Κεφάλαιο 16: Απόλυτος ...εντός έδρας αιφνιδιασμός
Λένε πολλές φορές ότι η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση. Είχε τις πληροφορίες της ότι το Σάββατο ο Ναρσής ανέβαινε στα γραφεία της επιχείρησης στην Κηφισίας στο Μαρούσι. Θάταν εννέα το πρωί όταν πάρκαρε την κόκκινη Alfetta της σε ένα κάθετο δρόμο στην Κηφισίας στο τετράγωνο που δέσποζαν τα γραφεία της εταιρείας.
Βγήκε από το αυτοκίνητο. Μέσα από το μαύρο δερμάτινο μπουφάν φορούσε ένα ολόσωμο εφαρμοστό αρκετά κοντό κόκκινο φόρεμα με δύο διακριτικά ανοίγματα κοντά στους ώμους. Πήρε τον υπηρεσιακό της χαρτοφύλακα στα χέρια και ξεκίνησε με βήμα αποφασιστικό.
Η μέρα ήταν χειμωνιάτικη συννεφιασμένη και οι ριπές του Βοριά υπενθύμιζαν το κρύο της εποχής.
Διάβηκε την μεγάλη είσοδο και ζήτησε τον ίδιο τον Διονύση Ναρσή στην υποδοχή.
"Έχετε ραντεβού ;" ήταν η αυστηρή ερώτηση της κοπέλας.
"Παρακαλώ ενημερώστε τον ότι είμαι η κ. Μαζαράκη από το Υπουργείο Δημοσίων έργων για κάτι επείγον".
Η αναγγελία του ονόματός της στο γραφείο του Ναρσή έσκασε στα αυτιά του σαν θορυβώδης κροτίδα. Εκείνη την στιγμή ήταν με την γραμματέα του και έναν συνεργάτη του. Η έκπληξή του ήταν τόσο έντονη που προκάλεσε την προσοχή της γραμματέας του γεγονός που προσπάθησε να το διορθώσει αμέσως.
"Α ναι έρχονται κάποιες επεξηγήσεις, που πρέπει να δω επειγόντως για τη σύμβαση του έργου στη Μακεδονία" είπε διορθώνοντας τα πράγματα. Έδωσε εντολή αμέσως στο ισόγειο στην υποδοχή να περάσει και με ευγενικό αλλά σαφέστατο τρόπο ζήτησε από την γραμματέα του να μην τον ενοχλήσει κανείς και να τον ενημερώσει σε κάθε άφιξη. Ειδικά αυτό το "κάθε" το τόνισε με σαφήνεια.
Προσπάθησε να μαζέψει τον απόλυτο αιφνιδιασμό του. Έμεινε καθιστός στο γραφείο περιμένοντας, γιατί ένιωσε να δυσκολεύεται να μείνει όρθιος χωρίς να είναι εμφανής η νευρικότητά του. Σε λίγο η γραμματέας του ανήγγειλε την άφιξη της Θάλειας.
Μπήκε στο γραφείο του ενώ η γραμματέας πίσω της έκλεισε την μεγάλη πόρτα. Προχώρησε προς το μέρος του. Εκείνος την κοίταξε από πάνω ως κάτω, σηκώθηκε έφυγε από την πολυθρόνα του για να την υποδεχτεί.
"Καλημέρα σας, ζητώ συγγνώμη για το απρόοπτο της επίσκεψης" τού είπε τυπικά.
Εκείνος την κάρφωσε με το βλέμμα.
"Πληθυντικός και πάλι;"
Η Θάλεια γύρισε με εμφανή τρόπο το κεφάλι της πίσω στην μεγάλη πόρτα και αποκρίθηκε σιγανά.
"Είμαστε στο γραφείο σας κ. Ναρσή, δεν νομίζετε;"
Της είπε να καθίσει. Επέστρεψε στην πολυθρόνα του γραφείου του και κάθισε. Από την ταμπακέρα της προσέφερε ένα τσιγάρο. Η Θάλεια είδε το χέρι του να τρέμει ελαφρά, το πήρε, της το άναψε και εκείνος άναψε ένα από τα πούρα του.
Η Θάλεια απέναντί του στην πολυθρόνα του επισκέπτη γεμάτη φως και πρόκληση. Με το κάθισμά της το κοντό της φόρεμα τραβήχτηκε πολύ παραπάνω από το μέτρο. Σταύρωσε τα πόδια της και οι χυτοί μηροί της πολύ ψηλά αποκαλύφτηκαν σαν ευθεία πρόκληση. Κράτησε με κόπο την ψυχραιμία του. Η φωνή του ακούστηκε σιγανή.
"Δεν μου αρέσει να με στήνουν στις συναντήσεις μου" της είπε με ύφος που πάλευε να το εμφανίσει αυστηρό.
"Ήρθα να σας εξηγήσω. Έτυχε κάτι απρόοπτο με το αυτοκίνητο στο δρόμο. Δεν είχα τρόπο να ειδοποιήσω, ζητώ συγγνώμη αλλά δεν ήταν ευθύνη μου".
Προσπέρασε το επιχείρημά της.
"Τώρα όλα εντάξει;" την ρώτησε.
"Ναι όλα καλά"
"Δεν σε περίμενα εδώ...! Ομολογώ ότι με ξάφνιασε πολύ ο ερχομός σου" της είπε με ευθύτητα.
"Θεώρησα ότι ένα τηλέφωνο για την χθεσινή αναβολή δεν θα ήταν αρκετό. Έτσι βρέθηκα εδώ"
"Πώς ήξερες ότι θα με βρεις, είναι Σάββατο σήμερα, το πρόγραμμα είναι διαφορετικό".
Τον κοίταξε στα μάτια.
"Φροντίζω να μαθαίνω το πρόγραμμα των προσώπων που με ενδιαφέρουν" του πέταξε στα μούτρα φυσώντας τον καπνό του τσιγάρου της.
Ο Ναρσής ένιωθε να φουντώνει και πάλι. Προσπάθησε να φανεί αδιάφορος.
"Είναι λίγο άτοπο να έρχεσαι εδώ" της είπε "μπορεί η επίσκεψή σου να γίνει παρεξηγήσιμη"
"Από κάτι προσωπικό;" τον ρώτησε.
"Για μια σειρά λόγους, ακόμα και επαγγελματικούς".
"Μα ...έφερα κάποια κομμάτια της σύμβασης κ. Ναρσή να τα δείτε συμπληρωματικά. Η επίσκεψή μου είναι εντελώς ...υπηρεσιακή" τού πέταξε με χαμόγελο ρίχνοντας μια εμφανή ματιά στην πόρτα του γραφείου του με το ανάλογο νόημα.
Ο Ναρσής σηκώθηκε. Έκανε το γύρο του γραφείου του, στάθηκε όρθιος μπροστά της. Σηκώθηκε και εκείνη.
"Πρέπει να ξέρεις..." της είπε "ότι ένα τέτοιο ραντεβού σαν το χθεσινό δεν είναι και ότι πιο εύκολο να το οργανώσω".
Πήγε κοντά του αργά. Τον ζύγωσε βασανιστικά κατά πρόσωπο.
"Τότε θα φροντίσω η επόμενη φορά να αποζημιώσει διπλά και την προηγούμενη κ. Ναρσή" τού είπε αχνά προκλητικά αγγίζοντας με το σώμα της το δικό του. Τα πρόσωπά τους ήταν σε απόσταση αναπνοής. Κατέβασε το χέρι του και το πέρασε απαλά πάνω στο περίγραμμα των γοφών της πάνω στο κατακόκκινο εφαρμοστό της φόρεμα, προχωρώντας προς τα γυμνά της μπούτια. Η αίσθηση του ζεστού της σώματος, έστω και δευτερόλεπτα, τον τρέλανε.
Εκείνη έκανε ένα βήμα πίσω.
"Το γραφείο σας κ. Ναρσή....!" τού είπε αχνά, ψιθυριστά και προσέθεσε δυνατά:
"Πρέπει να φύγω, ήδη σας έβγαλα από το πρόγραμμά σας"
Την κοίταξε ίσια στα μάτια.
"Πρόσεξε" της είπε. "Μια επόμενη αναβολή θα είναι άσχημη".
"Φροντίστε να την οργανώσετε καλά λοιπόν ώστε να αποφύγουμε τις κακοτοπιές"
Έκανε να φύγει.
"Περίμενε" της είπε αποφασιστικά. Γύρισε στο γραφείο του, κάλεσε την γραμματέα του στην εσωτερική επικοινωνία. Η Βιργινία Ξάνθου μπήκε στο γραφείο.
"Βιργινία, η κ. Μαζαράκη μας ζήτησε να της υποβάλλουμε υπηρεσιακά ένα πρώτο σχέδιο για την έναρξη των εργασιών στο εργοτάξιο της Μακεδονίας. Πότε μπορούμε να το συντάξουμε"
"Στην ερχόμενη εβδομάδα πιστεύω να το έχουμε κ. Ναρσή" απάντησε ευγενικά η γραμματέας του.
"Εντάξει", είπε, "κ. Μαζαράκη, ευχαριστώ για την συνεργασία και την ανταπόκριση. Να δώσετε χαιρετίσματα στον κ. Κοντοδήμο, θα μιλήσω και εγώ μαζί του."
Η Θάλεια χαιρέτισε τυπικά και τους δύο και σαν να μην είχε συμβεί το παραμικρό εγκατέλειψε το γραφείο.
"Με θέλετε κάτι άλλο κύριε Ναρσή ;" ρώτησε διακριτικά η γραμματέας του τον αμήχανο εργοδότη της. Εκείνος με κάποια καθυστέρηση αποκρίθηκε.
"Όχι Βιργινία, ευχαριστώ, μπορείς να πηγαίνεις".
Έμεινε στο γραφείο μόνος και εμβρόντητος. Τι είχε ακριβώς συμβεί λίγα λεπτά πριν; Μέσα στο ίδιο του γραφείο. Δέχεται μια πρόκληση χωρίς να την περιμένει. Και εκείνος; Πως αντιδρά; Ακολουθώντας την πρωτοβουλία της; Έδειχνε προβληματισμένος και μαγνητισμένος μαζί. Προβληματισμένος, γιατί τα πράγματα έλεγαν, ότι με αυτήν την γυναίκα έχανε τον έλεγχο των κινήσεων. Δεν ήταν αυτός που κινούσε τα νήματα αλλά ακολουθούσε τα δικά της. Και μαγνητισμένος γιατί η ερωτική φλόγα που ένιωθε να φουντώνει με την παρουσία της τον παρέσερνε σε δρόμους άγνωστους για αυτόν.
Η Θάλεια γεμάτη αυτοπεποίθηση, αέρα και ένα τυπικό χαμόγελο στα χείλη της κατέβηκε με το ασανσέρ στο ισόγειο του μεγάρου της εταιρείας. Φόρεσε τα μαύρα της γυαλιά και ζύγωνε στη μεγάλη γυάλινη πόρτα της εξόδου. Εκεί ακριβώς στην είσοδο το βλέμμα της φευγαλέα διασταυρώθηκε με το βλέμμα μιας άλλης γυναίκας. Κάτι έγνεψε μέσα της ότι αυτήν την γυναίκα κάπου την είχε γνωρίσει αλλά εκείνη τη στιγμή δεν μπορούσε να θυμηθεί. Πέρασε το κατώφλι της εισόδου και κινήθηκε από τις μαρμάρινες σκάλες προς το δρόμο για να πάρει το αυτοκίνητό της. Η παρουσία της τράβηξε τα βλέμματα δύο αντρών που την ακολούθησαν μέχρι να χαθεί στην κάθετη οδό.
Η γυναίκα που μόλις πριν λίγο πέρασε δίπλα της κατευθύνθηκε προς το ασανσέρ. Ήταν μια καλοφτιαγμένη ώριμη γυναίκα, ντυμένη με προσεκτική ποιότητα και σοβαρότητα. Παρά τα πενήντα της περίπου χρόνια τα καστανόξανθα μαλλιά της έντυναν ένα γλυκό πρόσωπο.
"Καλημέρα σας κυρία Ναρσή" της είπε η κοπέλα στο γραφείο υποδοχής.
Η Βέρα Ναρσή, έστρεψε το κεφάλι της μπροστά καθώς ακόμα κοίταζε στην είσοδο και ανταπέδωσε τον χαιρετισμό. Κάποια στιγμή, λίγο πριν πάρει το ασανσέρ, σταμάτησε, στράφηκε προς την νεαρή και ρώτησε:
"Μια κυρία που βγήκε τώρα δα πριν με έναν χαρτοφύλακα Μάγδα;"
"Α λέτε την κυρία Μαζαράκη, από το Υπουργείο Δημοσίων έργων, ναι ζήτησε να δει τον κύριο Ναρσή".
"Α, ευχαριστώ κορίτσι μου" απάντησε και μπήκε στο ασανσέρ που ήδη είχε κατέβει.
Η Βιργινία Ξάνθου, την υποδέχτηκε ευγενικά στον όροφο του άντρα της. Η Βέρα την χαιρέτισε.
"Βιργινία καλημέρα, πως είσαι, έχετε κόσμο;"
"Όχι κυρία Ναρσή..."
"Ο Άντρας μου είναι στο γραφείο του;" είπε κινούμενη προς τα εκεί.
"Ναι...."
"Δεν πιστεύω να θέλεις να με αναγγείλεις πριν περάσω ε;"
Η Ξάνθου σαν να μαζεύτηκε
"Φυσικά όχι κυρία Ναρσή, μπορείτε να περάσετε"
Η Βέρα άνοιξε την πόρτα χωρίς να χτυπήσει και πέρασε στο μεγάλο γραφείο του άντρα της.
Ο Ναρσής έκοψε απότομα τις προηγούμενες σκέψεις του. Ο ερχομός της γυναίκας του τον επανέφερε απότομα στην πραγματικότητα.
"Καλημέρα Διονύση".
"Καλημέρα, πώς από εδώ;"
"Είχα μια δουλειά στην Κηφισιά και είπα να σταματήσω να συνεννοηθούμε για το βράδυ".
"Κάτσε, κάτσε λίγο" της είπε, "Μόνη σου είσαι;"
Η Βέρα έκατσε στην πολυθρόνα μπροστά στο γραφείο του. Την ακολούθησε στο δικό του.
Έριξε μια ματιά γύρω της και ρώτησε.
"Μόνη μου ναι, τα παιδιά είναι έξω"
"Κηφισιά θα ανέβεις είπες;" τη ρώτησε.
"Ναι για το βράδυ, α με πήρε τηλέφωνο ο Στέλιος, θα έρθουν "
"Πως το έπαθε ο αδελφός μου και είπε να βγει απ' το κονάκι του, σε λίγο θα μας λέγανε ότι τον είχαμε εσώκλειστο".
Η Βέρα άλλαξε θέμα.
"Είχες κόσμο;"
"Εδώ στο γραφείο εννοείς;" τη ρώτησε προσπαθώντας να διαβάσει την ερώτησή της.
"Ναι, εδώ"
"Ναι, είχαμε, γιατί ρωτάς;"
"Είδα κάτω να φεύγει αυτή η κοπέλα... που ήταν το βράδυ της Πρωτοχρονιάς με τον Κοντοδήμο..."
"Λές τη Μαζαράκη; Ναι εδώ ήταν"
"Τι ήθελε εδώ;"
Ο Ναρσής, άρπαξε την ατμόσφαιρα και άρχισε να επεξεργάζεται τη σκέψη ότι η γυναίκα του είχε άλλα πράγματα κατά νου με τις ερωτήσεις της.
"Έφερε κάποια έγγραφα από τις τελευταίες συμβάσεις..."
"Σάββατο βρήκε;" τον κοίταξε με νόημα.
"Ναι, ήταν επείγον, πρέπει την άλλη βδομάδα να συντάξουμε κάποιο απολογισμό"
"Δηλαδή θα λείψεις το ΣαββατοΚύριακό;"
Ο Ναρσής άρχισε να ενοχλείται.
"Όχι δεν θα λείψω, θα τον δώσω εδώ στο τμήμα αλλά.... γιατί ρωτάς..."
"Διονύση" είπε και σηκώθηκε αργά.
"Χθες έφυγες το απόγευμα, γύρισες εκνευρισμένος το βράδυ, σήμερα Σαββατιάτικα βρίσκω αυτήν τη γυναίκα εδώ..." την σταμάτησε ενοχλημένος.
"Και πιθανά να την ξαναβρείς πολλές φορές, και αυτήν και άλλους. Και προφανώς θα λείψω ξανά και εδώ και αλλού και πολλές ώρες, όπως το κάνω εδώ και χρόνια. Δεν είμαι δημόσιος υπάλληλος που κλείνει το ωράριό του Βέρα σε εργάσιμες ώρες. Πίστευα όλα αυτά τα χρόνια να έχεις αντιληφθεί τι έχω στα χέρια μου".
"Έκανα μια απλή ερώτηση..."
"Την οποία, εντελώς τυχαία να υποθέσω, ανάλογης έννοιας την είχες κάνει και πριν μια βδομάδα, δεν σε καταλαβαίνω τι σε τριγυρίζει; Σε πιάσανε πάλι οι εμμονές σου;"
"Τέλος πάντων, βλέπω η παρουσία μου σε εκνευρίζει, θα φύγω..."
"Δεν με εκνευρίζει η παρουσία σου Βέρα" απάντησε εκείνος ήρεμα συνεχίζοντας "Με προβληματίζει μια διάθεση που δείχνεις που δεν την συνήθιζες και δεν έχει και νόημα"
Εκείνη επανήλθε σε μια τουλάχιστον επιφανειακή ηρεμία.
"Ίσως να φταίνε τα χρόνια μου ή να βλέπω απειλές.."
Την πλησίασε ήρεμα. Έβαλε τα χέρια του στους ώμους της τρυφερά.
"Εξακολουθείς να είσαι αγαπητή μου μια γοητευτική γυναίκα, πίστεψέ με. Και είσαι και γυναίκα μου". Την αγκάλιασε σφίγγοντάς την κοντά του. Το χέρι του, πειραχτικά έσφιξε τόσο όσο, το ζουμερό της στήθος, φευγαλέα.
Του χαμογέλασε αγγίζοντας λίγο το κεφάλι της στα χέρια του.
"Φεύγω, θα γυρίσεις νωρίς;"
"Ναι, δεν έχω κάτι άλλο, το μεσημέρι θα είμαι σπίτι"
Έφυγε. Έμεινε μόνος στο γραφείο του να μαζεύει τη σκέψη του. Το μόνο που του λείπει σε αυτή τη χρονική στιγμή ήταν οι ανασφάλειες της γυναίκας του.
Συνεχίζεται...
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro