Κεφάλαιο 51: Σκέψεις πάνω στα γεγονότα
Η Καινούργια βδομάδα ξεκινούσε για τη Θάλεια από μία εντελώς διαφορετική θέση. Η επαγγελματική πίεση του διαγωνισμού είχε μειωθεί. Τώρα πια εκείνο που έτρεχε ήταν η περαιτέρω διεκπεραίωση της νέας σύμβασης με τις λεπτομέρειές της. Γεγονότα δηλαδή λιγότερο πιεστικά. Ακόμα ένιωθε μέσα της μια άγρια ευχαρίστηση να την κατακλύζει. Είχε σχεδιάσει την κατάσταση όσο μπορούσε ώστε να οδηγήσει τον Ναρσή και την εταιρεία του σε ήττα και σε ένα μεγάλο στρατηγικό χτύπημα. Δεν ήταν όμως αφελής. Ήξερε ότι εκείνος θα αντιδρούσε. Και έπρεπε να είναι προετοιμασμένη για τα επόμενα βήματα.
Το πρωί μίλησε με τον Τίμο. Κουβέντιασαν μαζί στον απόηχο των εξελίξεων του διαγωνισμού. Εκείνο που ενδιέφερε τους δυό τους δεν ήταν φυσικά οι επιδράσεις στην αγορά και στην οικονομία. Ήταν η επίδραση πάνω στον άνθρωπο με τον οποίο είχαν και οι δύο, κατά κάποιο τρόπο, συνδεθεί τον τελευταίο καιρό. Ο Τίμος την ενημέρωσε για την νέα εξέλιξη της δημοσιογραφικής του έρευνας. Τώρα πια η Θάλεια θα μπορούσε να παρακολουθεί στενά και αυτή μέσα από την εφημερίδα μιας και οι ρυθμοί της έγιναν λιγότερο πιεστικοί. Μάλιστα είχε κρατήσει το σημερινό φύλλο για να το διαβάσει με την ησυχία της. Το έκανε αργά το μεσημέρι στο σπίτι της μετά τη δουλειά. Με ιδιαίτερη προσοχή και φόρτιση. Ένιωσε μια ιδιαίτερη συγκίνηση που έβλεπε τον Τίμο, τον άνθρωπο που αγαπούσε, ναι δεν φοβόταν πια να το ομολογήσει και στον ίδιο της τον εαυτό χωρίς προσχήματα ή αναστολές, να ψάχνει την αλήθεια για ένα ιστορικό πρόσωπο αλλά και έναν άνθρωπο, που όπως και να το κάνουμε ανήκε στην οικογένειά της.
Το βράδυ της Δευτέρας η Θάλεια ήταν στο σπίτι της Γεωργίας Χατζηκώστα, στην Παλιά Κοκκινιά. Στο μικρό σαλονάκι μαζί με τον άντρα της τον Δημήτρη, είχαν πολλά να κουβεντιάσουν. Η Θάλεια ένιωθε την ανάγκη να μιλήσει με το ζευγάρι των ανθρώπων που ήξερε πολλά για την ιστορία που έβγαινε σιγά-σιγά στο φως.
"Η Αστυνομία κορίτσι μου έχει καταλήξει πουθενά ;" την ρώτησε κάποια στιγμή η κ. Γεωργία.
"Όχι", απάντησε η Θάλεια. ΄"Όλα είναι στο σκοτάδι. Εμείς όμως έχουμε τις δικές μας πληροφορίες"
"Όταν λες εμείς, τι εννοείς παιδί μου ;" παρενέβη ο άντρας της.
"Κύριε Δημήτρη, πρέπει να σας ενημερώσω για κάτι, θα σας βοηθήσει να καταλάβετε"
Ο Δημήτρης Χατζηκώστας έγνεψε καταφατικά και μαζί με τη γυναίκα του περίμεναν. Η Θάλεια συνέχισε.
"Στα Εσπερινά Νέα, είναι ένας δημοσιογράφος, ο Τίμος Αργυριάδης. Έχει ξεκινήσει τελευταία μια έρευνα....", τους εξήγησε αναλυτικά, "...και μαζί του η δημοσιογράφος που έχει το αστυνομικό ρεπορτάζ". Το ζευγάρι άκουγε με προσοχή.
"Τι είναι αυτό που σε ανησυχεί Θάλεια ;" την ρώτησε η κ. Γεωργία.
"Ας μην κρυβόμαστε στο δάχτυλό μας κ. Γεωργία. Αυτό το καθίκι τον Γεβετζή, όλα δείχνουν ότι τον έφαγε ο Ναρσής. Η έρευνα του Τίμου, που σας είπα, μπορείτε να την παρακολουθείτε πλέον, έκανε αυτό το κάθαρμα να λυσσάξει. Φοβάμαι...."
"Φοβάσαι τι παιδί μου ;" ρώτησε ο κ. Δημήτρης ρίχνοντας μια ανήσυχη ματιά στη γυναίκα του δίπλα.
"Φοβάμαι για τον Τίμο κύριε Δημήτρη...! Δεν ξέρω ως που είναι ικανός να φτάσει αυτός. Δεν είναι πρώτη φορά. Ειδικά τώρα που έχει στριμωχτεί άσχημα...και...", η Θάλεια κόμπιασε. Περίμεναν να ολοκληρώσει.
"Ο Τίμος για μένα είναι...κάτι...", εκεί ρίγησε, "Τον αγαπώ.... αν πάθει κάτι νιώθω ένοχη..."
Ο Δημήτρης Χατζηκώστας κοίταξε ξανά την Γεωργία. Αναστέναξαν και οι δύο. Άπλωσαν στοργικά τα χέρια τους στα δικά της με τρυφερότητα.
"Θάλεια σε καταλαβαίνουμε. Αλλά δεν πιστεύω να τολμήσει κάτι, ρισκάρει πάρα πολλά" σχολίασε εκείνος.
"Είναι άσχημα στριμωγμένος κύριε Δημήτρη. Ειδικά τώρα είναι και πανικοβλημένος. Αυτή η εξέλιξη που πυροδότησε η δολοφονία του Γεβετζή και η έρευνα, άλλαξε τα δεδομένα."
"Το είπες στο παλικάρι να πάρει τα μέτρα του;" Ρώτησε η κ. Γεωργία.
"Του το είπα ναι, να προσέχει, πρόσφατα μας παρακολουθούσαν."
"Να πάτε στην Αστυνομία;"
"Το έχω κατά νου και αυτό, θα δούμε. Έπειτα... είναι και το άλλο. Τελευταία κάτι παράξενες ερωτήσεις μου έκανε, για θετούς γονείς και κάτι τέτοια...."
"Ξέρει κάτι;" ρώτησε ο Δημήτρης.
"Όχι απολύτως..."
"Αν ήταν παιδί μου θα στο είχε πει, αφού για σένα νιώθει αυτά που μας είπες", την ηρέμησε η κ. Γεωργία.
Προσπάθησαν να ηρεμήσουν με την κουβέντα. Σαν μοιράζεσαι τις ανησυχίες σου με ανθρώπους που αγαπάς είναι διαφορετικά. Άλλαξαν για λίγο στη συνέχεια θέμα και στο τέλος λίγο πριν η Θάλεια φύγει...
"Εμείς πια θα παίρνουμε την εφημερίδα για να είμαστε ενήμεροι", είπε η κ. Γεωργία.
"Να προσέχετε παιδί μου", πρόσθεσε ο κ. Δημήτρης στοργικά.
"Θα σας κρατώ ενήμερους και σας ευχαριστώ για ότι είστε για μένα", τους είπε πέφτοντας στην αγκαλιά τους. Έμειναν για λίγο έτσι και στη συνέχεια συνόδεψαν την κοπέλα στην έξοδο μέχρι που μπήκε απέναντι στο αυτοκίνητό της και έφυγε. Επέστρεψαν στην ζεστασιά του σπιτιού τους. Ο Δημήτρης Χατζηκώστας γύρισε στη γυναίκα του. Την κοίταξε ίσια στα μάτια.
"Ανησυχώ πολύ Γεωργία...!", της είπε για να εισπράξει το ανάλογο βλέμμα της.
"Πρέπει να έχουμε το νου μας", ολοκλήρωσε τη σκέψη του αναστενάζοντας.
Η Θάλεια επέστρεψε στο σπίτι της. Ήταν αργά πια βράδυ Δευτέρας. Η Επίσκεψη στο σπίτι της Γεωργίας και του Δημήτρη Χατζηκώστα της έκανε καλό. Ένιωθε τώρα πιο ανάλαφρα. Είχε μοιραστεί τις σκέψεις και τις ανησυχίες της με ανθρώπους που ένιωθε δικούς της. Τώρα περίμενε. Μέσα της προσπαθούσε να αναζητήσει τι είναι αυτό που γίνεται στο παρασκήνιο. Ένιωθε να έχει καταφέρει αυτό που σχεδίαζε. Μια άγρια χαρά την κατείχε. Εκείνο τώρα που περίμενε ήταν η αντίδραση. Και όσα είχαν γίνει ολόγυρα, της έκαναν δύσκολο να προβλέψει τη συνέχεια. Το τηλέφωνο την τρόμαξε. Ήταν αργά και δεν το περίμενε. Το σήκωσε ανήσυχη. Ήταν ο Τίμος.
"Καλησπέρα, συγγνώμη που σε ενοχλώ, σε έπαιρνα και νωρίτερα αλλά δεν σε βρήκα"
"Ναι, δεν ήμουν στο σπίτι, συμβαίνει κάτι ;" τον ρώτησε με αγωνία.
"Έμαθες;"
"Τι να μάθω; Όχι"
"Κυκλοφόρησε στις ειδήσεις αλλά και στην δημοσιογραφική πιάτσα"
"Τι έγινε πες μου"
"Ο γιος του Ναρσή, χτύπησε άσχημα με το αυτοκίνητό του, νοσηλεύεται στον Ερυθρό Σταυρό"
"Και;"
"Οι πληροφορίες είναι λίγο μπερδεμένες, είναι εκτός κινδύνου αλλά χτύπησε άσχημα στο πρόσωπο, φοβούνται για το ένα του μάτι"
"Καλά τι έγινε πως;"
"Έφυγε το αυτοκίνητο από το δρόμο. Τώρα γιατί και πως... ποιος ξέρει. Είπα να πάρω να στο πω να το ξέρεις".
"Καλά έκανες, κρίμα....τι να πω"
"Νομίζω τον είχες γνωρίσει ε;"
"Ναι είχαμε μιλήσει λίγο στο σπίτι του την Πρωτοχρονιά, ήταν ένα γλυκομίλητο παιδι"
Συνέχισαν την κουβέντα τους για λίγο ακόμα για άλλα θέματα. Σε λίγο το τηλέφωνο είχε κλείσει. Η Θάλεια ένιωσε κάπως. Ο νεαρός γιος του Ναρσή ήταν απλά ένα παιδί, ένα γλυκό παιδί έτσι όπως είχε την εικόνα του στο νου της.
"Διονύση Ναρσή, είναι ώρα σου θαρρώ να πληρώσεις μαζεμένα", άκουσε με τρόμο τη σκέψη της φωναχτά. Ένιωσε άσχημα. Τρόμαξε με την ίδια. Ήταν σαν κάτι βουτηγμένο στο μίσος να βγήκε από μέσα της. Κάτι που δεν το ήθελε.
"Μαζέψου Θάλεια.... δεν φταίνε οι αθώοι..."
Άφησε ηθελημένα την κούραση της μέρας να την κυριεύσει. Ήθελε να αποδιώξει τέτοια αρνητικά συναισθήματα. Μετά από λίγη ώρα είχε αφεθεί στα χέρια του Μορφέα. Με όνειρα πολλά στο υποσυνείδητό της. Με μορφές διάφορες να έρχονται ολοζώντανες μπροστά της. Να την καλούν. Και εκείνη να τους αποζητά. Χωρίς να ξεχωρίζει τις μορφές τους. Μέσα σε μια ομίχλη ονειρική, τυλιγμένοι στη λήθη. Και να προσπαθεί να διώξει αυτό το γκρίζο υγρό πούσι που έκρυβε τα πρόσωπά τους. Αγκομαχούσε έτσι λουσμένη στον ιδρώτα σε μια έντονη αγωνία.
"Μάνα!!!" Πετάχτηκε ταραγμένη βγαίνοντας απ το όνειρο.
(Συνεχίζεται...)
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro