Κεφάλαιο 6: Μια συνάντηση προετοιμάζεται
Το προσωπικό γραφείο του Διονύση Ναρσή στην έπαυλή του στη Φιλοθέη ήταν στο Δώμα ψηλά μετά το ισόγειο και τον πρώτο όροφο. Διακοσμημένο στην γραμμή της δεκαετίας του 1980. Χωρίς βέβαια πολλά-πολλά νεωτερίστικα στοιχεία αλλά δεν σου έδινε και την εντύπωση και της παλιάς σχολής. Ένα λιτό ξύλινο γραφείο σε σκούρο χρώμα δέσποζε στο κέντρο του δωματίου. Στα δεξιά του μια μεγάλη Βιβλιοθήκη εντοιχισμένη στον τοίχο. Μπροστά μια άνετη πολυθρόνα.
Το ρολόϊ χτύπησε περασμένες έξι. Απόγευμα Τετάρτης χειμωνιάτικο. Η Χειμωνιάτικη νύχτα είχε αρχίσει να κάνει την εμφάνισή της αισθητά γύρω. Το μεγάλο φωτιστικό στο ταβάνι του δωματίου σκόρπιζε αφειδώς το γλυκό του φως σε όλο το χώρο. Ο Ναρσής τράβηξε την κουρτίνα στο μεγάλο παράθυρο πίσω απ' το γραφείο. Τα φώτα της πόλης ήδη είχαν ανάψει. Κάθισε ήρεμα στην μεγάλη λευκή δερμάτινη πολυθρόνα του γραφείου. Το χέρι του ψηλάφησε στην τσέπη του σακακιού του που φορούσε χθες στην συνάντηση με τον Υπουργό. Η Κάρτα της Θάλειας Μαζαράκη βρέθηκε μία ακόμα φορά στα χέρια του. Την κράτησε σκεπτικός και προβληματισμένος. Η νεαρή αυτή Γυναίκα αποτελούσε για αυτόν μια συνεχή πρόκληση. Τον αναστάτωνε σωματικά αλλά και στο νου του. Κοίταξε το ρολόϊ του. Κόντευε έξι και μισή. Τράβηξε την μεγάλη πολυθρόνα καλά στο γραφείο και το χέρι του σήκωσε το ακουστικό του τηλεφώνου. Σχημάτισε τον αριθμό που έβλεπε στην κάρτα μπροστά του. Με τις πρώτες κλήσεις της συσκευής ένιωσε μια παράξενη αγωνία να τον διαπερνά.
Στην άλλη γραμμή ακούστηκε γυναικεία φωνή:
"Παρακαλώ"
"Καλησπέρα σας, θα ήθελα να μιλήσω με την κ. Μαζαράκη"
"Η Ίδια, σας ακούω".
Πήρε μια βαθιά ανάσα και συνέχισε.
"Διονύσης Ναρσής κ. Μαζαράκη" απάντησε με σταθερή και σίγουρη φωνή.
"Εσείς; Τι κάνετε κ. Ναρσή", η ζεστή φωνή της αποκαθιστούσε όλο και περισσότερο την ισορροπία του. Συνέχισε χωρίς περιστροφές:
"Πότε μπορώ να σας δω κ. Μαζαράκη;"
"Από εσάς εξαρτάται, εσείς κανονίζετε" ανταποκρίθηκε εκείνη.
"Απόψε στις εννέα μπορείτε;"
"Φυσικά, πείτε μου πού και πώς"
"Παρακαλώ, μπορείτε να είστε στο Ξενοδοχείο King George στις εννέα; Θα σας περιμένει στην reception και θα σας παραλάβει ένας δικός μου άνθρωπος. Θα φροντίσει εκείνος για την μετάβασή σας στο ραντεβού μας".
"Μα πώς θα τον γνωρίσω.." ρώτησε με ελαφρά δόση απορίας.
"Θα ζητήσετε τον κ. Ιγνατιάδη στην reception".
"Λίγο ...συνωμοτικά όλα αυτά κ. Ναρσή δεν βρίσκετε;" ακούστηκε η φωνή της με μία χροιά σάτιρας.
"κ. Μαζαράκη, φροντίζουμε πάντα για την άψογη διοργάνωση μιας ασφαλούς συνάντησης" της είπε με ήρεμη φωνή.
"Εντάξει κ. Ναρσή, το εκτιμώ και σας ευχαριστώ, θα είμαι εκεί όπως είπατε".
"Τα σέβη μου Κυρία μου, θα τα πούμε από κοντά".
"Au revoir κ. Ναρσή"
Η τηλεφωνική γραμμή έκλεισε. Ο Ναρσής έβαλε το ακουστικό στη θέση του. Χρόνια και χρόνια έκλεινε τέτοιες συναντήσεις. Με κάθε λογής ανθρώπους. Επαγγελματίες, πολιτικούς, δημοσιογράφους, αμφιλεγόμενους τύπους της κοινωνικής ελίτ. Συναντήσεις ακόμα και μυστικές, παράνομες, έξω από τα κοινώς λεγόμενα όρια της "καθεστυκίας ηθικής". Όμως τούτη τη φορά ένιωθε μια παράξενη αναστάτωση. Άναψε ένα τσιγάρο και σήκωσε πάλι το ακουστικό του τηλεφώνου. Αυτή τη φορά η φωνή του ήταν παγερή, αποφασιστική.
"Κώστα εσύ;... φρόντισε σε παρακαλώ το χώρο που σου είπα... ναι όπως στο είπα, θα είμαι εκεί γύρω στις εννέα", έκλεισε το τηλέφωνο. Όλες του οι κινήσεις είχαν αρχίσει να αποκτούν μια πυρετώδη ενεργητικότητα και μεθοδικότητα. Τα μάτια του έλαμπαν. Σήκωσε ξανά το τηλέφωνο
"Λευτέρη εσύ ; Ναρσής εδώ. Δύο πράγματα έχω για σένα. Ειδοποίησε τον Ιγνατιάδη να είναι στις εννέα ακριβώς στην reception του King George. Εκεί θα παραλάβει την Μαζαράκη για να την φέρει κάτω... Ναι... στο μεταξύ θέλω να είσαι νωρίτερα στο ξενοδοχείο εκεί και εσύ. Θα παρακολουθήσεις αν την ακολουθεί κανείς. Αυτοκίνητο ναι, ξέρεις... εντάξει... ευχαριστώ".
Έκλεισε και πάλι το τηλέφωνο. Ένιωθε πιο χαλαρός. Άπλωσε το κορμί του στην πολυθρόνα και ρούφηξε το τσιγάρο του πιο ήρεμα.
Την ηρεμία του διέκοψε το άνοιγμα της πόρτας στο μεγάλο δώμα. Η Βέρα Ναρσή, η γυναίκα του, έκανε την εμφάνισή της. Παρά τα πενήντα της χρόνια ήταν μια γλυκιά γυναίκα, καλοστεκούμενη και προσεγμένη στην εμφάνισή της.
"Εδώ είσαι;" τον ρώτησε και κάθισε στην πολυθρόνα μπροστά στο γραφείο του.
"Ναι, έχω δουλειά".
"Δηλαδή;" τον ρώτησε με απορία.
"Θα βγω, έχω μια συνάντηση και είναι σοβαρή".
"Βραδιάτικα; τι συνέβη".
"Αφορά τον διαγωνισμό για το έργο στη Μακεδονία".
"Και πρέπει να βγεις τώρα;"
Την κοίταξε λίγο περίεργα, σαν να προσπαθούσε να αποκωδικοποιήσει τη σκέψη της.
"Τώρα πρέπει να βγω Βέρα, όσο είναι καιρός. Γιατί αν δεν κινηθούμε, θα έχουμε πρόβλημα".
Τον κοίταξε διερευνητικά.
"Που θα είσαι".
"Το ραντεβού θα είναι έξω. Είναι με κάποια άτομα που έχουν σχέση με τις προσφορές. Έχουν κάποιες πληροφορίες και τις αξιολογώ"
Η Βέρα σηκώθηκε απ την πολυθρόνα και κινήθηκε προς το παράθυρο.
"Κρίμα... θα έλθουν οι Βαλσάμηδες, τι να τους πω;".
"Οι Βαλσάμηδες ας έρθουν, θα ξανάρθουν άλλωστε. Δεν χάνεται τίποτα για απόψε. Θα τους πεις ότι έχω ένα σοβαρό θέμα στην εταιρεία. Αν το κρίνεις σημαντικό μπορώ να τους πάρω ο ίδιος τηλέφωνο."
Η Βέρα βημάτιζε κάπως νευρικά. Σαν να ήθελε να εξωτερικεύσει κάποιες σκέψεις της αλλά δίσταζε. Ο Ναρσής σηκώθηκε απ την πολυθρόνα του γραφείο του.
"Έλα πες το, κάτι θέλεις να πεις, τι διστάζεις;"
"Είναι πολλά απογεύματα και βράδια που λείπεις..."
Την διέκοψε με ένα ύφος κάτι ανάμεσα σε ειρωνεία και αυτοκυριαρχία, πλησίασε κοντά της, πρόσωπο με πρόσωπο.
"Για δες, η κ. Βέρα Ναρσή επιστρέφει στην εποχή των ρομάντζων και της ζήλειας, ή κάνω λάθος ;"
Δεν του είπε τίποτα παρά τον κοίταζε κατά πρόσωπο. Εκείνος γέλασε. Την έπιασε από τους ώμους.
"Βέρα, αγαπητή μου. Δεν είμαστε το μικροαστικό ζευγάρι των 30 χρόνων. Τότε που ζούσαμε ο ένας κολλημένος στον άλλο και ψάχναμε τι κάνει ο ένας και τι ο άλλος!"
Τον κοίταξε με μια διάθεση κάπως μελαγχολική λέγοντας:
"Ναι, τότε ήμασταν πιο κοντά, πιο ζεστά".
Εκείνος τράβηξε τα χέρια του, γύρισε την πλάτη του, πήγε στο γραφείο και άναψε ένα τσιγάρο.
"Άκου αγάπη μου, τότε μπορεί να ήμασταν ότι ήμασταν αλλά σήμερα έχουμε να υπερασπιστούμε αυτό στο οποίο έχουμε φτάσει. Και αυτό που φτάσαμε δεν χωράει εφηβικούς ρομαντισμούς και ζήλιες, εντάξει; Είμαστε στην κορυφή, και πρέπει να μείνουμε εκεί, κατάλαβες;" το τελευταίο της το είπε έντονα και συνέχισε:
"Άλλωστε μην μου πεις ότι σου κακοφαίνονται τα πλεονεκτήματα της κορυφής; Και ότι απολαμβάνεις από αυτά. Και εσύ και εγώ και όλοι μας".
"Δεν το αρνούμαι κάτι τέτοιο απλά να.... υπάρχουμε και σαν οικογένεια... εμείς, τα παιδιά..."
"Τι τα παιδιά;"
"Είναι και τα παιδιά Διονύση, υπάρχουν κι αυτά..."
"Φυσικά υπάρχουν κι αυτά χρυσή μου. Και πρέπει να καταλάβουν ότι για να συνεχίσουν να υπάρχουν έτσι όπως τώρα, οφείλουν να ακολουθήσουν αυτό το ρυθμό και τους κανόνες. Δεν είναι μωρά. Χρόνια απολαμβάνουν και αυτά το άρωμα της κορυφής"
Εκείνη έδειξε να στερεύει από επιχειρήματα.
"Είναι και εκείνα τα σχόλια στον τύπο..."
Γύρισε προς το μέρος της απότομα.
"Αυτά τα σχόλια στις κιτρινοφυλλάδες σημαίνει ότι πάμε καλά. Να φοβάσαι αν σταματήσουν να γράφονται. Τη δουλειά τους κάνουν και η δουλειά τους είναι να με χτυπούν όσο μπορούν, μα... τι σ' έπιασε απόψε;"
"Τίποτα σε βλέπω αναστατωμένο σε ένταση για αυτό..."
"Και βέβαια είμαι σε ένταση, και δεν θα πάψω να είμαι σε ένταση μέχρι να τελειώσουν αυτά τα δύο πράγματα. Έχουμε ανοίγματα Βέρα και αν δεν πάρουμε τα έργα, κυρίως το δεύτερο οι τράπεζες θα αρχίσουν να σκαλίζουν διάφορα στους ισολογισμούς μας. Για αυτό πάψε να παριστάνεις την μικροαστή τριαντάρα σύζυγο και αναλογίσου τις συνέπειες. Γιατί μετά... δεν νιώθω να είσαι από εκείνες που θα αποποιηθείς εύκολα αυτά στα οποία είσαι βολεμένη σήμερα" τελείωσε την κουβέντα του με μια έξαψη. Εκείνη σάστισε αλλά συνάμα μαζεύτηκε κιόλας. Άλλωστε με αυτά τα πλούτη και τα προνόμια καλλιεργούσε και αυτό το κοινωνικό της προφίλ όλα αυτά τα χρόνια με τις όποιες χορηγίες της σε ιδρύματα για να διατηρεί την έξωθεν καλή της μαρτυρία.
"Μια κουβέντα είπα Διονύση και φούντωσες..."
"Εντάξει", είπε εκείνος μαλακώνοντας τον τόνο της φωνής του, "συγγνώμη για τον εκνευρισμό μου, έχω πίεση αυτές τις μέρες...".
"Να σε περιμένουμε; Θα αργήσεις;"
"Δεν έχω ιδέα, είναι όλα ανοιχτά, μείνε με τους Βαλσάμηδες και αν θέλεις να τους τηλεφωνήσω να τους πω..."
"Όχι δεν χρειάζεται θα το πω εγώ" είπε εκείνη.
"Ωραία λοιπόν, ας κατέβουμε κάτω. Πρέπει να ετοιμαστώ σε λίγο θα φύγω".
Μάζεψε τα τσιγάρα του και ακολούθησε τη γυναίκα του στην έξοδο σβήνοντας τα φώτα στο γραφείο.
(Συνεχίζεται...)
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro