Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφάλαιο 41: Εξελίξεις σε τρία πεδία

Ι. 

"Σας θέλω και τους δύο", ήταν η φωνή του Λευτέρη Ζησιμόπουλου προς τον Τίμο και στην Αλεξία στα τηλέφωνά του το πρωί της Παρασκευής. Σε λίγο ήταν και οι δύο στο γραφείο του.

"Λοιπόν, οφείλω να σας ενημερώσω ότι χθες βράδυ αργά με πήρε σπίτι ο Μάνεσης..."

Ο Τίμος με την Αλεξία κοιτάχτηκαν. Ο Ζησιμόπουλος συνέχισε:

"Ναι, ήταν προσεκτικός βέβαια..."

"Τι ήθελε;" τον διέκοψε η Αλεξία.

"Ήθελε να μάθει που το πάμε με την έρευνα; τι θέλουμε να κάνουμε; το νόημα και κάτι τέτοια..."

"Προφανώς κάποιος τον ενόχλησε ;" μεσολάβησε ο Τίμος.

"Δεν ξέρω, δεν μπορώ να το πω" απάντησε ο Ζησιμόπουλος.

"Δηλαδή έτσι του ήρθε και ...ανησύχησε στα καλά καθούμενα ;" είπε η Αλεξία.

"Άκου, όλα μπορεί να ισχύουν. Και μόνος του να ήθελε να μάθει που το πάμε, έρευνα είναι και κάποιος μπορεί να τον σκάλισε στο παρασκήνιο..."

"Και αυτός ο κάποιος ;....." κοντοστάθηκε στην κουβέντα ο Τίμος.

"Αυτός ο κάποιος προφανώς ανησυχεί κύριε Διευθυντά", ολοκλήρωσε η Αλεξία.

Ο "Γέρος" ξεφύσηξε και είπε:

"Αν ήταν ο Ναρσής αυτός που τον πίεσε δεν ξέρω τι φοβάται..."

"Το προφανές κ. Διευθυντά, προφανώς έχει τη φωλιά του λερωμένη...." πετάχτηκε ο Τίμος.

"Μπορεί, μπορεί παιδί μου...! εσείς συνεχίζετε, θέλω να είστε πολύ προσεκτικοί στις αναφορές σας γιατί αν κάτι πάει στραβά οι συνέπειες θα είναι μεγάλες, αγωγές, ιστορίες..."

"Δεν είμαστε άπειροι κ. Διευθυντά, μείνετε ήσυχος" τον καθησύχασε η Αλεξία, ο Ζησιμόπουλος την διέκοψε.

"Τι έχεις μάθει για τη δολοφονία αυτού του Γεβετζή; έχεις νεώτερα;"

Η Αλεξία ανασκουμπώθηκε και πήρε την κουβέντα:

"Η Αστυνομία μιλάει για επαγγελματίες. Η δουλειά ήταν πολύ καλή. Δεν έμειναν ίχνη. Δεν υπάρχουν καν μάρτυρες στο οτιδήποτε. Μόνο η τελευταία φορά που τον είδαν ζωντανό. Εκεί σε ένα μπαρ"

"Καλά, δεν είχε γυναίκα, παιδιά να τον αναζητήσουν, κάτι να καταθέσουν;" παρενέβη ο Ζησιμόπουλος.

"Ένα ρεμάλι ήταν, είχε έναν γάμο αλλά είχε χωρίσει εδώ και χρόνια. Τίποτα...", διόρθωσε η Αλεξία συνεχίζοντας.

"Λέμε να κάνουμε μια βόλτα σ αυτό το μπαρ του άλλου, του Ζησιμάκου"

"Αν νομίζεις ότι μπορείς να πάρεις κάτι, να το κάνεις. Εν τω μεταξύ η έρευνά σου εσένα Τίμο προχωράει ανεξάρτητα της δολοφονίας εντάξει; που βρίσκεσαι τι έχεις κατά νου;"

"Θα κάνω αναφορά στην απεργία, δεν θα αναφέρω ονόματα εταιρείας. Να αρχίσω να ξεδιπλώνω την κατάσταση"

"Ωραία, συνεχίζουμε, αν έχετε κάτι νεώτερο ή εσείς ή εγώ τα λέμε".

Η Κουβέντα τους συνεχίστηκε με άλλα άσχετα πράγματα δείχνοντας ότι η καλή τους σχέση δεν αφορούσε μόνο το επαγγελματικό αλλά και τις προσωπικές τους σχέσεις.

ΙΙ.

Παρασκευή απόγευμα στην έπαυλη του Ναρσή στο Ψυχικό επικρατούσε μια παράξενη ηρεμία. Λες και όλα κρατούσαν την αναπνοή τους στο βαρύ μεγάλο σπίτι. Λες και γεννοβολούσαν οι εξελίξεις με ωδίνες μεγάλες. Ο Διονύσης Ναρσής μελετούσε κάποια έγγραφα στο προσωπικό του γραφείο όταν η απότομη είσοδος στο χώρο του γιου του Αλέξη ήρθε σαν ένα ξαφνικό μπουρίνι να εισβάλλει από ένα ανοιχτό παράθυρο.

"Πατέρα γιατί το κάνεις αυτό;" ακούστηκε μπροστά του έντονα η φωνή του Αλέξη.

Ο Ναρσής έβγαλε τα γυαλιά του, άφησε κάτω τον φάκελο που μελετούσε και τον κοίταξε απορημένος.

"Ποιο; δεν σε καταλαβαίνω..."

"Ξέρεις πολύ καλά σε τι αναφέρομαι Πατέρα...!" του είπε με φωνή ακόμα πιο επιθετική.

Ο Ναρσής σφίχτηκε με θυμό.

"Άκου, δεν νομίζεις ότι ο τόνος της φωνής σου ξεπέρασε το όριο;" του απάντησε. Ο μικρός εμφανώς ταραγμένος συνέχισε απτόητος.

"Η Φωνή μου ακολουθεί τα έργα σου, τίποτα παραπάνω από αυτά...!"

Ο Ναρσής σηκώθηκε απ την πολυθρόνα του.

"Αλέξη, μπορείς να μου πεις σε τι αναφέρεσαι;"

"Σε είχα παρακαλέσει και την προηγούμενη φορά να αφήσεις την Ιωάννα και εμένα έξω από τις δικές σου παρεμβάσεις. Στο είχα πει με σαφήνεια..."

"Α... για αυτήν πρόκειται;" είπε ειρωνικά ο Ναρσής.

"Ναι, για αυτήν! Είτε το θέλεις είτε σ' αρέσει αυτή, όπως την αποκαλείς είναι η γυναίκα που αγαπώ..."

Ο Ναρσής τον κάρφωσε με ένα πύρινο βλέμμα.

"Και όσο θα είναι η γυναίκα που αγαπώ, κανόνισε να το δεχτείς. Και όχι μόνο δεν το δέχτηκες και δεν το σεβάστηκες αλλά πήγες και ένα βήμα παραπάνω...."

Ο Ναρσής έκανε κάποια βήματα στο γραφείο σχολιάζοντας πάντα με δόση ειρωνείας.

"Βρε, βρε για ακούστε κάτι βαρύγδουπες δηλώσεις....έχετε πλάκα εσείς οι νέοι μα την αλήθεια"

"Πατέρα.....! Ως εδώ....! Μπορείς να έχεις όποια γνώμη θες για την Ιωάννα, είναι δικαίωμά σου. Δεν έχεις όμως το δικαίωμα να της κάνεις ένα βρώμικο πόλεμο όχι τόσο σ' αυτήν όσο στην οικογένειά της....! Σταμάτα λοιπόν..."

"Για ποιον πόλεμο μιλάς ; δεν σε καταλαβαίνω..."

Ο Μικρός ξέσπασε:

"Περίμενα από τον πατέρα μου περισσότερη γενναιότητα..."

"Αλέξη... πρόσεχε πως μιλάς...."

"Και εσύ τι κάνεις.... και αυτό που κάνεις είναι βρώμικο....!"

"Σταμάτα....!"

"Οι γονείς της Ιωάννας έχουν μια μικρή επιχείρηση. Βάλθηκες λοιπόν να την κλείσεις; Αυτό θέλεις; Για να κερδίσεις τι; Να τους καταστρέψεις; να εμποδίσεις τι Πατέρα; Τη δική μου σχέση μαζί της; Αν αυτό θέλεις τότε βάλτο καλά στο μυαλό σου, μ αυτά που κάνεις θα πετύχεις ακριβώς το αντίθετο, ακούς;" του φώναξε με οργή.

"Μα δεν καταλαβαίνεις Αλέξη ότι γυρεύουν τα λεφτά σου; να μπουν εδώ, στην επιχείρηση, Σαν σανίδα σωτηρίας σε βλέπουν να ξεπλυθούν, δεν ξέρουν ποιος είσαι;"

"Και λοιπόν; εσύ ποιος είσαι; ποιος σε έβαλε θεματοφύλακα στη ζωή μου; με τέτοιο τρόπο;"

"Όχι θα αφήσω τον κάθε προικοθήρα ξεβράκωτο να διεκδικήσει την περιουσία μας"

"Και έτσι βάλθηκες να τους καταστρέψεις.... πατέρα με κάνεις και ντρέπομαι....! Δεν είσαι μόνος σου, έχεις ανθρώπους γύρω σου, την οικογένειά σου, δεν είμαστε πιόνια να μας κανονίζεις τι χορό θα χορεύουμε..."

"Είναι τόσο κακό να σε γλυτώσω απ τα κοράκια γύρω σου;"

"Είναι απίστευτα εγκληματικό πατέρα να φέρεσαι σαν ο άρχοντας του κόσμου. Είναι απάνθρωπο να κανονίζεις τις ζωές των άλλων, τι σε έχει πιάσει; Αν συνεχίσεις θα φύγω....! "

"Ο Ναρσής πάγωσε με το βλέμμα του να γυαλίζει. Ο Αλέξης συνέχισε στον ίδιο τόνο.

"Σταματάς τώρα αμέσως κάθε ενέργεια κατά των γονιών της Ιωάννας, τώρα....! Τα μαζεύεις όλα, δεν ξέρω τον τρόπο, κάντο, θα τον βρεις, έτσι όπως τον σχεδίασες... αλλιώς...."

"Με απειλείς;" του φώναξε.

"Εσύ απειλείς πατέρα. Αν δεν τα μαζέψεις όλα φεύγω και παντρεύομαι την Ιωάννα άμεσα....! διάλεξε"

"Είσαι τρελός; δεν βλέπεις τίποτα;"

"Τέλος πατέρα, είχα την εντύπωση ότι θα σεβόσουν την επιθυμία του παιδιού σου αλλά το κυριότερο θα λειτουργούσες ανθρώπινα, με κάνεις να ντρέπομαι....!"

Η Τελευταία του φράση ήχησε σαν πιστολιά στο βαρύ σπίτι. Ο Αλέξης έκανε μεταβολή, έφυγε από το γραφείο αφήνοντας την πόρτα ορθάνοιχτη και τον Ναρσή με μάτια να γυαλίζουν από οργή αλλά και έκπληξη. Στράφηκε προς το γραφείο και έψαξε τα τσιγάρα του.

"Εφτασες ως εκεί;" Ακούστηκε παγωμένη η φωνή της καθώς μπήκε στο γραφείο του άντρα της. Δεν της μίλησε.

"Δεν έχεις λοιπόν μήτε φραγμούς, μήτε όρια, μήτε αναστολές"

"Τον άκουσες;"

"Τα πάντα..... "

"Και τι ήρθες να παραστήσεις τώρα;"

Η Βέρα Ναρσή, αρχοντική και αποφασιστική, έκανε μερικά βήματα προς το μέρος του. Τον κοίταξε στα μάτια.

"Τίποτα δεν μπορεί λοιπόν να θρέψει τη βουλιμία σου, τον ηγεμονισμό σου, αυτό το τέρας που κουβαλάς εδώ και τόσα χρόνια.."

"Ήρθες για τη συνέχεια;" την ρώτησε. Εκείνη σαν να μην άκουσε συνέχισε:

"Δεν σταματάς πουθενά, δεν λογαριάζεις τίποτα, και το κυριότερο τα μέσα που χρησιμοποιείς.... με κάνεις να αηδιάζω....! αδιαφορείς για το τι σκορπάς πίσω σου... επαναλαμβάνεις τα ίδια όπως τότε Ναρσή...."

"Σταμάτα....!"

"Τα ίδια και απαράλλαχτα. Και είχα την αυταπάτη ότι ο καιρός θα σε αλλάξει και θα σε μαλακώσει.....πόσο λάθος έκανα.. Θεέ μου... δεν έβαλες μυαλό απ όσα έγιναν τότε"

"Θα γίνεις κριτής;"

"Άκου....", η φωνή της σκλήρυνε απότομα συνεχίζοντας:

"Κάτω τα χέρια σου από τον Αλέξη....! άκουσες;"

" Να τον αφήσω να καταστραφεί δηλαδή με μια...."

"Είναι η τελευταία μου προειδοποίηση Διονύση, κάτω τα χέρια από τον Αλέξη. Για τον εαυτό σου κόψε το λαιμό σου, για μένα είναι αργά πια, αλλά τα παιδιά , μακριά....! άκουσες;"

Το βλέμμα της έσταζε δηλητήριο. Ο Ναρσής την κοίταζε απορημένος.

"Μια θαυμάσια ανταρσία λοιπόν.... πρώτα ο γιος μετά η μάνα.... άραγε θα γλυτώσει η κόρη ;" της είπε.

"Θα αφήσεις τον Αλέξη ήρεμο να αποφασίσει για τη ζωή του, τη δική του ζωή και θα σεβαστείς κάθε του απόφαση. Και φρόντισε να μαζέψεις όσα άθλια έκανες σε βάρος της κοπέλας και της οικογένειάς της. Δεύτερος Ιορδάνογλου δεν θα υπάρξει Ναρσή...."

Αρπάχτηκε από τα λεγόμενά της.

"Το τι θα κάνω στο δικό μου σπιτικό είναι δική μου απόφαση, ακούς; και σταμάτα να μου παριστάνεις τον δικαστή"

Η Βέρα τον κοίταξε προσεκτικά, στριφογύρισε τη πλάτη της προς την έξοδο. Λίγο πριν φύγει ακούστηκε:

"Εγώ ότι ήταν να πω το είπα...."

Η Φιγούρα της χάθηκε στο χολ ενώ η παγερή και βαριά σιωπή στη μεγάλη έπαυλη απλώθηκε και πάλι απόλυτη και απειλητική.

ΙΙΙ.

Σάββατο βράδυ έμελε να είναι και αυτή τη φορά που ο Τίμος μαζί με την Αλεξία κατέβαιναν στην "Μαύρη Κορώνα". Το μαγαζί μέρα που ήτανε, λογικό να έχει πολύ κόσμο όπως και την προηγούμενη. Το έμπειρο μάτι αυτή τη φορά του μπάρμαν δεν άργησε να τους γνωρίσει. Έτσι το εισαγωγικό μέρος της κουβέντας στάθηκε περιττό. Ζήτησαν αμέσως να δουν τον Ζησιμάκο. Σε λίγα λεπτά ένας άνθρωπος του μαγαζιού τους συνόδευε στο εσωτερικό γραφείο. Σηκώθηκε όρθιος να τους υποδεχτεί. Ήταν τυπικά ευγενικός και δεν έδειχνε καθόλου ανήσυχος. Με τις πρώτες κουβέντες, τους σέρβιραν τα ποτά τους και κάπου εκεί ήταν η στιγμή για να ξεκινήσει η κουβέντα.

Πρώτος ξεκίνησε ο Ζησιμάκος:

"Τι μπορώ να κάνω για σας παιδιά, σας ακούω".

Η Αλεξία πιο σίγουρη και έμπειρη ξεκίνησε:

"Κύριε Ζησιμάκο, ερχόμαστε για την ίδια υπόθεση που ήρθαμε εδώ και το προηγούμενο Σάββατο"

"Άλλαξε κάτι;" Τους απάντησε.

"Θεωρώ ότι το έχετε μάθει", μπήκε στην κουβέντα ο Τίμος με μια δόση κρυμμένης ειρωνείας στο λόγο του. Η Αλεξία τον λοξοκοίταξε με νόημα με τον νεαρό να αντιλαμβάνεται ότι τέτοιου είδους κουβέντες οφείλουν να αφήνουν κατά μέρος τα όποια συναισθήματα και να διατυπώνουν τα ερωτήματά τους προσεκτικά.

Ο Ζησιμάκος έκανε έναν μορφασμό σαν να ρωτούσε, με την Αλεξία να παρεμβαίνει:

"Έχουμε μια ουσιαστική διαφορά από την προηγούμενη συνάντησή μας εδώ.."

"Η οποία είναι;"

"Ένα πτώμα κύριε Ζησιμάκο....! Την δολοφονία του Λευτέρη Γεβετζή"

"Α... ναι έμαθα", απάντησε ψυχρά ανέκφραστα εκείνος. Η Αλεξία συνέχισε:

"Ένας φόνος και μάλιστα αμέσως μετά την τελευταία κουβέντα που είχαμε μαζί του, μάλιστα τότε είχε αντιδράσει βίαια, όπως και την επόμενη φορά..."

"Τι πιστεύετε για το φόνο;" ήταν η σειρά του Τίμου, αυτή τη φορά, ήρεμα να ρωτήσει.

Ο Ζησιμάκος άναψε με αργές κινήσεις το τσιγάρο του, σήκωσε τα μάτια του και στους δύο και είπε:

"Κοιτάξτε, ο μακαρίτης δεν ήτανε κι από τα καλύτερα παιδιά. Δεν ξέρω τι γνωρίζετε για αυτόν αλλά εντάξει, δεν ήταν και του ...κατηχητικού"

"Θέλετε να πείτε ότι είχε μπλεξίματα.." παρενέβη η Αλεξία.

"Ας το πούμε και έτσι", της απάντησε.

"Μπορείτε να μας δώσετε κάποιες πληροφορίες; σαν ρεπορτάζ το ρωτάμε, και εμείς τη δουλειά μας κάνουμε", μπήκε στη μέση ο Τίμος.

Ο Ζησιμάκος τον κοίταξε στα μάτια.

"Άκου νεαρέ μου. Στη δουλειά μας οφείλουμε να μην λέμε πολλά. Και ακόμα περισσότερο να μην ρωτάμε επίσης. Σίγουρα βλέπουμε, ακούμε αλλά μέχρι εκεί. Καταλαβαίνετε νομίζω. Αυτά τα πράγματα θέλουνε λεπτούς χειρισμούς.."

Η Αλεξία αποφάσισε να κάνει το επόμενο ερώτημα.

"Να ρωτήσω κάτι κ. Ζησιμάκο; πιστεύετε ότι ο θάνατός του θα μπορούσε να αφορά κάτι από το μακρινό παρελθόν της ζωής του;"

Ο Ζησιμάκος μετακινήθηκε νευρικά στην πολυθρόνα του.

"Μιλάτε για εκείνη την ιστορία από τότε;"

"Μου αρέσει να μιλάμε την ίδια γλώσσα", του απάντησε χαμογελώντας η Αλεξία.

"Κοίταξε... όχι...! Δεν πιστεύω κάτι τέτοιο. Άλλωστε που να κολλάει εκείνη η ιστορία από παλιά, περάσανε 27 χρόνια ε"

"Λέγανε πολλά όμως τότε αλλά και σήμερα..." πρόσθεσε ο Τίμος.

"Δεν ξέρω που αναφέρεσαι, αλλά ποιος ο λόγος κάποιος στα 1987 να σκοτώνει τον Γεβετζή για κάτι από τότε. Και γιατί να μην το είχαν κάνει εκείνες τις μέρες. Αυτές οι ιστορίες να ξέρετε δεν κρεμάνε για πολύ"

"Αυτό ψάχνουμε και εμείς κ. Ζησιμάκο, μάλιστα ειδικά εγώ αυτήν την εποχή με την έρευνά μου στην εφημερίδα", συμπλήρωσε ο Τίμος.

"Δεν διαβάζω εφημερίδες νεαρέ.." απάντησε εκείνος κάπως κυνικά και συνέχισε:

"Τον Γεβετζή προφανώς τον φάγανε τίποτα τωρινά του νταλαβέρια. Κάπου θα είχε λερωμένη τη φωλιά του, κάπου ήτανε χωμένος και...καταλαβαίνετε πως είναι αυτά... πάντως στη δική μας πιάτσα δεν ήτανε από τα πρόσωπα που, πως να το πω, τράβαγε την προσοχή, δεν είχε δώσει τίποτα δικαιώματα"

"Ο Γεβετζής ενοχλήθηκε πάρα πολύ από την κουβέντα μας για το παρελθόν του... ειδικά στο κομμάτι που τον συνδυάσαμε με κάποιο τρίτο πρόσωπο" συνέχισε ο Τίμος.

"Για ποιον μιλάτε"

"Ας πούμε για κάποιο σημαντικό πρόσωπο με το οποίο σχετιζόταν επαγγελματικά" του είπε.

"Και γιατί ο Γεβετζής να είναι το θύμα;"

"Ίσως γιατί άρχισε να γίνεται νευρικός.... ένας αδύνατος κρίκος..." μπήκε στη μέση η Αλεξία.

"Τι να σας πω, δεν ξέρω.... εδώ, εννοώ στο μαγαζί, τον έβλεπα με διάφορους τύπους αλλά μέχρι εκεί, τίποτα παραπάνω", απάντησε ο Ζησιμάκος.

"Να κάνω μια ερώτηση ειλικρινή κ. Ζησιμάκο ;" του είπε ο Τίμος

"Σ' ακούω νεαρέ...."

"Στην μέχρι τώρα έρευνά μου, σας βρίσκω μαζί με τον Γεβετζή πριν πολλά χρόνια, κάπου στα 1960, και τον βρίσκουμε ξανά μαζί σας τώρα. Υπάρχει κόσμος που λέει πολλά για αυτή σας τη σχέση, χαρτιά, χρέη, η λέσχη που είχατε παλιά, το πως σας ξόφλησε τότε, που βρήκε τα λεφτά, κάτι τέτοια...."

Ο Ζησιμάκος σκλήρυνε τα χαρακτηριστικά του χωρίς να χάνει τον έλεγχό του.

"Δεν βρίσκω τι σχέση μπορεί να έχει το 1960 με το 1987. Τον μακαρίτη τον ήξερα από τότε. Ήταν πελάτης. Χρώσταγε λεφτά στη λέσχη μου, κάποια στιγμή με ξόφλησε και τέλος. Μετά είχαμε πάντα αυτήν την κλασική σχέση γνωριμίας".

"Δεν αναρωτηθήκατε που βρήκε τα λεφτά ;" τον ρώτησε ο Τίμος

"Θα έπρεπε;" τον ρώτησε εκείνος ψυχρά.

"Ο Γεβετζής φερόταν τότε μπλεγμένος με έναν άνθρωπο που σκοτώθηκε από το φορτηγό που οδηγούσε"

"Άκουσε νεαρέ μου, χαρτοπαιχτική λέσχη είχα όχι εξωραϊστικό σύλλογο. Δουλειά μου αλλά και χαρά μου είναι οι παίχτες να μην άφηναν ανοιχτές οφειλές. Ο Γεβετζής ήρθε ένα βράδυ, κουβάλησε τα φράγκα και τελειώσαμε. Το που τα βρήκε και αν αυτός χώθηκε στα σκατά για να τα φέρει, είναι δικό του θέμα, κατάλαβες; ο κόσμος μας δεν έχει περιθώρια μικρέ να ελέγχει και συνειδήσεις"

Ο Τίμος κούνησε το κεφάλι του.

"Εντάξει είπε...κατάλαβα"

"Μήπως τον είδατε να συναντιέται εδώ με κάποιο πρόσωπο που σας έκανε εντύπωση;", ρώτησε η Αλεξία.

"Κοίτα, με διάφορους είχε πάρε δώσε εδώ μέσα. Άλλοι γνωστοί, κάποιοι άγνωστοι, που εμφανίστηκαν μόνο μια φορά"

"Μήπως έγινε κάτι που σας τράβηξε την προσοχή; ας πούμε κάποιος τσακωμός, κάποιες κουβέντες;"

"Εδώ μέσα τουλάχιστον όχι..."

"Ξέρετε που δούλευε κ. Ζησιμάκο ;" μπήκε στη μέση ο Τίμος πάλι.

"Θα έπρεπε;"

"Στην κατασκευαστική εταιρεία του Ναρσή" απάντησε ο Τίμος. Ο Ζησιμάκος τον κοίταξε με ύφος σκοτεινό.

"Και τι σχέση μπορεί να έχει αυτό στην έρευνά σας ;"

"Πιθανά τίποτα.... αλλά και τότε με το ...ατύχημα πάλι εκεί δούλευε"

"Άκου! Εμένα λόγος δεν μου πέφτει αλλά δεν ξέρω για ποιο λόγο έχετε ζόρι να συνδέσετε τη δουλειά του με τη ζωή του. Κάτι θέλετε να πείτε με τρόπο πλάγιο αλλά το επιχείρημα είναι λίγο ...στραβωμένο, σημαδεμένο που λέγαμε και εμείς οι χαρτοπαίχτες κάποτε...."

Η Αλεξία άρχισε να μαζεύει τα πράγματά της.

"Κύριε Ζησιμάκο, είναι ώρα να φύγουμε, σας ευχαριστούμε για την κουβέντα, μια παράκληση μόνο επαγγελματική..."

"Παρακαλώ..." προθυμοποιήθηκε εκείνος.

"Επαγγελματίες είμαστε και εμείς, αν έχετε κάποιο νέο ζητείστε μας στην Εφημερίδα, μπας και βγάλουμε και εμείς το ψωμί μας.."

"Μετά χαράς...." απάντησε ο Ζησιμάκος με χαμόγελο. Σηκώθηκαν, αποχαιρετίστηκαν και εκείνος τους συνόδευσε μέχρι την κεντρική έξοδο του μαγαζιού.

Κοντοστάθηκε για λίγα δευτερόλεπτα και ύστερα επέστρεψε στο γραφείο του. Έκλεισε την πόρτα και σχημάτισε έναν αριθμό στο τηλέφωνό του.

"Καλησπέρα, ο Ζησιμάκος είμαι..."

......................

"Στο μαγαζί είμαι"

....................

"Ήταν εδώ οι δύο δημοσιογράφοι...ναι..."

.................

"Η Δραγούμη και αυτός ο νεαρός, ο Αργυριάδης.."

................

"Ερωτήσεις και κουβέντα για τον Γεβετζή...."

................

"Το χειρίστηκα όπως είπαμε,,, ο νεαρός επέμενε στην ιστορία την παλιά.. αν κολλάει... αν έχει σχέση.... αν κάποιος τρίτος....του έχει γίνει κόλλημα"

...............

"Εντάξει....θα τα πούμε, μείνε ήσυχος..."

Ο Γεβετζής έκλεισε το τηλέφωνο την ίδια ακριβώς στιγμή που ο Διονύσης Ναρσής έκλεινε και αυτός το δικό του στην άλλη άκρη της γραμμής.

Στο προσωπό του τελευταίου ήταν απλωμένη μια άκαμπτη μάσκα σκληρότητας.

"Μου παριστάνεις τον ντετέκτιβ κωλόπαιδο ε;" μούγκρισε μέσα απ τα δόντια του...

"Θα σε τσακίσω.... γιατί πολύ μου χώθηκες στη μύτη".

(Συνεχίζεται...)

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro