Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφάλαιο 24: Δύο μέρες απουσίας-Η διαδρομή

Ι. Δυό μέρες απουσίας

H Βέρα Ναρσή ήταν από το απόγευμα στο σπίτι της Αδριανής Νερούτσου. Μιας φίλης της από τους γνωστούς κοσμικούς κύκλους της παρέας της.

Ο Ναρσής είχε φύγει από τα ξημερώματα για τη Θεσσαλονίκη, νωρίς το απόγευμα είχε μιλήσει δεύτερη φορά σήμερα μαζί του. Ένιωθε σκασμένη και μόνη μέσα στο σπίτι. Για τα παιδιά μήτε λόγος. Σιγά μην ακολουθούσαν την μητέρα τους και τον κύκλο της.

Από το μεσημέρι είχε τηλεφωνηθεί με την Αδριανή. Εκείνη είχε προγραμματίσει για το βραδάκι έτσι μια απλή παρέα γνωστών για να σκοτώσουν την κοσμική τους ώρα με όλα εκείνα τα ροζ και σαθρά που η κοινωνία τους θεωρούσε σημαντικά.

Εντάξει δεν την έλεγες και καμιά κοσμική συγκέντρωση οπότε δεν στολίστηκε και με τίποτα ιδιαίτερο. Άλλωστε, παρά τα χρόνια της, πενηντάρα πατημένη, ήταν μια εντυπωσιακή καλοστεκούμενη γυναίκα.

Η ώρα πέρναγε με διάφορα εκεί, καφέ για ξεκίνημα και ποτάκι ελαφρύ για τη συνέχεια. Όπως κάθε "καλή" κοινωνική κάστα έτσι και η Νερούτσου με την παρέα της, την αγάπη τους για το χαρτί την είχαν, δεν μπορούσες να το αγνοήσεις.

Χωρίς ιδιαίτερες σκέψεις λοιπόν πέρναγε χαζά και σκοτωμένα η ώρα.

"Ο Διονύσης πού είναι ;" είχε ρωτήσει κάποια στιγμή η φίλη της.

"Θεσσαλονίκη,.." απάντησε.

"Τι κάνει εκεί;"

"Είναι ένα οικονομικό φόρουμ σαν συνέδριο και έπρεπε να είναι εκεί για τη δουλειά"

"Και πώς και δεν πήγες και συ;"

"Να κάνω τι; Να τριγυρνάω μονάχη σε ένα ξενοδοχείο; Άλλωστε Πέμπτη θα γυρίσει"

"Α άμα είναι έτσι, καλά έκανες" έκλεισε την κουβέντα η Αδριανή.

Το μικροσούσουρο του καρέ στο τραπέζι διέκοψε κάποια στιγμή το κουδούνι της πόρτας. Σε λίγα λεπτά συνοδεία της υπηρεσίας έμπαινε στο σαλόνι ο Αριστείδης Κοντοδήμος, ο Υπουργός. Στο πρόσωπό του ανέκαθεν ήταν ζωγραφισμένο ένα αδρό χαμόγελο που δεν δίσταζε να το χαρίζει απλόχερα ο 65άρης πολιτικός.

"Κυρίες μου και Κύριοι καλησπέρα" χαιρέτισε εγκάρδια αυτός και φυσικά απέσπασε τα βλέμματα και τις χαιρετούρες των παρευρισκομένων.

"Αριστείδη....! πώς από εδώ;" ήταν οι κλήσεις των περισσοτέρων.

"Ε είπα να ξεκλέψω λίγο χρόνο και για μένα" απάντησε εκείνος χαριτολογώντας.

Για αρκετό χρόνο μετά είχε γίνει το επίκεντρο της συντροφιάς καθώς πάντα η περιέργεια των γνωστών του δεν μπορούσε να χορτάσει με νέα και παραπολιτικά που διψούσε να ακούσει. Και ο Κοντοδήμος τα έδινε αφειδώς ικανοποιώντας τους πάντες.

"Βέρα πώς και δεν είσαι με τον Διονύση;" είπε κάποια στιγμή στην Βέρα Ναρσή ξεμοναχιάζοντάς εκεί που είχε σηκωθεί από το καρέ.

"Τι να κάνω στα πόδια του Αριστείδη; Στο συνέδριο να παριστάνω τι; άλλωστε εσείς σε κάτι τέτοια μας θεωρείτε φόρτωμα".

Ο Κοντοδήμος γέλασε.

"Μην το λες, εξαρτάται αγαπητή μου"

"Εγώ να ρωτήσω με τη σειρά μου, πώς και έμεινες εδώ; Γιατί δεν πήγες πάνω; Ο Διονύσης μου είπε ότι στη δουλειά σου ήταν το φόρουμ"

Ο Κοντοδήμος άνετα με χαλαρό ύφος της είπε:

"Αααα ας πάει και κάποιος άλλος Βέρα μου, έστειλα τον Υφυπουργό, την χρειάζομαι λίγη ξεκούραση γιατί έρχονται τρεχάματα..."

"Θα συμφωνήσω" σχολίασε η Βέρα, καλό κάνει.

"Καλό κάνει δεν λες τίποτα, άλλωστε σε λίγο θα έχουμε πολύ πίεση στο Υπουργείο και να δεις που δεν είμαι ο μόνος..."

"Έδωσες άδεια και σε άλλους Αριστείδη ;" σχολίασε χαμογελαστά η Βέρα.

"Ναι, ξεφόρτωσα κόσμο, έδιωξα και την συνεργάτιδά μου τη Θάλεια, αυτήν που γνώρισες την Πρωτοχρονιά σπίτι σας...."

Η Βέρα άλλαξε λίγο ύφος προς το πιο σοβαρό.

"Α ναι, θυμάμαι, την νεαρή που μου γνωρίσατε, με τον Διονύση"

"Ναι, θα λείψει δυο μέρες αλλά αστέρι, Βέρα μου....! Δεν περίμενα ότι θα βρω τέτοια συνεργάτιδα στη δουλειά, αητός....!"

Η Βέρα αποτύπωνε την κουβέντα του στη σκέψη της "θα λείψει δυο μέρες...", Τετάρτη-Πέμπτη δηλαδή...

"Βέρα μιλάω.....πού είσαι;"

Επανήλθε στην προσοχή της κουβέντας του που συνεχίστηκε περί ανέμων και υδάτων. Δεν ήξερε για ποιο λόγο η σκέψη της έμεινε για λίγο σε αυτήν ακριβώς την διήμερη απουσία της εντυπωσιακής νεαρής που ακόμα την θυμάται έντονα και παραστατικά από το βράδυ της Πρωτοχρονιάς. Όπως και τον τρόπο που την συνόδευσε ο άντρας της στην εξώπορτα σαν έφυγε αργά τη νύχτα με τον νεαρό που την συνόδεψε. Τους είχε δει και τους δύο τότε στην αποχώρησή της. Σύμπτωση...

Από τις σκέψεις της την επανέφερε η φωνή της Αδριανής.

"Βέρα, θα έρθεις παιδί μου να ξεκινήσουμε ;"

Η καινούργια παρτίδα κουμ-καν ξεκινούσε στο τραπέζι.

"Έρχομαι" απάντησε η Βέρα.

ΙΙ. Η διαδρομή

O Μιχάλης Ιγνατιάδης, όπως και την άλλη φορά, έτσι και σήμερα ήταν ακριβέστατος στο ραντεβού του. Στις επτά ακριβώς αναζήτησε την Θάλεια στην υποδοχή του ξενοδοχείου. Και σήμερα ήταν και έδειχνε εντυπωσιακός, καλοντυμένος, αρχοντικός και ευγενής.

Η Θάλεια τον παρατηρούσε προσεκτικά καθώς την έψαχνε με το μάτι του στο σαλόνι κατευθυνόμενος στην reception. Την χαιρέτισε με χαμόγελο μόλις την είδε αφού πλέον την γνώριζε. Τον ρώτησε και εκείνη αν ήθελε να του προσφέρει κάτι, εκείνος αρνήθηκε κομψά προφανώς θέλοντας να τηρήσει κατά γράμμα τις οδηγίες του αφεντικού του.

"Αυτή τη φορά πού θα με απαγάγετε;" τον ρώτησε εμφανώς πειρακτικά η Θάλεια. Εκείνος ανταποκρίθηκε γελώντας.

"Δεν έχω τέτοια πρόθεση κυρία Μαζαράκη της είπε" και την κάλεσε με τρόπο να προηγηθεί καθώς ξεκινούσαν. Η Θάλεια πήρε την τσάντα της και βγήκαν από το ξενοδοχείο. Στο εξωτερικό στην απέναντι γωνία ήταν παρκαρισμένο το γνωστό μεγάλο Range Rover. Της άνοιξε την πόρτα. Μπήκαν και ξεκίνησε.

"Πού πάμε λοιπόν; Δεν θα μου πείτε ή είναι μυστικό;" ρώτησε ξανά χαριτολογώντας η Θάλεια.

"Στα Νέα Μουδανιά" αποκρίθηκε αυτός.

"Δεν έχω ιδέα από εδώ, που είναι;" Έκανε η Θάλεια.

"Πενήντα χιλιόμετρα από εδώ, εκεί που αρχίζει το πρώτο πόδι της Χαλκιδικής"

"Ολάκερο ταξίδι λοιπόν" σχολίασε με τη σειρά της.

"Μην ανησυχείτε", της είπε χαμογελαστά "σε σαράντα λεπτά το πολύ θα είμαστε εκεί".

"Και τι είναι εκεί;"

Ο Ιγνατιάδης της έριξε μια ματιά από τον καθρέφτη.

"Α, επιτρέψτε μου αυτό να σας το ανακοινώσει ο κύριος Ναρσής ο ίδιος"

"Πάντα πολύ μυστήριο στις διαδρομές σας" πέταξε εκείνη.

Δεν πήρε απάντηση. Μόνο το βλέμμα του, που διακριτικά έριχνε κλεφτές ματιές στον καθρέφτη όπου το ελκυστικό της αισθησιακό είδωλο αντανακλούσε στο βλέμμα του.

Τα λεπτά της διαδρομής για να φτάσουν πέρασαν χωρίς να το καταλάβουν με λίγες κουβέντες ρουτίνας. Πέρασαν τα Νέα Μουδανιά και συνέχισαν ευθεία τον επαρχιακό δρόμο. Η κίνηση ήταν ελάχιστη με αυτήν που η Θάλεια είχε συνηθίσει στην Αθήνα. Λίγο πριν την Νέα Ποτίδαια, το αυτοκίνητο έστριψε δεξιά σε έναν μικρό δρόμο. Σε λίγο η υγρασία της θάλασσας μαρτύρησε την παρουσία της. Γύρω στις οκτώ παρά τέταρτο το αυτοκίνητο πλεύρισε στην μεγάλη πέτρινη μάντρα μιας εντυπωσιακής Βίλας. Δύο πατώματα με κλασική παραδοσιακή οροφή με σοφίτες.

"Φτάσαμε", της είπε ο Ιγνατιάδης. Κατέβηκε, άνοιξε την μεγάλη μεταλλική πόρτα του κήπου διάπλατα. Μπήκε με το αυτοκίνητο στον αύλιο χώρο και κάπου εκεί σταμάτησε. Στο βάθος ένα μικρό όμορφο σπιτάκι, προφανώς θα ήταν εκεί η δική του διαμονή αν βέβαια δεν έφευγε.

Κατέβηκε, της άνοιξε την πόρτα. Την οδήγησε στην εντυπωσιακή κεντρική είσοδο του σπιτιού. Ήταν ήδη φωτισμένη και αυτή όπως κάποια εσωτερικά μέρη της μεγάλης βίλας. Ο Ιγνατιάδης χτύπησε το κουδούνι. Δεν πέρασαν παρά λίγα δευτερόλεπτα και η φιγούρα του Ναρσή πρόβαλε στο άνοιγμα της μεγάλης ξύλινης πόρτας. Ντυμένος αρχοντικά με το κοστούμι του σε σκούρο μπλε χρώμα, σιέλ πουκάμισο και αντίστοιχη γραβάτα.

"Καλώς όρισες Θάλεια" της είπε και άπλωσε το χέρι του στο δικό της σε ένα τυπικό χειροφίλημα. Ο Ιγνατιάδης στεκόταν κάποια μέτρα πίσω διακριτικά σιωπηρός.

"Καλώς σας βρίσκω" απάντησε προσπαθώντας να κρατήσει τις αποστάσεις. Την πρόσκαιρη σιωπή διέκοψε η φωνή του νεαρού συνοδού.

"Κύριε Ναρσή, θα με χρειαστείτε άλλο;"

"Όχι Μιχάλη, μπορείς να πηγαίνεις. Αν σε χρειαστώ θα σε ειδοποιήσω"

Ο νεαρός άντρας έφυγε προς τα πίσω την ίδια ακριβώς στιγμή που η Θάλεια έμπαινε με τον Ναρσή στο μεγάλο σπίτι. 

(Συνεχίζεται...)

Διονύσης Ναρσής και Θάλεια Μαζαράκη. Και πάλι μαζί. Μόνοι. Σε μια συνάντηση αναμέτρηση. Με τα σχέδια, τις προσδοκίες, τον ίδιο τους τον εαυτό. 

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro