Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφάλαιο 31: Μεσημβρινή αναμέτρηση 🔞

Κάθε Σάββατο στο πρωινό του, ο Τίμος προσπαθούσε να δώσει μια διαφορετική αίσθηση. Άλλοτε έμενε περισσότερο στο κρεβάτι. Άλλοτε έφευγε για κάποια βόλτα, άλλοτε για κάποιες προσωπικές του υποθέσεις.

Αυτό το Σάββατο, το τηλέφωνο της Αλεξίας Δραγούμη, τον βρήκε να απολαμβάνει τον σπιτικό του καφέ παρέα με κάποιες εφημερίδες και λίγη μουσική. Η δροσερή φωνή της ήχησε στα αυτιά του καλόκεφα και κρυστάλλινα.

"Καλημέρα Τίμο, δεν σε ξύπνησα...."

"Καλημέρα, όχι τι είναι αυτά που λες, καφεδάκι πίνω..."

Αντάλλαξαν λίγες αόριστες κουβέντες. Η Αλεξία πέρασε στο προκείμενο.

"Λοιπόν; είσαι έτοιμος για απόψε να με συνοδεύσεις Κύριε;" του είπε γελαστά.

"Και να σας συνοδεύσω Κυρία μου αλλά διαθέσιμος είμαι και για κάθε λογής περιπέτεια" της απάντησε με κέφι.

"Ωραία, στις εννέα περνάω στον ηλεκτρικό σταθμό της Νέας Ιωνίας για να φύγουμε, εντάξει;"

"Θα είμαι εκεί"

Έκλεισαν το τηλέφωνο. Ο Τίμος ένιωθε ένα κράμα ευχαρίστησης αλλά συνάμα και αγωνίας. Δεν είχε τύχει άλλη φορά να χειριστεί τέτοιου είδους συνάντηση ...αστυνομικής υφής και του φαινόταν κάπως παράξενο τώρα.

Θα προσπαθούσε να κάνει τις ώρες που ακολουθούσαν μέχρι το βράδυ να περάσουν εύκολα και ανώδυνα για κάθε λογής σκέψη. Το βράδυ τους περίμεναν διάφορα.

Η Κόκκινη Alfetta της Θάλειας κατέβαινε με ορμή την Εθνική Οδό προς την παραλιακή. Στον χαρτοφύλακά της μετέφερε τα στημένα έγγραφα που προόριζε για τον Ναρσή. Στη σκέψη της είχε άπειρα πράγματα που της έδιναν μια σκληρή άκαμπτη όψη. Μέχρι τώρα ένιωθε ότι κρατούσε καλά τα χαλινάρια αυτής της παράξενης σχέσης, αυτού του παιχνιδιού που εξελίσσονταν μεταξύ τους σαν η γάτα με το ποντίκι. Έπρεπε να προσέχει. Η ισορροπία ήταν πολύ λεπτή. Οι όροι σε αυτό το παιχνίδι μπορούσαν να αλλάξουν δραματικά κάθε στιγμή. Πέρασε στην Λεωφόρο Ποσειδώνος. Σε λίγα λεπτά έπαιρνε τη μεγάλη στροφή για τον Φλοίσβο στο Παλαιό Φάληρο. Έφτασε. Έστριψε στο φανάρι αριστερά , βρήκε και άφησε το αυτοκίνητό της σε κάποιο δρόμο.

Και σήμερα έλαμπε μέσα στην θηλυκότητά της. Φορούσε ένα ολόσωμο σομόν φόρεμα. Ανοιχτό ντεκολτέ που τόνιζε το χυμώδες στήθος της ενώ τα καλλίγραμμα αισθησιακά της πόδια δεν δίσταζαν να αναδεικνύονται από το κοντό του ύψος. Σε λίγα λεπτά ήταν μπροστά στο "Φλοίσβο". Ο νεαρός και πάντα γοητευτικός Μιχάλης Ιγνατιάδης ήταν πιστός στο ραντεβού του. Τον πλησίασε, χαιρετήθηκαν αυθόρμητα και ευχάριστα. Την κάλεσε να τον ακολουθήσει. Λίγο πιο κάτω το γνώριμο Range Rover τους περίμενε. Όπως πάντα ευγενικά της άνοιξε την πόρτα και ξεκίνησαν.

"Λοιπόν, που πάμε σήμερα ;" τον ρώτησε με αινιγματικό χαμογελαστό βλέμμα.

"Στην Βουλιαγμένη κυρία Μαζαράκη, ο Κύριος Ναρσής σας περιμένει".

"Μάλιστα... άλλη επιλογή λοιπόν σήμερα, για να δούμε τι άλλο μας επιφυλάσσει ο αγαπητός κύριος Ναρσής" είπε και έβγαλε ένα τσιγάρο από την ταμπακέρα της. Ο Ιγνατιάδης αμέσως προθυμοποιήθηκε να της προσφέρει στο πίσω κάθισμα τον αναπτήρα του αυτοκινήτου. Η Θάλεια άναψε ενώ τα μάτια του νεαρού δύσκολα έφυγαν από τα καυτά πόδια της, το θέαμα των οποίων έδειχνε ανέκαθεν να του προκαλεί ενδιαφέρον.

Αυτή τη φορά ήταν περισσότερο ομιλητικοί και με διάθεση κουβέντας. Ίσως το φως της μέρας συνηγορούσε σε αυτό, ίσως πια η έμπιστη γνωριμία τους. Ήταν εμφανές ότι ο νεαρός Ιγνατιάδης ήξερε πολύ περισσότερα πράγματα για τη ζωή του κυρίου του από πολλά μέλη της ίδιας της οικογένειάς του.

Πέρασαν το Καβούρι και έφτασαν στο Λαιμό της Βουλιαγμένης. Έστριψαν προς την παραλία και κάποια στιγμή έφτασαν στην οδό Λητούς. Εκεί, μέσα σε ένα κατάφυτο μέρος με θέα την μαγευτική θάλασσα, το αυτοκίνητο σταμάτησε μπροστά σε μια επιβλητική πέτρινη Βίλα. Κατέβηκαν.

Τα μεγάλα πεύκα έδιναν στο μεγάλο επιβλητικό σπίτι μια μοναδική κάλυψη. Ελάχιστο μέρος του ήταν ορατό από το δρόμο. Ανέβηκαν τα σκαλιά της αυλής και πέρασαν στο εσωτερικό του. Μια μεγάλη σάλα που έβλεπε στη θάλασσα. Όλα ήταν όμορφα, σε απόλυτη τάξη και με υπέροχη θέα. Ο Ναρσής εμφανίστηκε σε λίγο. Ήταν ελαφρά ντυμένος, απλά, καθημερινά. Την υποδέχτηκε ζεστά αλλά με κάποια τυπική απόσταση. Παρά το ότι ο παρών Ιγνατιάδης ήξερε πολλά δεν ήθελε να ανοιχτεί εντελώς μπροστά του.

Ο νεαρός πήρε οδηγίες και όπως πάντα αποχώρησε διακριτικά από το σπίτι. Η Θάλεια άφησε τον χαρτοφύλακά της και άρχισε να περιτριγυρίζει στη μεγάλη σάλα. Πήγε προς τη μεγάλη μπαλκονόπορτα.

"Τι είναι πάλι εδώ;" τον ρώτησε. Ο Ναρσής την πλησίασε.

"Ας πούμε ένα όμορφο προσωπικό καταφύγιο" της είπε.

Χωρίς να τον κοιτάζει συνέχισε.

"Κάθε φορά που συναντιόμαστε συνηθίζεις να εξαφανίζεις το προσωπικό;" του είπε εμφανώς δηκτικά.

"Εδώ υπάρχουν δύο Φιλιππινέζες. Μιλούν μόνο Αγγλικά. Σχεδόν δεν ξέρουν τίποτα και για κανέναν. Ο σύνδεσμός τους είναι ο Ιγνατιάδης. Συνεπώς δεν είναι στα πόδια μου αν αυτό θες να μάθεις..."

Γύρισε προς το μέρος του.

"Είναι πολύ όμορφα εδώ, με υπέροχη θέα"

"Ναι" της απάντησε.

Το βλέμμα της επέστρεψε μελαγχολικά προς τη θάλασσα που απλώνονταν μπροστά από το σπίτι. Στο βάθος πολλά μαύρα σύννεφα στεφάνωναν τον ορίζοντα. Έκοψε απότομα από την περιπλάνησή της και πήγε προς τον χαρτοφύλακά της. Άνοιξε και έβγαλε τον φάκελο με τα έγγραφα.

"Εδώ είναι τα νέα στοιχεία που κατάφερα να μαζέψω" του είπε.

"Τι αφορούν;" την ρώτησε.

"Δεν έχω καλά νέα", είπε ψυχρά, "Οι Γερμανοί φλερτάρουν με μια Γαλλική εταιρεία για κοινή προσφορά. Θεωρώ σίγουρο ότι θα συνεργαστούν. Καταλαβαίνεις τι σημαίνει αυτό ", ολοκλήρωσε. Το βλέμμα του Ναρσή βάρυνε. Του έδωσε το φάκελο. Του έριξε μια γενική ματιά.

"Τι άλλο έχεις ;"

"Έχω πλήρη στοιχεία για τις εκπτώσεις που θα προσφέρουν και τα αντισταθμιστικά οφέλη. Τα πήρα με χίλια ζόρια. Δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο. Είμαι στα όρια να εκτεθώ στο Υπουργείο. Και να περιμένεις ότι την επόμενη βδομάδα η κυβέρνηση σχεδιάζει να ξεκινήσει επίσημα τη δημοπρασία".

Άφησε το φάκελο στο τραπέζι του σαλονιού κάπου στο κέντρο. Πήγε προς τα μέσα.

"Θέλεις ένα ποτό;" την ρώτησε.

"Για ένα παγωμένο απεριτίφ δεν θα έλεγα όχι" του είπε.

Σε λίγο επέστρεψε με τα ποτά. Της προσέφερε το δικό της.

"Γιατί τα κάνεις όλα αυτά; " την ρώτησε απότομα. Η Θάλεια ήπιε μια γουλιά από το ποτήρι της. Το άφησε σε κάποιο τραπεζάκι εκεί κοντά.

"Ακόμα γυρεύεις απαντήσεις;" του είπε.

"Τι ζητάς από μένα;" την ξαναρώτησε πιο εμφαντικά.

Τον πλησίασε κατά πρόσωπο. Τον κοίταξε ίσια στα μάτια με βλέμμα ευθύ.

"Πάντα βλέπεις στους άλλους απειλή; πάντα νομίζεις ότι θέλουν κάτι να σου πάρουν;"

"Στα χρόνια που είμαι δεν έχω αυταπάτες, όπως δεν έχω αυταπάτες και για τη θέση μου"

"Φοβάσαι;"

"Δεν φοβήθηκα ποτέ", της είπε.

"Κι όμως... όλα αυτά μαρτυρούν φόβο", του απάντησε.

"Τον έλεγχο θέλω, δεν συνηθίζω να αφήνομαι σε άγνωστα μονοπάτια"

"Θαρρείς ότι θα τα ελέγχεις όλα; είσαι τόσο σίγουρος;"

"Το φροντίζω, κακό είναι;"

"Για το τίμημα αυτού του ελέγχου αδιαφορείς;" τον ρώτησε πάλι αστράφτοντας.

"Σε όλα υπάρχει ένα τίμημα", της απάντησε.

"Το οποίο φροντίζεις να πληρώνουν πάντα οι άλλοι;"

"Νόμος της ζωής μικρή μου..." ακούστηκε κυνικός.

"Αδιαφορώντας για το τι σημαίνει ε;" του είπε με μια λάμψη που πέρασε φευγαλέα απ' τα μάτια της.

Ήταν ένας διάλογος παράξενος. Σαν αναμέτρηση ένα πράγμα. Σαν μια αλλόκοτη μονομαχία. Καθένας σήκωνε το γάντι που πέταγε ο άλλος σε μια ατμόσφαιρα γεμάτη ηλεκτρισμό.

"Τι εκπροσωπείς... έχεις κάνει ας πούμε έναν γυάλινο αστραφτερό κόσμο, είσαι κλεισμένος εκεί και κάθε ένας που σε κοιτάζει είναι υποψήφιος κίνδυνος, ε;" ακούστηκε η Θάλεια.

"Δεν θα 'πρεπε;" της είπε.

"Πόσους έχεις κάνει να πονέσουν;"

"Έτσι συμβαίνει στη ζωή, όλοι πονάμε κάποτε"

"Πόσοι έχουν συρθεί στα πόδια σου νικημένοι προσκυνητές Ναρσή;"

"Εξαρτάται γιατί νικήθηκαν"

"Δεν ένιωσες τίποτα ποτέ για αυτό;"

"Όπως;"

"Θλίψη, αναστολή, ενοχή;"

Γέλασε σκληρά και κυνικά.

"Οι ενοχές γλύκα μου είναι για τους αδύνατους" απάντησε ασύστολα.

"Όποιος και να 'ταν αυτός; έστω και δικός σου άνθρωπος;"

"Πολλές φορές δικοί σου άνθρωποι γίνονται τα χειρότερα βαρίδια. Δεν το έχεις βιώσει αυτό; η αδυναμία τους σε τραβάει πίσω. Σε καθηλώνει"

Άπλωσε το χέρι της στα χείλη του που μισάνοιξαν ηδονικά.

"Και φτάνεις μέχρι την εξόντωσή τους λοιπόν;"

Ο Ναρσής ένιωσε η κουβέντα να παίρνει μονοπάτια παράξενα. Άπλωσε το δάχτυλό της ηδονικά ανάμεσα στα χείλη του. Η φωνή της ακούστηκε σβησμένη αλλάζοντας ίσως θέμα.

"Ας μιλήσουμε λοιπόν λίγο κυνικά. Στη γλώσσα σου. Ας πούμε ότι την γουστάρω αυτή τη φάση μεταξύ μας", τον πλησίασε και πάλι, συνεχίζοντας.

"Ας πούμε ότι μ αρέσει να αρπάζω τη στιγμή, τη φωτιά... άλλωστε ποτέ δεν ξέρεις τι θα σου ζητήσω για όλα αυτά ε; ξέρουμε και οι δυό τι θέλουμε" του είπε ψιθυριστά έχοντας κολλήσει σχεδόν τα χείλη της στα δικά του. Ο Ναρσής ένιωθε πάλι τη φωτιά να πλησιάζει.

"Ας πούμε ότι και οι δυό Διονύση Ναρσή είμαστε ένα είδος ...επαγγελματίες" συνέχιζε να τον πυροβολεί λεκτικά.

Άπλωσε τα χέρια του να την φιλήσει. Τον απέφυγε γυρίζοντας την πλάτη της.

"Είσαι ένας δαίμονας" της είπε σαν να του έφευγε η ανάσα.

"Σε θέλω σαν κολασμένος, με τρελαίνεις". Κόλλησε πάνω της. Τα χέρια του ταξίδεψαν περιμετρικά στους γοφούς της, τράβηξαν το κοντό της φόρεμα, ανέβηκε ψηλά αποκαλύπτοντας τα γυμνά της πόδια. Ένιωθε την ανάσα του καυτή στον αυχένα της και το αγκομαχητό του να ανεβαίνει. Εκείνος δεν έβλεπε το σκληρό της άκαμπτο βλέμμα παγωμένο.

Με μιας γύρισε απότομα, την έσπρωξε με βία στον μεγάλο δερμάτινο καναπέ. Τα στιβαρά του χέρια σφίχτηκαν γύρω από το πρόσωπό της, άγγιξαν τα μαλλιά της, τυλίχτηκαν στο λαιμό της.

"Πρόσεξε μικρή μου αφέντρα! Μην παίζεις με τη φωτιά!" της είπε με βραχνή απειλητική και λάγνα φωνή, συνεχίζοντας: "Δεν μ αρέσει να χάνω, να το θυμάσαι αυτό, καλά!"

Έσφιξε τη λαβή των χεριών του στο λαιμό της τη στιγμή που κόλλησε τα χείλη του στα δικά της. Προσπάθησε να τραβηχτεί από κοντά του. Της φάνηκε αδύνατον. Έγιναν ένα έτσι μισόγυμνοι να στροβιλίζονται εκεί. Τα χέρια του χώρισαν τα πόδια της, τρίφτηκαν με μανία ανάμεσα στους μηρούς της. Της τράβηξε το εσώρουχο βυθίζοντας το χέρι του στην καυτή της είσοδο. Εκείνη πάλευε για τα καλά. Όλα ήταν στα όρια ενός επερχόμενου βιασμού. Τα μάτια της γυάλιζαν. Ξαφνικά κατάφερε να απαλλαγεί από τη λαβή των χεριών του. Έγειρε το σώμα της πίσω προσπαθώντας να ελέγξει την ανάσα της.

"Έλα λοιπόν!" του φώναξε στα μούτρα προκλητικά. Άνοιξε τα πόδια της μπροστά του. Η θέα του κρυμμένου της αιδοίου τον τρέλανε.

"Αυτό δεν θέλεις; έτσι δεν έμαθες να τα παίρνεις όλα; Έλα λοιπόν! Γάμησέ με! Το θέλεις, το ζητάς!" του είπε. Έκανε μια κίνηση να βγάλει το εσώρουχό της. Εκείνος κόλλησε. Για μια στιγμή την κάρφωσε με το βλέμμα του. Ανασηκώθηκε προσπαθώντας να μαζέψει την αναπνοή του. Ήταν απέναντί του, λαμπερή, σχεδόν γυμνή, με τα υγρά της μάτια και σώμα. Αμίλητος ο Ναρσής σταμάτησε. Σαν να προσπαθούσε να τιθασεύσει την ορμή του. Άναψε δύο τσιγάρα και της προσέφερε το ένα. Τον κοίταζε αμίλητη. Έβλεπε το βλέμμα του. Κοίταξε το ρολόι της.

"Πρέπει να φύγω", του είπε και άρχισε να ντύνεται. Την ακολούθησε και εκείνος.

Μια παράξενη σιωπή έπεφτε ανάμεσά τους μέσα στο μεγάλο σαλόνι. Ενημέρωσε με ένα τηλέφωνο τον Ιγνατιάδη να εμφανιστεί. Άγνωστο που περίμενε.

"Κοίταξε να αξιοποιήσεις τα στοιχεία που σου έδωσα και να ετοιμαστείς ανάλογα" του είπε ψυχρά.

Της απάντησε θετικά με κάποια σχόλια. Σε λίγο ήταν και οι δύο έτοιμοι. Στέκονταν σαν να μην είχε συμβεί απολύτως τίποτα στα προηγούμενα λεπτά.

"Ξέρεις ότι ρισκάρω πολλά και σε δύο επίπεδα", του είπε. "Ελπίζω να το εκτιμήσεις" συνέχισε.

"Δεν συνηθίζω να πουλάω όσους είναι στα αλήθεια κοντά μου" της απάντησε.

Τον κοίταξε στα μάτια.

"Το ελπίζω.." του είπε.

Σε λίγα λεπτά ο Ιγνατιάδης ήταν εκεί, πάντα διακριτικός. Χωρίς να πει κάτι βγήκε ξανά από το σαλόνι για να τους αφήσει μόνους λίγο πριν την αναχώρηση. Ο Ναρσής έπιασε το χέρι της. Το άφησε άψυχο προς το μέρος του, παγωμένο. Το ένιωθε να τρέμει λίγο. Της το φίλησε. Την κοίταξε διαπεραστικά στα μάτια.

"Λοιπόν.... θα τα ξαναπούμε, σε ευχαριστώ"

Με ένα σφίξιμο των χειλιών της αποκρίθηκε

"Καλή αντάμωση"

Έφυγε απότομα. Χωρίς να γυρίσει να του ρίξει μια ματιά. Την είδε που μπήκε απέναντι στο αυτοκίνητο και χάθηκε στο βάθος του δρόμου. Έμεινε μόνος στο μεγάλο σπίτι, σιωπηρός. Θύμωνε με τον εαυτό του για το τι ένιωθε για αυτή τη γυναίκα. Σαν ένα αργό δηλητήριο που είχε μπει πια στο νου του, στο αίμα του και έκαιγε το κορμί του ηδονικά και ανεξέλεγκτα.

(Συνεχίζεται...)

Ένα ακραίο παιχνίδι μεταξύ τους, να ακροβατούν σε δρόμους που ήξεραν και οι δύο ότι η κατάσταση και ο έλεγχος μπορούσε να χαθεί σε κάθε στιγμή. Όμως συνέχιζαν κάθε φορά και σε ανώτερο επίπεδο.

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro