Κεφάλαιο 1
Jeremy
Η μέρα του φόνου
Μια ώρα μετά
"Βοήθεια, βοήθεια" άρχισα να φωνάζω πανικοβλημένα όσο πιο δυνατά μπορούσα, κατευθυνόμενος πιο κοντά στο νεκρό σώμα της βασίλισσας που ξάπλωνε στο πάτωμα της μεγάλης αυλής. Έπεσα στα γόνατα δίπλα της. Δεν ήξερα τι να κάνω.
Χίλιες σκέψεις περνούσαν από το μυαλό μου. Τρόμαξα, ίσως θα έπρεπε να μην φωνάξω, ίσως θα έπρεπε να τρέξω να φύγω και να προσποιηθώ πως δεν την βρήκα ποτέ νεκρή.
Ένας απλός μάγειρας του παλατιού είμαι εξάλλου γιατί να ανακατευτώ; γιατί να μπλέξω; Αλλά πως θα μπορούσα να το κάνω; Πώς θα μπορούσα να την αγνοήσω. Δεν θα το έκανα ποτέ.
Η βασίλισσα ήταν πεσμένη κάτω στο γρασίδι του μεγάλου κήπου,
"τι ειρωνεία" σκέφτηκα. Βρίσκεται νεκρή ανάμεσα στα αγαπημένα της λουλούδια.
Κόκκινα τριαντάφυλλα.
Τώρα που είναι η εποχή τους και αρχίζουν να ανθίζουν, τώρα που αυτά ζούν. Αλλά εκείνη όχι.
Είχαν το ίδιο χρώμα με το αίμα που είχε πάνω στο κεφάλι της, το οποίο έτρεχε ακόμη σαν ποτάμι. Μαλλον δεν θα πέρασε πολλή ώρα από τότε που άφησε την τελευταία της αναπνοή.
Το αίμα είχε καλύψει το μισό της πρόσωπο, το χρώμα ήταν λίγο πιο σκούρο από εκείνο που είχε στα χείλη της και λίγο πιο ανοικτό από εκείνο του φορέματος της.
Τα χέρια μου ήταν καλυμμένα με λίγο αίμα το οποίο είχε πλέον στεγνώσει αλλά δεν κατάφερα πριν να καθαρίσω. Ήταν της βασίλισσας αλλά δεν την είχα ακουμπήσει τώρα.
Άρχισα να κοιτάζω τριγύρω ψάχνοντας τους φρουρούς αλλά μάταια. "Είναι κάποιος εκεί;"
φώναξα απορημένα, ώστε να με ακούσει οποίος βρισκόταν πίσω από τον θάμνο. Αλλά δεν απάντησε κανείς. Είδα μια σκιά να κινείται δεν γίνεται να μην είναι εκεί κανένας.
Όταν πήγα να πλησιάσω στο θάμνο άκουσα τα βήματα των φρουρών να έρχονται πρός το μέρος μου και τελικά άλλαξα κατεύθυνση.
Ευτυχώς κανένας άλλος δεν είναι έξω στην αυλή, κανένας άλλος δεν γνωρίζει πως το παλάτι πλέον δεν έχει διάδοχο, όλοι είναι μέσα και απολαμβάνουν τον βασιλικό χορό.
Όλοι εκτός η βασίλισσα. Και γινόταν προς τιμήν της.
Οι ήχοι από τα παπούτσια των φρουρών γινόντουσαν όλο και πιο δυνατά. "Είναι νεκρή" είπα όσο πιο ήρεμα μπορούσα στους φρουρούς για να μην δείξω τον πανικό μου αλλά δεν ξέρω αν με άκουσαν, ακούστηκε περισσότερο σαν ψίθυρος, σαν να το έλεγα στον εαυτό μου για να μπορέσω να το συνηδειτοποιήσω ή σαν να τρόμαζα να το παραδεκτώ.
"Πώς έγινε αυτό; Πως πέθανε; Τι δουλειά έχεις εσύ εδώ;" οι ερωτήσεις έβγαιναν βιαστικά η μια μετά την άλλη χωρίς να μου δίνει περιθώριο να απαντήσω αλλά ρωτούσε τόσο ήρεμα, τόσο ψυχρά μέχρι που αναρωτήθηκα αν υπερβάλλω, αλλά ενας άνθρωπος έχασε τη ζωή του, ένας άνθρωπος είναι πεσμένος μπροστά μου καλυμμένος με αίματα, πως αλλιώς θα μπορούσα να αντίδρασω;
Σήκωσαν τη Βασίλισσα προσεκτικά, μεταφέροντας την στο ιατρείο του παλατιού. "Δεν ξέρω τι έγινε, την βρήκα νεκρή, δεν ξέρω τι έγινε" οι λέξεις έβγαιναν απο το στόμα μου μπερδεμένα από την ταραχή μου. Μη μπορώντας να το ελέγξω ανακάτευα αμήχανα τα μαλλιά μου καθώς σηκωνόμουν από το γρασίδι το οποίο είχε και αυτό πάνω του σταγόνες αίματος.
Ο φρουρός απομάκρυνε τα μάτια του από το πτώμα της Βασίλισσας και έστρεψε την προσοχή του σε εμένα, με ακούμπησε ψυχρά στον ώμο και χωρίς να με κοιτάξει είπε πως πρέπει να τον ακολουθήσω στο παλάτι.
Σκέφτηκα πως θέλουν να δώσω κατάθεση, να τους δώσω στοιχεία για να καταλάβουν τι έγινε, αλλά αυτός μου πέρασε στα χέρια χειροπέδες - το ίδιο παγωμένες με εκείνον - και τότε ήταν που κατάλαβα.
Ήμουν ο πρώτος ύποπτος.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro