβους.» Είπε ένας άλλος άντρας. «Σκοπεύει να τους μαζέψει όλους στο απογευματινό διάλειμμα και να εκτελέσει τον Ζορό, μπροστά στα μάτια τους.»

Ένωσα τα δάχτυλά μου σε γροθιές και ετοιμάστηκα να ορμήσω πάνω στους άντρες, για να εκτονώσω όλο το θυμό που ένιωθα. Ο Χοακίν όμως με σταμάτησε, κουνώντας αρνητικά το κεφάλι του.

«Ελπίζω να μη με αναγκάσουν να φυλάω εγώ σκοπιά.» Είπε ο ένας διστακτικά. «Αυτός ο άντρας με τρομάζει.»

«Έλα τώρα Κόλινς.» Του απάντησε ο τύπος με τη βαριά φωνή. «Με τόσο ξύλο που έφαγε, δεν θα μπορεί να κουνήσει ούτε το μικρό του δαχτυλάκι.»

Ένιωσα ένα κύμα ηλεκτρισμού να περνάει από τα δάχτυλα μου. Αυτοί οι άντρες θα πλήρωναν ακριβά, για τα όσα είχαν κάνει. Την ώρα που σχεδίαζα πως να τους επιτεθώ, ακούσαμε βήματα να πλησιάζουν και τη φωνή ενός νέου άντρα.

«Παιδιά! Χρειάζομαι κάποιον να αλλάξει τον Σπινόζα και να προσέχει τον κρατούμενο, για να κάνει διάλειμμα.» Τους φώναξε.

«Α, πάνω στην ώρα που το συζητούσαμε.» Είπε ειρωνικά ο άντρας με τη βαριά φωνή. «Θα πάει ο Κόλινς, αφού είναι τόσο θαρραλέος.»

Οι άντρες λύθηκαν στα γέλια, εκτός από αυτόν που ονόμαζαν Κόλινς, ο οποίος με ένα μορφασμό αηδίας, ακολούθησε τον τελευταίο. Έβγαλα ελάχιστα το κεφάλι από την κρυψώνα μου, για να έχω καλύτερη οπτική επαφή και τους είδα να μπαίνουν μέσα σε μια είσοδο του ορυχείου στα αριστερά μας. Έκανα νόημα στο Χοακίν και με πλησίασε.

«Εγώ, θα πάω να βρω τον πατέρα.» Του ψιθύρισα. «Εσύ ανέλαβε τον Πινέντα.»

Έγνεψε καταφατικά το κεφάλι του και μου έδωσε ένα τελευταίο φιλί.

«Να προσέχεις.» Μου ψιθύρισε.

«Όπως πάντα!» Αποκρίθηκα με ένα πονηρό χαμόγελο και σκαρφάλωσα στη μικρή ξύλινη σκεπή, πάνω από τα κεφάλια μας.

Αν προχωρούσα προσεκτικά πάνω στη σκεπή, θα μπορούσα να περάσω στο διπλανό κτίριο, χωρίς να γίνω αντιληπτή από την παρέα των φρουρών. Έτσι και έγινε. Αφού έφτασα στη διπλανή σκεπή, κατέβηκα προσεκτικά και κρύφτηκα πίσω από κάτι μεγάλα ξύλινα κασόνια. Οι φρουροί συνέχισαν την κουβέντα τους αμέριμνοι. Αφού βεβαιώθηκα ότι κανείς δεν κοιτούσε προς το μέρος μου, σηκώθηκα και μπήκα στη σκοτεινή είσοδο του ορυχείου.

Ήταν η πρώτη φορά που έμπαινα σε ορυχείο και έτσι δεν είχα ιδέα για τη διαρρύθμιση του χώρου. Μπροστά μου απλωνόταν ένας μακρύς κατηφορικός και σκοτεινός διάδρομος, που φωτιζόταν αμυδρά από μερικές αναμένεις δάδες κρεμασμένες στα τοιχώματα. Οι θόρυβοι του ορυχείου, ακουγόταν πια μακρινοί και μια μυρωδιά υγρασίας γέμισε τα ρουθούνια μου. Δεν υπήρχε κανένας εκεί· προφανώς είχαν κρατήσει αυτή τη πτέρυγα κλειστή, για να μην βρει κάποιος τον πατέρα.

Έβγαλα μία δάδα από τη βάση της, για να την πάρω μαζί μου και προχώρησα με προσοχή προς το βάθος του διαδρόμου. Εκεί ανακάλυψα απογοητευμένη ότι χωριζόταν σε τρεις διαφορετικές διακλαδώσεις, που οδηγούσαν προς διαφορετικές κατευθύνσεις. Προσπάθησα να αφουγκραστώ το χώρο, αλλά επικρατούσε απόλυτη ησυχία. Η μόνη μου επιλογή, ήταν να διαλέξω στην τύχη μια διαδρομή.

Αποφάσισα να συνεχίσω ευθεία, καθώς ήταν ο διάδρομος με τον καλύτερο φωτισμό, αν και το ταβάνι χαμήλωνε απότομα πάνω από το κεφάλι μου, δημιουργώντας μου την αίσθηση ότι βρίσκομαι μέσα σε ένα κουτί.

Για καλή μου τύχη, ήταν η σωστή επιλογή. Αφού προχώρησα λίγο περισσότερο και ο διάδρομος άρχισε να στενεύει, άκουσα σιγανές ομιλίες. Δύο φρουροί καθότανε μπροστά σε μια είσοδο από σιδερένια κάγκελα. Μιας και δεν είχα χρόνο για χάσιμο, τράβηξα το σπαθί μου και τους πλησίασα. Μόλις με αντίκρισαν, σταμάτησαν να μιλάνε και σηκώθηκαν απότομα, βγάζοντας και αυτοί τα ξίφοι τους.

«Λυπάμαι κύριοι.» Τους είπα ειρωνικά. «Αλλά ο Ζορό πρέπει να φύγει από εδώ.»

Όρμησα πάνω τους και αρχίσαμε να ξιφομαχούμε. Παρόλο που ήταν δύο, ήμουν συγκριτικά καλύτερη στη ξιφομαχία και δεν δυσκολεύτηκα να τους αφοπλίσω. Ο ένας προσπάθησε να τρέξει προς την έξοδο, μα τον σταμάτησα.

«Ούτε να το σκέφτεσαι.» Είπα, κολλώντας την λόγχη του σπαθιού μου στη βάση του λαιμού του. «Άνοιξε την πόρτα.» Τον διέταξα και εκείνος με αργές κινήσεις, έβγαλε μια αρμαθιά κλειδιά από τη τσέπη του. Τοποθέτησε ένα μεγάλο κλειδί στην κλειδαριά και το στριφογύρισε με χέρια που έτρεμαν. Η σιδερένια πόρτα άνοιξε με θόρυβο και ο πατέρας μου εμφανίστηκε στο κατόφλι.

Η εικόνα του ήταν τρομακτική. Αν και στεκόταν γερά στα πόδια του, το πρόσωπο του ήταν πρησμένο και μελανιασμένο, ενώ μια άσχημη πληγή στον ώμο του, είχε γεμίσει με αίμα το λευκό του πουκάμισο. Το βλέμμα του όμως, ήταν αποφασισμένο και απειλητικό.

Με μια κοφτή κίνηση, άρπαξε τον έναν φρουρό και τον πέταξε με δύναμη μέσα στο σκοτεινό κελί. Ο δεύτερος, αυτός που ονομαζόταν Κόλινς, σήκωσε ψηλά τα χέρια του τρέμοντας.

«Μπες μέσα.» Του φώναξα απειλητικά. Εκείνος μπήκε σχεδόν τρέχοντας να συναντήσει τον φίλο του και με ευκολία, έκλεισα και κλείδωσα την πόρτα πίσω τους.

«Θεέ μου, πατέρα.» Ψέλλισα και έπεσα στην αγκαλιά του.

Εκείνος με έσφιξε, με δάκρυα να τρέχουν στα μάγουλα του. Ήταν η πρώτη φορά, που τον έβλεπα να κλαίει.

«Ιζαμπέλα...» Είπε με βραχνή φωνή. «Συγνώμη! Συγνώμη για όλα.»

«Δεν έχει σημασία τώρα πια.» Τον σταμάτησα. Ο Χοακίν έχει πάει να βρει τον Πινέντα. Πρέπει να τον βοηθήσουμε. Μπορείς να πολεμήσεις;»

Χαμογέλασε άχνα και τα μάτια του έλαμψαν μέσα στο σκοτάδι. «Περίμενα όλη τη μέρα για αυτό.» Μου απάντησε και σήκωσε το πεσμένο σπαθί των φρουρών, στριφογυρίζοντάς το στα χέρια του.

«Τότε, ας μην περιμένουμε άλλο.» Αναφώνησα και μαζί τρέξαμε προς την έξοδο.

Αγαπημένοι μου αναγνώστες!Φτάνουμε επιτέλους στο τέλος! Την επόμενη Δευτέρα θα ανέβουν τα δύο τελευταία επεισόδια.Επιτέλους θα δείτε τη μάχη Χοακίν- Πινέντα που όλοι περιμένατε καθώς και κάποιες ανατροπές που ίσως να μην περιμένετε. Ανυπομονώ να ακούσω τα σχόλιά σας!

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro