Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφάλαιο 36: Οι πληροφορίες τρέχουν

Ι.

Η Βραδιά, παρά την εποχή, ήταν γλυκιά. Το αυτοκίνητο του Τίμου διέσχιζε την λεωφόρο Μεσογείων. Είχαν πάρει το δρόμο προς τα Μεσόγεια. Η Θάλεια δίπλα του ένιωθε παράξενα. Την έτρωγε η περιέργεια να μάθει που ακριβώς είχε φτάσει. Δεν ήξερε αν έπρεπε να αφήσει τον εαυτό της χαρούμενο ή προβληματισμένο. Σίγουρα τον ένιωθε σφιγμένο.

Κουβεντιάζοντας για διάφορα θέματα έφτασαν στο Λαύριο. Άφησαν το αυτοκίνητο στην κεντρική πλατεία. Περπάτησαν λίγο προς την παραλία μπροστά τους.

Ο Τίμος την έπιασε από το χέρι. Την ένιωσε αμήχανη.

"Έχω να σε δω πριν δύο Σάββατα, πάνε κοντά δεκαπέντε μέρες..." της είπε με μια ελαφριά πίκρα.

"Έχουμε μπλέξει και οι δύο με διάφορα και..." του είπε με μια αίσθηση να απολογηθεί.

"Αυτό είναι ή ...."

"Σαν τι άλλο ;"

Έσφιξε το χέρι της πιο τρυφερά, δεν έκανε προσπάθεια να τον εμποδίσει αλλά παρέμενε εμφανώς αμήχανη, σαν κάτι να την έτρωγε.

"Κάτι σε κρατάει μακριά μου Θάλεια... δεν είμαι αφελής... κάτι προσπαθείς να βάλεις ανάμεσά μας..." της είπε.

"Τι είναι αυτά που λες...απλά..."

"Δεν ξέρεις να λες ψέμματα αγάπη μου... εκείνο που δεν ξέρω είναι το γιατί. Είναι στιγμές που έρχεσαι κοντά μου, δίνεσαι. Και είναι και άλλες που με διώχνεις, με απομακρύνεις..."

"Έλα σε παρακαλώ... τι σε έπιασε", του είπε και αυτή τη φορά του έσφιξε το χέρι πιο ζεστά. Είχαν προχωρήσει αρκετά. Οι ψαρόβαρκες στο μικρό λιμανάκι λικνίζονταν στο μικρό πάφλασμα του ανέμου.

"Σ' αρέσει εδώ ;" της έδειξε μια μικρή απλή ψαροταβέρνα. Αφέθηκε στην επιλογή του. Έκατσαν. Απόλαυσαν τις στιγμές τους μέχρι που ήρθε η στιγμή που και οι δύο περίμεναν.

"Λοιπόν;" Ξεκίνησε πρώτη η Θάλεια. "Θα μου πεις τι έγινε;"

Ο Τίμος πήρε τα γεγονότα με τη σειρά. Της είπε για την Αλεξία, για αυτά που έμαθε. Συνέχισε με την επίσκεψή τους στο μπαρ του Ζησιμάκου και εστίασε στην επεισοδιακή συνάντησή τους με τον Γεβετζή.

Στο άκουσμα του ονόματός του και της συμπεριφοράς του είδε το βλέμμα της Θάλειας να σκληραίνει. Μια παγωμένη έκφραση που δεν είχε ξαναδεί ποτέ του στο πρόσωπό της. Μια μάσκα μίσους κυριάρχησε παντού στην όψη της.

"Το κάθαρμα..." της ξέφυγε μέσα απ τα δόντια της.

Ο Τίμος την σκούντηξε

"Τι σου συμβαίνει...", εκείνη ξαφνιάστηκε και επανήλθε.

"Πρέπει να είναι παλιάνθρωπος ολκής" του είπε. Ο Τίμος συνέχισε με τα νέα στην εφημερίδα τους και την παρέμβαση του εκδότη τους.

"Το μεγάλο αφεντικό ενοχλήθηκε", της είπε.

"Δηλαδή;" τον ρώτησε.

"Ο Ναρσής...! Προφανώς τον πήρε τηλέφωνο για μια πρώτη προειδοποίηση"

Η Θάλεια άρχισε πάλι να νιώθει αμήχανα με μια έντονη ταραχή που προσπαθούσε έντεχνα να κρύψει.

"Θάλεια..." της είπε παρακλητικά απλώνοντας το χέρι του στο δικό της. Αντιλήφθηκε το ελαφρύ τρέμουλο στα δάχτυλά της, συνέχισε.

"Πρέπει να μe βοηθήσεις....! είδες ότι η αντίδραση του Ναρσή δεν ήρθε τυχαία. Ενοχλήθηκε. Μετά από τόσα χρόνια ενοχλήθηκε. Άρα κάτι κουβαλάει αυτή η ιστορία, κάτι σοβαρό. Ξέρω ότι μπήκα στα όρια της οικογενειακής σου ζωής..."

"Και μάλιστα ακάλεστος..." τον διέκοψε.

"Ναι, ακάλεστος. Αλλά αν ξέρεις κάτι παραπάνω σε παρακαλώ να το πεις..."

Ένιωσε τα μάτια της υγρά.

"Για να γίνει τι ; σε έχω παρακαλέσει επανειλημμένα να πάψεις με αυτήν την ιστορία, δεν το σεβάστηκες, επιμένεις, εκτίθεσαι..." του είπε με ένα ύφος που ήθελε να το δείχνει επιθετικό αλλά δεν ήξερε μέσα της αν το πετύχαινε. Ο Τίμος την παρακολουθούσε σιωπηρός. Έβλεπε μια μικρή έκρηξη μπροστά του.

"Ψάχνεις πράγματα για ανθρώπους που δεν ζουν. Για την οικογένειά μου. Μπλέκεσαι σε μονοπάτια που δεν ξέρεις που θα σε βγάλουν. Κάνεις θόρυβο, σταμάτα πια".

Αυτό το τελευταίο της βγήκε σαν μικρή πνιχτή κραυγή. Σταμάτησε. Άναψε τσιγάρο με χέρια που έτρεμαν, τον κοίταξε στα μάτια.

"Γιατί δεν σέβεσαι την επιθυμία μου;"

"Πλέον η ιστορία αυτή ξέφυγε από τα προσωπικά όρια Θάλεια..."

"Με λίγα λόγια μου λες ότι έφτιαξες τετελεσμένα και θες τώρα να ακολουθήσω;" του φώναξε νευρικά.

"Ναι, μαζί...!" της είπε με εκείνο το ήρεμο ύφος του.

"Mα δεν το βλέπεις ότι πλέον θα έχεις πρόβλημα και στη δουλειά σου. Και στο κάτω-κάτω γιατί πήγες και παρέσυρες και αυτή την συνάδελφό σου. Δηλαδή δεν ξέρω πως να το χαρακτηρίσω ειλικρινά"

"Αυτό με τη δουλειά μου αποδεικνύει περίτρανα ότι έχω δίκιο...."

"Τίμο αν μ' αγαπάς πρέπει να το αφήσεις εδώ. Αυτή η ιστορία κρίθηκε. Άλλωστε δεν ξέρω και εγώ κάτι παραπάνω στο έχω ξαναπεί. Μπορείς να κάνεις ένα πολύ όμορφο αφιέρωμα με τις αναφορές σου και να το περάσεις στην εφημερίδα σου".

"Ένας λόγος ακόμα επειδή σ΄ αγαπώ να το συνεχίσω", τον κοίταξε σιωπηρή, εκείνος συνέχισε.

"Να σε ρωτήσω κάτι. Τότε εκείνο το βράδυ της Πρωτοχρονιάς.... ο Ναρσής... εσύ... σε έβλεπε και του έτρεχαν τα σάλια..."

"Και λοιπόν;"

"Σε ενόχλησε καθόλου από τότε; θέλω να πω σε πλησίασε;"

Η Θάλεια έδειξε να ενοχλείται και να απορεί μαζί.

"Τι πιθανή σχέση έχει αυτό με την ιστορία μας"

"Δεν ξέρω, ρωτάω"

"Που ξέρει ο Ναρσής βρε Τίμο ότι ο Λεμπεδιωτάκης ήταν θείος μου; και από την άλλη, που να ήξερα εγώ ότι είναι μπλεγμένος με τον θάνατό του καθώς σου είπαν..", ο Τίμος έμενε σιωπηρός μην ξέροντας τι να απαντήσει.

"Και τι σε κάνει να πιστεύεις ότι εγώ θα μπορούσα να είχα μια πιο ...ιδιαίτερη επαφή μ' αυτόν ε;" τον ρώτησε κάπως ενοχλημένα.

"Δεν είπα αυτό"

"Ναι αλλά νομίζω σου πέρασε απ'  το μυαλό έτσι;"

"Σε παρακαλώ..." προσπάθησε να ψελλίσει εκείνος. Η Θάλεια εκνευρισμένη άλλαξε διάθεση, έγινε ψυχρή. Άναψε νευρικά ένα τσιγάρο. Ο Τίμος την παρακολουθούσε προσπαθώντας να βγουν από το αδιέξοδο.

"Πάμε να περπατήσουμε;" της είπε, "θα μας κάνει καλό"

Δεν του μίλησε. Σηκώθηκε, πλήρωσε, η Θάλεια ήδη είχε βγει έξω από το μαγαζί.

Την πρόφτασε λίγο πιο κάτω.

"Συγγνώμη....! σε στενοχώρησα... "

Μια παράξενη σιωπή τους τύλιξε στα βήματά τους στην προβλήτα του μικρού λιμανιού.

"Πάμε να φύγουμε σε παρακαλώ;" του είπε εκείνη.

Προσπάθησε να την μεταπείσει. Κάτι να πει. Δεν τα κατάφερε.

Μπήκαν στο αυτοκίνητό του και πήραν το δρόμο της επιστροφής. Όμως μέσα στην ταραχή τους δεν μπόρεσαν να δουν την μαύρη BMW που στέκονταν δίπλα τους, σαν να τους περίμενε. Και ξεκίνησε και εκείνη μαζί τους να τους ακολουθεί με τη φιγούρα ενός άντρα στο τιμόνι της.

ΙΙ.

Η Θάλεια ακούμπησε στο πιατάκι το μικρό πορσελάνινο φλυτζάνι του καφέ πάνω στο γραφείο. Ο καπνός του τσιγάρου βγήκε από τα χείλη της απαλά.

"Αητός ο μικρός που μας έστειλες", της είπε ο Κώστας Δέσπος κατηγορηματικά. Η Θάλεια του χαμογέλασε ευχάριστα.

"Σας το είχα πει. Ο Λουκάς Χατζηκώστας είναι εξαίρετος επιστήμονας και το κυριότερο με ήθος, τι έγινε τελικά;"

"Μια χαρά τα πάμε, ξεκίνησε κανονικά. Κάναμε ετήσια σύμβαση και προχωράμε".

"Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω μια ακόμα φορά", του είπε επιδοκιμαστικά.

Ο Δέσπος έγνεψε θετικά. Η Θάλεια συνέχισε.

"Ελπίζω να είστε ευχαριστημένος..."

"Μα στο είπα πρώτος..."

"Δεν εννοούσα για τον Χατζηκώστα, για την δημοπρασία μιλάω..."

Ο Δέσπος έμεινε να την κοιτάζει κατά πρόσωπο, εκείνη προχώρησε:

"Ήδη η διαδικασία έχει ξεκινήσει. Η Κυβέρνηση βιάζεται και το ξέρουν όλοι. Στην όλη ιστορία για να είμαστε ακριβείς οι μεγάλοι παίχτες είσαστε εσείς και ο Ναρσής. Καμία άλλη προσφορά δεν υπάρχει".

"Ναι, το ξέρω, αυτή είναι η αλήθεια"

"Ο Ναρσής έχει πάρει όλα εκείνα που του δώσαμε αναλυτικά, έχει στα χέρια του μια εικόνα όπως την φτιάξαμε εμείς. Με βάση αυτά τα στοιχεία λογικά θα διαμορφώσει τη θέση του".

"Έχουμε προνοήσει ακόμα και την πιθανότητα να ξεπεράσει ακόμα και αυτό το ταβάνι του" της είπε.

"Συνεπώς νομίζω ότι το αποτέλεσμα της δημοπρασίας, παρά τις πολιτικές του άκρες, θα είναι συντριπτικό για αυτόν". Το τελευταίο το είπε με ιδιαίτερη έμφαση. Ο Δέσπος την κοίταξε προσεκτικά.

"Το λες σαν να το θέλεις πολύ"

"Αυτό δεν το έκρυψα ποτέ! Αν δεν το ήθελα δεν θα ήμουνα τώρα όλον αυτόν τον καιρό μαζί σας".

Ο Δέσπος άπλωσε το σώμα του πίσω στην πλάτη της πολυθρόνας του δοκιμάζοντας και αυτός μια γουλιά από τον καφέ του.

"Λοιπόν πάντα ήθελα να μάθω τους βαθύτερους λόγους αυτής σου της στάσης Θάλεια..."

"Τι εννοείτε"

"Γιατί φαίνεται να μισείς τον Ναρσή;"

Το βλέμμα της Θάλειας πάγωσε για λίγο, ύστερα απάντησε.

"Κάναμε μια επαγγελματική συνεργασία. Εσείς είχατε τους λόγους και την στρατηγική σας για τους δικούς σας στόχους και εγώ από την άλλη τους δικούς μου. Ήταν μια συνεργασία ειλικρινής και ανοιχτή".

"Ναι, και θα ήθελα προσωπικά να σε ευχαριστήσω για αυτό", την κοίταξε με ένα βλέμμα διερευνητικό συνεχίζοντας "Ξέρω ότι έβαλες τον εαυτό σου.... επέτρεψέ μου να πω σε μια κατάσταση ...χρήσης... καταλαβαίνεις" κόμπιασε για τα παρακάτω, η Θάλεια ήταν σαφής

"Επιλογή μου ήταν, άλλωστε ποτέ κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει τα κίνητρα..."

Ο Δέσπος ξεφύσηξε.

"Δεν μπορώ εύκολα να μπω στα άδυτα της σκέψης σου, θαυμάζω τον αυτοέλεγχό σου, έχω μπροστά μου μια κλειστή σφίγγα".

Του χαμογέλασε αινιγματικά, σηκώθηκε, έτοιμη για να φύγει, την ακολούθησε.

"Κρίνεις ότι πρέπει να κάνουμε κάτι ακόμα με τον Ναρσή;"

"Προς το παρόν δεν νομίζω, άλλωστε αυτήν την εποχή έχει και κάποια άλλα ...απρόοπτα να αντιμετωπίσει" του πέταξε προχωρώντας στην πόρτα του γραφείου του.

"Τι εννοείς;"

"Φαντάσματα του παρελθόντος, μην δίνετε σημασία κ. Δέσπο, στην δική μας περίπτωση ήρθαν μια χαρά".

Ο Δέσπος κούνησε το κεφάλι του. Την αποχαιρέτισε ζεστά.

"Θα είμαστε σε επικοινωνία" του είπε και έφυγε.

ΙΙΙ.

Την ίδια μέρα προς το μεσημέρι, στα γραφεία της Κατασκευαστικής του Ναρσή οι ρυθμοί ήταν στο φόρτε τους. Η Εταιρεία είχε υποβάλλει επίσημα την προσφορά της με ολοκληρωμένο τον φάκελο για τα Αεροδρόμια. Ένας φάκελος καλά μελετημένος με βάση όλα εκείνα τα αναλυτικά στοιχεία που η Θάλεια Μαζαράκη είχε περάσει στα χέρια τους.

Ο Ναρσής, ομολογουμένως εκείνες τις μέρες είχε χάσει το ρυθμό του. Τα τελευταία γεγονότα με την υπόθεση του παρελθόντος και των δημοσιογράφων είχε κατακτήσει την μεγάλη του προτεραιότητα κατ' ανάγκη. Έτσι η υπόθεση της δημοπρασίας είχε γλιστρήσει στα χέρια των συνεργατών του.

Τις σκέψεις του διέκοψε η είσοδος στο γραφείο του Λεωνίδα Σαρλή. Ο Συνεργάτης του μπήκε. Έριξε μια ματιά γύρω του, αντάλλαξε λίγες τυπικές κουβέντες και μπήκε στο θέμα του.

"Σου έχω κάποιες ενδιαφέρουσες πληροφορίες..." του είπε.

"Για ποιο θέμα" τον ρώτησε με αγωνία.

"Για τους δύο δημοσιογράφους που σου προκάλεσαν πρόβλημα, αυτό δεν μου είχες πει; "

"Ναι, ναι" απάντησε ο Ναρσής ανεβάζοντας το επίπεδο του ενδιαφέροντός του.

"Έμαθα τα ονόματά τους, εντάξει την μια την έμαθες, ο νεαρός όμως έχει το ενδιαφέρον"

Ο Ναρσής έσμιξε τα φρύδια του

"Δηλαδή...."

"Τίμος Αργυριάδης, επικεφαλής του εργατικού και συνδικαλιστικού ρεπορτάζ στα Εσπερινά Νέα, σου λέει τίποτα το όνομα;"

Ο Ναρσής σκέφτηκε λίγο και...

"Όχι....! Και τι δουλειά έχει ένας ρεπόρτερ με αυτό το θέμα, εκτός αν τον τράβηξε κοντά του η άλλη. Δεν μου λες; που τα έμαθες αυτά;".

"Διονύση, δεν είμαι αφελής....! Αθόρυβα κάνω κάποιες δουλειές. Ώστε λοιπόν δεν θυμάσαι τον νεαρό ε;"

"Θα  έπρεπε;"

"Κι όμως τον έχεις γνωρίσει....! Και μάλιστα στο σπίτι σου...!"

Ο Ναρσής ανέβασε τον τόνο της φωνής του.

"Είσαι τρελός; Που;"

"Πρωτοχρονιά Διονύση....! θυμήσου....! Ποιος ήταν ο νεαρός που πλησίασε την ...εκλεκτή σου και με έβαλες να ψάξω για αυτόν, να μάθω ποιος είναι;"

Στο πρόσωπο του Ναρσή αποτυπώθηκε μια οδυνηρή έκπληξη

"Και τι δουλειά έχει αυτός με τη Θάλεια;"

Ο Σαρλής κούνησε το κεφάλι του.

"Δεν ξέρω Διονύση. Αυτή τη στιγμή εγώ βλέπω ότι εκείνο το βράδυ έφυγαν μαζί, άρα τον γνωρίζει, από την άλλη αυτός ψάχνει πράγματα για σένα, απ'  ότι μου άφησες να εννοηθώ επώδυνα. Αυτές είναι κάποιες συμπτώσεις που δεν μου αρέσουν"

Προσπαθώντας να συνέλθει από την έκπληξή του ο Ναρσής σηκώθηκε:

"Τι θέλεις να πεις; Μίλα ξεκάθαρα"

"Στο έχω ξαναπεί παλιότερα. Από τότε που την είδα με εκείνον τον διευθυντή της θυγατρικής των Γερμανών στη Θεσσαλονίκη. Τώρα πάλι εμφανίζεται με κάποιον που σκαλίζει για σένα. Σύμπτωση;"

Ο Ναρσής βημάτιζε προβληματισμένος. Μέσα του έμπλεκαν ακόμα περισσότερο τα πράγματα.

"Πόσον καιρό έχεις να την δεις;" τον ρώτησε ο Σαρλής.

"Σάββατο πριν δύο βδομάδες γιατί ρωτάς;"

"Έχεις νέα της από τότε;"

"Όχι, αλλά δεν λέει κάτι αυτό"

Ο Ναρσής ήταν σκυθρωπός και μια σειρά συλλογισμοί πέρναγαν από το μυαλό του. Προσπαθούσε να βάλλει μια τάξη σε όλα αυτά.

"Δεν είναι απαραίτητο να συνδέεται η μικρή με τις κινήσεις του δημοσιογράφου, δεν υπάρχει κάτι να μας το βεβαιώνει"

"Ναι δεν υπάρχει", απάντησε ο Σαρλής, "Τουλάχιστον μέχρι στιγμής, αλλά παραπέρα δεν ξέρουμε".

"Έχε σε παρακαλώ το νου σου σε αυτό το παραπέρα που λες, εγώ έχω κάτι άλλα θέματα να τακτοποιήσω"

"Σοβαρά;"

"Ναι"

"Αν θέλεις να μου πεις κάτι είμαι εδώ το ξέρεις".

"Σε ευχαριστώ Λεωνίδα, είναι κάτι από παλιά που θέλω να τακτοποιήσω".

Ο Σαρλής έφυγε από το γραφείο. Ο Ναρσής έμεινε μόνος και σκεπτικός. Με μιας το χέρι του σχημάτισε τον αριθμό του τηλεφώνου της Θάλειας στο Υπουργείο.
"Χάθηκες....! ούτε ένα μήνυμα" της είπε κάποια στιγμή.

"Πνίγομαι εδώ αυτές τις μέρες. Ξέρεις ότι η διαδικασία που σε ενδιαφέρει τρέχει σε πλήρη ρυθμό..."

"Ναι, το ξέρω.."

"Ελπίζω να έχεις ετοιμαστεί με όλα σου έχω δώσει", του είπε. Της απάντησε θετικά. Ήθελε μια-δυό φορές να την ρωτήσει για αυτόν τον Αργυριάδη αλλά δεν του βγήκε. Το άφησε για άλλη φορά με περισσότερα στοιχεία. Την ευχαρίστησε, της είπε να μην τον ξεχνάει και έκλεισε το τηλέφωνο.

"Ήθελα να 'ξερα τι πάτε να μου σκαρώσετε διάβολε;" μούγκρισε από μέσα του προβληματισμένος και μπερδεμένος. Από τη μία οι πληροφορίες που του έδινε ο Σαρλής ηχούσαν μέσα του απειλητικά σαν καμπανάκι. Για πρώτη φορά αυτές ακουμπούσαν πλέον ευθέως σε εκείνη! Στη γυναίκα που του πυρπολούσε το μυαλό και τις αισθήσεις.

Κοίταξε το ρολόι του. Το πρόσωπό του πάλι σκλύρηνε άσχημα. Ήταν αργά μεσημέρι. Σήκωσε το τηλέφωνο, ήταν ο Αμπάτζογλου.

"Άκου, θέλω να μην χάσεις απ'  τα μάτια σου τον Γεβετζή, άκουσες. Ενημέρωσέ με σε κάθε ασυνήθιστη κίνηση δεις, εντάξει ;"

Ο Άλλος έκλεισε το τηλέφωνο. Το βλέμμα του Ναρσή παρέμενε πάντα απίστευτα σκοτεινό.

"Μήπως ήρθε η ώρα να αλλάξω λίγο βιολί;" σκέφτηκε δυνατά πιέζοντας τον εαυτό του να το επιβάλλει.

(Συνεχίζεται...)

Ο Ναρσής βρίσκεται να παρακολουθεί τις εξελίξεις παρά να τις ορίζει. Και αυτό του τονίζει έμμεσα και με σαφήνεια ο συνεργάτης του. Το θέμα είναι η τυχούσα αντίδρασή του και σε ποια κατεύθυνση. Αναμένεται να το δούμε.

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro